"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΛΙΝΙΣΜΟ

2015-11-22 07:10

 

Μια μικρή συμβολή σε μια συνεχιζόμενη συζήτηση.
Από υποσημείωση στο βιβλίο μου "Η εργατική τάξη στην Ελλάδα. Από την πρώτη συγκρότηση στους ταξικούς αγώνες του Μεσοπολέμου", η δεύτερη έκδοση του οποίου αναμένεται σε δύο εβδομάδες:

Κόμματα «σταλινικού τύπου» χαρακτηρίζονται τα Κ.Κ. - μέλη της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τα οποία λειτουργούσαν στη βάση των αρχών του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, έτσι όπως κωδικοποιήθηκαν κατά την περίοδο επικράτησης του Στάλιν. Κύριο χαρακτηριστικό τους θεωρείται η ενίσχυση του συγκεντρωτισμού σε βάρος της εσωκομματικής δημοκρατίας, με συνέπεια τη διαμόρφωση γραφειοκρατικών δομών λειτουργίας και δράσης.

Υπό ευρύτερη έννοια, «σταλινισμός» είναι το σύνολο των θεωρητικών και οργανωτικών αρχών συγκρότησης του κομμουνιστικού κόμματος και άσκησης της εξουσίας για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, που επικράτησαν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα κατά την περίοδο κυριαρχίας του Στάλιν.

Ενώ από πολλούς ο σταλινισμός θεωρήθηκε αναγκαίος, ως κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε μια κρίσιμη ιστορική περίοδο, και πολλοί άλλοι υποστηρίζουν πως πρόκειται για γραφειοκρατική παραμόρφωση των Κ.Κ. και των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», συχνά ταυτίζεται με τον φασισμό, στο πλαίσιο μιας αντίληψης αντιπαράθεσης της αστικής δημοκρατίας με τον «ολοκληρωτισμό».

Προφανώς, μια τέτοια ταύτιση δεν ανταποκρίνεται σε καμιά πραγματικότητα, καθώς ο μεν φασισμός πηγάζει ιδεολογικά από τον βαθύ πυρήνα της αστικής ιδεολογίας (κοινωνικός ανταγωνισμός, ανισότητα πραγματικών κοινωνικών δικαιωμάτων κ.λπ.), στον αντίποδα της οποίας βρίσκεται η σοσιαλιστική-κομμουνιστική ιδεολογία την οποία υπερασπίζονται τα Κ.Κ. Ενώ ο φασισμός επιδιώκει -με τη βία και την κατάργηση των δημοκρατικών ελευθεριών- την παγίωση ενός καθεστώτος εκμετάλλευσης και κοινωνικής καταπίεσης, τα σταλινικά Κ.Κ. αντιμετωπίζουν τη βία και τον περιορισμό της δημοκρατίας ως αναγκαστική κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής καταπίεσης.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο σταλινισμός αποτέλεσε γραφειοκρατική παραμόρφωση των λενινιστικών αρχών δόμησης και λειτουργίας των Κ.Κ. (του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού), ενώ στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες όπου επικράτησε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κομμουνιστικό κίνημα, εξέφρασε την κυριαρχία ενός νέου κοινωνικού στρώματος γραφειοκρατών και τεχνοκρατών, που υποκατέστησε την εξουσία της εργατικής τάξης. Η κυριαρχία των ειδικών της διαχείρισης, που συνδέθηκε με τον περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων των εργαζόμενων, αλλά και με την επιβολή κλίματος τρομοκρατίας ακόμη και στο εσωτερικό του κυρίαρχου στρώματος, υπήρξε συνέπεια της ανάγκης ταχύρρυθμης ανάπτυξης, σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής καθυστέρησης, και υπεράσπισης του καθεστώτος απέναντι στην επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού.

Η πρόταξη της οικονομικής ανάπτυξης σε βάρος των διαδικασιών ενίσχυσης της εξουσίας των εργαζόμενων και τελικά η υποκατάστασή της από την εξουσία των ειδικών της διαχείρισης, καθορίστηκε από την οικονομίστικη αντίληψη που κληρονόμησε το κομμουνιστικό κίνημα από τον μαρξισμό της Β΄ Διεθνούς. Βάση του οικονομισμού αποτέλεσε η «θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων», σύμφωνα με την οποία η ανάπτυξή τους συνεπιφέρει νομοτελειακά τον μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων.

Στην αντίληψη αυτή θεμελιώθηκε η εχθρική στάση της σοσιαλδημοκρατίας (Κάουτσκι, ρώσοι μενσεβίκοι κ.ά.) απέναντι στην Οκτωβριανή Επανάσταση, καθώς θεωρούνταν αδιανόητη η οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια χώρα οικονομικά καθυστερημένη, όπως η Ρωσία. Η ίδια η αντιπαράθεση στο Κόμμα των Μπολσεβίκων κατά τη δεκαετία του 1920 έγινε ακριβώς μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Η δυνατότητα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στη σοβιετική Ρωσία (η οποία, σύμφωνα με τον Μπουχάριν, απαιτούσε τη διατήρηση καπιταλιστικών σχέσεων που θα τη διευκόλυναν) που θα αποτελούσε, κατά τον Στάλιν, τη βάση για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, αντικρούστηκε από τον Τρότσκι, σύμφωνα με τον οποίο η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Ρωσία ήταν ανέφικτη, αν δεν προηγούνταν η επέκταση της επανάστασης στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης.

Θα χρειαστεί να περάσουν δεκαετίες μέχρις ότου συγκροτηθεί η κριτική στη «θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων» και στον οικονομισμό, όπως εκφράστηκε, κυρίως, από τον Μάο Τσε-τουνγκ. Σύμφωνα με τον κινέζο μαρξιστή ηγέτη, «η επανάσταση στις παραγωγικές σχέσεις συμβαίνει όταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων φτάνει σε ένα καθορισμένο επίπεδο. Αλλά μια σημαντική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων γίνεται πάντα μετά το μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων» (Μάο Τσε-τουνγκ, Πάνω στα «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» του Στάλιν – Ιστορικές Εκδόσεις, Αθήνα χ.χ.ε., σ. 68. Επίσης, Σαρλ Μπετελέμ, Μορφές ιδιοκτησίας στο μεταβατικό στάδιο προς το σοσιαλισμό – Ράππας, Αθήνα 1972 και Σαρλ Μπετελέμ – Πωλ Σουήζυ, Η μετάβαση στο σοσιαλισμό – Μπουκουμάνης, Αθήνα 1981).

Η πρόταξη της ανάγκης ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης της ΕΣΣΔ και μάλιστα σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης, καθόρισε την υποκατάσταση της εξουσίας των σοβιέτ από τη γραφειοκρατική κυριαρχία των ειδικών της διαχείρισης, παρά την αντίσταση που προβλήθηκε από τους εργαζόμενους (Σαρλ Μπετελέμ, Ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ – Κουκκίδα, Αθήνα 2010). Η εξαγγελία, το 1936, της κατάργησης της δικτατορίας του προλεταριάτου, με τη διαπίστωση ότι έχει εξαλειφθεί ο ανταγωνισμός των τάξεων (Étienne Balibar, Για τη δικτατορία του προλεταριάτου – Οδυσσέας, Αθήνα 1978), αποτέλεσε χαρακτηριστική εκδήλωση συγκάλυψης αυτής ακριβώς της κυριαρχίας του στρώματος των γραφειοκρατών και τεχνοκρατών. Δεν είναι τυχαίο ότι τον ίδιο χρόνο εξαπολύθηκε και το πρώτο μεγάλο κύμα τρομοκρατίας. Η σταλινική τρομοκρατία, στρεφόμενη τόσο κατά του στρώματος των ειδικών της διαχείρισης όσο και κατά των εργαζόμενων, αποτέλεσε μια προσπάθεια βίαιης εξισορρόπησης αντιθέσεων που η ανοιχτή εκδήλωσή τους θεωρούνταν πως θα έθετε σε κίνδυνο το υπό ιμπεριαλιστική περικύκλωση και απειλή σοβιετικό κράτος.

 

Ενώ οι ανάγκες της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής προτάσσονται στη χάραξη της πολιτικής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, υποχρεώνοντας σε πλήρη ευθυγράμμιση τα Κ.Κ., αποτελεί ανιστόρητο λάθος η ταύτιση αυτών των κομμάτων με το κοινωνικό στρώμα που κυριάρχησε στην ΕΣΣΔ. Τα Κ.Κ. παραμένουν προλεταριακά και επαναστατικά, ηγούνται λαϊκών αγώνων ή επιδιώκουν να το κάνουν, ενώ καθοδηγούν και νικηφόρες επαναστάσεις (Κίνα, Γιουγκοσλαβία κ.λπ.), ανεξάρτητα από τις προθέσεις και τις κατευθύνσεις της σοβιετικής ηγεσίας (Φερνάντο Κλαουντίν, Η κρίση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος – Γράμματα, Αθήνα 1981).