"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΜΑΧΕΣ, Η ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΟΥΝΤΩΜΑ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟΥ

2020-09-17 13:01

Με τη σημερινή αναγγελία από τις Εκδόσεις "Άπαρσις" ότι δρομολογήθηκε η έκδοση του νέου μου βιβλίου, "Άρης Βελουχιώτης. Ο κομμουνιστής επαναστάτης", προδημοσίευση ενός από τα 30 κεφάλαια που το αποτελούν:

Στις 9 ή στις 19 Σεπτεμβρίου έγινε η πρώτη μάχη του αντάρτικου του Άρη με τους Ιταλούς, στη θέση Ρεκά της Γκιώνας (1). Έχοντας πληροφορηθεί για τη ρίψη πολεμικών εφοδίων στην περιοχή από βρετανικό αεροπλάνο –για την οποία υπήρξε συνεννόηση του ΕΑΜ στην Αθήνα με την αντιστασιακή οργάνωση Προμηθέας ΙΙ- ιταλική δύναμη κατευθύνθηκε προς τα κει, για να εντοπίσει τους αντάρτες.

Οι ελασίτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και οι μέχρι πριν λίγο λησταντάρτες της περιοχής, τους αντιλήφθηκαν και επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά εναντίον τους τα ξημερώματα. Μετά από σύντομη μάχη σκοτώθηκαν είκοσι τρεις Ιταλοί, δώδεκα αιχμαλωτίστηκαν και ένας κατάφερε να διαφύγει, ενώ οι αντάρτες δεν είχαν καμία απώλεια (2). Η πρώτη αυτή μάχη του ΕΛΑΣ με τον στρατό κατοχής σηματοδότησε το πέρασμα από την ιδεολογική προετοιμασία του πληθυσμού στην ένοπλη αντιπαράθεση με τον εχθρό.

Από τη Ρεκά ο Άρης κατευθύνθηκε προς τα Βαρδούσια, προκαλώντας ενθουσιασμό στα χωριά από τα οποία περνούσε. Βλέποντας ο κόσμος τους ελασίτες να έχουν μαζί τους και Ιταλούς αιχμαλώτους, αντιλαμβανόταν πως ο ΕΛΑΣ αποτελούσε, πράγματι, έναν αξιόμαχο και αποτελεσματικό στρατό. Οι δώδεκα Ιταλοί αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν τελικά, μετά από μία ανεπιτυχή προσπάθεια για ανταλλαγή με Έλληνες κρατούμενους, αλλά και για αποφυγή δυσκολιών στην μετακίνηση.

Φτάνοντας στην Υπάτη, οι αντάρτες του Άρη επιτέθηκαν στην τοπική Υποδιοίκηση Χωροφυλακής και μετά από σύντομη μάχη υποχρέωσαν τους χωροφύλακες να παραδοθούν. Έχοντας αφοπλιστεί, αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ πιάστηκαν αιχμάλωτοι ο διοικητής μοίραρχος, ο αγρονόμος και ο εβδομηντάχρονος στρατηγός Ραφτοδήμος. Στο χωριό Χωμέριανη (τη σημερινή Ανατολή) οι αιχμάλωτοι απελευθερώθηκαν, με τον στρατηγό Ραφτοδήμο να τάσσεται υπέρ του ΕΛΑΣ.

Όπως γράφει ο Πάνος Λαγδάς «ο αφοπλισμός των αποσπασμάτων και της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Υπάτης δεν ήταν τυχαία γεγονότα, που τα σκέφτηκε και τα πραγματοποίησε ο Άρης χωρίς μελέτη ή γιατί του ήρθαν βολικά τα πράγματα. Ήταν η εκτέλεση ενός σχεδίου. Και το σχέδιο απέβλεπε στην αποδιοργάνωση του κράτους, που τώρα βρισκόταν στην υπηρεσία των καταχτητών.

Ο πρόλογος είχε γραφτεί στη διάρκεια της πορείας προς τη Γκιώνα και τον Παρνασσό και μάλιστα στη Δρέμισσα, πριν από τη συνάντηση του Άρη με την 8η Ομάδα του Ε.Λ.Α.Σ. Παρνασσού και τον αφοπλισμό των χωροφυλάκων. Αξίζει να αναφερθούμε σ’ αυτό το επεισόδιο.

Όταν ο Άρης με την ομάδα του Αρχηγείου Γκιώνας μπήκε στη Δρέμισσα, ο αγρονόμος της περιοχής δίκαζε στο σχολείο μερικές υποθέσεις. Ο Άρης το έμαθε. Άφησε τους αντάρτες στην πλατεία και πήγε στο σχολείο. Εκείνη τη στιγμή ο αγρονόμος είχε βγάλει μια απόφαση. Ο κατηγορούμενος, ένας τσοπάνης, έβγαινε από την πόρτα βρίζοντας. Ο Άρης τον πήρε από πίσω και λίγο πιο κάτω τον σταμάτησε. Τον ρώτησε για την υπόθεση, ο τσοπάνης άρχισε να του λέει τα καθέκαστα και κείνη ακριβώς τη στιγμή έβγαινε και ο μηνυτής. Τον φώναξε κι αυτόν ο Άρης και κουβέντιασαν. Ύστερα τους πήρε μαζί του και τους δυο και μπήκαν στην αίθουσα που δίκαζε ο αγρονόμος.

- Με την άδειά σου, κύριε αγρονόμε! Να ξανακοιτάξουμε την προηγούμενη υπόθεση.

Ήταν ευγενικός ο Άρης στην όχι και τόσο… δικονομική αίτησή του, αλλά η ψυχή του αγρονόμου πήγε στην Κούλουρη. Δεν έφερε αντίρρηση. Άλλωστε δε θα προλάβαινε να προβάλει αντίρρηση, γιατί ο Άρης είχε φωνάξει κιόλας το μηνυτή. Από τις ερωτήσεις του Άρη και τις απαντήσεις του μηνυτή αποδείχτηκε ότι ο αγρονόμος είχε πάρει σιτάρι απ’ αυτόν για να καταδικάσει τον τσοπάνη.

Φώναξε τότε τον τσοπάνη ο Άρης. Τώρα αποδείχτηκε ότι είχαν πάρει κι απ’ αυτόν τυρί για να αθωωθεί.

Οι χωριάτες στο ακροατήριο είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα. Δεν είχαν ξαναδεί τον Άρη και άρχισαν να ρωτούν, κάπως φοβισμένοι:

- Ωρέ ποιος είναι τούτος ο αρματωμένος!

- Τώρα τι λέτε, πατριώτες; Από τους δυο χωριανούς σας, ποιος βγήκε κερδισμένος;

Ο κόσμος ξεθάρρεψε. Άρχισαν τα γέλια και τα χάχανα.

- Ξέρετε τι λέω εγώ; Ότι πιο κερδισμένος βγήκε ο κυρ – αγρονόμος!

Ο κόσμος τότε γέλασε μ’ όλη του την ψυχή. Ήταν φανερό ποιος βγήκε κερδισμένος. Άρχισαν να μιλούν όλοι μαζί, αλλά ο Άρης τους σταμάτησε.

- Δε μου λες, ρε πατριώτη (απευθύνθηκε στον τσοπάνη). Τι ζημιά λες να τούκανες, πάνω – κάτω, του χωριανού σου;

Φιλοτιμήθηκε ο τσοπάνης να εκτιμήσει δίκαια τη ζημιά.

- Τόσες οκάδες, καπετάνιε.

Ύστερα ο Άρης ρώτησε το μηνυτή:

- Εσύ σαν πόση την εκτιμάς τη ζημιά που σου έκανε τούτος εδώ;
- Τόση, καπετάνιε.
- Συμβιβαζόσαστε με τόσο;

Δεν έφεραν αντίρρηση.

- Λοιπόν! Δώστε τα χέρια και φιληθείτε σαν αδέρφια.
Φιλήθηκαν.

Έτσι δίκασε όλες τις υποθέσεις.

Όταν τέλειωσε το «πινάκιο», μάζεψε τα χαρτιά που ήταν στο τραπέζι και τα έβαλε στα χέρια του αγρονόμου. Εκείνος, τρομαγμένος, τα πήρε χωρίς να βγάλει ανάσα.

- Όπως βλέπεις, κύριε αγρονόμε, οι άνθρωποι αυτοί δε σε ξαναχρειάζονται. Να μη σε ξαναδώ μπροστά μου να κάνεις τη δουλειά που έκανες εδώ. Εδώ θα ξανάρθεις όποτε αποφασίσεις κι εσύ ν’ αγωνιστείς για τη λευτεριά» (3).

Επιδιώκοντας κατά την εκδίκαση των διάφορων υποθέσεων τον συμβιβασμό και τη συμφιλίωση των αντίδικων, δεν έλειπαν και οι περιπτώσεις που επιδείκνυε μεγάλη αυστηρότητα, φτάνοντας ακόμη και στη δημόσια μαστίγωση των ενόχων για σοβαρές παρανομίες, ενίοτε και σε εκτελέσεις. Κάτι που σε ορισμένες περιπτώσεις προκάλεσε αντιδράσεις από το ΚΚΕ, καθώς ήταν πολλοί αυτοί που καιροφυλακτούσαν για να συκοφαντήσουν τον ΕΛΑΣ για βιαιότητες. Ακόμη και όταν αυτές είχαν τη συναίνεση των τοπικών πληθυσμών.

Το βέβαιο είναι πως ο Άρης γνώριζε ότι η εδραίωση του αντάρτικου σε μια περιοχή συνδεόταν άμεσα με την αντιμετώπιση ζητημάτων που προκαλούσαν ανασφάλεια στους κατοίκους της. Έτσι ήταν αναγκαία η εξάλειψη της ληστείας και της ζωοκλοπής, και η παγίωση της τάξης (4).

Την αναγκαιότητα αυτή αναγνώριζε και ο επικεφαλής της βρετανικής αποστολής Έντυ Μάγιερς, ο οποίος ανέφερε ότι μια μέρα απ’ αυτές που προηγήθηκαν της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, «ο Άρης εξαφανίστηκε. Όπως έμαθα αργότερα, είχε πάει σ’ ένα γειτονικό χωριό, όπου του είχαν αναφέρει ότι έγινε μια ζωοκλοπή. Έβαλε να γυμνώσουν τον ένοχο κι ύστερα τον οδήγησαν στην πλατεία του χωριού, όπου ένας από τους πιο πρόσφατα στρατολογημένους αντάρτες του, ένα απλό παιδί, τον έδειρε δημόσια. Μ’ αυτό τον τρόπο “κατηχούσε” τους νέους οπαδούς του. Μετά τράβηξε το περίστροφο και πυροβόλησε τον ένοχο. Έτσι διατηρούσε την τάξη ο Άρης εκείνη την εποχή. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που τ’ όνομά του βρισκόταν στα χείλη όλων των κατοίκων της περιοχής. Ήταν μια σκληρή πειθαρχία, αλλά και η μόνη που θα μπορούσε να βγάλει τους απλούς εκείνους ανθρώπους από τον λήθαργο που τους είχε βυθίσει η φασιστική κατοχή και να βοηθήσει αποτελεσματικά το δυνάμωμα της ενεργητικής αντίστασης ενάντια στον εχθρό» (5).

Ιδιαίτερη αυστηρότητα επιδεικνυόταν όταν ο ένοχος ήταν αντάρτης του ΕΛΑΣ. Ακόμη και σε περιπτώσεις μικρών παραπτωμάτων, όπως η κλοπή μιας κότας ή η παρενόχληση μιας γυναίκας, η ποινή ήταν εκτέλεση. Ακριβώς για να εξαλειφθεί κάθε περίπτωση ιδιοτελούς εκμετάλλευσης της ένοπλης δύναμης των ανταρτών σε βάρος του πληθυσμού και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη του λαού στον ΕΛΑΣ.

Εξίσου αυστηρή ήταν και η αντιμετώπιση εκείνων που συνεργάζονταν με τις δυνάμεις κατοχής. Στις περιπτώσεις που δρούσαν ως καταδότες, επιβαλλόταν η θανατική ποινή.

Ως πρώτη επίσημη και συμβολική κατάλυση της κρατικής εξουσίας στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας αναφέρεται η διάλυση του τμήματος της Χωροφυλακής (με τον ένα χωροφύλακα να εντάσσεται στον ΕΛΑΣ και τους άλλους δύο να φεύγουν για τα σπίτια τους) και η πυρπόληση των αρχείων της, καθώς και των αρχείων του Ειρηνοδικείου στο χωριό Φουρνά των Αγράφων, από τον Άρη και ομάδα τριάντα πέντε ανταρτών, στις 9 Οκτωβρίου 1942, ενώ δύο μέρες αργότερα συνέλευση των κατοίκων του γειτονικού χωριού Κλειτσός εξέλεξε επταμελή Κοινοτική Επιτροπή και υποεπιτροπές για ζητήματα ασφάλειας, εκκλησιαστικά, δικαιοσύνης κ.λπ. Το παράδειγμα του Κλειτσού ακολούθησαν στη συνέχεια και άλλα χωριά της περιοχής, με πρωτοβουλία των οργανώσεων του ΕΑΜ (6). Οι θεσμοί αυτοί θεσμοθετήθηκαν στις 4 Δεκεμβρίου, με τον «Κώδικα Ποσειδών», και θα επικυρωθούν αργότερα, την άνοιξη του 1944, από την «κυβέρνηση των βουνών», την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) (7).

Εξαιρετικά σημαντική ήταν και η κατάσχεση, από τους αντάρτες του Άρη, αγροτικών προϊόντων που βρίσκονταν σε κρατικές αποθήκες. Επρόκειτο για ενέργειες που απέβλεπαν, αφενός, στην εξασφάλιση προμηθειών για τους ίδιους, και αφετέρου, στη χρησιμοποίηση των ειδών αυτών ως «νομίσματος» στις συναλλαγές τους με τους κατοίκους των χωριών. Στους οποίους, επιπλέον, διανέμονταν πολλά απ’ αυτά τα κατασχεθέντα προϊόντα, ως άσκηση μιας μορφής κοινωνικής πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα διασυρόταν το κατοχικό καθεστώς που τα στερούσε από τον πληθυσμό (8).

Στις 29 Οκτωβρίου ο Άρης και οι αντάρτες του έδωσαν νέα νικηφόρα μάχη κατά των Ιταλών έξω από το χωριό Κρίκελλο της Ευρυτανίας, χτυπώντας την οπισθοφυλακή φάλαγγας που είχε βγει προς αναζήτηση ομάδας τεσσάρων Άγγλων αλεξιπτωτιστών, οι οποίοι έπεσαν στην περιοχή τη νύχτα της 27ης προς την 28η Οκτωβρίου.

Η ιταλική οπισθοφυλακή, αποτελούμενη από είκοσι πέντε στρατιώτες και αξιωματικούς, έπεσε σε ενέδρα των ανταρτών, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οχτώ απ’ αυτούς, ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίστηκαν. Οι αντάρτες είχαν μόνο ένα νεκρό, τον δάσκαλο Δημήτρη Σαξώνη από τα Μάρμαρα Φθιώτιδας, παλιό φίλο και συμμαθητή του Άρη.

Οι Ιταλοί απάντησαν με αντίποινα κατά του χωριού, παίρνοντας όμηρους τον παπά και άλλους δεκαεπτά κατοίκους του Κρίκελλου, που τους εμφάνισαν δημοσίως στο Καρπενήσι ως αντάρτες, ενώ έκαψαν και τριάντα σπίτια. Ως ανταπάντηση, εκτελέστηκαν από τον ΕΛΑΣ οι Ιταλοί αιχμάλωτοι.

Στις 6 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε, στο χωριό Παπαρούσι της Ευρυτανίας, συνάντηση όλων των ανταρτών της Ρούμελης, που ξεπερνούσαν τους εκατόν πενήντα (9), αποτελώντας την ισχυρότερη ομάδα του ΕΛΑΣ πανελλαδικά. Στη συνάντηση δεν συμμετείχαν οι αντάρτες του Μπελλή, που ήδη είχαν αυτονομηθεί από την ομάδα που διοικούσε ο Άθως Ρουμελιώτης και δρούσαν στον Δομοκό.

Στη συνάντηση αυτή, ο Άρης πρότεινε τον σχηματισμό κοινής διοίκησης του ΕΛΑΣ της Ρούμελης, στην οποία αντιτάχθηκε ο Άθως Ρουμελιώτης, ο οποίος στη συνέχεια αποκόπηκε και έχοντας μαζί του είκοσι πέντε αντάρτες -στους οποίους είπε πως φεύγουν για μυστική αποστολή-, κατευθύνθηκε προς τη βόρεια Ευρυτανία. Εκεί, με τη βοήθεια και Άγγλων, επιδίωξε να έρθει σε επαφή με τον ΕΔΕΣ, που με επικεφαλής τον Ναπολέοντα Ζέρβα είχε συγκροτήσει, ήδη, ομάδες ανταρτών στην Ήπειρο.

Σύντομα οι αντάρτες που ακολούθησαν τον Άθω Ρουμελιώτη θα επιστρέψουν στον ΕΛΑΣ, ενώ ο ίδιος θα φύγει για την Αθήνα, αποφεύγοντας, πλέον, κάθε αντιστασιακή δραστηριότητα.

Την περίοδο εκείνη, στις παραμονές της μεγάλης ιστορικής ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, εκατοντάδες αντάρτες είχαν ενταχθεί στις γραμμές του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Ήπειρο, ενώ μικρές ομάδες έχουν κάνει την εμφάνισή τους και σε άλλα μέρη.

Στη Θεσσαλία η πρώτη ανταρτοομάδα του ΕΛΑΣ συγκροτήθηκε στον Όλυμπο, την 1η Ιουνίου 1942, λίγες μέρες μετά τη συγκρότηση της ομάδας της Σπερχειάδας από τον Άρη (10). Ακολουθεί η συγκρότηση και άλλων ομάδων μέσα στο καλοκαίρι και τον Σεπτέμβριο δημιουργείται το Αρχηγείο Ανατολικής Θεσσαλίας. Πολύ σύντομα θα εμφανιστούν δυνάμεις του ΕΛΑΣ και στη δυτική Θεσσαλία και η ανάπτυξή τους θα είναι τέτοια, ώστε τον Μάρτιο 1943 να είναι σε θέση να απελευθερώσουν την Καρδίτσα, καθιστώντας την πρώτη ελεύθερη πόλη στην κατεχόμενη Ελλάδα.

Αντίστοιχη ανάπτυξη παρουσίασε ο ΕΛΑΣ και στη Μακεδονία, όπου, όπως είχαμε δει, υπήρξαν ανταρτοομάδες ήδη από το καλοκαίρι του 1941, οι οποίες, εντούτοις, διαλύθηκαν, αδυνατώντας να αντέξουν τις εναντίον τους επιθέσεις, μετά την αποτυχημένη εξέγερση της Δράμας. Και στη Μακεδονία η πρώτη περίοδος ανάπτυξης του ΕΛΑΣ, που εμφανίστηκε, επίσης, στις αρχές του καλοκαιριού του 1941, αποκορυφώθηκε με τη μεγάλη νικηφόρα Μάχη του Φαρδύκαμπου κατά των Ιταλών, τον Μάρτιο 1943.

Αρχές του καλοκαιριού του 1941 εμφανίστηκαν ανταρτοομάδες του ΕΛΑΣ και στην Ήπειρο, πρώτα στη Θεσπρωτία και κατόπιν στις περιοχές της Άρτας και των Ιωαννίνων, όπως και στην Αττικοβοιωτία, όπου είχαν ως βάση το χωριό Κριεκούκι, στο οποίο υπήρχε ισχυρή οργάνωση του ΚΚΕ. Ήδη, τον Αύγουστο, είχε πραγματοποιηθεί και η πρώτη νικηφόρα επίθεση κατά ιταλικού αποσπάσματος στη Ριτσώνα, στα όρια Βοιωτίας και Εύβοιας.

Καθυστερημένα, σε σχέση με τις περιοχές αυτές, θα εμφανιστεί, τον Ιανουάριο 1942, η πρώτη ανταρτοομάδα στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στον Ταΰγετο, από τους αδελφούς Ξυδέα.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται μια «ιστοριογραφία» που εκτρέπεται σε μυθοπλασία, είχε απόλυτο δίκιο ο Θανάσης Χατζής, όταν έγραφε πως το αντάρτικο δεν ξεκίνησε στη Σπερχειάδα με τον Άρη και αργότερα επεκτάθηκε και σε άλλα μέρη (11). Η συγκρότηση των πρώτων ανταρτοομάδων του ΕΛΑΣ σε κεντρική Ρούμελη, Θεσσαλία, Μακεδονία, Ήπειρο και Αττικοβοιωτία ήταν σχεδόν ταυτόχρονη και χωρίς να εξαρτάται η συγκρότηση σε μια περιοχή από την προηγούμενη συγκρότηση σε κάποια άλλη.

Αντικρούοντας την ανιστόρητη άποψη ότι το αντάρτικο ήταν αυθόρμητη λαϊκή εκδήλωση στην οποία, μάλιστα, ήταν αντίθετο το ΚΚΕ, ο Χατζής τονίζει πως όλες οι ανταρτοομάδες «βγήκαν στο Βουνό με αποφάσεις και εντολές του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, όχι επειδή ήταν οι τολμηρότεροι από τους τολμηρούς, αλλά, γιατί η γραμμή του Κόμματος και του κινήματος ήταν να συγκροτήσουν οι πολιτικές οργανώσεις ένοπλα τμήματα, πλαισιωμένα από ικανά και αφοσιωμένα στο λαό και στους σκοπούς της οργάνωσης πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη» (12). Έτσι και η στελέχωση του ΕΛΑΣ «θα προέρχεται όχι από τα σπλάχνα της αγροτιάς αλλά από πολιτικά στοιχεία που δεν ανήκουν στην αγροτική τάξη» (13).

Όταν, στα 1943-44, ο ΕΛΑΣ θα αναπτυχθεί ως ένας στρατός δεκάδων χιλιάδων ένοπλων μαχητών, αν και τα μέλη του ΚΚΕ μεταξύ τους δεν ξεπερνούν το ένα τρίτο και σπάνια το 50%, το ΚΚΕ είναι το μόνο εαμικό κόμμα με οργανώσεις σε όλα τα τμήματα, από την ηγεσία μέχρι και τις πιο μικρές μονάδες. Ο γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης είναι συνήθως και ο πολιτικός υπεύθυνος της μονάδας, ενώ μέλη του ΚΚΕ ήταν και οι καπεταναίοι και πολλοί στρατιωτικοί (14).

Ήδη από τον πρώτο καιρό της συγκρότησης των ανταρτοομάδων του ΕΛΑΣ, κυρίαρχη λειτουργία είναι η συνέλευση των ανταρτών, κάτι που αποτέλεσε βαθιά τομή σε σχέση με τον αστικό στρατό.

«Οι συνελεύσεις των ανταρτών του ΕΛΑΣ, αποτελούν στοιχείο ισχύος. Του δίνουν εξαιρετική εσωτερική δύναμι. Μ’ αυτές αναπληρώνεται η ανυπαρξία πειθαρχικών ποινών. Ενώ θεωρείται από μερικούς, αδύνατο να υπάρξει στρατός χωρίς ποινές. Τι ποινές όμως είναι δυνατόν να ισχύουν, για τον άμισθο εθελοντή, όπως είναι ο αντάρτης του ΕΛΑΣ;

Στις ανταρτοσυνελεύσεις, με συζήτησι και κριτική, επιβάλλεται η αυτοπειθάρχησις των ανταρτών. Οι βαθμοφόροι, όταν αντιμετωπίζουν δυστροπίες, έχουν το ισχυρό, και ιερό επιχείρημα:

- Θα κάνεις αυτό που σου λέω. Και αν νομίζεις πως σε αδικώ, να ζητήσεις συζήτησι, στη συνέλευσι.

Κι εκεί –κατά κανόνα- όλα τακτοποιούνται, με –ας τα πούμε έτσι- με υπηρεσιακά κριτήρια. Ιερές τις θεωρούν οι αντάρτες, τις αποφάσεις των συνελεύσεών τους. Και ιερόσυλο τον παραβάτη τους» (15).

Συνάμα, από τον πρώτο αυτό καιρό, ο Άρης Βελουχιώτης και οι άλλοι καπεταναίοι του ΕΛΑΣ δημιουργούν το νέο πρότυπο του επικεφαλής του λαϊκού στρατού:

«Είναι γνωστό ότι εκείνο τον καιρό που το αντάρτικο δεν ήταν ακόμα ο μεγάλος στρατός του Ε.Λ.Α.Σ., όπως έγινε αργότερα, ο Άρης πάντα συμμεριζόταν τις κακουχίες της ομάδας. Ποτέ δε δέχτηκε καμιά ξεχωριστή διάκριση, στον ύπνο, στο φαΐ, στην πορεία, στο κρύο, στη ζέστη και στον κίνδυνο. Έδινε πρώτος το παράδειγμα. Κι αυτό δεν έμεινε ένα αποκλειστικό γνώρισμα του Άρη, αλλά έγινε ένα από τα πολλά γνωρίσματα που ξεχώριζαν τον Ε.Λ.Α.Σ., αυτή την ηρωική περίοδο του εθνικολαϊκού αγώνα, από όλους τους στρατούς. Όλοι οι καπεταναίοι του Ε.Λ.Α.Σ., παντού στην Ελλάδα, έκαναν το ίδιο. Γιατί αυτό επιβαλλόταν από τον ίδιο το λαϊκό χαρακτήρα του στρατού που γεννιόταν» (16).

 

1. Ενώ η 9η Σεπτεμβρίου αναφερόταν σταθερά και από αγωνιστές που συμμετείχαν στη μάχη, τα ιταλικά στρατιωτικά αρχεία αναφέρουν τη 19η Σεπτεμβρίου (Μηνάς Λάγγαρης, Το βάπτισμα του πυρός για τον ΕΛΑΣ στη Γκιόνα – «Εφημερίδα των Συντακτών», 7 Οκτωβρίου 2018).
2. Πάνος Λαγδάς, Άρης Βελουχιώτης. Ο πρώτος του αγώνα – Σφαέλος, Αθήνα 1964, σ. 115.
3. Στο ίδιο, σ. 116-117.
4. Γιώργος Μαργαρίτης, Από την ήττα στην εξέγερση. Ελλάδα άνοιξη 1941- φθινόπωρο 1942 – Ο Πολίτης, Αθήνα 1993, σ. 199 κ.έ.
5. E.C.W. Myers, Η ελληνική περιπλοκή – Εξάντας, Αθήνα 1975, σ. 71.
6. Πάνος Λαγδάς, ό.π., σ. 205-209. Δημήτριος Ζέπος, Λαϊκή Δικαιοσύνη εις τας ελευθέρας περιοχάς της υπό κατοχήν Ελλάδος – Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1986, σ. 3.
7. Δημήτριος Ζέπος, ό.π. Θανάσης Τσουπαρόπουλος, Οι λαοκρατικοί θεσμοί της Εθνικής Αντίστασης. Ιστορική και Νομική Προσέγγιση - Γλάρος, Αθήνα 1989. Χρήστος Τυροβούζης, Αυτοδιοίκηση και «Λαϊκή» Δικαιοσύνη 1942-1945 - Προσκήνιο, Αθήνα 1991. Γεωργούλας Μπέικος, Η λαϊκή εξουσία στην Ελεύθερη Ελλάδα – 2 τόμοι, Θεμέλιο, Αθήνα 2005.
8. Γιώργος Μαργαρίτης, Ο Άρης Βελουχιώτης και ο ΕΛΑΣ – Περιοδ. «Ε Ιστορικά», τ. 230, «Ελευθεροτυπία» 2004.
9. Ο Πάνος Λαγδάς αναφέρει διακόσιους (ό.π., σ. 126).
10. Φοίβος Γρηγοριάδης, Γερμανοί, Κατοχή, Αντίστασις 1941-1943 – Νεόκοσμος, Αθήνα 1973, 5ος τ., σ. 484.
11. Θανάσης Χατζής, Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε – Δωρικός, Αθήνα 1982, 1ος τ., σ. 328.
12. Στο ίδιο, σ. 327-328.
13. Στο ίδιο, σ. 63.
14. Φοίβος Γρηγοριάδης, ό.π., σ. 668-669.
15. Στο ίδιο, σ. 341.
16. Πάνος Λαγδάς, ό.π., σ. 143.