"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

Οι λαϊκοί αγώνες θα κρίνουν το ποιος είναι με ποιον

2015-10-22 07:03
 
 
των Γιώργου Αλεξάτου και Κώστα Τσακιρίδη
 
Το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής έχει αποτελέσει ήδη αντικείμενο ποικίλων και συχνά αντιπαραθετικών ερμηνειών και σχολιασμών, που εκκινούν είτε από αίσθηση δικαίωσης των πολιτικών επιλογών του εκάστοτε σχολιαστή είτε από συναισθήματα διάψευσης, συχνά, όμως, και από ειλικρινή προσπάθεια αντικειμενικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας.
 
Στην πρώτη περίπτωση, δικαιωμένοι εμφανίζονται εκείνοι που στήριξαν και στηρίζουν τις πολιτικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ, φτάνοντας –όπως στην περίπτωση του στελέχους του, Γιώργου Τσίπρα, και άλλων- στην εκτίμηση πως η ανάδειξή του και πάλι σε κυβερνητικό κόμμα συνιστά αποδοχή από το εκλογικό σώμα της μνημονιακής του στροφής. Συναισθήματα διάψευσης εκφράζονται από αριστερούς που αντέδρασαν σ’ αυτήν ακριβώς τη μνημονιακή στροφή και οι οποίοι θεωρούν, επίσης, πως η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που μέχρι πρόσφατα (έως και το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου) αντιτάσσονταν στη μνημονιακή πολιτική, τελικά την αποδέχτηκε, απογοητευμένη από την αναποτελεσματικότητα των αγώνων της ή της έκφρασης της αντίθεσής της μέσω της ψήφου.
 
Αναμφίβολα, είναι προβληματικό το γεγονός ότι οι αριστερές δυνάμεις που εξακολουθούν να αντιτάσσονται στην κυρίαρχη πολιτική (ΚΚΕ, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.λπ.) κατέγραψαν συνολικά ποσοστό 9,46%, όπως προβληματική είναι η εκλογική αποτυχία της Λαϊκής Ενότητας, του πολιτικού σχηματισμού που σήκωσε προεκλογικά το κύριο βάρος της αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις της μνημονιακής συναίνεσης, έχοντας δεχτεί και τις πιο άγριες –ακόμη και χυδαίες, αυριανιστικού τύπου- επιθέσεις από ολόκληρο, σχεδόν, το σύστημα της μιντιακής διαπλοκής.
 
Εντούτοις, δεν θα ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα μια εκτίμηση της λαϊκής ψήφου ως έκφραση αποδοχής της μνημονιακής πολιτικής. Κι αυτό, γιατί μια τέτοια εκτίμηση –που υπονοεί τη μετατόπιση από το 61,3% του περήφανου ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου στο πλειοψηφικό ΝΑΙ στα μνημόνια, μέσω της υπερψήφισης των μνημονιακών κομμάτων- παραβλέπει, ηθελημένα ή μη, τους όρους υπό τους οποίους κλήθηκε ο ελληνικός λαός να ψηφίσει στις 20 Σεπτεμβρίου.
Δεν είναι καθόλου τυχαία η ευνοϊκή τοποθέτηση ντόπιων και διεθνών κύκλων, που μέχρι τις 5 Ιουλίου εμφάνιζαν τον Αλέξη Τσίπρα ως τον υπ’ αριθμό ένα αντίπαλό τους, απέναντι στην απόφασή του για διενέργεια πρόωρων εκλογών. Η τοποθέτηση αυτή καθορίστηκε από την πεποίθηση ότι ο ελληνικός λαός θα βρισκόταν μπροστά σε ένα εκβιαστικό δίλημμα και η απάντησή του αναγκαστικά θα λειτουργούσε προς όφελος των συμφερόντων που οι κύκλοι αυτοί εκπροσωπούν.
 
Το εκλογικό αποτέλεσμα δικαίωσε την επιλογή του Τσίπρα για εκλογικό εκβιασμό. Αυτή, όμως, η δικαίωση απέχει πολύ από τη δικαίωση και της μνημονιακής του στροφής, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βγήκε και πάλι πρώτο κόμμα, αλλά έχοντας χάσει 300.000 από τους ψηφοφόρους του των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου. Επιπλέον, η αύξηση της αποχής, από 35,13% τον Ιανουάριο σε 43,43% τον Σεπτέμβριο, δείχνει την αποστασιοποίηση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος από πολιτικές στις οποίες δεν μπορεί να ελπίζει.
 
Πέραν αυτών, προκύπτει το ερώτημα σχετικά με το τι ψήφισαν οι 1.926.000 εναπομείναντες ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Ενέκριναν πράγματι τη μνημονιακή του στροφή;
Κάτι τέτοιο θα ήταν αλήθεια, αν ο ΣΥΡΙΖΑ διεξήγαγε τον προεκλογικό του αγώνα ζητώντας αυτή την έγκριση. Δεν τόλμησε να το κάνει. Για αναγκαίο και επώδυνο συμβιβασμό μίλησε, καλώντας τον λαό σε υπερψήφισή του, με την προβολή του κινδύνου να σχηματιστεί κυβέρνηση από τη Ν.Δ., η οποία θα ασκούσε με αφοσίωση τη μνημονιακή πολιτική. Κατά συνέπεια, ο ΣΥΡΙΖΑ –αντιγράφοντας την επί δεκαετίες επιτυχημένη συνταγή του ΠΑΣΟΚ- κάλεσε τον λαό να ψηφίσει το «μικρότερο κακό». Και καθώς η μεγάλη πλειονότητα των ψηφοφόρων του έχει άμεση προέλευση από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ, η κινδυνολογία αυτή βρήκε ανταπόκριση.
 
Δεν ψήφισε υπέρ της μνημονιακής πολιτικής όλο εκείνο το 35% που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αποτελούμενο κυρίως από εργαζόμενο λαϊκό κόσμο (όπως δείχνουν τα ποσοστά που ξεπερνούν το 40% στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες), με την ψήφο του στον ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε την αντίθεσή του προς τη Ν.Δ., έχοντας πειστεί πως πρόκειται για την παράταξη της σκληρής μνημονιακής συνέπειας.
Και γιατί τότε ο κόσμος αυτός ή έστω ένα μεγάλο μέρος του, δεν επέλεξε τις αριστερές αντιμνημονιακές δυνάμεις, επιτρέποντας, μάλιστα, τη μη εκπροσώπηση της Λαϊκής Ενότητας στη Βουλή;
 
Θεωρούμε πως η αιτία βρίσκεται στην απογοήτευση αυτού του κόσμου, ανάλογη με αυτή που εξακόντισε την αποχή στο 43,43% ή περίπου στο 1/3 του εκλογικού σώματος, αν εξαιρεθούν ψηφοφόροι που ζουν επί χρόνια εκτός Ελλάδας, αν συνυπολογιστεί η μη εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων κ.λπ.
 
Δίνοντας αγώνες επί πέντε χρόνια, από την πρώτη μέρα της ψήφισης του πρώτου Μνημονίου, τον Μάιο 2010, με κινητοποιήσεις, απεργίες, με το γιγάντιο κίνημα των πλατειών, με συγκρούσεις με τα δολοφονικά σώματα καταστολής, ο κόσμος αυτός ήλπισε πως θα μπορούσε να απαλλαγεί από τη μνημονιακή μέγγενη αναδεικνύοντας στην κυβέρνηση τον αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ. Το έκανε τον Ιανουάριο και ανταποκρίθηκε σε ποσοστό 61,3% (πάνω από 70% στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες) στο κάλεσμα για ΟΧΙ στους εκβιασμούς των «δανειστών», στις 5 Ιουλίου.
 
Κρίσιμη στιγμή αποτέλεσε η υπαναχώρηση και αναδίπλωση του ΣΥΡΙΖΑ, αμέσως μετά. Για τον κόσμο αυτόν, η ελπίδα πως θα μπορούσε να υπάρξει διέξοδος από τη μνημονιακή πολιτική διαψεύστηκε. Κι όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια μεγάλη διάψευση, δεν ξεκινάς την αμέσως επόμενη μέρα εκ νέου την αντίσταση. Απογοητευμένος ο κόσμος είτε απείχε από τις εκλογές είτε ψήφισε αυτό που θεώρησε μικρότερο κακό. Κι αυτό θα συνέβαινε ακόμη κι αν ήταν άλλοι οι όροι συγκρότησης της Λαϊκής Ενότητας, ακόμη κι αν δεν υπήρχαν τα όποια κενά και οι όποιες ελλείψεις στην πολιτική της πρόταση, ακόμη κι αν είχαν αποφευχθεί τα όποια λάθη.
 
Το ζήτημα είναι ότι με τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης Τσίπρα η φλυαρία του «μικρότερου κακού» δεν έχει, πλέον, κανένα νόημα. Δεσμευμένη στην εφαρμογή των σκληρών αντιλαϊκών μέτρων που προβλέπει το 3ο Μνημόνιο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, στηριζόμενη και στις κοινοβουλευτικές ψήφους του «μεγαλύτερου κακού», όπως και του συνόλου των μνημονιακών κομμάτων,πολύ σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με την πραγματικότητα που θα βιώνει ο πληττόμενος λαϊκός κόσμος. Και θα είναι αυτός ο λαϊκός κόσμος που δεν θα μπορεί να δώσει πίστωση χρόνου. Δεν θα του το επιτρέπουν οι ασφυκτικές συνθήκες υπό τις οποίες θα υποχρεώνεται, πλέον, να ζει.
 
Τότε είναι που θα συναντηθούν με τον κόσμο αυτόν οι πολιτικές δυνάμεις της Αντίστασης. Και εκεί, στους δρόμους των λαϊκών αγώνων είναι που θα κριθεί ποιος είναι με ποιον. Εκεί είναι που θα διαμορφωθούν νέες σχέσεις εκπροσώπησης των αγωνιζόμενων λαϊκών κοινωνικών δυνάμεων με τις δυνάμεις της μαχόμενης αντιμνημονιακής Αριστεράς. 
 
*Οι Γιώργος Αλεξάτος και Κώστας Τσακιρίδης είναι μέλη της Λαϊκής Ενότητας Αιγάλεω
 
Δημοσιεύτηκε στην "Ίσκρα" στις 24 Σεπτεμβρίου 2015.