Τη νύχτα της 5ης προς 6 Ιανουαρίου 1949 έπεφτε μαχόμενος ενάντια σε ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις στην Πάτρα, ο Κώστας Χινόπωρος, που αναφέρεται και ως Χεινόπωρος. Γράφοντας με το αίμα του μια από τις πιο λαμπρές σελίδες ηρωισμού εκείνης της δεκαετίας των μεγάλων λαϊκών αγώνων.
Γεννημένος το 1920 στη Ζάβιτσα (Αρχοντοχώρι) του Ξηρομέρου, από παλιά οικογένεια με συμμετοχή στην Επανάσταση του 1821, που εγκαταστάθηκε αργότερα στον Αστακό, ο Κώστας Χινόπωρος εργαζόταν στην Πάτρα, στα ΤΤΤ (Ταχυδρομεία – Τηλέγραφοι – Τηλεφωνεία). Πολύ πιθανό, μετά από σπουδές στην ετήσια επαγγελματική σχολή της Αθήνας. Στα χρόνια της Κατοχής, συμμετείχε στο ισχυρό δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα και εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ. Συμμετείχε επίσης και στον ΕΛΑΣ και έγινε γνωστός ως «καπετάν Βασίλης».
Έχοντας αναδειχθεί στέλεχος του κόμματος, με υψηλό επίπεδο θεωρητικής - ιδεολογικής συγκρότησης και σημαντικές οργανωτικές και συνωμοτικές ικανότητες, το 1947, όταν φούντωσε ο Εμφύλιος, πέρασε στην παρανομία και το φθινόπωρο του 1948 ανέλαβε γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης Πάτρας (ΚΟΠ). Με διαλυμένα πολλά από τα καθοδηγητικά όργανα, ουσιαστικά ασκούσε καθήκοντα γραμματέα της Περιφερειακής Οργάνωσης Δυτικής Ελλάδας, που περιλάμβανε την Αχαΐα, την Ηλεία, την Αιτωλοακαρνανία, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο.
Στην πόλη της Πάτρας, όπου, το καλοκαίρι του ’48, η οργάνωση είχε δεχτεί ισχυρά πλήγματα από την Ασφάλεια, ο Χινόπωρος κατάφερε να διατηρήσει, σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας, μια οργάνωση με παραπάνω από τριάντα μέλη.
Στα τέλη του 1948 αποφασίστηκε από τον εθνικό στρατό η επιχείρηση «Περιστερά», που απέβλεπε στην αντιμετώπιση και τελικά τη διάλυση του Δημοκρατικού Στρατού της Πελοποννήσου. Ο οποίος κυριαρχούσε στους ορεινούς όγκους από το Παναχαϊκό και τον Χελμό μέχρι τον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα. Με τη βοήθεια και της ΚΟΠ, είχε καταφέρει να δίνει μάχες ακόμα και σε απόσταση μόλις 25 χιλιομέτρων από την αχαϊκή πρωτεύουσα, όπως συνέβη στη Χαλανδρίτσα, στις 26 Απριλίου και στις 5 Ιουλίου 1948.
Για τη διεξαγωγή της επιχείρησης «Περιστερά», με επικεφαλής τον στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο και με την κινητοποίηση του Α΄ Σώματος Στρατού και της 9ης Μεραρχίας που μεταφέρθηκε από τον Γράμμο, απαγορεύτηκε στις 20 Δεκεμβρίου κάθε μετακίνηση από και προς την Πελοπόννησο, και στις 27 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκαν 4.500 συλλήψεις. Η μεγάλη πλειονότητα των συλληφθέντων, αντρών και γυναικών, εξορίστηκε στη Μακρόνησο και το Τρίκερι.
Στην Πάτρα καθοριστική θα είναι η σύλληψη τοπικού κομματικού στελέχους, που προκειμένου να αποφύγει τα βασανιστήρια και τελικά την καταδίκη σε θάνατο και την εκτέλεση, θα συνεργαστεί με την Ασφάλεια, δίνοντας πληροφορίες για την παράνομη οργάνωση. Με πιο σημαντική την αποκάλυψη της «γιάφκας», όπου κρυβόταν ο Κώστας Χινόπωρος.
Επρόκειτο για το σπίτι του μέλους του ΚΚΕ Γιάννη Ματζούτσου, στην οδό Πατρέως 75, μεταξύ των οδών Κανακάρη και Καραϊσκάκη, όπου στεγαζόταν και η αντιπροσωπεία της εταιρίας «Αργολική», που εμπορευόταν αγροτοβιομηχανικά προϊόντα. Η ιδιότητα αυτή του εμπορικού αντιπροσώπου έδινε τη δυνατότητα στον Ματζούτσο να έρχεται σε καθημερινή επαφή με πολύ κόσμο, εξασφαλίζοντας, έτσι, τη δυνατότητα σύνδεσης του Χινόπωρου με τα μέλη της παράνομης οργάνωσης. Κύριο έργο της οποίας ήταν η έκδοση έντυπου προπαγανδιστικού υλικού και η στρατολόγηση μαχητών και μαχητριών για τον ΔΣΕ.
Ο Χινόπωρος κρυβόταν σε κρύπτη πάνω από την κουζίνα του σπιτιού, που είχε κατασκευάσει ο ξυλουργός Παναγιώτης Ηλιόπουλος, επίσης μέλος της ΚΟΠ. Και την κρύπτη την ήξεραν μόνο οι δυο τους και φυσικά ο Ματζούτσος και η γυναίκα του, Ευθυμία.
Αμέσως μετά τις αποκαλύψεις του συλληφθέντος στελέχους, το απόγευμα της 5ης Ιανουαρίου 1949, έγιναν νέες συλλήψεις μελών του κόμματος, μεταξύ των οποίων και του Ηλιόπουλου, και στις 9 το βράδυ η Ασφάλεια εισέβαλε στο σπίτι του Ματζούτσου, για τη σύλληψη του επικεφαλής της παράνομης οργάνωσης. Τόσο ο Ματζούτσος όσο και η γυναίκα του, αρνήθηκαν να καταδώσουν τον σύντροφό τους.
Το κρησφύγετο του Χινόπωρου αποκαλύφθηκε όταν σπρώχνοντας με τα κοντάκια των τουφεκιών την ξύλινη σκεπή της κουζίνας, κάποια σανίδα υποχώρησε. Και στην προσπάθειά τους να ανοίξουν πέρασμα, βγάζοντας και άλλες σανίδες, οι αστυνομικοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με ριπές αυτόματου όπλου, που τους ανάγκασαν να αποσυρθούν από το σπίτι.
Εξοπλισμένος με το αυτόματο και με χειροβομβίδες, ο Χινόπωρος αμυνόταν επί ώρες, με το οικοδομικό τετράγωνο να ’χει περικυκλωθεί από ισχυρές δυνάμεις της Αστυνομίας Πόλεων, της Χωροφυλακής και της Πυροσβεστικής, με επικεφαλής τον ίδιο τον αστυνομικό διευθυντή Πατρών, Κωνσταντίνο Καζάκο.
Καθώς βλάβη στο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του Γλαύκου είχε προκαλέσει επί μέρες προβλήματα στην ηλεκτροδότηση της πόλης, οι επιτιθέμενοι διεξήγαγαν τη μάχη κατά του Χινόπωρου με το φως των προβολέων από θωρακισμένα οχήματα που έβαλαν κατά του σπιτιού, ενώ ταυτόχρονα εκτοξεύονταν και εμπρηστικές χειροβομβίδες.
Η αστυνομική αγριότητα έφτασε μέχρι του σημείου να απειλούν πως θα ρίξουν στη φωτιά τα δύο παιδιά της οικογένειας Ματζούτσου, ένα κοριτσάκι 12 κι ένα αγοράκι 9 χρονών, μπροστά στη δεμένη με χειροπέδες μάνα τους.
Ο Χινόπωρος συνέχισε να αμύνεται μέχρι τη μία μετά τα μεσάνυχτα. Μετά την εξάντληση των πυρομαχικών του, έριχνε στους διώκτες του δυναμίτες, που τους άναβε με την καύτρα του τσιγάρου του.
Αναφέρθηκε πως υπήρξε τουλάχιστον ένας αστυνομικός νεκρός και δύο βαριά τραυματίες, αλλά κατόπιν η φήμη αποσιωπήθηκε. Θεωρήθηκε πως θα ήταν προσβλητικό για το κύρος της αστυνομίας να μαθευτεί ότι είχε απώλειες στη μάχη για την εξουδετέρωση ενός και μόνου κομμουνιστή!
Όταν, πια, τέλειωσαν κι οι δυναμίτες, ο Χινόπωρος έριξε κάποιους πυροβολισμούς με μια ιταλική μπερέτα, κρατώντας την τελευταία σφαίρα για τον εαυτό του, ώστε να μην πέσει στα χέρια των διωκτών του. Έχοντας φροντίσει να καταστρέψει όλα τα χαρτιά της «γιάφκας». Ούτε ένα απ’ αυτά δεν έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας.
Την ίδια μέρα, των Φώτων, στις 6 Ιανουαρίου 1949, έγινε εσπευσμένα η ταφή του, στο νεκροταφείο της Παναγίας της Αλεξιώτισσας. Όπου μαζεύτηκε ο χίτικος υπόκοσμος της Πάτρας, χλευάζοντας και βρίζοντας τον νεκρό. Κι όταν αντέδρασε ο παππάς, ζητώντας τους να σεβαστούν την ιερότητα της τελετής, δεν δίστασαν να τον απειλήσουν και να τον υποχρεώσουν να τελειώσει στα γρήγορα και να φύγει απ’ το νεκροταφείο.
Στις ανακοινώσεις των Αρχών και στα δημοσιεύματα των πρώτων ημερών μετά τον θάνατό του, ο νεκρός αγωνιστής αναφερόταν ως Χρήστος Καραγιάννης και καπετάν Διομήδης. Τον είχαν μπερδέψει με άλλο στέλεχος του ΚΚΕ, γεωπόνο από την Άρτα, που δρούσε, επίσης, στην παρανομία στην Πάτρα. Λίγους μήνες αργότερα θα σκοτωθεί κι αυτός, έχοντας εντοπιστεί από την αστυνομία, ξεκομμένος από κάθε κομματική επαφή, μετά τη διάλυση της ΚΟΠ.
Η άγνοια του ονόματος του Κώστα Χινόπωρου από τον καταδότη του, με τον οποίο είχε τακτική συνεργασία στο πλαίσιο της παράνομης κομματικής δουλειάς, και από τις διωκτικές αρχές, ήταν μια ακόμη απόδειξη των συνωμοτικών ικανοτήτων του. Το όνομά του θα γίνει γνωστό στις 13 Ιανουαρίου, όταν ο ραδιοσταθμός του ΚΚΕ «Ελεύθερη Ελλάδα» θα ανακοινώσει την τιμητική ανακήρυξή του σε ταγματάρχη του ΔΣΕ, ενώ στις 28 Ιανουαρίου θα υπάρξει πρωτοσέλιδη αναφορά στον παράνομο «Ριζοσπάστη»:
«ΚΩΣΤΑΣ ΧΙΝΟΠΩΡΟΣ
Ο αξέχαστος σύντροφός μας Κ. Χινόπωρος ή καπετάν Βασίλης της Πάτρας, έδειξε σ’ όλο τον κόσμο πώς πολεμούν και πώς πεθαίνουν οι κομμουνιστές.
Όταν ο σ. Χινόπωρος είδε ότι έχει περικυκλωθεί από εκατοντάδες εχθρούς ΔΕΝ λιποψύχησε, ΔΕΝ παραδόθηκε, αλλά πολέμησε και έπεσε αφού πούλησε ακριβά τη ζωή του. Δεν είχε άλλα όπλα έξω από λίγους δυναμίτες, που τους χρησιμοποίησε ανάβοντάς τους με το τσιγάρο του.
Η ψυχραιμία, η παλληκαριά και ο ηρωικός θάνατος του σ. Χινόπωρου, ξαναζωντανεύει την εποποιΐα των σκλαβωμένων στους Τούρκους Ελλήνων, θυμίζει το Γιάννη Κολοκοτρώνη που έπεσε στο Λινό της Δημητσάνας, το Σαμουήλ που έπεσε στο Κούγκι του Σουλίου και αποτελεί παράδειγμα για τους Έλληνες μαχητές. Τέτοιοι ήρωες, σαν το σ. Χινόπωρο, ΔΕΝ πεθαίνουν. ΖΟΥΝ στις καρδιές του λαού και εμπνέουν τους λαϊκούς αγωνιστές. ΔΟΞΑ και ΤΙΜΗ στο ΚΚΕ και το ΔΣΕ που έχουν μέλη τους τέτοιους ήρωες».
Στις 19 Ιανουαρίου έγινε η δίκη 35 ατόμων που κατηγορούνταν για συμμετοχή στην παράνομη ΚΟΠ. Ανάμεσά τους και ο Ματζούτσος που παραβρέθηκε υποβασταζόμενος, μετά από άγρια βασανιστήρια που επέφεραν το ίδιο βράδυ τον θάνατό του. Από τους υπόλοιπους 34, οι 12 καταδικάστηκαν σε θάνατο, 6 σε ισόβια και 9 σε διάφορες άλλες ποινές, ενώ οι υπόλοιποι 7 απαλλάχθηκαν.
Μεταξύ αυτών που δικάστηκαν ήταν και ο αδελφός του Κώστα Χινόπωρου, Νίκος, και ο ξάδελφός του, Παναγιώτης, που καταδικάστηκε σε θάνατο, αν και απέφυγε την εκτέλεση. Δικάστηκαν επίσης και οι συμπατριώτες του, Αστακιώτες, Αθανάσιος και Ουρανία Γιαννούλη, και η κόρη τους Ακριβή, που απαλλάχθηκε.
Στις 28 Φεβρουαρίου, οχτώ από τους καταδικασμένους σε θάνατο εκτελέστηκαν στη «Σκοποβολή» του Γηροκομείου. Επρόκειτο για τους Πάνο Αργυρόπουλο, Γιώργο Γεωργόπουλο, Παναγιώτη Ηλιόπουλο, Κωνσταντίνο Μανώλη, Ανδρέα Μασούρα, Σπύρο και Αντωνία Ματζούκα, και Κωνσταντίνα Παπαδοπούλου. Στον χώρο όπου, στα χρόνια του Εμφυλίου, εκτελέστηκαν, συνολικά, 127 αγωνιστές και αγωνίστριες.
Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Κώστα Χινόπωρου, η οικογένειά του ανήγειρε στη μνήμη του ένα εκκλησάκι στον κήπο του σπιτιού της, στον Αστακό, αφιερωμένο στον Άγιο Κωνσταντίνο.
*kommon,gr, 3/1/2024