"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

Η Β. Λάζου για το βιβλίο "Άρης Βελουχιώτης. Ο κομμουνιστής επαναστάτης"

2021-11-26 18:09

Η ομιλία της καθηγήτριας ιστορίας στο ΑΠΘ Βασιλικής Λάζου στην παρουσίαση του βιβλίου "Άρης Βελουχιώτης. Ο κομμουνιστής επαναστάτης", τη Δευτέρα 22 Νοεμβρίου στο "Art Εδέμ". 

Το βιβλίο του Γιώργου Αλεξάτου που παρουσιάζουμε σήμερα «Άρης Βελουχιώτης. Ο κομμουνιστής επαναστάτης» των εκδόσεων Άπαρσις αναφέρεται στη ζωή και τη δράση του κορυφαίου της Εθνικής Αντίστασης, του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ, Αρη Βελουχιώτη.

Μέλος του ΚΚΕ σχεδόν από την ίδρυση του, με έντονη αγωνιστική δράση, εξορίες και φυλακίσεις αλλά και με μια υπογραφή δήλωσης μετανοίας στη δικτατορία του Μεταξά ο Θανάσης Κλάρας, ο κατοπινός Άρης Βελουχιώτης, αποτελεί μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Γνωστός για την αντισυμβατική του συμπεριφορά και την επικριτική του στάση απέναντι στο ρόλο των Βρετανών εξέφραζε απόψεις που συνιστούσαν κριτική προς την καθοδήγηση του κόμματος «από τα αριστερά» χωρίς ωστόσο το διάστημα της Κατοχής η στάση του αυτή να φτάνει σε ανοιχτή ρήξη.

Βέβαια είναι άλλο ζήτημα κατά πόσο η κριτική που ασκούσε ο Άρης συνιστούσε μια ολοκληρωμένη άλλη διαμορφωμένη γραμμή από αυτή της τοτινής καθοδήγησης. Πολλές φορές εκφράστηκαν διαφορετικές απόψεις στα καθοδηγητικά όργανα του κόμματος – όπως μετά τη συμφωνία του Λιβάνου - όπου ο Ζέβγος και ο Παρτσαλίδης έκαναν οξύτατη κριτική στην ηγεσία για τη στάση της.

Θα πείτε..άλλο ένα βιβλίο για τον Άρη; Τόσα και τόσα έχουν γραφτεί και επωθεί, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, μέσα από ένα ευρύτατο φάσμα οπτικών, ιδεολογικών και πολιτικών τάσεων από τη δεκαετία του 40 έως σήμερα. Η γραφή όμως της Ιστορίας δε σταματά ποτέ. Νέες πηγές και τεκμήρια έρχονται στην επιφάνεια, νέες μαρτυρίες επιβεβαιώνουν ή ανατρέπουν δεδομένα και αντιλήψεις, αναθεωρούν απόψεις και θέσεις.

Η Ιστορία, αντίθετα με την εδραιωμένη αντίληψη, δεν είναι μια επιστήμη του παρελθόντος αλλά του παρόντος. Κάθε εποχή θέτει τα δικά της ερωτήματα στο παρελθόν και αναζητά τις δικές της απαντήσεις στο παρόν. Ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης ανατρέχουμε στην Ιστορία σε ηρωικά ή λιγότερο ηρωικά παρελθόντα για να ερμηνεύσουμε το δικό μας παρόν, τα καλώς και τα κακώς κείμενα, και να μπορέσουμε να σχεδιάσουμε το μέλλον με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Η δεκαετία του 1940 ήταν μια κρίσιμη δεκαετία. Ο  Β Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εμφύλιος που ακολούθησε άφησαν βαθιά τραύματα που ακολουθούν την ελληνική κοινωνία έως σήμερα. Δημιούργησαν παράλληλα και πολλά ερωτηματικά κύρίως στον κόσμο της αριστεράς, στον κόσμο των ηττημένων της στρατιωτικής σύγκρουσης του εμφυλίου.

Ερωτήματα γιατί... και ερωτήματα τι θα γινόταν αν...Τι έγινε και χάθηκε η νικηφόρα επανάσταση; Γιατί το μαζικό εαμικό αντιστασιακό κίνημα δεν μπόρεσε να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την τεράστια επιρροή του, να αναλάβει την εξουσία, βίαια ή μη, και να οδηγήσει σε λαϊκοδημοκρατικές λύσεις;

Τι θα γινόταν αν... το ΚΚΕ είχε ακολουθήσει μια άλλη στρατηγική από το 1943 και μετά; ...αν δεν είχε υπογράψει τον Λίβανο, την Καζέρτα, τη Βάρκιζα... αν είχε ακούσει τον Άρη Βελουχιώτη και είχε συνεχίσει τον αγώνα ως Μέτωπο Εθνικής Ανεξαρτησίας. Και τα μεν γιατί...ανήκουν στη σφαίρα της ιστορικής επιστήμης που εξετάζει και αναλύει αίτια και συνέπειες,  τα δε... τι θα γινόταν αν... ανήκουν στη σφαίρα της ενδεχομενικότητας και θα μου επιτρέψετε να πω..βρίσκονται εκτός επιστήμης.

Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τη δεκαετία του 40 χωρίς να μιλήσει για τον Άρη, την πρωτοβουλία του να ξεκινήσει το ένοπλο αντάρτικο, την οργανωτική του δεινότητα, τη σχέση με τους Άγγλους, τις εκφρασμένες διαφωνίες του, την έμπρακτη διαφωνία του με τη Βάρκιζα και το νέο αντάρτικο που επιχείρησε να ξεκινήσει, την αυτοκτονία του... Και το αντίθετο...δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τον Άρη χωρίς να μιλήσει για τη δεκαετία του 40 αλλά και για όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν.

Το βιβλίο με συνέπεια διαπλέκει τη βιογραφία του Άρη με το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο έδρασε και δημιούργησε. Παράλληλα συνδέει την πορεία του με τις εξελίξεις και την πολιτική του ΚΚΕ από τον Μεσοπόλεμο έως τη Βάρκιζα. Ξεκινά με την Ελλάδα στα τέλη του 19ου και των αρχών του 20ου και φτάνει έως την αυτοκτονία του Άρη το 1945. Το τελευταίο, 28ο κεφάλαιο, αναφέρεται στην πορεία αποκατάστασης του Άρη από το κόμμα που τον γέννησε, το ΚΚΕ. Για να το πράξει αυτό ο συγγραφέας αξιοποιεί πλούσια βιβλιογραφία από κλασικά ιστορικά βιβλία για τον Άρη, μαρτυρίες συναγωνιστών του, εφημερίδες της εποχής. Σε κάποιες περιπτώσεις ενσωματώνει νέα στοιχεία που ήρθαν πρόσφατα στο φως, όπως τα σχετικά με την υπογραφή της δήλωσης επί Μεταξά.

Βασική θέση του βιβλίου είναι, όπως διαβάζουμε στην εισαγωγή ότι «η αντίθεση του αρχικαπετάνιου του ΕΛΑΣ στους πολιτικούς χειρισμούς της ηγεσίας του ΚΚΕ, στα 1944-45, δεν συνιστούσε μια αντιπαράθεση στρατηγικού χαρακτήρα, αλλά μια διαφορετική οπτική για την εξυπηρέτηση των στρατηγικών στόχων του κομμουνιστικού κινήματος». Και πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά καθώς ο Βελουχιώτης παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του πραγματικός κομμουνιστής παρότι παρέβη τη βασική αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Όπως έγραφε ο ίδιος σε γράμμα προς το ΠΓ λίγο μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών γράφει : «Εγώ, βέβαια, ήμουνα, είμαι και θα είμαι ο πιστότερος στρατιώτης και θα δουλέψω σκυλίσια και παλικαρίσια για οποιαδηποτε γραμμή και αν χαράξετε. Νομίζω όμως ότι έχω ιερή υποχρέωση να πω το τι νιώθω στις στιγμές τούτες, έστω και για την ιστορία». (Στο Μήτσος Παρτσαλίδης, Διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης, Αθήνα: Θεμέλιο 1978, σ. 81)

Συνεχίζοντας τον συλλογισμό του ο συγγραφέας θεωρεί ότι :«Εντούτοις, στην κρίσιμη εκείνη συγκυρία, η ηγεσία του ΚΚΕ, η ίδια που μπόρεσε ν’ ανταποκριθεί στα ιστορικά της καθήκοντα στα αμέσως προηγούμενα χρόνια, επέδειξε εντυπωσιακή πολιτική ανεπάρκεια. Εγκλωβισμένη στις αρχικές της στοχεύσεις για την ευρύτερη δυνατή εθνική ενότητα, δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι η δυναμική του εαμικού λαϊκοεπαναστατικού κινήματος επέβαλε στο σύνολο των ελληνικών αστικών πολιτικών δυνάμεων εχθρική στάση απέναντί του. Συνέπεια αυτής της αντίληψης της ηγεσίας του ΚΚΕ υπήρξαν οι πολιτικοί χειρισμοί στους οποίους αντιτάχθηκε ο Άρης Βελουχιώτης, ο οποίος ήταν βέβαιος πως η αντιπαράθεση με τον ελληνικό αστισμό και τους Βρετανούς ήταν αναπόφευκτη. Τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν, με τρόπο τραγικό, αυτή του την πρόβλεψη».

Ας μου επιτραπεί να θέσω ορισμένους προβληματισμούς επί αυτού.

Οι σκοποί του ΕΑΜ, όπως διατυπώθηκαν στον ιδρυτικό του αλλά και όπως επαναλαμβάνονταν στις διακηρύξεις του καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής, μπορούν να συνοψιστούν στην προσπάθεια επίτευξης εθνικής ενότητας για την πάλη ενάντια στον κατακτητή και στη δημοκρατική λύση των εσωτερικών προβλημάτων και του πολιτειακού ζητήματος. Αν και τα κόμματα που συγκροτούσαν το ΕΑΜ είχαν σοσιαλιστικό προσανατολισμό, συμφώνησαν να μη καταγραφεί ο σοσιαλισμός ως προγραμματικός στόχος του μετώπου για να είναι όσο το δυνατό πιο ευρεία η εθνική ενότητα ώστε να περιλαμβάνει όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες δέχονταν τους βασικούς σκοπούς του μετώπου ακόμα και τους πολιτικούς του αντιπάλους. Από το σχήμα εξοβελίζονταν μόνο οι ανοιχτοί συνεργάτες του κατακτητή.

Το ενωτικό αυτό πρόταγμα «από το Ζεύγο ως το βασιλιά», δε σήμαινε πως το ΚΚΕ εγκατέλειψε το σκοπό της δημοκρατικής και σοσιαλιστικής αναγέννησης της Ελλάδας. Η 8η Ολομέλεια τον Ιανουάριο 1942 καθόριζε τη λαϊκή δημοκρατία ως το καθεστώς που πρέπει να επικρατήσει στην Ελλάδα μετά από την απελευθέρωσή της και το ΚΚΕ με κάθε ευκαιρία προπαγάνδιζε το απώτερο πρόγραμμά του για την μεταπολεμική αναδημιουργία και ανάπτυξη της Ελλάδας. Πρότασσε ωστόσο την ολοκληρωτική εθνική απελευθέρωση προσαρμόζοντας την ταξική πάλη στη συγκεριμένη στιγμή στο συμφέρον της ανάπτυξης και επιτυχίας της χωρίς να θέτει ζήτημα κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Χαρακτήριζε δε την πραγματοποίηση αυτού του άμεσου πολιτικού σκοπού ως «τη μοναδική επαναστατική θέση» η οποία άνοιγε πλατιά το δρόμο για «την εγκαθίδρυση της λαικής δημοκρατίας με το περιεχόμενο που δίνει σε αυτή η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ του Γενάρη 1934».

 Η εθνική διάσταση της πολιτικής που ακολουθούσε το ΚΚΕ δε σήμαινε ότι απουσίαζε η κοινωνική – ταξική διάσταση. Η ίδρυση της ΠΕΕΑ ως κεντρικού καθοδηγητικού οργάνου εθνικής ενότητας και απελευθέρωσης τον Μάρτιο 1944 και οι λαϊκές δομές εξουσίας στην Ελεύθερη Ελλάδα προϊδέαζαν για το πώς το ΕΑΜ/ΚΚΕ εκλάμβανε τη λαϊκή δημοκρατία και έδινε λύση σε ζητήματα της καθημερινότητας. Παρόλο που στις πράξεις και τις αποφάσεις της ΠΕΕΑ δεν εκφράζονταν ρητά επαναστατικές θέσεις, εφαρμόστηκαν λύσεις οι οποίες σημασιοδοτούσαν τη ρήξη με το κατοχικό κράτος και τις αστικές δομές εξουσίας όπως η τοπική αυτοδιοίκηση με τις λαϊκές συνελεύσεις και η λαϊκή δικαιοσύνη.

Καθοριστική στη διαμόρφωση της ενωτικής γραμμής ήταν η εκτίμηση της διεθνούς συγκυρίας και της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας. Όπως το έθετε το μέλος του ΠΓ Πέτρος Ρούσος εκφράζοντας τη γραμμή του κόμματος: «Αλλά οι κομμουνιστές είνε πριν απ’ όλα ζωντανοί πολιτικοί, ρεαλιστές, δηλαδή άνθρωποι της συγκεκριμένης πραγματικότητας. Όποιο πολιτικό καθεστώς και αν πρεσβέυουν αυτό θα κινηθεί μέσα σε συγκεκριμένο πολιτικό και γεωγραφικό περιβάλλον και δυνατότητες».

Η στάση των Βρετανών (προκλητική υποστήριξη του βασιλιά Γεωργίου Β΄, απανωτές ωμές επεμβάσεις στα ελληνικά ζητήματα, διάλυση του στρατού της Μέσης Ανατολής) παρά τις επίσημες διακηρύξεις των αρχών του μεγάλου αντιφασιστικού πολέμου, όπως ο Χάρτης του Ατλαντικού, δεν άφηνε περιθώριο για αυταπάτες για τους σκοπούς της πολιτικής τους στην Ελλάδα. Αναγνωρίζονταν ωστόσο η ανάγκη συνεργασίας με τη Μεγάλη Βρετανία ως «απαραίτητη για την μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ελλάδας». Οι Βρετανοί αξιοποιώντας τη γραμμή της εθνικής ενότητας και σε συνεργασία με τον προστατευόμενό τους Γεώργιο Παπανδρέου ανέλαβαν να υλοποιήσουν την πολιτική προσεταιρισμού και εξουδετέρωσης του ΕΑΜ. Η συμφωνία του Λιβάνου τον Μάιο 1944 αποτέλεσε την αρχή μιας σειράς επώδυνων συμβιβασμών εκ μέρους του ΕΑΜ το οποίο παρά τις έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό του επέλεξε να υπερασπιστεί ως το τέλος τη γραμμή της εθνικής ενότητας έστω και από δυσμενέστερη θέση αποφεύγοντας να βρεθεί σε διμέτωπο αγώνα ανάμεσα στην εξόριστη, υποστηριζόμενη από τους Βρετανούς, κυβέρνηση του Καϊρου και τη δοσίλογη κυβέρνηση Ράλλη στην Αθήνα.

Το ΕΑΜ προσπάθησε να οικοδομήσει κοινωνικές συμμαχίες με απώτερο σκοπό την παγίωση ενός ευνοϊκού για αυτό πολιτικού συσχετισμού επιχειρώντας μέσω της ΠΕΕΑ να αντισταθμίσει τις πολιτικές υποχωρήσεις και συμβιβασμούς δίνοντας βαρύτητα στην «από τα κάτω» κατοχύρωση της πολιτικής του στη συνείδηση του λαού. Αυτό βασιζόταν στην εκτίμηση ότι η συσσώρευση δυνάμεων σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο θα οδηγούσε σε αλλαγή των προπολεμικών συσχετισμών και θα ξεπερνούσε την αντίδραση του πολιτικού κόσμου.

Το ΕΑΜ, ο κύριος «μέτοχος» του, το ΚΚΕ και η πολιτική έκφραση της Ελεύθερης Ελλάδας, η ΠΕΕΑ, λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή συγκυρία, τους συσχετισμούς δυνάμεων, τη δυναμική παρέμβαση της Βρετανίας υπέρ του βασιλιά και του Παπανδρέου και τη σιωπηρή συναίνεση των Αμερικανών και των Σοβιετικών, συνυπολογίζοντας τη γνώμη των μικρότερων εταίρων αλλά και τις οικονομικές δυνατότητες της Ελεύθερης Ελλάδας και την ανάγκη ξένης βοήθειας για την μεταπολεμική ανασυγκρότηση, επέλεξαν με συνέπεια και επιδίωξαν με επιμονή το δρόμο της εθνικής ενότητας και της δημοκρατικής μετάβασης στην εξουσία. Αποτέλεσμά της ενωτικής γραμμής ήταν ότι κερδήθηκαν πλατιές μάζες από οπαδούς των αστικών κομμάτων και μεγάλο μέρος τους εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Πολλά στελέχη των αστικών κομμάτων, πολιτικά και στρατιωτικά, προσεγγίστηκαν από το ΕΑΜ και συνεργάστηκαν σταθερά μαζί του. Αλλά και μέσα στα ίδια αστικά κόμματα ενισχύθηκε η ιδέα συνεργασίας με την Αριστερά.

Κρίνοντας εκ των υστέρων και γνωρίζοντας τι επακολούθησε (Δεκεμβριανά – Εμφύλιος Πόλεμος) –πράγμα φυσικά που ήταν αδύνατο να γνωρίζει τότε η ηγεσία – μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι στην εφαρμογή της γραμμής της εθνικής ενότητας το ΕΑΜ/ΚΚΕ υπέπεσε σε λανθασμένες εκτιμήσεις. Υποτίμησε τη θέληση των Βρετανών να επέβουν δυναμικά για να επιβάλουν το βασιλιά έστω και με μεγάλο κόστος αλλά και τις δυνατότητες αντίδρασης της αστικής τάξης. Από την άλλη υπερεκτίμησε τη δυνατότητά του να αναγκάσει τους αντιπάλους του σε πολιτικό συμβιβασμό. Τα λάθη αυτά δε συνδέονταν με την απουσία επαναστατικής προοπτικής. Αλλά με την αντικειμενική αδυναμία να συνδυάσει την ταξική πάλη με τους διεθνείς συσχετισμούς σε αυτή τη γωνιά της Ευρώπης που απελευθερώθηκε 7 ολόκληρους μήνες πριν πέσει το Βερολίνο.

Οι πολιτικές εκτιμήσεις του Βελουχιώτη σχετικά με το ρόλο των Άγγλων επιβεβαιώθηκαν. Το λαϊκό κίνημα αναγκάστηκε να δώσει τη μάχη σε δυσμενέστερες συνθήκες απέναντι στον βρετανικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ύστερα από 66 χρόνια και σε διαφορετική συγκυρία ο Βελουχιώτης αποκαταστάθηκε πολιτικά από το κόμμα που τον γέννησε. Στην Ιστορία ωστόσο καμία εκ των υστέρων ανάλυση δεν αλλάζει τη ροή των γεγονότων, όσα δοκίμια και αν γραφτούν και όσα διδάγματα και αν εξαχθούν. Γιατί, αυτό που τελικά έχει σημασία, όπως θα έλεγε και ο μεγάλος θεωρητικός και πάτερας της επανάστασης, είναι «η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης».

Το βιβλίο του Γιώργου Αλεξάτου αξίζει να διαβαστεί. Είτε συμφωνεί κάποιος είτε διαφωνεί με τη βασική του θέση. Και αξίζει να διαβαστεί γιατί όπως κάθε τεμηριωμένο και έγκυρο πνευματικό έργο δημιουργεί προβληματισμούς στον αναγνώστη. Θα πρότεινα στον συγγραφέα να προσθέσει σε επόμενη έκδοση – και εύχομαι να είναι πολλές – και άλλα κεφάλαια αναφορικά με την πολιτική του ΚΚΕ μετά τη Βάρκιζα, στον εμφύλιο. Γιατί ο δρόμος της δημοκρατικής ομαλότητας συνέχισε να αποτελεί επιλογή του ΚΚΕ το οποίο δεν προκάλεσε και δεν επιδίωξε την εμφύλια σύγκρουση. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία....

Πολλά συγχαρητήρια στον συγγραφέα. Να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο. Και πολλά συγχαρητήρια στις εκδόσεις Άπαρσις για την καλαίσθητη και επιμελημένη έκδοση. Και ες άλλα πολλά.