Και γιατί, ενώ ο ελληνικός λαός, παρά τη διεθνή εκστρατεία κατατρομοκράτησής του, επέλεγε τη σύγκρουση με πανίσχυρα ντόπια και ξένα κέντρα ισχύος, ψηφίζοντας ΟΧΙ και μάλιστα με εντυπωσιακό ταξικό πρόσημο (πάνω από 70% στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες, κάτω από 20% στα αστικά προάστια), η Αριστερά δεν μπόρεσε να εκφράσει τη ρήξη που δεν τόλμησε ο μνημονιακός, πλέον, Τσίπρας;
Γιατί η εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά δεν κάλεσε ήδη από τη Δευτέρα 6 Ιουλίου τον λαό σε επαγρύπνηση και συνεχή κινητοποίηση, έτσι ώστε να 'ναι σε θέση να υπερασπιστεί την ψήφο του και να πάρει την τύχη του στα χέρια του;
Γιατί όταν εξαγγέλθηκε η προδοσία του ΟΧΙ δεν υπήρξε κάλεσμα για παλλαϊκό ξεσηκωμό;
Μήπως πρέπει να αναζητήσουμε την αδράνεια εκείνων των κρίσιμων στιγμών στην ίδια την κοινωνική σύνθεση των πολιτικών επιτελείων της Αριστεράς, που κυριαρχούνται από εκπροσώπους μεσοστρωμάτων και υψηλόμισθων τμημάτων της μισθωτής εργασίας;
Χωρίς ιδιαίτερη γείωση στα τμήματα του πληθυσμού που δεν έχουν τίποτα να χάσουν από μια κοινωνική έκρηξη και ανατροπή;
Χωρίς σε βάθος αναζήτηση των αιτίων μιας ιστορικής ήττας δεν υπάρχει καμιά απολύτως ελπίδα ανάκαμψης. Καθώς οι παθογένειες που καθόρισαν την ήττα θα συνεχίσουν να υπάρχουν και να αναπαράγονται. Και μια σε βάθος αναζήτηση με όρους μαρξιστικούς μας υποχρεώνει να μιλήσουμε ξανά στα σοβαρά για κοινωνικές τάξεις και για τη σχέση της Αριστεράς μ' αυτές.
Εννοώ πως κι αν ακόμη η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων βγάλει τμήματα του πληθυσμού ή και την κοινωνική πλειονότητα στους δρόμους, και πάλι μια Αριστερά χωρίς γείωση στα πιο εκμεταλλευόμενα και καταπιεσμένα τμήματα της εργατικής τάξης θα αδυνατεί να δώσει πολιτική διέξοδο.