"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

Η ιστορική απεργία των ηθοποιών του 1919

2021-02-28 08:06

Στους ηθοποιούς που δίνουν τη μάχη της αξιοπρέπειας

του καλλιτεχνικού κόσμου της χώρας μας


«Αι Αθήναι... εκοιμήθησαν χθες το εσπέρας με απεργίαν θεάτρων», έγραφε η νεοεκδοθείσα «Καθημερινή», στο πρώτο της φύλλο που κυκλοφόρησε την Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 1919, αναγγέλλοντας την πρώτη απεργία των Ελλήνων ηθοποιών, που επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι τα μέσα του επόμενου μήνα, σηματοδοτώντας την είσοδο του δημοφιλούς καλλιτεχνικού κλάδου στο προσκήνιο των κοινωνικών αγώνων. Στην πραγματικότητα, η απεργιακή κίνηση είχε εκδηλωθεί ήδη στις 12 Σεπτεμβρίου, όπως μαθαίνουμε από την «Ακρόπολη» της επόμενης μέρας.

Η απεργία πραγματοποιούνταν σε μια περίοδο που χαρακτηριζόταν, από τη μια, από το κλίμα ευφορίας που είχε κυριαρχήσει μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο στρατόπεδο των νικητών και να επεκτείνει την κυριαρχία της σε νέα εδάφη, πέραν εκείνων που είχαν ενσωματωθεί στην ελληνική επικράτεια με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Ευφορία που θα δοκιμαστεί σκληρά στη συνέχεια, με την τυχοδιωκτική περιπέτεια στη Μικρά Ασία και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Από την άλλη, με την έκρηξη των κοινωνικών προβλημάτων που είχε οξύνει η παρατεταμένη εμπλοκή της χώρας σε πολεμικές περιπέτειες.

Ήδη από το φθινόπωρο του προηγούμενου χρόνου, ως συνέπεια της ανάπτυξης του εργατικού και του σοσιαλιστικού κινήματος, αλλά και της απήχησης συγκλονιστικών διεθνών εξελίξεων, με πρώτη και κύρια τη νικηφόρα Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία, είχαν συγκροτηθεί τόσο η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) όσο και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ), το μετέπειτα ΚΚΕ. 

Ο κλάδος των ηθοποιών απασχολούνταν εκείνα τα χρόνια στα θέατρα της Αθήνας και μια σειράς άλλων μεγάλων πόλεων (Πειραιάς, Πάτρα, Θεσσαλονίκη κ.ά.), ενώ πολύ συχνά περιόδευαν και στην ύπαιθρο, συγκροτώντας τα θρυλικά «μπουλούκια». Καθώς δεν υπήρχαν στη χώρα δραματικές σχολές, στο σύνολό τους ήταν αυτοδίδακτοι και σε πολύ μεγάλο ποσοστό δεν ήταν παρά απόφοιτοι του δημοτικού σχολείου, χωρίς να απουσιάζουν και οι αναλφάβητοι, σε μια εποχή που ο αναλφαβητισμός ξεπερνούσε το 50%, φτάνοντας στις γυναίκες ακόμη και το 70%.

Αυτό που αναδείκνυε τους ηθοποιούς της εποχής, ήταν το πηγαίο ταλέντο και η αγάπη στην υποκριτική τέχνη, που αναγνωριζόταν από ένα κοινό διψασμένο για πολιτισμό και κυρίως για θέατρο, καθώς ο κινηματογράφος βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα.

Εντούτοις, ήταν ελάχιστοι οι ηθοποιοί που κατόρθωναν να εξασφαλίζουν ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης και για τη μεγάλη τους πλειονότητα οι συνθήκες ζωής τους κατέτασσαν μεταξύ των πιο φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Τα προβλήματα διαβίωσης τα συνόδευε η πλήρης απουσία θεσμών κοινωνικής ασφάλισης, όπως συνέβαινε, άλλωστε, με το σύνολο των εργαζομένων μέχρι τη δεκαετία του 1920.

Αυτή ακριβώς η έλλειψη κοινωνικής ασφάλισης ήταν που ωθούσε τους εργαζόμενους να συγκροτούν, ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ταμεία αλληλοβοήθειας, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων επιβίωσης σε περίπτωση ασθένειας και αδυναμίας προς εργασία ή και στοιχειώδους οικονομικής στήριξης των οικογενειών τους σε περίπτωση θανάτου.

Ένα τέτοιο ταμείο ήταν και ο Σύλλογος Αλληλοβοήθειας Ελλήνων Ηθοποιών, που είχε ιδρυθεί το 1904, ενώ τον Φεβρουάριο του 1917 ιδρύθηκε το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, το οποίο εντάχθηκε στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας.

Χαρακτηριστικό είναι το ότι το σύνολο των αιτημάτων που κατέθεσαν οι απεργοί ηθοποιοί προς τους θιασάρχες (που συγκροτούσαν την Ένωση των Διευθυντών Θεάτρων), αφορούσε σε ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, καθώς και στοιχειώδους κοινωνικής ασφάλισης. Έτσι, πρόβαλαν το αίτημα της θέρμανσης στη σκηνή και στα καμαρίνια, και την απολύμανση των χώρων εργασίας (σε μια εποχή που θέριζε η φυματίωση και άλλες μεταδοτικές ασθένειες), αλλά και την καταβολή του 1% από τις εισπράξεις των εισιτηρίων «προς ενίσχυσιν του Ταμείου Αλληλοβοηθείας» και 10 λεπτών «δια το ταμείον συντάξεων των υπεργήρων ηθοποιών, των ορφανών και των χηρών των» («Ριζοσπάστης», 16 Σεπτεμβρίου 1919).

Όπως έγραφε η εφημερίδα «Εμπρός» (στις 13 Σεπτεμβρίου), «ο Σύλλογος των Ηθοποιών υπέβαλε μακρόν κατάλογον αιτημάτων μερικά των οποίων δεν αποδέχονται με κανένα τρόπο οι θιασάρχαι». Την πιο σθεναρή αντίθεση στην ικανοποίηση των αιτημάτων των απεργών εξέφρασαν οι θιασάρχες Μαρίκα Κοτοπούλη και Κυβέλη, η μετέπειτα σύζυγος του βενιζελικού πολιτικού Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ ο συνθέτης και βαθύφωνος Νίκος Χατζηαποστόλου τάχθηκε υπέρ των απεργών και αποσυρόμενος από τη σκηνή υποχρέωσε το θέατρο «Αλάμπρα» να αναζητήσει άλλο έργο, προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί.

Η απεργία αντιμετωπίστηκε εχθρικά και από το Σωματείο Τεχνικών Θεάτρου. Η ανακοίνωσή του είναι χαρακτηριστική της νοοτροπίας που διαπερνούσε συντηρητικά τμήματα της τότε εργατικής τάξης, που θεωρούσαν ηθικά καταδικαστέα την απαίτηση αλλαγής των όρων εργασίας και αμοιβής που είχαν συμφωνηθεί με την εργοδοσία:

«Το εργατικόν Σωματείον τεχνικών Θεάτρου κατ’ εντολήν της σημερινής Συνελεύσεως εκφρασθείσης παμφηφεί δηλοί κατηγορηματικώς ότι δεν θα απεργήση, διότι αφ’ ενός μεν θέλει να διατηρήση το Κύρος των υπογραφών των μελών του και την σφραγίδα του Σωματείου των ακηλίδωτον» («Εμπρός», 20 Σεπτεμβρίου 1919).

Η συμμετοχή στην απεργία ήταν επιτυχημένη, υποχρεώνοντας τους θιασάρχες είτε να σταματήσουν τις παραστάσεις είτε να τις συνεχίσουν με αλλαγή προγράμματος και με την παρουσία ελάχιστων απεργοσπαστών. Επιπλέον, οι απεργοί συγκρότησαν νέους θιάσους, που έδιναν παραστάσεις με μεγάλη προσέλευση θεατών, προχωρώντας ακόμη και στη συγκρότηση εταιρίας, που σκόπευε στον μόνιμο παραμερισμό των θιασαρχών.

Όπως έγραφε η «Αθηναϊκή» (στις 23ης Σεπτεμβρίου), «Βαθμηδόν αυτή η απεργία θα χρησιμεύση όπως μην υφίσταται εις το εξής εις το θέατρον εργοδότης και εργολήπτης. Όλοι θα γίνουν θιασάρχαι. Ηθοποιοί θα συνεταιρίζωνται και θα είνε θιασάρχαι και ηθοποιοί συγχρόνως. Θα βρίσκουν μερικούς κομπάρσους και θα συμπληρώνεται ο θίασος».

Πρωταγωνιστές του απεργιακού αγώνα των ηθοποιών ήταν ο πρόεδρος του Σωματείου, θεατρικός συγγραφέας Θεόδωρος Συναδινός, και ο γραμματέας Πάνος Καλογερίκος.

Με τη στήριξη του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, η Διοίκηση του οποίου συνδεόταν με το ΣΕΚΕ, οι απεργοί εξασφάλισαν τη συναίνεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κωνσταντίνου Σπυρίδη («Πατρίς», 4 Οκτωβρίου 1919) και του γραμματέα του υπουργείου Αλέξανδρου Σβώλου («Αθηναϊκή», 9 Οκτωβρίου), χωρίς εντούτοις να υπάρξει συνέχεια στην υπόσχεση νομοθετικής κατοχύρωσης των αιτημάτων τους.

Η απεργία έληξε με την αποδοχή μέρους των αιτημάτων από τους θιασάρχες, που ο ένας μετά τον άλλον εγκατέλειπαν την αρχική αδιαλλαξία τους. Καθώς δεν υπήρξε σχετική απόφαση του Σωματείου, επί δεκαετίες αργότερα οι ηθοποιοί αστειεύονταν μεταξύ τους, λέγοντας πως συνεχίζουν να απεργούν!

*ergasia.net, 27 Φεβρουαρίου 2021