Στις 29 Νοεμβρίου 1964 γιορτάστηκε για πρώτη φορά επίσημα, με τη συμμετοχή και εκπροσώπων της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου, η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, μιας από τις κορυφαίες ενέργειες του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης.
Εντούτοις, ο εορτασμός, στον οποίο πήραν μέρος χιλιάδες άνθρωποι (περίπου 20.000, σύμφωνα με τις εφημερίδες εκείνων των ημερών), σχεδόν στο σύνολό τους παλιοί αγωνιστές και αγωνίστριες του ΕΑΜ και μέλη και φίλοι της ΕΔΑ και της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, βάφτηκε στο αίμα. Η έκρηξη μιας νάρκης είχε ως συνέπεια τον θάνατο 13 (μεταξύ των οποίων και ενός 12χρονου κοριτσιού) και τον τραυματισμό 45 από τους συγκεντρωμένους.
Η επίσημη ανακοίνωση για νάρκη που είχε τοποθετηθεί εκεί στα χρόνια του Εμφυλίου ασφαλώς και δεν έπεισε, καθώς η περιοχή είχε καθαριστεί επανειλημμένα κατά το παρελθόν, ενώ είχαν πραγματοποιηθεί κι άλλες ανάλογες -αν και όχι τόσο μαζικές- εκδηλώσεις μνήμης στο ίδιο μέρος, που αποτελούσε, άλλωστε, πέρασμα καθημερινό χωρικών και κυρίως κτηνοτρόφων.
Σύμφωνα με συγκεκριμένα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν τον Αύγουστο 1965, η νάρκη είχε τοποθετηθεί από Αμερικανούς πράκτορες, στο πλαίσιο ενός σχεδίου με την κωδική ονομασία «Arrow 1» («Βέλος 1»), με σκοπό την πρόκληση έκρυθμης κατάστασης και κυρίως τη δημιουργία προβλημάτων στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.
Έχοντας απορρίψει το αμερικανικό Σχέδιο Άτσεσον για την επίλυση του Κυπριακού σύμφωνα με τα αμερικανονατοϊκά συμφέροντα, η κυβέρνηση είχε τεθεί στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αμερικανικών υπηρεσιών, η δολοφονία αριστερών αγωνιστών θα όξυνε τις σχέσεις κυβέρνησης-Αριστεράς, ενώ ενδεχόμενη κυβερνητική συμπόρευση με την ΕΔΑ και αποκάλυψη της αμερικάνικης προβοκάτσιας θα έδινε τη δυνατότητα να καταγγελθεί η κυβέρνηση για συνοδοιπορία με τον κομμουνισμό.
Αν και η αμερικανική πρεσβεία διέψευσε τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν, η μήνυση κατά των εφημερίδων «Αυγή», «Έθνος» και «Ανένδοτος» ουδέποτε εκδικάστηκε. Αποδεικνυόταν έτσι ότι οι Αμερικανοί είχαν κάθε λόγο να θέλουν να ξεχαστούν τα γεγονότα.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου όχι μόνο υποχώρησε μπροστά στην αμερικάνικη πρόκληση, αλλά και οδήγησε σε δίκη 18 από τους παρευρισκόμενους στην εκδήλωση, που κατηγορήθηκαν για πρόκληση επεισοδίων. Απ’ αυτούς καταδικάστηκαν οι 12. Ανάμεσά τους ήταν οι στρατηγοί Γεράσιμος Αυγερόπουλος (του ΕΛΑΣ) και Νικόλαος Κοσίντας (του ΕΔΕΣ, συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ), ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Αναπήρων Τραυματιών Εθνικής Αντίστασης Κώστας Τασόπουλος, η αγωνίστρια της Αντίστασης Άννα Σολωμού, ο μαχητής του ΕΛΑΣ που είχε πάρει μέρος στην ανατίναξη της γέφυρας το 1942, Σπύρος Μπέκιος, ο δήμαρχος Δάφνης Χρήστος Μιχαλόπουλος κ.ά.
Η ΕΔΑ, αν και με δηλώσεις των βουλευτών της Λεωνίδα Κύρκου και Μίκη Θεοδωράκηκατήγγειλε την αμερικανική προβοκάτσια, απέφυγε να δώσει μεγάλη έκταση στις αντιδράσεις της, οξύνοντας την κριτική της προς την κυβέρνηση, για να μην εξυπηρετήσει τα σχέδια των προβοκατόρων. Κι αυτή της η στάση -ενταγμένη στη συνολικότερη πολιτική της επιδίωξης πάση θυσία συνεργασίας με το Κέντρο- κάθε άλλο παρά συνέβαλε στην αποτροπή εξελίξεων που οδήγησαν στο βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1965 και τελικά στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Η δολοφονική αμερικανική προβοκάτσια της 29ης Νοεμβρίου 1964 αποτέλεσε μια μορφή δοκιμής της «στρατηγικής της έντασης», που θα κλιμακωθεί αργότερα –στα 1969-78– στην Ιταλία, σε μια προσπάθεια ανακοπής του ισχυρού εργατικού και λαϊκού κινήματος του παρατεταμένου «ιταλικού Μάη».
*Ίσκρα, 29 Νοεμβρίου 2018