"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

Γιώργος Αλεξάτος: "Οι Ελλαδέμποροι"

2020-07-03 23:59

 

Του Θανάση Αντωνίου, από το diastixo.gr
 

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και παρότι η διεθνής οικονομική κρίση χτύπησε και την καθημαγμένη Ελλάδα, το προλεταριάτο της χώρας μας δεν κινήθηκε προς τον φασισμό, σε αντίθεση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες που εκείνο το διάστημα γνώρισαν μαζικά φασιστικά κινήματα. Εκτός από το προλεταριάτο και άλλα κοινωνικά στρώματα, τα οποία στην Ευρώπη πλαισίωσαν τα εν λόγω κινήματα, απέφυγαν την παγίδα του φασισμού: οι μικροπαραβατικοί και το υποπρολεταριάτο των πόλεων, οι (ελάχιστες) εργαζόμενες γυναίκες, οι περιθωριοποιημένες κατηγορίες πολιτών, π.χ. οι ρεμπέτες, κ.ά.

 

Αν και στη χώρα μας εμφανίστηκε εκείνη την περίοδο το φαινόμενο της κρίσης αντιπροσώπευσης των αστικών πολιτικών παρατάξεων, όπως επίσης συνέβη σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, παρέμεινε εντούτοις πάντα ισχυρός στον ελληνικό λαό ο «λαϊκός δημοκρατισμός» και η πίστη στην κοινοβουλευτική τάξη. Στην Ελλάδα υπήρξαν και, δυστυχώς, υπάρχουν μέχρι και σήμερα φασίστες, αλλά δεν υπήρξε ένα μαζικό φασιστικό κίνημα, ενώ ουδέποτε διαμορφώθηκε μια πλατιά αποδεκτή και συγκροτημένη ιδεολογία φυλετικής ανωτερότητας. Ο Γιώργος Αλεξάτος αναλαμβάνει να μας εξηγήσει την αντίφαση.

Αναζητώντας της ρίζες της ακροδεξιάς

Ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γιώργος Αλεξάτος, ο οποίος ασχολείται συστηματικά εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες με την ιστορία της εργατικής τάξης και των ταξικών αγώνων στην Ελλάδα, στο βιβλίο του Οι Ελλαδέμποροι παρακολουθεί την πορεία της άκρας Δεξιάς κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, διατυπώνοντας απόλυτα τεκμηριωμένες και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες απόψεις για τον φασισμό.

Αναζητώντας τις ρίζες του γενεαλογικού δέντρου της άκρας Δεξιάς φτάνει μέχρι το «Κίνημα Επιστράτων» την επαύριον του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, ένα αντιπολεμικό μεν αλλά βαθιά συντηρητικό κι εξόχως αντιβενιζελικό κίνημα, το οποίο ο συγγραφέας χαρακτηρίζει «προδρομικό φασιστικό κίνημα». Θα ακολουθήσει μια ταραγμένη ταξικά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά 20ετία, για να φτάσουμε στο δεύτερο σημαντικότερο γεγονός στο «βιογραφικό» της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936 θα αποτελέσει ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός αλλά, σύμφωνα με τον συγγραφέα, ούτε το καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά ήταν φασιστικό. Ήταν ένα πραξικόπημα των δύο κορυφαίων πολιτειακών θεσμών, του βασιλιά και του πρωθυπουργού (Κωνσταντίνος- Μεταξάς), χωρίς κινητοποίηση των μαζών για τη στήριξη μιας ακραίας πολιτειακής εκτροπής. «Δικτατορία φασιστικού προσανατολισμού αλλά όχι φασιστικό καθεστώς» τη χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, που βλέπει την –φανατικά αγγλόφιλη– 4η Αυγούστου να συνδέεται (λόγω χριστιανισμού) περισσότερο με τον φρανκισμό παρά με τον ναζισμό ή τον φασισμό. Ερμηνεύει μάλιστα τη στήριξη του καθεστώτος από διανοούμενους και συγγραφείς της εποχής όχι λόγω της ταύτισής τους με φασιστικές αντιλήψεις, αλλά λόγω της απέχθειάς τους για τον κομμουνισμό και της πίστης τους στα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη.

Κατοχή: δωσίλογοι αλλά όχι φασίστες

Ούτε όμως και κατά τη διάρκεια της Κατοχής αναπτύχθηκε φασιστικό μέτωπο στην Ελλάδα. Η ελληνική αστική τάξη, αν και συνεργάστηκε, δεν ταυτίστηκε με τον ναζισμό. Η συνεργασία βιομηχάνων κι εμπόρων με τους Γερμανούς δεν σήμαινε, κατά τον συγγραφέα, αποδοχή του κατοχικού καθεστώτος, ενώ αν κάτι απασχολούσε την αστική τάξη αυτό ήταν η μετατόπιση ευρύτερων λαϊκών μαζών προς την Αριστερά.

Η διαφαινόμενη επικράτηση των δυνάμεων του ΕΑΜ προεξοφλούσε αλλαγή του κοινωνικού σχηματισμού μετά την απελευθέρωση, κι αυτό συσπείρωσε το σύνολο των καθεστωτικών πολιτικών δυνάμεων, από τους συνειδητοποιημένους δωσίλογους μέχρι τους συντηρητικούς σοσιαλιστές. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένας από τους συνεργάτες των Γερμανών δεν θεωρούσε τον εαυτό του φασίστα, ενώ όλοι τους προέταξαν στις δίκες που ακολούθησαν, ως δικαιολογία, τον φόβο τους για ακρωτηριασμό του ελληνικού κράτους από τους Βούλγαρους, αν δεν συνεργάζονταν με τους Γερμανούς κατακτητές, και τον φόβο τους για μια πιθανή επικράτηση των κομμουνιστών μεταπολεμικά.

Έτσι, λοιπόν, ούτε οι τουρκόφωνοι Πόντιοι της Δυτικής Μακεδονίας, ούτε οι Κουτσόβλαχοι της Πίνδου (που συνεργάστηκαν με τους Ιταλούς για να ιδρύσουν …πριγκιπάτο) θεωρούνται από τον συγγραφέα ως ιδεολογικά φασίστες. Κατά την αναλογία αυτή, το αντιεαμικό μέτωπο που συγκροτήθηκε μετά το 1943 δεν είναι φασιστικό.

 

 Στην Ελλάδα υπήρξαν και, δυστυχώς, υπάρχουν μέχρι και σήμερα φασίστες, αλλά δεν υπήρξε ένα μαζικό φασιστικό κίνημα, ενώ ουδέποτε διαμορφώθηκε μια πλατιά αποδεκτή και συγκροτημένη ιδεολογία φυλετικής ανωτερότητας.

 

Η ακροδεξιά μετά τον πόλεμο

Αλλά ούτε και μεταπολεμικά οι άπειρες οργανώσεις και τα σωματεία που συστήθηκαν με κοινό παρονομαστή το επίθετο «εθνικός» θεωρούνται από τον συγγραφέα ως φασιστικά: η άκρα Δεξιά μετά τον πόλεμο, και ειδικά κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, πλαισιώνεται από άτομα που θέλουν κυρίως να διασφαλίσουν όσα κερδήθηκαν επί Κατοχής, να εξασφαλίσουν ατιμωρησία για τα εγκλήματά τους και να διατηρήσουν την κοινωνική θέση τους. Μπράβοι και ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων, υπόδικοι, τραμπούκοι, παρακρατικοί, αποτελούν τον πυρήνα των οργανώσεων που στήνουν κυρίως πρώην αστυνομικοί, στρατιωτικοί και δικηγόροι· ένα πλέγμα αντικομμουνιστικών, φιλοβασιλικών πλέον, θρησκόληπτων, παρακρατικών, ένοπλων σε πολλές περιπτώσεις οργανώσεων και σωματείων. Όχι όμως φασιστικό κίνημα.

Και φτάνουμε στη δικτατορία του 1967: αν και όλοι οι φασίστες τη στήριξαν, ούτε η χούντα των συνταγματαρχών ήταν φασιστικό καθεστώς διότι, κατά τη γνώμη του Αλεξάτου, της έλειπαν ορισμένα ειδοποιά στοιχεία, π.χ. η δικτατορία αναφερόταν συνεχώς στην ανάγκη επανόδου στην κοινοβουλευτική τάξη μόλις αποκρουστεί ο κίνδυνος του …κομμουνισμού.

Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου αφορά την άκρα Δεξιά κατά τη μεταπολίτευση και τα χρόνια της δημοκρατίας. Ούτε τότε η φασιστική ιδεολογία μπόρεσε να κινητοποιήσει κάτι περισσότερο από μερικούς εκατοντάδες ακραίους τα πρώτα χρόνια (Πλεύρης, Καλέντζης, Μιχαλολιάκος, Φραγκίσκος «Φράνκι» Παπαγεωργίου κ.ά.), ενώ οι πλέον διορατικοί από τις νεότερες γενιές (Κιλτίδης στη Θεσσαλονίκη, Βορίδης στην Αθήνα κ.ά.) εντάχθηκαν στο μεγάλο κόμμα της Δεξιάς. Η ακροδεξιά είχε όμως τις ευκαιρίες της: η στροφή του ΠΑΣΟΚ και η ασυνέπειά του σε όσα είχε υποσχεθεί τη δεκαετία του 1980, το Μακεδονικό, τα Ίμια, η παράδοση Οτσαλάν, οι δολοφονίες Σολωμού-Ισαάκ τη δεκαετία του 1990 – και πάλι, ποτέ δεν κατάφερνε να μετατραπεί σε μαζικό κίνημα.

Στο βιβλίο καταγράφονται δεκάδες οργανώσεις στον ευρύτερο χώρο των φασιστικών και εθνικοσοσιαλιστικών ιδεών, του οργανωμένου αντικομμουνισμού, ομάδες κρούσης και τρομοκρατικές συμμορίες, παρακρατικές οργανώσεις και παντός είδους πολιτιστικοί/εθνικοί σύλλογοι με σαφές ακροδεξιό πρόσημο. Υπάρχουν πολλές αναφορές σε κυρίαρχες μορφές της ακροδεξιάς από τη δεκαετία του 1930 μέχρι τη δεκαετία του 1990, πληροφορίες για τη δράση τους, τις σχέσεις τους με τα εκάστοτε κόμματα της Δεξιάς (Λαϊκό Κόμμα, Συναγερμός, ΕΡΕ, Νέα Δημοκρατία), συνολικά ένας πλούτος γνώσης που αξίζει να γίνει κτήμα όσων θα ήθελαν να γνωρίσουν γιατί στην Ελλάδα το αυγό του φιδιού αποδείχτηκε …κλούβιο.

 

Οι Ελλαδέμποροι
Άκρα Δεξιά και φασισμός στην Ελλάδα του 20ού αιώνα
Γιώργος Αλεξάτος
Άπαρσις
352 σελ.
ISBN 978-618-5320-48-5
Τιμή €14,00

*Ευχαριστώ για τη βιβλιοπαρουσίαση και συνήθως δεν σχολιάζω αυτά που γράφονται για κάποιο βιβλίο μου. Εκτός κι αν πρόκειται για λάθη ανάγνωσης, όπως διαπιστώνω σε δύο σημεία εδώ. Στο βιβλίο μου τοποθετούμαι σαφέστατα κατά της άποψης ότι το προλεταριάτο ήταν κοινωνική βάση στήριξης του φασισμού οπουδήποτε. Οπότε δεν ισχύει πως γράφω ότι αυτό ενώ συνέβη στην Ευρώπη δεν έγινε στην Ελλάδα. Επίσης, όλα όσα γράφω για το κίνημα των επιστράτων είναι για να αντικρούσω την άποψη πως είχε σχέση με τον φασισμό. Δεν υποστηρίζω πως ήταν προδρομικό φασιστικό κίνημα, όπως γράφει το άρθρο.