Στις 16 Ιουλίου 1941, τρεις μόλις μήνες μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τα στρατεύματα του φασιστικού Άξονα και δύο μήνες πριν από την ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ), ιδρύθηκε η πρώτη μετωπική αντιστασιακή οργάνωση, που έμελλε να αποτελέσει μια από τις πιο σημαντικές δυνάμεις του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Συμβάλλοντας, συνάμα, καθοριστικά στην ανάπτυξη ενός αντιστασιακού κινήματος με συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά.
Πρόκειται για το Εθνικό Εργατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, το ΕΕΑΜ ή Εργατικό ΕΑΜ, που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία του ΚΚΕ και στις γραμμές του εντάχθηκαν και συνδικαλιστικές δυνάμεις όχι μόνο της ευρύτερης Αριστεράς, αλλά ακόμη και του συντηρητικού χώρου. Υλοποιούνταν, έτσι, στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της Κατοχής, η δρομολογημένη κατά το 1936 ενοποίηση των δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος (της ΓΣΕΕ, που εξέφραζε συντηρητικούς και σοσιαλιστές, και της κομμουνιστικής Ενωτικής ΓΣΕΕ), την οποία ανέκοψε η δικτατορία Μεταξά.
Το ιδρυτικό του ΕΕΑΜ υπογράφηκε από τον γραμματέα της Ενωτικής ΓΣΕΕ Κώστα Λαζαρίδη (που ανέλαβε γραμματέας και της νέας οργάνωσης), τον γραμματέα της ΓΣΕΕ Γιάννη Καλομοίρη και άλλους συνδικαλιστές, ενώ τον Σεπτέμβριο προσχώρησαν και οι σοσιαλιστές συνδικαλιστές, με επικεφαλής τον Δημήτρη Στρατή. Ο Καλομοίρης αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο 1941 στην ηγεσία της ΓΣΕΕ από τον φασίστα Νίκο Καλύβα, που ανέλαβε και υπουργός Εργασίας.
Σύμφωνα με το Ιδρυτικό, το ΕΕΑΜ έθετε ως στόχους (1):
1. Να οργανώση την πάλη της εργατικής τάξεως για τις καθημερινές οικονομικές διεκδικήσεις.
2. Να υπερασπισθή τα κεκτημένα συνδικαλιστικά δικαιώματα της εργατικής τάξης.
3. Να παλαίψει ενάντια στη συστηματική ληστεία του τόπου μας, που γίνεται από τις δυνάμεις κατοχής.
4. Να εργασθή για τη συνεννόηση όλων των αριστερών δυνάμεων της χώρας (κομμουνιστών, σοσιαλιστών, αριστερών δημοκρατικών) σε ένα συνασπισμό της Αριστεράς που ύστερα από το διώξιμο των κατακτητών θα διεκδικήση την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και τη διακυβέρνηση της χώρας με βάση ένα κοινό πρόγραμμα.
5. Να παλαίψει ενάντια στην αισχροκέρδια και τη μαύρη αγορά.
6. Να εργασθή για τη συγκρότηση του ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ από όλα τα κόμματα και τις κάθε είδους οργανώσεις που θέλουν να παλαίψουν για το διώξιμο του ξένου κατακτητή και την απελευθέρωση της χώρας μας από τον ξένο ζυγό.
7. Να συντονίση την απελευθερωτική πάλη της εργατικής τάξεως καθώς και την πάλη για τις καθημερινές διεκδικήσεις, με την πάλη που διεξάγουν ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα οι εργατικές οργανώσεις της ΕΣΣΔ, της Αγγλίας, της Αμερικής και της Κίνας καθώς και οι εργατικές οργανώσεις των υποδουλωμένων στον Άξονα χωρών και ιδιαίτερα των αδελφών βαλκανικών λαών.
Στην κατεύθυνση αυτή εντάχθηκε στο ΕΑΜ, μετά την ίδρυσή του τον Σεπτέμβριο του 1941, και πρωτοστάτησε στη «Μάχη της Επιβίωσης» τον τραγικό χειμώνα του 1941-42, οργανώνοντας τους εργαζόμενους στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές, για τη διεκδίκηση συσσιτίων.
Εδραιωμένο στη συνείδηση όλο και μεγαλύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης, ως δύναμη υπεράσπισης των άμεσων ζητημάτων που την απασχολούσαν, μπόρεσε να συγκροτήσει επιτροπές σε κάθε κλάδο και χώρο δουλειάς, σε όλες σχεδόν τις πόλεις της χώρας. Οργανώνοντας κινητοποιήσεις, απεργίες, διαδηλώσεις, ακόμη και καταλήψεις εργοστασίων που συνέχιζαν να λειτουργούν υπό εργατικό έλεγχο (με σημαντικότερη τη ΒΙΟ στο Περιστέρι), όχι μόνο συνέβαλε στην εξασφάλιση όρων στοιχειώδους επιβίωσης για τους εργαζόμενους, αλλά επέβαλε και την απαγόρευση των απολύσεων με νόμο που υποχρεώθηκε να ψηφίσει η κατοχική δωσιλογική κυβέρνηση.
Κορυφαίες στιγμές στη δράση του ήταν η καθοριστική συμβολή του στις μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις του Φλεβάρη-Μάρτη και του Ιούλη 1943, με τις οποίες αποτράπηκε η επιστράτευση και αποστολή ελλήνων εργατών στη Γερμανία και η επέκταση της βουλγαρικής κατοχής στην κεντρική Μακεδονία. Χάρη στη δραστηριότητα του ΕΕΑΜ, η Ελλάδα ήταν, μέχρι το 1943, η μοναδική κατεχόμενη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία αναπτύχθηκε μαζικό διεκδικητικό κίνημα των εργαζομένων.
Δομημένο κατ’ αντιστοιχία με το συνδικαλιστικό κίνημα, το ΕΕΑΜ αποτέλεσε ουσιαστικά τη συνδικαλιστική έκφραση της εργατικής τάξης, την οποία δεν μπορούσε να εκφράσει η διορισμένη από την κατοχική κυβέρνηση Διοίκηση της ΓΣΕΕ, και την πλέον μαζική οργάνωση των εργαζομένων στη νεοελληνική ιστορία. Κατά την Πανελλαδική Εργατική Συνδιάσκεψη του Φεβρουαρίου 1944, το σύνολο, σχεδόν, των Εργατικών Κέντρων της χώρας είχε ενταχθεί στις γραμμές του και τον Αύγουστο η Κ.Ε. του ΕΕΑΜ αυτοανακηρύχτηκε Διοίκηση της ΓΣΕΕ. Ως τέτοια την αναγνώρισε η κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» μετά την Απελευθέρωση.
H δράση του ΕΕΑΜ κατά την Κατοχή πληρώθηκε με πολυάριθμα θύματα μεταξύ των μελών και στελεχών του. Ανάμεσά τους και ο γραμματέας του Λαζαρίδης, που εκτελέστηκε το 1943. Εκδικούμενη τον θάνατό του, η ΟΠΛΑ εκτέλεσε τον διορισμένο γραμματέα της ΓΣΕΕ Νίκο Καλύβα.
Ανάμεσα στα βασικά του στελέχη, εκτός από τους κομμουνιστές συνδικαλιστές (Λαζαρίδης, Κώστας Θέος, που τον διαδέχτηκε στην ηγεσία της οργάνωσης, Μήτσος Παπαρήγας κ.ά.), ήταν ο συνεργαζόμενος ήδη από τον Μεσοπόλεμο με τους κομμουνιστές Δημήτρης Μαργιόλης, οι σοσιαλιστές Στρατής, Γεώργιος Λάσκαρης κ.ά., αλλά και εκπρόσωποι του συντηρητικού συνδικαλισμού, όπως ο Καλομοίρης κ.ά.
Όπως γράφει ο Γιώργος Κουκουλές, «το ΕΕΑΜ κατόρθωσε να οργανώσει στις γραμμές του όλη τη μάζα των εργαζομένων και να τους εμπνεύσει το αίσθημα της αγωνιστικότητας για την εθνική και βιολογική επιβίωση. Η προηγούμενη άμορφη μάζα, εν ονόματι της οποίας μιλούσαν οι χρυσοκάνθαροι του συνδικαλισμού κατάφερε, μέσα στο εύπλαστο οργανωτικό πλαίσιο του ΕΕΑΜ, νε εφεύρει τις πιο ποικιλόμορφες μορφές αντίστασης, που τις περισσότερες φορές έπαιρναν και τη μορφή φυσικής σύγκρουσης με τους κατακτητές και τα εγχώρια όργανά τους. Η ελληνική εργατική τάξη, αυτή που χλευαζόταν στα διεθνή συνέδρια από τους ευρωπαίους διπλωμάτες/συνδικαλιστές, γιατί δεν κατάφερνε τάχα να βρει την οργανωτική της έκφραση, τους δίδαξε ότι η αντίσταση στον πόλεμο και τον κατακτητή δεν είναι ζήτημα αποφάσεων συνεδρίων αλλά έμπρακτη διακύβευση του πολυτιμότερου αγαθού, δηλαδή της ζωής» (2).
1. Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης - Σύγχρονη Εποχή 1981, τόμος Α', σελ. 174.
2. Γιώργος Κουκουλές, Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα και οι ξένες επεμβάσεις 1944-1948 – Οδυσσέας 1995, σ. 45.