του Γιώργου Αλεξάτου
Πρόκειται για ένα από τα μαζικά εγκλήματα των γερμανών ναζί και των ουκρανών συνεργατών τους στο κατεχόμενο Κίεβο.
Περιοχή κατεξοχήν γεωργική, η δυτική Ουκρανία και κυρίως η περιοχή της Γαλικίας, υπήρξε συχνά κατά την προεπαναστατική εποχή χώρος διεξαγωγής πογκρόμ κατά των Εβραίων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι εκεί επί αιώνες. Κίνητρο αποτελούσε η διεκδίκηση των καλλιεργούμενων εδαφών γύρω από τα εβραϊκά χωριά, κυρίως από τους πλούσιους ουκρανούς κτηματίες, τους «κουλάκους».
Η δυτική Ουκρανία έγινε πεδίο μαχών μεταξύ των δυνάμεων του Κόκκινου Στρατού και των ένοπλων αντικομμουνιστικών σωμάτων κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, στα 1918-21, ενώ αργότερα, όταν στα 1930-32 εφαρμόστηκε η πολιτική της βίαιης κολεκτιβοποίησης της γης, με στόχο την εξάλειψη του κοινωνικού στρώματος των κουλάκων και την εντατικοποίηση και εκμηχανοποίηση της αγροτικής παραγωγής στο πλαίσιο των κολχόζ και των σοβχόζ, ήταν εκεί που πραγματοποιήθηκαν τεράστιας έκτασης μποϊκοτάζ, με την καταστροφή της σοδιάς και των σπόρων, τη σφαγή των ζώων κ.λπ.
Συνέπεια αυτής της αντίστασης στην κολεκτιβοποίηση ήταν ο μεγάλος λιμός που έπληξε την περιοχή στα 1932-33 και όξυνε ακόμη περισσότερο την αντιπαλότητα προς το σοβιετικό καθεστώς. Σε αντίθεση με τη βιομηχανική περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας, το Ντονμπάς, που και προεπαναστατικά και αργότερα αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα μαζικής επιρροής των μπολσεβίκων.
Έτσι, όταν τον Ιούνιο 1941 η ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ, μεγάλο μέρος του πληθυσμού της δυτικής Ουκρανίας τάχθηκε στο πλευρό των γερμανικών στρατευμάτων, ελπίζοντας στη δημιουργία ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους. Τη γερμανική προέλαση συνόδευαν μαζικοί διωγμοί των εθνικών μειονοτήτων της περιοχής, κυρίως Εβραίων και Πολωνών, καθώς επίσης και των ουκρανών κομμουνιστών και αντιφασιστών.
Το Κίεβο καταλήφθηκε από τους ναζί στις 19 Σεπτεμβρίου 1941. Όπως και σε όλες τις πόλεις που επρόκειτο να εγκαταλειφθούν από τον Κόκκινο Στρατό, εφαρμόστηκε κι εκεί η πλήρης απογύμνωση των εργοστασίων από τον τεχνικό εξοπλισμό τους, που μεταφερόταν στα Ουράλια, μαζί με το σύνολο σχεδόν των ειδικευμένων τεχνικών και εργατών. Ανάμεσα σ’ αυτούς που έφυγαν από το Κίεβο ήταν και σημαντικό μέρος των 175.000 Εβραίων της ουκρανικής πρωτεύουσας.
Λίγες μέρες μετά την κατάληψη του Κιέβου, στις 23 Σεπτεμβρίου, σοβιετικοί σαμποτέρ ανατίναξαν κτίρια και άλλες εγκαταστάσεις της πόλης, ανάμεσα στις οποίες και κτίριο στο οποίο είχαν εγκατασταθεί γερμανοί αξιωματικοί, καθώς και ένα άλλο, μέσα στο οποίο βρήκε τον θάνατο ολόκληρη η Διοίκηση των ρουμανικών στρατιωτικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Με πρόσχημα τη σύλληψη ενός Εβραίου που πιάστηκε να πυροδοτεί εκρηκτικό μηχανισμό και εκτελέστηκε επί τόπου, οι ναζί διέταξαν τη συγκέντρωση του συνόλου του εβραϊκού πληθυσμού στις 29 Σεπτεμβρίου, υλοποιώντας εντολή του ανώτατου στελέχους του ναζιστικού καθεστώτος Χάινριχ Χίμλερ. Οι συγκεντρωμένοι μεταφέρθηκαν στη χαράδρα Μπάμπι Γιαρ, βορείως της πόλης, όπου εκτελέστηκαν μαζικά.
Σύμφωνα με την έκθεση που συνέταξε η Διοίκηση των SS, εκείνη τη μέρα δολοφονήθηκαν 33.771 άνθρωποι. Με τη βοήθεια ουκρανών φασιστών, τις επόμενες μέρες πιάστηκαν και εκτελέστηκαν άλλοι 60.000, Εβραίοι που είχαν κρυφτεί την πρώτη μέρα της σφαγής, Τσιγγάνοι, κομμουνιστές και άλλοι αντιφασίστες. Μαζί μ΄ αυτούς οι Γερμανοί εκτέλεσαν και αιχμάλωτους άντρες του Κόκκινου Στρατού.
Η Σφαγή του Μπάμπι Γιαρ ήταν η πιο μαζική δολοφονία απ΄ όσες είχαν διαπράξει μέχρι τότε οι ναζί στην Ουκρανία. Θα ακολουθήσουν και άλλα φρικιαστικά εγκλήματα τα επόμενα χρόνια, μέχρι την απελευθέρωσή της το 1944. Σε όλα αυτά θα είναι ενεργητική η συμμετοχή των ουκρανών φασιστών, 80.000 απ΄ τους οποίους είχαν ενταχθεί ως εθελοντές στη Μεραρχία «Γαλικία» των SS, ενώ δεκάδες χιλιάδες άλλοι συμμετείχαν στο ένοπλο σώμα που οργάνωσε ο ουκρανός φασίστας Στεπάν Μπαντέρα.
Η Σφαγή της 29ης Σεπτεμβρίου 1941 ενέπνευσε τον σοβιετικό ποιητή Γιεβγένι Γεφτουσένκο που έγραψε το ποίημα «Μπάμπι Γιαρ», το οποίο με τη σειρά του ενέπνευσε τον συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς στο πρώτο μέρος της Συμφωνίας 14.