Ένα χρήσιμο έργο
Στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική «κοινωνία της πληροφορίας», όπου μια καλά οργανωμένη «βιομηχανία συνείδησης» ελέγχει το τι θα πληροφορηθούμε και πώς θα το πληροφορηθούμε ή δεν θα το πληροφορηθούμε, όπου εκτός των κυρίαρχων ΜΜΕ έχει ενταχθεί σε μεγάλο βαθμό και η πληροφόρηση για το τι -ελεύθερα κατά τα άλλα βέβαια...- εκδίδεται και κυρίως τι από την εκδοτική υπερπαραγωγή αξίζει να παρουσιαστεί στα ειδικά ένθετα παρουσίασης και κριτικής βιβλίου, είναι μάλλον σαφές πως για βιβλία σαν αυτό που παρουσιάζουμε δεν υπάρχει χώρος, έστω και για απλή εμφάνιση.
Άλλωστε, ο συγγραφέας του δεν είναι γνωστός δημοσιοσχεσίτης, δεν κουβαλά ακαδημαϊκές περγαμηνές, δεν ανήκει καν σε κάποιο γνωστό σινάφι πολιτισμικό-πολιτικό, ο δε εκδοτικός οίκος που έβγαλε το βιβλίο του είναι παντελώς άγνωστος στους επώνυμους εκδοτικούς χώρους, ούτε διαφήμιση μπορεί να προσφέρει, πολύ περισσότερο να οργανώσει παρουσίαση του Λεξικού, με επώνυμους πολιτικούς και δημοσιογράφους όπως συνηθίζεται προσφάτως!
Κι όμως τούτο το εγχείρημα, από έναν αυτοδίδακτο στην πράξη της ζωής και του κομμουνιστικού κινήματος συγγραφέα, έρχεται να καλύψει ένα βασικό βιβλιογραφικό κενό στην ιστοριογραφία μας για το εργατικό κίνημα της πατρίδας μας.
Το λεξικό, που με δουλειά μερμηγκιού χρόνων και πειθαρχία συστηματικού ερευνητή με βαθιά και κατασταλαγμένη γνώση της θεματικής του συνέγραψε, είναι πολλαπλά μοναδικό και αναντικατάστατο εργαλείο, όχι μόνο, όπως γράφει στον λιτό του πρόλογο, για «το ευρύ κοινό (και) οποιοδήποτε νέο ή εργαζόμενο που δεν είναι εξοικειωμένος με την ορολογία της Αριστεράς και αγνοεί σημαντικές πλευρές της ιστορίας του εργατικού κινήματος», ούτε επίσης μόνο για τους φοιτητές/τριες που μελετούν στο Πανεπιστήμιο το Εργατικό και Συνδικαλιστικό κίνημα -υπάρχει και τέτοιου είδους θεματική στις πανεπιστημιακές μας σπουδές!- αλλά και για ένα ευρύ φάσμα στελεχών των αριστερών και συνδικαλιστικών μας μορφωμάτων, που αγνοούν πρόσωπα και πράγματα του χθες, καθώς και την ακριβή αριστερή ορολογία. Ειδικά γι’ αυτή την τελευταία, ο τρόπος ανάλυσης και απλής -μα σε καμιά περίπτωση απλοποιητικής- απόδοσης των εννοιών και της χρήσης τους, είναι εντυπωσιακά λιτός και περιεκτικός.
Όπως ιδιαίτερα χρήσιμη, για όλες και όλους μας, είναι και η λημματογράφηση όλων των αριστερών οργανώσεων και εντύπων, όλου του αριστερού φάσματος, χωρίς τις συνήθεις αποσιωπήσεις ή υποτιμήσεις, από την τελευταία 25ετία του 19ου αιώνα -που εμφανίζονται οι πρώτες «κοινωνιστικές» ιδέες και οργανώσεις, όπως τότε μεταφράζονταν οι λέξεις σοσιαλισμός και κομμουνισμός- μέχρι τις μέρες μας.
Το ότι από την καταγραφή/ανάλυση λείπει η ένταξη στοιχείων που αναφέρονται στο χώρο του ΠΑΣΟΚ -όχι όμως και στις συνδικαλιστικές εκφράσεις αυτού του χώρου-, αποτελεί συνειδητή επιλογή του συγγραφέα, η οποία εξηγείται έντιμα και για μένα τουλάχιστον ξεκάθαρα στον πρόλογό του, όπου τονίζεται ότι: «Αν και εντάσσεται στη σοσιαλδημοκρατία... το ΠΑΣΟΚ δεν καταγράφεται στη λαϊκή συνείδηση ως κόμμα της Αριστεράς, ανεξαρτήτως του... αν μεγάλο μέρος της στελέχωσής, των μελών και των ψηφοφόρων του αυτοαναγνωρίζεται ως αριστερό, παραμένει, και λόγω ιστορικής προέλευσης και λόγω σύνθεσης, λειτουργίας και πολιτικής κατεύθυνσης, κόμμα αστικό, με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τον νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό και την επιδίωξη υπαγωγής των συμφερόντων εργατικών και λαϊκών στρωμάτων και τάξεων στη στρατηγική εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου».
Εκεί που ίσως μπορεί κανείς να σταθεί κριτικά είναι σε κάποιες επιμέρους παρατηρήσεις, ουσιαστικά συμπληρώσεις, όπως π.χ. στο γενικό μέρος του λήμματος για το αγροτικό κίνημα, όπου δεν γίνεται αναφορά στις μαζικές μορφές που έλαβε στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και στη Βουλγαρία κατά το μεσοπόλεμο, και κυρίως στην επιλογή καταγραφής ή μη καταγραφής προσώπων τόσο του χθες όσο και κυρίως του σήμερα. Σ’ αυτή την κατηγορία, η λημματογράφηση είναι ελλιπής. Αν αφορούσε μόνο στελέχη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, τότε μια σειρά ηγετικά στελέχη της Αριστεράς χωρίς συνδικαλιστική δράση που καταγράφει θα ήταν περιττά. Αν όμως, όπως επιχειρεί, περιλαμβάνει και τις δυο κατηγορίες, τότε λείπουν από την καταγραφή σημαντικά πρόσωπα. Παραδειγματικά αναφέρω απουσίες προσώπων όπως ο Σταύρος Καρράς, ο Λευτέρης Ελευθερίου, ο Σάκης Καράγιωργας, η Καίτη Ζεύγου, η Μαρία Καραγιώργη, η Μαρία Σβώλου, η Βάσω Θανασέκου, ο Παύλος Νεφελούδης, ο Αντώνης Αμπατιέλος, η Αύρα Παρτσαλίδου, η Ρούλα Κουκούλου, ο Σάββας Μιχαήλ, ο Γιάννης Φελέκης, ο Κώστας Φιλίνης, ενώ υπάρχει αναφορά κάποιων δευτεραγωνιστών σε σχέση με τη δράση των παραπάνω και δεν εννοώ προφανώς τους ανθρώπους της πολιτιστικής δημιουργίας, που για πρώτη φορά καταγράφονται, εκτός λίγων ιδιαίτερα «επώνυμων», ως πρόσωπα του αριστερού κινήματος.
Βέβαια ο Αλεξάτος στην τελευταία παράγραφο του προλόγου του διευκρινίζει ότι «Το Λεξικό αυτό αποτελεί την πρώτη μορφή μιας δουλειάς που πρόκειται να συνεχισθεί. Υπάρχει η επίγνωση κενών και παραλείψεων (και ότι) σε μια επόμενη έκδοση θα ...αξιοποιηθούν σχόλια και παρατηρήσεις και θα προστεθούν πληροφορίες και στοιχεία που ίσως αγνοήθηκαν». Προς αυτή την κατεύθυνση λοιπόν εντάσσεται και αυτή η κριτική παρατήρηση, που σε τίποτε δεν μειώνει το αναντικατάστατο και σημαντικό της εργασίας του. Εργασίας που η αριστερά -τουλάχιστον η δική μας ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά- οφείλει όχι μόνο να μελετήσει αλλά και, γιατί όχι, να προβάλλει διοργανώνοντας εκδηλώσεις προβολής αυτού του τόσο χρήσιμου και αναντικατάστατου έργου του Γιώργου Αλεξάτου.