του Γιώργου Αλεξάτου |
Περιοδικό Εκτός Γραμμής, Τεύχος 29 / Φεβρουάριος 2012 |
Κάποτε θα ήταν αδιανόητο το ενδεχόμενο να βρεθούν η Ελλάδα και η Κύπρος στην ίδια πλευρά με το Ισραήλ, στο συνολικότερο πλέγμα των οξύτατων ανταγωνιστικών αντιθέσεων της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Κι όμως συνέβη κι αυτό, σε μια κρίσιμη περίοδο ανατροπής των ισορροπιών που κυριάρχησαν στην περιοχή ήδη από τις δεκαετίες του 1950 και ’60. Η ελληνική αστική τάξη, ακόμα και στα χρόνια της αυξημένης παρέμβασης των ΗΠΑ στον καθορισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κάθε άλλο παρά αδιαφόρησε για τις ευκαιρίες που της παρείχε η παρατεταμένη κρίση των σχέσεων των αραβικών χωρών με τις δυτικές δυνάμεις. Η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με τον αραβικό κόσμο την περίοδο αποδιάρθρωσης του παλιού αποικιοκρατικού συστήματος άνοιγε νέα πεδία δράσης στο ελληνικό κεφάλαιο, αποτελώντας έναν από τους βασικούς πυλώνες της ανάδειξης της Ελλάδας σε ισχυρή οικονομική δύναμη στην περιοχή, από τη δεκαετία του 1960. Η πολιτική και στρατιωτική «εξάρτηση» από τις ΗΠΑ σταματούσε στα σημεία που υπαγόρευαν τα οικονομικά συμφέροντα του ελληνικού κεφαλαίου. Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα μπορεί να γίνουν κατανοητές οι παλινωδίες και τα αδιέξοδα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σχετικά με το εθνικό ζήτημα της Κύπρου, που έθετε σε διαρκή κίνδυνο τη συνοχή τής (αποτελούμενης από Ελλάδα και Τουρκία) νοτιανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Εντούτοις, όσο κι αν στην ελληνοτουρκική διένεξη κυριάρχησαν οι ταλαντεύσεις, στις σχέσεις με τις αραβικές χώρες διλήμματα δεν υπήρξαν. Η Ελλάδα, παρόλο που αναγνωριζόταν ως μια από τις πιστές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, τάχθηκε υπέρ των δικαίων του λαού της Παλαιστίνης. Από την πλευρά τους, οι αραβικές χώρες, με προεξάρχουσες την Αίγυπτο του Νάσερ και τη Συρία του κόμματος Μπάαθ, τοποθετήθηκαν σταθερά στο πλευρό της Κύπρου, καθώς ενδεχόμενη διχοτόμηση θα μετέτρεπε τη Μεγαλόνησο σ’ αυτό που πάντα επιδίωκαν οι ιμπεριαλιστές: αβύθιστο αεροπλανοφόρο του ΝΑΤΟ, στην υπηρεσία του κράτους-τρομοκράτη, του Ισραήλ. Ανακατατάξεις και επικίνδυνες συμμαχίες Οι κοσμοϊστορικές αλλαγές που συντελέστηκαν το 1989-’91 διαμόρφωσαν νέα κατάσταση στην περιοχή. Ο εξαναγκασμός των Παλαιστινίων να αποδεχτούν λύσεις περιορισμένης κυριαρχίας στο ελάχιστο δυνατό του εδάφους που τους ανήκει και το σχέδιο Ανάν για τη διχοτόμηση της Κύπρου και την αναγνώριση στους ιμπεριαλιστές του δικαιώματος επιδιαιτησίας αποτέλεσαν κομμάτια του ίδιου παζλ. Έπειτα από μια περίοδο στενότερης σύσφιγξης των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων προκαλούν νέες ανακατατάξεις, με κύριο στοιχείο τη ρήξη των σχέσεων των δυο μακρόχρονων συμμάχων. Η Τουρκία αναζητά πλέον άλλο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, και στην κατεύθυνση αυτή στοχεύει η επιδίωξη για ανάδειξή της σε ηγετική δύναμη του ισλαμικού κόσμου. Οι νέοι δυναμικοί προσανατολισμοί της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής συμπίπτουν με ακόμη δύο σημαντικές εξελίξεις: η Αίγυπτος, μετά την ανατροπή του Μουμπάρακ, αναπτύσσει προνομιακές σχέσεις με την Τουρκία, καθώς η τελευταία οξύνει την αντιπαράθεσή της με το σιωνιστικό κράτος, και στον Ερντογάν αναγνωρίζεται ο ρόλος του εγγυητή των παλαιστινιακών δικαίων. Ενώ η Τουρκία διεκδικεί αυτόν τον ρόλο, η Ελλάδα συσφίγγει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, προβάλλοντας το αξίωμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Η σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου και Ισραήλ, που περιλαμβάνει τους τομείς της άμυνας, της ενέργειας, του τουρισμού και των επενδύσεων, τείνει να ολοκληρωθεί με την προώθηση τριμερούς μνημονίου συνεννόησης, και στην κατεύθυνση αυτή αποσκοπούν οι αλλεπάλληλες ανταλλαγές επισκέψεων κυβερνητικών παραγόντων. Ο Μπεγλίτης επισκέπτεται ως υπουργός Άμυνας το Τελ Αβίβ, ενώ ο Ντάνι Αγιαλόν, υφυπουργός Άμυνας του Ισραήλ, είναι ο πρώτος ξένος επίσημος που επισκέφτηκε την Αθήνα μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου. Εντούτοις, η συμμαχία Ελλάδας και Κύπρου με το Ισραήλ δεν πείθει και τόσο πως υπαγορεύεται αποκλειστικά και μόνο από οικονομικούς λόγους και από την ανάγκη ανάσχεσης του τουρκικού κινδύνου. Είναι φανερό πως εντάσσεται στο πλαίσιο ανατροπής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με τη στενότερη πρόσδεσή της στην πολιτική των ισχυρών της Δύσης, πρώτα και κύρια των ΗΠΑ. Αυτή η αλλαγή πολιτικής ενισχύθηκε με την υπόθεση του καθορισμού της κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), με αφορμή την ανακάλυψη κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στον υποθαλάσσιο χώρο νοτιανατολικά του νησιού. Η εξαγγελία της έναρξης ερευνών για τον εντοπισμό των κοιτασμάτων συνάντησε την οξύτατη αντίθεση της Άγκυρας, που έθεσε ζήτημα σχετικά με το κατά πόσο η Κυπριακή Δημοκρατία έχει δικαίωμα εκμετάλλευσης της κυπριακής ΑΟΖ, καθώς –σύμφωνα με την Τουρκία– δεν εκπροσωπεί το σύνολο του κυπριακού λαού, αλλά μόνο την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Κι όμως, η Τουρκία κάθε άλλο παρά απομονωμένη βρίσκεται από τη Δύση. Η πρόσφατη συμφωνία της με τον ολλανδοβρετανικό πετρελαϊκό κολοσσό της Shell δεν είναι η μόνη εξέλιξη που μετριάζει τους διθυραμβικούς τόνους Ελλάδας και Κύπρου. Σοβαρά ερωτήματα εγείρουν και οι δισταγμοί της Noble Energy στη γρήγορη και δυναμική αξιοποίηση των κυπριακών κοιτασμάτων. Τώρα αλλάζει ακόμα και ο προσανατολισμός διάθεσης των προϊόντων. Αντί της Ευρώπης, η Noble Energy στρέφεται προς τις αγορές της Άπω Ανατολής, και κυρίως στην Κίνα, οπότε η μεγάλη απόσταση προκαλεί επιπρόσθετα προβλήματα, ενδεχομένως και ανεπίλυτα. Παρά την προβολή προσχημάτων (;) τεχνικής και οικονομικής φύσης, είναι φανερό ότι η Τουρκία δεν έχει εγκαταλειφθεί ούτε από τις ΗΠΑ. Η αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή, η ανάδειξή της σε δύναμη που μπορεί να αποτελέσει τον έγκυρο μεσολαβητή μεταξύ των αραβικών χωρών και της Δύσης δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορες τις ΗΠΑ. Καθώς οι εξελίξεις που δρομολόγησαν οι αραβικές εξεγέρσεις αναδιατάσσουν δυνάμεις και συμμαχίες στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται ξαφνικά απομονωμένες από τους επί δεκαετίες φυσικούς τους συμμάχους. Η συμμαχία με το Ισραήλ όχι μόνο δεν απομακρύνει τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει για Ελλάδα και Κύπρο ο τουρκικός επεκτατισμός, αλλά τον φέρνει ακόμα πιο κοντά, καθώς η ελληνική πλευρά επιλέγει την ασταθή στήριξη από δυνάμεις, στα συνολικότερα γεωστρατηγικά σχέδια, των οποίων προφανώς και δεν αποτελεί προτεραιότητα η υποστήριξη των όποιων δικαίων θεωρούν πως έχουν Ελλάδα και Κύπρος. Ελλάδα και Κύπρος, απεναντίας, κινδυνεύουν να εμπλακούν σε σοβαρές περιπέτειες χάρη του Ισραήλ, σε μια περίοδο απομόνωσής του στην περιοχή. Επιπλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία χάνει μια μοναδική ευκαιρία προώθησης της λύσης του Κυπριακού, με όρους που θα εξυπηρετούσαν το στόχο της επανένωσης του νησιού με τη συγκατάθεση των Τουρκοκυπρίων και τον παραμερισμό της Τουρκίας. Αν από τις κυβερνήσεις της Αθήνας δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι άλλο, οι ευθύνες του Χριστόφια και του ΑΚΕΛ είναι τεράστιες, και η πολιτική που ακολουθείται βρίσκεται στον αντίποδα των αντιιμπεριαλιστικών παραδόσεων της κυπριακής Αριστεράς. |