"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Ρ-Ω

2023-09-16 23:06

Ρ

 

Ραβάνης-Ρεντής Δημήτρης (1925-1996). Ποιητής και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, οργάνωσε το «Θέατρο Δρόμου» και το «Θέατρο του Βουνού», και έγραψε στίχους πολλών αντάρτικων τραγουδιών. Στα 1949-68 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στο Βουκουρέστι. Έγραψε τα βιβλία «Το ημερολόγιο της προσφυγιάς ενός αντάρτη», «Ένα κομμάτι ουρανός», «Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη» κ.ά.

 

Ράπτης Μιχάλης (Σπέρος ή Πάμπλο) (1911-1996). Ηγετική φυσιογνωμία του διεθνούς τροτσκιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια και το 1916 εγκαταστάθηκε στην Κρήτη. Ως φοιτητής του Πολυτεχνείου της Αθήνας συνδέθηκε το 1928 με τον αρχειομαρξισμό και στη συνέχεια συμμετείχε στην κίνηση των «φραξιονιστών» και στην Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα (ΚΕΟ). Το 1933 πήρε μέρος στην ίδρυση της Λενινιστικής Αντιπολίτευσης του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ) και μετά τη διάσπασή της, το 1933, ίδρυσε τη Λενινιστική Ένωση, η οποία τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκε με τον Σπάρτακο του Παντελή Πουλιόπουλου και συγκροτήθηκε η Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Πιάστηκε από τη δικτατορία Μεταξά, εξορίστηκε στη Φολέγανδρο και στην Ακροναυπλία, αλλά αφέθηκε ελεύθερος με τον όρο να φύγει από την Ελλάδα.

Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και το 1938 εκπροσώπησε την Ενιαία ΟΚΔΕ στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης Διεθνούς. Συμμετείχε στην ηγεσία του γαλλικού τροτσκιστικού Διεθνιστικού Εργατικού Κόμματος και κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής υποστήριξε τη συμμετοχή στην αντιφασιστική Αντίσταση. Το 1942 έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Γραμματείας της 4ης Διεθνούς και το 1944 εκλέχτηκε οργανωτικός γραμματέας του Ευρωπαϊκού Γραφείου. Το 1946 ήρθε παράνομα στην Ελλάδα και παρακολούθησε τις εργασίες του Ιδρυτικού Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΔΚΕ), έχοντας ασκήσει οξύτατη κριτική στους Έλληνες τροτσκιστές για την αποχή τους από το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης.

Επικεφαλής του διεθνούς τροτσκιστικού κινήματος, ως γραμματέας της 4ης Διεθνούς, υποστήριξε την προσαρμογή του τροτσκιστικού κινήματος στις συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη διάψευση της πρόβλεψης πως ο πόλεμος θα οδηγούσε σε πανευρωπαϊκή σοσιαλιστική επανάσταση και στην ανατροπή του σταλινισμού στην ΕΣΣΔ. Θεωρούσε πως η κυριαρχία της γραφειοκρατίας στο εργατικό κίνημα και στα εργατικά κράτη έχει ισχυρές βάσεις και αποτελεί φαινόμενο μιας μεγάλης ιστορικής περιόδου, κατά την οποία το τροτσκιστικό κίνημα είναι υποχρεωμένο να βρίσκει τρόπους σύνδεσης με τους εργαζόμενους, ακόμη και με τη συμμετοχή των μελών του στα μαζικά εργατικά κόμματα (εισοδισμός). Παράλληλα, εκτίμησε ως ιδιαίτερα σημαντικούς για το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα τους αντιαποικιοκρατικούς αγώνες, που οδηγούν στην αποδιάρθρωση του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος.

Λόγω της ενεργητικής υποστήριξης στην Αλγερινή Επανάσταση, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Παρίσι και να καταφύγει στο Άμστερνταμ, όπου συνελήφθη και φυλακίστηκε. Μετά την απελευθέρωση της Αλγερίας έγινε σύμβουλος του Αλγερινού προέδρου Μπεν Μπελά στα 1962-65 και εισηγήθηκε την εφαρμογή μορφών αυτοδιαχείρισης στην αλγερινή οικονομία. Το 1965 ορίστηκε από τον Μακάριο πρόξενος της Κύπρου στην Αλγερία, αλλά μετά την ανατροπή του Μπεν Μπελά του επιβλήθηκε κατ’ οίκον περιορισμός και διέφυγε κρυφά από τη χώρα.

Ήδη από το 1962 είχε απομακρυνθεί από την ηγεσία της 4ης Διεθνούς, από την οποία αποχώρησε το 1964 και ίδρυσε τη Διεθνή Επαναστατική Μαρξιστική Τάση. Εξέδωσε στη Γαλλία το περιοδικό «Κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού», ανέπτυξε δραστηριότητα ενάντια στην ελληνική στρατιωτική δικτατορία και συνέχισε τη διεθνιστική του δραστηριότητα, διοργανώνοντας καμπάνιες για την υποστήριξη αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων. Η τάση που ίδρυσε αυτοδιαλύθηκε το 1988 και ο Ρ. επαναπροσχώρησε το 1995 στην 4η Διεθνή. Τα τελευταία του χρόνια τα έζησε στην Αθήνα. Έγραψε τα βιβλία «Αυτοδιαχείριση - Σοσιαλισμός», «Εκτός συνόρων», «Η πολιτική μου αυτοβιογραφία» κ.ά.

 

Ρασούλης Μανώλης (1945-2011). Στιχουργός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και κατά τη δικτατορία διέφυγε στο εξωτερικό και μέχρι το 1975 ήταν μέλος της Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ). Ασχολήθηκε με μεγάλη επιτυχία με τη στιχουργία λαϊκών τραγουδιών.

 

Ραυτόπουλος Δημήτρης (1924-). Κριτικός της λογοτεχνίας και συγγραφέας. Γεννήθηκε στον Πειραιά και σπούδασε στο Παρίσι. Συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση και στο ΚΚΕ, και εξορίστηκε στα χρόνια του Εμφυλίου. Υπήρξε συντάκτης του περιοδικού της ΕΠΟΝ «Νέα Γενιά», της εφημερίδας του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» και της «Αυγής», και ένας από τους βασικούς συντελεστές στην έκδοση της «Επιθεώρησης Τέχνης» στα 1955-67. Με τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968 τάχθηκε με την ανανεωτική Αριστερά. Στα 1975-76 ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού «Ηριδανός». Έχει γράψει τα βιβλία «Τέχνη και εξουσία», «Σημεία στίξης», «Εμφύλιος και λογοτεχνία» κ.ά.

 

Ραφαηλίδης Βασίλης (1934-2000). Συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου. Γεννήθηκε στα Σέρβια της Κοζάνης, σπούδασε σκηνοθεσία στην Αθήνα και συνεργάστηκε με την «Επιθεώρηση Τέχνης», τη «Δημοκρατική Αλλαγή» και τον «Ελληνικό Κινηματογράφο». Φυλακίστηκε από τη δικτατορία στα 1967-68 και κατόπιν εξέδωσε μαζί με τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος», το οποίο διηύθυνε έως το 1973, καθώς και τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια. Μετά τη δικτατορία συνεργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφος και αρθρογράφος με τις εφημερίδες «Το Βήμα» και «Έθνος». Έγραψε τα βιβλία «Πέρα από τον κινηματογράφο», «Η μεγάλη περιπέτεια του μαρξισμού», «Ιστορία (κωμικοτραγική) του ελληνικού κράτους 1830-1974», «Επαναστατικά και απελευθερωτικά κινήματα» κ.ά.

 

Ρεβιζιονισμός. Βλ. Αναθεωρητισμός.

 

ρεφορμισμός (μεταρρυθμισμός). H αντίληψη και πολιτική πρακτική της προώθησης κοινωνικών αλλαγών μέσα από σταδιακές μεταρρυθμίσεις. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη reforme (μεταρρύθμιση). Στην ιστορία του διεθνούς εργατικού κινήματος ο ρ. χρησιμοποιείται ως έννοια αντιπαραθετική προς τη στρατηγική του επαναστατικού μετασχηματισμού.

Η μαρξιστική κριτική στον ρ. έγκειται στην απόρριψη της αυταπάτης της σταδιακής κοινωνικής αλλαγής, καθώς οι μεταρρυθμίσεις στις οποίες το εργατικό κίνημα υποχρεώνει την αστική τάξη και το αστικό κράτος συχνά είναι ενσωματώσιμες από το καπιταλιστικό σύστημα ή μπορεί και να ανατραπούν, στον βαθμό που αλλάζει αρνητικά ο συσχετισμός δυνάμεων. Ο αγώνας για επιμέρους ή συνολικότερες μεταρρυθμίσεις μπορεί να είναι αποτελεσματικός όταν εντάσσεται στην επαναστατική προοπτική, ακριβώς γιατί το αστικό κράτος δεν είναι ουδέτερος μηχανισμός, που μπορεί μέσα από μεταρρυθμίσεις να μπει στην υπηρεσία της εργατικής τάξης. Κατά συνέπεια, ο αγώνας για μεταρρυθμίσεις, κατακτήσεις κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας των εργαζόμενων κ.λπ., είναι μεν αναγκαίος και αποτελεί συστατικό στοιχείο της ταξικής πάλης, αλλά ο συνολικός κοινωνικός μετασχηματισμός, άρα η κατοχύρωση και διεύρυνση αυτών των κατακτήσεων, συνδέεται με την προοπτική αντικατάστασης της αστικής εξουσίας από την εργατική ή την εργατική-λαϊκή.

O εξελικτικός και μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός αποτέλεσε διακηρυκτικό στόχο στελεχών και κινήσεων του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, ήδη από τον 19ο αιώνα. Ο ρ. δεν ήταν πάντα διακριτή τάση, καθώς η ιδεολογική κατεύθυνση των πρωτοπόρων σοσιαλιστών ήταν συγκεχυμένη. Στον ρ. αναφέρονταν αργότερα τάσεις που προσέγγισαν τη Σοσιαλιστική Διεθνή (τάσεις Νίκου Γιαννιού, Γεωργίου Γεωργιάδη κ.ά.), σε αντίθεση με τον προσανατολισμό του ΣΕΚΕ προς την Κομμουνιστική Διεθνή.

Η κυριαρχία του ΚΚΕ στο ελληνικό εργατικό κίνημα συνέβαλε ώστε μεγάλο μέρος των σοσιαλιστών του Μεσοπολέμου (της πλειοψηφίας όσων συσπειρώθηκαν μετά το 1931 στο ΣΚΕ) να αποφεύγουν τον αυτοπροσδιορισμό τους ως ρεφορμιστών.

Για ρεφορμιστική παρέκκλιση κατηγορήθηκε το ΚΚΕ από τον τροτσκιστικό και αρχειομαρξιστικό χώρο, κυρίως μετά το 1934 και την υιοθέτηση του προγράμματος της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Αντίστοιχα, ρεφορμιστική χαρακτηρίστηκε η πολιτική του ΚΚΕ και της ΕΔΑ από τους διαφωνούντες στην αλλαγή πολιτικής μετά το 1956, μέρος των οποίων συγκρότησε το μ-λ κίνημα. Ως ρεφορμιστική αντιμετωπίστηκε στη συνέχεια από το ΚΚΕ η πολιτική του ΚΚΕ εσ.

Χαρακτηριστική ιδιομορφία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος ήταν ο επί δεκαετίες χαρακτηρισμός ως ρεφορμιστών των εκπροσώπων του συντηρητικού συνδικαλισμού. Μεταδικτατορικά, ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως από τον χώρο της άκρας Αριστεράς, για τον χαρακτηρισμό της πολιτικής των κομμάτων της κοινοβουλευτικής Αριστεράς.

 

Ρήγας του Λαού. Αριστερή δημοκρατική εφημερίδα με σοσιαλιστικές τάσεις. Εκδιδόταν στον Βόλο το 1885.

 

Ρήγας Φεραίος. Η νεολαία του ΚΚΕ εσωτερικού. Ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1967 από πρώην μέλη της Δ.Ν. Λαμπράκη, ως φοιτητική αντιδικτατορική οργάνωση, με τον τίτλο Πανελλαδική Αντιδικτατορική Οργάνωση Σπουδαστών (ΠΑΟΣ) Ρ.Φ., και ανέπτυξε πλούσια αντιδικτατορική δράση εντός και εκτός πανεπιστημίων, καθώς και στο εξωτερικό. Δεκάδες μέλη της συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.

Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, τοποθετήθηκε υπέρ του ΚΚΕ εσωτερικού και τον Ιούνιο του 1974 αυτοανακηρύχτηκε νεολαία του κόμματος, με τον τίτλο Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΠON) Ρ.Φ. Συνέβαλε στην ανάπτυξη του μαζικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος στα 1972-73, αλλά οι πολιτικές επιλογές του κόμματος (αναγνώριση της «φιλελευθεροποίησης» Μαρκεζίνη, αντίθεση στις προωθημένες μορφές πάλης, όπως ήταν και η κατάληψη του Πολυτεχνείου, παρά την ενεργό συμμετοχή του σ' αυτήν, κ.λπ.) προκάλεσαν δυσκολίες στην ανάπτυξη της οργάνωσης σε μια περίοδο έντονης ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας.

Μετά τη δικτατορία μαζικοποιήθηκε κυρίως στον φοιτητικό χώρο, όπου παρέμβαινε με την παράταξη Δημοκρατικός Αγώνας, ενώ συγκρότησε και τη Δημοκρατική Μαθητική Κίνηση. Τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης η εσωτερική της ζωή χαρακτηρίστηκε από την αντιπαράθεση σχετικά με την ταυτότητά της ως κομμουνιστικής ή πλατιάς αριστερής οργάνωσης. Στην A΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, το 1976, μετονομάστηκε σε Ελληνική Κομμουνιστική Νεολαία (ΕΚΟΝ) Ρ.Φ. Δύο χρόνια αργότερα διασπάστηκε, με την αποχώρηση της αριστερής της πτέρυγας που συγκρότησε την ΕΚΟΝ Ρ.Φ. (Β΄ Πανελλαδική). Μετά τη διάλυση του ΚΚΕ εσωτερικού, το 1987, ο Ρ.Φ. τάχθηκε κατά πλειοψηφία με το ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά. Στα επόμενα χρόνια η οργάνωση συρρικνώθηκε και ο μικρός πυρήνας που απέμεινε μετονομάστηκε το 1999 σε Νεολαία ΑΚΟΑ.

Δημοσιογραφικό όργανο της οργάνωσης ήταν ο «Θούριος», που εκδιδόταν παράνομα στα χρόνια της δικτατορίας και νόμιμα στη συνέχεια, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Μεταξύ των στελεχών που υπήρξαν γραμματείς του Ρ.Φ. ήταν οι Μίμης Μανωλάκος, Λευτέρης Τσίλογλου, Γιάννης Καούνης, Κώστας Κωσταράκος, Γιάννης Βούλγαρης, Μάνος Σωτηριάδης, Μπάμπης Γεωργούλας, Νίκος Βούτσης, Νίκος Φίλης κ.ά.

 

Ρηγόπουλος Ανδρέας (1821-1889). Από τους πρωτοπόρους αριστερούς δημοκράτες του 19ου αιώνα, διανοούμενος και ποιητής. Γεννήθηκε στην Πάτρα, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και πολιτικές επιστήμες στην Ιταλία, και γνωρίστηκε με επιφανείς σοσιαλιστές, μεταξύ των οποίων και ο Καρλ Μαρξ. Το 1865 εκλέχτηκε βουλευτής και τα επόμενα χρόνια συμπαραστάθηκε σε πρωτοβουλίες συγκρότησης του σοσιαλιστικού και αναρχικού κινήματος της Πάτρας, όπως η ίδρυση του Δημοκρατικού Συνδέσμου. Έθεσε ο ίδιος τέλος στη ζωή του.

 

Ρήγος Άλκης (1946-). Στέλεχος της Αριστεράς, πανεπιστημιακός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Πάντειο, στην οποία αργότερα αναδείχθηκε καθηγητής. Υπήρξε στέλεχος του ΚΚΕ εσ., του ΚΚΕ Εσ. / Α.Α., του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ. Έχει γράψει τα βιβλία «Η Β΄ Ελληνική Δημοκρατία», «Τα κρίσιμα χρόνια» (2 τόμοι), «Ελληνικό πανεπιστήμιο και φοιτητικό κίνημα» κ.ά.

 

Ρήξη. Περιοδικό που εκδόθηκε το 1979 από την Ομάδα για μια Προλεταριακή Αριστερά (ΟΠΑ) και στη συνέχεια αποτέλεσε κέντρο συσπείρωσης ομώνυμης ομαδοποίησης. Μέχρι το 1985 πρόβαλε θέσεις επηρεασμένες από την ιταλική Εργατική Αυτονομία. Κατόπιν και μέχρι το 1993, εκδιδόταν ως περιοδικό του εναλλακτικού κινήματος. H ομάδα της P. συμμετείχε στους Οικολόγους-Εναλλακτικούς. Βασικός συντελεστής της έκδοσής της ήταν ο Γιώργος Καραμπελιάς, ο οποίος την επανεκδίδει από το 2006, ως εφημερίδα.

 

Ριζοσπάστης. Η εφημερίδα του ΚΚΕ. Εκδόθηκε στα 1908-11 από τον Γεώργιο Φιλάρετο, ως εβδομαδιαία ριζοσπαστική δημοκρατική εφημερίδα. Επανεκδόθηκε το 1916 στη Θεσσαλονίκη, υποστηρίζοντας το βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Άμυνας και από τον επόμενο χρόνο εκδιδόταν στην Αθήνα από τον Γιάννη Πετσόπουλο και προσανατολίστηκε στις σοσιαλιστικές ιδέες.

Συνδέθηκε με το ΣΕΚΕ και το 1920 έγινε επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του κόμματος και της ΓΣΕΕ, η οποία μέχρι το 1925 ήταν οργανικά συνδεδεμένη με το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ. Σε όλη την περίοδο του Μεσοπολέμου αντιμετώπιζε προβλήματα λογοκρισίας, διώξεις των συντακτών του και απαγορεύσεις της κυκλοφορίας του, εξαιτίας των οποίων από το 1931 έως το 1934 κυκλοφορούσε ως «Νέος Ριζοσπάστης» και μετά το πραξικόπημα του Γεωργίου Κονδύλη, το 1935, αντικαταστάθηκε για ένα διάστημα από την εβδομαδιαία εφημερίδα «Αλήθεια». Στα χρόνια της δικτατορίας Μεταξά κυκλοφορούσε παράνομα, ενώ το 1940 κυκλοφορούσε με τον ίδιο τίτλο «παράνομη» εφημερίδα, όργανο της «Προσωρινής Διοίκησης του ΚΚΕ», που ελεγχόταν από την Ασφάλεια. Συνέχισε την παράνομη έκδοσή του και στα χρόνια της Κατοχής και μάλιστα το 1944, έως τον Σεπτέμβρη, στην περιοχή της Ελεύθερης Ελλάδας. Κατά τα Δεκεμβριανά και έως τις αρχές του '45, εκδιδόταν στα Τρίκαλα..

H περίοδος που ακολούθησε τη Συμφωνία της Βάρκιζας και μέχρι το 1947, όταν την διεύθυνσή της είχε αναλάβει ο Κώστας Καραγιώργης, χαρακτηρίζεται ως η «Χρυσή Εποχή» της εφημερίδας, όχι μόνο για τη μεγάλη κυκλοφορία της, αλλά και λόγω της ποιότητας της ύλης και της στελέχωσής της από σημαντικούς αριστερούς δημοσιογράφους, διανοούμενους, λογοτέχνες και καλλιτέχνες. Η έκδοσή του απαγορεύτηκε το 1947. Κυκλοφόρησε παράνομα το 1948, στα 1950-55 και κατόπιν στα 1968-74, οπότε κυκλοφορούσε και o «Ρ.-Μαχητής», όργανο του ΚΚΕ εσωτερικού.

Ο «P.» κυκλοφορεί νόμιμα, ως καθημερινή εφημερίδα του ΚΚΕ, από τον Σεπτέμβριο του 1974.

 

Ριζοσπάστης-Μαχητής. Δημοσιογραφικό όργανο του ΚΚΕ εσωτερικού που εκδιδόταν παράνομα την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας, από το 1968 έως το 1974. Τα πρώτα φύλλα εκδόθηκαν με τον τίτλο «Μαχητής».

 

Ριζοσπαστική Αριστερή Νεολαία (ΡΑΝ). Οργάνωση νεολαίας της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ). Ιδρύθηκε το 1987, χωρίς να κατορθώσει να μαζικοποιηθεί. Το 1991 αυτοδιαλύθηκε και τα μέλη της εντάχθηκαν στην Ένωση Αριστερών Νέων, τη νεολαία του ενιαίου κόμματος του Συνασπισμού της Αριστεράς.

 

Ρίτσος Γιάννης (1909-1990). Ένας από τους κορυφαίους Νεοέλληνες ποιητές. Γεννήθηκε στη Μονεμβασιά, από πλούσια οικογένεια που πτώχευσε. Μετά τις γυμνασιακές σπουδές στο Γύθειο, απ’ όπου το 1924 έστειλε τα πρώτα του ποιήματα που δημοσιεύτηκαν στη «Διάπλαση των Παίδων», εργάστηκε το 1925 ως τραπεζοϋπάλληλος στην Αθήνα, προσβλήθηκε από φυματίωση και επέστρεψε στην πατρίδα του. Το 1926 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, αλλά η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του και η κατάσταση της υγείας του δεν του επέτρεψαν να τελειώσει τις σπουδές του.

Περνώντας μεγάλα διαστήματα σε σανατόρια, ασχολήθηκε συστηματικά με την ποίηση και συνδέθηκε με το ΚΚΕ. Εργάστηκε κατόπιν ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και χορευτής, και συνεργάστηκε με τους «Νέους Πρωτοπόρους». Το 1934 εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Τρακτέρ» και εργάστηκε ως επιμελητής κειμένων στις εκδόσεις «Γκοβόστη». Συνεργάστηκε με τον «Ριζοσπάστη» και το 1936 έγραψε το ποίημα «Επιτάφιος», εμπνευσμένο από τη δολοφονία εργατών απεργών στη Θεσσαλονίκη. Το βιβλίο ήταν ανάμεσα στα πρώτα που κατασχέθηκαν και κάηκαν σε δημόσια τελετή από τη δικτατορία Μεταξά.

Συμμετείχε ενεργά στο εαμικό κίνημα, αναπτύσσοντας δραστηριότητα στον πολιτιστικό τομέα. Στα 1948-52 εξορίστηκε στη Λήμνο, τη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη. Απελευθερώθηκε μετά από διεθνή καμπάνια διαμαρτυρίας, εντάχθηκε στην ΕΔΑ και μέχρι το 1967 συνεργαζόταν με την «Αυγή» και την «Επιθεώρηση Τέχνης». Στα 1956-57 ταξίδεψε σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων και στην ΕΣΣΔ, και αργότερα στην Κούβα. Με την επιβολή της δικτατορίας, το 1967, εκτοπίστηκε στη Γυάρο, τη Λέρο και τη Σάμο, μέχρι το 1971. Παρέμεινε μέλος του ΚΚΕ μέχρι τον θάνατό του.

Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, όπως το Βραβείο Δημητρόφ, το Βραβείο Λένιν, Βραβείο του ΟΗΕ ως ποιητής της διεθνούς ειρήνης κ.λπ., και εκλέχτηκε επίτιμος διδάκτορας σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια. Αποσπάσματα από έργα του, όπως η «Ρωμιοσύνη», «Οι γειτονιές του κόσμου» κ.ά. έχουν μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη και «Το καπνισμένο τσουκάλι» από τον Χρήστο Λεοντή. Εκτός των άλλων, έγραψε θεατρικά έργα και μετέφρασε έργα ξένων ποιητών.

 

Ρίτσου Έρη (1955-). Συγγραφέας. Κόρη του Γιάννη Ρ., γεννήθηκε στη Σάμο, σπούδασε αγγλική φιλολογία και εργάστηκε ως τραπεζοϋπάλληλος. Υπήρξε επανειλημμένα υποψήφια του ΚΚΕ σε βουλευτικές εκλογές και ευρωεκλογές, και τον Μάιο 2023 εκλέχτηκε βουλεύτρια. Έχει γράψει βιβλία παιδικής λογοτεχνίας, όπως «Οι τρεις βασιλοπούλες», «Η μαύρη πεταλούδα», «Μπαλού, Γκαλού, Νταλού» κ.ά.

 

Ροδάκης Περικλής (1923-2013). Ιστορικός και λογοτέχνης. Γεννήθηκε στα Καλάβρυτα, συμμετείχε στην ΕΠΟΝ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ, και κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε. Απελευθερώθηκε το 1962, συμμετείχε στην ΕΔΑ και εξορίστηκε και πάλι από τη δικτατορία. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ τάχθηκε με την ανανεωτική Αριστερά. Εργάστηκε ως ιδιοκτήτης τυπογραφείου και επιμελητής εκδόσεων. Έγραψε τα βιβλία «Δεκέμβρης 1944», «Τάξεις και στρώματα στη νεοελληνική κοινωνία», «Κλέφτες κι Αρματολοί», «Νίκος Ζαχαριάδης» κ.ά.

 

Ροδοκανάκης Πλωτίνος (1828 ή 1832 – 1865 ή 1866). Ένας από τους πρωτοπόρους Έλληνες αναρχικούς. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε ιατρική στη Βιέννη και συμμετείχε στην Ουγγρική Επανάσταση του 1848. Έζησε στο Βερολίνο και το Παρίσι, όπου σπούδασε φιλοσοφία. Το 1861 ή το 1863 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό και συμμετείχε στη συγκρότηση του μεξικάνικου αναρχικού κινήματος. Σύμφωνα με μια εκδοχή επέστρεψε στην Ευρώπη, ενώ κατά μία άλλη  πέθανε στο Μεξικό.

 

Ρόζα. Πολιτική ομάδα που συγκροτήθηκε από μέλη του Δικτύου για τα πολιτικά και τα κοινωνικά δικαιώματα το 2008 και εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ. Ανάμεσα στα στελέχη της ήταν οι Κώστας Αθανασίου, Γιάννης Αλμπάνης, Νίκος Γιαννόπουλος, Γιάννα Κούρτοβικ, Μάνια Μπαρζέφσκι κ.ά. Το 2013 αυτοδιαλύθηκε, συμβάλλοντας στον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα.

 

Ροζάνης Στέφανος (1942-). Ποιητής και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε στην Κάρυστο και σπούδασε φυσικομαθηματικές επιστήμες. Το 1962 συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού «Μαρτυρίες» και το 1973 στην έκδοση των «Σημειώσεων». Έχει διδάξει σε διάφορα ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, και έχει γράψει τα βιβλία «Δοκίμια κριτικής», «Για το πνεύμα της ουτοπίας», «Διανοούμενοι και νεωτερικότητα» κ.ά.

 

Ροσινάντε. 1. Κίνηση που ιδρύθηκε το 2010 με πλήρη τίτλο Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Ρ.

2. Εφημερίδα που εκδίδεται από την ομώνυμη Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία από την ίδρυσή της, το 2010.

 

Ρουβίκωνας. Κίνηση του αναρχικού χώρου που ιδρύθηκε το 2015 και αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα με δυναμικές πολιτικές παρεμβάσεις και ενέργειες κοινωνικής αλληλλεγύης.

 

Ρούσης Γιώργος (1948-). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, πανεπιστημιακός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα, σπούδασε στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι, και έγινε καθηγητής στην Πάντειο. Στέλεχος του ΚΚΕ έως το 1989, συνεργάστηκε κατά καιρούς μαζί του και αργότερα, ενώ έχει συμμετάσχει και στο ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Έγραψε τα βιβλία «Ασιατικός τρόπος παραγωγής και σοσιαλισμός», «Κομμουνισμός τέλος; Ή η αρχή της ιστορίας;» κ.ά.  

 

Ρουσοπούλου Αγνή (1901-1977). Στέλεχος του γυναικείου και του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά, συνεχίζοντας τις σπουδές της στη Λειψία. Συμμετείχε στον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και σε άλλες γυναικείες κινήσεις, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και υπήρξε στέλεχος της ΕΛΔ και του ΣΚ-ΕΛΔ. Στα 1956-64 ήταν πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου και κατόπιν  συμμετείχε στην ηγεσία της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ).

 

Ρούσος Πέτρος (1908-1991). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Πολυχρονιάδης. Γεννήθηκε
στον Γάνο της ανατολικής Θράκης και έζησε έως το 1923 στην Οδησσό. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στον Πειραιά και εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στο ΣΕΚΕ(Κ). Στα 1929-31 σπούδασε σε ανώτατη κομματική σχολή της Μόσχας. Επιστρέφοντας,
ανέλαβε αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη» και το 1934 αναδείχτηκε στην Κ.Ε. του ΚΚΕ. Φυλακίστηκε μετά το κίνημα του Κονδύλη και εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά στη Φολέγανδρο, απ’ όπου δραπέτευσε το 1941.

Μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. από το 1942, υπέγραψε το Σύμφωνο του Λιβάνου. Ήταν υπουργός Εξωτερικών στην Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση στα 1947-49, και κατόπιν έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας μέχρι το 1974. Παρέμεινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ επί πέντε δεκαετίες και υπήρξε χαρακτηριστική περίπτωση κομματικού στελέχους που ευθυγραμμίστηκε με τις εκάστοτε κυρίαρχες κομματικές επιλογές. Ήταν σύζυγος της Χρύσας Χατζηβασιλείου. Έγραψε το πολύτομο έργο «Η Μεγάλη Πενταετία», καθώς και τα «Βοήθημα νέας ιστορίας της Ελλάδας», «Η Οχτωβριανή Επανάσταση και η Ελλάδα» κ.ά.

 

Ρώτας Βασίλης (1889-1997). Λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Χιλιομόδι Κορινθίας και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή και στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ηθοποιός, στα 1912-26 ήταν αξιωματικός και κατόπιν ασχολήθηκε και πάλι με το θέατρο. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στα 1942-44 ίδρυσε και διηύθυνε τη σχολή Θεατρικό Εργαστήρι. Διώχτηκε στα χρόνια του Εμφυλίου και το 1963 συμμετείχε στην ίδρυση της Πανελλήνιας Λέσχης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης, που υποστήριζε τη στήριξη της Ένωσης Κέντρου από την Αριστερά. Το 1965 εξέδωσε, μαζί με τη σύζυγό του Βούλα Δαμιανάκου, το περιοδικό «Λαϊκός Λόγος». Έγραψε τα βιβλία «Να ζει το Μεσολόγγι», «Θέατρο για παιδιά», «Θέατρο και Αντίσταση» κ.ά.

 

 

 

 

 

Σ

 

Σαββόπουλος Διονύσης (1944-). Μουσικοσυνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή και εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη. Από τα πρώτα του μουσικά έργα, το 1965, επιχείρησε τομή στην ελληνική μουσική, εισάγοντας στοιχεία της δυτικής μπαλάντας και του ροκ. Μετά τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια προσανατολίστηκε σε νεοορθόδοξες θέσεις και αργότερα ήρθε σε ρήξη με την Αριστερά.

 

Σακαρέλος Δημήτρης (1900-1944). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Κροκύλι Φωκίδας και σπούδασε παιδαγωγική στη Λαμία, όπου εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ. Εργάστηκε ως δάσκαλος σε ελληνικά-ποντιακά σχολεία της ΕΣΣΔ και το 1924 εγκαταταστάθηκε στον Πειραιά, δούλεψε ως εργάτης και αναδείχθηκε συνδικαλιστικό στέλεχος. Έχοντας αποδράσει από τη φυλακή το 1934, κατέφυγε ξανά στην ΕΣΣΔ. Συμμετείχε στον ισπανικό Εμφύλιο, επικεφαλής του ελληνικού Τάγματος των Διεθνών Ταξιαρχιών, πήγε και πάλι στη Σοβιετική Ένωση και κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ως μέλος της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής, σκοτώθηκε σε αεροπορικό ατύχημα στη Γιουγκοσλαβία.

 

Σακκάτος Βαγγέλης (1930-). Στέλεχος του τροτσκιστικού κινήματος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Νιοχώρι της Κεφαλονιάς. Εντάχθηκε στα Αετόπουλα και την ΕΠΟΝ, και το 1946 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου αργότερα προσχώρησε στο παράνομο ΚΔΚΕ. Το 1960 μετανάστευσε ως εργάτης στη Γερμανία, ανέπτυξε δραστηριότητα τόσο συνδικαλιστική όσο και στο πλαίσιο των ελληνικών κοινοτήτων, και εξέδωσε την εφημερίδα «Ελληνικός Εργατικός Τύπος». Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1992 και ζει στην Κεφαλονιά. Έγραψε τα βιβλία «Η δίκη μου με τη Σύνοδο για το βιβλίο του Λουνατσάρσκυ», «Κουβέντες από τη σκοπιά ενός μετανάστη», «Μεραρχία Άκουι» κ.ά.

 

Σάλπισμα. Περιοδικό της Προοδευτικής Πανσπουδαστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης (ΠΠΣΠ), που συνδεόταν με το ΚΚΕ (μ-λ). Κυκλοφόρησε το 1976 και η έκδοσή του συνεχίστηκε μέχρι τη διάλυση της ΠΠΣΠ το 1981. Με τον ίδιο τίτλο εκδιδόταν στο Παρίσι, κατά την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας, έντυπο του ίδιου ιδεολογικοπολιτικού χώρου.

 

Σαμαράς Βασίλης (1945-). Στέλεχος του μ-λ κινήματος. Γεννήθηκε στην Πτολεμαΐδα, σπούδασε οικονομικά και νομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ως φοιτητής εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη, για να προσχωρήσει στη συνέχεια στον μ-λ χώρο. Μέλος της ΟΜΛΕ και της ηγεσίας του ΚΚΕ (μ-λ) από την ίδρυσή του, το 1976, ανέλαβε, το 1982, γραμματέας της οργάνωσης που διατηρεί τον ιστορικό τίτλο. Έχει γράψει τα βιβλία «1917-1953, η ιστορία διδάσκει και εμπνέει», «Η Αριστερά απέναντι στον εαυτό της» κ.ά.

 

Σαμαράς Γιάννης (1924-2020). Μαρξιστής οικονομολόγος. Γεννήθηκε στην Αλιστράτη Σερρών, συμμετείχε στο ΕΑΜ και στον αγώνα του ΔΣΕ, και κατέφυγε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ουγγαρία. Σπούδασε οικονομικές επιστήμες και το 1976 έγινε καθηγητής του Πανεπιστημίου Οικονομικών Σπουδών της Βουδαπέστης. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με ζητήματα καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδας, υποστηρίζοντας τις θέσεις του ΚΚΕ για τον κρατικομονοπωλιακό χαρακτήρα της. Μεταξύ άλλων, έχει γράψει το βιβλίο «Κράτος και κεφάλαιο στην Ελλάδα».

 

Σαμαρινιώτης Βασίλης. Βλ. Τζήμας Αντρέας.

 

Σαραντάκος Δημήτρης (1929-2011). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, σπούδασε χημικός μηχανικός και υπήρξε μέλος της ΕΠΟΝ, του ΚΚΕ (στην παρανομία στα 1955-58 και στη νομιμότητα στα 1974-91) και του Συνασπισμού. Έγραψε τα βιβλία «Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης», «Οι αρχαίοι είχαν την πλάκα τους», «Ο Βενετσιάνικος καθρέφτης» κ.ά.

 

Σαράτσης Δημήτριος (1871-1951). Από τους πρωτοπόρους του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος της Θεσσαλίας. Γεννήθηκε στον Βόλο από εύπορη οικογένεια. Έγινε χριστιανοσοσιαλιστής, έχοντας γνωρίσει και τις ιδέες του μαρξισμού, κατά τη διάρκεια των ιατρικών σπουδών του στο Παρίσι. Συνέβαλε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Βόλου και με εισήγησή του ιδρύθηκε το Ανώτατο Παρθεναγωγείο. Στα 1911-14 ήταν ένας από τους βασικούς κατηγορούμενους στην υπόθεση των «Αθεϊκών». Αργότερα προσχώρησε στη Δημοκρατική Ένωση, εκλέχτηκε βουλευτής το 1923 και το 1932 διετέλεσε υφυπουργός Υγείας στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.

 

Σαράφης Στέφανος (1890-1957). Στρατιωτικός, ηγετικό στέλεχος του ΕΛΑΣ. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα, σπούδασε στη Νομική Σχολή, αλλά διέκοψε για οικονομικούς λόγους τις σπουδές του και κατατάχθηκε στον στρατό. Διακρίθηκε στους Βαλκανικούς Πολέμους και σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών. Εντάχθηκε στο βενιζελικό κίνημα Εθνικής Άμυνας, πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο, στην Ουκρανική Εκστρατεία και στη Μικρά Ασία ως ταγματάρχης, και μετά το κίνημα του 1922 υπηρέτησε σε διοικητικές θέσεις και μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία. Το 1926 συμμετείχε στο κίνημα που ανέτρεψε τη δικτατορία Πάγκαλου. Στα 1931-33 ήταν στρατιωτικός ακόλουθος στην ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι. Πήρε μέρος στο βενιζελικό στρατιωτικό κίνημα του 1935 και μετά την αποτυχία του αποτάχθηκε και φυλακίστηκε στην Αίγινα. Τον επόμενο χρόνο αμνηστεύτηκε, αλλά η δικτατορία Μεταξά τον εξόρισε στη Μήλο από το 1937 έως το 1940.

Από το 1941 συμμετείχε σε μη εαμικές αντιστασιακές κινήσεις και το 1943 πήγε στη Θεσσαλία για την οργάνωση αντάρτικων ομάδων. Αιχμαλωτίστηκε από τον ΕΛΑΣ, αλλά προσχώρησε στις τάξεις του και ανέλαβε στρατιωτικός αρχηγός, συμβάλλοντας σημαντικά στην ανάπτυξη του ένοπλου αγώνα. Συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις της Πλάκας, του Λιβάνου και της Καζέρτας. Είχε γίνει ήδη μέλος του ΚΚΕ και μετά τη Βάρκιζα, στην οποία είχε συμμετάσχει ως στρατιωτικός σύμβουλος της εαμικής αντιπροσωπείας, εκτοπίστηκε στην Ικαρία, τη Σέριφο, τη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη.

Το 1951 έγινε αναπληρωματικό μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ και απελευθερώθηκε, αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε. Δραστηριοποιήθηκε ως στέλεχος της ΕΔΑ και εκλέχτηκε και πάλι βουλευτής το 1956. Τον επόμενο χρόνο σκοτώθηκε από αυτοκίνητο που οδηγούσε Αμερικανός λοχίας. Έγραψε τα βιβλία «Ιστορικές αναμνήσεις» και «Ο ΕΛΑΣ».

 

Σαργολόγος Νικόλαος (1895-1974). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, που αποδείχτηκε πράκτορας των κρατικών υπηρεσιών. Ήταν καθολικός από τη Σύρο και εργαζόταν στη Θεσσαλονίκη ως εμποροϋπάλληλος. Συμμετείχε στο 2ο Συνέδριο του ΣΕΚΕ το 1920 και το 1922 εκλέχτηκε γραμματέας του κόμματος. Τον επόμενο χρόνο αποπέμφθηκε, έχοντας κατηγορηθεί για ύποπτους χειρισμούς και για υπεξαίρεση χρημάτων. Το 1925 ήταν μάρτυρας κατηγορίας στις δίκες των στελεχών του ΚΚΕ για το Μακεδονικό. Έφυγε κατόπιν στην Αμερική και ίδρυσε εκκλησία στο Σικάγο. Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν είχε εισχωρήσει ως πράκτορας στο κόμμα ή έγινε στη συνέχεια.

 

Σαρή Ζωρζ (1925-2012). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού και συγγραφέα Ζωρζ Σαριβαξεβάνη-Καρακώστα. Γεννήθηκε στην Αθήνα και η μητέρα της ήταν Γαλλίδα. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Το 1947 κατέφυγε στη Γαλλία, απ’ όπου επέστρεψε το 1962 και από το 1969 ασχολούνταν κυρίως με την παιδική λογοτεχνία. Παρέμεινε ενταγμένη στην Αριστερά μέχρι τον θάνατό της. Έγραψε τα βιβλία «Ο θησαυρός της Βαγίας», «Κόκκινη κλωστή δεμένη», «Το γαϊτανάκι» κ.ά.

 

Σαχίνης Μήτσος (1920-2004). Στέλεχος του κομμουνιστικού και του συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Μέλος του ΚΚΕ από το 1943, συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση και στα 1947-53 φυλακίστηκε. Δραστηριοποιήθηκε κατόπιν στην ΕΔΑ και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, και φυλακίστηκε και πάλι επί Χούντας. Υπήρξε αντιπρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης και στα 1978-89 βουλευτής του ΚΚΕ.

 

Σβορώνος Νίκος (1911-1989). Μαρξιστής ιστορικός. Γεννήθηκε στη Λευκάδα, σπούδασε στην Αθήνα και το Παρίσι, πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο και κατά την περίοδο της Κατοχής εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Μετά την Απελευθέρωση κατέφυγε στη Γαλλία, όπου εργάστηκε ως ερευνητής και πανεπιστημιακός. Το 1975 επέστρεψε στην Ελλάδα και έγινε καθηγητής στα πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης, Κρήτης και Αθήνας. Παρέμεινε ανένταχτος στον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς μέχρι το τέλος της ζωής του. Ασχολήθηκε κυρίως με θέματα βυζαντινής και νεότερης ελληνικής ιστορίας. Έγραψε τα βιβλία «Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα», «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας», «Ανάλεκτα νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας», «Το ελληνικό έθνος» κ.ά.

 

Σβώλος Αλέξανδρος (1892-1956). Ηγετική προσωπικότητα της σοσιαλιστικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στο Κρούσοβο της Μακεδονίας, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ειδικεύτηκε στο Συνταγματικό Δίκαιο. Οπαδός του κρατικού μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, συνδέθηκε με τους Κοινωνιολόγους και στα 1917-20 ήταν υπεύθυνος Κοινωνικής Πρόνοιας στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Κατά τον Μεσοπόλεμο έγινε καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, συμμετείχε στην ίδρυση του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και αργότερα στην ίδρυση της Ένωσης υπέρ των ελευθεριών. Η δικτατορία Μεταξά  τον εκτόπισε σε νησιά των Κυκλάδων και στη Χαλκίδα.

Τον Απρίλιο 1944 προσχώρησε στο ΕΑΜ και έγινε πρόεδρος της ΠΕΕΑ. Υποστήριξε την υπογραφή των συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας και συμμετείχε στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου. Αν και αποχώρησε από την κυβέρνηση μαζί με τους άλλους εαμικούς υπουργούς, διαφώνησε με την εμπλοκή του ΚΚΕ στη σύγκρουση του Δεκεμβριανών.

Το 1945 έγινε πρόεδρος της ΕΛΔ-ΣΚΕ και παρέμεινε πρόεδρος και μετά τη μετονομασία της σε ΣΚ-ΕΛΔ. Το 1946 διώχτηκε από το Πανεπιστήμιο. Το 1950 εκλέχτηκε βουλευτής με τη Δημοκρατική Παράταξη. Μετά τη διάλυση του ΣΚ-ΕΛΔ, το 1953, συγκρότησε μαζί με τον Γεώργιο Καρτάλη το Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού και εκλέχτηκε ξανά βουλευτής το 1956. Ήταν σύζυγος της Μαρίας Σ. Έγραψε τα βιβλία «Προβλήματα του έθνους και της δημοκρατίας», «Για τη Μακεδονία και τη Θράκη», «Το νέον Σύνταγμα και αι βάσεις του πολιτεύματος» κ.ά.

 

Σβώλου Μαρία (1892-1976). Στέλεχος του κομμουνιστικού και του γυναικείου κινήματος. Το πατρικό της επώνυμο ήταν Δεσύπρη και ήταν σύζυγος του Αλέξανδρου Σ. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε κοινωνιολογία και εργάστηκε στην Επιθεώρηση Εργασίας. Το 1920 συμμετείχε στην ίδρυση του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, από τον οποίο αποχώρησε το 1932 και προσέγγισε την κομμουνιστική Αριστερά. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, το 1944 συμμετείχε στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων και το 1945 έγινε πρόεδρος της Εθνικής Αλληλεγγύης. Εξορίστηκε στα χρόνια του Εμφυλίου και στα 1958-63 ήταν βουλεύτρια της ΕΔΑ. Στα 1964-67 συμμετείχε στην ηγεσία της Πανελλαδικής Ένωσης Γυναικών.

 

Σεβαστίκογλου Γιώργος (1913-1990). Θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και από τον επόμενο χρόνο έζησε στην Αθήνα. Η γνωριμία του με τον Κάρολο Κουν τον προσανατόλισε στο θέατρο και ήταν ιδρυτικό στέλεχος του Θεάτρου Τέχνης. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και στον θίασο των Ενωμένων Καλλιτεχνών, και κατά τον Εμφύλιο έγινε υπεύθυνος του κινηματογραφικού συνεργείου του ΔΣΕ. Μετά το 1949 έζησε στη Σοβιετική Ένωση και σπούδασε στην Ακαδημία Θεάτρου της Μόσχας. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1965 και την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας κατέφυγε στο Παρίσι, όπου δίδαξε στη Σορβόννη και στο Κονσερβατουάρ. Επέστρεψε ξανά στην Αθήνα μετά την πτώση της δικτατορίας και ασχολήθηκε κυρίως με τη σκηνοθεσία. Ήταν σύζυγος της Άλκης Ζέη. Έγραψε τα βιβλία «Αγγέλα», «Θέατρο» και «Πράξις».

 

Σεϊτανίδης Χαρίδημος (;-1943). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στον Πόντο και ήρθε στην Ελλάδα ως πρόσφυγας. Εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ(Κ), από το οποίο διαγράφηκε το 1924, συμμετείχε στην Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας και στα 1926-36 ανέλαβε την ηγεσία της. Εξορίστηκε στην Ακροναυπλία από τη δικτατορία Μεταξά και παρέμεινε φυλακισμένος μέχρι την εκτέλεσή του από τους Ιταλούς.

 

Σεμερτζίδης Βασίλης (Βάλιας) (1911-1983). Ζωγράφος και χαράκτης. Γεννήθηκε στον Καύκασο, από πατέρα Πόντιο και μητέρα Ρωσίδα. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1923, σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και συνεργάστηκε με τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Κατά την περίοδο της Κατοχής συμμετείχε στο ΕΑΜ και εμπνεύστηκε στο έργο του από το κίνημα Αντίστασης. Από το 1964 έζησε στη Ρόδο.

 

Σεχταρισμός. Πολιτική αντίληψη και πρακτική που περιορίζει τις δυνατότητες πλατιάς μαζικής απεύθυνσης και συμμαχιών, στο όνομα της επαναστατικής καθαρότητας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη secta (αίρεση, σχίσμα). Ο σ. προσάπτεται ως κατηγορία κυρίως σε μικρές ομάδες, οργανώσεις και τάσεις της άκρας Αριστεράς, αλλά και σε μαζικά κομμουνιστικά κόμματα, όταν κρίνεται πως η πολιτική τους τα αποκόπτει από ευρύτερες λαϊκές κοινωνικές δυνάμεις ή δυσκολεύει την ενότητα του κινήματος.

Ως χαρακτηριστική περίπτωση σ. αναφέρεται η πολιτική που ακολούθησαν τα κόμματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, μαζί και το ΚΚΕ, στα 1928-34, όταν απέρριπταν την όποια συνεργασία με άλλες αριστερές δυνάμεις, που τις χαρακτήριζαν «σοσιαλφασιστικές». Ο σ. προβλήθηκε ως κατηγορία από το ΚΚΕ προς τις οργανώσεις και τα ρεύματα της άκρας Αριστεράς, ενώ και το ίδιο κατηγορήθηκε για σ., κυρίως από την ανανεωτική Αριστερά. Ως σεχταριστική αντιμετωπίζεται η πολιτική που ακολουθεί το ΚΚΕ μετά το 1991, εξαιτίας της απόρριψης συνεργασιών με άλλες αριστερές δυνάμεις και ιδιαίτερα για την πρακτική του στα μαζικά κινήματα. Αντίστοιχη κριτική ασκείται και σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που είτε επιλέγουν την αυτόκεντρη ανάπτυξή τους είτε απορρίπτουν ευρύτερες συμμαχίες.

 

Σημαία του κομμουνισμού. Όργανο της τροτσκιστικής οργάνωσης Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ), στα 1932-33.

 

Σήματα Καπνού. Περιοδικό της Ομάδας Αντιπληροφόρησης για τη Λατινική Αμερική. Εκδιδόταν στα 2000-05, με υπεύθυνη την Αγγελική Ξύδη.

 

Σημειώσεις. Λογοτεχνικό περιοδικό που κυκλοφορεί από το 1973 από τις εκδόσεις «Έρασμος». Στην έκδοσή του συμμετείχαν οι συντελεστές του προδικτατορικού περιοδικού «Μαρτυρίες», Ρένα Κοσσέρη, Μανώλης Λαμπρίδης, Αντώνης Λαυραντώνης, Βύρων Λεοντάρης, Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Μάριος Μαρκίδης, Μάρκος Μέσκος, Τάσος Πορφύρης, Στέφανος Ροζάνης κ.ά. 

 

Σήμερα. Θεωρητικό και λογοτεχνικό περιοδικό που εκδιδόταν στα 1933-35 από κύκλο διανοουμένων που συνδέονταν με το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας. Ανάμεσα στους συνεργάτες του ήταν οι  Άλκης Θρύλος, Γιάννης Μηλιάδης, Κώστας Ουράνης, Στρατής Σωμερίτης, Ηλίας Τσιριμώκος κ.ά.

 

Σημηριώτης Γιώργος (1879-1964). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στο Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας, μεγάλωσε στη Μυτιλήνη και έζησε τα περισσότερά του χρόνια στην Αθήνα. Συνδέθηκε με το ΚΚΕ από τα χρόνια του Μεσοπολέμου και συμμετείχε στο ΕΑΜ. Έγραψε ποιήματα και πεζά, όπως «Οι τρεις προσφυγοπούλες», θεατρικά, όπως «Η κόκκινη πρωτομαγιά» κ.ά.

 

Σιάντος Γιώργος (1890-1947). Ηγετικό στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Καρδίτσα και πολέμησε στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1920 έγινε μέλος του ΣΕΚΕ(Κ) και ως καπνεργάτης το 1922 έγινε γραμματέας της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και του Π.Γ. από το 1927, ήταν μεταξύ των στελεχών που διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στην εσωκομματική αντιπαράθεση και την κρίση του κόμματος στα 1929-31 και στα 1930-31 αναπλήρωνε τον φυλακισμένο γραμματέα Ανδρόνικο Χαϊτά. Παρέμεινε στην ηγεσία του κόμματος ως μέλος της Κ.Ε., το 1934 έγινε αναπληρωματικό μέλος του Π.Γ. και γραμματέας της Κ.Ο. Πειραιά, και το 1936 εκλέχτηκε βουλευτής Τρικάλων. Η δικτατορία Μεταξά τον εξόρισε στην Ανάφη απ’ όπου δραπέτευσε το 1937, αλλά πιάστηκε και πάλι το 1939 και έμεινε στις φυλακές της Κέρκυρας έως το 1941.

Απέδρασε κατά τη μεταφορά του στην Αθήνα και το 1942 ανέλαβε γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΕ, αντικαθιστώντας τον κρατούμενο στο Νταχάου ηγέτη του κόμματος, Νίκο Ζαχαριάδη. Συμμετείχε στην κυβέρνηση των βουνών (ΠΕΕΑ). Κατά τα Δεκεμβριανά ήταν επικεφαλής της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ και συμμετείχε στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ που υπέγραψε τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Μετά την επιστροφή του Ζαχαριάδη, τον Μάιο 1945, παρέμεινε μέλος του Π.Γ.

Ο Σ. ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της ανάπτυξης του εαμικού κινήματος, αλλά και από τους βασικούς υπεύθυνους για τους πολιτικούς χειρισμούς που το οδήγησαν στην ήττα. Το 1950 κατηγορήθηκε από τον Ζαχαριάδη σαν συνειδητός προβοκάτορας, όργανο της αντίδρασης στις γραμμές του κινήματος. Η μνήμη του αποκαταστάθηκε από το ΚΚΕ το 1957.

 

Σιδέρη Αλόη (1929-2004). Ποιήτρια, μεταφράστρια και εκπαιδευτικός. Γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συμμετείχε στο εαμικό κίνημα ως μέλος της ΕΠΟΝ. Δημοσίευσε ποιητικές συλλογές και μεταφράσεις Αρχαίων Ελλήνων, βυζαντινών και ξένων συγγραφέων. Μεταξύ των έργων της είναι τα «Όψεις ονείρων», «Ο Τσαγκ», «Το πιο τρομαχτικό» κ.ά. 

 

Σίδερης Αριστοτέλης (1889-1975). Στέλεχος του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα, σπούδασε νομικά και το 1911 συμμετείχε  στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου της Κέρκυρας και στην έκδοση της εφημερίδας «Σοσιαλιστική Δημοκρατία». Ως στρατιώτης, ήρθε σε επαφή με τη Φεντερασιόν και το 1915 εκλέχτηκε βουλευτής Θεσσαλονίκης με την υποστήριξή της, συνεργαζόμενος με τους αντιβενιζελικούς, στη βάση της κοινής αντίθεσης στη συμμετοχή της Ελλάδας στον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συμμετείχε στη Βαλκανική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη στο Βουκουρέστι το 1915 και στη Διασυμμαχική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου το 1918, οπότε καταγγέλθηκε για συνεργασία με την κυβέρνηση Βενιζέλου. Πήρε μέρος στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ και το 1922 ήταν μέλος της ηγεσίας του.

Αποχώρησε από το ΣΕΚΕ(Κ) το 1923, διαφωνώντας με τον κομμουνιστικό του προσανατολισμό και συμμετείχε στην ίδρυση της Εργατικής Σοσιαλιστικής Ένωσης Ελλάδας. Στις εκλογές του 1926 ήταν υποψήφιος με το κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, στην κυβέρνηση του οποίου, το 1932, έγινε υφυπουργός Οικονομικών, ενώ το 1929 έγινε γερουσιαστής. Ήταν πανεπιστημιακός καθηγητής, ενώ υπήρξε και διοικητής της Αγροτικής Τράπεζας. Παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης.

 

Σιμόπουλος Κυριάκος (1921-2001). Ιστορικός συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Κραμποβό (Καστανοχώρι) Αρκαδίας, σπούδασε στη Νομική Σχολή και εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Στα 1947-51 εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ασχολήθηκε με την ιστορική έρευνα. Έγραψε το πολύτομο έργο «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τα «Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 21», «Διανοούμενοι και καλλιτέχνες ευτελείς δούλοι της εξουσίας» κ.ά.

 

Σινάκος Μιχάλης (1897-1979). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Επανομή Θεσσαλονίκης και ως αγρότης αναδείχτηκε στέλεχος του συνεταιριστικού κινήματος και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Μέλος της Κ.Ε. του κόμματος από το 1934 έως το 1961, το 1935 σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ στη Μόσχα και το 1936 εκλέχτηκε βουλευτής. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά και μετά από απόδραση, το 1943, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και το 1944 εκλέχτηκε εθνοσύμβουλος της ΠΕΕΑ. Συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ και έως το 1976 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία.   

 

Σινόπουλος Τάκης (1917-1981). Ποιητής και διηγηματογράφος. Γεννήθηκε στην Αγουλινίτσα Ηλείας και σπούδασε ιατρική. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και το 1942 φυλακίστηκε. Έγραψε τα βιβλία «Μεταίχμιο», «Το χρονικό», «Ποιήματα για την Άννα», «Νυχτολόγιο» κ.ά.

 

Σκαρίμπας Γιάννης (1893-1984). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στην Αγία Ευφημία Φωκίδας και από το 1915 και μέχρι το τέλος της ζωής του έζησε στη Χαλκίδα, όπου εργάστηκε ως εκτελωνιστής. Παρέμεινε σταθερά προσανατολισμένος στην κομμουνιστική Αριστερά και το έργο του χαρακτηρίζεται από ύφος εικονοκλαστικό και από την ιδιόρρυθμη γλώσσα του. Έγραψε τα βιβλία «Καϋμοί στο Γριπονήσι», «Το θείο τραγί», «Τα πουλιά με το λάστιχο» κ.ά.

 

Σκάρος Ζήσης (1917-1997). Ψευδώνυμο του λογοτέχνη και θεατρικού συγγραφέα Απόστολου Ζήση. Γεννήθηκε στα Κανάλια Καρδίτσας, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1943 απολύθηκε από τη θέση του στο Ελεγκτικό Συμβούλιο, λόγω της συμμετοχής του στο ΕΑΜ. Το 1944 φυλακίστηκε από τους Γερμανούς. Κατά την περίοδο της δικτατορίας του 1967-74 κατέφυγε στη δυτική Ευρώπη. Έγραψε τα βιβλία «Ψηφίδες», «Ο κόσμος των ελπίδων», «Αντίσταση και πόλεμος» κ.ά.

 

Σκαφίδας Γρηγόρης (1902-1944). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δούλεψε ως εργάτης. Εντάχθηκε στο συνδικαλιστικό κίνημα και στο ΚΚΕ, σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ και το 1934 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. του κόμματος. Παράνομος κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, το 1939 έγινε μέλος του Π.Γ., αλλά πιάστηκε και υπέγραψε δήλωση αποκήρυξης του κομμουνισμού. Αν και υπάρχει η εκδοχή ότι η δήλωση είχε υπογραφεί με εντολή του ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, εκτελέστηκε από μέλη του ΚΚΕ, κατηγορούμενος για συνεργασία με το καθεστώς Μεταξά.

 

Σκλάβαινας Στέλιος (1907-1944). Στέλεχος του ΚΚΕ κατά τον Μεσοπόλεμο. Γεννήθηκε στη Σίφνο και εργαζόμενος στην Αθήνα ως τυπογράφος ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα και το 1929 έγινε μέλος της Ε.Ε. της Ενωτικής ΓΣΕΕ. Με την επέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για το ξεπέρασμα της κρίσης του ΚΚΕ, το 1931, έγινε μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του κόμματος. Εκλέχτηκε βουλευτής το 1932 και το 1936, και ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Παλλαϊκού Μετώπου υπέγραψε το σύμφωνο συνεργασίας με το Κόμμα των Φιλελευθέρων (Σύμφωνο Σοφούλη-Σ.). Κατά τη δικτατορία Μεταξά υπέγραψε δήλωση αποκήρυξης του κομμουνισμού. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, αλλά πιάστηκε από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και εκτελέστηκε στην Καισαριανή την Πρωτομαγιά του 1944.

 

Σκλάβος Κώστας (1901-2004). Στέλεχος του κομμουνιστικού και κατόπιν του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Σμύρνη, συμμετείχε στη Διεθνή Πανεργατική Ένωση της Κωνσταντινούπολης και φοίτησε στο ΚΟΥΤΒ στη Μόσχα. Το 1924 ανέλαβε τη διεύθυνση της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» και στα 1925-26 εξορίστηκε στην Ανάφη. Το 1928 αποχώρησε από το ΚΚΕ με την ομάδα των «κεντριστών» και συμμετείχε στην Ενωμένη Αντιπολίτευση έως το 1929, οπότε διαφώνησε με τον χαρακτήρα της κίνησης ως αντιπολιτευτικής, υποστηρίζοντας την ανάγκη «απογαλακτισμού από το ΚΚΕ».

Παρέμεινε ανένταχτος τα επόμενα χρόνια και κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ, ως στέλεχος του Κόμματος Εργασίας του Γεωργίου Γεωργιάδη. Το 1946 εντάχθηκε στο ΣΚ-ΕΛΔ, για να αποχωρήσει σύντομα, χαρακτηρίζοντας το «φιλοκομμουνιστικό». Από το 1948 δραστηριοποιήθηκε στη Σοσιαλιστική Κίνηση Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.

 

Σκληρός Γεώργιος (1878-1919). Ένας από τους πρώτους Έλληνες μαρξιστές διανοούμενους. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Κωνσταντινίδης. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα και το 1896 εγκαταστάθηκε στην Οδησσό, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Το 1901 γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή της Μόσχας και συνδέθηκε με σοσιαλιστικούς κύκλους. Συμμετείχε στη Ρωσική Επανάσταση του 1905 και κατέφυγε στην Εσθονία, όπου συνέχισε τις σπουδές του, και το 1906 πήγε στην Ιένα της Γερμανίας, όπου σπούδασε βιολογία. Το 1907 έγραψε «Το κοινωνικό μας ζήτημα», το πρώτο βιβλίο που επιχειρεί τη μελέτη της ελληνικής πραγματικότητας από μαρξιστική άποψη. Εγκαταστάθηκε στο Κάιρο το 1911, όπου συμμετείχε στους κύκλους των Ελλήνων διανοουμένων, υπερασπιζόμενος τον δημοτικισμό και τον μαρξισμό, απ’ τον οποίο, όμως, σταδιακά απομακρύνθηκε.

Ο μαρξισμός του Σκληρού, όπως εμφανίζεται στο «Κοινωνικό μας ζήτημα», παραμένει επηρεασμένος από τον οικονομισμό και τον εξελικτικισμό του Πλεχάνοφ. Στο έργο του αντανακλάται, επίσης, το ξέκομμα από την ελληνική πραγματικότητα και κατά συνέπεια η απουσία αναφοράς σε συγκεκριμένα ζητήματα που τίθονταν εκείνη την περίοδο και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού. Θεωρούσε τη μελλοντική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας ως σταδιακή πορεία προς τα πρότυπα των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών. Έγραψε, επίσης, τα βιβλία «Η μαρξιστική θεωρία της ιστορίας», «Ευρώπη, η πρωτοπόρος ήπειρος» κ.ά.

 

Σκούρα Δάφνη (1925-2020). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και υπήρξε αγωνίστρια της εαμικής Εθνικής Αντίστασης. Το 1963 συμμετείχε στην ίδρυση της Δημοκρατικής Κίνησης Νέων «Γρηγόρης Λαμπράκης» και υπήρξε στέλεχος του κινήματος ειρήνης. Ήταν σύζυγος του αγωνιστή της ειρήνης Ευάγγελου Μαχαίρα.

 

Σκουριώτης Γιάννης (1915-1980). Στέλεχος του σοσιαλιστικού κινήματος, συγγραφέας και μεταφραστής. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Συμμετείχε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, στο ΕΑΜ, στο ΣΚ-ΕΛΔ και στην ΕΔΑ και πραγματοποίησε την πρώτη πλήρη μετάφραση του «Κεφαλαίου» του Καρλ Μαρξ στα ελληνικά. Έγραψε τα βιβλία, "Το σοβιετικό Σύνταγμα του 1936", "Τι είναι και τι θέλει το Σοσιαλιστικό Κόμμα ΕΛΔ" κ.ά. 

 

Σκρουμπέλος Θανάσης (1944-). Συγγραφέας και σεναριογράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου έκανε καλλιτεχνικές σπουδές, ενώ σπούδασε και κινηματογράφο στο Λονδίνο. Υπήρξε στέλεχος της Δ.Ν. Λαμπράκη και του παράνομου Ρήγα Φεραίου και διώχτηκε από τη στρατιωτική δικτατορία. Έγραψε πλήθος βιβλίων, όπως «Τα φίδια στον Κολωνό», «Μπλε καστόρινα παπούτσια», «Ο Αϊ-Γιώργης των Γρεκών», «Bellaciao»κ.ά.

 

Σκυτάλης Παναγιώτης (1900-1944). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, γνωστός και με τα ψευδώνυμα Τζινιέρης και Δάσκαλος. Γεννήθηκε στα Κουνινά Αιγίου και ως φαντάρος συνδέθηκε με τη Διεθνή Πανεργατική Ένωση της Κωνσταντινούπολης και ανέπτυξε αντιπολεμική δράση. Κατέφυγε στη Σοβιετική Ένωση και φοίτησε στο ΚΟΥΤΒ. Επιστρέφοντας το 1924 στην Ελλάδα, αναδείχτηκε στέλεχος της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ. Μέλος της Κ.Ε. από το 1928, έπεσε σε δυσμένεια ως μέλος της ομάδας Χαϊτά, μετά την επέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1931. Διώχτηκε από τη δικτατορία Μεταξά και υπέγραψε δήλωση νομιμοφροσύνης. Εκτελέστηκε από το ΚΚΕ, κατά την προσπάθειά του να το επαναπροσεγγίσει. Μετέφρασε μαρξιστικά κείμενα και έγραψε βιβλία για το εργατικό κίνημα, την Τέχνη κ.λπ.

 

ΣΝΟΦ. Το Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο (Σλαβγιανομακεντόνσκι Ναρόντνο Οσλομποντιτέλεν Φροντ) που συγκροτήθηκε το 1943 στο πλαίσιο του ΕΑΜ και έδρασε στην περιοχή της δυτικής Μακεδονίας. Το ΣΝΟΦ συσπείρωσε την πλειοψηφία της σλαβομακεδονικής μειονότητας, προβάλλοντας ως στόχο τον αγώνα ενάντια στη φασιστική κατοχή και την αναγνώριση των μειονοτικών δικαιωμάτων. Μεγάλο μέρος των μελών του συγκροτήθηκε σε ένοπλα σώματα που συμμετείχαν στον ΕΛΑΣ, ενώ σημαντική ήταν η δράση του για την αυτοοργάνωση των σλαβομακεδονικών πληθυσμών στις πόλεις και τα χωριά της περιοχής. Εξέδιδε τις εφημερίδες «Σλαβγιανομακεντόνσκι Γκλας» («Σλαβομακεδονική Φωνή»), «Σλόμποντα» («Ελευθερία») και «Πόμπεντα» («Νίκη»).

Προβλήματα στις σχέσεις με το ΕΑΜ δημιουργήθηκαν λόγω των σχέσεων που ανέπτυξε το ΣΝΟΦ με το γιουγκοσλάβικο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, το οποίο πρόβαλλε τη θέση της ενιαίας Μακεδονίας στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, θέτοντας ουσιαστικά ζήτημα απόσπασης της Μακεδονίας από την Ελλάδα. Τα προβλήματα αυτά οδήγησαν στη διάλυση του ΣΝΟΦ τον Ιούνιο του 1944, ενώ τα σλαβομακεδονικά αντάρτικα τμήματα του ΕΛΑΣ διαλύθηκαν μετά την Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου.

 

Σοβιετικά Νέα. 1. Παράνομο δελτίο πληροφόρησης για το Ανατολικό Μέτωπο που εκδιδόταν στα 1943-44.

2. Δεκαπενθήμερο περιοδικό, όργανο του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Εκδιδόταν το 1946.

 

Σολιδαριδάδ Οβραδέρα (Εργατική Αλληλεγγύη). Η δεύτερη κατά σειρά εφημερίδα που εξέδωσε η Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν) της Θεσσαλονίκης, μετά από τη «Χουρνάλ ντελ Λαβοραδόρ» («Εφημερίδα του Εργαζόμενου»). Εκδιδόταν στα 1911-12 και μετά την απαγόρευση της έκδοσής της αντικαταστάθηκε από την εφημερίδα «Αβάντι» («Εμπρός»).

 

Σοσιαλδημοκρατία. Ιστορικό ρεύμα του εργατικού κινήματος που ταυτίστηκε με τα κόμματα της B΄ Σοσιαλιστικής Διεθνούς (1889-1914), τα οποία αναφέρονταν στον μαρξισμό. Μετά τη ρήξη της αριστερής πτέρυγας και την ίδρυση των Κ.Κ. και της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και η ανασυσταθείσα Σοσιαλιστική Διεθνής υιοθέτησαν με μεγαλύτερη σαφήνεια την πολιτική του ρεφορμισμού, της επιδίωξης μεταρρυθμιστικών αλλαγών στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, σε αντιπαράθεση με την κομμουνιστική στρατηγική του επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.

Στο σύνολό τους, σχεδόν, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εγκατέλειψαν μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο την αναφορά στον μαρξισμό και τα περισσότερα απ’ αυτά, μετά το 1990, απάλειψαν τις όποιες ταξικές αναφορές, προωθώντας τη στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού. Στη σύγχρονη μεταλλαγμένη σοσιαλδημοκρατία εντάχθηκαν και τα περισσότερα από τα πρώην Κ.Κ. της ανατολικής Ευρώπης, μετά τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, καθώς και τμήματα της πρώην κομμουνιστικής Αριστεράς στη Δύση.

H σ. στην Ελλάδα. Από τις απαρχές μέχρι το ΕΑΜ. Στην Ελλάδα δεν υπήρξαν αξιόλογες σοσιαλδημοκρατικές κινήσεις έως την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Οι μέχρι τότε σοσιαλιστικές οργανώσεις, με κυριότερες τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Σταύρου Καλλέργη και τον Σύνδεσμο των Εργατικών Τάξεων του Πλάτωνα Δρακούλη, είχαν συγκεχυμένες ιδεολογικές και θεωρητικές αναφορές. Ως πρώτες κινήσεις σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού θα μπορούσαν να θεωρηθούν η Εταιρία Κοινωνιολόγων που ίδρυσαν το 1908 διανοούμενοι, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, επηρεασμένοι από τη μετριοπαθή πτέρυγα της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, η Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν) της Θεσσαλονίκης, που αναγνωρίστηκε ως τμήμα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθήνας που ίδρυσε το 1911 ο Νίκος Γιαννιός και η Σοσιαλιστική Ένωση που ίδρυσε ο Παναγής Δημητράτος το 1915.

Το 1918, με την ίδρυση του ΣΕΚΕ, τέθηκε το ζήτημα της σχέσης του με τη σοσιαλδημοκρατία και το νεοσύστατο κομμουνιστικό κίνημα. Το κόμμα συνδέθηκε το 1920 με την Κομμουνιστική Διεθνή, αλλά παρέμειναν στις γραμμές του και μάλιστα στην ηγεσία του, υποστηρικτές του σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, οι οποίοι τελικά αποχώρησαν το 1923. Ανάμεσά τους πρώην ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ, όπως οι Αβραάμ Μπεναρόγια και Νίκος Δημητράτος, που συγκρότησαν τη Συγκεντρωτική Ομάδα του ΣΕΚΕ, υποστηρίζοντας μια χαλαρή σύνδεση με την Κομμουνιστική Διεθνή, αλλά και ένα ρεφορμιστικό πολιτικό προσανατολισμό, και οι Γεώργιος Γεωργιάδης, Αριστοτέλης Σίδερης κ.ά., που ίδρυσαν την Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας, με σαφή σοσιαλδημοκρατικό προσανατολισμό. Οι κινήσεις αυτές έπαψαν να λειτουργούν από τα 1925-26.

Έξω από το ΣΕΚΕ παρέμενε σταθερά και ένας μικρός κύκλος σοσιαλιστών γύρω από τον Νίκο Γιαννιό. Αν και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας που ίδρυσε το 1919 δεν ξεπερνούσε τα όρια του μικρού ομίλου, διατηρούσε προνομιακές σχέσεις με τη Σοσιαλιστική Διεθνή. Υπήρχε, επίσης, από το 1923 και το Εργατικό Κόμμα Ελλάδας, που εμφανιζόταν ως σοσιαλδημοκρατικό, αλλά στην πραγματικότητα επρόκειτο για όργανο εξυπηρέτησης ιδιοτελών συμφερόντων συντηρητικών συνδικαλιστών και κυρίως του Γιάννη Καλομοίρη. Προσπάθειες συνένωσης των σοσιαλιστικών δυνάμεων στα 1926 και 1928 απέτυχαν και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας, του οποίου εξαγγέλθηκε η ίδρυση, παρέμεινε σκιώδες.

Γενικώς, όλες οι σοσιαλιστικές κινήσεις παρέμειναν άμαζες και δεν μπόρεσαν να αποκτήσουν σταθερούς οργανικούς δεσμούς με την εργατική τάξη. H αδυναμία αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στο ανέφικτο της εφαρμογής μιας μεταρρυθμιστικής κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, στην ανυπαρξία αξιόλογης ρεφορμιστικής σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης και στην αίγλη που ασκούσαν σε αγωνιζόμενα τμήματα της εργατικής τάξης η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και τα μηνύματα από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Συνέβαλε επίσης και η συνεργασία των σοσιαλιστών συνδικαλιστών με τους συντηρητικούς ενάντια στους κομμουνιστές, καθώς και η εκλογική συνεργασία στελεχών του σοσιαλιστικού χώρου με αστικά κόμματα. H ελληνική σοσιαλδημοκρατία ασφυκτιούσε, έτσι, ανάμεσα στην επιρροή του ΚΚΕ σε ριζοσπαστικά τμήματα της εργατικής τάξης και στην πρόσδεση προοδευτικών τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας στην αριστερή πτέρυγα του βενιζελισμού, που την εξέφραζε η Δημοκρατική Ένωση (Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα, από το 1926) του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.

Η πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια κομματικής συγκρότησης ήταν η ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ) το 1931, το οποίο από τον επόμενο χρόνο συσπείρωσε την πλειονότητα των Ελλήνων σοσιαλιστών. Εντούτοις, και το ΣΚΕ δεν μπόρεσε να μαζικοποιηθεί και να συνδεθεί με σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης. H επιρροή στο συνδικαλιστικό κίνημα περιοριζόταν, κυρίως, στον σχετικά προνομιούχο κλάδο των σιδηροδρομικών, με επικεφαλής τον Δημήτρη Στρατή, που ήταν, επίσης, ηγέτης της κίνησης των Ανεξάρτητων Εργατικών Συνδικάτων, τα οποία λειτουργούσαν ως τρίτη δύναμη μεταξύ της συντηρητικής ΓΣΕΕ και της κομμουνιστικής Ενωτικής ΓΣΕΕ.

Χαρακτηριστική των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν οι Έλληνες σοσιαλιστές ήταν και η μη αναγνώριση του ΣΚΕ από τη Σοσιαλιστική Διεθνή (κυρίως λόγω της τοποθέτησής του στην αριστερή μαρξιστική τάση της σοσιαλδημοκρατίας), αλλά και η σχέση που διατηρούσε η σοσιαλδημοκρατική Συνδικαλιστική Διεθνής του Άμστερνταμ με τη συντηρητική ΓΣΕΕ. Ο επικεφαλής της, από το 1934, Γιάννης Καλομοίρης, εμφανιζόταν μάλιστα και ως ηγέτης Εργατικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΣΚΕ), ανασύστασης του παλιότερου Εργατικού Κόμματος. Άλλη μικρή οργάνωση σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού ήταν το Ενωτικό Εργατικό Κόμμα του Γεωργιάδη.

Το ΣΚΕ διαλύθηκε κατά τη δικτατορία Μεταξά. Τους πρώτους μήνες της Κατοχής ανασυστάθηκε, με ηγέτη τον Χρήστο Χωμενίδη, αλλά μεγάλος αριθμός στελεχών του (όπως ο Στρατής Σωμερίτης κ.ά.) συμμετείχε στην Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), που ίδρυσε ο Ηλίας Τσιριμώκος. Η ΕΛΔ και το ΣΚΕ πήραν μέρος στην ίδρυση του ΕΑΜ, στο οποίο προσχώρησαν το ΕΣΚΕ του Καλομοίρη  και το Κόμμα Εργασίας που ίδρυσε ο Γεωργιάδης.

Μέσω του ΕΑΜ και της συμμετοχής στο κίνημα της Αντίστασης υπήρξε σχετική μαζικοποίηση του σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος, αλλά υπολειπόταν ασύγκριτα από τη μαζικοποίηση του ΚΚΕ. Οι σοσιαλιστές που συμμετείχαν στην ηγεσία του ΕΑΜ τάχθηκαν υπέρ των συμφωνιών με τους εκπροσώπους του αστικού πολιτικού κόσμου και τους Βρετανούς (Λίβανος, Καζέρτα), επιδιώκοντας την ειρηνική μετάβαση σε ένα δημοκρατικό μεταπελευθερωτικό καθεστώς, αντιτασσόμενοι στο όποιο ενδεχόμενο εμφύλιας αντιπαράθεσης ή κατάληψης της εξουσίας από την Αριστερά. Συμμετείχαν ως εκπρόσωποι του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου, αλλά, αν και παραιτήθηκαν μαζί με τους κομμουνιστές υπουργούς, αποστασιοποιήθηκαν από την πολιτική σύγκρουσης που ακολούθησε το ΚΚΕ τον Δεκέμβριο του 1944. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι τα προγράμματα της ΕΛΔ και του ΣΚΕ έθεταν στόχους περισσότερο προωθημένους απ’ αυτούς του ΚΚΕ (άμεσος σοσιαλιστικός μετασχηματισμός κ.λπ.).

Τα μεταπολεμικά αδιέξοδα της σ. Το 1945 η ΕΛΔ και το ΣΚΕ, έχοντας αποχωρήσει από το ΕΑΜ, ενοποιήθηκαν και ίδρυσαν την ΕΛΔ-ΣΚΕ, με επικεφαλής τους Αλέξανδρο Σβώλο και  Τσιριμώκο. H ΕΛΔ-ΣΚΕ συγκρότησε, μαζί με άλλες μικρότερες κινήσεις -σημαντικότερη από τις οποίες ήταν η Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση- την Επιτροπή Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων. Το 1946 διευρύνθηκε και μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Κόμμα-ΕΛΔ (ΣΚ-ΕΛΔ), που απείχε, όπως και το ΚΚΕ και δυνάμεις του Κέντρου, από τις εκλογές του Μαρτίου.

Αν και αντιτάχθηκε στον προσανατολισμό του ΚΚΕ για ένοπλη πάλη, κράτησε αδιάλλακτη στάση απέναντι στη λευκή τρομοκρατία, καταγγέλλοντας το αυταρχικό καθεστώς της περιόδου του Εμφυλίου. Οι μικρές συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΚ-ΕΛΔ, με επικεφαλής τον Στρατή, αποτέλεσαν τη μοναδική αριστερή αντιπολίτευση στον κυρίαρχο εργατοπατερισμό, καθώς είχαν αποπεμφθεί από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις οι δυνάμεις της κομμουνιστικής Αριστεράς.

Μικρότερες σοσιαλιστικές κινήσεις ακολούθησαν σαφή αντικομμουνιστική κατεύθυνση, που στα 1946-50 εκφράστηκε με τη συγκρότηση της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας. Σε αντίθετο προσανατολισμό κινήθηκαν μικρές δυνάμεις που εκφράστηκαν από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, με επικεφαλής τον Γιάννη Πασαλίδη, που συμμετείχε στον Συνασπισμό Κομμάτων του ΕΑΜ, μέχρι τη διάλυσή του στα τέλη του 1947.

Στις πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές, το 1950, το ΣΚ-ΕΛΔ πήρε μέρος με τον συνασπισμό της Δημοκρατικής Παράταξης, που αποτελούνταν από μικρά κόμματα της μη κομμουνιστικής Αριστεράς. Η Δημοκρατική Παράταξη υπερψηφίστηκε από τους οπαδούς του παράνομου ΚΚΕ, ενώ μεγάλο μέρος του κόσμου της εαμικής Αριστεράς στήριξε την ΕΠΕΚ του Νικόλαου Πλαστήρα, με την οποία συνεργάστηκε και η κίνηση της Σοσιαλιστικής Ανασυγκρότησης, μετεξέλιξη της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας. Η ΕΠΕΚ εμφανίστηκε ως πολιτική δύναμη του χώρου της Κεντροαριστεράς, προβάλλοντας ένα πρόγραμμα με στοιχεία σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Το 1951 διάφορες κινήσεις της μη κομμουνιστικής Αριστεράς, από κοινού με τις δυνάμεις του παράνομου ΚΚΕ, συγκρότησαν την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ), πρόεδρος της οποίας αναδείχτηκε ο Πασαλίδης.

Το ΣΚ-ΕΛΔ, που συνεργάστηκε στη συνέχεια με την ΕΠΕΚ και το Κόμμα των Φιλελευθέρων, διαλύθηκε το 1953. Ένα τμήμα του, με επικεφαλής τον Σβώλο, συμμετείχε κατόπιν στην ίδρυση του Δημοκρατικού Κόμματος του Εργαζόμενου Λαού (ΔΚΕΛ), μαζί με την αριστερή πτέρυγα της ΕΠΕΚ, υπό τον Γεώργιο Καρτάλη. Ο  Τσιριμώκος εντάχθηκε στο Κόμμα των Φιλελευθέρων, συμμετέχοντας  και στον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο, που αποτέλεσε αυτόνομη έκφραση των σοσιαλδημοκρατών. Η πιο δεξιά πτέρυγα της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας (μαζί και ό,τι απέμεινε από το κόμμα των αρχειομαρξιστών, που ήδη από το 1946 είχε μετακινηθεί στη δεξιά σοσιαλδημοκρατία) συγκρότησε κινήσεις αντικομμουνιστικού προσανατολισμού, με κυριότερη τη Σοσιαλιστική Λέσχη, που ίδρυσαν το 1959 αποχωρήσαντες του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου, ενώ πολλοί αριστεροί σοσιαλιστές συνέχισαν τη συνεργασία με τους κομμουνιστές μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ.

Το 1958 σοσιαλιστές βουλευτές, που εκλέχτηκαν συνεργαζόμενοι με την ΕΔΑ, ίδρυσαν τη κεντροαριστερή Δημοκρατική Ένωση, με επικεφαλής τον Τσιριμώκο, ενώ το ΔΚΕΛ συρρικνώθηκε μετά τον θάνατο των ηγετών του Καρτάλη και Σβώλου. Τόσο η Δημοκρατική Ένωση –από την οποία αποχώρησαν οι περισσότεροι βουλευτές που συνέχισαν να συνεργάζονται με την ΕΔΑ- όσο και το ΔΚΕΛ εντάχθηκαν το 1961 στην Ένωση Κέντρου.

Το μεγαλύτερο μέρος των εκτός Ένωσης Κέντρου και ΕΔΑ σοσιαλιστών συμμετείχε το 1964 στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ), με επικεφαλής τον Σωμερίτη, που στήριζε την Ένωση Κέντρου, διατηρώντας σχέσεις συνεργασίας και με την ΕΔΑ, ενώ οι αντικομμουνιστές σοσιαλιστές συγκρότησαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, με επικεφαλής τον Διονύση Μπενετάτο, το οποίο το 1965 τάχθηκε υπέρ του βασιλικού πραξικοπήματος και των αποστατών της Ένωσης Κέντρου. Στην αποστασία κεντρικό ρόλο έπαιξε και ο Τσιριμώκος, ακυρώνοντας την πολιτική του σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία. Για τις εκλογές του 1967, η ΣΔΕ συζητούσε τη συμμετοχή της σε συνεργασία με την ΕΔΑ. Κατά την περίοδο 1960-67 λειτουργούσε επίσης και το μικρό Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ), με επικεφαλής τον Νίκο Πουλιόπουλο.

Κατά την περίοδο της δικτατορίας επιφανή στελέχη της αντικομμουνιστικής πτέρυγας της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας (Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, Βύρων Σταματόπουλος κ.ά.) συνεργάστηκαν ακόμη και από κυβερνητικές θέσεις με το στρατιωτικό καθεστώς, διακόπτοντας, έτσι, κάθε σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία. Η ΣΔΕ συνέχισε τη δράση της στη δυτική Ευρώπη, ενώ στα 1972-74 σοσιαλδημοκρατικοί κύκλοι στην Ελλάδα εξέδιδαν το περιοδικό «Προσανατολισμοί». Αγωνιστές σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, κυρίως πανεπιστημιακοί και άλλοι διανοούμενοι, που στα 1966-67 είχαν συγκροτήσει τον Όμιλο Παπαναστασίου, ανέπτυξαν έντονη αντιδικτατορική δραστηριότητα μέσα από την οργάνωση Δημοκρατική Άμυνα, στην οποία συμμετείχε και η ΣΔΕ.

Το ΠΑΣΟΚ και η σ. Ήδη από το 1965 είχε διαμορφωθεί μέσα στην Ένωση Κέντρου ισχυρή αριστερή πτέρυγα, χαρακτηριζόμενη «Κεντροαριστερά», γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Η ίδρυση του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ) από τον ίδιο, το 1968, και οι σχέσεις που ανέπτυξε με ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα δημιούργησε νέα δεδομένα. Ο ριζοσπαστικός πολιτικός λόγος του ΠΑΚ, οι αναφορές του στο μαρξισμό, οι διακηρύξεις του ενάντια σε βασικές πλευρές της πολιτικής της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και ο αντιιμπεριαλιστικός προσανατολισμός του, καθιστούσαν επιφυλακτικό μεγάλο μέρος των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατών. Εντούτοις, ο ριζοσπαστισμός αυτός ερχόταν σε αντίθεση με τη συγκρότηση του ΠΑΚ από πρόσωπα προερχόμενα από την Ένωση Κέντρου, ακόμη κι από πρώην βουλευτές.

Μετά την πτώση της δικτατορίας και παρά τη θεωρητική απόρριψη της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ) του Παπανδρέου διεκδίκησε με επιτυχία τον χώρο της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Συγκροτήθηκε και αναπτύχθηκε ως το πρώτο μαζικό μη κομμουνιστικό ρεφορμιστικό κόμμα, φτάνοντας μέχρι την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας το 1981, οπότε εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια πολιτική σοσιαλδημοκρατικού κοινωνικού συμβολαίου.

Προσπάθεια συγκρότησης σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έγινε από την πτέρυγα της Δημοκρατικής Άμυνας που ίδρυσε την κίνηση Νέες Πολιτικές Δυνάμεις (με συμμετοχή και της ΣΔΕ) και συνεργάστηκε με την Ένωση Κέντρου στις εκλογές του 1974, συγκροτώντας ενιαίο κομματικό σχηματισμό, την Ένωση Κέντρου - Νέες Δυνάμεις, που το 1975 μετονομάστηκε σε Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου (ΕΔΗΚ). Η ΕΔΗΚ, αν και διακήρυξε την τοποθέτησή της στον χώρο του «δημοκρατικού σοσιαλισμού» και η νεολαία της μετονομάστηκε από Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία σε Ελληνική Σοσιαλιστική Δημοκρατική Νεολαία, παρέμεινε ένα τυπικά και ουσιαστικά αστικό κόμμα.

Στελέχη της ΕΔΗΚ που αποχώρησαν το 1976, με επικεφαλής τον Γεώργιο Μαγκάκη, ίδρυσαν τη Σοσιαλιστική Πρωτοβουλία, διακηρύσσοντας σοσιαλδημοκρατικό προσανατολισμό, αλλά χωρίς καμιά σύνδεση με το εργατικό κίνημα. Στις εκλογές του 1977 συνεργάστηκε με την ανανεωτική Αριστερά και άλλα μικρά κόμματα της Κεντροαριστεράς στη Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων, και λίγο αργότερα διαλύθηκε. Στη Συμμαχία συμμετείχε και η αριστερού προσανατολισμού Σοσιαλιστική Πορεία, που είχε ιδρυθεί το 1975, επίσης από πρώην στελέχη της Δημοκρατικής Άμυνας, με επικεφαλής τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, που είχαν ενταχθεί το 1974 στο ΠΑΣΟΚ και διαγράφηκαν.

Το 1978, με την κρίση και την ουσιαστική διάλυση της ΕΔΗΚ, ιδρύθηκε το Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (ΚΟΔΗΣΟ), με επικεφαλής τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου, που παρά τις σοσιαλδημοκρατικές του διακηρύξεις ήταν στην πραγματικότητα ένα κόμμα κεντρώο. Τις ιδεολογικοπολιτικές ζυμώσεις στον χώρο της παραδοσιακής σ. πρόβαλλαν τα περιοδικά «Προσανατολισμοί» και «Πολιτικό Κριτήριο».

Η ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία και η μετακίνησή του σε τυπικές σοσιαλδημοκρατικές θέσεις (με συνέπεια την ένταξή του και στη Σοσιαλιστική Διεθνή) δεν άφηνε, πλέον, περιθώρια για συγκρότηση άλλων κινήσεων ή κομμάτων σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, με εξαίρεση εφήμερα εγχειρήματα από στελέχη του που κατά καιρούς αποχωρούσαν απ’ αυτό. Τέτοια ήταν η Ενιαία Σοσιαλιστική Παράταξη Ελλάδας, του Στάθη Παναγούλη, το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, του Γεράσιμου Αρσένη, κ.ά. Και πάλι, κανένα απ’ αυτά δεν μπόρεσε να αναπτύξει οργανικούς δεσμούς με το εργατικό κίνημα, αν εξαιρεθούν οι πρόσκαιρες σχέσεις του κόμματος του Αρσένη με συνδικαλιστές που επίσης αποχώρησαν από το ΠΑΣΟΚ στα 1985-86.

Σε αριστερή σοσιαλιστική κατεύθυνση συγκροτήθηκαν κινήσεις που προήλθαν από το ΠΑΣΟΚ, όπως η Ενότητα Μαρξιστών Σοσιαλιστών (ΕΜΑΣ), το Αγωνιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΑΣΚΕ) και η Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Εργατοϋπαλληλική Κίνηση (ΣΣΕΚ).

Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, ως μαζικό ρεφορμιστικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, όπως αυτοπροσδιορίζεται από τη δεκαετία του 1990, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί εργατικό κόμμα, μολονότι, μέχρι το 2010, διατηρούσε μεγάλη επιρροή στα εργαζόμενα κοινωνικά στρώματα. Παρά τον ριζοσπαστικό πολιτικό του λόγο στα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του, συγκροτήθηκε ως κόμμα με αστική δομή, με καθοριστικό τον ρόλο του ιδρυτή και προέδρου του Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ η βασική στελέχωσή του (κομματική ηγεσία, βουλευτές κ.λπ.) ελάχιστη σχέση είχε με το κίνημα της εργατικής τάξης και των εργαζομένων. Το ΠΑΣΟΚ συγκροτήθηκε, έτσι, περισσότερο ως ένα αστικό-λαϊκό κόμμα ριζοσπαστικού προσανατολισμού, παρά ως εργατικό ρεφορμιστικό κόμμα. Από την ίδρυσή του, άλλωστε, επιδίωκε να εκφράσει τον ευρύτερο χώρο της «δημοκρατικής παράταξης»,  εμφανιζόμενο και ως κληρονόμος της παράδοσης του βενιζελισμού.

Μετά τον θάνατο του ιστορικού του ηγέτη το 1996 και την ανάδειξη στην ηγεσία του της τάσης των «εκσυγχρονιστών» του Κώστα Σημίτη, το ΠΑΣΟΚ μετακινήθηκε σαφώς σε θέσεις της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας, εφαρμόζοντας μια πολιτική νεοφιλελεύθερη. Στην κατεύθυνση αυτή αντιτάχθηκαν, ήδη από το 1995, στελέχη του που ίδρυσαν το Δημοκρατικό Κοινωνικό Κίνημα (ΔΗΚΚΙ), με επικεφαλής τον Δημήτρη Τσοβόλα. Το ΔΗΚΚΙ μετά το 2004 και την αποχώρηση του προέδρου του, συρρικνώθηκε και συνέχισε να λειτουργεί ως μια αριστερή κίνηση με αντιιμπεριαλιστικό και αντινεοφιλελεύθερο πολιτικό λόγο, έχοντας ενταχθεί στον ΣΥΡΙΖΑ και από το 2015 στη Λαϊκή Ενότητα, για να μετακινηθεί αργότερα, ως μικρή ομάδα, στον εθνικο-λαϊκιστικό χώρο.

Η πλήρης ρήξη του ΠΑΣΟΚ με οποιαδήποτε αριστερή αναφορά συντελέστηκε το 2010, όταν ως κυβερνητικό κόμμα ενέταξε τη χώρα στον διεθνή έλεγχο του ΔΝΤ και της Ε.Ε., υλοποιώντας ακραία αντιλαϊκή πολιτική, με συνέπεια τη συρρίκνωσή του και την αποσύνδεσή του από τα λαϊκά στρώματα που το στήριζαν τις προηγούμενες δεκαετίες.

 

Σοσιαλισμός. 1. Το σύνολο των ιδεών και πολιτικών και κοινωνικών πρακτικών, που αποβλέπουν στην αντικατάσταση της καπιταλιστικής κοινωνικής οργάνωσης από τη σοσιαλιστική. Επίσης, το πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς που αντικαθιστά τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις και στηρίζεται στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, στην κοινωνικοποίησή τους και στην εξουσία της εργατικής τάξης και των κοινωνικών συμμάχων της.

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Γαλλία το 1830 και έκτοτε η χρήση του επεκτάθηκε παγκοσμίως. Στον σ. αναφέρθηκαν διάφορες ιδεολογικοπολιτικές τάσεις, προσδίδοντάς του διαφορετικό κάθε φορά περιεχόμενο (αναρχοσοσιαλισμός, χριστιανοσοσιαλισμός, αγροτοσοσιαλισμός, μεταρρυθμιστικός σ., δημοκρατικός σ., επαναστατικός σ. κ.λπ.), ενώ σαν σοσιαλιστικά εμφανίστηκαν και κινήματα και καθεστώτα, που όχι μόνο καμιά σχέση δεν είχαν με το απελευθερωτικό κίνημα των εργαζομένων, αλλά ήταν και εχθρικά απέναντί του (εθνικοσοσιαλισμός, διάφορα δικτατορικά καθεστώτα κ.λπ.).

Οι Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς αναφέρθηκαν στον επιστημονικό σοσιαλισμό. Κατά τον μαρξισμό, ο σ. δεν αποτελεί ηθικό αίτημα ή εγκεφαλικό σχέδιο κοινωνικής ανάπλασης (ουτοπία), αλλά μπορεί να πραγματωθεί ως αποτέλεσμα της πάλης της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο, για την επίλυση των αντιθέσεων που διαπερνούν την καπιταλιστική κοινωνική συγκρότηση, με την ανατροπή της κυριαρχίας του κεφαλαίου και την ανάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Ο σ. αποτελεί διαδικασία μετάβασης στην αταξική κομμουνιστική κοινωνία.

Ο όρος σ. αναφέρθηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά ως «κοινωνισμός», από τον Φραγκίσκο Πυλαρινό, στη νεκρολογία του για τον Αδαμάντιο Κοραή το 1833. Η χρήση του όρου επεκτάθηκε κατά το τελευταίο τέταρτο του 190υ αιώνα, με τη συγκρότηση των πρώτων ελληνικών σοσιαλιστικών κινήσεων. Όπως και αλλού, έτσι και εδώ, ως σοσιαλιστικές αυτοπροσδιορίστηκαν ποικίλες ιδεολογικοπολιτικές τάσεις.

2. Τίτλος εφημερίδας που εξέδιδε το 1894 ο Σταύρος Καλλέργης, μετά τη διακοπή έκδοσης του «Σοσιαλιστή».

3. Εφημερίδα που εξέδιδε το 1915 ο Νίκος Γιαννιός, ως όργανο του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθήνας.

4. Περιοδικό που εξέδιδε η μορενική τροτσκιστική οργάνωση Σοσιαλιστική Εργατική Κίνηση, στα 1978-82.

 

Σοσιαλισμός από τα κάτω. Πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ) και κατόπιν του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ). Εκδίδεται από το 1992 ανά δίμηνο, με υπεύθυνη τη Μαρία Στύλλου.

 

Σοσιαλιστής. 1. Εφημερίδα που εξέδιδε κατά περιόδους, στη δεκαετία του 1890, o Σταύρος Καλλέργης. Κυκλοφόρησε το 1890 και το 1892-93, ως όργανο του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, και διέθετε εκτεταμένο δίκτυο ανταποκριτών στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το 1894 εκδόθηκε στη θέση του η εφημερίδα «Σοσιαλισμός», αλλά κυκλοφόρησε και πάλι με τον παλιότερο τίτλο στα 1896 και 1899-1902. Κατά την τελευταία περίοδο, μεταξύ των συνεργατών του ήταν και οι Πλάτων Δρακούλης και Περικλής Αργυριάδης.

2. Όργανο της Εργατικής Σοσιαλιστικής Παράταξης του Δημήτρη Στρατή, στα 1929-30.

 

Σοσιαλιστής Εργάτης. Περιοδικό που εξέδιδε από το 1994 στη Θεσσαλονίκη η οργάνωση Σοσιαλιστική Εργατική Παρέμβαση (ΣΕΠ). Η έκδοση σταμάτησε το 2001, με την προσχώρηση της ΣΕΠ στη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ).

 

Σοσιαλιστικά Νέα. Όργανο του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου, στα 1955-61.

 

Σοσιαλιστικά Φύλλα. Περιοδικό που εξέδιδε ο Νίκος Γιαννιός στα 1915-17, ως όργανο του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθήνας.

 

Σοσιαλιστικές Πληροφορίες. Έκδοση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, το 1932.

 

Σοσιαλιστική Αδελφότης. Μία από τις πρώτες οργανώσεις σοσιαλιστικού προσανατολισμού. Ιδρύθηκε στην Πάτρα το 1893. Στα 1894-95 εξέδωσε την εφημερίδα «Φως» και στα 1895-96 και 1897-98 την «Επί τα Πρόσω». Οι απόψεις της ήταν επηρεασμένες από τη δεξιά τάση του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και χαρακτηρίζονταν από την επιδίωξη της ταξικής συνεργασίας, αν και στις γραμμές της υπήρξε ισχυρή αναρχική πτέρυγα. Πρόεδρός της ήταν ο χριστιανοσοσιαλιστής δικηγόρος Βασίλειος Δουδούμης, συνεργάτης του Πλάτωνα Δρακούλη. Ανέπτυξε μορφωτική δραστηριότητα και πήρε πρωτοβουλίες για την ίδρυση του σωματείου ξυλεργατών, με πρόεδρο τον Δουδούμη και 200 μέλη (σταφιδοκιβωτοποιοί), που μάλιστα πραγματοποίησε και απεργία το 1896, καθώς και των σωματείων καπνεργατών και τσιγαράδων. Η Σ.Α. είχε το 1895 περίπου 500 μέλη και στις εκλογές του ίδιου χρόνου υποστήριξε την υποψηφιότητα του Δρακούλη. Προς τα τέλη της δεκαετίας η δράση της ατόνησε και η οργάνωση διαλύθηκε.

 

Σοσιαλιστική Αλλαγή. Εφημερίδα που εξέδιδε η τροτσκιστική Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ) στα 1974-85 και κατόπιν το Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ), μέχρι τη διάσπασή του το 1989. Άρχισε να κυκλοφορεί ως δεκαπενθήμερη και αργότερα έγινε εβδομαδιαία και δισεβδομαδιαία.

 

Σοσιαλιστική Ανασυγκρότηση. Κίνηση συνεργασίας μικρών σοσιαλιστικών και αγροτιστικών οργανώσεων, που αντιτάχθηκαν στο εκλογικό σχήμα της Δημοκρατικής Παράταξης το 1950, θεωρώντας την φιλοκομμουνιστική. Προερχόταν από την κίνηση Σοσιαλιστική Ομοσπονδία της περιόδου του Εμφυλίου. Η Σ.Α. συμμετείχε στα ψηφοδέλτια της ΕΠΕΚ του Νικολάου Πλαστήρα, χωρίς όμως να κατορθώσει να εκπροσωπηθεί στη Βουλή. Μεγάλο μέρος των στελεχών της προσχώρησε στην ΕΠΕΚ, ενώ από το 1953 έπαψε να λειτουργεί.

 

Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Εφημερίδα που εξέδιδε ο Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας το 1912, με διευθυντή τον Αριστοτέλη Σίδερη. Η έκδοσή της σταμάτησε λόγω της έκρηξης του Α΄  Βαλκανικού Πολέμου και της επιστράτευσης των στελεχών του Ομίλου.

 

Σοσιαλιστική Δημοκρατική Ένωση (ΣΔΕ). Πολιτική κίνηση που προήλθε από τη συνένωση οργανώσεων σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού το 1964. Την αποτέλεσαν το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ο Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος και η Σοσιαλιστική Λέσχη. Στη ΣΔΕ συσπειρώθηκε η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων σοσιαλιστών της εποχής, ενώ έξω απ’ αυτήν δρούσαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας των Διονύση Μπενετάτου, Δημήτρη Γιωτόπουλου κ.ά. και το Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ) του Νίκου Πουλιόπουλου, καθώς και οι σοσιαλιστές που συμμετείχαν στην ΕΔΑ. Πρόεδρός της εκλέχτηκε ο Στρατής  Σωμερίτης και αργότερα ο Χαράλαμπος Πρωτοπαπάς, και εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστικό Βήμα».

Ακολούθησε πολιτική κριτικής υποστήριξης προς την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου. Μετά το βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1965 καταδίκασε την αποστασία του Ηλία Τσιριμώκου, ιστορικού ηγέτη της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας, αν και ο γραμματέας της, Γιώργος Κατσούλης, τον υποστήριξε. Ενόψει των εκλογών που ματαίωσε το πραξικόπημα του 1967, εκφράστηκε η άποψη για εκλογική συνεργασία με την ΕΔΑ.

Κατά την περίοδο της δικτατορίας συνέχισε τη λειτουργία της στη δυτική Ευρώπη, όπου εξέδιδε το περιοδικό «Σοσιαλιστική Πορεία», ενώ στελέχη της συμμετείχαν στην αντιδικτατορική οργάνωση Δημοκρατική Άμυνα και ίδρυσαν στη Γερμανία την οργάνωση Δημοκρατία.

Η ΣΔΕ αυτοδιαλύθηκε το 1974 μετά την πτώση της δικτατορίας και τα μέλη της εντάχθηκαν στην κίνηση Νέες Δυνάμεις, η οποία ενοποιήθηκε με την Ένωση Κέντρου. Ανάμεσα στα ηγετικά της στελέχη ήταν οι Γιώργος Βουκελάτος, Αντώνης Δροσόπουλος, Κάρολος Παπούλιας (που προσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ), Αγνή Ρουσοπούλου κ.ά.

 

Σοσιαλιστική Δημοκρατική Κίνηση. Μικρή οργάνωση που συγκρότησαν το 1959 παλιοί αρχειομαρξιστές, που είχαν προσχωρήσει στη δεξιά αντικομμουνιστική πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας. Ανάμεσά τους και οι ιστορικοί ηγέτες του αρχειομαρξισμού Δημήτρης Γιωτόπουλος και Σωτήρης Τσιγαρίδης. Το 1961 συγχωνεύτηκε με άλλες σοσιαλιστικές ομάδες στη Σοσιαλιστική Ένωση.

 

Σοσιαλιστική Δημοτικιστική Ένωση (ΣΔΕ). Βραχύβια κίνηση που ιδρύθηκε από τον Κώστα Χατζόπουλο το 1909, στο Μόναχο. Τη συγκροτούσαν προοδευτικοί διανοούμενοι (Γιάννης Αποστολάκης, Νίκος Γιαννιός, Γεώργιος Ελευθερουδάκης, Μάρκος Ζαβιτζιάνος, Φώτος και Γιώργος Πολίτης, Λάμπρος Πορφύρας, Δημήτρης Ταγκόπουλος κ.ά.). Στόχος της ήταν η σύνδεση του κινήματος για την αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας με το σοσιαλιστικό κίνημα.

 

Σοσιαλιστική Έκφραση. Συσπείρωση γύρω από ομώνυμη εφημερίδα πρώην στελεχών της τροτσκιστικής οργάνωσης Ξεκίνημα, που συγκροτήθηκε το 1992, διαφωνώντας με τον προσανατολισμό για αποχώρηση από το ΠΑΣΟΚ.  Το 2004 αποσπάστηκε ομάδα μελών της, που συγκρότησε τη Μαρξιστική Τάση. Το 2010 η Σ.Ε. αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ, διαφωνώντας με την πολιτική των μνημονίων. Από το 2012 στήριζε τον ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο προσχώρησε το 2015.

 

Σοσιαλιστική Ένωση. 1. Πολιτική κίνηση που ιδρύθηκε το 1915 στην Αθήνα από τον Παναγή Δημητράτο. Λειτούργησε στην αρχή ως ομάδα στις γραμμές του Συνδέσμου των Εργατικών Τάξεων του Πλάτωνα Δρακούλη, αλλά σύντομα ανεξαρτητοποιήθηκε. Με την έκρηξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου κράτησε αντιπολεμική στάση και το 1915, σε συνεργασία με τη Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, οργάνωσε την Α΄ Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη. Εξέδιδε την εφημερίδα «Οργάνωσις»  και το 1916 στήριξε την ίδρυση της Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Νεολαίας Αθηνών. 

Το 1917 μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστική Οργάνωση Αθηνών, συνεργάστηκε με το Σοσιαλιστικό Κέντρο του Νίκου Γιαννιού, ιδρύοντας το Σοσιαλιστικό Τμήμα Αθηνών, για την προώθηση της ενότητας των σοσιαλιστών και την ίδρυση σοσιαλιστικού κόμματος, και στήριξε την έκδοση της εφημερίδας «Εργατικός Αγών». Το 1918 συμμετείχε  στην ίδρυση του ΣΕΚΕ και αυτοδιαλύθηκε.

2. Σοσιαλδημοκρατική κίνηση που ιδρύθηκε το 1961, με την ενοποίηση της Ένωσης Ελλήνων Σοσιαλιστών, της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Κίνησης και του Σοσιαλιστικού Ελληνικού Κινήματος. Επικεφαλής ήταν ο Στρατής Σωμερίτης και όργανό της η «Σοσιαλιστική Φωνή». Το 1963, σε συνεργασία με το Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ), συγκρότησαν την Ενιαία Σοσιαλιστική Παράταξη.

 

Σοσιαλιστική επανάσταση. 1. Στρατηγικός στόχος του επαναστατικού εργατικού κινήματος. Αποβλέπει στην κατάληψη της εξουσίας για την πραγματοποίηση του σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Ζητήματα στρατηγικής και τακτικής για τη σ.ε. έχουν αποτελέσει κεντρικά θέματα αντιπαραθέσεων στις γραμμές του εργατικού κινήματος. Κυρίως αυτά που αφορούν στον βίαιο ή ειρηνικό χαρακτήρα της σ.ε. και στο αν είναι αναγκαία ενδιάμεσα στάδια στην πορεία προς την πραγματοποίησή της. Τα ζητήματα αυτά έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διάκριση των διαφόρων ρευμάτων του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος.

H σ.ε. αποτέλεσε προγραμματικό στόχο του ΣΕΚΕ, αν και η ηγετική του ομάδα θεωρούσε πως επρόκειτο για μακρινή χρονικά υπόθεση. Εντάχθηκε στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ, αλλά από το 1934 εκτιμήθηκε πως η πραγματοποίησή της προϋποθέτει μια ενδιάμεση αστικοδημοκρατική επανάσταση, που θα έλυνε τα προβλήματα αστικής δημοκρατικής ολοκλήρωσης. Σ’ αυτή την εισαγωγή της θεωρίας των σταδίων μετάβασης στον σοσιαλισμό αντιτάχθηκε το τροτσκιστικό ρεύμα και κυρίως ο Παντελής Πουλιόπουλος. που εξέθεσε τις απόψεις του στο βιβλίο «Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα;». Η σ.ε. τέθηκε ως άμεσος στόχος του ΚΚΕ και πάλι το 1949. Μετά την ανατροπή της καθοδήγησης Ζαχαριάδη, το 1956, το ΚΚΕ επανήλθε στη στρατηγική των σταδίων.

Υπέρ της στρατηγικής της σ.ε. τάχθηκαν, εκτός από τις τροτσκιστικές, και άλλες οργανώσεις της άκρας Αριστεράς, από την περίοδο της δικτατορίας και μετά. Οι αντιπαραθέσεις σχετικά με τη στρατηγική του κινήματος αποτέλεσαν συχνά αιτία διασπάσεων.

2. Περιοδικό της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ). Κυκλοφόρησε το φθινόπωρο του 1974.

 

Σοσιαλιστική Επαναστατική Ένωση (ΣΕΕ). Μικρή τροτσκιστική οργάνωση, που συγκροτήθηκε στο Παρίσι το 1974 και συνέχισε τη δράση της στην Ελλάδα. Επικεφαλής της ήταν οι Γιάννης Bερoύχης και Θεολόγος Ψαραδέλλης, και όργανό της τα «Μάχιμα Φύλλα». Ένα τμήμα της αποχώρησε το 1975 και συμμετείχε στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Επαναστατικού Συνδέσμου. Το 1977 εξέδωσε το περιοδικό «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση» και τον επόμενο χρόνο συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης.

 

Σοσιαλιστική Επαναστατική Πάλη (ΣΕΠ). Οργάνωση της επαναστατικής Αριστεράς, που ιδρύθηκε παράνομα το 1971 και είχε βασικά στελέχη τους Γιώργο Γλυνό, Περικλή Γρίβα, Γιώργο Μαλακό, Μαρία Μαλακού, Βαγγελιώ Χατζηευστρατίου κ.ά. Αποτελούνταν κυρίως από φοιτητές και νέους εργάτες, και συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση του Νοέμβρη 1973. Μετά την πτώση της δικτατορίας εξέδωσε ομώνυμο περιοδικό. Αυτοδιαλύθηκε στις αρχές του 1975 και ένα μέρος των μελών της συμμετείχε στην ίδρυση του Ελληνικού Λενινιστικού Επαναστατικού Κινήματος (ΕΛΕΚ), ενώ άλλοι προσχώρησαν στην Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ).

 

Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδας (ΣΕΠΕ). Οργάνωση νεολαίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 1941, ως συνέχεια της προπολεμικής Σοσιαλιστικής Πρωτοπορίας. Εξέδιδε τη «Σοσιαλιστική Φλόγα» και το «Σοσιαλιστικό Πανεπιστήμιο». Εντάχθηκε στο ΕΑΜ Νέων και αυτοδιαλύθηκε το 1943, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΕΠΟΝ. Τους τελευταίους μήνες της λειτουργίας της χρησιμοποιούσε τον τίτλο Ομοσπονδία Σοσιαλιστικής Νεολαίας Ελλάδας.

 

Σοσιαλιστική Επιθεώρηση (ΣΟΣΕΠ). 1. Θεωρητικό περιοδικό του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας που εκδιδόταν στα 1933-36, με διευθυντή τον Στρατή Σωμερίτη. Η αρθρογραφία του χαρακτηριζόταν από την προσπάθεια επιστημονικής ανάλυσης της ελληνικής και διεθνούς πραγματικότητας στη βάση του μαρξισμού. Στον θεωρητικό της προσανατολισμό κυρίαρχη ήταν η ανάγνωση του μαρξισμού μέσα από το έργο των θεωρητικών της B΄ Διεθνούς, Καρλ Κάουτσκι, Γκιόργκι Πλεχάνοφ, Ρούντολφ Χίλφερντινγκ κ.ά. Βασικοί συνεργάτες της ήταν οι Παύλος Γκίκας (Ηλίας Τσιριμώκος), Ευάγγελος Λεμπέσης, Δημήτρης Στρατής κ.ά. Επανεκδόθηκε στα 1945-47, ως θεωρητικό όργανο της ΕΛΔ-ΣΚΕ και κατόπιν του ΣΚ-ΕΛΔ, υπό τη διεύθυνση και πάλι του Σωμερίτη. Βασικοί συνεργάτες της αυτή την περίοδο ήταν οι Αχιλλέας Γρηγορογιάννης, Αβραάμ Μπεναρόγια, Μανούσος Πλουμίδης, Αλέξανδρος Σβώλος, Γιάννης Σκουριώτης, Θεόδωρος και Τάκης Τζαβέας,  Τσιριμώκος, Ρένα Χριστούλα κ.ά.

2. Τροτσκιστικό περιοδικό που εκδιδόταν το 1977 από τη Σοσιαλιστική Επαναστατική Ένωση.

 

Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση (ΣΕΕ). Σοσιαλδημοκρατική κίνηση που ιδρύθηκε το 1945, από σοσιαλιστές που για διάφορους λόγους δεν συμμετείχαν στο ΕΑΜ, όπως οι Νίκος Καζαντζάκης, Κωστής Μεραναίος, Αβραάμ Μπεναρόγια, Τέρπος Πηλείδης, Νίκος Πουλιόπουλος, Άγγελος Προκοπίου, Μιχάλης Σιδέρης κ.ά. Η ΣΕΕ εντάχθηκε στην Επιτροπή Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων και το 1946 διασπάστηκε. Ένα τμήμα της (Καζαντζάκης, Μπεναρόγια κ.ά.) συμμετείχε στην ίδρυση του ΣΚ-ΕΛΔ, ενώ η πλειοψηφία (Μεραναίος, Πηλείδης, Προκοπίου κ.ά.), που διατήρησε τον τίτλο της οργάνωσης, συνεργάστηκε με τις άλλες αντικομμουνιστικές κινήσεις που συγκρότησαν τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία.

 

Σοσιαλιστική Εργατική Κίνηση. Τροτσκιστική-μορενική οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1978, μετά την αυτοδιάλυση της Σοσιαλιστικής Επαναστατικής Ένωσης. Όργανό της ήταν ο «Σοσιαλισμός». Το 1981 τα μέλη της συμμετείχαν στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Εργαζομένων (ΣΟΕ).

 

Σοσιαλιστική Εργατική Παρέμβαση (ΣΕΠ). Φιλοτροτσκιστική οργάνωση, που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1994, από πρώην μέλη της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), και εξέδιδε το περιοδικό «Σοσιαλιστής Εργάτης». Το 2001 αυτοδιαλύθηκε και προσχώρησε στη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ). Επικεφαλής της ήταν ο Παναγιώτης Λίλλης.

 

Σοσιαλιστική Εργατοαγροτική και Προσφυγική Παράταξη. Βραχύβια κίνηση που συγκροτήθηκε στην κεντρική Μακεδονία το 1928, με επικεφαλής τους Κώστα Γαβριηλίδη και Γιάννη Πασαλίδη.

 

Σοσιαλιστική Εφημερίς. Εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1894 με τη συνεργασία των ρεφορμιστικών ομάδων που προέρχονταν από τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο και εξέδιδαν τον «Σοσιαλιστικό Σύλλογο» και τον «Μεταρρυθμιστή». Τάχθηκε υπέρ των απόψεων του Πλάτωνα Δρακούλη και εμφανίστηκε ως όργανο σκιώδους Σοσιαλιστικού Κόμματος.

 

Σοσιαλιστική Ζωή. Περιοδικό που εξέδιδε ο Νίκος Γιαννιός στα 1928-35. Ξεκίνησε ως όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας, που ιδρύθηκε το 1928 χωρίς να κατορθώσει να λειτουργήσει. Εξέφραζε ρεφορμιστικές απόψεις και οι βασικοί του συνεργάτες ήταν οι Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού (που πρόβαλλε θέσεις του γυναικείου κινήματος), Αβροτέλης Ελευθερόπουλος, Ρόζα Ιμβριώτη, Γιάννης Καλομοίρης κ.ά.

 

Σοσιαλιστική Ιδέα. Όργανο της Κ.Ε. του Επαναστατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΣΚΕ), που εκδιδόταν παράνομα το 1943.

 

Σοσιαλιστική Κίνηση Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης (ΣΚΕΠΕ).
Κίνηση που ιδρύθηκε το 1948 στη δυτική Ευρώπη από παράγοντες της δεξιάς πτέρυγας της σοσιαλδημοκρατίας, με τη συμμετοχή και του ρεύματος που προήλθε από το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο (Μαρσό Πιβέρ κ.ά.), με το οποίο συνδέονταν οι Έλληνες αρχειομαρξιστές. Διακήρυττε την προοπτική μιας Ευρώπης δημοκρατικής και σοσιαλιστικής, σε αντίθεση με τον σοβιετικό συνασπισμό και ανεξάρτητης από τις ΗΠΑ.

Στη συγκρότησή της στην Ελλάδα συμμετείχαν, εκτός από το Αρχειομαρξιστικό Κόμμα, η ομάδα του Εργατικού Μετώπου του Άγι Στίνα και οι αντικομμουνιστικές κινήσεις, Σοσιαλιστική Ομοσπονδία και Πανελλήνια  Οργάνωση Δημοκρατικής Νεολαίας. Η ευρωπαϊκή ηγεσία της κίνησης απέρριψε την αίτηση ένταξης και του ΣΚ-ΕΛΔ, επειδή δεν καταδίκαζε τον αγώνα του ΔΣΕ.

Η ΣΚΕΠΕ συνέχισε τη λειτουργία της μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, με κύρια ηγετικά στελέχη τους Διονύση Μπενετάτο, Στρατή Σωμερίτη και Σωτήρη Τσιγαρίδη, υποστηρίζοντας την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, την οποία θεωρούσε πρόπλασμα της ενωμένης δημοκρατικής σοσιαλιστικής Ευρώπης.

 

Σοσιαλιστική Λέσχη. 1. Κινήσεις οπαδών του Σταύρου Καλλέργη, που ιδρύθηκαν στα 1893-94 στον Πύργο, την Πάτρα και το Λαύριο.

2. Σοσιαλδημοκρατική κίνηση αντικομμουνιστικού προσανατολισμού που ιδρύθηκε το 1959, μετά τη διάσπαση του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου κατά τον προηγούμενο χρόνο. Βασικά της στελέχη ήταν οι Ευάγγελος Κυριακόπουλος, Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, Βύρων Σταματόπουλος κ.ά. Συνδεόταν με το περιοδικό «Διεθνής Ζωή». Το 1964 η πλειοψηφία των μελών της συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ).

 

Σοσιαλιστική Νεολαία Ελλάδας. Ολιγομελής οργάνωση νεολαίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας του Γιάννη Πασαλίδη στα 1950-51, με γραμματέα τον επονίτη κομμουνιστή Τάκη Κακόγιαννο. Τα μέλη της συμμετείχαν στην ίδρυση της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ).

 

Σοσιαλιστική Ομοσπονδία. Σοσιαλδημοκρατική κίνηση αντικομμουνιστικού προσανατολισμού που ιδρύθηκε το 1946, με τη συμμετοχή των οργανώσεων Κόμμα Εργασίας, του Γεωργίου Γεωργιάδη, Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα, του Διονύση Μπενετάτου, Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, του Γιάννη Καλομοίρη, Ελληνική Σοσιαλιστική Ένωση, του Αθανάσιου Ρουσόπουλου, και τμήμα της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης. Η Σ.Ο. συγκροτήθηκε σε αντίθεση με την πολιτική του ΣΚ-ΕΛΔ, που τη θεωρούσε φιλοκομμουνιστική. Αν και τάχθηκε υπέρ της αποχής από τις εκλογές του Μαρτίου 1946, κατήγγειλε το νέο αντάρτικο, θεωρώντας το ΚΚΕ υπεύθυνο για τον Εμφύλιο Πόλεμο. Το 1950 το μεγαλύτερο τμήμα της συγκρότησε τη Σοσιαλιστική Ανασυγκρότηση και συνεργάστηκε με την ΕΠΕΚ.

 

Σοσιαλιστική Οργάνωση Εργαζομένων (ΣΟΕ). Τροτσκιστική οργάνωση, ενταγμένη στον μορενικό Διεθνή Σύνδεσμο Εργαζομένων - 4η Διεθνής. Ιδρύθηκε το 1981, κυρίως από μέλη της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, και εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Προοπτική». Ηγετικά της στελέχη ήταν οι Γιάννης Αργύρης, Γιάννης Βερούχης κ.ά. Διασπάστηκε το 1995 και ένα τμήμα της, που διατήρησε την εφημερίδα, ίδρυσε την Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών, ενώ το άλλο ίδρυσε το 1996 τον Κομμουνιστικό Σύνδεσμο (Εργατική Εξουσία).

 

Σοσιαλιστική Οργάνωση Νεολαίας Αθηνών. Ιδρύθηκε το 1916 από μέλη της Σοσιαλιστικής Ένωσης. Βασικά της στελέχη ήταν οι Γιώργος Δούμας, Σπύρος Κουμιώτης, Δημοσθένης Λιγδόπουλος, Μιχάλης Οικονόμου, Φραγκίσκος Τζουλάτης κ.ά. Είχε επαναστατικό μαρξιστικό προσανατολισμό και ανάμεσα στους σκοπούς της περιλαμβάνονταν ο αγώνας για τη σοσιαλιστική, εγκυκλοπαιδική, φιλολογική και καλλιτεχνική μόρφωση της εργατικής νεολαίας, η πάλη κατά του αλκοολισμού και η σωματική άσκηση των μελών της.

Τάχθηκε κατά του A΄ Παγκόσμιου Πολέμου και της ελληνικής συμμετοχής σ’ αυτόν και υποστήριξε τη Ρωσική Οκτωβριανή Επανάσταση. Στελέχη της καταδικάστηκαν από στρατοδικείο, λόγω της έκδοσης της μπροσούρας του Πιότρ Κροπότκιν «Προς τους νέους». Συνέβαλε στην έκδοση της εφημερίδας «Εργατικός Αγών», που αποτέλεσε το πρώτο δημοσιογραφικό όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ), στην ίδρυση του οποίου συμμετείχε και η οργάνωση, συγκροτώντας την αριστερή του πτέρυγα.

Η στελέχωσή της αποτέλεσε τον πυρήνα της τάσης που αγωνίστηκε μέσα στο ΣΕΚΕ για τη σύνδεσή του με την Κομμουνιστική Διεθνή. Στα 1919-21 μέλη της αποχώρησαν από το ΣΕΚΕ ιδρύοντας την Κομμουνιστική Ένωση, επανήλθαν κατόπιν στο κόμμα και κάποιοι απ’ αυτούς αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του αρχειομαρξισμού.

 

Σοσιαλιστική Πανσυνδικαλιστική Ένωση. Συνδικαλιστική παράταξη της τροτσκιστικής Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ), στα 1975-85, και του Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος (ΕΕΚ), στα 1985-89. Παρέμβαινε στους χώρους εργαζόμενων στην υγεία, ιδιωτικών εκπαιδευτικών, δημόσιων και δημοτικών υπαλλήλων, τραπεζοϋπαλλήλων, οικοδόμων, εργαζόμενων στις μεταφορές κ.ά.

 

Σοσιαλιστική Πορεία. 1. Περιοδικό που εξέδιδε η Σοσιαλιστική Δημοκρατική Ένωση (ΣΔΕ) στην Κολωνία, στα 1967-71.

2. Αριστερή πολιτική κίνηση που συγκροτήθηκε το 1975 από διαγραμμένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, προερχόμενα, κυρίως, από την αντιδικτατορική Δημοκρατική Άμυνα, με επικεφαλής τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. Εξέδιδε ομώνυμη εφημερίδα και διακήρυσσε την ανάγκη ενότητας της Αριστεράς και υπέρβασης τόσο του τριτοδιεθνισμού όσο και της σοσιαλδημοκρατίας.

Στις εκλογές του 1977 συμμετείχε στη Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων. Στα 1978-80 επιδίωξε από κοινού με την ΕΔΑ και την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (Β΄ Πανελλαδική) την ενότητα της ανανεωτικής Αριστεράς. Αυτοδιαλύθηκε μετά το 1981 και από τα στελέχη της, κάποιοι εξέδωσαν το περιοδικό «Αντιθέσεις», ενώ άλλοι επαναπροσχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ. Μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν οι Λαοκράτης Βάσσης, Πέτρος Ευθυμίου, Σάκης Καράγιωργας, Στέλιος Μπαμπάς, Στέλιος Νέστωρ, Ανδρέας Παππάς, Αστέρης Στάγκος, Γιάννης Τούντας, Βασίλης Φίλιας κ.ά.

 

Σοσιαλιστική Προοπτική. Εφημερίδα που εξέδιδε από το 1982 η τροτσκιστική Σοσιαλιστική Οργάνωση Εργαζομένων (ΣΟΕ). Μετά τη διάσπαση του 1995 παρέμεινε όργανο της τάσης που συγκρότησε την Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών, ενώ από το 2000 εκδίδεται από την Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση.

 

Σοσιαλιστική Πρωτοπορία. Οργάνωση νεολαίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας  στα 1932-38. Ο πρώτος της πυρήνας συγκροτήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εντάχθηκε στη Σοσιαλιστική Διεθνή Νέων και ηγετικά της στελέχη ήταν οι Αχιλλέας Γρηγορογιάννης και Ηλίας Παρασκευάς. Παρέμβαινε στο φοιτητικό κίνημα με την Οργάνωση Σοσιαλιστών Φοιτητών. Το 1936 συμμετείχε στη Φιλειρηνική Ένωση Οργανώσεων Νέων και κατά τη δικτατορία Μεταξά, στα 1937-38, στο Αντιδικτατορικό Μέτωπο Νέων. Διαλύθηκε κατόπιν και ανασυστάθηκε το 1941, ως Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδας.

 

Σοσιαλιστική Σημαία. Εφημερίδα που εξέδιδε το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, στα 1931-32.

 

Σοσιαλιστική Συμμαχία. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1978-82 τροτσκιστική ομάδα προερχόμενη από την προδικτατορική Εργατική Δημοκρατία, που μετά την αποχώρησή της από το Ξεκίνημα δρούσε ως Επιτροπή Διαγραμμένων Μελών και Στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Αντικαταστάθηκε κατόπιν από τον «Σοσιαλιστικό Αγώνα».

 

Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Εργατοϋπαλληλική Κίνηση (ΣΣΕΚ). Πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση που συγκροτήθηκε το 1986, μετά από διάσπαση της ΠΑΣΚΕ. Αιτία της διάσπασης ήταν η αντίθεση στα αντεργατικά μέτρα οικονομικής σταθεροποίησης που πήρε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το 1985. Η αντίθεση εκφράστηκε και από την πλειοψηφία της Διοίκησης της ΓΣΕΕ, την οποία αποτελούσαν οι συνδικαλιστές που συγκρότησαν τη ΣΣΕΚ και οι παρατάξεις της κομμουνιστικής Αριστεράς, ΕΣΑΚ και ΑΕΜ. Ως απάντηση στην αντίθεση με την κυβερνητική πολιτική, καθαιρέθηκε με δικαστική απόφαση η ηγεσία της ΓΣΕΕ και διορίστηκε νέα φιλοκυβερνητική. Η πλειοψηφία συγκρότησε άλλη Διοίκηση, με πρόεδρο τον Γιάννη Παπαμιχαήλ, ο οποίος έγινε και ηγέτης της ΣΣΕΚ.

Η ΣΣΕΚ προσανατολίστηκε στην κομματική πολιτική συγκρότηση, επιδιώκοντας τη διαμόρφωση νέου αριστερού σοσιαλιστικού πολιτικού φορέα και τη συνεργασία με δυνάμεις που αντιτάσσονταν από τ’ αριστερά στις διαδικασίες συγκρότησης συνασπισμού του ΚΚΕ και της ΕΑΡ, όπως ήταν το ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, το ΕΚΚΕ, η ΕΜΑΣ κ.λπ. Μέσω του Μετώπου Εργαζομένων, που ιδρύθηκε το 1988, συμμετείχε στις εκλογές του 1989 με το σχήμα Άμεση Δημοκρατία, σε συνεργασία με τον Μανώλη Γλέζο, τον Γιάννη Μηλιό, πρώην αγωνιστές του ΠΑΚ κ.ά. Μετά την εκλογική αποτυχία η ΣΣΕΚ διαλύθηκε και το μεγαλύτερο μέρος των μελών της επαναπροσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ.

 

Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Οργάνωση. Πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση που ίδρυσαν οι Μήτσος Χατζόπουλος και Σπύρος Μελάς το 1912. Στηρίχτηκε στις δυνάμεις του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθήνας, του Νίκου Γιαννιού, διατηρώντας την αυτονομία της απέναντί του, και διακήρυττε θέσεις αναρχοσυνδικαλιστικές. Μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν οι Ηρακλής Αποστολίδης και Άριστος Αρβανίτης.

 

Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Παράταξη. Ιδρύθηκε το 1941 από σοσιαλιστές συνδικαλιστές που προέρχονταν από τα προπολεμικά Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα και συνδεόταν με το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας. Συμμετείχε στο Εργατικό ΕΑΜ και επικεφαλής της ήταν ο Δημήτρης Στρατής. Μετά την Απελευθέρωση συνεργάστηκε με τον ΕΡΓΑΣ, την παράταξη της εαμικής Αριστεράς, και αποκλείστηκε από το Συνέδριο της ΓΣΕΕ, τον Μάρτιο του 1948, ως προσκείμενη σε «φιλοσοβιετικό κόμμα», όπως χαρακτηρίστηκε το ΣΚ-ΕΛΔ. Τμήμα της, με επικεφαλής τον Γεώργιο Λάσκαρη, είχε αποχωρήσει το 1945, διαφωνώντας με τον αριστερό της προσανατολισμό. Η ΣΣΠ αποτέλεσε τη βασική ιδρυτική συνιστώσα του Κινήματος Ελεύθερου Συνδικαλισμού, το 1950.

 

Σοσιαλιστική Συνειδητοποίηση (ΣΟ.ΣΥΝ.). Κίνηση που συγκροτήθηκε ως φράξια στις γραμμές της Νεολαίας ΕΔΑ, το 1962. Βασικά της στελέχη ήταν οι Παναγιώτης Γουλιέλμος, Ηλίας Νικολόπουλος, Μάκης Παπούλιας, Σωτήρης Πέτρουλας, Γιώργος Χατζόπουλος, Κοσμάς Ψυχοπαίδης κ.ά. Ασκούσε κριτική από τ’ αριστερά στο ΚΚΕ και στην ΕΔΑ, και προσανατολιζόταν σε μια νέα Αριστερά που θα έδινε ιδιαίτερο βάρος στην ιδεολογική συγκρότηση των αγωνιστών και στην ιδεολογική χειραφέτηση των εργαζομένων. Ελέγχοντας τη μαθητική οργάνωση της Ν. ΕΔΑ, και κυρίως το τμήμα εργαζόμενων μαθητών, επηρέαζε την εφημερίδα «Συνειδητή Αλλαγή».

Αντιτάχθηκε στη διάλυση της Ν. ΕΔΑ και στην ίδρυση της Δ.Ν. Λαμπράκη, εκτιμώντας πως στο πλαίσιο της νέας ευρύτερης οργάνωσης θα ατονούσαν τα μαρξιστικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Εξαιτίας αυτής της διαφωνίας, στελέχη της διαγράφτηκαν από την οργάνωση νεολαίας.

Μετά τη δολοφονία, στη διαδήλωση της 21ης Ιουλίου 1965, του Πέτρουλα, οι σύντροφοί του αποχώρησαν από τη Δ.Ν. Λαμπράκη και συγκρότησαν την Πανσπουδαστική Δημοκρατική Κίνηση (ΠΑΝΔΗΚ) «Σωτήρης Πέτρουλας», που έδρασε μέχρι τα μέσα του 1966. Από τον κύκλο της ΣΟ.ΣΥΝ. προήλθαν πολλοί αγωνιστές του αντιδικτατορικού κινήματος και τμήμα της συμμετείχε αργότερα στην Κίνηση Νέοι Σοσιαλιστές.

 

Σοσιαλιστική Φλόγα. Παράνομη εφημερίδα, όργανο της Κ.Ε. του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας στα 1942-44.

 

Σοσιαλιστική Φοιτητική Πρωτοπορία. Μικρή αντιδικτατορική φοιτητική κίνηση της τροτσκιστικής Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ). Συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και μέλη της φυλακίστηκαν τον Μάρτιο 1974. Βασικά της στελέχη ήταν οι Θεόδωρος Κουτσουμπός, Αγγελική Κουτσουμπού και Παναγιώτης Νικολαΐδης.

 

Σοσιαλιστική Φωνή. Εφημερίδα που εκδόθηκε το 1961, ως όργανο της Ένωσης Ελλήνων Σοσιαλιστών, με διευθυντή τον Χαράλαμπο Πρωτοπαπά. Υπήρξε στη συνέχεια όργανο της Σοσιαλιστικής Ένωσης και στα 1963-64 του Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με διευθυντή τον Στρατή Σωμερίτη.

 

Σοσιαλιστικό Βήμα. 1. Όργανο της Κ.Ε. του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας το 1944.

2. Εφημερίδα της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ), στα 1964-67. Διευθυντής της ήταν ο Στρατής Σωμερίτης, ο οποίος την επανεξέδωσε τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας.

 

Σοσιαλιστικό Βιβλιοπωλείο. Ιδρύθηκε από το ΣΕΚΕ το 1919, με πρώτο διευθυντή τον Σπύρο Κουμιώτη. Λειτούργησε ως βιβλιοπωλείο και εκδοτικό του ΚΚΕ μέχρι το 1936, με εξαίρεση την περίοδο της δικτατορίας Πάγκαλου (1925-26). Το 1932 μετονομάστηκε σε «Λαϊκό Βιβλιοπωλείο».

 

Σοσιαλιστικό Δελτίο. Περιοδικό που εξέδιδε ο Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος στα 1954-59.

 

Σοσιαλιστικό Ελληνικό Κίνημα. Μικρή σοσιαλδημοκρατική οργάνωση, με επικεφαλής τον Γιάννη Κοκορέλη. Ιδρύθηκε το 1959 και το 1961 συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Ένωσης.

 

Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Οργάνωση με αναφορές στον τροτσκισμό, ενταγμένη στη Διεθνή Σοσιαλιστική Τάση που, με επικεφαλής τον Τόνι Κλιφ, είχε αποσπαστεί το 1948 από την 4η Διεθνή, εκτιμώντας πως τα καθεστώτα της ΕΣΣΔ και των άλλων ανατολικών χωρών ήταν κρατικοκαπιταλιστικά. Ιδρύθηκε το 1997, ως μετεξέλιξη της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ). Εκδίδει την εφημερίδα «Εργατική Αλληλεγγύη» και το περιοδικό «Σοσιαλισμός από τα κάτω».

Με πρωτοβουλία του συγκροτήθηκαν η κίνηση Πρωτοβουλία Γένοβα και η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο, και συμμετείχε στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ. Μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς του αναπτύσσεται μέσω της Κίνησης Ενωμένοι Ενάντια στον Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή (ΚΕΕΡΦΑ).

Συμμετείχε στις ευρωεκλογές του 1999 ως ΣΕΚ και στις βουλευτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές του 2004 ως Αντικαπιταλιστική Συμμαχία, παίρνοντας 8.000-11.000 ψήφους και ποσοστά λίγο πιο πάνω από το 0,1%. Το 2001 ένα τμήμα των μελών του αποσπάστηκε και συγκρότησε τη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ).

Το ΣΕΚ συμμετείχε το 2007 στην ίδρυση της Ενωτικής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (ΕΝΑΝΤΙΑ), με την οποία πήρε μέρος στις εκλογές του 2007, και από το 2009  εντάσσεται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με την οποία συμμετείχε έκτοτε στις εκλογές. Ηγετικά του στελέχη είναι οι Λένα Βερδέ, Πάνος Γκαργκάνας, Πέτρος Κωνσταντίνου, Λέανδρος Μπόλαρης, Κώστας Πίττας, Γιάννης Σηφακάκης, Μαρία Στύλλου κ.ά.

 

Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ). 1. Το μετέπειτα ΚΚΕ. Βλ. Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.

2. Τίτλος κόμματος που επιχειρήθηκε να συγκροτηθεί από μεγάλο τμήμα των σοσιαλιστών ενόψει των εκλογών του 1926 και κυρίως του 1928. Στην προσπάθεια συμμετείχαν παλιά στελέχη του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, όπως ο Νίκος Γιαννιός, πρώην στελέχη του ΣΕΚΕ, όπως οι Γεώργιος Γεωργιάδης, Νίκος Δημητράτος και Αβραάμ Μπεναρόγια, ανένταχτοι, όπως οι Τίμος Ζαχαρακόπουλος, Γιάννης Πασαλίδης και Χρήστος Χωμενίδης, και συνδικαλιστές, όπως οι Γιάννης Καλομοίρης, Γεώργιος Λάσκαρης, Τιμολέων Λαμπρινόπουλος, Δημήτρης Στρατής κ.ά.

Αν και ανακοινώθηκε η ίδρυσή του και γραμματέας ορίστηκε ο Δημήτρης Γιαμογιάννης, ενώ εκδόθηκαν και τα έντυπα «Νέα Εποχή» στη Θεσσαλονίκη και «Σοσιαλιστική Ζωή» στην Αθήνα, η προσπάθεια απέτυχε, λόγω των σοβαρών διαφωνιών μεταξύ των στελεχών που την ανέλαβαν. Παρ’ όλα αυτά, το ΣΕΚΕ εμφανιζόταν ως σκιώδης κομματικός οργανισμός μέχρι την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, το 1931.

 

Σοσιαλιστικό Κέντρο. Τίτλος οργανώσεων που έδρασαν κατά την περίοδο 1908-18 στην Κωνσταντινούπολη, όπου επηρεαζόταν από τους Βούλγαρους σοσιαλιστές και στο ελληνικό τμήμα του συμμετείχαν οι Νίκος Γιαννιός, Στέφανος Παπαδόπουλος κ.ά., και στην Αθήνα και τον Πειραιά, όπου ιδρύθηκαν από τον Νίκο Γιαννιό το 1911.

 

Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών. Οργάνωση που ίδρυσε το 1911 ο Νίκος Γιαννιός, με βασικούς συνεργάτες τους Ηρακλή Αναστασίου, Αντώνη Γαβαλά, Μιχαήλ Λισμάνη, Σπύρο Παλιούρα, Δημήτρη Παπαοικονόμου, Αντώνη Σαραντίδη κ.ά. Στο πλαίσιό της συγκροτήθηκε τον επόμενο χρόνο Σοσιαλιστικός Όμιλος της Ελληνικής Νεολαίας. Στα 1915 εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλισμός» και κατόπιν το περιοδικό «Σοσιαλιστικά Φύλλα». Παράλληλα, ιδρύθηκε και το Σοσιαλιστικό Κέντρο Πειραιά, που ανέπτυξε δραστηριότητα στο συνδικαλιστικό κίνημα, κυρίως στο σωματείο των σερβιτόρων.

Το Σοσιαλιστικό Κέντρο είχε μεταρρυθμιστικό προσανατολισμό και πήρε θέση υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αντίθεση με την πλειονότητα των νεότερων σοσιαλιστών που κράτησαν αντιπολεμική στάση. Το 1917 έγινε απόπειρα ενοποίησης με τη Σοσιαλιστική Ένωση του Παναγή Δημητράτου και ιδρύθηκε το βραχύβιο Σοσιαλιστικό Τμήμα Αθηνών.

Κατά την περίοδο που δρομολογήθηκε η σύγκληση συνεδρίου για την ίδρυση σοσιαλιστικού κόμματος, το ΣΚΑ αντιτάχθηκε στη συμμετοχή της Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, κατηγορώντας την, ακόμη και με αναφορές προς την κυβέρνηση Βενιζέλου, σαν ανθελληνικό όργανο των Εβραίων. Τελικά, ο Νίκος Γιαννιός αποχώρησε από το Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, αντιτασσόμενος στον αντιπολεμικό και διεθνιστικό του προσανατολισμό. Λίγο αργότερα, το 1919, το ΣΚΑ μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, συσπειρώνοντας μικρό αριθμό στελεχών.

 

Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ). 1. Μικρή πολιτική κίνηση που ίδρυσε o Νίκος Γιαννιός. Ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε το 1917, για να εκφράσει την πρόθεση των Σοσιαλιστικών Κέντρων Αθήνας και Πειραιά και της Σοσιαλιστικής Ένωσης, για την ίδρυση σοσιαλιστικού κόμματος. Έτσι, και η εφημερίδα του Σοσιαλιστικού Τμήματος Αθηνών, «Εργατικός Αγών», αναφερόταν ως όργανο του ΣΚΕ. Τον τίτλο διατήρησε η ομάδα που συγκροτούνταν γύρω από τον Νίκο Γιαννιό, μετά την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ). Στα 1919-20 εξέδιδε την εφημερίδα «Κοινωνία» και από το 1928 εκφραζόταν από τη «Σοσιαλιστική Ζωή».

Αν και ήταν προσωποπαγές και δεν είχε απήχηση στις γραμμές των διάσπαρτων σοσιαλιστών, το ΣΚΕ του Γιαννιού διατηρούσε σχέσεις με τη Σοσιαλιστική Διεθνή. Χαρακτηριζόταν από θέσεις ρεφορμιστικές και αντικομμουνιστικές και στις εκλογές του 1923 και 1926 συνεργάστηκε με το κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Από το 1926 συμμετείχε στην αποτυχημένη προσπάθεια ίδρυσης ενιαίου σοσιαλιστικού κόμματος, αυτοδιαλύθηκε το 1932 και τα μέλη του εντάχθηκαν στο ενιαίο ΣΚΕ, αλλά  ανασυστάθηκε μετά τη διαγραφή του Γιαννιού από το ενιαίο ΣΚΕ, το 1934. Έπαψε να λειτουργεί μετά την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, το 1936, και επανεμφανίστηκε τυπικά και μετά την Απελευθέρωση, το 1944.  Ανάμεσα στα κατά καιρούς βασικά του στελέχη ήταν ο Ηρακλής Αποστολίδης, η Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού,  οι συνδικαλιστές Ηλίας Δελαζάνος και Αχιλλέας Χατζημιχάλης, κ.ά.

2. Το πρώτο σχετικά μαζικό και αντιπροσωπευτικό της πλειονότητας των Ελλήνων σοσιαλιστών, κόμμα. Ιδρύθηκε το 1931, μετά από πολύχρονες προσπάθειες των σοσιαλιστών, μεταξύ των οποίων και εκείνων που είχαν αποχωρήσει το 1923 από το ΣΕΚΕ (Κ), το οποίο μετεξελίχθηκε σε ΚΚΕ. Στην ίδρυσή του σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι Σοσιαλιστικοί Όμιλοι, που συγκροτήθηκαν με αυτό τον σκοπό το 1930. Η συμμετοχή στο νεοσύστατο κόμμα του συντηρητικού ηγέτη της ΓΣΕΕ Γιάννη Καλομοίρη προκάλεσε αντιδράσεις από τους σοσιαλιστές συνδικαλιστές, Δημήτρη Στρατή, Γιώργο Λάσκαρη κ.ά., που μαζί με τον Χρήστο Χωμενίδη συγκρότησαν το Ανεξάρτητο Σοσιαλιστικό Κόμμα, αλλά προσχώρησαν στο ΣΚΕ το 1932, μετά την αποπομπή του Καλομοίρη. Το 1934 διαγράφηκε από το ΣΚΕ και η ομάδα του Νίκου Γιαννιού, που συγκροτούσε ομώνυμο κόμμα και είχε προσχωρήσει το 1932.

Με ηγετικά στελέχη τους Δημήτρη Γιαμογιάννη, Γιάννη Πασαλίδη, Στρατή Σωμερίτη,  Χωμενίδη,   τους νεότερους Αχιλλέα Γρηγορογιάννη, Ηλία Παρασκευά (στελέχη της νεολαίας του κόμματος, Σοσιαλιστική Πρωτοπορία, και της Οργάνωσης Σοσιαλιστών Φοιτητών) κ.ά., και όργανα τη «Σοσιαλιστική Σημαία»,  τις «Σοσιαλιστικές Πληροφορίες» και το θεωρητικό περιοδικό «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση», το ΣΚΕ διακήρυττε μαρξιστικό προσανατολισμό, τοποθετούμενο στην αριστερή πτέρυγα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, όπως την εξέφραζαν οι θέσεις των σοσιαλιστικών κομμάτων της Αυστρίας και της Γαλλίας. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που η Σοσιαλιστική Διεθνής –στην οποία κυριαρχούσε η δεξιά αντικομμουνιστική πτέρυγα- δεν το αναγνώρισε ως τμήμα της στην Ελλάδα, επιμένοντας στις σχέσεις της με την ομώνυμη κίνηση του Γιαννιού.

Αποτελούμενο, κυρίως, από διανοούμενους, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει προσβάσεις στην εργατική τάξη. Τα συνδικαλιστικά του στελέχη, που έλεγχαν τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα, κρατούσαν το κόμμα σε απόσταση από το δυναμικό των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Έτσι, στις εκλογές του 1932 δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει παρά 850 ψήφους, έχοντας κατεβεί σε πολύ λίγες περιφέρειες, ενώ στις περισσότερες στήριξε το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας.

Σοβαρό πρόβλημα ήταν και η πολεμική του ΚΚΕ μέχρι το 1934, που καθοριζόταν από τη θέση πως η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί εχθρική δύναμη («σοσιαλφασίστες»). Αν και από το 1934 το ΣΚΕ συνεργάστηκε με το ΚΚΕ στις ενιαίες αντιφασιστικές κινήσεις, αρνήθηκε να συμμετάσχει στη συγκρότηση Λαϊκού Μετώπου, όπως πρότεινε το ΚΚΕ στα 1935-36.

Με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, έπαψε να λειτουργεί, ανασυστάθηκε για λίγο το 1938 από τον Χωμενίδη, διαλύθηκε και πάλι μετά τη σύλληψή του, και ανασυγκροτήθηκε ξανά το 1941, με γραμματέα τον Χωμενίδη και βασικά στελέχη τους Σταύρο Βεόπουλο, Γιώργο Οικονόμου, Στρατή, Γιάννη Σκουριώτη κ.ά. Ένα μέρος από την προπολεμική του στελέχωση (Σωμερίτης κ.ά.,) συμμετείχε στην Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), που ίδρυσε ο Ηλίας Τσιριμώκος.

Το ΣΚΕ αποτέλεσε ιδρυτική συνιστώσα του ΕΑΜ, εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα «Σοσιαλιστική Φλόγα» και η νεολαία του (Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδας) συμμετείχε στο ΕΑΜ Νέων και κατόπιν στην ίδρυση της ΕΠΟΝ. Το 1942 αντιμετώπισε κρίση, που οδήγησε στη διαγραφή από το κόμμα και από το ΕΑΜ των Χωμενίδη και Οικονόμου. Νέος γραμματέας ανέλαβε ο Στρατής. Ανάμεσα στους αγωνιστές που έπεσαν στον αγώνα κατά του φασισμού ήταν και ο Χωμενίδης, που επανήλθε στο ΣΚΕ και στο ΕΑΜ το 1944. Το ΣΚΕ τάχθηκε υπέρ των συμφωνιών του ΕΑΜ με την αστική κυβέρνηση του Καΐρου και τον Δεκέμβριο του 1944 αντιτάχθηκε στην πολιτική του ΚΚΕ. Το 1944 εξέδιδε τα έντυπα «Σοσιαλιστικό Βήμα» και «Σοσιαλιστής». Το 1945 αποχώρησε από το ΕΑΜ και ενοποιήθηκε με την ΕΛΔ, συγκροτώντας την ΕΛΔ-ΣΚΕ.

3. Μικρή συσπείρωση της σοσιαλιστικής Αριστεράς, που μετά την ίδρυση της ΕΛΔ-ΣΚΕ, το 1945, συνέχισε τη συνεργασία με το ΚΚΕ στο πλαίσιο του Συνασπισμού Κομμάτων του ΕΑΜ. Ιδρύθηκε από πρώην στελέχη του ΣΚΕ (όπως ο επικεφαλής του, Γιάννης Πασαλίδης, ο Γιώργος Οικονόμου, ο Σταύρος Ηλιόπουλος κ.ά.) και του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (Νίκος Γαβαλάς, Γιώργος Γεωργαλάς, Δημήτρης Μαραγκός, Σταμάτης Μαστρογιαννάκος κ.ά.). Στα 1946-47 εξέδιδε την εφημερίδα «Νέα Εποχή».  Κράτησε επιφυλακτική στάση απέναντι στην πολιτική του ΚΚΕ κατά τον Εμφύλιο, χωρίς να καταδικάζει τον ΔΣΕ. Το 1950 αποκλείστηκε από τη Δημοκρατική Παράταξη, μετά από απαίτηση του ΣΚ-ΕΛΔ, και το 1951 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΔΑ, της οποίας ο Πασαλίδης ανέλαβε πρόεδρος.

4. Οργάνωση που ίδρυσαν το 1964 οι αποχωρήσαντες από το Ιδρυτικό Συνέδριο της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ), Διονύσης Μπενετάτος (που ανέλαβε γραμματέας), Θανάσης Αργύρης, Δημήτρης Γιωτόπουλος, Γιώργος Κοτζιάς κ.ά., μετά την απόρριψη της πρότασής τους για άρνηση κάθε συνεργασίας με την ΕΔΑ.

Είχε σαφή αντικομμουνιστικό προσανατολισμό και στα Ιουλιανά του 1965 τάχθηκε υπέρ των αποστατών. Κατήγγειλε στη Σοσιαλιστική Διεθνή τον Ανδρέα Παπανδρέου ως εθνικιστή και εξτρεμιστή, και αποφάσισε εκλογική συνεργασία με το κόμμα των αποστατών, στις εκλογές που ματαίωσε το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967. Ανασυστάθηκε το 1974 και συμμετείχε στις εκλογές σε συνεργασία με τη Φιλελεύθερη Δημοκρατική Ένωση που προερχόταν από τους αποστάτες του 1965. Μετά το απογοητευτικό εκλογικό αποτέλεσμα διαλύθηκε.

 

Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ). Κίνηση που προήλθε από τον Ελληνικό Αντιαποικιακό Σύνδεσμο το 1960. Επικεφαλής του ήταν ο Νίκος Πουλιόπουλος και βασικά του στελέχη οι  Αχιλλέας Βαγενάς, Έλλη Λαμπρίδη, Νίκος Μπεζαντάκος κ.ά., και στα 1961-63 εξέδιδε την «Ελληνική Ανεξαρτησία». Το 1963 συγχωνεύτηκε με τη Σοσιαλιστική Ένωση και ίδρυσαν την Ενιαία Σοσιαλιστική Παράταξη, αλλά ανασυγκροτήθηκε τον επόμενο χρόνο, μετά την ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης, στην οποία αρνήθηκαν να συμμετάσχουν τα στελέχη του. Ανασυστάθηκε και κατά τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια. Υποστήριζε την αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού και την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, και πρότασσε τον αγώνα για την απαλλαγή της χώρας από την ιμπεριαλιστική επικυριαρχία.

 

Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΣΚ-ΕΛΔ). Μετονομασία της ΕΛΔ-ΣΚΕ, μετά το Συνέδριο του Ιανουαρίου 1946 και την προσχώρηση τμήματος της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης και άλλων σοσιαλιστών. Αποτέλεσε προσπάθεια συσπείρωσης και ενιαίας κομματικής έκφρασης της σοσιαλιστικής Αριστεράς. Αν και συγκέντρωσε την πλειονότητα των δυνάμεων αυτού του χώρου, αντιμετώπισε προβλήματα από τάσεις που συνέχισαν τη συνεργασία με το ΚΚΕ (ΣΚΕ του Γιάννη Πασαλίδη) και άλλες που συγκρότησαν την αντικομμουνιστική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία. Πρόεδρός του ήταν οι Αλέξανδρος Σβώλος  και γραμματέας ο Ηλίας Τσιριμώκος, και εξέδιδε την εφημερίδα «Μάχη» και στα 1946-47 το θεωρητικό περιοδικό «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση».

Αντιτάχθηκε στο καθεστώς που επιβλήθηκε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και στη λευκή τρομοκρατία, απείχε από τις εκλογές του Μαρτίου 1946 και συμμετείχε στους Δημοκρατικούς Συλλόγους σε συνεργασία με το ΕΑΜ. Αν και διαφώνησε με τον προσανατολισμό του ΚΚΕ για νέο ένοπλο αγώνα, δεν καταδίκαζε τον ΔΣΕ. Η στάση αυτή είχε ως συνέπεια τον αποκλεισμό του από τη διεθνή σοσιαλδημοκρατική οργάνωση ΚΟΜΙΣΚΟ και από την κίνηση για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης.

Η πολιτική του ΣΚ-ΕΛΔ απέναντι στο ΚΚΕ άλλαξε το 1949. Η τοποθέτηση του ΚΚΕ για αυτοδιάθεση των Σλαβομακεδόνων χαρακτηρίστηκε εθνοπροδοτική από το ΣΚ-ΕΛΔ, το οποίο τάχθηκε υπέρ της ήττας του ΔΣΕ.

Το 1950 συμμετείχε στις εκλογές με το σχήμα της Δημοκρατικής Παράταξης, που υπερψηφίστηκε κυρίως από τους οπαδούς του παράνομου ΚΚΕ, και κέρδισε τις οχτώ από τις δεκαοχτώ έδρες. Εντούτοις, αντιτάχθηκε στη συμμετοχή στους συνδυασμούς όχι μόνο κομμουνιστών, αλλά και πολλών απ’ όσους συνέχιζαν τη συνεργασία με το ΚΚΕ, όπως ήταν ο Πασαλίδης, ο Μιχάλης Κύρκος κ.ά. Το 1951 αρνήθηκε να συμμετάσχει στην ίδρυση της ΕΔΑ και κατεβαίνοντας αυτόνομα στις εκλογές συγκέντρωσε μόλις 4.000 ψήφους (0,23%). Στις επόμενες εκλογές συνεργάστηκε με το Κέντρο. Η άρνησή του να ενταχθεί στην ΕΔΑ και η εκλογική συνεργασία με κόμματα του Κέντρου όξυνε τις σχέσεις του με το ΚΚΕ, το οποίο κατήγγειλε το ΣΚ-ΕΛΔ ως καλυμμένο όργανο του αντικομμουνισμού.

Το 1953 διαλύθηκε και ένα τμήμα του, με επικεφαλής τον Σβώλο, συμμετείχε στην ίδρυση του Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού, ενώ o Τσιριμώκος προσανατολίστηκε στη συνεργασία με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Παράλληλα, ιδρύθηκε ο Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος, ως κίνηση έκφρασης των Ελλήνων σοσιαλιστών.

Το ΣΚ-ΕΛΔ αποτέλεσε την τελευταία απόπειρα συγκρότησης μαζικού σοσιαλιστικού κόμματος στην Ελλάδα, πριν από το 1974. Η επιρροή του ήταν περιορισμένη, αν και παρέμβαινε στο συνδικαλιστικό κίνημα στηρίζοντας τη Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Παράταξη και κατόπιν το Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού του Δημήτρη Στρατή, που ήταν στέλεχος του κόμματος. Η αποτυχία του σχετίζεται, κυρίως, με τις αντικειμενικές δυσκολίες της περιόδου, καθώς ο βασικός πυρήνας του κόσμου της Αριστεράς παρέμενε προσηλωμένος στο ΚΚΕ, που διεξήγαγε σκληρούς αγώνες και υφίστατο διώξεις, ενώ ο κόσμος της ευρύτερης Αριστεράς προσανατολιζόταν σε πιο ρεαλιστικές επιλογές, στηρίζοντας την αριστερή πτέρυγα του Κέντρου, θεωρώντας πως μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική κυβερνητική λύση απέναντι στην συντηρητική Δεξιά.

 

Σοσιαλιστικό Τμήμα Αθηνών. Βραχύβια απόπειρα ενοποίησης του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών, του Νίκου Γιαννιού, και της Σοσιαλιστικής Ένωσης, του Παναγή Δημητράτου, για τη συγκρότηση σοσιαλιστικού κόμματος. Ιδρύθηκε το καλοκαίρι του 1917 και για τη στήριξη της εκδόθηκε η εφημερίδα «Εργατικός Αγών». Λίγο αργότερα διαλύθηκε.

 

Σοσιαλιστικοί Όμιλοι. 1. Κινήσεις που ιδρύθηκαν κατά τη δεκαετία του 1910 σε διάφορες πόλεις. Σημαντικότερος Σ.Ο. ήταν αυτός της Κέρκυρας που συγκροτήθηκε το 1911, με τη συμμετοχή των Αριστοτέλη Σίδερη, Κωνσταντίνου Θεοτόκη, Μάρκου Ζαβιτζιάνου κ.ά.

2. Κινήσεις που ιδρύθηκαν το 1930 στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη κ.λπ., με σκοπό την ίδρυση ενιαίου σοσιαλιστικού κόμματος. Εκφράζονταν από την εφημερίδα «Σοσιαλιστής» και μετά από σειρά διαδικασιών κατέληξαν, τον επόμενο χρόνο, στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας.

 

Σοσιαλιστικός Αγώνας. 1. Όργανο του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, του Γιάννη Καλομοίρη, στα 1944-45.

2. Όργανο της τροτσκιστικής οργάνωσης Επιτροπή Διαγραμμένων Μελών και Στελεχών του ΠΑΣΟΚ στα 1982-89. Διαδέχτηκε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Συμμαχία». Έπαψε να κυκλοφορεί μετά την ανασυγκρότηση, από την ομάδα που τη στήριζε, της κίνησης Εργατική Δημοκρατία.

 

Σοσιαλιστικός Όμιλος Γυναικών. Κίνηση που ιδρύθηκε από την Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού το 1919. Συνδεόταν με το ολιγομελές Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, του Νίκου Γαννιού, και αναγνωρίστηκε από τη Σοσιαλιστική Διεθνή. Αντιτασσόταν τόσο στον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, που τον χαρακτήριζε αστικό, όσο και στις κινήσεις που συγκροτούσε το ΚΚΕ στο γυναικείο κίνημα. Ως συνέπεια αυτής του της στάσης, αντιτάχθηκε το 1934 στο Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών, χαρακτηρίζοντάς το «κομμουνιστική πλεκτάνη». Ανάμεσα στα κατά καιρούς βασικά στελέχη του ήταν οι Μαρίκα Μπότση, Πετρούλα Τζοβάρα, Μαρία Χατζημιχάλη, Πηνελόπη Χριστάκου, Νίκη Χριστοδουλοπούλου, Αιμιλία Φοντάνα κ.ά. Στα 1928-35 εκφραζόταν από το περιοδικό «Σοσιαλιστική Ζωή», στο οποίο διατίθονταν σταθερά σελίδες για το γυναικείο κίνημα.

 

Σοσιαλιστικός Όμιλος Ελληνικής Νεολαίας. Οργάνωση που ιδρύθηκε στο πλαίσιο του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθήνας, του Νίκου Γιαννιού, το 1912, με επικεφαλής τους Κώστα Καραμούζη-Αθάνατο και Δημήτρη Πανόζα, και όργανο το περιοδικό «Ανάστασις». Ήταν η πρώτη οργάνωση σοσιαλιστικής νεολαίας που ιδρύθηκε στην Ελλάδα, αν και δεν κατόρθωσε να μαζικοποιηθεί. Ανασυστάθηκε το 1914, με βασικά στελέχη τους Μενέλαο Μαρκόπουλο, Φρανς Πετρούσκα και Πάνο Ταγκόπουλο.

 

Σοσιαλιστικός Σύλλογος. Εφημερίδα που εξέδιδαν το 1893 στην Αθήνα στελέχη του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, που πρωτοστάτησαν στη διαγραφή τον ιδρυτή του Σταύρου Καλλέργη. Ανάμεσά τους ήταν οι Αλέξανδρος Ματιάτος, Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος, Σπύρος Νάγος, Κωνσταντίνος Συνοδινός κ.ά. Το 1894 η εφημερίδα σταμάτησε την έκδοσή της και από κοινού με την ομάδα που εξέδιδε τον «Μεταρρυθμιστή», εκδόθηκε η «Σοσιαλιστική Εφημερίς».

 

Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος. Σοσιαλδημοκρατική κίνηση που ιδρύθηκε μετά τη διάλυση του ΣΚ-ΕΛΔ, το 1953. Συνδέθηκε ως συμβουλευτικό μέλος με τη Σοσιαλιστική Διεθνή, συγκρότησε τον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο Νέων και εξέδιδε τα «Σοσιαλιστικά Νέα» και το «Σοσιαλιστικό Δελτίο». Μέλος του ήταν έως το 1958 και ο Ηλίας Τσιριμώκος, ο οποίος πολιτευόταν με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Το 1958 αποσπάστηκε η δεξιά αντικομμουνιστική πτέρυγα, αποτελούμενη κυρίως από μέλη της Νεολαίας του, υπό τον Ευάγγελο Κυριακόπουλο, και ίδρυσε, το 1959, τη Σοσιαλιστική Λέσχη.  Πρόεδρος του Σ.Σ. έως το 1956 ήταν ο Δημήτρης Στρατής και στη συνέχεια η Αγνή Ρουσοπούλου. Το 1964 συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ).

 

Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος Νέων. Νεολαία του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου, κατά την περίοδο 1954-58. Επικεφαλής του ήταν ο Ευάγγελος Κυριακόπουλος. Συμμετείχαν και νέοι τροτσκιστές, μέλη του παράνομου ΚΔΚΕ, όπως o Γιώργος Δαλαβάγκας, ο Δημήτρης Λιβιεράτος κ.ά.

 

Σουλάμ Δαβίδ-Μποχώρ (1898-1942). Ισραηλίτης, στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, εργάστηκε ως αρτεργάτης και ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα. Μέλος του ΣΕΚΕ από νεαρή ηλικία, στα 1926-28 ήταν  και βουλευτής του ΚΚΕ. Παρά τη βουλευτική του ιδιότητα φυλακίστηκε το 1927, ενώ τον επόμενο χρόνο διαγράφηκε από το κόμμα ως «λικβινταριστής». Εκτελέστηκε από τους Γερμανούς. 

 

Σούλας Μήτσος (;-1992). Στέλεχος του αρχειομαρξιστικού και του τροτσκιστικού ρεύματος. Εντάχθηκε στην οργάνωση του «Αρχείου Μαρξισμού» και δραστηριοποιήθηκε στο συνδικαλιστικό κίνημα των αρτεργατών. Το 1929 πρωτοστάτησε στην κίνηση των «φραξιονιστών», που ίδρυσε το 1930 την ΚΕΟ. Το 1932  συμμετείχε στη ίδρυση της ΛΑΚΚΕ και το 1934 στην ίδρυση της ΟΚΔΕ. Στα 1936-40 εξορίστηκε και φυλακίστηκε, αλλά υπέγραψε δήλωση μετανοίας και απελευθερώθηκε. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και  στην ίδρυση του ΚΔΚΕ το 1946, και κατόπιν αποσύρθηκε από την πολιτική δραστηριότητα.

 

Σοφιανόπουλος Ιωάννης (1887-1951). Αριστερός πολιτικός. Γεννήθηκε στα Καλάβρυτα, σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος και ως κυβερνητικό στέλεχος. Συμμετείχε από το 1930 στο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας και εκλέχτηκε βουλευτής στα 1932 και 1933. Αν και τοποθετημένος στη δεξιά πτέρυγα του κόμματος, το 1936 τάχθηκε υπέρ της συνεργασίας με το ΚΚΕ. Διώχθηκε από τη δικτατορία Μεταξά και φυλακίστηκε κατά την Κατοχή. Μετά την αποφυλάκισή του διέφυγε στη Μέση Ανατολή, συμμετείχε στις συνομιλίες του Λιβάνου και το 1945, ως υπουργός της κυβέρνησης Πλαστήρα, προήδρευσε στη σύσκεψη της Βάρκιζας. Ίδρυσε κατόπιν την Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών, αντιτάχθηκε στις παραβιάσεις της Συμφωνίας της Βάρκιζας εκ μέρους της κυβέρνησης, και το 1950 συμμετείχε στον εκλογικό συνασπισμό της Αριστεράς, Δημοκρατική Παράταξη, και επανεκλέχτηκε βουλευτής.

 

Σοφιανόπουλος Παναγιώτης (1786-1856). Ένας από τους πρωτοπόρους εισηγητές σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στο Σοπωτό Καλαβρύτων, σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στη δυτική Ευρώπη και συμμετείχε στη Φιλόμουσο και τη Φιλική Εταιρία. Πήρε μέρος στην Επανάσταση του 1821 και κατά την παραμονή του στη Γαλλία και την Αγγλία, στα 1827-34, επηρεάστηκε από τις σοσιαλιστικές ιδέες των Σεν Σιμόν και Φουριέ. Ανέπτυξε αντιβασιλική δραστηριότητα και στα 1838 και 1842 φυλακίστηκε. Εξέδωσε κατά καιρούς διάφορα έντυπα, υποστηρίζοντας θέσεις που εντάσσονταν στο ρεύμα του ουτοπικού σοσιαλισμού, και ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες που έθεσαν ζητήματα γυναικείων δικαιωμάτων. Η Ιερά Σύνοδος τον κατέταξε μεταξύ των εχθρών της Εκκλησίας.

 

Σπάθης Δημήτρης (1926-2015). Θεατρολόγος και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Κεφαλονίτικης καταγωγής, γεννήθηκε στο Κάιρο και σε νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ και έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην ΕΣΣΔ, όπου σπούδασε θεατρολογία. Στα 1965 επέστρεψε στην Ελλάδα, έγινε μέλος της Σ.Ε. της «Επιθεώρησης Τέχνης» και συμμετείχε στη συγκρότηση και λειτουργία του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών και Μελετών. Αυτοεξόριστος στο Παρίσι, στα 1967-74, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στην ανανεωτική Αριστερά. Δίδαξε ως καθηγητής σε ελληνικά πανεπιστήμια. 

 

Σπάρτακος. 1. Μικρή ομάδα αναρχοσοσιαλιστών, προερχόμενων από τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Σταύρου Καλλέργη, που έδρασε στην Αθήνα στα μέσα της δεκαετίας του 1890.

2. Οργάνωση της Αριστερής Αντιπολίτευσης του ΚΚΕ. Πήρε τον τίτλο της από το έντυπο «Σπάρτακος» που εκδιδόταν από το 1928 από τον κύκλο που δρούσε με τον τίτλο Ενωμένη Αντιπολίτευση του ΚΚΕ και συγκροτήθηκε σε οργάνωση, με τον τίτλο Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ / Σπάρτακος και βασικά στελέχη τους Παντελή Πουλιόπουλο και Σεραφείμ Μάξιμο, ο οποίος αποχώρησε το 1931.

Έχοντας υιοθετήσει τις θέσεις του Τρότσκι για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, επιδίωξε την αναγνώρισή του ως ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ) και αντιτάχθηκε στην απόφασή της να αναγνωριστεί ως τέτοιο η οργάνωση των αρχειομαρξιστών. Το 1931, απορρίπτοντας την πρόταση της ΔΑΑ για ενοποίηση με τους αρχειομαρξιστές, προσχώρησε στη Διεθνή Κομμουνιστική Αντιπολίτευση της Αριστεράς και μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Αντιπολίτευση (Ομάδα Σπάρτακος). Το 1934 ενοποιήθηκε με τη Λενινιστική Ένωση, συγκροτώντας την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ).

Η κίνηση του Σ. δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα μικρά της μεγέθη ούτε να συνδεθεί οργανικά με τμήματα της εργατικής τάξης, αν και ανάμεσα στα εργατικά στελέχη της ήταν στη Θεσσαλονίκη ο Λεωνίδας Χατζησταύρου, από τα κορυφαία στελέχη του καπνεργατικού κινήματος που αποχώρησε το 1931, και ο Χαράλαμπος Μελανιφίδης, που αργότερα προσχώρησε στο ΚΚΕ, και στην Αθήνα ο οικοδόμος συνδικαλιστής Γεράσιμος Λουκάτος. Άλλα στελέχη του Σ. ήταν οι Νώντας Γιαννακός, Παστίας Γιατσόπουλος, Γιώργος Νίκολης (σκοτώθηκε το 1929) και Γιάννης Ξυπόλυτος, οι Κώστας Σκλάβος και Τάσος Χαΐνογλου, που αποχώρησαν, κ.ά.

3. Όργανο, κατά σειρά, των κινήσεων Ενωμένη Αντιπολίτευση του ΚΚΕ, Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ / Σ. και Κομμουνιστική Αντιπολίτευση (Ομάδα Σ). Κυκλοφορούσε στα 1928-29 και 1930-32 ως μηνιαίο περιοδικό και στα 1932-34 ως δεκαπενθήμερη εφημερίδα. Είχε σημαντική συνεισφορά στη μαρξιστική ανάλυση της ελληνικής και διεθνούς πραγματικότητας, κυρίως χάρη στη συμβολή των  Παντελή Πουλιόπουλου και Σεραφείμ Μάξιμου, ο οποίος αποχώρησε το 1931.

4. Παράνομο έντυπο που εξέδιδε στα 1967-68 η τροτσκιστική οργάνωση Εργατική Δημοκρατία, η οποία εκείνη την περίοδο είχε μετονομαστεί σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας.

5. Περιοδικό που εκδίδεται από το 1987, ως όργανο της τροτσκιστικής Οργάνωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ) / Σπάρτακος.

 

Σπέρας Κώστας (1893-1943). Στέλεχος του συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Σέριφο και ως μετανάστης στην Αίγυπτο επηρεάστηκε από τις επαναστατικές ιδέες. Το 1911 συμμετείχε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Αθήνας και το 1914 φυλακίστηκε, λόγω της συμμετοχής του στην καπνεργατική απεργία της Καβάλας. Εργαζόμενος στα ορυχεία της Σερίφου, τέθηκε επικεφαλής της μεγάλης απεργίας του 1916 και φυλακίστηκε και πάλι. Το 1918 συμμετείχε στα ιδρυτικά συνέδρια της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ.

Το 1920, διαφωνώντας με την οργανική σύνδεση της ΓΣΣΕ με το ΣΕΚΕ, καθαιρέθηκε από τη Διοίκηση της Συνομοσπονδίας και διαγράφηκε από το κόμμα. Το 1922 ίδρυσε το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα, το οποίο συνεργάστηκε με το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Νίκου Γιαννιού και στις εκλογές του 1923 στήριξε τη Δημοκρατική Ένωση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.

Έχοντας αντικομμουνιστική κατεύθυνση, το 1925 ήταν μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη της ηγεσίας του ΚΚΕ για το Μακεδονικό. Στο 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ διαγράφηκε, κατηγορούμενος για συνεργασία με την εργοδοσία, ενώ κατηγορήθηκε και για συνεργασία με την αστυνομία για τη σύλληψη κομμουνιστών αντιπροσώπων. Μετά την καθαίρεση, με δικαστική απόφαση, της κομμουνιστικής Διοίκησης από το Ε.Κ. Αθήνας, διορίστηκε στην ηγεσία του. Μάρτυρας κατηγορίας ήταν και στις δίκες για την διάλυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, το 1930.

Το 1931 διορίστηκε υπάλληλος στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο και αποχώρησε από την συνδικαλιστική δραστηριότητα. Συνδέθηκε, εντούτοις, με το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα, του Γεωργίου Μερκούρη, και ήταν συνεργάτης επί εργατικών θεμάτων της εφημερίδας  του «Εθνική Σημαία». Το 1938 φυλακίστηκε για ποινικό αδίκημα. Κατά την περίοδο της Κατοχής ανέλαβε το Συνδικαλιστικό Τμήμα του ΕΔΕΣ της Αθήνας, που συνεργαζόταν με τους κατακτητές, και εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ. Έγραψε το βιβλίο «Η απεργία της Σερίφου».

 

Σπήλιος Απόστολος (1909-1976). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Απόστολου Κολτσιδόπουλου. Γεννήθηκε στη Λάρισα και εργάστηκε ως τραπεζοϋπάλληλος. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ και στο ΕΑΜ, και συνεργάστηκε με τον «Ριζοσπάστη».  Κατά την περίοδο του Εμφυλίου συνεργαζόταν με έντυπα του ΔΣΕ και κατόπιν εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι  και συνεργαζόταν με τους ραδιοσταθμούς «Ελεύθερη Ελλάδα» και «Φωνή της Αλήθειας». Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1964 και στα 1974-76  αρθρογραφούσε στην «Αυγή». Έγραψε μυθιστορήματα, ποιήματα και θεατρικά έργα, όπως τα βιβλία «Στου δρόμου τη στροφή», «Σφυριές» κ.ά.

 

Σπίθα. 1. Τροτσκιστική εφημερίδα, όργανο της Περιφερειακής Επιτροπής Θεσσαλονίκης του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΔΚΚΕ) από το 1944. Λόγω της αδυναμίας επικοινωνίας με την Αθήνα, η οργάνωση της Θεσσαλονίκης αυτονομήθηκε και οι θέσεις της πλειοψηφίας των μελών της ήταν πιο κοντά σ’ αυτές του Κόμματος Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΚΚΔΕ), κυρίως ως προς την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ενάντια στη γερμανική εισβολή. Βασικά στελέχη της ήταν οι Παναγιώτης Βασιλειάδης, Κώστας Καροτσέρης,  Κώστας Πανταζής,  Δημήτρης Σαββόπουλος κ.ά. Τον Ιούλιο 1946 συμμετείχε στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΔΚΕ) και σταμάτησε η έκδοση της εφημερίδας.

2. Εφημερίδα που εκδιδόταν στα 1968-73, αρχικά ως όργανο του ΚΚΕ (μ-λ) και κατόπιν από τη Μαρξιστική Λενινιστική Οργάνωση Τσεχοσλοβακίας, που συνδεόταν με την ΟΜΛΕ. Τυπωνόταν  στο Δυτικό Βερολίνο και κυκλοφορούσε παράνομα ή ημιπαράνομα στις χώρες όπου ζούσαν Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες

 

Σπουδαστικοί Αγώνες. Περιοδικό που εξέδιδε στα 1975-79 η Αντιιμπεριαλιστική Αντιφασιστική Σπουδαστική Παράταξη Ελλάδας (ΑΑΣΠΕ).

 

Σπουδαστικός Κόσμος. Αριστερό φοιτητικό περιοδικό, που εκδόθηκε το 1963 στη Θεσσαλονίκη, ως έκφραση της Νεολαίας ΕΔΑ και κατόπιν της Δ.Ν. Λαμπράκη. Το 1965 η πλειοψηφία της Σ.Ε. προσανατολίστηκε στο μ-λ ρεύμα και με την ίδρυση, το 1966, της Προοδευτικής Πανσπουδαστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης (ΠΠΣΠ), ο «Σ.Κ.» έγινε το κεντρικό της όργανο. Διέκοψε την έκδοσή του στην περίοδο της δικτατορίας και επανεκδόθηκε στα 1974-76, ως πανελλαδικό όργανο της ΠΠΣΠ.

 

Στάβερης Ηλίας (1924-2010). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στον Άγιο Γεώργιο της Κεφαλονιάς και το 1935 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Αναδείχτηκε στέλεχος της ΕΠΟΝ, εξορίστηκε και φυλακίστηκε στα 1948-58, και κατόπιν εντάχθηκε στην ΕΔΑ. Το 1961 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Υπήρξε καθοδηγητής των οργανώσεων των οικοδόμων, σε μια περίοδο έξαρσης των αγώνων του κλάδου. Το 1967 εντάχθηκε στο ΠΑΜ και το 1969 έγινε μέλος Γραφείου της Κ.Ε. του ΚΚΕ εσ. Μετά τη Μεταπολίτευση υπήρξε υπεύθυνος του Εργατικού Τομέα της Κ.Ο. Αθήνας και στα 1977-85 γραμματέας του ΑΕΜ. Το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΑΡ και από το 1991 ήταν μέλος του Συνασπισμού.

 

Σταλινισμός. Οι πολιτικοθεωρητικές θέσεις και πρακτικές του κομμουνιστικού κινήματος κατά την περίοδο της κυριαρχίας του Ιωσήφ Στάλιν στο ΚΚΣΕ και στην ΕΣΣΔ. Κατ’ επέκταση, οι θέσεις και πρακτικές του τμήματος του κομμουνιστικού κινήματος που αναγνωρίζει το έργο του Στάλιν ως συνέχεια και περαιτέρω ανάπτυξη του έργου των Μαρξ και Λένιν. Σύμφωνα με τους επικριτές του, ο σ. ταυτίζεται με τη δογματική αναθεώρηση και κωδικοποίηση του μαρξισμού και του λενινισμού, με τη γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος και της μεταβατικής κοινωνίας, καθώς και με τη χρήση βίαιων μεθόδων για την επιβολή της εκάστοτε κομματικής πολιτικής.

Από τη δεκαετία του 1930 τα Κ.Κ. αναφέρονταν στον σ.  σαν τον μαρξισμό-λενινισμό της εποχής της νίκης και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Η θέση αυτή εγκαταλείφθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του κομμουνιστικού κινήματος μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, κατά το οποίο ο νέος Σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ κατήγγειλε τον σ., εξαγγέλλοντας την «αποσταλινοποίηση» του κόμματος και του κράτους.  Την αντίθεσή του στην «αποσταλινοποίηση» εξέφρασε το τμήμα του διεθνούς κινήματος που συγκρότησε το μ-λ ρεύμα.

Η διαμόρφωση του ΚΚΕ σε τυπικό σταλινικό κόμμα έγινε μετά το 1931, με την ανάδειξη στην ηγεσία του Νίκου Ζαχαριάδη. Η 6η Ολομέλεια της Κ.Ε. του κόμματος το 1956, που καθαίρεσε τον Ζαχαριάδη, σηματοδότησε την ελληνική «αποσταλινοποίηση», στην οποία αντιτάχθηκαν οι κομμουνιστές που συγκρότησαν το ελληνικό μ-λ κίνημα, στις γραμμές του οποίου διαμορφώθηκε τάση κριτικής υποστήριξης του σ. και τάση που αυτοχαρακτηρίστηκε σταλινική, ευθυγραμμιζόμενη στα 1978-90 με τις θέσεις του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας.

Για σταλινική παρέκκλιση κατήγγειλε το ΚΚΕ η ανανεωτική Αριστερά μετά το 1968, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του τροτσκιστικού κινήματος συνέχιζε να χαρακτηρίζει «σταλινικό» το σύνολο των κομμάτων και οργανώσεων που αναφέρονταν, ακόμη και κριτικά, στην παράδοση της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του ΚΚΕ και μετά την κυριαρχία του σ. Αντίθετα, το ΚΚΕ έχει επανεξετάσει την αρνητική του τοποθέτηση απέναντι στον Στάλιν και τον σ.

Κατά τις σταλινικές εκκαθαρίσεις της περιόδου 1936-38 αναφέρονται και εκτελέσεις στελεχών του ΚΚΕ που είχαν καταφύγει τα προηγούμενα χρόνια στην ΕΣΣΔ. Πιο γνωστοί είναι οι Ανδρόνικος Χαϊτάς, γραμματέας του ΚΚΕ στα 1927-31, Γιώργης Κολοζώφ και Γιώργος Ντούβας, γραμματείς της ΟΚΝΕ, Διονύσης Πυλιώτης και Κώστας Ευτυχιάδης, μέλη του Π.Γ. του ΚΚΕ στα 1928-31, Αλέξης Χριστοδουλίδης, διευθυντής του «Ριζοσπάστη» την ίδια περίοδο,ο παιδαγωγός Ιορδάνης Ιορδανίδης, συνιδρυτής του Κ.Κ. Αιγύπτου, ο θρυλικός για την απόδρασή του από τις φυλακές Συγγρού, Μιχάλης Μπεζεντάκος,  Απόστολος Κλυδωνάρης, βουλευτής το 1932 και μέλος της Κ.Ε. που πέθανε σε σοβιετική φυλακή το 1946, κ.ά.

 

Σταρένιος Δήμος (1909-1983). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στο Κάιρο και έγινε ηθοποιός στην Αθήνα, όπου κατά την περίοδο της Κατοχής εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ. Διακρίθηκε ως καλλιτέχνης του θεάτρου και του κινηματογράφου, και ανέπτυξε έντονη συνδικαλιστική δραστηριότητα.

 

Σταυρίδης Ελευθέριος (1893-1966). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, που εξελίχθηκε σε σφοδρό αντικομμουνιστή. Γεννήθηκε στη Σηλυβρία της ανατολικής Θράκης. Μέλος της καθοδήγησης του ΚΚΕ, αναπλήρωσε τον φυλακισμένο γραμματέα του κόμματος Παντελή Πουλιόπουλο κατά την περίοδο της δικτατορίας του Πάγκαλου, στα 1925-26. Το 1927 διαγράφηκε από το ΚΚΕ, κατηγορούμενος για παραγοντίστικες ενέργειες. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με το κόμμα του Γεωργίου Καφαντάρη και αργότερα υπήρξε καθοδηγητής της  φασιστικής οργάνωσης ΕΕΕ.  Συνεργάστηκε με τη δικτατορία Μεταξά και με τους κατακτητές, και μετά τον πόλεμο ήταν στέλεχος των κρατικών υπηρεσιών δίωξης του κομμουνισμού. Έγραψε το αντικομμουνιστικό έργο «Τα παρασκήνια του ΚΚΕ».

 

Σταύρου Γεράσιμος (1920-1976). Θεατρικός συγγραφέας, κριτικός θεάτρου και χρονογράφος. Γεννήθηκε στον Πειραιά και το πραγματικό του επώνυμο ήταν Σταυρολέμης. Ενταγμένος στην Αριστερά, συμμετείχε στο ΕΑΜ και στους μετέπειτα δημοκρατικούς αγώνες. Εμφανίστηκε στο θέατρο το 1949, με το έργο «Ένας από μας». Κορυφαίο έργο του υπήρξε το "Καληνύχτα Μαργαρίτα", ενώ έγραψε και το σενάριο για την ταινία του Άδωνι Κύρου "Το Μπλόκο"

 

Στεφανίδης Γιάννης (1919-2010). Ζωγράφος και χαράκτης. Γεννήθηκε στη Ρωσία και από το 1922 ζούσε στην Ελλάδα και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και εργάστηκε ως σκιτσογράφος στην «Ελεύθερη Ελλάδα». Από το 1974 ασχολήθηκε με εκδόσεις.

 

Στεφάνου Στέφανος (1926-2016). Στέλεχος της Αριστεράς και του νεολαιίστικου κινήματος. Γεννήθηκε στο Σουφλί του Έβρου, εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και κατόπιν στο ΚΚΕ και στην ΕΠΟΝ, και εξορίστηκε κατά τον Εμφύλιο. Υπήρξε μέλος της ηγεσίας της Νεολαίας ΕΔΑ και της Δ.Ν. Λαμπράκη. Εξορίστηκε και πάλι από τη στρατιωτική δικτατορία και από το 1968 μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε ανένταχτος στον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.

 

Στίγμα. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 2000-2009, εκφράζοντας τις θέσεις της Κομμουνιστικής Ανανέωσης.

 

Στίνας Άγις (1900-1987). Ηγετικό στέλεχος του τροτσκιστικού κινήματος και αργότερα κύριος εκφραστής των ιδεών του Καστοριάδη στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στη Σπαρτίλα της Κέρκυρας και το πραγματικό του όνομα ήταν Σπύρος Πρίφτης. Εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ και υπήρξε στέλεχος του ΚΚΕ μέχρι το 1932, οπότε αποχώρησε και προσέγγισε τον τροτσκισμό, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΛΑΚΚΕ. Μετά τη διάσπασή της προσέγγισε τους αρχειομαρξιστές και κατόπιν επέστρεψε στο χωριό του, όπου εκλέχτηκε πρόεδρος της κοινότητας.

Το 1935, ως επικεφαλής της ομάδας Εργατικό Μέτωπο, εντάχθηκε στην ΚΔΕΕ. Κατά τη δικτατορία Μεταξά εξορίστηκε στην Ακροναυπλία, όπου ήρθε σε αντίθεση με την ΕΟΚΔΕ και τον Παντελή Πουλιόπουλο, διαφωνώντας με τη θέση για υπεράσπιση της ΕΣΣΔ σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της. Το 1941 δραπέτευσε και ως επικεφαλής της ΚΔΕΕ και κατόπιν του ΚΔΚΕ και του ΔΚΚΕ, συνέχισε να υποστηρίζει τη θέση του «επαναστατικού ντεφετισμού», αντιτασσόμενος και στην εαμική Αντίσταση, χαρακτηρίζοντάς την εθνικιστική. Το 1944 ίδρυσε το ΔΕΚΕ και το 1946 συμμετείχε στην ίδρυση του ΚΔΚΕ, του οποίου εκλέχτηκε γραμματέας.

Το 1947 αποχώρησε από το ΚΔΚΕ και επανίδρυσε το Εργατικό Μέτωπο. Συνδέθηκε με την ομάδα «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» που αποχώρησε το 1948 από την 4η Διεθνή, απορρίπτοντας τον τροτσκισμό, και δρούσε στη Γαλλία με κύριο εκπρόσωπο τον Κορνήλιο Καστοριάδη, ο οποίος είχε συμμετάσχει στο ΔΚΚΕ και στο ΔΕΚΕ. Η ομάδα του Εργατικού Μετώπου στην περίοδο του Εμφυλίου συνεργάστηκε με σοσιαλδημοκρατικές οργανώσεις αντικομμουνιστικού προσανατολισμού.

Επί σειρά χρόνων ο Σ. έζησε και πάλι στην ιδιαίτερη πατρίδα του και το 1959 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου ανασύστησε το Εργατικό Μέτωπο και το 1966 εξέδωσε το «Νέο Ξεκίνημα». Μετά τη δικτατορία συνδέθηκε με το αντιεξουσιαστικό κίνημα, το οποίο αναζήτησε στο πρόσωπό του και στην ιστορία της τάσης που εξέφραζε, μια γηγενή ιστορική αναφορά.  Έγραψε τα βιβλία «“Εργατικά” κράτη και το απελευθερωτικό κίνημα της εργατικής τάξης», «Αναμνήσεις», «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΟΠΛΑ» κ.ά.

 

Στρατηγοπούλου Δανάη (1913-2009). Μουσικός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στη Γαλλία. Την περίοδο της Κατοχής έζησε στα Τρίκαλα και εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Επί χρόνια ήταν καθηγήτρια λαογραφίας στη Χιλή, απ’ όπου έφυγε μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973. Έγραψε τα βιβλία «Τραγουδώντας», «Αντιδράσεις», «Ελληνίδες ηρωίδες στο δημοτικό τραγούδι» κ.ά.

 

Στρατής Δημήτρης (1889-1970). Ηγετικό στέλεχος του σοσιαλιστικού και του συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Άνδρο και από το 1909 εργάστηκε ως σιδηροδρομικός. Αναδείχτηκε γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σιδηροδρομικών, υπήρξε στέλεχος της Εργατικής Σοσιαλιστικής Ένωσης Ελλάδας και στα 1925-29 έγινε γραμματέας της ΓΣΕΕ.

Επικεφαλής της Εργατικής Σοσιαλιστικής Παράταξης στα 1928-30, το 1930 πρωτοστάτησε στην ίδρυση των Ανεξάρτητων Εργατικών Συνδικάτων (ΑΕΣ), στα  οποία συμμετείχαν οργανώσεις που δεν ανήκαν στη συντηρητική ΓΣΕΕ και στην κομμουνιστική Ενωτική ΓΣΕΕ. Πήρε μέρος στις αποτυχημένες απόπειρες ίδρυσης σοσιαλιστικού κόμματος και το 1931-32 συμμετείχε στο Ανεξάρτητο Σοσιαλιστικό Κόμμα και κατόπιν στην ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ). Στα 1929-32 ήταν γερουσιαστής, ως εκπρόσωπος του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Το 1934-35 συμμετείχε στην ηγεσία  της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Εργασίας και στα 1935-36 έγινε μέλος της Διοίκησης της ΓΣΕΕ.

Διώχτηκε από τη δικτατορία Μεταξά, και το 1941 προσχώρησε στο Εργατικό ΕΑΜ και έγινε μέλος της ηγεσίας του, ως εκπρόσωπος της Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης, ενώ υπήρξε και γραμματέας του ΣΚΕ. Μέλος της Διοίκησης της ΓΣΕΕ κατά διαστήματα στα  1944-47, στα 1945-53 ήταν μέλος της ηγεσίας της ΕΛΔ-ΣΚΕ και του ΣΚ-ΕΛΔ. Το 1950 ίδρυσε το Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ). Το 1953 έγινε μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος Εγαζόμενου Λαού, από το οποίο αποχώρησε τον επόμενο χρόνο και μέχρι το 1956 ήταν πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου.

Στα 1955-67 ήταν πρόεδρος του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, που συγκροτήθηκε με την ενοποίηση του ΚΕΣ και της συνδικαλιστικής παράταξης της ΕΔΑ. Το 1958 και το 1963 εκλέχτηκε βουλευτής, συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ. Με την επιβολή της δικτατορίας εξορίστηκε στη Γυάρο και κατόπιν στη Λέρο.

O Δ.Σ. ήταν ο κύριος εκπρόσωπος της σοσιαλδημοκρατικής πτέρυγας του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, επί σειρά δεκαετιών. Η πολιτική του διαδρομή και η συνδικαλιστική του δράση είναι χαρακτηριστική των προσανατολισμών του ελληνικού σοσιαλδημοκρατικού ρεφορμισμού, που βρισκόταν σταθερά συμπιεσμένος ανάμεσα στις δυνάμεις του συντηρητικού συνδικαλισμού και της κομμουνιστικής Αριστεράς, ενώ ταυτόχρονα απουσίαζε η δυνατότητα στήριξης από ένα μαζικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Έγραψε το βιβλίο «50 χρόνια αγώνες των Ελλήνων σιδηροδρομικών 1905-1955».

 

Στρατούλης Δημήτρης (1958-). Στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στον Αστακό Ακαρνανίας και ως μαθητής εντάχθηκε στην ΚΝΕ. Ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα ως φοιτητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ως εργαζόμενος στον ΟΤΕ. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, αποχώρησε το 1991 και ως στέλεχος του Συνασπισμού συμμετείχε στο Αριστερό Ρεύμα. Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στα 2012-15 και υπουργός Εργασίας τους πρώτους μήνες του 2015, διαφώνησε με τη μνημονιακή στροφή και συμμετείχε στη Λαϊκή Ενότητα, της οποίας, από το 2022, είναι γραμματέας, μαζί με τη Μαριάννα Τσίχλη. Έχει γράψει τα βιβλία «Οι εργασιακές σχέσεις στη δίνη του νεοφιλελεύθερου τυφώνα», «Όταν γεννιέσαι τρεις φορές», «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα» κ.ά.

 

Στρίγκος Λεωνίδας (1900-1983). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Λεμεσό, σπούδασε στην ΚΟΥΤΒ στα 1925-27 και το 1931 έγινε μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Η δικτατορία Μεταξά τον εκτόπισε στη Γαύδο, απ’ όπου απέδρασε το 1941 και το 1942 έγινε και πάλι μέλος του Π.Γ., αναλαμβάνοντας την καθοδήγηση της Οργάνωσης Μακεδονίας-Θράκης. Κατά τον Εμφύλιο έγινε υπουργός Εθνικής Οικονομίας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης. Παρέμεινε μέλος της καθοδήγησης του ΚΚΕ επί δεκαετίες, ζώντας ως πολιτικός πρόσφυγας, και το 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα. Έγραψε μελέτη για την Επανάσταση του 1821 κ.ά.

 

Στύλλου Μαρία (1939-). Στέλεχος της επαναστατικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ως φοιτήτρια εντάχθηκε στη Νεολαία ΕΔΑ. Την περίοδο της δικτατορίας έζησε στο Λονδίνο, συμμετέχοντας το 1969 στην ίδρυση των Επαναστατικών Σοσιαλιστικών Ομάδων και της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ) το 1971. Παραμένει μέλος της ηγεσίας του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ) από την ίδρυσή του, το 1997.

 

Συγκεντρωτική Ομάδα του ΣΕΚΕ. Οργάνωση που ίδρυσαν το 1924 τα πρώην ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ(Κ) Νίκος Δημητράτος, Αβραάμ Μπεναρόγια κ.ά., με σκοπό την ανατροπή της αριστερής στροφής του κόμματος και την επαναφορά της μετριοπαθούς γραμμής που είχε υιοθετηθεί από τη Συνδιάσκεψη του Φεβρουαρίου 1922. Συνεργάστηκε με τη Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας και εξέδιδαν από κοινού τη «Νέα Εποχή» -όργανο μέχρι τότε, της Συγκεντρωτικής Ομάδας- με διευθυντή τον Δημήτρη Γιαμογιάννη. Σύντομα η συνεργασία σταμάτησε, λόγω του προσανατολισμού της ομάδας Γεωργιάδη-Σίδερη ενάντια στο ΣΕΚΕ(Κ).

 

Σύγχρονα Θέματα. 1. Τριμηνιαία έκδοση επιστημονικού προβληματισμού και παιδείας.  Εκδόθηκε στα 1964-67 με διευθυντή τον Ευτύχη Μπιτσάκη. Επανεκδόθηκε το 1978 και συνεχίζει να κυκλοφορεί, έχοντας διακόψει τις σχέσεις του με την Αριστερά.

2. Πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό των εκδόσεων «Διεθνής Επικαιρότητα». Κυκλοφόρησαν τρία τεύχη το 1972.

 

Σύγχρονα Παγκόσμια Προβλήματα. Περιοδικό που κυκλοφορούσε στα 1962-64, συνήθως ανά δίμηνο, από τις εκδόσεις Α. Παπακώστα. Η ύλη του προερχόταν από το διεθνές περιοδικό "Προβλήματα της ειρήνης και του σοσιαλισμού", που εκδιδόταν στην Πράγα. 

 

Σύγχρονη Εκπαίδευση. Επιστημονικό εκπαιδευτικό περιοδικό, που εκδιδόταν στα 1980-2012. Εκδότης από την ίδρυσή του ήταν ο Κώστας Γιαννόπουλος και κατόπιν η Αγγελική Γιαννοπούλου, και υπεύθυνη ύλης η Αγγελική Χρονοπούλου.

 

Σύγχρονη Εποχή. Εκδοτικός οργανισμός του ΚΚΕ. Ιδρύθηκε το 1972, ως νόμιμο εκδοτικό, με τη στήριξη του παράνομου μηχανισμού του κόμματος. Συνεχίζει τη λειτουργία του, με την έκδοση κομματικών ντοκουμέντων, κλασικών και άλλων μαρξιστικών κειμένων, κυρίως του ρεύματος του σοβιετικού μαρξισμού, έργων της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, και βιβλίων που αναφέρονται στην ιστορία του ελληνικού και διεθνούς εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.

 

Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο. Οργάνωση που συγκροτήθηκε από μέλη του ΝΑΡ που αποχώρησαν το 2018 και κατόπιν αποχώρησαν και από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αποβλέποντας στη συνεργασία και την ενότητα των αριστερών δυνάμεων, βρίσκεται σε διαδικασία ενοποίησης με την ΑΡΑΝ. Βασικά της στελέχη είναι οι Σπύρος Αλεξίου, Λεωνίδας Βατικιώτης, Νίκος Γουρλάς, Κώστας Μάρκου, Αφροδίτη Παπαναστασίου, Θανάσης Σκαμνάκης, Δημήτρης Τσίτκανος κ.ά.

 

Σύγχρονος Κινηματογράφος. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 1969-73 με διευθυντή τον Βασίλη Ραφαηλίδη. Στη συντακτική ομάδα συμμετείχαν οι Θεόδωρος Αγγελόπουλος, Λάκης Παπαστάθης, Κώστας Σφήκας κ.ά. Επανεκδόθηκε το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας και συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1984.

 

Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων. Συνασπισμός κομμάτων της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς στις εκλογές του 1977. Συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1977, με τη συμμετοχή του ΚΚΕ εσωτερικού, της ΕΔΑ, της Σοσιαλιστικής Πρωτοβουλίας (που είχε διασπαστεί από την ΕΔΗΚ), της Σοσιαλιστικής Πορείας (προερχόμενης από διάσπαση του ΠΑΣΟΚ) και της Χριστιανικής Δημοκρατίας. Στόχος της Συμμαχίας ήταν η ενότητα των δυνάμεων της αντιπολίτευσης απέναντι στο κυβερνητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, γι’ αυτό και απευθύνθηκε κάλεσμα συμμετοχής και στην ΕΔΗΚ, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ, χωρίς όμως ανταπόκριση. Έτσι περιορίστηκε στη σύμπραξη μικρών κομμάτων, από τα οποία μόνο το ΚΚΕ εσ. είχε πραγματική πανελλαδική κομματική συγκρότηση.

Σε μια περίοδο που το ΠΑΣΟΚ γνώριζε σημαντική άνοδο, περιορίζοντας τις δυνατότητες της Συμμαχίας για άντληση ψήφων από τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς, η συνεργασία του ΚΚΕ εσ. και της ΕΔΑ με μικρούς κεντροαριστερούς σχηματισμούς λειτούργησε προς όφελος του ΚΚΕ, που κέρδισε το μεγάλο μέρος των ψήφων της κομμουνιστικής Αριστεράς (9,36%). Η Συμμαχία πήρε 139.500 ψήφους (2,72%), που στο μεγαλύτερο μέρος του προήλθαν από οπαδούς του ΚΚΕ εσ., εξέλεξε μόνο δύο βουλευτές (τον Ηλία Ηλιού της ΕΔΑ και τον Λεωνίδα Κύρκο του ΚΚΕ εσ.) και διαλύθηκε την επαύριο των εκλογών.

 

Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο. Αντιπολεμική κίνηση που ιδρύθηκε το 2003, με αφορμή την αμερικάνικη επίθεση στο Ιράκ, με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ). Συνεχίζει να δραστηριοποιείται με αντιπολεμικές και αντιιμπεριαλιστικές πρωτοβουλίες.

 

Συνάντηση για μία Αντικαπιταλιστική Διεθνιστική Αριστερά. Κίνηση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που συγκροτήθηκε το 2018. Στη συγκρότησή της συμμετείχαν οι οργανώσεις, Ανασύνθεση - ΟΝΡΑ, Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και Δικτύωση για τη Ριζοσπαστική Αριστερά. Το 2021 συνενώθηκε με την Αναμέτρηση - Ομάδα κομμουνιστών/στριών και ιδρύθηκε η Αναμέτρηση για μια νέα κομμουνιστική Αριστερά.

 

Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου (ΣΥΝ). 1. Σχήμα συνεργασίας αριστερών δυνάμεων που συγκροτήθηκε το 1989, μετά από συμφωνία του ΚΚΕ και της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ). Στην ίδρυσή του συμμετείχαν και μικρότερες αριστερές κινήσεις, ανένταχτοι αριστεροί, καθώς και πολιτικοί παράγοντες προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ και το Κέντρο. Η συγκρότησή του σηματοδότησε τη στροφή που πραγματοποιούσε το ΚΚΕ, κάτω από την επίδραση της γκορμπατσοφικής Περεστρόικα στην ΕΣΣΔ, ενώ με την ίδρυση του ΣΥΝ δινόταν η δυνατότητα στην ΕΑΡ να αποφύγει τον κίνδυνο αποκλεισμού της από την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, λόγω του μικρού μεγέθους των δυνάμεών της. Πρόεδρος του ΣΥΝ αναδείχτηκε ο ηγέτης του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης και κατόπιν η Μαρία Δαμανάκη, και γραμματέας ο ηγέτης της ΕΑΡ Λεωνίδας Κύρκος. H συγκρότησή του χαιρετίστηκε από τον κόσμο της Αριστεράς, ως υπέρβαση της πολύχρονης διάσπασης, και αναπτέρωσε τις ελπίδες για μια άλλη προοπτική, σε μια περίοδο που το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ διερχόταν σοβαρότατη κρίση.

Στις εκλογές του Ιουνίου 1989 πήρε 13,1% (856.000 ψήφους), έναντι 12,3% και 11,7% που πήραν το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσ. στις εκλογές του 1981 και του 1985. Μετεκλογικά συμμετείχε στην κυβέρνηση Τζανετάκη, από κοινού με τη Νέα Δημοκρατία, προβάλλοντας την ανάγκη μη παραγραφής των οικονομικών σκανδάλων της προηγούμενης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Η συνεργασία αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, κυρίως στον χώρο του ΚΚΕ, με αποτέλεσμα την αποχώρηση της πλειονότητας των μελών της ΚΝΕ και μεγάλου αριθμού στελεχών και μελών του κόμματος. Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1989 η εκλογική δύναμη του ΣΥΝ περιορίστηκε στο 10,97% (734.500 ψήφοι). Ακολούθησε η συμμετοχή στην Οικουμενική Κυβέρνηση του  Ζολώτα και στις εκλογές του Απριλίου 1990 η εκλογική του βάση συρρικνώθηκε ακόμη περισσότερο, στο 10,28% (677.000 ψήφοι).

Αμέσως μετά τις εκλογές οξύνθηκε η κρίση στις γραμμές του ΚΚΕ. Ως αποτέλεσμα και διεθνών εξελίξεων, με τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, εντάθηκαν οι πιέσεις από μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού για αναπροσανατολισμό του κόμματος και εγκατάλειψη βασικών ιδεολογικοπολιτικών θέσεων. Οι αντιθέσεις που προέκυψαν οξύνθηκαν με την πρόταση μετατροπής του ΣΥΝ σε σχηματισμό με ατομική ένταξη των μελών του, που θεωρήθηκε από τμήμα του ΚΚΕ ως απόπειρα διάλυσης του κόμματος. Με μικρή πλειοψηφία, η Κ.Ε. του ΚΚΕ αποφάσισε την αποχώρηση από τον ΣΥΝ, τον Ιούνιο του 1991. Οι άλλες δυνάμεις που συγκροτούσαν τον ΣΥΝ, μαζί με μεγάλο τμήμα του δυναμικού του ΚΚΕ, συνέχισαν το εγχείρημα, μετατρέποντας τον σε ενιαίο κόμμα.

2. Το κόμμα που προήλθε από την ενοποίηση των δυνάμεων της ομώνυμης συμμαχίας αριστερών δυνάμεων, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ και την αποχώρησή του, το 1991. Πρόεδρος του νέου κόμματος παρέμεινε η Μαρία Δαμανάκη, πρόεδρος της συμμαχίας και στέλεχος μέχρι τότε του ΚΚΕ.

Με τη νέα του μορφή, ο ΣΥΝ διακήρυξε την ένταξή του στον χώρο της δημοκρατικής ανανεωτικής Αριστεράς, τον φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό και την επιδίωξη συμμετοχής σε κυβερνήσεις κεντροαριστερής συνεργασίας, ενώ, παράλληλα, αναγνώρισε το δικαίωμα λειτουργίας οργανωμένων τάσεων στο εσωτερικό του. Με βάση αυτά τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, διαμόρφωσε συνθήκες εσωτερικής δημοκρατίας, ανέπτυξε δραστηριότητες στα νέα κοινωνικά κινήματα (κυρίως στο οικολογικό), αλλά ταυτόχρονα ευθυγραμμίστηκε με την κυρίαρχη εθνικιστική εξωτερική πολιτική στο ζήτημα των σχέσεων με τη γειτονική Δημοκρατία της Μακεδονίας (τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90), υπερψήφισε στη Βουλή τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που θεμελίωσε τον νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και υποστήριξε βασικές πλευρές του αστικού εκσυγχρονισμού. Το ΚΚΕ, ως το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που αντιτάχθηκε στη συναίνεση του συνόλου των άλλων κομμάτων σ’ αυτά τα κεντρικά ζητήματα κατήγγειλε τον ΣΥΝ για υιοθέτηση των στρατηγικών επιλογών του κεφαλαίου.

Στις εκλογές του 1993 ο Συνασπισμός, με 203.000 ψήφους (2,94%), δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το όριο του 3% και αποκλείστηκε από τη Βουλή, με αποτέλεσμα την παραίτηση της Δαμανάκη και την εκλογή του Νίκου Κωνσταντόπουλου στη θέση του προέδρου του κόμματος. Στις γραμμές του διαμορφώθηκαν τρεις κύριες τάσεις, το Αριστερό Ρεύμα, που προσανατολιζόταν σε μια πολιτική με σαφέστερα αριστερά χαρακτηριστικά, η Ανανεωτική Παρέμβαση, που επέμενε στη συνέχιση της πολιτικής των πρώτων χρόνων, και οι  «Προεδρικοί», που ισορροπούσαν ανάμεσα στις δύο άλλες τάσεις. Το 1996 ο Συνασπισμός κατόρθωσε να εκπροσωπηθεί κοινοβουλευτικά, παίρνοντας 347.000 ψήφους (5,12%) και 10 έδρες, και στις εκλογές του 2000 πήρε 220.000 (3,2%) και 6 έδρες. Στις ευρωεκλογές του 1994 και του 1999 πήρε αντιστοίχως 6,25% και 5,16%, εκλέγοντας κάθε φορά δύο ευρωβουλευτές.

Στα επόμενα χρόνια έγινε προσπάθεια σύνδεσης του κόμματος με το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης και συνεργασίας με άλλες μικρότερες δυνάμεις της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση του Χώρου Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς, το 2001, και του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ, το 2002. Στις εκλογές του 2004 συμμετείχε μέσα από το ευρύτερο σχήμα του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ), από κοινού με δυνάμεις του Χώρου Διαλόγου. Αμέσως μετά, στην ηγεσία του κόμματος αναδείχτηκε ο Αλέκος Αλαβάνος, με την υποστήριξη κυρίως του Αριστερού Ρεύματος, επιβεβαιώνοντας την αριστερή στροφή που είχε δρομολογηθεί.

Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν έντονες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του κόμματος, από το οποίο αποχώρησε, στην περίοδο 2000-04, τμήμα της στελέχωσής του και η πρώην πρόεδρος Δαμανάκη. Οι αποχωρήσαντες προσχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ. Τη νέα κατεύθυνση συνέχισε να αντιπολιτεύεται ισχυρή τάση που συγκρότησε την Ανανεωτική Πτέρυγα, με επικεφαλής τον Φώτη Κουβέλη.

Το 2008 νέος πρόεδρος του κόμματος εκλέχτηκε ο Αλέξης Τσίπρας, ενταγμένος τότε στην αριστερή του πτέρυγα, ενώ το 2010 η μεγάλη πλειονότητα των μελών της Ανανεωτικής Πτέρυγας αποχώρησε και ίδρυσε το κόμμα Δημοκρατική Αριστερά. Τον ίδιο χρόνο αποχώρησε από τον ΣΥΝ και ο Αλαβάνος. Το 2013 ο ΣΥΝ αυτοδιαλύθηκε, συμμετέχοντας στο ενιαίο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΣΥΝ στις δυο δεκαετίες της λειτουργίας του παρέμβαινε στο συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων με την Αυτόνομη Παρέμβαση και στο νεολαιίστικο με την Ένωση Αριστερών Νέων, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Νεολαία ΣΥΝ. Η πολιτική του στηρίχτηκε από την εφημερίδα «Αυγή» και οι θεωρητικές του επεξεργασίες ενισχύθηκαν από το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς. Ηγετικά του στελέχη, εκτός από τους εκάστοτε προέδρους, αναδείχτηκαν οι Δημήτρης Βίτσας, Νίκος Βούτσης, Παναγιώτης Λαφαζάνης, Δημήτρης Παπαδημούλης, Δημήτρης Στρατούλης, Νίκος Χουντής κ.ά.

 

Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ). Ιδρύθηκε το 2004, ως σχήμα συνεργασίας του Συνασπισμού της Αριστεράς (ΣΥΝ) με άλλες μικρότερες οργανώσεις και κινήσεις της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΑΚΟΑ, ΚΕΔΑ, ΔΕΑ και Ενεργοί Πολίτες). Στην ίδρυσή του συνέβαλε η κίνηση του Χώρου Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς, που είχε συγκροτηθεί το 2001. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου πήρε 241.000 ψήφους (3,3%). Το γεγονός ότι και οι 6 βουλευτές που εκλέχθηκαν ανήκαν στον ΣΥΝ δημιούργησε προβλήματα στις σχέσεις με τις μικρότερες κινήσεις, που τελικά ξεπεράστηκαν και ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποίησε την πολιτική του παρουσία, αποβλέποντας στο να αποτελέσει πόλο ευρύτερης συσπείρωσης της Αριστεράς.

Το 2007 προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ η ΚΟΕ και το ΔΗΚΚΙ, και στη συνέχεια και άλλες οργανώσεις, όπως η Οικολογική Παρέμβαση και οι Οικοσοσιαλιστές, το Ξεκίνημα (που αποχώρησε το 2010), η Ρόζα κ.λπ. Συμμετείχαν, επίσης, οργανώσεις που προήλθαν από διασπάσεις άλλων συνιστωσών, όπως το Κόκκινο και η ΑΠΟ, ο Νέος Αγωνιστής, που προερχόταν από το ΠΑΣΟΚ κ.ά. Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2010 ήταν ο Αλέκος Αλαβάνος και τον διαδέχτηκε ο Αλέξης Τσίπρας.

Στις εκλογές του 2007 πήρε 361.000 ψήφους (5,04%), εκλέγοντας 14 βουλευτές, και το 2009 315.000 ψήφους (4,6%) και 13 έδρες. Μεγάλη επιτυχία σημειώθηκε στις εκλογές του 2012, όταν τον Μάιο πήρε 1.061.000 ψήφους (16,78%) και 52 έδρες, ενώ τον Ιούνιο αναδείχτηκε αξιωματική αντιπολίτευση, με 1.655.000 ψήφους (26,89%) και 71 έδρες. Έχοντας αλλάξει τον τίτλο του σε Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς - Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο (ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ), δρομολογήθηκε η διαδικασία μετασχηματισμού του σε ενιαίο κόμμα, που πραγματοποιήθηκε το 2013, οπότε επανήλθε και ο παλιός του τίτλος.

Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε πρώτο κόμμα, με 2.246.000 ψήφους (36,34%) και 149 έδρες, και σχημάτισε κυβέρνηση σε συνεργασία με το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, με πρωθυπουργό τον πρόεδρό του, Αλέξη Τσίπρα. Αν και ο σχηματισμός κυβέρνησης με κύρια δύναμη ένα κόμμα της Αριστεράς δημιούργησε ελπίδες πως θα μπορούσε να ανατραπεί η μνημονιακή πολιτική που είχε επιβληθεί από το 2010, και παρ’ ότι στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 το 61,3% ενέκρινε την αντίθεση της κυβέρνησης στις αξιώσεις διεθνών κέντρων και κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κυβέρνηση προχώρησε στην ψήφιση νέου μνημονίου. Οι εξελίξεις αυτές, που σηματοδότησαν τη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της Κεντροαριστεράς, είχαν ως συνέπεια την αποχώρηση της αριστερής του πτέρυγας, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας συγκρότησε τη Λαϊκή Ενότητα. Εντούτοις, οι απώλειες αυτές αντισταθμίστηκαν με την προσχώρηση στον ΣΥΡΙΖΑ στελεχών προερχόμενων κυρίως από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 1.926.000 ψήφους (35,46%) και 145 έδρες και σχηματίστηκε και πάλι κυβέρνηση σε συνεργασία με τους Ανεξάρτητους Έλληνες και με πρωθυπουργό τον Τσίπρα.

Εφαρμόζοντας μνημονιακή πολιτική και ενισχύοντας τις σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, συνέβαλε στη συντηρητική μετατόπιση του εκλογικού σώματος και έχασε τις εκλογές του 2019, στις οποίες πήρε 1.780.000 (31,5%) και 86 έδρες, ενώ στην κυβέρνηση αναδείχθηκε η Νέα Δημοκρατία. Στις ευρωεκλογές του ίδιου χρόνου πήρε 1.345.000 (23,75%) και 6 έδρες. Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώθηκαν κατά πολύ στις εκλογές του Μαΐου 2023, όταν πήρε 1.185.000 ψήφους (20,1%), 71 έδρες, κι ακόμη περισσότερο στις εκλογές του Ιουλίου (930.000, 17,8% και 47 έδρες). Συνέπεια αυτών των εξελίξεων ήταν η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του κόμματος και η εκλογή, στη θέση του προέδρου, του μέχρι τότε άγνωστου επιχειρηματία Στέφανου Κασσελάκη. Αντιδρώντας στην εκλογή του, στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ αποχώρησαν και ίδρυσαν το κόμμα της Νέας Αριστεράς.  

 

Σύνδεσμος. H πρώτη ελληνική συνδικαλιστική εφημερίδα. Εκδόθηκε το 1882 από τον Εργατικό Σύνδεσμο Τυπογράφων Αθηνών και είχε τον υπότιτλο «Εφημερίς του Εργατικού Λαού».

 

Σύνδεσμος Συντεχνιών. Ιδρύθηκε το 1891 για τον συντονισμό της δράσης των σωματείων των εργαζομένων στην Αθήνα. Καθώς πολλά απ’ αυτά είχαν συντεχνιακό χαρακτήρα, με τη συνύπαρξη εργατών, αυτοαπασχολούμενων και μικροϊδιοκτητών εργοδοτών, ο χαρακτήρας του Σ. δεν ήταν σαφώς ταξικός. Διατηρούσε σχέσεις με το κόμμα του Δηλιγιάννη, λόγω της αντίθεσης στην αντεργατική εκσυγχρονιστική πολιτική του κόμματος των Τρικούπη-Θεοτόκη, και το 1909 τάχθηκε υπέρ του στρατιωτικού κινήματος στο Γουδί. Διαλύθηκε μετά την ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, το 1911.

 

Σύνδεσμος των Εργατικών Τάξεων (ΣΤΕΤ). Οργάνωση που ίδρυσε το 1908 ο Πλάτωνας Δρακούλης, ως πρόπλασμα σοσιαλιστικού κόμματος. Βασικά του στελέχη ήταν οι Ηρακλής Αναστασίου, Βασίλειος Δουδούμης, Αντώνης Γαβαλάς, Δημήτρης Φωτόπουλος κ.ά., και όργανό του το περιοδικό «Έρευνα». Ο ΣΤΕΤ διακήρυττε θέσεις μεταρρυθμιστικές, προσπαθώντας, εντούτοις, να διαχωρίζεται από τον «κρατικό σοσιαλισμό» των Κοινωνιολόγων. Στις εκλογές του 1910 ο Δρακούλης εκλέχτηκε βουλευτής.

Σοβαρό πρόβλημα δημιουργήθηκε το 1911, όταν ο Νίκος Γιαννιός, ο οποίος είχε ολιγόμηνη συνεργασία με τον ΣΤΕΤ, ίδρυσε το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθήνας. Ανησυχώντας μήπως προχωρήσει και στην αναγγελία συγκρότησης κόμματος, ο Δρακούλης εξήγγειλε την ίδρυση του Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο ουσιαστικά αποτέλεσε μετονομασία του ίδιου του ΣΤΕΤ.

 

Συνδικαλισμός. Η οργανωμένη δραστηριότητα για την προώθηση συλλογικών οικονομικών και άλλων συμφερόντων σε επίπεδο χώρου δουλειάς, κλάδου ή κοινωνικής τάξης. Ο όρος προέρχεται από τις λατινικές λέξεις syndicus και syndicates. Ο εργατικός σ. εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε κατά τον 19ο αιώνα στις χώρες της δυτικής Ευρώπης και κατά τον 20ό αιώνα επεκτάθηκε παγκοσμίως.

Το ζήτημα της σχέσης των συνδικαλιστικών οργανώσεων με την πολιτική και με τα εργατικά πολιτικά κόμματα αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαραθέσεων στο εργατικό κίνημα. Κατά το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα, τα συνδικάτα αποτελούν τη μοναδική αποδεκτή μορφή οργάνωσης της εργατικής τάξης, απέχουν από την αστική πολιτική και προετοιμάζουν τους όρους για την αυτοοργάνωση και αυτοδιεύθυνση της παραγωγικής διαδικασίας μετά την επαναστατική ανατροπή. Το συνδικαλιστικό κίνημα της Μεγάλης Βρετανίας (τρεϊντγιουνιονισμός) έκανε σαφή διάκριση ανάμεσα στις δικές του αρμοδιότητες, που περιορίζονται στον αγώνα για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και ζωής των εργαζομένων, και στην πολιτική, που αποτελεί αντικείμενο του εργατικού κόμματος, το οποίο στηρίζουν τα συνδικάτα. Η σοσιαλδημοκρατία, όπως διαμορφώθηκε κυρίως μετά τη ρήξη με τους κομμουνιστές, στο τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αποδέχεται τη διάκριση αρμοδιοτήτων μεταξύ κόμματος και συνδικάτων, αλλά μέσα από τη στενή σύνδεση μεταξύ τους. Για το κομμουνιστικό κίνημα, τα συνδικάτα αποτελούν τη βασική μορφή οργανωμένης πάλης της εργατικής τάξης, η οποία πρέπει να πολιτικοποιείται, με την οργανωμένη παρέμβαση του κομμουνιστικού κόμματος. Αναπτύχθηκε επίσης και ισχυρό ρεύμα συντηρητικού σ., που διακηρύσσει την πλήρη αποχή των συνδικάτων από την πολιτική, τον περιορισμό της δράσης τους στα άμεσα ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους και την αποδοχή της υπάρχουσας καπιταλιστικής κοινωνικής συγκρότησης. Κατά τον Μεσοπόλεμο εμφανίστηκε και ο φασιστικός σ., που συνίσταται στη μετατροπή των συνδικάτων σε συντεχνιακά όργανα άσκησης και στήριξης της κρατικής πολιτικής, στο πλαίσιο στενής συνεργασίας και κοινού μετώπου με τις εργοδοτικές οργανώσεις. 

O εργατικός σ. στην Ελλάδα. Τα πρώτα συνδικάτα, που ιδρύθηκαν κατά την τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα, απευθύνονταν σε μια άμαζη εργατική τάξη και συχνά είχαν συντεχνιακό χαρακτήρα, με τη συμμετοχή ακόμη και μικροεργοδοτών στις γραμμές τους. Ο προσανατολισμός τους κάλυπτε ένα ευρύ φάσμα τάσεων, από τον συντηρητικό και τον ρεφορμιστικό σ. μέχρι τον αναρχοσυνδικαλισμό.

Σημαντικές προσπάθειες συνδικαλιστικής συγκρότησης έγιναν κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα στη Θεσσαλονίκη, από την πολιτικοσυνδικαλιστική οργάνωση της Φεντερασιόν, και σε άλλες μεγάλες πόλεις (Πάτρα, Βόλο, Αθήνα, Πειραιά κ.λπ.), με την ίδρυση τοπικών Εργατικών Κέντρων. Στο πλαίσιο της εκσυγχρονιστικής πολιτικής που ακολουθούσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, διαλύθηκαν οι συντεχνίες και θεσμοθετήθηκε το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης. Η κυβερνητική αυτή παρέμβαση απέβλεπε και στον έλεγχο του συνδικαλιστικού κινήματος, τακτική που θα συνοδεύει την ιστορία του επί δεκαετίες μετά.

H ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος κατέληξε στην ίδρυση της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) το 1918. Η κυριαρχία των συνδικαλιστών που συνδέονταν με το νεαρό ΣΕΚΕ οδήγησε στην οργανική σύνδεση των δύο σχηματισμών, προκαλώντας την αντίθεση συντηρητικών και ρεφορμιστών συνδικαλιστών που αποχώρησαν, ιδρύοντας χωριστές οργανώσεις, με τη συνεργασία και της μικρής τάσης των αναρχοσυνδικαλιστών. H οργανική σύνδεση ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) - ΓΣΕΕ κρίθηκε τελικά λανθασμένη και το 1925 αναιρέθηκε, ενώ στο 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, το 1926, η κομμουνιστική πλειοψηφία ανατράπηκε πραξικοπηματικά από το μέτωπο των αντιπάλων της, με τη σύμπραξη της αστυνομίας.

Καθώς το μέτωπο συντηρητικών και ρεφορμιστών προχώρησε στον αποκλεισμό οργανώσεων που έλεγχαν οι κομμουνιστές, το ΚΚΕ προσανατολίστηκε το 1929 στην ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, ευθυγραμμιζόμενο και με την κατεύθυνση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για χωριστές επαναστατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Στα 1930-35, περίοδο κατά την οποία υπήρξε εκρηκτική ανάπτυξη των εργατικών αγώνων, το συνδικαλιστικό κίνημα χαρακτηριζόταν από πολυδιάσπαση, καθώς και οι σοσιαλδημοκράτες ρεφορμιστές αποχώρησαν από τη συντηρητική ΓΣΕΕ και ίδρυσαν τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα και κατόπιν συμμετείχαν στην Πανελλήνια Συνομοσπονδία Εργασίας. Το ζήτημα της ενότητας τέθηκε μετά το 1934 και την αλλαγή προσανατολισμού της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αλλά οι διαδικασίες επανενοποίησης ανακόπηκαν από τη δικτατορία Μεταξά. Η δικτατορία επιχείρησε την επιβολή φασιστικού τύπου συνδικαλιστικής οργάνωσης, που δεν βρήκε ανταπόκριση από τους εργαζόμενους.

Ήδη από τον Μεσοπόλεμο αναφάνηκε μια σημαντική ιδιαιτερότητα στο ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα. Η ανυπαρξία μαζικού στρώματος εργατικής  αριστοκρατίας που θα μπορούσε να στηρίξει ένα συντηρητικό ή ρεφορμιστικό προσανατολισμό, αναπληρώθηκε με τη διαμόρφωση του «εργατοπατερισμού». Οι «εργατοπατέρες» ήταν συνδικαλιστές που συνδέονταν με την εργοδοσία και τους κρατικούς (και αστυνομικούς) μηχανισμούς και είχαν κάνει τον σ. και τον αντικομμουνισμό βιοποριστική απασχόληση, συχνά εξαιρετικά προσοδοφόρα. Σταθερή πρακτική τους ήταν η ανατροπή των αριστερών διοικήσεων με δικαστικές και αστυνομικές παρεμβάσεις, και η ίδρυση σωματείων (αντισυνδέσμων), παράλληλα με τα υπό κομμουνιστικό έλεγχο συνδικάτα, καθώς και η ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων με τα μέλη τους, που ευνοούνταν από τις ιδιαίτερες σχέσεις που διατηρούσαν με την εργοδοσία και το κράτος.

Ιδιαίτερη ανάπτυξη, αλλά και σοβαρά προβλήματα λόγω κρατικών παρεμβάσεων και απαγορεύσεων, γνώρισε και το συνδικαλιστικό κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων. Έχοντας συγκροτηθεί, κυρίως, στους κλάδους των εκπαιδευτικών και των εργαζόμενων στις επικοινωνίες (ΤΤΤ), το δημοσιοϋπαλληλικό συνδικαλιστικό κίνημα ενοποιήθηκε το 1926, με την ίδρυση της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας, η οποία διαλύθηκε το 1931, με τη λήψη μέτρων απαγόρευσης της συνδικαλιστικής δραστηριότητας στις δημόσιες υπηρεσίες. Εντούτοις, το κίνημα συνέχισε να δρα με την ίδρυση το 1932 της Κεντρικής Πανυπαλληλικής Επιτροπής (ΚΠΕ), μέχρι την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά.

Κατά την περίοδο της Κατοχής το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα εμφάνισε τεράστια ανάπτυξη και το Εθνικό Εργατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) συσπείρωσε στις γραμμές του ή εξασφάλισε την υποστήριξη της μεγάλης πλειονότητας των εργαζομένων. Συμπεριλαμβάνοντας κομμουνιστές, ρεφορμιστές και ένα τμήμα του εργατοπατερισμού που δεν συνεργάστηκε με τους κατακτητές, η Κ.Ε. του ΕΕΑΜ δικαιωματικά ανέλαβε τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ με την Απελευθέρωση και μέχρι τον Ιανουάριο 1945. Μεγάλη ανάπτυξη είχε και το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, υπό την καθοδήγηση της ΚΠΕ, η οποία επίσης ελεγχόταν από το ΕΑΜ.

Αμέσως μετά τα Δεκεμβριανά και μέχρι το 1946, το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα χαρακτηρίζεται από την αναμφισβήτητη κυριαρχία του ΚΚΕ στην εργατική τάξη (που εκφράστηκε και με την κατάκτηση της πλειοψηφίας στο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, τον Μάρτιο 1946) και την προσπάθεια ελέγχου του κινήματος από τις καθεστωτικές δυνάμεις, με ανοιχτή παρέμβαση των Βρετανών.

Κατά την περίοδο του Εμφυλίου οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τέθηκαν υπό τον έλεγχο του εργατοπατερισμού, οι κομμουνιστές συνδικαλιστές διώχτηκαν και η βρετανική παρέμβαση αντικαταστάθηκε από την αμερικανική. Από το 1946 έως το 1981 ο εργατοπατερισμός κυριάρχησε, παρά τις σφοδρές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του, έχοντας εξασφαλίσει πλουσιοπάροχη οικονομική ενίσχυση και πολιτική και αστυνομική στήριξη από το καθεστώς. Σταθερή επιδίωξη της κομμουνιστικής Αριστεράς ήταν η επανένταξη στη ΓΣΕΕ των εκατοντάδων μαζικών οργανώσεων που είχαν διαγραφεί και ο εκδημοκρατισμός του κινήματος. Στον δημοσιοϋπαλληλικό χώρο η Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ) ελεγχόταν σταθερά, από την ίδρυσή της, το 1947, μέχρι το 1982, από καθεστωτικές δυνάμεις, κυρίως με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, παρά την ύπαρξη ισχυρών αντιπολιτευτικών δυνάμεων.

H ανατροπή του εργατοπατερισμού και ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, μετά το 1981, δεν απέτρεψε την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ από την ανοιχτή παρέμβαση για την ανατροπή της Διοίκησης της ΓΣΕΕ το 1985 και τον διορισμό στελεχών που αποδέχονταν την κυβερνητική πολιτική. Η παρέμβαση αυτή ήταν και η τελευταία στην ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, το οποίο, από το 1988, έχει απαλλαγεί από ανάλογες κυβερνητικές παρεμβάσεις.

Έχοντας περάσει σε μια περίοδο σχετικής απομαζικοποίησης, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, το συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε αντιμέτωπο με την αδυναμία ένταξης εκατοντάδων χιλιάδων, κυρίως νέων, εργαζόμενων σε συνθήκες επισφαλούς απασχόλησης, καθώς και των εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών. Ενώ το 1989 το 41% των εργαζόμενων ήταν μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων, το 2004 το ποσοστό των συνδικαλισμένων είχε περιοριστεί στο 27%. Παράλληλα, τις παλιότερες κυβερνητικές παρεμβάσεις έχει αντικαταστήσει η στενή εξάρτηση συνδικαλιστικών στελεχών από τα αστικά κόμματα εξουσίας. Το ζήτημα της αγωνιστικής ανασυγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος τέθηκε με επιτακτικούς όρους, μετά από την ένταξη της Ελλάδας υπό τον έλεγχο του ΔΝΤ και της Ε.Ε., το 2010.

 

Συνδικαλιστής. Εφημερίδα που πρόβαλε τις θέσεις του ΚΚΕ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Εκδιδόταν στα 1927-29, ως όργανο του Πενταμελούς Γραφείου των Ομοσπονδιών  και σταμάτησε να κυκλοφορεί μετά την ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ.

 

Συνδικαλιστική Εγκυκλοπαίδεια. Περιοδική έκδοση στα 1951-53. Διευθυντής ήταν ο Γεώργιος Γεωργιάδης και αρχισυντάκτης ο γιος του Αθανάσιος. Περιλάμβανε ζητήματα θεωρίας και ιστορίας του συνδικαλισμού, καθώς και ενημερωτικά άρθρα.

 

Συνεπής Αριστερή Κίνηση Ελλάδας (ΣΑΚΕ). Οργάνωση του μ-λ χώρου που ιδρύθηκε το 1975, από πρώην στελέχη της Κίνησης Ελλήνων Μαρξιστών Λενινιστών (ΚΕΜΛ) και άλλους αγωνιστές. Υποστήριζε την παράδοση του πριν το 1956 ζαχαριαδικού ΚΚΕ. Το 1976 συμμετείχε σε μια αποτυχημένη προσπάθεια ενοποίησης με άλλες μικρές οργανώσεις με ανάλογες απόψεις. Μετά τη ρήξη μεταξύ Κίνας και Αλβανίας τάχθηκε με τις θέσεις του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας και αποκήρυξε τον μαοϊσμό ως ρεβιζιονιστικό. Εξέδιδε την εφημερίδα «Οχτώβρης» και στα 1990-93 το περιοδικό «Μαρξιστική Λενινιστική Επιθεώρηση». Μεταξύ των ηγετικών στελεχών της ήταν οι Πέτρος Γιώτης, Γεράσιμος Λιόντος κ.ά. Το 1993 συμμετείχε στις εκλογές, παίρνοντας 500 ψήφους. Τρία χρόνια αργότερα μετεξελίχθηκε στην Ένωση για την Επαναστατική Ανατροπή, με όργανο την εφημερίδα «Κόντρα».

 

Συνεπής Πολιτική Αριστερή Κίνηση (ΣΠΑΚ). Κίνηση που συγκροτήθηκε το 1967, από τη συσπείρωση που συγκροτούνταν γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση». Η ΣΠΑΚ προγραμμάτιζε την αυτόνομη κάθοδο στις εκλογές που ματαίωσε το πραξικόπημα του Απριλίου 1967. Με την κίνηση συνδεόταν η εφημερίδα «Λαϊκός Δρόμος».

 

Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις (ΣΑΔΕΟ). Συνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1977 από τις δυνάμεις που αντιπολιτεύονταν τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ, με τη στήριξη της ΠΑΣΚΕ, της ΕΣΑΚ και του ΑΕΜ. Την αποτελούσαν δεκάδες Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα και εκατοντάδες σωματεία, πολλά από τα οποία είχαν αποκλειστεί από τη ΓΣΕΕ, και είχε καθοριστική παρέμβαση στους αγώνες της περιόδου 1977-81. Μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και τη δρομολόγηση των διαδικασιών εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος διαλύθηκε και η βασική της στελέχωση αναδείχτηκε στην ηγεσία της ΓΣΕΕ.

 

Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις (115 ΣΕΟ). Κίνηση συνεργασίας συνδικαλιστικών οργανώσεων, που αντιπολιτεύονταν τη συντηρητική Διοίκηση της ΓΣΕΕ. Ιδρύθηκε το 1962, με πρωτοβουλία του αριστερού Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος και της Εργατοϋπαλληλικής Συνδικαλιστικής Οργάνωσης της Ένωσης Κέντρου. Αποτελούνταν από πρωτοβάθμια σωματεία και δευτεροβάθμιες οργανώσεις, κυρίως Ομοσπονδίες, και πήρε τον τίτλο «115  ΣΕΟ», από τον αριθμό των οργανώσεων που συμμετείχαν στην κίνηση το καλοκαίρι του 1963.

Οι 115 ΣΕΟ αποτέλεσαν μορφή συντονιστικού των αγώνων των εργαζομένων, σε μια περίοδο μεγάλης ανάπτυξής τους, ενώ παράλληλα έθεταν σταθερά το ζήτημα του εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος. Στην κατεύθυνση αυτή άσκησαν πίεση στην κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου για την αντικατάσταση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ και τη δρομολόγηση διαδικασιών εκδημοκρατισμού της. Η κίνηση, έχοντας φτάσει τις 682 οργανώσεις, διαλύθηκε με την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, το 1967.

Ανάμεσα στα βασικά της στελέχη ήταν οι Γιάννης Αλευράς,  Μπάμπης Γαλανόπουλος, Γιάννης Γαμπέλας, Λουκάς Γιαννόπουλος, Δημήτρης Γιαχνής, Νίκος Κατσαφάδος,  Ηλίας Λυκούδης, Κώστας Μαραγκουδάκης, Βασίλης Μεσολογγίτης, Φρόσω Μπουρμπούλη, Νίκος Παπαγεωργίου,  Τάκης Τασούλης, Κώστας Τερζάκης, Κωνσταντίνος Τρίμης, Χρήστος Τσεσμελής, Ορέστης Χατζηβασιλείου κ.ά.

 

Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις Ελλάδας. Κίνηση συντονισμού συνδικαλιστικών οργανώσεων που είχαν διαγραφεί από τη ΓΣΕΕ ή δεν γίνονταν δεκτές ως μέλη. Ιδρύθηκε το 1956 και λειτούργησε έως το 1958, αποτελώντας συμμαχία του αριστερού Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ) και της Νέας ΓΣΕΕ, που συγκροτούσαν συντηρητικοί συνδικαλιστές.

 

Συνεταιριστικό κίνημα. Κίνημα οικονομικής, παραγωγικής ή και καταναλωτικής συνεργασίας. Μορφές συνεταιρισμού υπήρχαν στον ελλαδικό χώρο από πολύ παλιότερες εποχές, κυρίως στο πλαίσιο των επαγγελματικών συντεχνιών των τεχνιτών, ναυτικών και εμπόρων. Νέα μορφή συνεταιρισμού εμφανίστηκε στα Αμπελάκια της Θεσσαλίας, το 1778, η οποία, όμως, αποτελούσε μια ιδιότυπη μορφή συλλογικής κυριαρχίας των μεγαλεμπόρων επί των εργαζομένων στις τοπικές οικοτεχνίες.

Το σύγχρονο σ.κ. εμφανίζεται μετά από την κατοχύρωση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι με την ψήφιση του Συντάγματος του 1864. Ως πρώτοι συνεταιρισμοί αναφέρονται η Εταιρία Εργατικού Λαού «Η Αλληλοβοήθεια», που είχε καταναλωτικό χαρακτήρα, και ο επαγγελματικός συνεταιρισμός των μαρμαρογλυπτών και ξυλογλυπτών, που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του Γιαννούλη Χαλεπά. Και οι δύο ιδρύθηκαν στην Αθήνα το 1870. Εντούτοις, δεν υπήρξε σημαντική επέκταση του σ.κ. τα επόμενα χρόνια, ενώ ο πρώτος αγροτικός συνεταιρισμός ιδρύθηκε στον Αλμυρό Μαγνησίας το 1900.

Σταθμό στην ανάπτυξη του σ.κ. αποτέλεσε η ψήφιση του νόμου 602 του 1914. Το 1915 υπήρχαν 150 συνεταιρισμοί και το 1917 ιδρύθηκε στην Καλαμάτα η πρώτη Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών.

Μεγάλη επέκταση γνώρισε το σ.κ. κατά τον Μεσοπόλεμο, μετά την αγροτική μεταρρύθμιση του 1923 και την ίδρυση, τον ίδιο χρόνο, του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας. Υπέρ της ανάπτυξης ισχυρού σ.κ. τάχθηκε και το ΚΚΕ, καθώς και η Δημοκρατική Ένωση (Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα Ελλάδας) του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Κατάληξη των διαδικασιών ανάπτυξης του σ.κ. υπήρξε η ίδρυση, το 1935, της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ). Το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι γεωργικοί συνεταιρισμοί αυτή την περίοδο, αλλά και αργότερα, ήταν η εξάρτηση των αγροτών από την Αγροτική Τράπεζα και άλλους κρατικούς οργανισμούς (όπως ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός, ο Εθνικός Οργανισμός Καπνού κ.ά.), καθώς και οι απροκάλυπτες κυβερνητικές παρεμβάσεις, που αποτέλεσαν κυρίαρχο καθεστώς ιδιαίτερα κατά τη δικτατορία Μεταξά.

Το σ.κ. και κυρίως το προμηθευτικό-καταναλωτικό, αναπτύχθηκε με γρήγορους ρυθμούς και σε μεγάλη έκταση κατά την περίοδο της Κατοχής, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, της Εθνικής Αλληλεγγύης, του Εργατικού ΕΑΜ και της Πανυπαλληλικής Κεντρικής Επιτροπής. Οι συνεταιρισμοί εξαπλώθηκαν σε όλη τη χώρα και συγκροτήθηκε η  Επιτροπή Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Συνεταιρισμών Ελλάδας.

Τόσο το αγροτικό όσο και το καταναλωτικό σ.κ. συνέχισε να αναπτύσσεται και στα 1944-46, ενώ το 1945 κυριάρχησαν στην ΠΑΣΕΓΕΣ οι δυνάμεις του ΕΑΜ. Εντούτοις, αμέσως μετά οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις πέρασαν βίαια υπό τον έλεγχο των καθεστωτικών δυνάμεων, ενώ διαλύθηκαν οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί.

Παρά τον ασφυκτικό κυβερνητικό έλεγχο και τα μεγάλα προβλήματα που προκαλούσε η εγκατάλειψη της υπαίθρου με το πολύχρονο κύμα εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί εξακολούθησαν να αυξάνονται και το 1967 είχαν ξεπεράσει τους 7.500. Στις γραμμές τους παρέμβαιναν και οι δυνάμεις της Αριστεράς, παρ’ όλες τις διώξεις και τους περιορισμούς.

Ενώ κατά την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας επιβλήθηκε καθεστώς πλήρους ελέγχου των συνεταιρισμών από το κράτος, η πτώση της οδήγησε σε νέα ανάπτυξη του σ.κ., στο οποίο, πολύ σύντομα, κύρια δύναμη αναδείχτηκε το ΠΑΣΟΚ, ενώ σημαντικές ήταν οι δυνάμεις και του ΚΚΕ.

Ενταγμένο στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων που έθετε η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και κατόπιν στην Ε.Ε., το σ.κ. λειτούργησε και ως μέσο για τη διαμόρφωση πελατειακών σχέσεων μεταξύ μεγάλου τμήματος των αγροτών και του ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1990. Τα έντονα φαινόμενα διαπλοκής είχαν ως συνέπεια την απαξίωση του κινήματος και την κρίση του, που εντάθηκε μετά το 2010 και την επιβολή της μνημονιακής πολιτικής, οπότε έγιναν και κάποιες προσπάθειες συγκρότησης κινήματος προμηθευτικών-καταναλωτικών συνεταιρισμών, που, όμως, δεν ευοδώθηκαν.

 

Σύνθημα. Εφημερίδα αναρχικού προσανατολισμού που εξέδωσε στην Πάτρα, το 1879, ο Βασίλης Τσέλιος.

 

Συνομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας (ΣΔΥΕ). Τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των δημοσίων υπαλλήλων. Ιδρύθηκε το 1926, ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλισμού. Ήδη από το 1921 είχε ιδρυθεί η Λέσχη Δημοσίων Υπαλλήλων και ακολούθησε τα επόμενα χρόνια η ίδρυση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας, της Ομοσπονδίας των εργαζόμενων στις τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία, και της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης. Εξέδιδε την εφημερίδα «Υπαλληλική».

Το 1927 οργάνωσε την πρώτη πανυπαλληλική απεργία και από το 1928 η δραστηριότητά της αντιμετωπίστηκε με διώξεις και με τον περιορισμό των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων. Μετά από τη μεγάλη απεργία του 1931 απαγορεύτηκε η λειτουργία της. Τον επόμενο χρόνο αντικαταστάθηκε από την Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή.

Έγινε προσπάθεια ανασύστασής της το 1945 και λειτουργούσε ως το 1947, με πρωτοβουλία των δυνάμεων του ΚΚΕ, χωρίς να καταφέρει να συσπειρώσει την πλειονότητα των δημοσιοϋπαλληλικών συνδικαλιστικών οργανώσεων. Κυρίως, εξαιτίας των μεταβαρκιζιανών διώξεων και της αστυνομικής τρομοκρατίας.

 

Συντονιστική Επιτροπή Δημοσιοϋπαλληλικών Οργανώσεων (ΣΕΔΟ). Συνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1976, από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης στην ελεγχόμενη από τον κυβερνητικό συνδικαλισμό ΑΔΕΔΥ. Στηρίχτηκε από την ΠΑΣΚΕ, την ΕΣΑΚ και το ΑΕΜ, και προσανατολίστηκε στον εκδημοκρατισμό του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος και τον συντονισμό διεκδικητικών αγώνων. Αποκορύφωμα της δράσης της ήταν η μεγάλη απεργία του 1980, στην οποία υποχρεώθηκε να συμμετάσχει και η ΑΔΕΔΥ, η οποία δεν είχε προκηρύξει απεργία επί 27 χρόνια. Η ΣΕΔΟ διαλύθηκε μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 και τη δρομολόγηση διαδικασιών εκδημοκρατισμού της ΑΔΕΔΥ, που επικυρώθηκαν με το 26ο Συνέδριο του 1983.

 

Σφήκας Κώστας (1927-2009). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε ως ταχυδρομικός υπάλληλος. Συμμετείχε στην ΕΠΟΝ και κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε στην Ικαρία. Το 1974 σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία, το «Μοντέλο», στην οποία παρουσίασε μια ριζοσπαστική κινηματογραφική ανάγνωση του «Κεφαλαίου» του Μαρξ. Υπήρξε μέλος του τροτσκιστικού Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος (ΕΕΚ).

 

Σχέδιο Β. Κίνηση που συγκροτήθηκε το 2012 από τμήμα του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, με επικεφαλής τον Αλέκο Αλαβάνο. Στα 2014-15 συμμετείχε στη Μετωπική Αριστερή Συμπόρευση.

 

Σχολιαστής. Μηνιαίο πολιτικό-πολιτιστικό περιοδικό που εκδόθηκε το 1983, κυρίως από πρώην μέλη της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (Β΄ Πανελλαδική), που είχε διαλυθεί το 1981. Συνέχισε την έκδοσή του έως το 1989, με εκδότη τον Παναγιώτη Παναγιώτου.

 

Σχορέλης Τάσος (1923-1986). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα, συμμετείχε στο ΕΑΜ Νέων και στην ΕΠΟΝ, και εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Συμμετείχε αργότερα στη Νεολαία ΕΔΑ και στη Δ.Ν. Λαμπράκη. Εκτός των άλλων, ασχολήθηκε και με τη μελέτη του ρεμπέτικου τραγουδιού, έχοντας γράψει το τετράτομο έργο «Ρεμπέτικη ανθολογία».

 

Σωμερίτης Στρατής (1901-1978). Ηγετικό στέλεχος του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Καλκούτα και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Συμμετείχε στον Εκπαιδευτικό Όμιλο και μετά τη διάσπασή του, το 1927, έγινε γραμματέας, για να αποχωρήσει τον επόμενο χρόνο, διαφωνώντας με τον φιλοκομμουνιστικό προσανατολισμό του Δημήτρη Γληνού.

Εντάχθηκε στο σοσιαλιστικό κίνημα και το 1931 συμμετείχε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, του οποίου ήταν μέλος της Γραμματείας μέχρι το 1932 και κατόπιν γραμματέας και διευθυντής της «Σοσιαλιστικής Επιθεώρησης». Το 1941 εντάχθηκε στην Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και στο ΕΑΜ. Μετά την Απελευθέρωση ήταν μέλος της ηγεσίας της ΕΛΔ-ΣΚΕ και του ΣΚ-ΕΛΔ και διευθυντής της εφημερίδας «Μάχη» και της «Σοσιαλιστικής Επιθεώρησης».

Το 1950 προσχώρησε στην ΕΠΕΚ και στα 1953-56 ήταν μέλος της ηγεσίας του Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού. Ανέπτυξε δραστηριότητα στην Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, της οποίας έγινε γραμματέας το 1961, συμβάλλοντας στον αγώνα ενάντια στο μετεμφυλιακό αυταρχικό καθεστώς, ενώ δραστηριοποιήθηκε και στη Σοσιαλιστική Κίνηση Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.

Υπήρξε ηγετικό στέλεχος διαφόρων σοσιαλιστικών κινήσεων και το 1964 αναδείχτηκε γραμματέας της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ), που συσπείρωσε το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων σοσιαλιστών. Αντιμετώπισε διώξεις κατά την περίοδο της δικτατορίας και μετά την πτώση της εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστικό Βήμα», που υπήρξε προδικτατορικά όργανο της ΣΔΕ. Έγραψε τα βιβλία «Σύγχρονα προβλήματα του σοσιαλισμού», «Λαϊκή δημοκρατία και σοσιαλισμός», «Η μεγάλη καμπή του σοσιαλισμού» κ.ά.

 

Σωτηρίου Διδώ (1909-2004). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε γαλλική φιλολογία και εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα. Συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και συνεργάστηκε με αριστερά έντυπα του γυναικείου κινήματος. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και υπήρξε συνεργάτης του «Ριζοσπάστη» και αργότερα της «Αυγής». Έγραψε τα βιβλία «Οι νεκροί περιμένουν», «Ματωμένα χώματα», «Εντολή», «Κατεδαφιζόμεθα», «Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο» κ.ά. Ήταν αδελφή της αγωνίστριας του κομμουνιστικού κινήματος, Έλλης Παππά.

 

Σωτηρίου Κώστας (1889-1965). Παιδαγωγός. Γεννήθηκε στο Μαρκόπουλο Αττικής, σπούδασε στην Αθήνα και στη δυτική Ευρώπη και εργάστηκε ως στέλεχος του υπουργείου Παιδείας και διευθυντής εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Εντάχθηκε στον Εκπαιδευτικό Όμιλο και στην Αριστερά, συμμετείχε στο ΕΑΜ και εκλέχτηκε εθνοσύμβουλος. Διώχτηκε κατά την περίοδο του Εμφυλίου και το 1958 εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ. Το 1963 συμμετείχε στην ίδρυση της Πανελλήνιας Λέσχης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης που τάχθηκε υπέρ της στήριξης της Ένωσης Κέντρου από την Αριστερά. Έγραψε το βιβλίο «Η παιδεία μας στα 120 χρόνια της ελεύτερης ζωής μας» κ.ά.

 

 

 

 

 

T

 

Ταγκόπουλος Δημήτρης (1867-1926). Ένας από τους κορυφαίους αγωνιστές του δημοτικιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Ύδρα, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και το 1903 εξέδωσε το περιοδικό «Νουμάς», που αποτέλεσε επί δεκαετίες όργανο των υποστηρικτών της δημοτικής γλώσσας. Οπαδός του μετριοπαθούς μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, ο Τ. συνδέθηκε το 1909 με τη Σοσιαλιστική Δημοτικιστική Ένωση. Έγραψε τα βιβλία «Φιλολογικά πορτρέτα», «Σκόρπιες μολυβιές», «Οι αλυσίδες» κ.ά.

 

Ταγκόπουλος Πάνος (1895-1931). Γιος του Δημήτρη Τ., γεννήθηκε στην Αθήνα. Το 1914 εντάχθηκε στο Σοσιαλιστικό Κέντρο και τη Σοσιαλιστική Νεολαία του Νίκου Γιαννιού. Το 1918 προσανατολίστηκε στο ΣΕΚΕ, αλλά αργότερα απομακρύνθηκε απ’ αυτό. Το 1923 ανέλαβε τη διεύθυνση του «Νουμά». Έγραψε τα βιβλία «Η ζωή που πέρασε», «Πρόζες», «Λυρικά» κ.ά.

 

Ταμτάκος Γιάννης (1908-2008). Στέλεχος του τροτσκιστικού κινήματος και αργότερα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Γεννήθηκε στις Φώκαιες της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη. Εργάστηκε ως υποδηματεργάτης, το 1924 εντάχθηκε στην αρχειομαρξιστική οργάνωση και αργότερα στον Νέο Δρόμο και την ΕΟΚΔΕ. Κατόπιν υπήρξε συνεργάτης του Στίνα και στέλεχος της ΚΔΕΕ και στα 1937-42 εξορίστηκε. Συμμετείχε στο ΚΔΚΕ, το ΔΚΚΕ, το ΔΕΚΕ, στο ΚΔΚΕ του 1946 και στο Εργατικό Μέτωπο. Στα  1951-66 έζησε ως μετανάστης στην Αυστραλία.  Μετά το 1974 συνδέθηκε με τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Έγραψε το βιβλίο «Αναμνήσεις μιας ζωής στο επαναστατικό κίνημα».

 

Ταξική Αγωνιστική Συσπείρωση. Βραχύβια κίνηση που ιδρύθηκε το 1985 με σκοπό τον συντονισμό των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που παρέμβαιναν στο συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζόμενων. Προήλθε από τη συνεργασία μικρότερων κινήσεων που συγκροτούσαν στα 1982-85 τις Ανεξάρτητες Εργατικές Συσπειρώσεις.

 

Ταξική Αλληλεγγύη. Οργάνωση για την παροχή βοήθειας σε διωκόμενους αγωνιστές, κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά. Ιδρύθηκε από την Ενιαία Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΕΟΚΔΕ) το 1937 και έπαψε να λειτουργεί από τον επόμενο χρόνο. Υποστήριζε τη συνεργασία και την ενοποίηση των αντίστοιχων κινήσεων που είχαν συγκροτήσει το ΚΚΕ (Εργατική Βοήθεια) και οι αρχειομαρξιστές (Εργατική Αλληλεγγύη). Επικεφαλής της ήταν ο Παντελής Πουλιόπουλος.

 

Ταξική Αντεπίθεση. Ομάδα αναρχικών και κομμουνιστών. Μετωπικό σχήμα που ιδρύθηκε το 2014. Μετά από αποχώρηση κάποιων από τα μέλη της συγκροτήθηκαν οι ομάδες Κίνηση της Βιολέτας (το 2020) και Διαρκής αγώνας για την ταξική απελευθέρωση (το 2023).

 

Ταξική Πορεία. Συνδικαλιστική κίνηση που συγκροτήθηκε το 2005. Συμμετέχουν συνδικαλιστές που εντάσσονται ή πρόσκεινται στο ΚΚΕ (μ-λ).

 

Ταξικός Αγώνας. Όργανο της Ομάδας Κομμουνιστών, πρώην αρχειομαρξιστών, οι οποίοι το 1946 εντάχθηκαν στο ΚΚΕ. Κυκλοφόρησαν δυο φύλλα στα 1945 και ’46.

 

Ταραξίες. Περιοδικό που εξέδιδε στο Παρίσι, στα 1973-74, η Οργάνωση Ελλήνων Επαναστατών Κομμουνιστών.

 

Τασκένδη. Η πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν που συνδέθηκε με την ιστορία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, καθώς εκεί εγκαταστάθηκαν περίπου 12.000 Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες, μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου. Η κοινότητα της Τ. ήταν η κατά πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη κοινότητα Ελλήνων πολιτικών προσφύγων που είχαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Κατά συνέπεια, στην T. λειτουργούσε και η μεγαλύτερη Κ.Ο. του ΚΚΕ μέχρι το 1974.

Τον Σεπτέμβριο 1955 διεξήχθησαν αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ αυτών που υποστήριζαν τη ζαχαριαδική κομματική καθοδήγηση και των αντιπάλων τους, που στηρίζονταν στην εύνοια της νέας μετασταλινικής ηγεσίας του ΚΚΣΕ. Μετά την ανατροπή της ηγεσίας Ζαχαριάδη, έγιναν μαζικές διαγραφές και από τα 7.800 μέλη της Κ.Ο. της T. έμειναν 3.000.

Η ελληνική κοινότητα της T. συρρικνώθηκε τη δεκαετία του 1980, μετά την επιστροφή του μεγαλύτερου μέρους των μελών της στην Ελλάδα.

 

Τάσος Δημήτρης (1919-2012). Αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος και της Εθνικής Αντίστασης, στην οποία συμμετείχε με το ψευδώνυμο Μπουκουβάλας. Γεννήθηκε στη Λάρισα και εντάχθηκε στο ΚΚΕ πριν τον πόλεμο. Υπήρξε επικεφαλής της Ταξιαρχίας Ιππικού του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλία. Από το 1945 μέχρι το 1974 πέρασε συνολικά είκοσι οχτώ χρόνια φυλακισμένος και εξόριστος. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσωτερικού. 

 

Τασσόπουλος Τάκης (1938-2011). Στέλεχος του μ-λ κινήματος. Γεννήθηκε στο Κοπανάκι Μεσσηνίας και το 1956 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εντάχθηκε στην παράνομη ΕΠΟΝ και στη Νεολαία ΕΔΑ και συμμετείχε στο συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζόμενων μαθητών και σπουδαστών. Το 1967 έφυγε για σπουδές στη Μόσχα και εντάχθηκε στην ΟΜΛΕ. Το 1976 συμμετείχε στην ίδρυση και στην καθοδήγηση του ΚΚΕ (μ-λ), από το οποίο αποχώρησε το 1981, υποστηρίζοντας τις θέσεις του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας, και δραστηριοποιήθηκε στην Αδέσμευτη Κίνηση Ειρήνης. Έγραψε μελέτη για την ελληνική βιομηχανία.

 

Τάσσος (1914-1985). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του χαράκτη και γλύπτη Αναστάσιου Αλεβίζου. Γεννήθηκε στο Λευκοχώρι Ηλείας, σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και εργάστηκε κοντά σε γνωστούς καλλιτέχνες. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ, και τα περισσότερα από τα έργα του είναι εμπνευσμένα από τους αγώνες του ελληνικού και άλλων λαών. Ήταν σύζυγος της Λουκίας Μαγγιώρου.

 

Τατασόπουλος Στέλιος (1908-2000). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, το 1922 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και στα 1929-31 σπούδασε στο Παρίσι. Το 1931 γύρισε την ταινία «Κοινωνική Σαπίλα». Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και διώχτηκε τα επόμενα χρόνια. Τα έργα του («Μαύρη Γη», «Πικρό Ψωμί», «Νησί των ανέμων» κ.ά.) αναφέρονται σε κοινωνικά προβλήματα και στις συνθήκες ζωής των εργαζομένων.

 

Ταϋγέτη (1917-2003). Το μικρό όνομα της ηθοποιού Μπασούρη, με το οποίο έγινε γνωστή. Γεννήθηκε στην Αθήνα και συμμετείχε στο εαμικό κίνημα των Ενωμένων Καλλιτεχνών. Εξορίστηκε την περίοδο του Εμφυλίου και μετά την απελευθέρωσή της, το 1951, συνέχισε την καλλιτεχνική της καριέρα ως ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Μετά τη δικτατορία προσανατολίστηκε στο ΠΑΣΟΚ.

 

Τεμπονέρας Νίκος (1954-1991). Αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Πάτρα, όπου σπούδασε μαθηματικά και συμμετείχε στο αντιδικτατορικό, το νεολαιίστικο και το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών. Υπήρξε μέλος της ΚΝΕ, του ΚΚΕ και από το 1985 ηγετικό στέλεχος του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου. Το  1991, κατά τη διάρκεια μαθητικών καταλήψεων, δολοφονήθηκε από στελέχη της νεολαίας της Νέας Δημοκρατίας.

 

Τεταρτοδιεθνιστική Προγραμματική Τάση. Τροτσκιστική ομάδα, που αποχώρησε το 2019 από την ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Συμμετέχει στην Αναμέτρηση για μια νέα κομμουνιστική Αριστερά, εκδίδει το περιοδικό «4» και βασικά της στελέχη είναι οι Τάσος Αναστασιάδης, Τάσος Γουδέλης, Γιάννης Φελέκης κ.ά.

 

Τετράδια πολιτικού διαλόγου έρευνας και κριτικής. Αριστερό πολιτικό και θεωρητικό περιοδικό που εκδίδεται από το 1980, με διευθυντή τον Λουκά Αξελό. Αποτελεί βήμα μαρξιστικού διαλόγου και έχει προβάλει ιδιαίτερα ζητήματα σχετικά με το Κυπριακό, τις σχέσεις καπιταλιστικής μητρόπολης και περιφέρειας, αναλύσεις για τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό κ.ά.

 

Τετράδια Δημοκρατίας. 1. Θεωρητικό-πολιτικό περιοδικό που εξέδιδε στα 1963-64 η Δημοκρατική Κίνηση Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης και στα 1964-65 η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη.

2. Περιοδικό που εξέδιδε αρχικά στο Παρίσι και κατόπιν στη Στοκχόλμη, στα 1973-74, η Νέα Ελληνική Αριστερά, που είχε ιδρύσει ο Μίκης Θεοδωράκης.

 

Τετράδια Μαρξισμού. Θεωρητικό-πολιτικό περιοδικό που εκδίδεται από το 2016, με τη στήριξη της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση. Μεταξύ των κατά καιρούς συνεργατών του είναι οι Ειρήνη Γαϊτάνου, Κώστας Γούσης, Δημήτρης Γρηγορόπουλος, Γιώργος Γρόλιος, Δημήτρης Καλτσώνης, Παναγιώτης Μαυροειδής, Σταύρος Μαυρουδέας, Βασίλης Μηνακάκης, Γιώργος Οικονομάκης κ.ά.

 

Τετράδια Μαρξισμού-Λενινισμού. Περιοδικό, όργανο της οργάνωσης Μπολσεβίκοι. Εκδόθηκε το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας. Με την ίδρυση του Ελληνικού Λενινιστικού Επαναστατικού Κινήματος Ελλάδας (ΕΛΕΚ) έγινε όργανό του και στα 1977-78 εκδιδόταν από την Πολιτική Ένωση Ελλήνων Κομμουνιστών (ΠΕΕΚ).

 

Τετράδιο. Αριστερό πολιτιστικό περιοδικό που εξέδιδαν στα 1974-76 ο Δημήτρης Γκιώνης και Φώντας Λάδης.

 

Τζαβέλας Πάνος (1925-2009). Μουσικός και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Κοζάνη. Το 1943 εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και ως μαχητής του ΔΣΕ, το 1949, τραυματίστηκε, αιχμαλωτίστηκε και έμεινε επί χρόνια φυλακισμένος. Στα 1961-64 έζησε στην ΕΣΣΔ, όπου σπούδασε μουσική. Φυλακίστηκε και πάλι στα 1967-70. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσ. και μετά τη δικτατορία συνέβαλε στη γνωριμία ευρύτατου κοινού με τα αντάρτικα τραγούδια.

 

Τζεφρώνης Λεωνίδας (1920-2006). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στη Λευκάδα και ως φοιτητής εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στην ΕΠΟΝ, και συμμετείχε στον ΔΣΕ. Πολιτικός πρόσφυγας κατόπιν, το 1954 επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, πιάστηκε, αλλά το 1955 συμμετείχε στη μεγάλη απόδραση από τις φυλακές των Βούρλων και διέφυγε στη Ρουμανία. Έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και μετά το 1968 συμμετείχε στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσ. Επέστρεψε και πάλι παράνομα στην Αθήνα το 1969, τέθηκε επικεφαλής του παράνομου μηχανισμού στα 1971-73, φυλακίστηκε στα 1973-74 και μετά την πτώση της δικτατορίας έγινε γραμματέας της Κ.Ο. Αθήνας του ΚΚΕ εσ. Το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΑΡ και από το 1991 ήταν μέλος του Συνασπισμού.

 

Τζήμας Ανδρέας (1909-1972). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Καστοριά, εντάχθηκε στο ΚΚΕ ως φοιτητής, εργάστηκε ως δικηγόρος και το 1936 εκλέχτηκε βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά στην Ακροναυπλία, απ’ όπου απελευθερώθηκε τον Μάιο 1941.

Έγινε μέλος της Κ.Ε. του κόμματος και το 1942 μέλος του Π.Γ., και ανέλαβε την πολιτική καθοδήγηση του ΕΛΑΣ, με το ψευδώνυμο Βασίλης Σαμαρινιώτης. Αντιπροσώπευσε την ελληνική Αντίσταση στις προσπάθειες συντονισμού του βαλκανικού αντιστασιακού κινήματος, στην Αλβανία και τη Γιουγκοσλαβία, και το 1943 συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση στο Κάιρο. Το 1945 έπεσε σε δυσμένεια και έφυγε στη Γιουγκοσλαβία κι από εκεί στην Ουγγαρία, όπου νοσηλεύτηκε με κλονισμένη την ψυχική του υγεία. Πέθανε στην Τσεχοσλοβακία.

 

Τζιαντζής Κώστας (1948-2011). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας και συμμετείχε στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα ως μέλος της καθοδήγησης της ΚΝΕ. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1978, αποχώρησε το 1989 και συμμετείχε στην ίδρυση του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ), παραμένοντας μέλος της ηγεσίας του μέχρι τον θάνατό του.

 

Τζουλάτης Φραγκίσκος (1897-1943). Ένας από τους πρωτεργάτες του αρχειομαρξιστικού ρεύματος. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα και ήταν ανιψιός του Πλάτωνα Δρακούλη. Εντάχθηκε στον Σοσιαλιστικό Όμιλο Κέρκυρας και ως φοιτητής στην Αθήνα, το 1917, συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Νεολαίας. Το 1918 πήρε μέρος στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, ενταγμένος στην αριστερή πτέρυγα που αποχώρησε στα 1919-21, ιδρύοντας την Κομμουνιστική Ένωση. Επέστρεψε στο ΣΕΚΕ(Κ), μαζί με τα άλλα στελέχη που είχαν αποχωρήσει, και το 1923 πρωτοστάτησε στην έκδοση του «Αρχείου Μαρξισμού». Διαγράφηκε από το κόμμα, μαζί με τα άλλα μέλη της εκδοτικής ομάδας, το 1924. Παρέμεινε ηγέτης της αρχειομαρξιστικής οργάνωσης έως το 1926. Στη συνέχεια αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, αναθέτοντας την ηγεσία στον Δημήτρη Γιωτόπουλο.

 

Τοπική Αυτοδιοίκηση. Χώρος που βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Ο θεσμός της Τ.Α. έχει βαθιές ιστορικές ρίζες στην Ελλάδα, όπου οι αυτοδιοικούμενες κοινότητες αναγνωρίζονταν από το οθωμανικό καθεστώς. Ο θεσμός επικυρώθηκε και με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, στη Συνέλευση των Καλτεζών, αν και αργότερα, επί Καποδίστρια και Όθωνα, τέθηκαν σοβαροί περιορισμοί, σε μια προσπάθεια συγκρότησης συγκεντρωτικού κράτους. Από το 1864 ο θεσμός απέκτησε και πάλι τα δημοκρατικά του χαρακτηριστικά, το 1884 αναγνωρίστηκαν ως διοικητικές υποδιαιρέσεις των δήμων οι κοινότητες, που είχαν καταργηθεί το 1833, και το 1912 αναγνωρίστηκαν ως αυτόνομες.

Η παρέμβαση της Αριστεράς στην Τ.Α. υπήρξε ασήμαντη πριν την ίδρυση του ΣΕΚΕ, λόγω περιορισμένων δυνατοτήτων, ενώ από τη δεκαετία του 1920 το ΚΚΕ προσανατολίστηκε σταθερά προς αυτήν. Έχοντας σημαντικές επιτυχίες στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 1929-30, το 1934 κατόρθωσε να αναδείξει κομμουνιστές δημάρχους στην Καβάλα (τον Μήτσο Παρτσαλίδη) και τις Σέρρες (τον Διονύση Μενύχτα), οι οποίοι παύτηκαν με κυβερνητική παρέμβαση.

Η Τ.Α., ως λαϊκή αυτοδιοίκηση, γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας που ελέγχονταν από το ΕΑΜ στα 1942-45, ενώ το 1944 εγκρίθηκε ο Κώδικας Ποσειδών, που όριζε τις αυτοδιοικητικές διαδικασίες, στη βάση της άμεσης δημοκρατίας. Ακολούθησε περίοδος άγριων διώξεων και καθαίρεσης των αριστερών αυτοδιοικητικών αρχών, αλλά στις πρώτες μεταπολεμικές αυτοδιοικητικές εκλογές του 1951 η Αριστερά σημείωσε σημαντική επιτυχία. Ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία σημειώθηκε το 1954 και το 1959, όταν οι δυνάμεις της ΕΔΑ συμμετείχαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές σε συνεργασία και με άλλες δυνάμεις, κυρίως της Κεντροαριστεράς. Εκτός από τη συχνή ανάδειξη αριστερών η συνεργαζόμενων δημάρχων στους τρεις μεγάλους δήμους της χώρας, της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, οι συνεργαζόμενες δημοκρατικές δυνάμεις και κυρίως οι δυνάμεις της ΕΔΑ, κέρδιζαν σταθερά τους εργατικούς-λαϊκούς δήμους στην περιφέρεια των μεγάλων πόλεων. Τη μεγαλύτερη επιτυχία σημείωσε η ΕΔΑ στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 1964.

Η στρατιωτική δικτατορία καθαίρεσε τις αριστερές και δημοκρατικές αυτοδιοικητικέςΑρχές, και εκατοντάδες στελέχη τους διώχτηκαν και εξορίστηκαν. Μετά την πτώση της δικτατορίας, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 1975, οι αριστερές δυνάμεις (ΚΚΕ, ΚΚΕ εσ. και ΕΔΑ) συνεργάστηκαν με την Ένωση Κέντρου και το ΠΑΣΟΚ, και η δημοκρατική συνεργασία κατέκτησε τη μεγάλη πλειονότητα των οργανισμών Τ.Α.

Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 1978 και του 1982 σημείωσαν μεγάλη επιτυχία οι υποψήφιοι του ΚΚΕ στους εργατικούς-λαϊκούς δήμους, ενώ το ΚΚΕ εσ. και η ΕΔΑ συνεργάστηκαν με το ΠΑΣΟΚ, που κέρδισε τους μεγάλους δήμους της χώρας. Το 1986 υπήρξε στους περισσότερους δήμους συνεργασία ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ., ενώ το 1990 ο ενιαίος ΣΥΝ συνεργάστηκε με το ΠΑΣΟΚ.

Ενώ ο ΣΥΝ, ως κόμμα, συνέχισε τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και σε όλες τις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές των δεκαετιών 1990 και 2000, το ΚΚΕ συμμετείχε αυτόνομα. Η υποχώρηση της εκλογικής επιρροής της Αριστεράς, αλλά και η συγκεντροποίηση της Τ.Α. με το Σχέδιο Καποδίστρια το 1996 και το Σχέδιο Καλλικράτης το 2010, είχε αρνητικές συνέπειες στην παρουσία της Αριστεράς.

 

Τουρνόπουλος Λάζαρος (;-1973). Στέλεχος του τροτσκιστικού και του συνδικαλιστικού κινήματος. Μικρασιάτης πρόσφυγας στην Αθήνα, ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα στον χώρο των υποδηματεργατών.  Υπήρξε στέλεχος του αρχειομαρξισμού, της ΚΕΟ, της ΛΑΚΚΕ και της ΟΚΔΕ, εξορίστηκε και φυλακίστηκε από το 1934 έως το 1942 και συμμετείχε στην ΕΟΚΔΕ, το ΚΚΔΕ και το ΕΔΚΕ, και το 1945 έγινε μέλος της Διοίκησης της ΓΣΕΕ. Μέλος της ηγεσίας του ΚΔΚΕ, συμμετείχε στο Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού και στο Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα. Το 1967 συμμετείχε στις Δημοκρατικές Επιτροπές Αντίστασης.

 

Τριανταφυλλίδης Σοφοκλής (1852-1929). Ριζοσπάστης σοσιαλιστής. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και πολέμησε ως εθελοντής στη Θεσσαλία, όπου τραυματίστηκε. Σπούδασε στη συνέχεια νομικά στην Αθήνα και κατόπιν εγκαταστάθηκε στον Βόλο. Το 1900 εξέδωσε την εφημερίδα «Πανθεσσαλική», που συνέβαλε στην ανάπτυξη του αγροτικού κινήματος. Συμμετείχε στους Κοινωνιολόγους και το 1910 εκλέχθηκε βουλευτής των Φιλελευθέρων.

 

Τρικαλινός Γιώργος (1914-1997). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στον Αλμυρό Μαγνησίας και το 1932, ως φοιτητής της Νομικής, έγινε μέλος της ΟΚΝΕ. Εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά, απέδρασε το 1941 και υπήρξε στέλεχος της ΟΚΝΕ, της Ενιαίας Εθνικοαπελευθερωτικής Εργατοϋπαλληλικής Νεολαίας, της ΕΠΟΝ και αργότερα του ΔΣΕ. Πολιτικός πρόσφυγας από το 1949, επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, πιάστηκε το 1959 και φυλακίστηκε έως το 1966. Φυλακίστηκε και πάλι στα χρόνια της δικτατορίας. Υπήρξε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1951 μέχρι το 1987.

 

Τρίκερι. Μικρή νησίδα κοντά στο ομώνυμο ακρωτήριο του Πηλίου, στην είσοδο του Παγασητικού Κόλπου. Το 1947 δημιουργήθηκε εκεί γυναικείο στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο οποίο κλείστηκαν εκατοντάδες αγωνίστριες του εαμικού κινήματος. Το 1949 μεταφέρθηκαν άλλες 1.200 γυναίκες και παιδιά από τη Χίο και στα τέλη του χρόνου οι εξόριστες στο Τ. έφτασαν τις 4.700. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης διαλύθηκε το 1953 και οι τελευταίες εξόριστες μεταφέρθηκαν στον Αϊ-Στράτη.

 

Τρίτη Κατάσταση. Ομάδα που αποσπάστηκε από την αρχειομαρξιστική οργάνωση το 1927. Αντιτασσόταν στη συνωμοτική και συγκεντρωτική λειτουργία της οργάνωσης και υποστήριζε το ξεπέρασμα της διάσπασης του κομμουνιστικού κινήματος. Βασικά στελέχη της ήταν οι Κώστας Γκοβόστης, Γιάννης Θεοδωράτος, Κώστας Μάρας,  Αντώνης Παπαγιάννης κ.ά. Σύντομα διαλύθηκε και από τα μέλη της  κάποιοι επέστρεψαν στους αρχειομαρξιστές, κάποιοι προσχώρησαν στο ΚΚΕ και στην Αριστερή Αντιπολίτευση, ενώ άλλοι αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση.

 

Τριπολίτης Κώστας (1953-). Στιχουργός του λαϊκού και του «έντεχνου» τραγουδιού, και σεναριογράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε κινηματογράφο, νευροψυχολογία και γλωσσολογία στη Γερμανία. Το έργο του χαρακτηρίζεται από ευαισθησία για τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα.

 

Τροτσκισμός. Ρεύμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος που συγκροτήθηκε μετά το 1927, ως αριστερή αντιπολίτευση στην κυρίαρχη πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.) και από το 1938 ως 4η Διεθνής, σε ρήξη με το κυρίαρχο στο κομμουνιστικό κίνημα ρεύμα που χαρακτηρίστηκε «σταλινικό». Πήρε το όνομά του από τον ιδρυτή της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ) και της 4ης Διεθνούς, Λέον Τρότσκι, που είχε αντιταχθεί στην πολιτική που ακολούθησε το σοβιετικό Κ.Κ. και η Κ.Δ. μετά τον θάνατο του Λένιν.

Βασικές θέσεις των τροτσκιστών, όπως αποκρυσταλλώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1930, ήταν η αντίθεση στη γραφειοκρατική εξουσία, που κατά την άποψή τους υποκατάστησε την εξουσία των σοβιέτ στην ΕΣΣΔ, η εκτίμηση πως εγκαταλείφθηκε η διεθνιστική πολιτική και υποκαταστάθηκε από την προτεραιότητα των συμφερόντων της σοβιετικής γραφειοκρατίας (στη βάση της θεωρίας της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία χώρα») και η θεωρία της διαρκούς επανάστασης, στον αντίποδα της στρατηγικής των σταδίων μετάβασης στον σοσιαλισμό.

H 4η Διεθνής συγκροτήθηκε από μικρές οργανώσεις που δοκιμάστηκαν κατά την περίοδο του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν από τη μια υποστήριξαν την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ως εργατικού κράτους (αν και γραφειοκρατικά παραμορφωμένου) απέναντι στη γερμανική εισβολή, ενώ από την άλλη, στο μεγαλύτερο μέρος τους, αντιτάχθηκαν στα κινήματα Εθνικής Αντίστασης, θεωρώντας πως ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός, ανάλογος με τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η τοποθέτηση αυτή απομόνωσε το ευρωπαϊκό τροτσκιστικό ρεύμα από τα μαζικά κινήματα, που μέσα από την Αντίσταση συνδέθηκαν με την κομμουνιστική Αριστερά.

H διάψευση της προοπτικής της πολιτικής επανάστασης, που θα ανέτρεπε τη σταλινική γραφειοκρατία στην ΕΣΣΔ, και της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο στην Ευρώπη, κλόνισε ακόμη περισσότερο το τροτσκιστικό ρεύμα. Την ανασύσταση, το 1946, της αποδιοργανωμένης κατά τον πόλεμο 4ης Διεθνούς, ακολούθησαν αλλεπάλληλες κρίσεις και διασπάσεις, με αποχωρήσεις τάσεων που αποκήρυξαν τον τροτσκισμό(ομάδα «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» του Κορνήλιου Καστοριάδη) ή που αρνούνταν τον εργατικό χαρακτήρα των καθεστώτων του ανατολικού συνασπισμού, χαρακτηρίζοντάς τα καθεστώτα κρατικού καπιταλισμού (Διεθνείς Σοσιαλιστές, του Τόνι Κλίφ).Κατά τις επόμενες δεκαετίες εμφανίστηκαν, μέσα από σειρά διασπάσεων, διάφορες οργανώσεις που διεκδίκησαν τον τίτλο ή την αυθεντική έκφραση της 4ης Διεθνούς, με σημαντικότερες τη μαντελική τάση, τη χιλική, τη μορενική κ.ά. Ιδιαίτερη αιτία διαφωνίας και πολυδιάσπασης αποτέλεσε η σχέση των τροτσκιστικών οργανώσεων με τα μαζικά εργατικά κόμματα, κυρίως τα σοσιαλιστικά, καθώς σημαντικές τάσεις αποπειράθηκαν, άλλοτε με επιτυχία κι άλλοτε ανεπιτυχώς, την ένταξή τους σ’ αυτά, με σκοπό τη σύνδεσή τους με ευρύτερες μάζες αριστερών εργαζόμενων. Κύριοι υποστηρικτές της τάσης αυτής του «εισοδισμού» υπήρξαν ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), γραμματέας της 4ης Διεθνούς στα 1946-62, και ο Τεντ Γκραντ.

O τροτσκισμός είχε και εξακολουθεί να έχει σημαντική, για τα διεθνή μέτρα του, επιρροή στη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, στην Αυστραλία κ.λπ. Μετά από μια πρόσκαιρη ανάπτυξη κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, ακολούθησε εκ νέου υποχώρηση, αλλά μετά τις καταρρεύσεις των ανατολικών καθεστώτων γνωρίζει μια νέα περίοδο διεύρυνσης της επιρροής του.

H συγκρότηση του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος. Ο ελληνικός τροτσκισμός συγκροτήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 από δύο ρεύματα: Την Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ, που αποτελούνταν από πρώην στελέχη του κόμματος, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα του ΚΚΕ Παντελή Πουλιόπουλο, και δρούσαν μέσα από την οργάνωση του Σπάρτακου, και από τους αρχειομαρξιστές, που είχαν αποσπαστεί από το ΣΕΚΕ(Κ) το 1924.

Αν και ο Σπάρτακος είχε σαφείς θέσεις, αντίστοιχες μ’ αυτές της ΔΑΑ, η τελευταία αναγνώρισε ως τμήμα της στην Ελλάδα την οργάνωση των αρχειομαρξιστών, κυρίως λόγω της σχετικής μαζικότητάς της και της εργατικής κοινωνικής της σύνθεσης. Οι αρχειομαρξιστές αποδέχτηκαν τον όρο της ΔΑΑ να συγκροτηθούν σε οργάνωση λενινιστικού τύπου και ίδρυσαν το 1929 την Ένωση Διεθνιστών Κομμουνιστών, που τον επόμενο χρόνο μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ), η οποία προσωρινά ενίσχυσε τις δυνάμεις της, λόγω και της εσωκομματικής κρίσης του ΚΚΕ. H ΚΟΜΛΕΑ ήταν το μαζικότερο τμήμα της ΔΑΑ και ο ηγέτης της, Δημήτρης Γιωτόπουλος, έγινε γραμματέας της διεθνούς οργάνωσης. Μετά το ξεπέρασμα της κρίσης του ΚΚΕ, από το 1931, η ανάπτυξη της ΚΟΜΛΕΑ ανακόπηκε και η ίδια ήδη έμπαινε σε κρίση με πολλαπλές διασπάσεις, ενώ το 1930 είχε αποσπαστεί μικρό τμήμα που συγκρότησε τη βραχύβια Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα, από την οποία προήλθε η Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ).

H αδυναμία του κομμουνιστικού κινήματος να αποτρέψει την κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί στη Γερμανία, ερμηνεύτηκε από τον Τρότσκι ως χρεοκοπία της Κ.Δ. και η ΔΑΑ, που μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση, προσανατολίστηκε στην ίδρυση νέας επαναστατικής 4ης Διεθνούς. Το τμήμα της ΚΟΜΛΕΑ που διαφώνησε με τον νέο αυτό προσανατολισμό ίδρυσε το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ), με επικεφαλής τον Γιωτόπουλο. Το άλλο τμήμα συγκροτήθηκε γύρω από την εφημερίδα «Μπολσεβίκος», ενώ τον ίδιο χρόνο ο Σπάρτακος, υπό τον Πουλιόπουλο, και τμήμα της ΛΑΚΚΕ (τη Λενινιστική Ένωση), υπό τον Μιχάλη Ράπτη, ενοποιήθηκαν και ίδρυσαν την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Η οργάνωση του Μπολσεβίκου, με επικεφαλής τον Γιώργο Βιτσώρη, το 1935 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση Ελλάδας (ΚΔΕΕ).

Ενώ το ΚΚΕ εμφάνιζε σημαντική ανάπτυξη, οι δυνάμεις τόσο των αρχειομαρξιστών όσο και των τροτσκιστών ήταν περιορισμένες. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 1936 το ΚΚΕ πήρε 73.400 ψήφους, έναντι 1.150 του ΚΑΚΕ και 300 του εκλογικού συνασπισμού των τροτσκιστικών οργανώσεων.

Με την επιβολή της δικτατορίας, τον Αύγουστο 1936, οι τροτσκιστικές οργανώσεις πέρασαν στην παρανομία και τα μέλη τους φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. Το 1937, από την ενοποίηση της ΟΚΔΕ με την ομάδα του Νέου Δρόμου, που είχε προέλθει από τη διάσπαση της ΚΔΕΕ, ιδρύθηκε η Ενιαία ΟΚΔΕ (ΕΟΚΔΕ), με ηγέτη τον Πουλιόπουλο. Στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης  Διεθνούς, το 1938, την ΕΟΚΔΕ εκπροσώπησε ο Ράπτης και την ΚΔΕΕ ο Βιτσώρης. Στο Συνέδριο αποφασίστηκε η ενοποίηση των Ελλήνων τροτσκιστών σε ενιαία Επαναστατική Σοσιαλιστική Οργάνωση, αλλά η απόφαση δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί.

Ιδιαίτερη σημασία στην ιστορία του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος είχε η αντιπαράθεση με τη στροφή του ΚΚΕ το 1934, με την εγκατάλειψη της στρατηγικής της σοσιαλιστικής επανάστασης και την εισαγωγή της στρατηγικής των σταδίων (αστικοδημοκρατική επανάσταση, με προοπτική τη σοσιαλιστική). Τις νέες θέσεις του ΚΚΕ αντέκρουσε, κυρίως, ο Πουλιόπουλος, ο οποίος επιχείρησε με το βιβλίο του «Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα;» να τεκμηριώσει την άποψη πως ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είναι καθυστερημένος και πως η επανάσταση πρέπει να αντιμετωπίζεται από διεθνική σκοπιά, και κατά συνέπεια ο χαρακτήρας της θα είναι σοσιαλιστικός. Κριτική ασκήθηκε, επίσης, στην πολιτική του Λαϊκού Μετώπου που υιοθέτησε το ΚΚΕ το 1935 και που το οδήγησε σε προσπάθειες συνεργασίας με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Η πολιτική αυτή θεωρήθηκε από τους τροτσκιστές ως η κύρια αιτία που η εργατική και παλλαϊκή εξέγερση της Θεσσαλονίκης, τον Μάιο του 1936, δεν εξελίχτηκε σε επαναστατική κρίση.

O ελληνικός τ. στη δεκαετία του 1940. Με το ξέσπασμα του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι τροτσκιστές τον χαρακτήρισαν ιμπεριαλιστικό. Ακολουθώντας τη γραμμή της επαναστατικής Αριστεράς κατά τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μπολσεβίκοι, Γερμανοί σπαρτακιστές κ.ά.), τάχθηκαν ενάντια στην υπεράσπιση της πατρίδας («επαναστατικός ντεφετισμός») και υπέρ της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο. Εντούτοις, σοβαρές διαφωνίες προέκυψαν σχετικά με το αν θα έπρεπε το διεθνές επαναστατικό κίνημα να υπερασπιστεί την ΕΣΣΔ, σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της. Τη θέση της υπεράσπισης του εργατικού κράτους υποστήριξε η ΕΟΚΔΕ, ενώ η ΚΔΕΕ, ηγέτης της οποίας ήταν ο Άγις Στίνας, εναντιώθηκε, εκτιμώντας πως από την κατάρρευση του σταλινικού κράτους θα προκύψει πολιτική επανάσταση που θα επαναφέρει στην εξουσία τα σοβιέτ.

Οι δύο οργανώσεις, όπως και το ΚΑΚΕ (που είχε συνδεθεί με το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο, συσπείρωση αντισταλινικών οργανώσεων που δεν είχαν ενταχθεί στην 4η Διεθνή), τάχθηκαν ενάντια στην υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας που υποστήριξε ο ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, κατά την ιταλική επίθεση του Οκτωβρίου 1940, καλώντας σε διεθνιστική συμφιλίωση Ελλήνων και Ιταλών στρατιωτών, και υποστηρίζοντας τη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Ανάλογη ήταν η στάση των τροτσκιστικών οργανώσεων και μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα. Η πρόταξη από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ του στόχου της εθνικής απελευθέρωσης καταγγέλθηκε ως εκδήλωση εθνικιστικής παρέκκλισης.

Η ΚΔΕΕ, που από το 1942 μετασχηματίστηκε σε Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ) και το 1943 σε Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΚΚΕ), με τη συμμετοχή και πρώην στελεχών της ΕΟΚΔΕ (Κώστας Καστρίτης κ.ά.), τάχθηκε ανοιχτά ενάντια στο κίνημα της Αντίστασης και κατά πλειοψηφία ενάντια στην υπεράσπιση της ΕΣΣΔ. Η ΕΟΚΔΕ (Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας -ΚΚΔΕ- από το 1943) τάχθηκε κατά του εαμικού κινήματος, αν και αναγνώριζε την ταξική του δυναμική, αλλά υπέρ της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ.

Στην περίοδο της Κατοχής εκτελέστηκαν από τους κατακτητές πολλοί τροτσκιστές αγωνιστές, που ήταν κρατούμενοι ήδη από την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, ανάμεσά τους και ο Πουλιόπουλος. Δεκάδες άλλοι έπεσαν θύματα των εκκαθαρίσεων του ΚΚΕ κατά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά, καθώς οι τροτσκιστές -και λόγω της αντίθεσής τους στο κίνημα της Αντίστασης- θεωρούνταν «πέμπτη φάλαγγα του φασισμού».

Μετά την Απελευθέρωση, το 1944, τμήμα του ΔΚΚΕ, με επικεφαλής τον Στίνα, ίδρυσε το Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΕΚΕ) και το 1945 ιδρύθηκε από το ΚΚΔΕ, πρώην στελέχη του ΔΚΚΕ και άλλες ομάδες, το Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ). Οι δύο οργανώσεις, από κοινού με την τροτσκιστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης που εξέδιδε την εφημερίδα «Σπίθα» και ομάδα προερχόμενη από το ΕΣ(Κ)ΚΕ, ενοποιήθηκαν τον Αύγουστο του 1946 και ίδρυσαν το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ), το οποίο συσπείρωσε το σύνολο, σχεδόν, των Ελλήνων τροτσκιστών. Εκτός ΚΔΚΕ έμεινε η μικρή ομάδα Διεθνιστική Επαναστατική Πρωτοπορία (ΔΕΠ), με επικεφαλής τη Φιλισία Πουλιόπουλου, που σύντομα προσχώρησε στο ΚΚΕ.

Οι τροτσκιστικές οργανώσεις επιδίωκαν από το 1944 τη συγκρότηση ενιαίου εργατικού μετώπου, που θα έθετε ως στόχο την κατάκτηση της εξουσίας, απευθυνόμενα στο ΚΚΕ, το Αγροτικό Κόμμα και τους σοσιαλιστές, χωρίς ανταπόκριση. Το ΚΚΕ εξακολουθούσε να θεωρεί τον τροτσκισμό όργανο της αντίδρασης, αν και το 1947 οργάνωσε μια σειρά δημοσίων συζητήσεων με τις τροτσκιστικές οργανώσεις και το ΚΑΚΕ. Οι τροτσκιστές αντιτάχθηκαν στην πολιτική των συμβιβασμών που ακολουθήθηκε από το ΚΚΕ (Λίβανος, Καζέρτα, Βάρκιζα), αλλά η κριτική που ασκούσαν δεν αρκούσε για να διευρύνουν την επιρροή τους. Βασικός λόγος ήταν η μη συμμετοχή τους στο κίνημα της Αντίστασης (μέσα από το οποίο εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα η τεράστια πλειονότητα των μελών και οπαδών του ΚΚΕ) και για την οποία τους ασκήθηκε κριτική από την Ευρωπαϊκή Γραμματεία της 4ης Διεθνούς (επικεφαλής της οποίας ήταν ο Μιχάλης Ράπτης-Πάμπλο), αλλά και από τον Βιτσώρη, που ζούσε στη Γαλλία και είχε συμμετάσχει στο γαλλικό κίνημα Αντίστασης. H πολεμική του ΚΚΕ εναντίον τους απέδιδε, με το κύρος που διέθετε ως ηγετική δύναμη του κινήματος Αντίστασης κι ακόμη περισσότερο με το κύρος που διέθετε η ΕΣΣΔ και προσωπικά ο Στάλιν, τόσο κατά την περίοδο του πολέμου, όσο και μετά τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη του 1945.

Με το ξέσπασμα του Εμφυλίου και ενώ το ΚΑΚΕ έχει μετασχηματιστεί σε Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας, απαλείφοντας την αναφορά στον κομμουνισμό και κατέληξε σε θέσεις υποστήριξης της ήττας του ΔΣΕ, και ο Στίνας, που αποχώρησε από το ΚΔΚΕ, έπαψε να αναφέρεται στον τροτσκισμό, το ΚΔΚΕ υποστήριξε τον αγώνα του αντάρτικου και το 1947 απαγορεύτηκε η δράση του.

Από τον Εμφύλιο στη δικτατορία. Από την παρανομία, οι τροτσκιστές προσπαθούν να δράσουν κυρίως μέσα από τις συνδικαλιστικές κινήσεις που ελέγχουν οι σοσιαλιστές και κάποιοι κάνουν εισοδισμό στις μικρές σοσιαλιστικές οργανώσεις. Το 1958, αποσπάται από το ΚΔΚΕ ομάδα, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα Καστρίτη και τον Γιάννη Θεοδωράτο, που συγκροτεί την Κοινωνική Πρωτοπορία, η οποία δρα νόμιμα και το 1963 μετεξελίσσεται στην Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ), που δρα νόμιμα ως Εργατική Πρωτοπορία Ελλάδας και συνδέεται με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς του Τζέρι Χίλι, ασκώντας κριτική στην «παμπλική» τακτική του εισοδισμού. Η οργάνωση αυτή διασπάται το 1967 και ένα τμήμα της, με τους Καστρίτη-Θεοδωράτο, διατηρεί τον τίτλο της Εργατικής Πρωτοπορίας και συνδέεται με την αντιδικτατορική οργάνωση Λαϊκή Πάλη, ενώ το άλλο, με επικεφαλής τον Δημήτρη Τούμπανη, κρατάει τον τίτλο της ΕΔΕ. Το 1964 αποσπάστηκε από το ΚΔΚΕ και η ομάδα που συγκρότησε την Εργατική Δημοκρατία. Ομάδα, με επικεφαλής τον γραμματέα του ΚΔΚΕ Γιώργο Δαλαβάγκα και τον Δημήτρη Λιβιεράτο, αποσπάστηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας, έχοντας προσανατολιστεί στην υποστήριξη των θέσεων του Πάμπλο, που ήδη είχε αποχωρήσει από την 4η Διεθνή.

Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, το 1967, το ΚΔΚΕ πρωτοστατεί στην ίδρυση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης (ΔΕΑ). Κατά την περίοδο της δικτατορίας, εκτός από το ΚΔΚΕ, την ΕΔΕ και την Εργατική Δημοκρατία, δρα και ο Κομμουνιστικός Επαναστατικός Σύνδεσμος (ΚΕΣ), με επικεφαλής τον Θύμιο Παπανικολάου, όπως και η Σοσιαλιστική Επαναστατική Ένωση (ΣΕΕ), με επικεφαλής τον Γιάννη Βερούχη. Παράλληλα, συγκροτούνται και οργανώσεις τροτσκιστικής έμπνευσης, που δεν αναφέρονται στις διάφορες εκφράσεις της 4ης Διεθνούς, όπως η Σοσιαλιστική Επαναστατική Πάλη (ΣΕΠ) και η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), που τάσσονται υπέρ της διεξαγωγής αντιδικτατορικού αγώνα με κατεύθυνση τη σοσιαλιστική επανάσταση, απορρίπτοντας, έτσι, τη στρατηγική των σταδίων των δύο ΚΚΕ και του μ-λ χώρου.

H μεταδικτατορική περίοδος. Μετά την πτώση της δικτατορίας το ΚΔΚΕ νομιμοποιείται και μετονομάζεται σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Στην ΟΚΔΕ εντάσσεται το 1977 και το Κομμουνιστικό Επαναστατικό Μέτωπο (ΚΕΜ) που είχαν ιδρύσει νέοι τροτσκιστές, οι οποίοι έζησαν την περίοδο της δικτατορίας στη δυτική Ευρώπη και ήταν άμεσα επηρεασμένοι από το νέο πνεύμα που διαπέρασε τη μαντελική 4η Διεθνή, μετά τον Μάη του ’68.

Ιδιαίτερη ανάπτυξη, με τα περιορισμένα μέτρα του χώρου, γνώρισε η ΕΔΕ, αν και το 1975 διασπάστηκε κι ένα τμήμα της, με επικεφαλής τον Τούμπανη, ίδρυσε την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ). Υπό την ηγεσία του Σάββα Μιχαήλ, η ΕΔΕ συμμετείχε και στις βουλευτικές εκλογές, αν και τα ποσοστά που έπαιρνε ήταν πολύ μικρά, και το 1985 μετονομάστηκε σε Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ).

Η ΟΚΔΕ αντιμετώπισε σειρά κρίσεων, μετά την πρώτη περίοδο ανάπτυξης που ακολούθησε την πτώση της δικτατορίας. Από μέλη της ΟΚΔΕ που είχαν αποχωρήσει, εκδόθηκε το 1983 το περιοδικό «Μαρξιστική Συσπείρωση» και το 1987 ιδρύθηκε η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Εκτός από την ομάδα του Καστρίτη και την Εργατική Δημοκρατία (με επικεφαλής τον Παναγιώτη Δούμα), εμφανίστηκαν και μικρές ομάδες με αναφορές στην ποσαδική 4η Διεθνή (Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα) και στην τάση του Μορένο (Σοσιαλιστική Οργάνωση Εργαζομένων  -ΣΟΕ). Παμπλικοί τροτσκιστές (Δαλαβάγκας και Λιβιεράτος) συμμετείχαν στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στα 1974-76 και μετά τη διαγραφή τους ίδρυσαν τον Πολιτικό Σύνδεσμο 3ης Σεπτέμβρη. Άλλη ομάδα, που συγκροτήθηκε ως Ομάδα Εργατών στην περίοδο της δικτατορίας και διατηρούσε σχέσεις με την Επιτροπή για τη Διεθνή των Εργατών, συγκρότησε τάση στο ΠΑΣΟΚ, γύρω από την εφημερίδα «Ξεκίνημα», στην οποία συμμετείχε πρόσκαιρα και η Εργατική Δημοκρατία. Από τις τροτσκιστικής έμπνευσης οργανώσεις επιβίωσε μετά τη δικτατορία η ΟΣΕ, με ηγέτες τους Πάνο Γκαργκάνα και Μαρία Στύλου, που είχε μια σχετική μαζικοποίηση

Οι τροτσκιστικές οργανώσεις, αν και γνώρισαν σημαντική ανάπτυξη αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, κυρίως λόγω της ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας, και μπόρεσαν να εντάξουν στις γραμμές τους και δεκάδες πρωτοπόρους εργάτες συνδικαλιστές, ήταν αντιμέτωπες με το κυρίαρχο ρεύμα του αντιφασισμού και του αντιιμπεριαλισμού, ευνοϊκού για το ΚΚΕ, αλλά και για τον μ-λ χώρο μέσα στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Η υποχώρηση αυτού του ρεύματος, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, συνοδεύτηκε και από την τάση αποστασιοποίησης ή επιφύλαξης απέναντι στις οργανώσεις, ως συνέπεια των αρνητικών φαινομένων της υπερπολιτικοποίησης της προηγούμενης περιόδου, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 κυριαρχούν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες που γέννησε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.

Μετά τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και ενώ, σχεδόν στο σύνολό του, το τροτσκιστικό ρεύμα είχε χαιρετήσει την πολιτική του Γκορμπατσόφ, ως προοίμιο της πολιτικής επανάστασης που θα ανέτρεπε τη γραφειοκρατία, από τη μια ένιωθε δικαιωμένο για την κριτική του στον «σταλινισμό», από την άλλη, όμως, βρισκόταν αντιμέτωπο με το συνολικότερο κλίμα απαξίωσης των κομμουνιστικών ιδεών και των επαναστατικών οραμάτων.

Οι τροτσκιστικές οργανώσεις κατά τη δεκαετία του 1990 παρέμεναν μικρές και με περιορισμένη επιρροή. Ήδη, τμήμα του ΕΕΚ είχε ενταχθεί στον Συνασπισμό της Αριστεράς, από τον οποίο αφομοιώθηκε και ιδεολογικοπολιτικά. Το τμήμα που διατήρησε τον τίτλο του ΕΕΚ, με επικεφαλής τον Μιχαήλ, ακολούθησε πολιτική συνεργασίας με άλλες οργανώσεις της άκρας Αριστεράς (NAP κ.λπ.), στο πλαίσιο της Μαχόμενης Αριστεράς και κατόπιν στο Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΜΕΡΑ). Οι δύο ΟΚΔΕ (η ΟΚΔΕ με επικεφαλής τον Σωφρόνη Παπαδόπουλο και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, το αναγνωρισμένο ελληνικό τμήμα της μαντελικής 4ης Διεθνούς) παρέμειναν επίσης άμαζες. Μετά την αποχώρησή της από το ΠΑΣΟΚ, η τάση του Ξεκινήματος δρα ως αυτόνομη Σοσιαλιστική Διεθνιστική Οργάνωση. Μικρό τμήμα της συνέχισε έως το 2010 τη δράση του στις γραμμές του ΠΑΣΟΚ, με όργανο τη «Σοσιαλιστική Έκφραση», από την οποία αποσπάστηκε το 2005 η ομάδα της Μαρξιστικής Τάσης, που εντάχθηκε αργότερα στον Συνασπισμό, στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΛΑΕ, και συνεχίζει τη δράση της αυτόνομα ως Κομμουνιστική Τάση. Από τη διάλυση της ΣΟΕ προήλθε ο Κομμουνιστικός Σύνδεσμος, που μέχρι τη διάλυσή του εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατική Εξουσία», και η Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών που μετεξελίχθηκε στην Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση. Εξακολουθούν να λειτουργούν και άλλες μικρότερες οργανώσεις του χώρου, όπως η Εργατική Δημοκρατία.

Σημαντικές εξελίξεις υπήρξαν στον χώρο της ΟΣΕ, που από το 1997 μετασχηματίστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Από ομάδα που αποσπάστηκε το 1994, ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η Σοσιαλιστική Εργατική Παρέμβαση (ΣΕΠ). Το 2001, μετά από διάσπαση του ΣΕΚ και με τη συμμετοχή της ΣΕΠ, ιδρύθηκε η Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ), που συμμετείχε στην ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Από διάσπαση της ΔΕΑ, το 2004, προήλθαν οι οργανώσεις Κόκκινο, που παρέμεινε στον ΣΥΡΙΖΑ, και η Διεθνιστική Σοσιαλιστική Παρέμβαση, η οποία τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκε με την ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος συμμετείχαν στα 2007-09 στην Ενωτική Αντικαπιταλιστική Αριστερά (ΕΝΑΝΤΙΑ) και έκτοτε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενώ το ΕΕΚ συνεχίζει την αυτόνομη δράση του μετά τη διάλυση του ΜΕΡΑ, το 2009. Αυτόνομη δραστηριότητα αναπτύσσει και η ΟΚΔΕ και η Εργατική Δημοκρατία.

Στις εκλογές του 2012 εκλέχτηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ δύο βουλευτές της ΔΕΑ. Πρόκειται για τους πρώτους τροτσκιστές που εισήλθαν στο ελληνικό κοινοβούλιο. Δύο βουλευτές εκλέχτηκαν, επίσης, στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015.

Μετά τη μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης Τσίπρα, το καλοκαίρι 2015, η ΔΕΑ αποχώρησε από τον ΣΥΡΙΖΑ και εντάχθηκε στη ΛΑΕ, από την οποία αποχώρησε το 2019. Ήδη, το 2018, από διάσπασή της συγκροτήθηκε η οργάνωση Κόκκινο Νήμα.

 

Τροτσκιστική Ομάδα Ελλάδας. Ολιγομελής κίνηση που ιδρύθηκε το 2004. Στις εκλογές στηρίζει το ΚΚΕ.

 

Τσαγανέα Νίτσα (1902-2002). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και υπήρξε σύζυγος του ηθοποιού και ηγετικού στελέχους του αρχειομαρξισμού, Γιώργου Βιτσώρη, και κατόπιν του επίσης ηθοποιού, Χρήστου Τσαγανέα. Συμμετείχε στο αρχειομαρξιστικό κίνημα και κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ.

 

Τσαγανέας Χρήστος (1906-1976). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στη Βραΐλα της Ρουμανίας και ως φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα συνδέθηκε ερωτικά με την μετέπειτα σύζυγό του ηθοποιό Νίτσα Βιτσώρη (Τσαγανέα) και στράφηκε στο θέατρο. Συμμετείχε στο αρχειομαρξιστικό κίνημα και κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ.

 

Τσακνής Διονύσης (1954-). Μουσικοσυνθέτης και ερμηνευτής. Γεννήθηκε στην Καρδίτσα, σπούδασε οικονομικά και μουσική στην Αθήνα, και συμμετείχε στο φοιτητικό κίνημα από τις γραμμές της ΚΝΕ. Το έργο του εντάσσεται στον χώρο του πολιτικού τραγουδιού και του ελληνικού ροκ.

 

Τσακνιάς Σπύρος (1929-1999). Ποιητής. Γεννήθηκε στη Λαμία, σπούδασε οικονομικά και κινηματογράφο, συνδέθηκε με την Αριστερά και εργάστηκε ως δημοσιογράφος και στέλεχος επιχείρησης. Τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύτηκαν το 1951, ενώ ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνική κριτική. Μεγάλο μέρος του έργου του εκδόθηκε στη συλλογή «Τα ποιήματα 1952-1992».

 

Τσαμπής Στρατής (1922-2007). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Χρυσόστομο Ικαρίας. Υπήρξε στέλεχος του ναυτεργατικού συνδικαλισμού και στα 1947-55 ήταν αντάρτης στα βουνά της Ικαρίας. Το 1968 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, φυλακίστηκε στα 1970-73 και το 1978 εκλέχτηκε στο Π.Γ.

 

Τσαρουχάς Γιώργος (1912-1968). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη και από το 1924 εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στο Δυινοχώρι Σερρών. Επί δικτατορίας Μεταξά αποβλήθηκε από τη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις σπουδές του στην Αθήνα. Έγινε γραμματέας του ΕΑΜ Ανατολικής Μακεδονίας και εξορίστηκε από το 1947 έως το 1961, οπότε εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ. Τραυματίστηκε τη μέρα της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Το 1967 πέρασε στην παρανομία και συνέβαλε στη συγκρότηση του ΠΑΜ και του ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη. Δολοφονήθηκε από την Ασφάλεια.

 

Τσιάκαλος Γιώργος (1946-). Πανεπιστημιακός, συγγραφέας και αγωνιστής της Αριστεράς. Γεννήθηκε στο Σουφλί Έβρου και σπούδασε βιολογία και παιδαγωγική στη Γερμανία. Δίδαξε σε πανεπιστήμια του εξωτερικού και είναι καθηγητής παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Συμμετείχε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και στον αντιδικτατορικό αγώνα, και συνεχίζει τη δράση του κυρίως στο αντιρατσιστικό κίνημα. Έχει γράψει τα βιβλία «Η υπόσχεση της παιδαγωγικής», «Οδηγός αντιρατσιστικής εκπαίδευσης», «Η παγκοσμιοποίηση του ρατσισμού» κ.ά.

 

Τσίπας Ανδρέας (1904-1956). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Ήταν Σλαβομακεδόνας, γεννήθηκε στο Πατέλε (Άγιο Παντελεήμονα) Φλώρινας και εργάστηκε ως αγρότης και καπνεργάτης. Μέλος του ΚΚΕ από τη δεκαετία του 1920, το 1934 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. και το 1936 βουλευτής. Φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία, απελευθερώθηκε το 1941 και ανέλαβε γραμματέας της Κ.Ε. του κόμματος, αλλά λίγους μήνες αργότερα καθαιρέθηκε, κατηγορούμενος για παραβίαση των κανόνων συνωμοτισμού. Μετά το 1944 έζησε στη Σόφια, συμμετείχε κατόπιν στον Εμφύλιο μέσα από τις γραμμές της σλαβομακεδονικής ΝΟΦ και μετά την ήττα, το 1949, εγκαταστάθηκε στη Μπίτολα (Μοναστήρι) της Λ.Δ. της Μακεδονίας.

 

Τσίπρας Αλέξης (1974-). Ηγετικό στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στο Πολυτεχνείο. Εντάχθηκε στην ΚΝΕ και το 1991 συμμετείχε στην ίδρυση της Νεολαίας του Συνασπισμού. Το 1999 έγινε γραμματέας της οργάνωσης και το 2006 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας. Το 2008 εκλέχτηκε πρόεδρος του ΣΥΝ και το 2010 πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Από το 2007 εκλέγεται βουλευτής και το 2015 ανέλαβε πρωθυπουργός στην πρώτη ελληνική κυβέρνηση στην οποία κύρια δύναμη αποτελούσε ένα αριστερό κόμμα. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου πρωτοστάτησε στην κεντροαριστερή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, με την αποδοχή της μνημονιακής πολιτικής. Παρέμεινε πρωθυπουργός μέχρι το 2019 και το 2023 παραιτήθηκε από την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Τσιπριάνι Αμιλκάρε (1844-1918). Ιταλός σοσιαλιστής επαναστάτης. Κυνηγημένος από τους Αυστριακούς, λόγω της συμμετοχής του στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα του Γαριβάλδη, κατέφυγε το 1860 στην Αθήνα και συμμετείχε, επικεφαλής ομάδας Ευρωπαίων πολιτικών προσφύγων, στην εξέγερση κατά του Όθωνα. Η επαναστατική του δραστηριότητα έχει ως αποτέλεσμα την απέλασή του στην Αλεξάνδρεια, απ’ όπου το 1868 πήγε στην Κρήτη και συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση.

Πήρε μέρος στην Κομμούνα του Παρισιού, καταδικάστηκε σε θάνατο και εξορίστηκε στη Νέα Καληδονία έως το 1879. Δραστηριοποιήθηκε στο αναρχοσοσιαλιστικό κίνημα της Ιταλίας και της Γαλλίας, και το 1897 ξανάρθε στην Ελλάδα, συμμετείχε, επικεφαλής γαριβαλδινών εθελοντών, στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο και τραυματίστηκε στη μάχη του Δομοκού.

 

Τσιριμώκος Ηλίας (1907-1968). Σοσιαλιστής πολιτικός. Καταγόταν από οικογένεια βενιζελικών πολιτικών της Λαμίας, όπου και γεννήθηκε. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και το Παρίσι και επιστρέφοντας στην Ελλάδα αρθρογραφούσε στη «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση», με το ψευδώνυμο Παύλος Γκίκας. Βουλευτής των Φιλελευθέρων το 1936, τάχθηκε υπέρ της συνεργασίας με το ΚΚΕ.

Το 1941 ίδρυσε την Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), που συμμετείχε στην ίδρυση του ΕΑΜ. Μέλος της ηγεσίας του ΕΑΜ και υπουργός της ΠΕΕΑ το 1944, είχε υποστηρίξει τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας. Αντιτάχθηκε στην πολιτική του ΚΚΕ τον Δεκέμβριο 1944. Πήρε μέρος, ως μέλος της εαμικής αντιπροσωπείας, στις συνομιλίες που κατέληξαν στη Συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο 1945. Μετά την αποχώρηση από το ΕΑΜ έγινε γραμματέας της ΕΛΔ-ΣΚΕ και του ΣΚ-ΕΛΔ. Ως διευθυντής της εφημερίδας «Μάχη» συνέβαλε στην αποκάλυψη της κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας στα χρόνια που ακολούθησαν τη Βάρκιζα, αντιτασσόμενος, ταυτόχρονα, στον ένοπλο αγώνα του ΔΣΕ.

Το 1950 εκλέχτηκε βουλευτής με τη Δημοκρατική Παράταξη. Αντιτάχθηκε στη συμμετοχή του ΣΚ-ΕΛΔ στην ίδρυση της ΕΔΑ και μετά τη διάλυσή του, το 1953, συνεργάστηκε με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, διατηρώντας σχέσεις με τον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο. Το 1956 εκλέχτηκε βουλευτής με τη Δημοκρατική Ένωση (εκλογικό συνασπισμό της αντιπολίτευσης), το 1957 εντάχθηκε στο ΔΚΕΛ, από το οποίο αποχώρησε το 1958 και επανεκλέχτηκε βουλευτής, συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ. Το ίδιο χρόνο συγκρότησε την κεντροαριστερή Δημοκρατική Ένωση, η οποία το 1961 αποτέλεσε ιδρυτική συνιστώσα της Ένωσης Κέντρου. Τον 1965 συμμετείχε στο δεύτερο κύμα αποστασίας και έγινε πρωθυπουργός, αλλά δεν εξασφάλισε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή και παραιτήθηκε. Ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου, στα 1965-66.

Θεωρείται προσωπικότητα αμφιλεγόμενη, με σημαντική συνεισφορά στους δημοκρατικούς αγώνες, αλλά και με πολιτική διαδρομή που χαρακτηρίστηκε από καιροσκοπισμό. Η ένταξή του στον σοσιαλιστικό χώρο συνοδευόταν και από τη σταθερή επιδίωξη πολιτικής καριέρας με τη συνεργασία με αστικά κόμματα. Αποκορύφωση της οπορτουνιστικής του στάσης αποτέλεσε η αποστασία του 1965.

 

Τσίρκας Στρατής (1911-1980). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του λογοτέχνη και δοκιμιογράφου Ιωάννη Χατζηανδρέα. Γεννήθηκε στο Κάιρο και εργάστηκε ως τραπεζοϋπάλληλος και λογιστής. Το 1930 δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα και τον ίδιο χρόνο συνδέθηκε με το Κ.Κ. Αιγύπτου. Κατά την περίοδο του πολέμου συμμετείχε στο αντιφασιστικό κίνημα των Ελλήνων της Μέσης Ανατολής. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε το 1963 και συνεργάστηκε με την «Επιθεώρηση Τέχνης». Με τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, τάχθηκε με την ανανεωτική Αριστερά, χωρίς όμως να αναπτύξει ενεργό δράση. Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζει η τριλογία «Ακυβέρνητες Πολιτείες», ένα από τα σημαντικά έργα πολιτικής λογοτεχνίας, «Η χαμένη άνοιξη» κ.ά.

 

Τσιτσάνης Βασίλης (1915-1984). Ένας από τους κορυφαίους συνθέτες του λαϊκού τραγουδιού. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα και από μικρός παρακολούθησε μαθήματα μουσικής. Το 1937 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομικά και τον ίδιο χρόνο ηχογράφησε το πρώτο του τραγούδι.

Ο Τ. συνέβαλε καθοριστικά στον μετασχηματισμό του ρεμπέτικου τραγουδιού σε τραγούδι με ευρύτατη λαϊκή απήχηση και εμπλούτισε τη θεματολογία του, θίγοντας και ζητήματα ευρύτερα κοινωνικά. Τοποθετημένος στην Αριστερά, αν και χωρίς να αναπτύξει πολιτική δραστηριότητα, εξέφρασε με έναν ιδιαίτερο αλληγορικό τρόπο, ώστε να αποφεύγει τη λογοκρισία, τον κόσμο του εαμικού κινήματος στη δύσκολη περίοδο του Εμφυλίου. Συνέχισε να γράφει τραγούδια και να εμφανίζεται και ο ίδιος ως ερμηνευτής σε κέντρα λαϊκής διασκέδασης, μέχρι το τέλος της ζωής του.

 

Τσολάκης Κώστας (1923-1995). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Επανομή Θεσσαλονίκης. Συμμετείχε στον ΕΛΑΣ και στον ΔΣΕ, και έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη μέχρι το 1975. Το 1961 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, το 1969 αναπληρωματικό και το 1972 τακτικό μέλος του Π.Γ., θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1991. Θεωρείται πως ήταν σταθερός υποστηρικτής της εκάστοτε πολιτικής του Σοβιετικού Κ.Κ.

 

Τυρίμος Μιχάλης (1908-1945). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος που εξελίχθηκε σε αντικομμουνιστή. Γεννήθηκε στον Λαφιώνα Λέσβου και εργάστηκε ως τυπογράφος. Το 1926 εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και ως φαντάρος, το 1929, κρατήθηκε στο στρατόπεδο Καλπακίου. Σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ στη Μόσχα, έγινε μέλος της Κ.Ε. το 1934 και το 1936 εκλέχτηκε βουλευτής Λέσβου. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά, αλλά υπέγραψε δήλωση, πέρασε στην υπηρεσία της Ασφάλειας και συμμετείχε στην ασφαλίτικη «Προσωρινή Διοίκηση» του ΚΚΕ. Στην περίοδο της Κατοχής εντάχθηκε στη ναζιστική οργάνωση ΕΣΠΟ και στα Τάγματα Ασφαλείας. Εκτελέστηκε από την ΟΠΛΑ.

 

Τώρα. Περιοδικό που εκδιδόταν ως δεκαπενθήμερη επιθεώρηση από τον Γιάννη Αγγέλου,  το 1973. Ήταν τοποθετημένο στον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.

 

 

 

 

 

 

Y

 

Υπαλληλική. Όργανο της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας (ΣΔΥΕ), από την ίδρυσή της, το 1926. Το 1931, μετά την απαγόρευση λειτουργίας της ΣΔΥΕ, διέκοψε την κυκλοφορία της, για να επανεκδοθεί τον επόμενο χρόνο από την Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή (KΠE). Στα 1934-36, λόγω απαγόρευσής της, έβγαινε με τον τίτλο «Υπαλληλική Φωνή». Επανεκδόθηκε παράνομα κατά την περίοδο της Κατοχής από την ανασυγκροτημένη ΚΠΕ, που συνδεόταν με το ΕΑΜ.

 

Υφαντής Παναγιώτης (1916-2000). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Μουσουνίτσα Φωκίδας και συμμετείχε ως αξιωματικός στον ΕΛΑΣ και τον ΔΣΕ, με το ψευδώνυμο Ηρακλής. Μέλος του Γραφείου της Κ.Ε. το 1956, το 1961 εκλέχτηκε αναπληρωματικό μέλος του Π.Γ. και παρέμεινε τακτικό μέλος από το 1968 έως το 1972. Μετά την πτώση της δικτατορίας επέστρεψε στην Ελλάδα.

 

Υψηλάντη Αιμιλία (1942-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας και σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ και στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε στο θέατρο το 1968 και τον επόμενο χρόνο στον κινηματογράφο. Υπήρξε δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα, βουλευτής του ΚΚΕ και πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.

 

 

 

 

 

Φ

 

Φάμπας Δημήτρης (1921-1996). Μουσικός. Γεννήθηκε στο Λαυκό Μαγνησίας, σπούδασε μουσική στην Αθήνα, την Ιταλία και την Ισπανία, και αναδείχθηκε σε κορυφαίο καλλιτέχνη της κλασικής κιθάρας. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, και φυλακίστηκε και εξορίστηκε στα χρόνια του Εμφυλίου.

 

Φανός. Εφημερίδα φιλοαναρχικού προσανατολισμού που εκδιδόταν στην Πάτρα στα 1880-86.

 

Φαράκος Γρηγόρης (1923-2007). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και ως φοιτητής του Πολυτεχνείου έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρίας Νέων και της ΟΚΝΕ και αναδείχτηκε στέλεχος του ΕΑΜ Νέων και της ΕΠΟΝ. Πήρε μέρος στις μάχες των Δεκεμβριανών και τραυματίστηκε. Συμμετείχε στον ΔΣΕ και μετά το 1949 εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Μόσχα. Παρέμεινε γραμματέας της ΕΠΟΝ στις χώρες όπου ζούσαν πολιτικοί πρόσφυγες, μέχρι τη διάλυσή της, το 1958, και από το 1957 ήταν μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Το 1968 έγινε μέλος του Π.Γ., επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, πιάστηκε και φυλακίστηκε μέχρι την πτώση της δικτατορίας. 

Από το 1974 έως το 1989 ήταν διευθυντής του «Ριζοσπάστη» και βουλευτής από το 1974 έως το 1993. Στα 1989-91 ήταν γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Το 1991 διαγράφηκε από το κόμμα, μαζί με τα άλλα στελέχη της πτέρυγας που υποστήριζε την παραμονή στον Συνασπισμό. Παρέμεινε στέλεχος του Συνασπισμού μέχρι τον θάνατό του.

Ο Φ. θεωρείται από πολλούς αντιφατική προσωπικότητα, κυρίως γιατί, ενώ ως μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ, υπήρξε, από τη Μεταπολίτευση μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο βασικός εκφραστής της αδιάλλακτης στάσης απέναντι στην ανανεωτική Αριστερά και σκληροπυρηνικός υπερασπιστής της ορθοδοξίας του σοβιετικού μαρξισμού, πέρασε στην αντίθετη τάση κατά τα τέλη της δεκαετίας, όταν ξέσπασε η νέα μεγάλη κρίση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και στο ΚΚΕ. Η αντιφατικότητα αυτή αντανακλάται και στο πλούσιο συγγραφικό του έργο, όπου περιλαμβάνονται τα βιβλία «Επιστημονικοτεχνική επανάσταση και εργατική τάξη», «Θέματα του ελληνικού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού», «Μαρτυρίες και στοχασμοί», «Ο ΕΛΑΣ και η εξουσία» (2 τόμοι) κ.ά.

 

Φαραντούρη Μαρία (1948-). Ερμηνεύτρια του «έντεχνου» και του πολιτικού τραγουδιού. Κεφαλονίτικης καταγωγής, γεννήθηκε στην Αθήνα. Από το 1965 άρχισε η συνεργασία της με τον Μίκη Θεοδωράκη, που συνεχίστηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας στο εξωτερικό. Στα 1990-93 ήταν βουλευτής επικρατείας του ΠΑΣΟΚ.

 

Φάρος. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 1958-60 από την τροτσκιστική οργάνωση Κοινωνική Πρωτοπορία.

 

Φαρσακίδης Γιώργος (1925-2020). Ζωγράφος, χαράκτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Οδησσό της ΕΣΣΔ, αλλά σύντομα εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Συμμετείχε στην ΕΠΟΝ και τον ΕΛΑΣ, και τραυματίστηκε σε μάχες με τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους. Από την περίοδο του Εμφυλίου μέχρι την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών έμεινε συνολικά δεκαεπτά χρόνια φυλακισμένος και εξόριστος. Ενταγμένος στο ΚΚΕ, ανέπτυξε δραστηριότητα στα κινήματα της ειρήνης και του πολιτισμού. Το έργο του είναι επηρεασμένο από τους αγώνες του εργατικού κινήματος και την εαμική Αντίσταση. Έγραψε τα βιβλία «Ιαματικά ψεύδη και βέβηλες προσεγγίσεις», «Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη», «Του έρωτα και της μοναξιάς» κ.ά.

 

Φελέκης Γιάννης (1943-). Στέλεχος του τροτσκιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Δημαριό της Άρτας και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη, συνδεόμενος και με το παράνομο τροτσκιστικό ΚΔΚΕ. Το 1967 συμμετείχε στη συγκρότηση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης, συνελήφθη και φυλακίστηκε, ενώ στα 1973-74 εξορίστηκε στη Γυάρο. Στέλεχος της ΟΚΔΕ και του συνδικαλιστικού κινήματος των λιθογράφων, φυλακίστηκε και πάλι στα 1976-77. Το 1982 αποχώρησε από την ΟΚΔΕ και τον επόμενο χρόνο συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού «Μαρξιστική Συσπείρωση». Το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Από το 2019 εντάσσεται στην Τεταρτοδιεθνιστική Προγραμματική Τάση, ενώ συμμετέχει ενεργά και στο Δίκτυο για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.

 

Φεντερασιόν. Πολιτικοσυνδικαλιστική σοσιαλιστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης. Ο πλήρης τίτλος της ήταν Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Federacion Socialista Obradera, στην ισπανική διάλεκτο των Ισραηλιτών της Θεσσαλονίκης). Ιδρύθηκε το 1909, με πρωτοβουλία Ισραηλιτών διανοουμένων και εργατών, με σκοπό την ανάπτυξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος πέρα από εθνικές διαφορές και τη συγκρότηση σοσιαλιστικού κόμματος στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ηγετική προσωπικότητα της Φεντερασιόν ήταν ο Αβραάμ Μπεναρόγια και στην ηγεσία της συμμετείχαν οι Αλμπέρτο Αρδίττι, Σαμουήλ Γιονάς, Αλμπέρτο Κουριέλ, Ιωσήφ Χασάν, Αβραάμ Χασσόν κ.ά. Εξέδωσε διάφορες εφημερίδες, με πιο σημαντικές την «El Jurnal del Lavorador» («Εφημερίδα του Εργαζόμενου», που εκδιδόταν στα 1909-10,  τη «Solidaridad Obradera» («Εργατική Αλληλεγγύη»), στα 1911-12, και  την «Avanti» («Εμπρός»), από το 1912 και μετά.

Η Φ. συνέβαλε στη συνδικαλιστική οργάνωση κυρίως των Ισραηλιτών εργατών, αλλά και συνολικά στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στις βαλκανικές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επιδίωξε την αναγνώρισή της ως του οθωμανικού τμήματος της Β΄ Σοσιαλιστικής Διεθνούς και συνδέθηκε μαζί της. Σε μια περίοδο έντασης των εθνικών αντιθέσεων στη Μακεδονία, τάχθηκε υπέρ της αυτονομίας της περιοχής, θέση που την έφερε σε σύγκρουση τόσο με τον ελληνικό όσο και με τον βουλγάρικο εθνικισμό.

Μετά το 1912 και την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος, η Φ. ήταν η μαζικότερη οργάνωση του ελληνικού εργατικού κινήματος. Το 1914 καθοδήγησε μεγάλη καπνεργατική απεργία στη βόρεια Ελλάδα, με συνέπεια τη σύλληψη των ηγετικών της στελεχών Μπεναρόγια και Γιονά, και τον εκτοπισμό τους στη Νάξο.

Η Φ. αντιτάχθηκε στη συμμετοχή της Ελλάδας στον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στις εκλογές του 1915 συνεργάστηκε με τους αντιβενιζελικούς, στη βάση της κοινής αντίθεσης στον πόλεμο, αναδεικνύοντας δύο βουλευτές, τον Κουριέλ και τον Αριστοτέλη Σίδερη. Παράλληλα, πρωτοστάτησε στις διαδικασίες ενοποίησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, καθώς και των σοσιαλιστικών κινήσεων, που κατέληξαν στην ίδρυση της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ το 1918.

Με την ίδρυση της ΓΣΕΕ και του κόμματος η Φ. αυτοδιαλύθηκε. Τα βασικά της στελέχη αποτέλεσαν την «κεντρίστικη» τάση του ΣΕΚΕ, που υποστήριζε μια χαλαρή σχέση με την Κομμουνιστική Διεθνή, και μετά την αποχώρησή τους, το 1923, όταν το κόμμα μετασχηματιζόταν σε κομμουνιστικό, συμμετείχαν σε ανεπιτυχείς προσπάθειες συγκρότησης σοσιαλιστικού κόμματος. Εντούτοις, η μεγάλη πλειονότητα των μεσαίων στελεχών και των μελών της Φ. παρέμεινε στο ΚΚΕ, του οποίου η επιρροή στο ισραηλίτικο προλεταριάτο της Θεσσαλονίκης διατηρήθηκε ισχυρή σε όλη την περίοδο του Μεσοπολέμου.

H Φ. αποτέλεσε την πρώτη πολιτικοσυνδικαλιστική οργάνωση με μαζική απήχηση πριν την ίδρυση του ΣΕΚΕ. Η ιδεολογία της ήταν επηρεασμένη από το κυρίαρχο ρεύμα της B΄ Διεθνούς κι αυτό καθόρισε και τη μετέπειτα στάση της ηγεσίας της. Όσον αφορά στον στόχο της να εκφράσει τη διεθνιστική ταξική ενότητα όλης της εργατικής τάξης της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης περιοχής της τότε ευρωπαϊκής Τουρκίας και μετέπειτα της βόρειας Ελλάδας, ουσιαστικά απέτυχε, παραμένοντας μέχρι τέλους οργάνωση κυρίως των Ισραηλιτών. Σ’ αυτό συνέβαλε η έξαρση των εθνικιστικών ανταγωνισμών στην περιοχή της Μακεδονίας κατά την περίοδο της λειτουργίας της.

 

Φικιώρης Ευτύχιος (1914-;). Διανοούμενος με αριστερό προσανατολισμό. Γεννήθηκε στην Αθήνα, ως φοιτητής της Νομικής εντάχθηκε στην Αριστερή Παράταξη που συγκροτούσε η ΟΚΝΕ και στα 1934-36 διώχτηκε για την αριστερή του δραστηριότητα. Κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο Κόμμα των Αριστερών Φιλελεύθερων, και κατόπιν στην Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών του Ιωάννη Σοφιανόπουλου. Υπήρξε στέλεχος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Υποστήριζε έναν σοσιαλισμό θεμελιωμένο σε επιστημονικές βάσεις, με κυρίαρχο τον ρόλο των επιστημόνων και διανοουμένων. Μεταξύ άλλων έγραψε και το βιβλίο «Η επιστημονική οργάνωση της κοινωνίας».

 

Φιλειρηνική Ένωση Οργανώσεων Νέων (ΦΕΟΝ). Κίνηση συντονισμού οργανώσεων νεολαίας με αντιφασιστικό προσανατολισμό. Ιδρύθηκε τον Ιούνιο 1936 με πρωτοβουλία της ΟΚΝΕ και συμμετείχαν οι οργανώσεις νεολαίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και κομμάτων βενιζελικών, καθώς και η Χριστιανική Αδελφότης Νέων. Η ίδρυσή της εντασσόταν στην πολιτική του ΚΚΕ για συγκρότηση αντιφασιστικού Λαϊκού Μετώπου. Διαλύθηκε με την επιβολή της δικτατορίας, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, αλλά αποτέλεσε τη βάση για την ίδρυση του Αντιδικτατορικού Μετώπου Νέων.

 

Φιλελεύθερη Αριστερή Νεολαία (ΦΑΝ). Οργάνωση νεολαίας του Κόμματος Αριστερών Φιλελευθέρων. Άρχισε να λειτουργεί το 1950, με πρωτοβουλία στελεχών της παράνομης ΕΠΟΝ, όπως ήταν ο γραμματέας της Κώστας Μπλαζουδάκης. Το 1951 αυτοδιαλύθηκε, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΕΔΝΕ.

 

Φιλική Εταιρεία Νέων. Οργάνωση που συγκροτήθηκε από κομμουνιστές φοιτητές της Αθήνας το 1941 με την έναρξη της Κατοχής, ως μετεξέλιξη της οργάνωσης Αλήθεια. Μεταξύ των στελεχών της ήταν ο Σταύρος Γιαννακόπουλος (Πέτρος Ανταίος), Λεωνίδας Κύρκος, Σπύρος Λιναρδάτος, Γρηγόρης Φαράκος κ.ά. Το 1942 αποτέλεσε συνιστώσα του ΕΑΜ Νέων και τον επόμενο χρόνο διαλύθηκε και τα μέλη της εντάχθηκαν  στην ΕΠΟΝ. Τελευταίος πρόεδρός της ήταν ο Βενιζέλος Προδρόμου και γραμματέας ο Κώστας Λιναρδάτος.

 

Φιλίνης Κώστας  (1921-2014). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Ως φοιτητής του Πολυτεχνείου συνδέθηκε με την οργάνωση Αλήθεια, εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και αναδείχτηκε μέλος της ηγεσίας της ΕΠΟΝ. Κατόρθωσε να αποφύγει τη σύλληψη, από τα χρόνια του Εμφυλίου μέχρι το 1955. Αποφυλακίστηκε το 1966 και τον Απρίλιο 1967 πέρασε και πάλι στην παρανομία και συμμετείχε στην ίδρυση του ΠΑΜ. Πιάστηκε τον Οκτώβριο και έμεινε φυλακισμένος έως το 1973. Μέλος του Ε.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ εσωτερικού μετά τη δικτατορία, στα 1985-89 ήταν ευρωβουλευτής. Επικεφαλής της τάσης της «υπέρβασης», υποστήριξε τον μετασχηματισμό του ΚΚΕ εσ. σε μη κομμουνιστικό κόμμα και το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΑΡ. Μετά το 1991 συνέχισε τη δράση του ως στέλεχος του Συνασπισμού. Έγραψε το βιβλίο «Θεωρία των παιγνίων και πολιτική στρατηγική».

 

Φίλοι Νέων Χωρών (ΦΝΧ). Κίνηση που ιδρύθηκε το 1963 από τον Νίκο Ψυρούκη. Ο πλήρης τίτλος της ήταν Κίνηση Αντιαποικιακής Αλληλεγγύης ΦΝΧ. Την αποτέλεσαν κυρίως αποχωρήσαντα ή διαγραμμένα μέλη της Νεολαίας ΕΔΑ, που προσέγγιζαν τις θέσεις του ΜάοΤσετούνγκ και του Κ.Κ. Κίνας, χωρίς να υπερασπίζονται την πριν το 1956 σταλινική παράδοση. Ανάμεσά τους ήταν οι Κώστας Βεργόπουλος, Άννα Γέμελα, Μάρκος Γκιόλιας, Παντελής Εμιρζάς, Νίκος Καλαποθαράκος, Ανδρέας Κάρλος, Στέλιος Μπαμπάς, Αιμιλία Ράσκου, Γιώργος Χατζόπουλος κ.ά.

Η κίνηση εξέδιδε το «Δελτίο των ΦΝΧ» και στα 1966-67 τα περιοδικά «Αντιιμπεριαλιστής» και «Νέος Φοιτητής». Διαλύθηκε μετά το πραξικόπημα του 1967 και ανασυγκροτήθηκε στην παρανομία, ως Αντιφασιστικό Κίνημα Ελλάδας.

 

Φίλοι του Λαού (Οι). Παράνομη αντιφασιστική οργάνωση αξιωματικών του στρατού, που ίδρυσε το 1940 το πρώην στέλεχος του ΚΚΕ και παλιός αξιωματικός του στρατού, Δαμιανός Μάθεσης. Στις γραμμές της εντάχθηκαν αξιωματικοί που στελέχωσαν από το 1942 τον ΕΛΑΣ. Ανάμεσά τους ήταν οι Αλέκος Παπαϊωάννου, Βασίλης Βενετσανόπουλος, Φοίβος Γρηγοριάδης κ.ά. Ο Μάθεσης είχε χαρακτηριστεί από το ΚΚΕ ύποπτος για συνεργασία με την Ασφάλεια και δεν εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ.

 

Φίλος του Λαού. Όργανο της οργάνωσης Εθνική Αντίσταση, που ίδρυσε ο Γιάννης Πετσόπουλος το 1946. Κυκλοφόρησε μέχρι το 1947.

 

Φίτσιος Τάκης (1902-1949). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Υπάτη Φθιώτιδας και ως φοιτητής της Νομικής εντάχθηκε στη νεολαία του ΣΕΚΕ(Κ), στα 1921-22 στην Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Νεολαία και κατόπιν στην ΟΚΝΕ και στο ΚΚΕ. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και αναδείχθηκε αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη». Διώχτηκε επανειλημμένα, επί δικτατορίας Μεταξά φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία και στην Κατοχή υπήρξε στέλεχος του ΕΑΜ. Το 1945 συμμετείχε στο Μέτωπο Εθνικής Ανεξαρτησίας που ίδρυσε ο Άρης Βελουχιώτης. Εκτελέστηκε στη Χαλκίδα ως στρατολόγος του ΔΣΕ.

 

Φλόγα. 1. Παράνομη εφημερίδα που εξέδιδε το 1938 το Αντιδικτατορικό Μέτωπο Νέων.

2. Παράνομη εφημερίδα της ΕΠΟΝ που κυκλοφορούσε μετά τον Εμφύλιο. Η έκδοσή της σταμάτησε το 1958, με τη διάλυση της οργάνωσης.

 

Φλούντζης Αντώνης (1906-1988). Στέλεχος και ιστορικός του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Αιτωλικό, σπούδασε ιατρική και εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στο ΚΚΕ. Πέρασε συνολικά 24 χρόνια σε φυλακές και εξορίες, και τις εμπειρίες του κατέγραψε σε σειρά βιβλίων, όπως τα «Ακροναυπλία και Ακροναυπλιώτες», «Χαϊδάρι», «Στο κολαστήριο της Μακρονήσου» κ.ά.

 

Φλουράνς Γκιστάβ (1838-1871). Γάλλος επαναστάτης που συμμετείχε στο ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα. Εργάστηκε ως καθηγητής, διώχτηκε για την πολιτική του δράση και το 1866 πήρε μέρος στην Κρητική Επανάσταση. Το 1868 συνδέθηκε με δημοκρατικούς και αναρχοσοσιαλιστικούς κύκλους στην Αθήνα και εξέδωσε τη βραχύβια γαλλόφωνη εφημερίδα «Ανεξαρτησία». Κατόπιν εξέδωσε στην Κωνσταντινούπολη την εφημερίδα «Αστήρ της Ανατολής». Το 1871 συμμετείχε στην Κομμούνα του Παρισιού και σκοτώθηκε ή εκτελέστηκε.

 

Φλωράκης Χαρίλαος (1914-2005). Ηγετικό στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Ραχούλα Καρδίτσας, σπούδασε σε επαγγελματική σχολή και εργάστηκε στην Αθήνα ως τηλεγραφητής. Κατά την περίοδο της Κατοχής συμμετείχε στο συνδικαλιστικό κίνημα του κλάδου του, έγινε μέλος του ΚΚΕ και αναδείχθηκε στέλεχος του ΕΛΑΣ, με το αγωνιστικό ψευδώνυμο Γιώτης. Στον Εμφύλιο υπήρξε διοικητής του Αρχηγείου Δυτικής Στερεάς και κατόπιν της 1ης Μεραρχίας του ΔΣΕ.

Το 1949 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και μετά την υποχώρηση του ΔΣΕ εγκαταστάθηκε στην ΕΣΣΔ. Επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα το 1953 και τον επόμενο χρόνο συνελήφθη και φυλακίστηκε μέχρι το 1966. Εντάχθηκε στην καθοδήγηση της ΕΔΑ και στο Γραφείο Εσωτερικού της Κ.Ε. του ΚΚΕ., πιάστηκε πάλι το 1967 και εξορίστηκε μέχρι το 1972.

Διέφυγε κατόπιν στο εξωτερικό και εκλέχτηκε γραμματέας της Κ.Ε. του κόμματος.  Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974 και παρέμεινε γραμματέας μέχρι το 1989. Συνέδεσε τη δράση του με την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ και την ανάδειξή του σε κύρια δύναμη στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς, μετά τη διάσπαση του 1968. Στα 1989-91 ήταν πρόεδρος του Συνασπισμού. Από το 1990 έως τον θάνατό του ήταν επίτιμος πρόεδρος του ΚΚΕ. 

 

Φοιτητική Σημαία. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1930-36 η Αριστερή Παράταξη Φοιτητών, την οποία είχε συγκροτήσει η ΟΚΝΕ.

 

Φοιτητική Συντροφιά. Κίνηση για την υποστήριξη της δημοτικής γλώσσας και τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος. Ιδρύθηκε το 1910 και από το 1918 προσανατολίστηκε σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Μεταξύ των αρχικών στελεχών της ήταν οι Γιάννης Κορδάτος, Μιλτιάδης Κουντουράς, Λέανδρος Παλαμάς, Βασίλης Ρώτας κ.ά. Εξέδιδε δεκαπενθήμερο ομώνυμο έντυπο. Διαλύθηκε το 1932, ενώ κατά τα τελευταία χρόνια της λειτουργίας της η μεγάλη πλειονότητα των μελών της αποτελούνταν από νέους κομμουνιστές.

 

Φοιτητική Φωνή. Εβδομαδιαία εφημερίδα που εξέδιδε η ΕΠΟΝ στα 1945-47.

 

Φοιτητικό κίνημα. Ένα από τα πιο σημαντικά κινήματα που αναπτύχθηκαν παγκοσμίως κατά τον 20ό αιώνα. Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισε κατά τη δεκαετία του 1960, με αποκορύφωμα την εξέγερση του Μάη 1968 στη Γαλλία. Συγκροτείται ως κ. διεκδίκησης καλύτερων συνθηκών σπουδών και κατοχύρωσης των μελλοντικών επαγγελματικών δικαιωμάτων των φοιτητών, αλλά πολύ συχνά έχει εκδηλωθεί και ως κ. πολιτικών διεκδικήσεων.

Το φ.κ. στην Ελλάδα. Φοιτητικοί αγώνες στην Ελλάδα διεξήχθησαν ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, έχοντας συνήθως πολιτικό χαρακτήρα, όπως οι αγώνες ενάντια στο απολυταρχικό καθεστώς του Όθωνα, κινητοποιήσεις για εθνικά ζητήματα κ.λπ. Συχνά, και ιδιαίτερα την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, εκδηλώθηκαν μαχητικοί φοιτητικοί αγώνες και σε συντηρητική κατεύθυνση, ενάντια στη χρήση της δημοτικής γλώσσας.

Σε κατεύθυνση προοδευτική ιδρύθηκε το 1910 η Φοιτητική Συντροφιά, στην οποία από το 1918 κυριαρχούσαν οι αριστεροί φοιτητές, και το 1927 οργανώθηκε μεγάλη φοιτητική διαδήλωση, με αίτημα τη μείωση της στρατιωτικής θητείας. Οι πρώτοι μεγάλοι φοιτητικοί αγώνες ξέσπασαν το 1929, για τη βελτίωση των συνθηκών σπουδών (καθιέρωση πολλαπλών εξετάσεων ανά έτος, επανεξέταση των απορριφθέντων, μείωση των διδάκτρων κ.ά.), αλλά και για κατοχύρωση δημοκρατικών ελευθεριών, περιορισμό του χρόνου της στρατιωτικής θητείας κ.λπ. Πρόκειται για αγώνες που προκλήθηκαν από την προσπάθεια της τότε κυβέρνησης Βενιζέλου, με υπουργό Παιδείας τον Γεώργιο Παπανδρέου, να εξορθολογικοποιήσει τη λειτουργία των πανεπιστημίων, περιορίζοντας τα φοιτητικά δικαιώματα. Παράλληλα, η ψήφιση του Ιδιώνυμου, που στρεφόταν ενάντια στη δράση των κομμουνιστών, δημιουργούσε ασφυκτικές συνθήκες για την ελεύθερη έκφραση των ιδεών.

Επικεφαλής των φοιτητικών αγώνων της περιόδου 1929-32 ήταν η Αριστερή Παράταξη Φοιτητών, που συγκροτήθηκε από την ΟΚΝΕ, αν και στο ξεκίνημά τους καθοριστική ήταν η παρέμβαση των αρχειομαρξιστών. Μέσα από τους αγώνες αυτούς η Αριστερή Παράταξη, που ξεκίνησε ως μια μικρή κίνηση με περίπου 100 μέλη, κατόρθωσε να μαζικοποιηθεί, φτάνοντας το 1932 τα 1.000 μέλη, ενώ η επιρροή της έγινε ισοδύναμη μ’ αυτήν του Εθνικού Παμφοιτητικού Συλλόγου, που συσπείρωνε τις φιλοκυβερνητικές, συντηρητικές και φιλοφασιστικές δυνάμεις. Δραστηριότητα στο φ.κ. της περιόδου αυτής ανέπτυσσαν και οι νεολαίοι του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, που συγκροτούσαν την Οργάνωση Σοσιαλιστών Φοιτητών. Οι φοιτητικοί αγώνες της περιόδου (αποχή από τα μαθήματα, διαδηλώσεις κ.λπ.) διεξάγονταν σε δύσκολες συνθήκες αστυνομικής τρομοκρατίας και διώξεων, έχοντας να αντιμετωπίσουν και τις παρακρατικές τρομοκρατικές πρακτικές της αντίπαλης παράταξης.

Νέα έξαρση παρουσίασε το φ.κ. και κατά το 1933, με κύριο αίτημα τη βελτίωση της σίτισης των φοιτητών. Κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια επικέντρωσε τη δράση του σε ζητήματα υπεράσπισης των δημοκρατικών ελευθεριών και στον αγώνα ενάντια στον κίνδυνο επιβολής φασιστικής δικτατορίας. Η ανάπτυξη της επιρροής της ΟΚΝΕ ήταν ταχύτατη και όταν τον Μάιο 1936 συγκλήθηκε το A΄ Πανελλήνιο Φοιτητικό Συνέδριο, στο οποίο ιδρύθηκε η Ένωση Προοδευτικών Οργανώσεων Φοιτητών-Σπουδαστών, το 50% περίπου των φοιτητών ήταν ήδη προσανατολισμένο προς την Αριστερά.

Η ανάπτυξη του φ.κ. ανακόπηκε από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, αν και το 1937 υπήρξαν σημαντικές αντιδικτατορικές κινητοποιήσεις, τόσο στην Αθήνα, κατά την επίσκεψη του Γάλλου υπουργού Παιδείας της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου Ζαν Ζαί, όσο και στη Θεσσαλονίκη, μετά την απόλυση του αντικαθεστωτικού καθηγητή Αβροτέλη Ελευθερόπουλου. Η δραστηριότητα της ΟΚΝΕ περνούσε, κυρίως, μέσα από το Αντιδικτατορικό Μέτωπο Νέων, αλλά το 1938 ο μηχανισμός της οργάνωσης διαλύθηκε, μετά από αλλεπάλληλες συλλήψεις.

Κατά την περίοδο της φασιστικής Κατοχής το φ.κ. γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη και αγκαλιάζει τη μεγάλη πλειονότητα των φοιτητών, ως τμήμα του εαμικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ ιδρύθηκαν πυρήνες αριστερών φοιτητών, όπως η Φιλική Εταιρία Νέων, και από τον χειμώνα του 1941-42, με τη διεκδίκηση συσσιτίων για τους φοιτητές, το φ.κ. αναπτύσσεται και στα 1942-43 πραγματοποιεί μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις, που οργανώνονται από το ΕΑΜ Νέων. Στον φοιτητικό χώρο κυκλοφορεί η εφημερίδα «Μαχητής», από ομώνυμη οργάνωση συνδεδεμένη με την ΟΚΝΕ.

Ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη παρουσιάζει το φ.κ. μετά την ίδρυση της ΕΠΟΝ, τον Φεβρουάριο 1943. Ιδιαίτερη δραστηριότητα αναπτύσσουν οι φοιτητικές πολιτιστικές οργανώσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, εκατοντάδες φοιτητές συμμετέχουν στην ένοπλη πάλη και στην Αθήνα συγκροτείται ο επονίτικος λόχος «Λόρδος Μπάιρον» του ΕΛΑΣ, που συμμετείχε ενεργά στις μάχες των Δεκεμβριανών, κατά τις οποίες βρετανικά τεθωρακισμένα επιτέθηκαν και εισήλθαν στο Πολυτεχνείο.

Το φ.κ. παραμένει ισχυρό μέχρι τα μέσα του 1946 και εκφράζεται από την εφημερίδα «Φοιτητική Φωνή». Κατόπιν υποχωρεί, ενώ χιλιάδες αριστεροί φοιτητές διώκονται, φυλακίζονται, εξορίζονται και εκτελούνται κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου.

Το μεταπολεμικό φ.κ. Η ανασυγκρότηση του φ.κ. από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έγινε μέσα από τις μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις συμπαράστασης στον απελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου, που έπαιρναν χαρακτήρα αντιιμπεριαλιστικό. Από το 1957 αναπτύσσονται και διεκδικητικοί αγώνες, κυρίως για την καθιέρωση τεσσάρων εξεταστικών περιόδων, που οργανώνονται από τη Διοικούσα Επιτροπή Συλλόγων Πανεπιστημίου Αθηνών (ΔΕΣΠΑ). Τον ίδιο χρόνο αποφασίζεται η ίδρυση Εθνικής Φοιτητικής Ένωσης Ελλάδας (ΕΦΕΕ), ενώ συγκροτείται και Σύλλογος Εργαζόμενων Φοιτητών, υπό την επιρροή της Αριστεράς, και από το 1956 εκδίδεται η αριστερή εφημερίδα «Πανσπουδαστική». Τα αιτήματα που προβάλλει το φ.κ. αφορούν στον εκσυγχρονισμό των σπουδών, την κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων, την κατάργηση των εξετάστρων, αλλά και σε φτηνότερα συγγράμματα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθιέρωση φοιτητικών εισιτηρίων στις συγκοινωνίες και τα θεάματα κ.ά.

Μεγάλες κινητοποιήσεις ξεσπούν κατά τη διετία 1959-60, που αντιμετωπίζονται με ένταση της τρομοκρατίας, στην οποία πρωτοστατεί η δεξιά Εθνική Κοινωνική Οργάνωση Φοιτητών (ΕΚΟΦ), που συνεργάζεται στενά με το Σπουδαστικό Τμήμα της Ασφάλειας και πετυχαίνει, με μεθόδους βίας και νοθείας, να ελέγξει μεγάλο μέρος των φοιτητικών συλλόγων. Το κίνημα απαντάει με ακόμη μεγαλύτερη μαζικότητα και δυναμισμό, θέτοντας, εκτός από τα ζητήματα βελτίωσης των συνθηκών σπουδών, και ζητήματα εκδημοκρατισμού, υπεράσπισης του πανεπιστημιακού ασύλου και διάλυσης του Σπουδαστικού της Ασφάλειας, ενώ κεντρικό αναδεικνύεται το αίτημα της διάθεσης του 15% του κρατικού προϋπολογισμού για την Παιδεία.

Οι μαχητικές κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονται συχνά με την αστυνομική βία, που αντί να κάμπτει ενισχύει το κίνημα, το οποίο τον Απρίλιο 1963 καταλήγει στην ίδρυση της ΕΦΕΕ, στην οποία κυριαρχούν οι αριστερές και κεντρώες δυνάμεις. Αν και οι φοιτητικοί αγώνες σημειώνουν κάμψη κατά την περίοδο της διακυβέρνησης από την Ένωση Κέντρου (1963-65), η επιρροή της Αριστεράς παραμένει ισχυρή και χιλιάδες φοιτητές πυκνώνουν τις γραμμές της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Το βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1965 ξεσηκώνει και πάλι τον φοιτητόκοσμο, που συμμετέχει μαζικά και δυναμικά στις κινητοποιήσεις των Ιουλιανών. Στέλεχος του φ.κ. και της Αριστεράς ήταν ο Σωτήρης Πέτρουλας, που δολοφονήθηκε από την αστυνομία στη διαδήλωση της 21ης Ιουλίου 1965.

Σε συνθήκες έξαρσης του κινήματος, διαμορφώνονται στις γραμμές της αριστερής φοιτητικής νεολαίας τάσεις αμφισβήτησης της πολιτικής της επίσημης Αριστεράς, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, στη συγκρότηση της Πανσπουδαστικής Δημοκρατικής Κίνησης (ΠΑΝΔΗΚ) Σωτήρης Πέτρουλας και της Προοδευτικής Πανσπουδαστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης (ΠΠΣΠ), η οποία συνδέεται με το μ-λ ρεύμα, που συσπειρώνεται γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση» και εκδίδει το φοιτητικό περιοδικό «Σάλπισμα». Συγκροτείται, επίσης, φοιτητική κίνηση από τους Φίλους Νέων Χωρών, που εκδίδει τον «Νέο Φοιτητή». Αντίστοιχες διεργασίες συντελούνται και στον χώρο της Ελληνικής Δημοκρατικής Νεολαίας (ΕΔΗΝ) της Ένωσης Κέντρου και η μεγάλη πλειονότητα των μελών της μετατοπίζεται προς απόψεις σοσιαλδημοκρατικές και αριστερές σοσιαλιστικές.

Με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας οι οργανώσεις του φ.κ. διαλύονται και εκατοντάδες στελέχη του συλλαμβάνονται και εξορίζονται. Τον Δεκέμβριο του 1967 στελέχη της Δ.Ν. Λαμπράκη ιδρύουν την παράνομη Πανελλαδική Αντιδικτατορική Οργάνωση Σπουδαστών Ρήγας Φεραίος, που μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ τάσσεται με το ΚΚΕ εσωτερικού. Το φ.κ. δεν αναπτύσσεται παρά πολύ αργότερα, μετά το 1971, όταν αρχίζουν να προβάλλονται φοιτητικά αιτήματα που συνδέονται με το κεντρικό αίτημα της διενέργειας ελεύθερων εκλογών στους φοιτητικούς συλλόγους. Καθώς οι τελευταίοι ελέγχονται από διορισμένα όργανα του καθεστώτος, σημαντικό ρόλο στη συγκρότηση του φ.κ. διαδραματίζουν οι τοπικοί φοιτητικοί σύλλογοι, στους οποίους παρεμβαίνουν οι δυνάμεις της αντιδικτατορικής Αντίστασης, κυρίως της Αριστεράς. Στο νέο ξεκίνημα του φ.κ. συντέλεσε και η δραστηριότητα της σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων (ΕΚΙΝ), στα 1970-71, που τελικά διαλύθηκε από τη Χούντα. Με αίτημα τη διεξαγωγή φοιτητικών εκλογών, διοργανώνονται από τις αρχές του 1972 γενικές συνελεύσεις, που αναδεικνύουν τυπικά παράνομες Φοιτητικές Επιτροπές Αγώνα σε μια σειρά σχολές. Η διεξαγωγή εκλογών με νόθευση των αποτελεσμάτων, τον Νοέμβριο 1972, πυροδότησε ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη του φ.κ.

Το 1973 είναι η χρονιά κατά την οποία αποκορυφώνεται η ανάπτυξη του φ.κ., με σημαντικότερα γεγονότα τη διακοπή της αναβολής στράτευσης σε συνδικαλιστές φοιτητές. την κατάληψη της Νομικής Σχολής τον Φεβρουάριο, και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. τον Νοέμβριο. Το φ.κ. βρέθηκε στην πρωτοπορία του μαζικού λαϊκού αντιδικτατορικού κινήματος, καθώς τα αμιγώς φοιτητικά αιτήματα έδωσαν τη θέση τους στην απαίτηση ανατροπής της δικτατορίας, σε συνδυασμό με την προβολή αντιιμπεριαλιστικών, αντιαμερικανικών και αντινατοϊκών στόχων. Στην κατεύθυνση αυτή καθοριστικός ήταν ο ρόλος των αριστερών αντιδικτατορικών οργανώσεων. Εκτός από τον Ρήγα Φεραίο, στα 1972-74 δρούσαν και η Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ που ίδρυσε η ΚΝΕ, η Αντιφασιστική Αντιιμπεριαλιστική Σπουδαστική Παράταξη Ελλάδας (ΑΑΣΠΕ) του ΕΚΚΕ, οι φοιτητές της ΟΜΛΕ, καθώς και άλλων οργανώσεων της άκρας Αριστεράς, αλλά και κύκλοι φοιτητών που συνδέονταν με το ΠΑΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.

Στις γραμμές του φ.κ. διαμορφώθηκαν δύο διαφορετικές πολιτικές κατευθύνσεις, από τις οποίες η πρώτη (Ρήγας, Αντι-ΕΦΕΕ, ΠΑΚ) χαρακτηριζόταν από την επιφύλαξη απέναντι στην προβολή μη φοιτητικών αιτημάτων και σε προωθημένες μορφές πάλης, όπως ήταν και η κατάληψη του Πολυτεχνείου. H δεύτερη, την οποία προωθούσαν οι οργανώσεις της άκρας Αριστεράς, υποστήριζε την πολιτικοποίηση των αιτημάτων και μορφές πάλης που να οδηγούν στη ρήξη με το καθεστώς. Καθώς η δεύτερη αυτή κατεύθυνση συναντήθηκε με το μαζικό αυθόρμητο, διαμορφώθηκε μια ιδιαίτερη σχέση του χώρου της άκρας Αριστεράς με το φ.κ., που συνεχίζεται και αναπαράγεται και κατά τις επόμενες δεκαετίες.

Το μεταδικτατορικό φ.κ. Μετά την πτώση της δικτατορίας η μαζικότητα του φ.κ. και η επιρροή της Αριστεράς μόνο με την περίοδο της εαμικής Αντίστασης μπορεί να συγκριθεί. Στις φοιτητικές εκλογές, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980, τα συνολικά ποσοστά των παρατάξεων που αναφέρονται στον μαρξισμό, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η ΠΑΣΠ του ΠΑΣΟΚ, φτάνουν το 85%. Ανάμεσα στις κομμουνιστικές παρατάξεις, ισχυρότερη αναδεικνύεται η Πανσπουδαστική συνδικαλιστική κίνηση (Πσκ) του ΚΚΕ, με ποσοστά 20-30%, ακολουθεί ο Δημοκρατικός Αγώνας του ΚΚΕ εσ., με 15-20%, η ΠΠΣΠ της ΟΜΛΕ και από το 1976 του ΚΚΕ (μ-λ), με περίπου 5%, η ΑΑΣΠΕ του ΕΚΚΕ, με περίπου 3-4%, κ.λπ.

Χαρακτηριστικό του φ.κ. της πρώτης μεταδικτατορικής περιόδου είναι η έντονη πολιτικοποίηση και η αξιοποίησή του από τα κόμματα και τις οργανώσεις για τη μαζικοποίησή τους. Σε μια προσπάθεια ελέγχου του φ.κ. και αστικού εκσυγχρονισμού της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ψηφίστηκε το 1978 ο νόμος 815, και η αντιμετώπισή του ανέδειξε και πάλι τις δύο διαφορετικές κατευθύνσεις στο αριστερό φ.κ. Η απόσυρση του νόμου έγινε μετά από το μεγάλο κίνημα των καταλήψεων του Δεκεμβρίου 1979, τις οποίες προώθησε ο χώρος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, οι γραμμές του οποίου είχαν ενισχυθεί με τη διάσπαση του Ρήγα Φεραίου και τη συγκρότηση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (B΄ Πανελλαδική). Η B΄ Πανελλαδική συνέβαλε στην ανανέωση της αριστερής κριτικής στο εκπαιδευτικό σύστημα, εισάγοντας στοιχεία της αλτουσεριανής θέσης για τον ρόλο του ως ιδεολογικού μηχανισμού του κράτους.

Κατά την επόμενη δεκαετία, με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, το φ.κ. παρουσίασε στασιμότητα. Υποχώρησε η επιρροή του χώρου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, ως αποτέλεσμα και της συνολικότερης συρρίκνωσης των δυνάμεών της. Κύρια έκφρασή της στο φ.κ. αποτέλεσαν οι Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών, στις οποίες ηγεμόνευσε η τάση που συγκροτήθηκε από τη B΄ Πανελλαδική, η οποία είχε αυτοδιαλυθεί ως οργάνωση το 1981. Ενώ κύρια δύναμη παρέμενε η Πσκ, με δεύτερη την ΠΑΣΠ, και ο Δημοκρατικός Αγώνας, όπως και οι Συσπειρώσεις, περιορίστηκαν σε ποσοστά κάτω από το 10%, σταθερή άνοδο είχε η παράταξη της Δεξιάς, η ΔΑΠ, η οποία από το 1987 αναδείχτηκε σε πρώτη δύναμη, προσεγγίζοντας το 40%. Πρόκειται για μια στροφή προς τον συντηρητισμό, που εκφράστηκε και σε συνολικό κοινωνικό επίπεδο τα επόμενα χρόνια, και για την απώλεια της ιδεολογικής ηγεμονίας από την Αριστερά, καθώς και η ΠΑΣΠ (που εξέφραζε το 20% περίπου) ήδη είχε εγκαταλείψει τις μαρξιστικές αναφορές, έχοντας μετακινηθεί σε σαφέστερες σοσιαλδημοκρατικές θέσεις. Μετά από τις κινητοποιήσεις του 1987-88 και παρά το συνολικά αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί με τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη συμμετοχή της Αριστεράς στις αστικές κυβερνήσεις στα 1989-90 και την επάνοδο της Δεξιάς στην κυβέρνηση, νέες φοιτητικές κινητοποιήσεις, συνδυασμένες με την έκρηξη του μαθητικού κινήματος, εκδηλώθηκαν το 1990-91, οι οποίες, όμως, δεν μπόρεσαν να ανακόψουν τη γενική τάση υποχώρησης τον φ.κ.

Χαρακτηριστικό της νέας περιόδου ήταν η κυριαρχία της ΔΑΠ, τα ποσοστά της οποίας προσέγγιζαν το 45%, με την ΠΑΣΠ στη δεύτερη θέση, με το 30% περίπου. H συρρίκνωση της επιρροής της Αριστεράς εκφράστηκε με τη διάλυση της Πσκ, μετά την κρίση και διάσπαση της ΚΝΕ το 1989, καθώς και του Δημοκρατικού Αγώνα, που είχε διασπαστεί ήδη το 1987, ακολουθώντας τη διάσπαση του ΚΚΕ εσωτερικού. Οι δυνάμεις του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ), των Αριστερών Συσπειρώσεων και του Δημοκρατικού Αγώνα, που συνδεόταν με το ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, συγκρότησαν από το 1991 τα σχήματα της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αριστερής Κίνησης (ΕΑΑΚ), τα οποία, έχοντας ξεκινήσει με ποσοστά γύρω στο 15%, σταθεροποιήθηκαν από τα μέσα της δεκαετίας στο 7-8%. Οι ανασυγκροτούμενες, μετά το 1991, δυνάμεις της ΚΝΕ, παρεμβαίνοντας ως Πανσπουδαστικές Κινήσεις Συνεργασίες (ΠΚΣ), είχαν αργή αλλά σταθερή άνοδο, από ποσοστά γύρω στο 2%, στο 15%. Συνολικό ποσοστό γύρω στο 5% έπαιρναν σχήματα ανεξάρτητων αριστερών, του Συνασπισμού (ο οποίος προς τα τέλη της δεκαετίας συγκρότησε το Δίκτυο Αυτόνομων Ριζοσπαστικών Αριστερών Σχημάτων -ΔΑΡΑΣ) και οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που δεν μετείχαν στα ΕΑΑΚ, όπως τα Αριστερά Σχήματα της κίνησης Α/Συνέχεια, οι Αγωνιστικές Κινήσεις του ΚΚΕ (μ-λ) κ.λπ.

Αν και υπήρξαν κάποιες σύντομες αναλαμπές στα 1998 και 2001, το φ.κ. συνέχισε να κυριαρχείται από συντηρητικές τάσεις. Παρ’ όλα αυτά, στα 2006-07 εμφανίστηκαν τάσεις ανάκαμψης που εκδηλώθηκαν με την ανάπτυξη του πολύμηνου κινήματος καταλήψεων σχολών και μαζικών διαδηλώσεων ενάντια στον νέο νόμο πλαίσιο για την Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση και στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, που απαγορεύει τη λειτουργία ιδιωτικών ανώτερων ιδρυμάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το 2007 οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο φ.κ. συγκρότησαν την κίνηση Αριστερή Ενότητα (ΑΡΕΝ), που διέκοψε τις σχέσεις της με τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015, ενώ το 2009 ιδρύθηκε από την ΚΝΕ το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών (ΜΑΣ).

Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισε, κατά τη μεταδικτατορική περίοδο, και το κίνημα των σπουδαστών στην Ανώτερη Εκπαίδευση (ΚΑΤΕΕ και ΤΕΙ), με χαρακτηριστικά και διαδρομή ανάλογη με το φ.κ. της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Το σπουδαστικό κίνημα συγκροτήθηκε πανελλαδικά στην Εθνική Σπουδαστική Ένωση Ελλάδας (ΕΣΕΕ), στην οποία μέχρι και τη δεκαετία του 1980 κυριαρχούσαν οι δυνάμεις της Αριστεράς. Παρά το ότι στα ΤΕΙ η μεγάλη πλειονότητα των σπουδαστών έχει λαϊκή κοινωνική προέλευση και οι απόφοιτοι προορίζονται να ενταχθούν κυρίως στην εργατική τάξη, η επιρροή της Αριστεράς υπολειπόταν από την επιρροή που έχει μεταξύ των φοιτητών των ΑΕΙ. Μέχρι το 2020 και την αναγνώριση των ΤΕΙ ως πανεπιστημίων, βασική αριστερή δύναμη αποτελούσε το ΜΑΣ, με ποσοστά γύρω στο 15%, ενώ οι δυνάμεις του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς περιορίζονταν σε ποσοστά 2%.

Τα τελευταία χρόνια διεξήχθησαν μεγάλοι νικηφόροι αγώνες στα πανεπιστήμια ενάντια στη δημιουργία Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, ενώ στις φοιτητικές εκλογές του 2022 και ’23 αναδείχτηκαν πρώτη δύναμη οι Πανσπουδαστικές Κινήσεις Συνεργασίας.

 

Φολέγανδρος. Το μικρό νησί των Κυκλάδων που αποτέλεσε τόπο εξορίας αγωνιστών του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Κατά τη δικτατορία Μεταξά εξορίστηκαν εκεί τα στελέχη του ΚΚΕ και της ΟΚΝΕ Στέργιος Αναστασιάδης, Στέφανος Γκιουζέλης, Καίτη Νισυρίου (αργότερα Ζέβγου), Παντελής Καραγκίτσης, Βασίλης Μαρκεζίνης, Αδάμ Μουζενίδης, Γιώργης Τρικαλινός, Κώστας Χατζήμαλης κ.ά. Οι εξόριστοι απέδρασαν μετά την εισβολή των Γερμανών το 1941.

 

Φουρτούνης Μανώλης (1926-2019). Ποιητής και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στην Κω και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στα 1947-58 εξορίστηκε. Συμμετείχε στη Σ.Ε. της «Επιθεώρησης Τέχνης» και στα 1967-71 εξορίστηκε και πάλι.

 

Φραγκιάς Ανδρέας (1921-2002). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ως φοιτητής της ΑΣΟΕΕ εντάχθηκε στο εαμικό κίνημα και δραστηριοποιήθηκε στον παράνομο Τύπο. Εργάστηκε μετά την Απελευθέρωση στην εφημερίδα του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» και στα 1947 και 1950-52 εξορίστηκε στην Ικαρία και τη Μακρόνησο. Συνεργάστηκε αργότερα με την «Αυγή» και το 1955 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα. Ανάμεσα στα έργα του είναι «Η καγκελόπορτα», «Λοιμός», «Το πλήθος» κ.ά.

 

Φραξιονιστές. Χαρακτηρισμός τάσης των αρχειομαρξιστών που το 1929 έθεσε ζητήματα λειτουργίας της οργάνωσης, αντιτιθέμενη στη μονοπρόσωπη ηγεσία του Δημήτρη Γιωτόπουλου. Υποστήριζε την ανάδειξη εργατικών στελεχών και τη λειτουργία στη βάση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Επικεφαλής της ήταν οι Μήτσος Σούλας, Γιάννης Μακρής, Μιχάλης Ράπτης (Σπέρος, ο μετέπειτα Πάμπλο) κ.ά. Το 1930 αποχώρησαν από την αρχειομαρξιστική οργάνωση και  ίδρυσαν την Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα (ΚΕΟ).

 

Φρουροί της Ειρήνης. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ) που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο 1951. Ήταν η πρώτη αριστερή νεολαιίστικη εφημερίδα που κυκλοφόρησε νόμιμα μετά τον Εμφύλιο. Διευθυντής ήταν ο Γιάννης Φιλίνης και πολιτικός αρθρογράφος ο Αντώνης Μπριλλάκης. Η έκδοσή της απαγορεύτηκε τον Ιανουάριο 1952.

 

Φτωχολογιά του Κάμπου. Εφημερίδα του ΚΚΕ για το αγροτικό κίνημα. Εκδιδόταν στα 1932-36, έχοντας αντικαταστήσει την «Αγροτική Ένωση».

 

Φυλλάδιο. Περιοδικό που εξέδωσε το 1980 η αριστερή μαρξιστική τάση του ΠΑΣΟΚ, που συγκροτήθηκε στη συνέχεια στην Ένωση Μαρξιστών Σοσιαλιστών (ΕΜΑΣ). Το «Φ.» συνέχισε να εκδίδεται καθ’ όλη τη δεκαετία του ’80, ως όργανο της ΕΜΑΣ.

 

Φωκά Μαρία (1917-2001). Ηθοποιός και αγωνίστρια του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Αργοστόλι, συμμετείχε στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ, και στα 1951-58 φυλακίστηκε ως συμμέτοχος στην υπόθεση Μπελογιάννη. Είχε σημαντική παρουσία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς και πλούσια συνδικαλιστική δράση. Υπήρξε σύζυγος του ηθοποιού Λυκούργου Καλλέργη.

 

Φωνή της Αλήθειας. Ραδιοσταθμός του ΚΚΕ. Άρχισε να εκπέμπει το 1958, αντικαθιστώντας τον ραδιοσταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα», που λειτούργησε στην περίοδο 1947-56. H αλλαγή του τίτλου σχετίζεται με την προσπάθεια του ΚΚΕ να αποφεύγει αναφορές που δημιουργούσαν συνειρμούς σχετικούς με την ένοπλη εμφύλια αντιπαράθεση. Η «Φ.τ.Α.» αποτέλεσε το μέσο με το οποίο η κομματική καθοδήγηση ενημέρωνε τους κομμουνιστές για τις θέσεις της, σε συνθήκες παρανομίας του ΚΚΕ. Η έδρα του ραδιοσταθμού ήταν στο Βουκουρέστι, όπου έδρευε και η Κ.Ε., αλλά εξέπεμπε από τη Λειψία της Ανατολικής Γερμανίας, όπου μεταφέρθηκε και η έδρα μετά τη διάσπαση του 1968, όταν μεταδόθηκε και μήνυμα των καθηρημένων μελών του Π.Γ., Δημήτρη Παρτσαλίδη, Πάνου Δημητρίου και Zήση Ζωγράφου. Ο ραδιοσταθμός έπαψε να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο 1974, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ.

2. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1994-96 η Κίνηση για Ενιαίο ΚΚΕ. Υπεύθυνος ήταν ο Θωμάς Αναστασίου.

 

Φωνή της Δευτέρας. Εφημερίδα που εξέδιδαν από το 1984 μέλη του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Παναγιώτη Βήχο, τα οποία σύντομα διαγράφηκαν. Το 1987 στη   Σ.Ε. εντάχθηκαν και οι Μανώλης Πυθαρούλης, Γιώργος Αδαμίδης, Κώστας Γιαμπάνης κ.ά. και από τον επόμενο χρόνο έγινε όργανο της Πανελλαδικής Ένωσης Κομμουνιστών.  Συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1990.

 

Φωνή του Εργάτη. Εφημερίδα της Κ.Ο. Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ στην προπολεμική περίοδο. Κυκλοφόρησε παράνομα και κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά.

 

Φωνή του Λαού. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1923-24 η Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας (ΕΣΕΕ). Κατά τη σύντομη ενοποίηση της οργάνωσης με τη Συγκεντρωτική Ομάδα του ΣΕΚΕ είχε αντικατασταθεί από τη «Νέα Εποχή».

 

Φωνή των Εργαζομένων. Εφημερίδα της Ενιαίας Συνδικαλιστικής Αντιδικτατορικής Κίνησης (ΕΣΑΚ), που συγκρότησαν συνδικαλιστές του ΚΚΕ. Δύο φύλλα κυκλοφόρησαν νόμιμα το φθινόπωρο του 1973 στην περίοδο «φιλελευθεροποίησης» της δικτατορίας. Εκδιδόταν σταθερά μετά τη Μεταπολίτευση, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Τα τελευταία χρόνια εκδιδόταν με τίτλο «Εργατοϋπαλληλική Φωνή».

 

Φωνή των Εργατών και Αγροτών. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1935-36 το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ). Αντικατέστησε το μέχρι τότε όργανο του κόμματος «Πάλη των Τάξεων».

 

Φως. Εφημερίδα που εξέδιδε το 1894-95 στην Πάτρα η Σοσιαλιστική Αδελφότης. Διευθυντής ήταν ο Βασίλειος Δουδούμης.

 

Φωτιάδης Δημήτρης (1898-1988). Λογοτέχνης και ιστορικός. Γεννήθηκε στη Σμύρνη και το 1922 εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στην Αθήνα. Μετά την Απελευθέρωση συνδέθηκε με την Αριστερά και στα 1945-48 ήταν διευθυντής του περιοδικού «Ελεύθερα Γράμματα». Εξορίστηκε στη συνέχεια και κατόπιν συνεργάστηκε με την «Αυγή» και την «Επιθεώρηση Τέχνης», ενώ υπήρξε και μέλος της Δ.Ε. της ΕΔΑ. Ανάμεσα στα έργα του περιλαμβάνονται θεατρικά, ιστορικά δοκίμια, όπως «Η Επανάσταση του Εικοσιένα», «Μεσολόγγι», «Καραϊσκάκης» κ.λπ., μυθιστορήματα και μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων.

 

Φωτίου Έλλη (1939-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στον Πειραιά και το πραγματικό της όνομα ήταν Ευαγγελία Τριγονοπούλου. Το 1962 αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και εμφανίστηκε με επιτυχία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Έχει προβάλλει αριστερές θέσεις, κυρίως μέσω της τέχνης της, και είναι σύζυγος του ηθοποιού Στέφανου Ληναίου.

 

Φωτόπουλος Μίμης (1913-1986). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στη Ζάτουνα Αρκαδίας. Άρχισε τη σταδιοδρομία του το 1933, συμμετέχοντας σε θεατρικά μπουλούκια που περιόδευαν στην επαρχία, και από το 1939 εργάστηκε στο Θέατρο Τέχνης. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, συμμετείχε στην κίνηση των Ενωμένων Καλλιτεχνών και στα 1944-45 εξορίστηκε από τους Άγγλους στην Αφρική. Συνέχισε τη θεατρική του παρουσία με δικούς του θιάσους και εμφανίστηκε, με μεγάλη επιτυχία, σε δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες. Παρέμεινε  κομμουνιστής μέχρι το τέλος της ζωής του. Έγραψε ποιήματα και θεατρικά έργα, ενώ ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική.

 

 

 

 

 

 

X

 

Χάγιος Άγγελος(1951-). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ως φοιτητής του Πολυτεχνείου εντάχθηκε στην Αντι-ΕΦΕΕ και την ΚΝΕ. Συμμετείχε στην εξέγερση του Νοεμβρίου 1973 και το 1974 φυλακίστηκε. Υπήρξε μέλος της καθοδήγησης της ΚΝΕ και της Κ.Ε. του ΚΚΕ, και δημοτικός σύμβουλος στην Αθήνα. Το 1989 αποχώρησε από το ΚΚΕ και από το 1990 συμμετέχει στην ηγεσία του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ). Στα 2010-14 ήταν περιφερειακός σύμβουλος Αττικής.

 

Χαΐνης Γιάννης (1930-). Ζωγράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, εντάχθηκε στο ΚΚΕ και φυλακίστηκε κατά τον Εμφύλιο. Το 1955 συμμετείχε στην έκδοση της «Επιθεώρησης Τέχνης» και ως αυτοεξόριστος στο Παρίσι, στα 1967-74, συνδέθηκε με πρωτοποριακά καλλιτεχνικά ρεύματα.

 

Χαΐνογλου Τάσος (1900-1963). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Σουφλί Έβρου, έγινε δάσκαλος και ως στρατιώτης εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ, συμμετέχοντας κατόπιν στο κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών. Εκλέχτηκε βουλευτής το 1926 και το 1927 έγινε μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Το 1928 αποχώρησε από το κόμμα με την ομάδα των «κεντριστών» και συμμετείχε  στην κίνηση του Σπάρτακου έως το 1933, οπότε διαφώνησε με τον προσανατολισμό στην ίδρυση νέου κόμματος και νέας Διεθνούς. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά και κατά την περίοδο της Κατοχής έγινε ξανά μέλος του ΚΚΕ, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και υπήρξε συντάκτης της «Ελεύθερης Ελλάδας». Εξορίστηκε κατά τον Εμφύλιο και κατόπιν εντάχθηκε στην ΕΔΑ και συνεργάστηκε ως δημοσιογράφος με την  «Αυγή».

 

Χαϊτάς Ανδρόνικος (1894-1938). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα και ζώντας στο Σοχούμ της Γεωργίας, συμμετείχε στην Οκτωβριανή Επανάσταση, εντάχθηκε στο Κόμμα των Μπολσεβίκων και σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ. Το 1922 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή και το 1924 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Το 1926 εξορίστηκε στην Ανάφη και μετά την πτώση της δικτατορίας Πάγκαλου υποστήριξε πως για το πέρασμα στον σοσιαλισμό είναι αναγκαία η μεσολάβηση ενός σταδίου «Αριστερής (ή Πραγματικής) Δημοκρατίας».  

Το 1927 ανέλαβε γραμματέας της Κ.Ε., σε μια περίοδο αλλεπάλληλων εσωκομματικών κρίσεων, με πρώτη αυτή που προκάλεσε η διαγραφή της ομάδας Πουλιόπουλου («λικβινταριστές») και κατόπιν των «κεντριστών» (Σεραφείμ Μάξιμος κ.ά.), την οποία ακολούθησε η αποτυχία στις εκλογές του 1928. Το 1929 ξέσπασε η οξύτατη αντιπαράθεση δύο τάσεων, σχετικά με την εφαρμογή των  νέων κατευθύνσεων της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στο πλαίσιο της εκτίμησης πως η καπιταλιστική κρίση διαμορφώνει συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.  Ο Χ. ήταν επικεφαλής της τάσης που εκτιμούσε πως δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για άμεση επαναστατική διέξοδο, υποστηρίζοντας την ανάγκη οργανωτικής ανάπτυξης του κόμματος.

Το 1930 φυλακίστηκε και τον επόμενο χρόνο απέδρασε και κατέφυγε στην ΕΣΣΔ, όπου εργάστηκε ως καθηγητής σε κομματικές σχολές και στην ελληνική ποντιακή μειονότητα. Το 1937 συνελήφθη, καθώς είχε χαρακτηριστεί «μπουχαρινικός», με συνέπεια την εκτέλεσή του. Η μνήμη του έχει αποκατασταθεί από το ΚΚΕ.

 

Χάκκας Μάριος (1931-1972). Διηγηματογράφος. Γεννήθηκε στη Μακρακώμη Φθιώτιδας και έζησε στην Καισαριανή. Λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας υποχρεώθηκε να διακόψει τις σπουδές του στην Πάντειο. Συμμετείχε στην ΕΔΑ και εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος Καισαριανής. Τα διηγήματά του, που εκδόθηκαν σε τρεις τόμους («Τυφεκιοφόρος του εχθρού», «Το κοινόβιο» και «Ο μπιντές»),τα χαρακτηρίζει η κριτική στη μικροαστικοποίηση της καθημερινής ζωής και η κριτική προσέγγιση της πολιτικής της Αριστεράς. 

 

Χαλβατζής Σπύρος (1947-). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Κοζάνη και τελείωσε νυχτερινό Γυμνάσιο στην Καστοριά, εργαζόμενος ως γουνεργάτης. Μέλος της Νεολαίας ΕΔΑ από το 1962 και κατόπιν της Δ.Ν. Λαμπράκη, εξορίστηκε από τη δικτατορία και μετά την απελευθέρωσή του έγινε μέλος της ηγεσίας της ΚΝΕ, της οποίας ήταν γραμματέας στην περίοδο 1979-86. Το 1978 εκλέχτηκε στην Κ.Ε. του ΚΚΕ και το 1986 στο Π.Γ. Δραστηριοποιήθηκε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και στα 2007-15 ήταν βουλευτής. 

 

Χαντά Ηρώ (1912-1995). Ηθοποιός και τραγουδίστρια του μουσικού θεάτρου, κόρη των ηθοποιών Σπύρου και Καίτης Χ. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εμφανίστηκε στο θέατρο από πολύ μικρή ηλικία. Συμμετείχε στο ΚΚΕ και στο ΕΑΜ, διώχτηκε για την πολιτική της δραστηριότητα και πήρε μέρος και στους μεταπολεμικούς δημοκρατικούς αγώνες.

 

Χάος. Όρος με τον οποίο χαρακτηρίστηκε η τάση που διαμορφώθηκε μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, αποτελούμενη από στελέχη της Αριστεράς που έθεταν ζήτημα συνολικότερης επανεξέτασης της ιστορικής διαδρομής του κινήματος και ριζικού αναπροσανατολισμού του. Η άποψή τους για υπέρβαση του κομμουνιστικού κινήματος επικρίθηκε σαν έκφραση δεξιού οπορτουνισμού. Μεταξύ των στελεχών που συγκρότησαν το «Χ.» ήταν οι Γιάννης Αγγέλου, Τάκης Γεωργίου, Μανώλης Γλέζος, Αντώνης Καρκαγιάννης, Ανδρέας Λεντάκης,  Αριστείδης Μανωλάκος, Δήμος Μαυρομμάτης, Στέφανος Στεφάνου κ.ά. Κάποιοι απ’ αυτούς συμμετείχαν στη μεταδικτατορική ΕΔΑ, ενώ οι περισσότεροι παρέμειναν ανένταχτοι.

 

Χαριάτη-Σισμάνη Κατερίνα (1911-1986). Ζωγράφος και σκηνογράφος. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, τραυματίστηκε σε συγκρούσεις με τους Γερμανούς και στα 1948-52 εξορίστηκε. Υποστήριζε σταθερά το ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής της.

 

Χατζηαργύρης Κώστας (1914-1986). Οικονομολόγος, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στον Βόλο και σπούδασε νομικά και οικονομικά στην Αθήνα και το Λονδίνο. Συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση και συνεργάστηκε με την ΕΔΑ. Πήρε μέρος στην Αντίσταση κατά της στρατιωτικής δικτατορίας, μετά την πτώση της οποίας συνεργάστηκε με την «Αυγή» και από το 1976 με τον «Ριζοσπάστη». Έγραψε μελέτες, κυρίως για ζητήματα εξωτερικής και διεθνούς πολιτικής, όπως τα «Ο Μακάριος και οι σύμμαχοί του», «Δημοκρατία και σοσιαλισμός» κ.ά.

 

Χατζηβασιλείου Ορέστης (1915-1992). Στέλεχος του συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Αϊδίνιο και σπούδασε στη Νομική και στη Βιομηχανική Σχολή, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Εργαζόμενος ως υπάλληλος στο Φωταέριο της Αθήνας, εντάχθηκε στο Εργατικό ΕΑΜ. Από το 1955 συμμετείχε στο Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα και στα 1963-67 ήταν μέλος της ηγεσίας των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων. Κατά την περίοδο της δικτατορίας ανέπτυξε δραστηριότητα μέσα από το Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο (ΑΕΜ), του οποίου ήταν πρόεδρος μέχρι το 1983. Στα 1982-83 ήταν πρόεδρος της ΓΣΕΕ.

 

Χατζηβασιλείου Χρύσα (1904-1950). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Μικρά Ασία και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως πρόσφυγας. Μέλος της ΟΚΝΕ από το 1924, αναδείχτηκε στην καθοδήγησή της, σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ και το 1935 έγινε μέλος της  Κ.Ε. του ΚΚΕ. Κατά τη δικτατορία Μεταξά εξορίστηκε στην Κίμωλο, απ’ όπου απέδρασε το 1941 και συμμετείχε στις διαδικασίες ανασυγκρότησης του κόμματος κατά τους πρώτους μήνες της Κατοχής. Το 1942 έγινε μέλος του Π.Γ.

Η Χ. ήταν το κορυφαίο στέλεχος του κόμματος στην παρέμβασή του στο γυναικείο κίνημα και το 1945 έγινε μέλος της Διοίκησης της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοκρατικών Γυναικών. Στα 1947-48 συμμετείχε στην καθοδήγηση της παράνομης Κ.Ο. Αθήνας του ΚΚΕ και συνέχισε τη δράση της στην περιοχές όπου δρούσε ο ΔΣΕ, ως υπεύθυνη της Πανελλαδικής Ένωσης Δημοκρατικών Γυναικών.  Το 1949 διαφώνησε με την πολιτική του κόμματος και καθαιρέθηκε από την Κ.Ε. Πέθανε στη Βουδαπέστη. Ήταν σύζυγος του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ Πέτρου Ρούσου.

 

Χατζηδάκη Φούλα (1906-1984). Λογοτέχνης και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα και από τα εφηβικά της χρόνια εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και κατόπιν στο ΚΚΕ, και συμμετείχε στην έκδοση των αριστερών λογοτεχνικών περιοδικών και στην Εργατική Βοήθεια. Κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά εξορίστηκε στην Ανάφη και την Κίμωλο, απ’ όπου δραπέτευσε και στην περίοδο της Κατοχής ανέπτυξε αντιστασιακή δραστηριότητα στην Κρήτη. Με την Απελευθέρωση συμμετείχε στην Σ.Ε. των «Ελεύθερων Γραμμάτων». Το 1946 διέφυγε στο Παρίσι, απ’ όπου απελάθηκε το 1950 και έζησε ως πολιτική πρόσφυγας στη Βουδαπέστη και το Βουκουρέστι. Συμμετείχε στη διεύθυνση των κομματικών εκδόσεων «Νέα Ελλάδα» και «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις». Το 1964 επέστρεψε στην Αθήνα. Υπήρξε σύζυγος του στελέχους του ΚΚΕ Μιλτιάδη Πορφυρογένη. Μετέφρασε μαρξιστικά κείμενα και έγραψε διηγήματα («Χαμηλοί τόνοι») κ.ά.

 

Χατζηδάκη Ρένα (1943-2003). Ποιήτρια, κόρη της λογοτέχνιδας Λιλής Ζωγράφου. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ως φοιτήτρια της Νομικής συμμετείχε στη Νεολαία ΕΔΑ και στη Δ.Ν. Λαμπράκη, και συνεργαζόταν με την «Πανσπουδαστική» και την «Επιθεώρηση Τέχνης». Μέλος του ΠΑΜ, φυλακίστηκε στα 1967-68. Μεταξύ άλλων, έγραψε και την ποιητική συλλογή «Κατάσταση πολιορκίας», με το ομώνυμο ποίημα που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.

 

Χατζημιχελάκης Στέφανος (1909-1993). Λογοτέχνης και κριτικός της λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στα Χανιά και ως φοιτητής της ΑΣΟΕΕ συνδέθηκε με την οργάνωση των αρχειομαρξιστών. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΔΚΕ μεταπολεμικά, ανέπτυξε εκδοτική δραστηριότητα, με τα περιοδικά «Νέος Νουμάς» (1949-52), «Λογοτέχνης» (1957) και «Διανοούμενος» (1962-67). Το 1967 συμμετείχε στη συγκρότηση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης και κατόπιν διέφυγε στο Παρίσι, όπου συμμετείχε στην έκδοση της «Αντίστασης», που απηχούσε τις απόψεις του Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο).

 

Χατζής Δημήτρης (1910-1981). Λογοτέχνης, μελετητής της λογοτεχνίας και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στα Γιάννενα και σπούδασε νομικά χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Ως μέλος του ΚΚΕ εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά και κατόπιν συμμετείχε στο ΕΑΜ. Εξορίστηκε και πάλι το 1947 και μετά την απελευθέρωσή του εντάχθηκε στον ΔΣΕ. Έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Βουδαπέστη (1949-57 και 1963-75) και στο Ανατολικό Βερολίνο (1957-63). Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, υποστήριξε την ανανεωτική Αριστερά, παραμένοντας κομματικά ανένταχτος. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1975. Έγραψε τα βιβλία «Η φωτιά», «Το τέλος της μικρής μας πόλης», «Το διπλό βιβλίο» κ.ά.

 

Χατζής Θανάσης (1905-1982). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Αμύνταιο της Φλώρινας, σπούδασε οδοντιατρική στην Αθήνα και το Παρίσι, και υπήρξε γραμματέας της φοιτητικής οργάνωσης της ΟΚΝΕ. Φυλακίστηκε επανειλημμένα και κρατήθηκε ως φαντάρος στον Πειθαρχικό Ουλαμό Καλπακίου. Η δικτατορία Μεταξά τον φυλάκισε στην Ακροναυπλία, αλλά κατόρθωσε να αποδράσει και πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41.

Στα 1941-44 ήταν γραμματέας του ΕΑΜ και μέλος τη Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1942. Στα 1944-46 καθοδήγησε τις οργανώσεις Στερεάς και κατόπιν της Μακεδονίας-Θράκης. Έχοντας εξοριστεί στην Ικαρία, δραπέτευσε και εντάχθηκε στον ΔΣΕ. Το 1949 καθαιρέθηκε από την Κ.Ε., λόγω της διαφωνίας του με την πολιτική του κόμματος και αργότερα διαγράφηκε.

Εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη, επανήλθε στο κόμμα το 1956 και διαγράφηκε και πάλι το 1958. Από το 1968 έζησε στα Σκόπια και μετά την πτώση της δικτατορίας επέστρεψε στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, έγραψε το τετράτομο έργο «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε (1941-1945)».

 

Χατζόπουλος Κώστας (1868-1920). Πεζογράφος και ποιητής. Γεννήθηκε στο Αγρίνιο, σπούδασε νομικά στην Αθήνα, εργάστηκε ως δικηγόρος στην ιδιαίτερη πατρίδα του και κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου συνδέθηκε με το σοσιαλιστικό κίνημα και πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης.

Προσανατολισμένος στον ρεφορμιστικό σοσιαλισμό, υποστήριξε το 1910 την ενότητα των Ελλήνων σοσιαλιστών με τη μεταρρυθμιστική κίνηση των Κοινωνιολόγων  του Αλέξανδρου Παπαναστασίου και στη συνέχεια τη συνεργασία με τον βενιζελισμό. Το 1917, έχοντας προσχωρήσει στον βενιζελικό χώρο, έγινε διευθυντής της κρατικής υπηρεσίας λογοκρισίας. Μεταξύ άλλων έγραψε τα μυθιστορήματα «Αγάπη στο χωριό», «Ο πύργος του Ακροπόταμου» κ.λπ.

 

Χοϊδάς Ρόκκος (1830-1890). Αριστερός ριζοσπάστης και ένας από τους πρωτοπόρους του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος του 19ου αιώνα. Κεφαλονίτης, γεννημένος στο Ναύπλιο, έγινε δικαστικός και το 1875 ίδρυσε το Δημοκρατικό Σύλλογο «Ρήγας», σε συνεργασία με τον Παναγιώτη Πανά. Ως βουλευτής, το 1877, υπερασπίστηκε στη Βουλή τα διωκόμενα μέλη του Δημοκρατικού Συλλόγου της Πάτρας. Συνεργάστηκε με το δημοκρατικό περιοδικό «Ραμπαγάς» του Κλεάνθη Τριανταφύλλου, μαζί με τον οποίο φυλακίστηκε το 1889, λόγω αντιβασιλικών δημοσιευμάτων. Πέθανε στη φυλακή. 

 

Χοντζέας Γιάννης (1930-1994). Ηγετικό στέλεχος του μ-λ κινήματος. Γεννήθηκε στην Κορώνη Μεσσηνίας, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και συμμετείχε από πολύ μικρή ηλικία στο εαμικό κίνημα. Εξορίστηκε στη Μακρόνησο και στον Αϊ-Στράτη και το 1956 τάχθηκε ενάντια στη στροφή της πολιτικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και του ΚΚΕ. Μετά την απελευθέρωσή του, το 1958, εντάχθηκε στην ΕΔΑ, από την οποία διαγράφηκε το 1964 και συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού «Αναγέννηση», γύρω από το οποίο συγκροτήθηκε το μ-λ ρεύμα στην προδικτατορική περίοδο. Μέλος της ηγεσίας της παράνομης ΟΜΛΕ, έζησε στην παρανομία έως το 1969 και εξορίστηκε στη συνέχεια, μέχρι το 1972.  Το 1976 συμμετείχε στην ίδρυση και στην ηγεσία του ΚΚΕ (μ-λ), μέχρι τη διάσπασή του, το 1982, και κατόπιν πήρε μέρος στη συγκρότηση της κίνησης Α/Συνέχεια. Έγραψε τα βιβλία «Το τέλος του κομμουνισμού», «Το κομμουνιστικό πρόγραμμα της εποχής μας» κ.ά.

 

Χουλιάρας Γιώργος (1914-2001). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της Εθνικής Αντίστασης. Γεννήθηκε στα Καστέλια Φωκίδας και εργαζόμενος στη Λαμία εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στο ΚΚΕ. Υπήρξε στέλεχος του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, με το αγωνιστικό ψευδώνυμο Περικλής, και από το 1949 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Πολωνία. Μετά τη διάσπαση του 1968 εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσωτερικού και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1977.

 

 

Χουρνάλ ντελ Λαβοραδόρ (Ελ). Η πρώτη εφημερίδα που εκδόθηκε από την Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν) της Θεσσαλονίκης, αμέσως μετά την ίδρυσή της το 1909. Εκδιδόταν ως μηνιαία, αρχικά σε τέσσερις γλώσσες, στην ισπανοεβραϊκή διάλεκτο λαντίνο, στη βουλγαρική («Ραμποτνιτσέσκι Βέστνικ»), την ελληνική («Εφημερίς του Εργάτου») και την τουρκική («Αμελέ Γκαζετεσί»), και κατόπιν μόνο στη λαντίνο και στη βουλγαρική. Η έκδοσή της σταμάτησε το 1910 και ένα χρόνο αργότερα εκδόθηκε η «Σολιδαριδάδ Οβραδέρα» («Εργατική Αλληλεγγύη»).

 

Χουρμουζιάδης Γιώργος (1932-2013). Ένας από τους πλέον σημαντικούς Έλληνες αρχαιολόγους. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στο πανεπιστήμιο της οποίας δίδαξε επί δεκαετίες, ενώ πραγματοποίησε ανασκαφές σε προϊστορικούς οικισμούς και δημοσίευσε μελέτες βασισμένες στη μαρξιστική ανάλυση της ιστορίας. Υπήρξε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και στα 2004-07 βουλευτής. Έγραψε τα βιβλία «Λόγια από χώμα», «Τεστ κοπώσεως», «Το νεολιθικό Διμήνι» κ.ά.

 

Χουρμούζιος Αιμίλιος (1904-1973). Δοκιμιογράφος και δημοσιογράφος, γνωστός και με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζευγάς. Γεννήθηκε στη Λεμεσό και σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα, το 1927 εξέδωσε το περιοδικό «Λογοτεχνική Επιθεώρηση» και στα 1928-29 τη «Νέα Επιθεώρηση», την οποία εξέδωσε και πάλι στα 1933-34, έχοντας έρθει σε ρήξη με το ΚΚΕ, προσανατολιζόμενος στον τροτσκισμό. Συμμετείχε στο ΕΑΜ Λογοτεχνών, αλλά κατά τον Εμφύλιο μετατοπίστηκε ιδεολογικά και εξελίχθηκε σε σφοδρό αντικομμουνιστή.

 

Χρηστάκης Λεωνίδας (1928-2010). Αντιεξουσιαστής συγγραφέας και εκδότης. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία και στη Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα. Συμμετείχε στον ΕΛΑΣ και διώχτηκε στα χρόνια του Εμφυλίου. Προσανατολίστηκε στις αντιεξουσιαστικές ιδέες κατά τη δεκαετία του 1960 και κατά καιρούς εξέδωσε τα περιοδικά «Κούρος», «Panderma» και «Ιδεοδρόμιο». Έγραψε τα βιβλία «Ληστές. Παγκόσμια ιστορία της ληστείας», «Η ιστορία της αλητείας», «Ο Γιώργος Σεφέρης και η μουσική» κ.ά.

 

Χριστάκος Διονύσης (1888-1951). Στέλεχος της Αριστεράς. Εργαζόταν ως δικηγόρος, συμμετείχε στο ΕΑΜ και το 1946 υπήρξε γενικός γραμματέας Δημοκρατικών Συλλόγων. Το 1950 εκλέχτηκε ανεξάρτητος  βουλευτής της Δημοκρατικής Παράταξης. Συνδεόμενος με το παράνομο ΚΚΕ, ανέλαβε διευθυντής της εφημερίδας «Δημοκρατικός» και το 1951 πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Δημοκρατικού Συναγερμού και της ΕΔΑ.

 

Χριστάκου Πηνελόπη (1878-1951). Εκπαιδευτικός, αγωνίστρια του εκπαιδευτικού και του γυναικείου κινήματος. Γεννήθηκε στην Καλαμάτα, και σπούδασε φιλολογία. Οι πρωτοποριακές μεθόδοι διδασκαλίας που εφάρμοζε ως εργαζόμενη στο Παρθεναγωγείου του Βόλου, αποτέλεσαν την αφορμή για τα «Αθεϊκά» του 1911. Συμμετείχε στον Εκπαιδευτικό Όμιλο και στον Σοσιαλιστικό Όμιλο Γυναικών.    

 

Χριστιανική Ισοπολιτεία. Χριστιανοσοσιαλιστική κίνηση που ίδρυσε στην Πάτρα, το 1902, ο Δημήτριος Ανδρεόπουλος (Κατσίβελος).

 

χριστιανομαρξισμός. Προσπάθεια συνδυασμού του μαρξισμού -εκλαμβανόμενου ως ιδεολογίας που εμπεριέχει το ηθικό πρόταγμα της κοινωνικής δικαιοσύνης- και των χριστιανικών αξιών της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων.

Στην Ελλάδα απόπειρα διαμόρφωσης χριστιανομαρξιστικής τάσης έγινε κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990, στο πλαίσιο του νεοορθόδοξου ρεύματος, με κύριους εκπροσώπους τους Κωστή Μοσκώφ και Κώστα Ζουράρι.

 

χριστιανοσοσιαλισμός. Ο όρος αναφέρεται σε ποικιλία ρευμάτων που έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς, επιδιώκοντας την ανάδειξη του χριστιανικού κοινωνικού μηνύματος και την αναδιοργάνωση της κοινωνίας σε σοσιαλιστικές βάσεις, συχνά υπό την επήρεια και άλλων σοσιαλιστικών ιδεολογικών τάσεων. Τάσεις χριστιανοσοσιαλιστικής κατεύθυνσης είχαν υπάρξει ήδη από τα χρόνια του Μεσαίωνα σε ολόκληρη την Ευρώπη και συνήθως συνδέονταν με αιρέσεις και με αγροτικά εξισωτικά κινήματα.

Υπό την επίδραση των ιδεών του διανοούμενου Απόστολου Μακράκη συγκροτήθηκαν στην Πάτρα, κατά τη δεκαετία του 1890 και στις αρχές της επόμενης, οι κινήσεις Αρμαγεδδών και Χριστιανική Ισοπολιτεία. Χριστιανοσοσιαλιστικές απόψεις εξέφραζε η ομάδα Αλήθεια στην Αθήνα, ο Μαρίνος Αντύπας κ.ά. 

Οι χριστιανοσοσιαλιστικές ιδέες, που δεν έπαψαν και τις επόμενες δεκαετίες να εκφράζονται από μεμονωμένα άτομα και μικρές ομάδες, επανεμφανίστηκαν συγκροτημένα κατά τη δεκαετία του 1940, τόσο στις γραμμές της Παγκληρικής Ένωσης Ελλάδας, που συγκροτήθηκε στις γραμμές του ΕΑΜ, όσο και με την ίδρυση του Χριστιανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΧΡΙΣΚΕ) του Γεωργίου Καψωμένου. Αργότερα, το 1953, ιδρύθηκε η Χριστιανική Δημοκρατία (Χ.Δ.) του Νικόλαου Ψαρουδάκη, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι και σήμερα. Το ΧΡΙΣΚΕ συνεργάστηκε στις εκλογές του 1952 με την ΕΔΑ, ενώ η Χ.Δ. συμμετείχε το 1977 στη Συμμαχία των Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων.

 

Χριστοδουλόπουλος Λάκης (1946-1988). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, στον χώρο της άκρας Αριστεράς. Το μικρό του όνομα ήταν Αγησίλαος. Εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και με την επιβολή της δικτατορίας συμμετείχε στις Δημοκρατικές Επιτροπές Αντίστασης. Το 1972 πρωτοστάτησε στην ίδρυση της αντιδικτατορικής οργάνωσης Μαχητής. Γραμματέας της Κομμουνιστικής Οργάνωσης  Μαχητής μετά τη δικτατορία, ανέπτυξε παράλληλα συνδικαλιστική δραστηριότητα στον χώρο των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.

 

Χριστοδούλου Δημήτρης (1924-1991). Ποιητής, στιχουργός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εργαζόταν από τα παιδικά του χρόνια. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ, βασανίστηκε και φυλακίστηκε από τους Γερμανούς, και κατά τα Δεκεμβριανά εκτοπίστηκε από τους Βρετανούς στην Ελ Ντάμπα. Διακόπτοντας τις σπουδές του στην Πάντειο, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και εμφανίστηκε ως ηθοποιός, αν και έγινε περισσότερο γνωστός από τους στίχους που έγραψε και μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη και άλλους συνθέτες. Έγραψε πλήθος ποιημάτων, μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων.

 

Χωμενίδης Χρήστος (1901-1944). Ηγετικό στέλεχος του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Ακράτα Αχαΐας και σπούδασε νομικά στην Αθήνα και το Βέλγιο, όπου εντάχθηκε στη νεολαία του Εργατικού Κόμματος. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, συμμετείχε για λίγο στο Σοσιαλιστικό Κόμμα του Νίκου Γιαννιού και ανέπτυξε δραστηριότητα στον Εκπαιδευτικό Όμιλο. Στα 1931-32 συμμετείχε στο Ανεξάρτητο Σοσιαλιστικό Κόμμα και στα 1935-36 στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ), ως μέλος της Γραμματείας του. Ανασύστησε το ΣΚΕ στην παρανομία, το 1937, και τον επόμενο χρόνο εξορίστηκε.

Το 1941 υπέγραψε εκ μέρους του ΣΚΕ το Ιδρυτικό του ΕΑΜ. Το 1942 ήρθε σε ρήξη με το ΚΚΕ και διαγράφηκε από το ΕΑΜ. Επανεντάχθηκε το 1944, ανέλαβε καθοδηγητική θέση στην Πελοπόννησο, αλλά πιάστηκε από τους Γερμανούς και απαγχονίστηκε στην Πάτρα.

 

Χωραφάς Δημήτρης (1915-2004). Ένας από τους μεγάλους Έλληνες μουσικούς. Γεννήθηκε στην Αθήνα από μουσική οικογένεια. Υπήρξε διευθυντής ορχήστρας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και καθηγητής μουσικής στη Γαλλία. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και παρέμεινε και στη συνέχεια αριστερός. Στα 1974-80 ήταν γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

 

Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς. Κίνηση που ιδρύθηκε το 2001, με τη συμμετοχή του Συνασπισμού, της ΑΚΟΑ, της ΚΕΔΑ, της ΔΕΑ, μελών του Δικτύου για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, και ανένταχτων αγωνιστών. Αποτέλεσε το πρόπλασμα για την ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ το 2004.

 

Χώρος Μαρξ (Espace Marx). Κίνηση θεωρητικής αναζήτησης και διαλόγου που λειτούργησε στη Θεσσαλονίκη στα 1998-2002, κατ’ αντιστοιχία με την ομώνυμη κίνηση που είχε ιδρυθεί στη Γαλλία. Απόπειρα επέκτασής της και στην Αθήνα απέτυχε. Στις γραμμές της συμμετείχαν κυρίως ανένταχτοι μαρξιστές, αλλά και μέλη του Συνασπισμού και οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ανάμεσά τους ήταν οι Γιώργος Αλεξάτος, Γιώργος Βερβέρης, Μιχάλης Μπαρτσίδης, Ανέστης Ταρπάγκος κ.ά.

 

 

 

 

 

 

Ψ

 

Ψαρράς Τάσος (1948-). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε κτηνιατρική, αλλά συνέχισε με κινηματογραφικές σπουδές. Ανάμεσα στις ταινίες του, οι περισσότερες από τις οποίες αντλούν τα θέματά τους από την ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα,  είναι οι «Δι’ ασήμαντον αφορμήν», «Μάης», «Το εργοστάσιο», «Καραβάν Σαράι», «Η άλλη όψη», «Οι αριθμημένοι» κ.ά.

 

Ψυρούκης Νίκος (1926-2004). Ιστορικός, μαρξιστής θεωρητικός και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Ισμαηλία της Αιγύπτου και σπούδασε ιστορία στην Πράγα. Το 1961 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εντάχθηκε στην ΕΔΑ, από την οποία αποχώρησε το 1963 και πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Κίνησης Αντιαποικιακής Αλληλεγγύης Φίλοι Νέων Χωρών (ΦΝΧ).

Ο Ψ. υποστήριξε τις θέσεις του Κ.Κ. Κίνας και του ΜάοΤσετούνγκ, κρατώντας αποστάσεις από το μ-λ ρεύμα, καθώς οι αναζητήσεις και η κριτική του προχωρούσαν και στην αμφισβήτηση του σταλινισμού. Παράλληλα, μέσα και από τις ιστορικές του μελέτες, απέρριπτε την άποψη περί καθυστερημένης και εξαρτημένης Ελλάδας, υποστηρίζοντας πως ο ελληνικός καπιταλισμός είχε ιστορικά τάσεις επέκτασης και οικονομικής κυριαρχίας στον ευρύτερο χώρο της ανατολικής Μεσογείου.

Με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, το 1967, εξορίστηκε στη Γυάρο. Από τους ΦΝΧ συγκροτήθηκε το Αντιφασιστικό Κίνημα Ελλάδας και μετά τη διάσπαση και τη διάλυσή του, το 1969, ο Ψ. περιόρισε τη δραστηριότητά του στις ιστορικές και θεωρητικές του εργασίες. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με ζητήματα σχετικά με τον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία, καθώς και με το Κυπριακό Ζήτημα, εκτιμώντας πως θα μπορούσε να παίξει ρόλο καταλύτη για τη δρομολόγηση επαναστατικών εξελίξεων στην Ελλάδα. Έγραψε τα βιβλία «Το νεοελληνικό παροικιακό φαινόμενο», «Ιστορία της αποικιοκρατίας», «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας (1940-1974)» (4 τόμοι), «Το Κυπριακό δράμα (1958-1986)» κ.ά.

 

Ψυχοπαίδης Κοσμάς (1944-2004). Μαρξιστής φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και δραστηριοποιήθηκε στο φοιτητικό κίνημα, ως μέλος της Νεολαίας ΕΔΑ, της ομάδας Σοσιαλιστική Συνειδητοποίηση και της ΠΑΝΔΗΚ Σωτήρης Πέτρουλας. Συνέχισε με σπουδές φιλοσοφίας στη Φρανκφούρτη. Έγινε πανεπιστημιακός καθηγητής στη Γερμανία, το Πάντειο και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και συμμετείχε στη Σ.Ε. του περιοδικού «Αξιολογικά». Έγραψε τα βιβλία «Ιστορία και μέθοδος», «Χέγκελ», «Εισαγωγή στην πολιτική επιστήμη» κ.ά.

 

 

 

Ω

 

Ώρα της Αλλαγής. Εφημερίδα που εξέδιδε στο Λονδίνο και τη Γερμανία, στα 1967-73, η τροτσκιστική Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ).