"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Ε-Κ

2023-09-16 22:59

Ε

 

Έγερσις. Εφημερίδα που εκδιδόταν από τον Παναγιώτη Πανά στην Κεφαλονιά στα 1893-95, με ριζοσπαστικό, φιλοσοσιαλιστικό προσανατολισμό.

 

Εαμική Αντίσταση. Περιοδικό του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αγωνιστών Εαμικής Εθνικής Αντίστασης (ΠΣΑΕΕΑ), που συγκροτήθηκε από αγωνιστές της ανανεωτικής Αριστεράς. Άρχισε να εκδίδεται το 1979.

 

Εθνική Αλληλεγγύη. Οργάνωση που συγκροτήθηκε τον Μάιο 1941 με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, για την παροχή βοήθειας σε διωκόμενους αγωνιστές, στο πρότυπο της προπολεμικής οργάνωσης Εργατική Βοήθεια. Επικεφαλής της ανέλαβε ο Παντελής Σίμος-Καραγκίτσης.

Με την ίδρυση του ΕΑΜ, τον Σεπτέμβριο 1941, αποτέλεσε μία από τις κύριες μαζικές οργανώσεις του και επέκτεινε τη δράση της στην οργάνωση λαϊκών συσσιτίων και κινητοποιήσεων για την εξασφάλισή τους, ιδιαίτερα κατά τον πρώτο δύσκολο χειμώνα της Κατοχής, αξιοποιώντας την εμπειρία της προπολεμικής Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ανέπτυξε, επίσης, μεγάλη δραστηριότητα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη του λαού, για την εξασφάλιση ειδών ένδυσης και υπόδησης, ακόμα και για την κατασκευή σπιτιών για τη στέγαση χιλιάδων οικογενειών, σε χωριά που είχαν κάψει οι κατακτητές. Με την Ε.Α. συνδεόταν η Επιτροπή Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Συνεταιρισμών Ελλάδας.

Πρόεδρος της Ε.Α. αναδείχτηκε ο καθηγητής Αθανάσιος Ρουσόπουλος και επίτιμος πρόεδρος ο μητροπολίτης Κοζάνης Ιωακείμ. Το 1944 περιλάμβανε περίπου 600.000 μέλη, στην πλειονότητά τους γυναίκες. Συμμετείχαν και χιλιάδες κληρικοί, καθώς και πολλοί γιατροί.

Η Ε.Α. συνέχισε τη δράση της και μετά την Απελευθέρωση και το 1945 πρόεδρος εκλέχτηκε η Μαρία Σβώλου. Εξέδιδε παράνομα έως το 1944 και νόμιμα κατόπιν, ομώνυμο περιοδικό και δεκάδες άλλα έντυπα σε ολόκληρη, σχεδόν, τη χώρα. Τέθηκε εκτός νόμου και διαλύθηκε το 1947.

 

Εθνική Αντιδικτατορική Δημοκρατική Ενότητα (ΕΑΔΕ). Η πολιτική του ΚΚΕ εσωτερικού κατά την περίοδο 1974-78. Βασιζόταν στην εκτίμηση ότι η χώρα αντιμετωπίζει διπλό κίνδυνο, τόσο από τα χουντικά κατάλοιπα, που ενδεχομένως θα επιχειρούσαν ανατροπή του δημοκρατικού καθεστώτος, όσο και από την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολεμική σύρραξη. Πίσω απ’ αυτές τις απειλές θεωρούνταν πως βρίσκεται ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός. Για την αντιμετώπιση των κινδύνων, το ΚΚΕ εσ. υποστήριζε πως απαιτείται η ενότητα όλων των πολιτικών δυνάμεων που αντιτάχθηκαν στη δικτατορία, από την Αριστερά μέχρι τη δημοκρατική Δεξιά, την οποία εξέφραζε το κυβερνητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.

Η πολιτική της ΕΑΔΕ, κύριος εμπνευστής της οποίας ήταν ο Λεωνίδας Κύρκος, διατυπώθηκε τον Σεπτέμβριο 1974, με απόφαση της Κ.Ε., με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Οι στόχοι του έθνους», και επικυρώθηκε στο 1ο (9ο) Συνέδριο το 1976. Εγκαταλείφθηκε μετά το 1978, καθώς θεωρήθηκε ότι συνέβαλε στην εκλογική αποτυχία του 1977, έχοντας προσδώσει στο κόμμα χαρακτηριστικά δεξιόστροφα, που το απέκοπταν από τα ριζοσπαστικοποιημένα τμήματα του λαού. 

 

Εθνική Αντίσταση. 1. Όρος με τον οποίο αναφέρεται ο αγώνας ενάντια στους φασίστες κατακτητές και τους συνεργάτες τους την περίοδο της Κατοχής. Βλ. Αντίσταση, Εθνική Αλληλεγγύη, Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Νέων, Εθνικό Εργατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων.

2. Οργάνωση που συγκροτήθηκε με επικεφαλής το παλιό στέλεχος του ΚΚΕ, Γιάννη Πετσόπουλο, και έδρασε στα 1946-47. Με όργανο την εφημερίδα «Ο Φίλος του Λαού», ασκούσε κριτική στο ΚΚΕ, προσάπτοντάς του πολιτική συμβιβασμού με την αντίδραση και τους Άγγλους. Εκτιμούσε πως η χώρα βρίσκεται υπό νέα, αγγλική αυτή τη φορά, κατοχή.

3. Περιοδικό που εκδόθηκε το 1946 από την Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα. Δημοσίευε κείμενα για τον αγώνα του εαμικού κινήματος της περιόδου της Κατοχής.

4. Περιοδικό που εκδίδει από το 1974 η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (ΠΕΑΕΑ). Στις σελίδες του έχουν δημοσιευτεί πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία του εαμικού κινήματος και του ΔΣΕ.

 

Εθνική Κίνηση Αλλαγής. Σχήμα συνεργασίας της ΕΔΑ με το Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού, την κεντρώα Κίνηση Εθνικής Δημοκρατικής Πρωτοβουλίας και την Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών. Ιδρύθηκε τον Ιανουάριο 1956 και συνέβαλε στην κοινή εκλογική κάθοδο των δυνάμεων της αντιπολίτευσης στις εκλογές του επόμενου μήνα, μέσα από το σχήμα Δημοκρατική Ένωση.

 

Εθνική Πολιτοφυλακή. Σώμα που ανέλαβε την τήρηση της τάξης στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας που είχε απελευθερώσει ο ΕΛΑΣ. Ιδρύθηκε το 1944, με υπεύθυνο εκ μέρους του ΕΑΜ τον Πολύδωρο Δανιηλίδη και επικεφαλής τον αξιωματικό του στρατού Παναγιώτη Νάση και τον αξιωματικό της Χωροφυλακής Σταύρο Ξανθάκη. Λίγο πριν την Απελευθέρωση τα μέλη της ανέρχονταν σε 6.000 και η συμβολή της στο εαμικό κίνημα ήταν σημαντική, όχι μόνο γιατί απάλλασσε τον ΕΛΑΣ από το έργο της αστυνόμευσης, που πρόσφερε ασφάλεια στους κατοίκους των περιοχών όπου δρούσε, αλλά και γιατί ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη δίωξη των συνεργατών των κατακτητών. 

Η Ε.Π. διαλύθηκε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο 1945, και τα μέλη της αντιμετωπίστηκαν με ιδιαίτερη σκληρότητα από το μεταβαρκιζιανό καθεστώς. Εκατοντάδες ήταν αυτοί που εκτελέστηκαν, πολλοί άλλοι έμειναν για πολλά χρόνια φυλακισμένοι ή εξόριστοι, ενώ ένα μέρος τους συμμετείχε στον ΔΣΕ.

 

Εθνική Φοιτητική Ένωση Ελλάδας (ΕΦΕΕ). Η ανώτερη συνδικαλιστική οργάνωση του φοιτητικού κινήματος. Ιδρύθηκε το 1956, αλλά η λειτουργία της παρεμποδιζόταν εξαιτίας της τρομοκρατικής δράσης των δυνάμεων της Δεξιάς, οι οποίες, από το 1959, εκφράζονταν από τη νεοφασιστικών τάσεων ΕΚΟΦ. Ουσιαστικά, άρχισε να λειτουργεί από τον Απρίλιο 1963, όταν στο φοιτητικό κίνημα κυριάρχησαν οι δυνάμεις του Κέντρου και της Αριστεράς. Πρώτοι πρόεδροί της ήταν ο αριστερός Γιάννης Γιαννουλόπουλος και οι κεντροαριστεροί Γιάννης Τζανετάκος και Περικλής Πάγκαλος, και η συμβολή της στους φοιτητικούς, δημοκρατικούς και αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες της περιόδου 1964-67 υπήρξε εξαιρετικά σημαντική.

Με την επιβολή της δικτατορίας, το 1967, καθαιρέθηκε η εκλεγμένη Διοίκηση και σε όλη τη διάρκεια του στρατιωτικού καθεστώτος οι διοικήσεις διορίζονταν από την κυβέρνηση. Το 1969 ιδρύθηκε η παράνομη Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ, από στελέχη της Αριστεράς και του Κέντρου, που διαλύθηκε σύντομα μετά από συλλήψεις μελών του Ρήγα Φεραίου που πρωτοστάτησε στην κίνηση. Στα 1971-74 με τον ίδιο τίτλο έδρασε παράνομη παράταξη ελεγχόμενη από την ΚΝΕ.

Η ΕΦΕΕ ανασυγκροτήθηκε το 1975, με πρώτο πρόεδρο τον Γιώργο Σταματάκη, στέλεχος της ΚΝΕ, και με πλήρη κυριαρχία των αριστερών δυνάμεων και του ΠΑΣΟΚ. Επόμενοι πρόεδροί της ήταν οι Στέφανος Τζουμάκας και Χρήστος Παπουτσής, στελέχη της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 άρχισε να ενισχύεται η Δεξιά, με τη ΔΑΠ, ενώ από τις αρχές της επόμενης δεκαετίας η ΕΦΕΕ ουσιαστικά έπαψε να λειτουργεί.

 

Εθνικό Αγροτικό Κόμμα (ΕΑΚ). Αριστερό κόμμα που ιδρύθηκε το 1961. Πυρήνας συγκρότησής του υπήρξε η Νέα Αγροτική Κίνηση (ΝΑΚ), όπου εντάσσονταν βουλευτές εκλεγμένοι, το 1958, με τα ψηφοδέλτια της ΕΔΑ. Στις εκλογές του 1961 το ΕΑΚ συνεργάστηκε με την ΕΔΑ, συγκροτώντας το Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδας (ΠΑΜΕ), και κέρδισε 2 από τις 24 έδρες του συνασπισμού. Αν και εκπροσωπήθηκε στη Βουλή και μετά από τις επόμενες εκλογές, δεν εκδηλώθηκε διάθεση από την ΕΔΑ να παραχωρηθεί στελεχικό δυναμικό στην επαρχία για την οργανωτική του ανάπτυξη. Έτσι, το ΕΑΚ δεν μπόρεσε να μαζικοποιηθεί και παρέμεινε μια μικρή πολιτική κίνηση που η δράση της ατόνησε, πολύ πριν την τυπική διάλυσή της, το 1967. Βασικά στελέχη του ΕΑΚ ήταν, κατά καιρούς, οι Τάσος Βουλόδημος, Θεόδωρος Γιαννόπουλος, Ιωάννης Γιαλόφας, Δημήτρης Μερλόπουλος, Κομνηνός Πυρομάγλου, Ηλίας Σκυλλάκος, Τάσος Τσιάρας, Ασημάκης Φωτήλας κ.ά. Επανεμφανίστηκε για λίγο μετά την πτώση της δικτατορίας, αλλά σύντομα αντικαταστάθηκε από τη μικρή οργάνωση που πήρε τον ιστορικό τίτλο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας. 

 

Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ). Η μαζική παλλαϊκή οργάνωση που καθοδήγησε την αντιφασιστική Εθνική Αντίσταση κατά την περίοδο της Κατοχής. Ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1941, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ και με τη συμμετοχή και άλλων μικρότερων αριστερών κομμάτων: της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (ΑΚΕ) και του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ). Αμέσως μετά την ίδρυση του ΕΑΜ εντάχθηκε και το Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ) του Γιάννη Καλομοίρη. Αργότερα θα προσχωρήσουν και δυνάμεις προερχόμενες από τον βενιζελισμό (Αριστεροί Φιλελεύθεροι, τμήμα του προπολεμικού κόμματος του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, Δημοκρατική Ένωση, στρατιωτικοί, όπως οι Στέφανος Σαράφης, Ευριπίδης Μπακιρτζής, Νεόκοσμος και Φοίβος Γρηγοριάδης, Εμμανουήλ Μάντακας, Νίκος Παπασταματιάδης, Πτολεμαίος Σαρηγιάννης κ.ά.), διάφορες μικρές σοσιαλιστικές κινήσεις (όπως το Κόμμα Εργασίας, του Γεωργίου Γεωργιάδη) κ.λπ. Είχαν ενταχθεί, επίσης, η Εθνική Αλληλεγγύη, το Εργατικό ΕΑΜ και η Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή.

H ίδρυση του ΕΑΜ αποτέλεσε κεντρικό στόχο του ΚΚΕ, για την ενότητα όλων των δυνάμεων που αντιτάσσονταν στη φασιστική κατοχή και για τη διεξαγωγή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Στο πλαίσιο αυτό, επιδιώχτηκε η ευρύτερη δυνατή διεύρυνση του Μετώπου, χωρίς ιδεολογικοπολιτικούς περιορισμούς και με απεύθυνση στο σύνολο των αντιφασιστικών και αντικατοχικών δυνάμεων, αριστερών, βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Ως εκ τούτου, το ΕΑΜ πρότασσε τον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση, μεταθέτοντας για τη μεταπελευθερωτική περίοδο την επίλυση του πολιτειακού ζητήματος (διατήρηση ή μη του βασιλικού θεσμού), μέσω δημοψηφίσματος.

Είναι χαρακτηριστικό το οι σοσιαλιστές που συμμετείχαν στην ίδρυση του ΕΑΜ υποστήριζαν πως το ΕΑΜ πρέπει να διακηρύσσει σαφείς αντιμοναρχικούς και σοσιαλιστικούς στόχους, ενώ ο ΕΔΕΣ, που συγκρότησαν, σχεδόν ταυτόχρονα, βενιζελικοί κύκλοι, διακήρυσσε την αντιμοναρχική του τοποθέτηση και την προοπτική σοσιαλιστικής πολιτικής. H συγκρότηση του ΕΑΜ, με την πρόταξη του στόχου της εθνικής απελευθέρωσης και την επιδίωξη εθνικής ενότητας, επικρίθηκε από τις οργανώσεις των τροτσκιστών και των αρχειομαρξιστών, σαν προδοσία των ταξικών συμφερόντων και υποταγή στον εθνικισμό.

Ωστόσο, οι προσπάθειες για διεύρυνση του ΕΑΜ με τη συμμετοχή και των αστικών πολιτικών δυνάμεων δεν απέδωσαν. Ο αστικός πολιτικός κόσμος είτε αδράνησε, περιμένοντας τις εξελίξεις, δυσπιστώντας στις δυνατότητες ανάπτυξης εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος Αντίστασης και υποστηρίζοντας την αστική κυβέρνηση που κατέφυγε στην Αίγυπτο, είτε συνεργάστηκε με τους κατακτητές, στηρίζοντας την κυβέρνηση που αυτοί είχαν διορίσει.

Η ανάπτυξη του εαμικού κινήματος. Το ΕΑΜ ανέπτυξε δραστηριότητα σε πολλές κατευθύνσεις. Πρώτα απ’ όλα, για την επιβίωση των λαϊκών μαζών που μαστίζονταν από την πείνα. Οργανώθηκαν κινητοποιήσεις για την εξασφάλιση συσσιτίων και ειδών ένδυσης, που όχι μόνο συνέβαλαν στον περιορισμό των θανάτων, αλλά διαμόρφωσαν και αγωνιστική συνείδηση και εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα των μαζικών συλλογικών αγώνων. Στην κατεύθυνση αυτή, αναπτύχθηκε από το ΕΕΑΜ και την Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή ιδιαίτερη δραστηριότητα στους μαζικούς χώρους των εργαζομένων, ενώ σε επίπεδο συνοικίας, πόλης και χωριού δραστηριοποιούνταν η Εθνική Αλληλεγγύη.

H Ελλάδα υπήρξε η κατεχόμενη χώρα στην οποία, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, αναπτύχθηκε ένα μεγάλων διαστάσεων διεκδικητικό κίνημα εργαζομένων, με μαζικές απεργίες, διαδηλώσεις, ακόμη και καταλήψεις χώρων εργασίας και κυβερνητικών υπηρεσιών.

Το ΕΑΜ εξαρχής προσανατολίστηκε στην οργάνωση ένοπλου αγώνα και τον Φεβρουάριο 1942 ιδρύθηκε ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) και στα 1943-44 η Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ), το Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό (ΕΛΑΝ) και η Εθνική Πολιτοφυλακή.

Η δραστηριότητα του ΕΛΑΣ δεν περιορίστηκε στις σποραδικές, αντάρτικου τύπου, ένοπλες επιθέσεις ενάντια σε τμήματα των στρατευμάτων κατοχής και της Χωροφυλακής, αλλά πήρε και τη μορφή μετωπικών αντιπαραθέσεων, με τη διεξαγωγή μεγάλων μαχών, που εντείνονταν, στον βαθμό που μαζικοποιούνταν οι γραμμές του και συγκροτούνταν με χαρακτηριστικά τακτικού στρατού. Επιπλέον, η εμφάνισή του και στη συνέχεια η κυριαρχία του στις ορεινές περιοχές της χώρας, στην Ελεύθερη Ελλάδα, είχε καταλυτικά αποτελέσματα στην εξάλειψη του κλίματος ανασφάλειας των αγροτικών πληθυσμών και στην ανασυγκρότηση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής, μέσα από μορφές αυτοοργάνωσης της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, της Λαϊκής Δικαιοσύνης και της Λαϊκής Εκπαίδευσης.

Τεράστιος είναι ο αριθμός των εντύπων (εφημερίδων και περιοδικών) που εκδόθηκαν από τις εαμικές οργανώσεις, ενώ κεντρικό όργανο ήταν η «Ελεύθερη Ελλάδα». Περιοχές ολόκληρες της ελληνικής υπαίθρου έρχονταν για πρώτη φορά σε επαφή με πολιτιστικές εκφράσεις (θέατρο κ.λπ.), χάρη στη δραστηριότητα που ανέπτυξαν πολυάριθμοι καλλιτέχνες που εντάχθηκαν στο ΕΑΜ. Ξεχωριστή σημασία έχει η ενεργητική συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων γυναικών στις οργανώσεις και τις δραστηριότητες του εαμικού κινήματος, που αποτέλεσε τομή για την ελληνική κοινωνία.

Η ανάπτυξη της οργάνωσης και της επιρροής του ΕΑΜ ακολούθησε αλματώδεις ρυθμούς. Σε Πανελλαδική Σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1944, υπολογίστηκε πως τα μέλη των εαμικών οργανώσεων ξεπερνούσαν το ενάμισι εκατομμύριο, σε μια χώρα εφτά εκατομμυρίων κατοίκων. Περίπου 135.000 ήταν οι άντρες (αλλά και πολλές γυναίκες) που εντάσσονταν στις ένοπλες οργανώσεις (ΕΛΑΣ, ΕΛΑΝ, Εθνική Πολιτοφυλακή και ΟΠΛΑ). Περίπου 640.000 νέοι και νέες συμμετείχαν στην Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ), που είχε ιδρυθεί τον Φεβρουάριο του 1943, με τη συγχώνευση των οργανώσεων που συγκροτούσαν από το 1942 το ΕΑΜ Νέων. 600.000, κυρίως γυναίκες, ήταν τα μέλη της Εθνικής Αλληλεγγύης. Το ΕΕΑΜ είχε κερδίσει τον έλεγχο του συνόλου των συνδικαλιστικών οργανώσεων και η Κεντρική του Επιτροπή αυτοανακηρύχθηκε, τον Αύγουστο 1944, Διοίκηση της ΓΣΕΕ. Μεγάλη ήταν η επιρροή του ΕΑΜ στον λαϊκό κλήρο και 4.000 ιερωμένοι, σε σύνολο 9.000, συμμετείχαν στις οργανώσεις του και κυρίως στην Εθνική Αλληλεγγύη, ενώ είχε συγκροτηθεί και η Παγκληρική Ένωση Ελλάδας. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως τμήμα του ΕΑΜ είχε δημιουργηθεί ακόμη και στις γραμμές της αστυνομίας, που οργάνωσε τον Ιούνιο 1943 τη μοναδική απεργία αστυνομικών που έγινε σε κατεχόμενη χώρα, ενώ εξέδιδε και την παράνομη εφημερίδα «Αστυνομικόν Βήμα».

Σύμφωνα με όλες τις σοβαρές εκτιμήσεις και μαρτυρίες, ακόμη και αντιπάλων του εαμικού κινήματος, την περίοδο εκείνη το ΕΑΜ αποτελούσε, αναμφισβήτητα, την κύρια πολιτική δύναμη. Εξέφραζε τη μεγάλη πλειονότητα της εργατικής τάξης και της νεολαίας, μεγάλα τμήματα των αγροτικών πληθυσμών, των μικροϊδιοκτητικών στρωμάτων των πόλεων, του υπαλληλικού κόσμου και της διανόησης.

Εθνική Αντίσταση και εμφύλια αντιπαράθεση. Η ραγδαία ανάπτυξη του ΕΑΜ και η ανάδειξή του σε κύρια δύναμη Αντίστασης, αλλά και στη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, υπήρξε αποτέλεσμα της ιστορικής πρωτοβουλίας συγκρότησής του, όταν ο αστισμός κρατούσε στάση αναμονής, επιφύλαξης ή και απόρριψης κάθε αντιστασιακής δραστηριότητας, ενώ σημαντικό τμήμα του συνεργαζόταν με τους κατακτητές. Το εαμικό κίνημα συμπύκνωσε την πολύχρονη δυσαρέσκεια της μεγάλης λαϊκής πλειονότητας απέναντι στη μεσοπολεμική πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα, που τη χαρακτήριζε η εξαθλίωση των προσφυγικών πληθυσμών, οι οδυνηρές για τα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα συνέπειες της οικονομικής κρίσης του 1930, η οικονομική και πολιτιστική ένδεια της ελληνικής υπαίθρου, η διαρκώς αναπαραγόμενη πολιτική κρίση, με τις πολιτειακές αλλαγές, τα στρατιωτικά πραξικοπήματα και τελικά την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά-Γλύξμπουργκ, κ.λπ. Η κατάρρευση του μετώπου, παρά τη νικηφόρα απόκρουση της ιταλικής επίθεσης, με την εισβολή των Γερμανών το 1941, και η πολιτική συμπεριφορά του αστικού κόσμου στη συνέχεια, σηματοδότησε το ανοιχτό ξέσπασμα κρίσης εμπιστοσύνης και εκπροσώπησης. Το κενό που δημιουργήθηκε καλύφτηκε από το ΕΑΜ. Μέσα από τις οργανώσεις και τις δραστηριότητές του, η πλειονότητα του ελληνικού λαού κατάκτησε την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της και στη δυνατότητα να υπάρξει καλύτερο μέλλον, σε μια Ελλάδα που απαλλασσόμενη από τη φασιστική κατοχή θα χάραζε νέους δρόμους, μακριά από τις εμπειρίες του παρελθόντος.

Αυτός ο ιδεολογικός αναπροσανατολισμός συνδέεται άμεσα με την καθοριστική παρουσία και δράση του ΚΚΕ. Καταξιωμένο ως το μαζικό κόμμα της εργατικής τάξης κατά τον Μεσοπόλεμο, δοκιμασμένο σε σκληρούς αγώνες και διώξεις κάθε είδους, το ΚΚΕ ήταν συνάμα και η μόνη πολιτική δύναμη που πολύ γρήγορα μπόρεσε να ανασυγκροτηθεί πανελλαδικά, χάρη στην οργανωτική του διάρθρωση και κυρίως την αγωνιστική διαπαιδαγώγηση των μελών του. Οι κομμουνιστές πρωτοστατούσαν στη συγκρότηση των εαμικών οργανώσεων και στις δραστηριότητές τους. Τα άλλα εαμικά κόμματα παρέμεναν μικροί κύκλοι, με περιορισμένες δυνατότητες επικοινωνίας με τον λαϊκό κόσμο που εντασσόταν ή ακολουθούσε το ΕΑΜ. Το ΚΚΕ, όσο κι αν πρότασσε τον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση, δεν έπαυε να διακηρύσσει τους στρατηγικούς του στόχους, ενώ, παράλληλα, σημαντική συμβολή στη διεύρυνση της επιρροής του ήταν και η καθοριστική συμμετοχή της ΕΣΣΔ στον αγώνα ενάντια στον ναζισμό.

H προοπτική της εθνικής απελευθέρωσης ταυτιζόταν όλο και περισσότερο και για όλο και μεγαλύτερο τμήμα του λαού, με την προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης, όπως αυτή προβαλλόταν μέσα από το σύνθημα της «Λαοκρατίας». H Λαοκρατία, το πρόγραμμα της λαϊκής δημοκρατίας που υιοθετήθηκε από το ΕΑΜ, λειτουργούσε στις λαϊκές συνειδήσεις ως η προοπτική ενός άμεσου μέλλοντος χωρίς εθνική, πολιτική, κοινωνική και οικονομική καταπίεση. Συσπειρώνοντας τη μεγάλη πλειονότητα της εργατικής τάξης και μεγάλα τμήματα των άλλων εργαζόμενων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, το ΕΑΜ μετεξελίχτηκε σε ευρύτατο λαϊκό κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο, υπό την ηγεμονία του κόμματος της εργατικής τάξης.

Την πραγματικότητα αυτή διέγνωσαν οι δυνάμεις της ελληνικής και ξένης αντίδρασης (οι Βρετανοί, που είχαν στρατηγικού χαρακτήρα συμφέροντα στην Ελλάδα και τη γύρω περιοχή της ανατολικής Μεσογείου), διαβλέποντας τον κίνδυνο που συνιστούσε για την ίδια την αστική ταξική κυριαρχία η ανάπτυξη του εαμικού κινήματος και του ΚΚΕ. Αν και κατά την πρώτη περίοδο του αντιστασιακού αγώνα οι Βρετανοί ενίσχυαν τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αποβλέποντας στην απασχόληση των στρατευμάτων κατοχής και τη διευκόλυνση του πολέμου που διεξήγαγαν στη βόρεια Αφρική, σύντομα άλλαξαν στάση και επιδόθηκαν στη μονομερή πολύμορφη ενίσχυση των μη εαμικών οργανώσεων ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ.λπ.

Η προσπάθεια αυτή συνοδεύτηκε και από απόπειρες ελέγχου περιοχών όπου δρούσε ή είχε απελευθερώσει ο ΕΛΑΣ, που ενέτειναν δύο φαινόμενα, καθοριστικά για τις παραπέρα εξελίξεις. Από τη μια, οι μη εαμικές οργανώσεις εγκατέλειπαν ακόμη και τη φραστική αναφορά σε καθεστωτικές αλλαγές και υιοθετούσαν θέσεις αντιδραστικές (αποδοχή του βασιλικού θεσμού κ.λπ.). Από την άλλη, εντείνονταν οι τάσεις συνεργασίας με τις δυνάμεις κατοχής και τους συνεργάτες τους, που από το 1943 είχαν συγκροτήσει τα ένοπλα σώματα των Ταγμάτων Ασφαλείας. Διαμορφώθηκαν, έτσι, όροι ανοιχτής εμφύλιας ταξικής αντιπαράθεσης, που εκδηλώθηκε με ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του ΕΑΜ και των αντιεαμικών δυνάμεων.

Σε μια περίοδο κατά την οποία ο ΕΛΑΣ διεξήγαγε συχνά μεγάλου επιπέδου μάχες με τις δυνάμεις των κατακτητών, υποχρεωνόταν να αντιμετωπίσει και το αντιεαμικό μέτωπο, το οποίο στήριζαν τόσο οι κατακτητές όσο και οι Βρετανοί. Στα 1943-44 η Ελλάδα βρέθηκε σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου, ανεξάρτητα από τις προθέσεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, που εξακολουθούσαν να προτάσσουν τον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση. Στην κατεύθυνση αυτή επιδιώχτηκε επανειλημμένα η αντιμετώπιση της κατάστασης με συμφωνίες με τους Βρετανούς και τις αντιεαμικές αντιστασιακές οργανώσεις, μολονότι οι τελευταίες δεν έλεγχαν παρά περιορισμένες περιοχές, όταν ο ΕΛΑΣ είχε απελευθερώσει το σύνολο, σχεδόν, του ορεινού όγκου της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Σε μια προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων, αλλά και τοποθέτησης των βάσεων για τη μεταπελευθερωτική κατάσταση, σχηματίστηκε τον Μάρτιο 1944 η εαμική «κυβέρνηση των βουνών», η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), και τον επόμενο μήνα συγκλήθηκε στις Κορυσχάδες Ευρυτανίας το Εθνικό Συμβούλιο, εκλεγμένο από ενάμισι εκατομμύριο ψηφοφόρους, στις απελευθερωμένες αλλά και στις περισσότερες κατεχόμενες περιοχές.

Η συγκρότηση της ΠΕΕΑ και η φιλοεαμική εξέγερση στα τμήματα του ελληνικού στρατού που πολεμούσαν στη Μέση Ανατολή, προκάλεσαν σοβαρή ανησυχία στους κύκλους του αστισμού και στους Βρετανούς, που οργάνωσαν διαπραγματεύσεις με το ΕΑΜ, οι οποίες κατέληξαν στο Σύμφωνο του Λιβάνου, τον Μάιο 1944. Το Σύμφωνο, που πρόβλεπε τον σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» με τη συμμετοχή εκπροσώπων του αστικού πολιτικού κόσμου και του ΕΑΜ, συνάντησε οξύτατη αντίδραση στις γραμμές του εαμικού κινήματος και του ΚΚΕ, χαρακτηριζόμενο ως απαράδεκτη αποδοχή των θέσεων του αντιπάλου. Εντούτοις, οι αντιδράσεις κάμφθηκαν και τον Σεπτέμβριο 1944 το ΕΑΜ συμμετείχε στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Τον ίδιο μήνα και ενώ οι Γερμανοί είχαν αρχίσει να αποχωρούν από την Ελλάδα, υπογράφηκε στην Καζέρτα της Ιταλίας Συμφωνία, με την οποία αναγνωριζόταν ως επικεφαλής του συνόλου των ενόπλων δυνάμεων της Αντίστασης και των τμημάτων του ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής, ο Βρετανός στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπι.

Με τις συμφωνίες αυτές το ΕΑΜ επιδίωκε την αποφυγή γενικευμένης εμφύλιας σύρραξης και την υλοποίηση του ιδρυτικού στόχου του, τόσο για την επίλυση του πολιτειακού ζητήματος όσο και για το άνοιγμα του δρόμου για ουσιαστικές κοινωνικές αλλαγές μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Στην πολιτική αυτή βάρυνε και η πρόθεση να μην υπάρξει αντιπαράθεση με τη Μεγάλη Βρετανία, που ήταν σύμμαχος της ΕΣΣΔ στον πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας.

Η Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο 1944, βρήκε το σύνολο, σχεδόν, της χώρας, στην ύπαιθρο και τα αστικά κέντρα, υπό τον έλεγχο του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Οι αντιεαμικές οργανώσεις δεν έλεγχαν παρά κάποιες περιοχές της Ηπείρου και μικρό τμήμα της ανατολικής Μακεδονίας. Εκτιμάται πως θα ήταν εξαιρετικά εύκολη η κατάληψη της εξουσίας τον Οκτώβριο, με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, αλλά κάτι τέτοιο ήταν έξω από τις προθέσεις της εαμικής ηγεσίας και της ηγεσίας του ΚΚΕ.

Ενάμισι μόλις μήνα μετά την εγκατάσταση της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» στην Αθήνα ξέσπασε η κρίση που οδήγησε στα Δεκεμβριανά. Αιτία ήταν η απόφαση της κυβέρνησης και του Σκόμπι να διαλυθούν τα ένοπλα σώματα της Αντίστασης και να συγκροτηθεί εθνικός στρατός, με όρους που περιόριζαν στο ελάχιστο τη δυνατότητα της Αριστεράς να ελέγχει τη σύνθεσή του. Η αντίθεση του ΕΑΜ στην απόφαση αυτή κατέληξε στην παραίτηση των εαμικών υπουργών και μετά τη δολοφονία από αστυνομικές δυνάμεις εαμικών διαδηλωτών, στις 3 και 4 Δεκεμβρίου, η αντιπαράθεση πήρε χαρακτήρα ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ του ΕΛΑΣ και των δυνάμεων της αντίδρασης, που τον κύριο και καλύτερα εξοπλισμένο όγκο τους αποτελούσαν τα βρετανικά στρατεύματα.

Με εξαίρεση τις επιχειρήσεις που οδήγησαν στη διάλυση του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο -όπου υπήρχε κίνδυνος εκτεταμένης απόβασης βρετανικών δυνάμεων προερχόμενων από την Ιταλία-, οι μάχες δόθηκαν, κυρίως, στην Αθήνα, μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου, όταν ο ΕΛΑΣ υποχρεώθηκε να αποχωρήσει από την πρωτεύουσα. Η αντιπαράθεση του Δεκέμβρη αποτέλεσε κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, αν και κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είχε συνειδητοποιηθεί από την ηγεσία του κινήματος.

Ήδη, είχαν παρουσιαστεί σοβαρά ρήγματα στις γραμμές του ΕΑΜ. Το ΣΚΕ, η ΕΛΔ και άλλες μικρότερες οργανώσεις, αλλά και προσωπικότητες προερχόμενες από τον χώρο της Κεντροαριστεράς, είχαν εκφράσει, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, την αντίθεσή τους στην ανοιχτή ένοπλη αντιπαράθεση, με αποτέλεσμα η δεκεμβριανή σύγκρουση να διεξάγεται κυρίως από το ΚΚΕ. Το ίδιο το ΚΚΕ δεν διεξήγαγε τον αγώνα με σκοπό την επικράτηση, αλλά επιδιώκοντας τη δημιουργία όρων που θα επέτρεπαν μια ομαλή δημοκρατική εξέλιξη. Επιπλέον, αν και ήταν τα βρετανικά στρατεύματα που σήκωναν το κύριο βάρος της αντιπαράθεσης με τον ΕΛΑΣ, το ΚΚΕ απέφευγε τη γενίκευση της σύγκρουσης, με την ενίσχυση του ΕΛΑΣ της Αθήνας και με την εξαπόλυση επίθεσης ενάντια στους Βρετανούς και έξω από την πρωτεύουσα.

Την υποχώρηση του ΕΛΑΣ και την ανακωχή ακολούθησε η υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, στις 12 Φεβρουαρίου 1945, ανάμεσα στο ΕΑΜ και την κυβέρνηση Πλαστήρα. Με τη Συμφωνία αυτή αποφασίστηκε η διάλυση των αντάρτικων οργανώσεων, η παράδοση των όπλων και η δρομολόγηση της συγκρότησης εθνικού στρατού, με όρους δυσμενείς για την Αριστερά. Ακόμη περισσότερο, η ποινικοποίηση δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να κριθούν πως δεν ήταν απαραίτητες για τους πολιτικούς στόχους, άνοιγε τον δρόμο για τη νόμιμη δίωξη των αγωνιστών του κινήματος.

Ο Συνασπισμός Κομμάτων του ΕΑΜ. Αμέσως μετά τη Βάρκιζα το εύρος των πολιτικών δυνάμεων που εντάσσονταν στο ΕΑΜ περιορίστηκε, με την αποχώρηση όσων είχαν διαφωνήσει με τη δεκεμβριανή αντιπαράθεση (ΕΛΔ, ΣΚΕ κ.ά.). Οι δυνάμεις που παρέμειναν στο ΕΑΜ και εξέφραζαν την τεράστια πλειονότητα του εαμικού κόσμου (κυρίως το ΚΚΕ, αλλά και το ΑΚΕ και άλλες μικρότερες πολιτικές κινήσεις, όπως το ΣΚΕ, του Γιάννη Πασαλίδη, το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα, του Μιχάλη Κύρκου, κ.ά.) συγκρότησαν τον Μάρτιο 1945 τον Συνασπισμό των Κομμάτων του ΕΑΜ, με τον οποίο συνεργαζόταν και το Κόμμα των Αριστερών Φιλελευθέρων. Κύρια επιδίωξη ήταν η ομαλή δημοκρατική εξέλιξη, με τη διενέργεια δημοψηφίσματος για τον θεσμό της βασιλείας και ελεύθερων εκλογών. Το ΕΑΜ εξακολουθούσε να συσπειρώνει τη μεγάλη πλειονότητα της εργατικής τάξης, όπως φάνηκε και από τις εκλογικές επιτυχίες του Εργατικού Αντιφασιστικού Συνασπισμού (ΕΡΓΑΣ) στις αρχαιρεσίες των συνδικάτων σε όλη την Ελλάδα και την κατάκτηση της Διοίκησης της ΓΣΕΕ, τον Μάρτιο 1946, καθώς και μεγάλα τμήματα των άλλων εργαζόμενων φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Εντούτοις, λίγο μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας εξαπολύθηκε ένα εντεινόμενο κύμα βίας και τρομοκρατίας ενάντια στον κόσμο της Αριστεράς. Η δραστηριότητα του ΕΑΜ στις περισσότερες περιοχές της χώρας περιοριζόταν, ως αποτέλεσμα της τρομοκρατίας, ενώ χιλιάδες αγωνιστές της Αντίστασης κατέφευγαν και πάλι στα βουνά για να προστατευτούν.

Το ΕΑΜ απείχε από τις εκλογές του Μαρτίου 1946, όπως έκαναν και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. Τους επόμενους μήνες η τρομοκρατία εντάθηκε ακόμη περισσότερο και από το καλοκαίρι του 1946 ενισχύθηκε με μια σειρά μέτρα έκτακτης ανάγκης, που οδήγησαν σε μαζικές συλλήψεις, φυλακίσεις και εκτοπίσεις, στην αποπομπή των νόμιμων αριστερών διοικήσεων από τις οργανώσεις του μαζικού κινήματος, ακόμη και σε εκτελέσεις αγωνιστών.

Ενώ στα βουνά εντεινόταν η δράση ανταρτοομάδων, το ΕΑΜ συνέχιζε να επιδιώκει την εξασφάλιση όρων δημοκρατικής διεξόδου, ακόμη και μετά την επάνοδο του βασιλιά με το δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου 1946, που χαρακτηρίστηκε από γενικευμένη βία και νοθεία.

Τον Δεκέμβριο 1947, με τη γενίκευση του Εμφυλίου Πολέμου και τον σχηματισμό κυβέρνησης των βουνών (Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση) από το ΚΚΕ, το ΕΑΜ τέθηκε εκτός νόμου, όπως και όλες οι μαζικές οργανώσεις που καθοδηγούσε (ΕΠΟΝ, Εθνική Αλληλεγγύη κ.λπ.), καθώς και τα βασικά κόμματα που το συγκροτούσαν (ΚΚΕ και ΑΚΕ).

Το ΕΑΜ αποτέλεσε την πλέον πετυχημένη, μαζική και ιστορικά σημαντική πολιτική συμμαχία που οικοδόμησε το ΚΚΕ από την ίδρυσή του. Αν και πρόθεση ήταν η συσπείρωση όλων των δυνάμεων που αντιτάσσονταν στον φασισμό και την ξένη κατοχή, η πολιτική συμπεριφορά των αστικών πολιτικών δυνάμεων δημιούργησε μεγάλο κενό εκπροσώπησης και έκφρασης των λαϊκών κοινωνικών δυνάμεων, που καλύφτηκε από το ΕΑΜ, στο οποίο ήταν αναμφισβήτητη η ηγεμονία του ΚΚΕ. Το ΕΑΜ αποτέλεσε, έτσι, τον ισχυρό πόλο συσπείρωσης ευρύτατων λαϊκών δυνάμεων, την κύρια δύναμη Αντίστασης στη φασιστική κατοχή, και σηματοδότησε την ανάδειξη της Αριστεράς και μάλιστα του ΚΚΕ, σε πλειοψηφική τάση στην ελληνική κοινωνία. Παρά τα καθοριστικής σημασίας πολιτικά λάθη της ηγεσίας του, που οδήγησαν, τελικά, στην ήττα του κινήματος, το ΕΑΜ εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς για την ευρύτερη Αριστερά.

Από το 1945 μέχρι το 1974 οι αγωνιστές που μετείχαν στο ΕΑΜ γνώρισαν ποικίλες διώξεις (φυλακίσεις, εξορίες, βασανισμούς, εκτελέσεις, αλλά και στέρηση του δικαιώματος στην εργασία κ.λπ.). Η καθοριστική συμβολή του στην Εθνική Αντίσταση αναγνωρίστηκε επίσημα από το ελληνικό κράτος δεκαετίες μετά, το 1982, όταν στην εξουσία είχε ανέλθει το ΠΑΣΟΚ, το οποίο διεκδικούσε μέρος της κληρονομιάς της εαμικής παράδοσης.

Στην ηγεσία του ΕΑΜ συμμετείχε το σύνολο των βασικών στελεχών του ΚΚΕ, από το οποίο προέρχονταν και οι εκάστοτε γραμματείς του (Λευτέρης Αποστόλου, Θανάσης Χατζής, Μιλτιάδης Πορφυρογένης και Μήτσος Παρτσαλίδης), ηγετικά στελέχη των συμμάχων κομμάτων (Ηλίας Τσιριμώκος, από την ΕΛΔ, Απόστολος Βογιατζής και Κώστας Γαβριηλίδης από το ΑΚΕ, Δημήτρης Στρατής και Χρήστος Χωμενίδης, από το ΣΚΕ, Γιάννης Καλομοίρης από το ΕΣΚΕ, Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, από τους Αριστερούς Φιλελεύθερους, κ.ά.), καθώς και ανένταχτοι παράγοντες, όπως οι Άγγελος Αγγελόπουλος, Νίκος Ασκούτσης, Γεώργιος Γεωργαλάς, Αλέξανδρος Σβώλος κ.ά.

 

Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Νέων (ΕΑΜΝ). Οργάνωση της νεολαίας του ΕΑΜ που ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο 1942. Είχε δομή ομοσπονδιακής συλλειτουργίας των οργανώσεων που το αποτελούσαν (ΟΚΝΕ, Αγροτική Νεολαία Ελλάδας, του ΑΚΕ, Λαϊκή Επαναστατική Νεολαία, της ΕΛΔ, Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδας, του ΣΚΕ, Λεύτερη Νέα, Ενιαίο Εθνικοαπελευθερωτικό Εργατοϋπαλληλικό Μέτωπο Νέων, του Εργατικού ΕΑΜ, Ενιαία Μαθητική Νεολαία, Μαχητής, της ΟΚΝΕ Σπουδαστών, Φιλική Εταιρία Νέων κ.ά.). Το ΕΑΜΝ είχε επικεφαλής του τον Πέτρο Ανταίο (Σταύρο Γιαννακόπουλο) και εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα «Λευτεριά». Η ανάπτυξή του ήταν ταχύτατη σε όλους τους χώρους όπου ζούσε, σπούδαζε και εργαζόταν η νεολαία, και χιλιάδες μέλη του εντάχθηκαν στον ΕΛΑΣ. Τον Φεβρουάριο 1943 το ΕΑΜΝ και οι οργανώσεις που το αποτελούσαν αυτοδιαλύθηκαν, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΕΠΟΝ.

 

Εθνικό Εργατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ ή Εργατικό ΕΑΜ). Μαζική αντιστασιακή και συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στα χρόνια της φασιστικής Κατοχής. Ιδρύθηκε στις 16 Ιουλίου 1941, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ. Το Ιδρυτικό υπογράφηκε από τον Κώστα Λαζαρίδη (της προπολεμικής Ενωτικής ΓΣΕΕ) και τον Γιάννη Καλομοίρη (της ΓΣΕΕ, της οποίας ήταν γραμματέας μέχρι τον επόμενο μήνα), και τους συνεργάτες του, Θεόδωρο Σισμανίδη (του Ε.Κ. Δράμας) και Μάνθο Πετρουλή (του Σωματείου Λογιστών Ατμοπλοίων). Τον Σεπτέμβριο 1941 εντάχθηκαν και τα στελέχη των προπολεμικών Ανεξάρτητων Εργατικών Συνδικάτων, με εκπρόσωπο τον Δημήτρη Στρατή, που συγκρότησαν τη Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Παράταξη. Η ίδρυσή του θεωρήθηκε υλοποίηση της απόφασης για την ενότητα των συνδικαλιστικών δυνάμεων που είχε δρομολογηθεί το 1936 και ανέκοψε η δικτατορία Μεταξά.  Όργανό του ήταν η παράνομη εφημερίδα «Εργατικό Βήμα». Στα 1942-43 και μέχρι την ίδρυση της ΕΠΟΝ, λειτουργούσε στο πλαίσιο του ΕΕΑΜ και το Ενιαίο Εθνικοαπελευθερωτικό Εργατοϋπαλληλικό Μέτωπο Νέων.

Το ΕΕΑΜ έθεσε ως στόχους την οργάνωση των αγώνων για τις οικονομικές διεκδικήσεις των εργαζομένων, την πάλη κατά της αισχροκέρδειας και της μαύρης αγοράς, την υπεράσπιση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και τη συμβολή στη συγκρότηση ενιαίου πανελλαδικού εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου. Στην κατεύθυνση αυτή εντάχθηκε στο ΕΑΜ μετά την ίδρυσή του, τον Σεπτέμβριο του 1941, οργάνωσε εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις, απεργίες για την εξασφάλιση συσσιτίων για τους εργαζόμενους, ακόμη και καταλήψεις εργοστασίων, που συνέχισαν να λειτουργούν υπό εργατικό έλεγχο. Με τις κινητοποιήσεις του 1943 αποτράπηκε τόσο η πολιτική επιστράτευση και αποστολή Ελλήνων εργατών στη Γερμανία όσο και η επέκταση της βουλγαρικής κατοχής στην κεντρική Μακεδονία. Χάρη στη δραστηριότητα του ΕΕΑΜ, η Ελλάδα ήταν, στα 1942-43, η κατεχόμενη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία αναπτύχθηκε το μεγαλύτερο μαζικό διεκδικητικό κίνημα των εργαζομένων.

Δομημένο κατ’ αντιστοιχία με το συνδικαλιστικό κίνημα, το ΕΕΑΜ αποτέλεσε ουσιαστικά τη συνδικαλιστική έκφραση της εργατικής τάξης, την οποία δεν μπορούσε να εκφράσει η διορισμένη από την κατοχική κυβέρνηση Διοίκηση της ΓΣΕΕ, και την πλέον μαζική οργάνωση των εργαζομένων στη νεοελληνική ιστορία. Κατά την Πανελλαδική Εργατική Συνδιάσκεψη του Φεβρουαρίου 1944, το σύνολο, σχεδόν, των Εργατικών Κέντρων της χώρας είχε ενταχθεί στις γραμμές του και τον Αύγουστο η Κ.Ε. του ΕΕΑΜ αυτοανακηρύχτηκε Διοίκηση της ΓΣΕΕ. Ως τέτοια την αναγνώρισε η κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» μετά την Απελευθέρωση.

H δράση του ΕΕΑΜ κατά την Κατοχή πληρώθηκε με πολυάριθμα θύματα μεταξύ των μελών και στελεχών του. Ανάμεσά τους και ο γραμματέας του Λαζαρίδης, που εκτελέστηκε το 1943. Μεταξύ των βασικών του στελεχών, εκτός από τους κομμουνιστές συνδικαλιστές (Λαζαρίδης, Κώστας Θέος, που τον διαδέχτηκε στην ηγεσία της οργάνωσης, Μήτσος Παπαρήγας κ.ά.), ήταν ο συνεργαζόμενος ήδη από τον Μεσοπόλεμο με τους κομμουνιστές, Δημήτρης Μαργιόλης, οι σοσιαλιστές Στρατής, Γεώργιος Λάσκαρης κ.ά., αλλά και εκπρόσωποι του συντηρητικού συνδικαλισμού, όπως ο Καλομοίρης κ.ά.

Οι περισσότεροι από τους συντηρητικούς συνδικαλιστές, καθώς και κάποιοι από τους σοσιαλιστές, μετά την Απελευθέρωση διέκοψαν τη συνεργασία με την κομμουνιστική Αριστερά και πολλοί απ’ αυτούς διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στην οικοδόμηση του μεταπολεμικού αντικομμουνιστικού εργατοπατερικού συνδικαλισμού. Από την άλλη, το ΕΕΑΜ αποτέλεσε το φυτώριο για την ανάδειξη της μεγάλης πλειονότητας των αγωνιστών του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος των επόμενων δεκαετιών.

 

Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός. Παράνομη αντιδικτατορική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1967, από τους παλιούς αγωνιστές του ΕΛΑΣ, Αλέκο Ζωγράφο (Λαοκράτη), Παναγιώτη Μηλιώτη (Σπάρτακο), Ξενοφώντα Παπανικολάου κ.ά. Εξαρθρώθηκε το 1969 και τα μέλη της βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.

 

Ειρήνης κίνημα. Ένα από τα πιο σημαντικά κινήματα που συνδέονται άμεσα με το εργατικό κίνημα. Η αντίθεση στον πόλεμο αποτέλεσε θέση αρχής για την Α΄ και τη Β΄ Διεθνή, αν και πάντα γινόταν η διάκριση ανάμεσα σε πολέμους επιθετικούς-κατακτητικούς και πολέμους εθνικοαπελευθερωτικούς. Σοβαρές αντιπαραθέσεις προκάλεσε η στάση απέναντι στους αποικιοκρατικούς πολέμους, τμήματος της δεξιάς πτέρυγας της σοσιαλδημοκρατίας, που τους αντιμετώπιζε σαν αναγκαίους για την ένταξη των υπό κατάκτηση χωρών στις διαδικασίες καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η αντίθεση σ’ έναν ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο δεν εμπόδισε πολλά από τα κόμματα της Β΄ Διεθνούς να ταχθούν υπέρ του πολέμου που ξέσπασε το 1914, με συνέπεια τη διάλυσή της και τη συγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος από την αριστερή πτέρυγα των σοσιαλιστικών τάσεων που αντιτάχθηκαν στον πόλεμο.

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου το κ.ε. αποτέλεσε ένα από τα κύρια μέτωπα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και των Κ.Κ., και κατά τη δεκαετία του 1930 συνδέθηκε με το αντιφασιστικό κίνημα. Αν και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος χαρακτηρίστηκε ιμπεριαλιστικός από την Κομμουνιστική Διεθνή, ήταν σαφής η τοποθέτηση υπέρ της άμυνας των χωρών που δέχονταν επίθεση από τις δυνάμεις του Άξονα, ενώ η γερμανική εισβολή στην ΕΣΣΔ το 1941 θεωρήθηκε πως προσέδωσε στον πόλεμο χαρακτήρα αναμέτρησης ανάμεσα στις δυνάμεις της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, και στις δυνάμεις του φασισμού. Η πρωτοπόρα συμμετοχή των Κ.Κ. στα αντιφασιστικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα τα ανέδειξε σε ηγεμονικές πολιτικές δυνάμεις σε μια σειρά χώρες και σε πολλές απ’ αυτές τους άνοιξε τον δρόμο για την άνοδο στην εξουσία.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κ.ε. πρότασσε ως κύριο στόχο τον αγώνα ενάντια στον Ψυχρό Πόλεμο, στα πυρηνικά όπλα μαζικής καταστροφής και στις ιμπεριαλιστικές πολεμικές επεμβάσεις. Από το 1956 η ΕΣΣΔ και το μεγαλύτερο μέρος του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος πρόβαλλαν την πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ σοσιαλιστικού και ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, την οποία η Λαϊκή Κίνα και το μ-λ ρεύμα που συγκροτήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 κατήγγειλαν ως πολιτική συμβιβασμού με τον ιμπεριαλισμό.

Ισχυρό κ.ε. αναπτύχθηκε κατά την περίοδο 1965-74, κυρίως στις ΗΠΑ, αλλά και σε άλλες χώρες, ενάντια στην αμερικανική επέμβαση στο Βιετνάμ, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 το κ.ε. επικέντρωσε στον αγώνα ενάντια στην ανάπτυξη και εγκατάσταση νέων όπλων μαζικής καταστροφής από το ΝΑΤΟ. Σημαντικά τμήματα του κ.ε. αντιτάσσονταν και στους ανάλογους πολεμικούς εξοπλισμούς του Συμφώνου της Βαρσοβίας.

Η διάλυση της ΕΣΣΔ και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, το 1991, σηματοδότησε το πέρασμα σε μια περίοδο μονοκρατορίας των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και κυρίως των ΗΠΑ, που εκφράστηκε με σειρά στρατιωτικών επεμβάσεων, κυρίως σε χώρες του ισλαμικού κόσμου, αλλά και στα Βαλκάνια, και πολλές απ’ αυτές αντιμετωπίστηκαν σαν αναγκαίες ακόμα και από τμήματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Εντούτοις, το διεθνές κ.ε. επανεμφανίστηκε κατά την αμερικανονατοϊκή εισβολή στο Ιράκ, το 2003.

Το κ.ε. στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα δεν υπήρξε κ.ε. μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς οι πόλεμοι που διεξάγονταν θεωρούνταν εθνικοαπελευθερωτικοί, όχι μόνο από το σύνολο, σχεδόν, των Ελλήνων σοσιαλιστών, αλλά και από το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα. Άλλωστε, σοσιαλιστές, αναρχικοί και άλλοι αριστεροί ριζοσπάστες από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες είχαν συμμετάσχει ως εθελοντές τόσο στις κρητικές επαναστάσεις όσο και στον πόλεμο του 1897 και τον Α΄ Βαλκανικό του 1912-13.

Ζήτημα υπεράσπισης της ε. τέθηκε με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, όταν η νεοσύστατη Ελληνική Βιβλιοθήκη Ειρηνοφίλων κυκλοφόρησε το πρώτο ελληνικό αντιπολεμικό βιβλίο, «Το ειρηνευτικόν κράτος», του σοσιαλιστή Βασιλείου Δουδούμη. Από τον επόμενο χρόνο η διένεξη μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών σχετικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο δίχασε και τους σοσιαλιστές. Ένα σημαντικό τμήμα τους και κυρίως οι σοσιαλιστές παλαιότερων γενεών (Δρακούλης, Καλλέργης, Σκληρός, Γιαννιός κ.ά.), καθώς και οι μετριοπαθείς σοσιαλδημοκράτες Κοινωνιολόγοι, που ήδη είχαν ενταχθεί στο βενιζελικό Κόμμα των Φιλελευθέρων,  τάχθηκαν υπέρ της συμμετοχής στον πόλεμο, υποστηρίζοντας ότι με την επέκταση του ελληνικού κράτους θα συντελούνταν η εθνική ολοκλήρωση, η οποία θα συνέβαλε στην καπιταλιστική ανάπτυξη και στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, διαμορφώνοντας όρους κατάλληλους για την ανάπτυξη του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος.

Εντούτοις, η πλειονότητα των σοσιαλιστών, που εκφραζόταν, κυρίως, από τη Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και από τη Σοσιαλιστική Ένωση της Αθήνας, τοποθετήθηκε κατά της συμμετοχής στον πόλεμο, φτάνοντας μέχρι και σε συνεργασία με τους αντιβενιζελικούς στις εκλογές του 1915, κατά τις οποίες εκλέχτηκαν βουλευτές οι Αλμπέρτο Κουριέλ και Αριστοτέλης Σίδερης. Απ’ αυτή την αντιπολεμική πτέρυγα πάρθηκαν οι πρωτοβουλίες ενοποίησης του σοσιαλιστικού κινήματος, που κατέληξαν το 1918 στην ίδρυση του ΣΕΚΕ, το οποίο αντιτάχθηκε τόσο στη συμμετοχή ελληνικού στρατού στην Εκστρατεία της Ουκρανίας ενάντια στη Ρωσική Επανάσταση, το 1919, όσο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στα 1919-22.

Το αντιπολεμικό κίνημα της περιόδου 1915-22 προσέλαβε μαζικό χαρακτήρα και παρ’ όλο που μέχρι το 1920 ηγεμονευόταν από τις συντηρητικές δυνάμεις του αντιβενιζελισμού, έδωσε τη δυνατότητα στους σοσιαλιστές να συνδεθούν με σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων λαϊκών στρωμάτων. Η αντιπολεμική δραστηριότητα των σοσιαλιστών-κομμουνιστών στρατιωτών στη Μικρά Ασία, όπου συγκροτήθηκαν αντιπολεμικές ομάδες, εκδίδονταν παράνομες αντιπολεμικές εφημερίδες κ.λπ., προκάλεσε διώξεις εναντίον τους και εναντίον του ΣΕΚΕ.

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου η αντιπολεμική δραστηριότητα και κυρίως η προπαγάνδα κατά του πολέμου, αποτέλεσε σταθερό προσανατολισμό του ΚΚΕ και της ΟΚΝΕ, ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 συνδέθηκε με τον αγώνα κατά του φασισμού. Ήδη από το 1935, το ΚΚΕ επισήμανε τον κίνδυνο επίθεσης κατά της Ελλάδας από τη φασιστική Ιταλία, υποστηρίζοντας την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας.

Στη βάση αυτού του προσανατολισμού τοποθετήθηκε το 1940 ο κρατούμενος ηγέτης του κόμματος Νίκος Ζαχαριάδης, με το ιστορικό γράμμα του, και η μεγάλη πλειονότητα των κομμουνιστών. Στην κατεύθυνση απόκρουσης της ιταλικής εισβολής αντιτάχθηκαν τόσο η Παλιά Κ.Ε. του ΚΚΕ όσο και οι τροτσκιστές και οι αρχειομαρξιστές, υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές και οι κομμουνιστές θα έπρεπε ν’ αγωνιστούν για τη συναδέλφωση με τους Ιταλούς στρατιώτες και την ανατροπή του καθεστώτος Μεταξά. Τη συνέχιση του πολέμου μετά την απώθηση των εισβολέων πέρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα την κατήγγειλε ο Ζαχαριάδης με δύο νέα γράμματά του, τα οποία η δικτατορία Μεταξά δεν δημοσιοποίησε.

Η τοποθέτηση υπέρ του αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία καθόρισε την πολιτική του ΚΚΕ και κατά την περίοδο της Κατοχής, και εκφράστηκε με την ίδρυση και δράση του ΕΑΜ. Στην πολιτική αυτή αντιτάχθηκαν και πάλι οι τροτσκιστικές οργανώσεις και οι αρχειομαρξιστές, που θεωρούσαν την Αντίσταση συνέχιση του ιμπεριαλιστικού πολέμου και κατήγγειλαν το ΕΑΜ σαν εθνικιστικό.

Μετά το ξέσπασμα του Ψυχρού Πολέμου το ΚΚΕ ευθυγραμμίστηκε με το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα στον αγώνα κατά των πυρηνικών εξοπλισμών, συγκροτώντας, ήδη από την περίοδο του Εμφυλίου, την Πανελλήνια Επιτροπή Οπαδών της Ειρήνης, η οποία λειτούργησε μέχρι το 1951, με βασικά στελέχη τους αριστερούς δημοκράτες Νίκο Βέη, Νεόκοσμο Γρηγοριάδη, Σταμάτη Χατζήμπεη κ.ά. Παράλληλα δρούσε και το Δημοκρατικό Φιλειρηνικό Μέτωπο Νέων, στελεχωμένο από μέλη της παράνομης ΕΠΟΝ, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Νικηφορίδης, που συνελήφθη και εκτελέστηκε τον Μάρτιο 1951.

Η υπεράσπιση της ε. αποτέλεσε μια από τις βασικές ιδρυτικές διακηρύξεις της ΕΔΑ και της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ), κεντρικό όργανο της οποίας ήταν η εφημερίδα «Φρουροί της Ειρήνης». Το μετεμφυλιακό καθεστώς, ταυτίζοντας τους στόχους του κ.ε. με την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ, το αντιμετώπιζε σαν όργανο του παράνομου ΚΚΕ για την εξυπηρέτηση «αντεθνικών συμφερόντων» και οι διώξεις εναντίον του γίνονταν όχι μόνο με βάση τον νόμο 509 που απαγόρευε τη δραστηριότητα του ΚΚΕ, αλλά και με τον νόμο 375 της μεταξικής δικτατορίας περί κατασκοπείας. Με αφορμή την υπόθεση Μπελογιάννη απαγορεύτηκε η εφημερίδα της ΕΔΝΕ, ενώ ταυτόχρονα υποχώρησε συνολικά και το κ.ε.

Το 1954 ιδρύθηκε η Ένωση Φίλων της Ειρήνης στην Ελλάδα και το 1956 η Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη (ΕΕΔΥΕ) που εξέδιδε το περιοδικό «Δρόμοι της Ειρήνης». Το 1962 ιδρύθηκε ο Ελληνικός Σύνδεσμος Νέων Μπέρτραντ Ράσελ, που διοργάνωσε την Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης τον Απρίλιο, την οποία απαγόρευσε η αστυνομία και την πραγματοποίησε μικρή ομάδα αγωνιστών, με επικεφαλής τον βουλευτή της Αριστεράς, Γρηγόρη Λαμπράκη. Ένα μήνα αργότερα η δολοφονία του στη Θεσσαλονίκη θα σηματοδοτήσει την εκρηκτική άνοδο του κ.ε., που θα αποτελέσει ιδρυτικό στόχο της Δημοκρατικής Κίνησης Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης και κατόπιν της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Στα 1964-66 διοργανώνονταν ετήσιες Μαραθώνιες Πορείες Ειρήνης και άλλες μαζικές κινητοποιήσεις, κυρίως ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ και κατά των προκλήσεων της Τουρκίας και του ΝΑΤΟ σε βάρος της Κύπρου. Την πολιτική του κ.ε. εκείνης της περιόδου καθόριζε η υποστήριξη από το ΚΚΕ και την ΕΔΑ της ειρηνικής συνύπαρξης την οποία προωθούσε η ΕΣΣΔ και στην οποία αντιτάσσονταν οι τροτσκιστές και οι κινήσεις μαοϊκού προσανατολισμού που είχαν ήδη συγκροτηθεί.

Μετά την πτώση της δικτατορίας το κ.ε. ανασυγκροτήθηκε με κύριο φορέα την ΕΕΔΥΕ, η οποία συνδεόταν με το ΚΚΕ. Το 1981 ιδρύθηκε η Αδέσμευτη Κίνηση Ειρήνης (ΑΚΕ) με την υποστήριξη του ΚΚΕ εσ. και οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, η οποία ασκούσε κριτική και στη σοβιετική εξωτερική πολιτική.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 το κ.ε. υποχώρησε, αν και στην Ελλάδα έγιναν μεγάλες κινητοποιήσεις ενάντια στους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία το 1999 και κατά των πολεμικών επεμβάσεων στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, στα 2001 και 2003. Εκτός από την ΕΕΔΥΕ και την ΑΚΕ, η δραστηριότητα της οποίας έχει ατονήσει, από τη δεκαετία του 2000 δρα και η κίνηση Συμμαχία «Σταματήστε τον πόλεμο» που συνδέεται με το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ), η Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση κ.ά.

 

Εισοδισμός. Η τακτική της οργανωμένης ένταξης σε έναν πολιτικό φορέα, με σκοπό την επίδραση στην πολιτική του κατεύθυνση ή και την απόσπαση μέρους των μελών του. Εφαρμόζεται, κυρίως, από τάσεις του τροτσκιστικού κινήματος, που πραγματοποιούν ε. σε μαζικά κόμματα, ιδιαίτερα σοσιαλιστικά. Την τακτική του ε. είχε προτείνει ο ίδιος ο Τρότσκι κατά τη δεκαετία του 1930 και εφαρμόστηκε από τη δεκαετία του 1950, με την υποστήριξη του τότε ηγέτη της 4ης Διεθνούς Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο).  Η αντίθεση σ’ αυτή την κατεύθυνση αποτέλεσε αιτία διασπάσεων του τροτσκιστικού κινήματος, με κυριότερη την απόσχιση της τάσης Χίλι, το 1953. Αντίθετα, άλλες τάσεις, με σημαντικότερη την τάση Γκραντ, ανήγαγαν τον ε. σε κύρια μορφή οργανωτικής τακτικής.

Στην Ελλάδα η εισοδιστική τακτική εφαρμόστηκε πρώτη φορά από την Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας, που εντάχθηκε στο ΚΚΕ στα 1930-32, ως Τάση Μπολσεβικοποίησης, αλλά στη συνέχεια τα μέλη της διαγράφηκαν από το κόμμα. Εφαρμόστηκε, επίσης, στα 1945-46 από μέλη του Επαναστατικού Σοσιαλιστικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος Ελλάδας, μετά τη διάλυσή του, που εντάχθηκαν ως Επαναστατική Διεθνιστική Παράταξη στην ΕΛΔ-ΣΚΕ. Ο ε. ακολουθήθηκε στα 1954-58 από το τροτσκιστικό Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας, με την ένταξη στελεχών του στον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο Νέων και κατόπιν με την ένταξη στην ΕΔΑ. Η αντίθεση στον ε. στην ΕΔΑ προκάλεσε και την αποχώρηση ομάδας με επικεφαλής τους Κώστα Καστρίτη και Γιάννη Θεοδωράτο, που συγκρότησε αργότερα την Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ), η οποία συνδέθηκε με την τάση Χίλι.

Μετά τη Μεταπολίτευση του 1974 εισοδιστική τακτική ακολουθήθηκε από τροτσκιστικές ομάδες και οργανώσεις, κυρίως απέναντι στο ΠΑΣΟΚ. Την εφάρμοσαν στελέχη παμπλικού προσανατολισμού (Γιώργος Δαλαβάγκας, Δημήτρης Λιβιεράτος κ.ά.), που όπως και ο ίδιος ο Πάμπλο συμμετείχαν και στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του, και η συνδεδεμένη με την τάση Γκραντ οργάνωση του Ξεκινήματος. Μετά την αποχώρησή της από το ΠΑΣΟΚ, το 1992, ο ε. συνεχίστηκε από ομάδα που αποσπάστηκε από το Ξεκίνημα και συσπειρώθηκε γύρω από την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Έκφραση». Διάσπαση αυτής της ομάδας αποτέλεσε το 2005 η Μαρξιστική Τάση, που προσανατολίστηκε προς το ΚΚΕ, το 2009 εντάχθηκε στον Συνασπισμό, το 2013 συγκρότησε την Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ και στα 2015-16 συμμετείχε στη Λαϊκή Ενότητα.

 

Εκ Νέου. Περιοδικό που εξέδιδε από το 2009 και μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, ο Τομέας Νεολαίας της Αριστερής Ανασύνθεσης (ΑΡΑΝ). Κυκλοφορούσαν ένα έως δύο τεύχη ετησίως.

 

Εκτός των τειχών. Εκδοτικός οργανισμός του ΚΚΕ (μ-λ). Από το 2000 διατηρεί ομώνυμο βιβλιοπωλείο στην Αθήνα.

 

Εκπαιδευτικός Όμιλος. Κίνηση που ιδρύθηκε ως σωματείο το 1910 στην Αθήνα, με σκοπό «την αναμόρφωση της ελληνικής εκπαίδευσης». Την αποτέλεσαν εκπαιδευτικοί, λογοτέχνες κ.ά. προοδευτικοί διανοούμενοι, που επιδίωκαν την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση και την καταπολέμηση του σχολαστικισμού. Ο Ε.Ο. συνεργάστηκε στα 1917-20 με την κυβέρνηση Βενιζέλου για την καθιέρωση της δημοτικής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και με τις βενιζελογενείς κυβερνήσεις στα 1922-25 για την προώθηση και άλλων επιμέρους εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων. Κορυφαία στελέχη του ήταν οι Δημήτρης Γληνός, Αλέξανδρος Δελμούζος, Μανώλης Τριανταφυλλίδης κ.ά.

Το 1927 ο Ε.Ο. διασπάστηκε, μετά την αποχώρηση της αριστερής του πτέρυγας, η οποία υποστήριζε τη σύνδεση του αγώνα για τη δημοτική γλώσσα και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με το εργατικό κίνημα και την προοπτική σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Ο νέος αριστερός Ε.Ο. διαλύθηκε το 1929, μετά τη διαφωνία του σοσιαλιστή γραμματέα του, Στρατή Σωμερίτη, με τον Γληνό, ο οποίος προσανατολιζόταν σε φιλοκομμουνιστικές θέσεις.

Ο Ε.Ο. ανασυστάθηκε τον Δεκέμβριο 1945, με πρωτοβουλία διανοουμένων του ΕΑΜ. Στελέχη του ήταν οι Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, που ανέλαβε πρόεδρος, Νίκος Βέης, Ρόζα Ιμβριώτη, Άγγελος Σικελιανός, Θρασύβουλος Σταύρου, Σωμερίτης, Κώστας Σωτηρίου κ.ά. Διαλύθηκε το 1947, όταν εντάθηκε η κρατική τρομοκρατία, λόγω του Εμφυλίου Πολέμου. 

 

Εκτός Γραμμής. Περιοδικό που εξέδιδε περίπου ανά τετράμηνο, από το 2004, η Αριστερή Ανασύνθεση (ΑΡΑΝ). Τα τελευταία χρόνια εκδίδεται ηλεκτρονικά, ενώ λειτουργεί και ομώνυμος εκδοτικός οίκος, με υπεύθυνο τον Γιώργο Καλαμπόκα, που εκδίδει μαρξιστικά έργα, κυρίως του ρεύματος Αλτουσέρ.

 

Ελεύθερα Γράμματα. Εβδομαδιαίο και αργότερα δεκαπενθήμερο αριστερό λογοτεχνικό περιοδικό που εκδόθηκε το 1945. Βασικοί συντελεστές της έκδοσής του ήταν οι Γιάννης Αγγέλου, Νικηφόρος Βρεττάκος, Στρατής Δούκας και Δημήτρης Φωτιάδης. Μέχρι το 1947 συνδεόταν άμεσα με το ΚΚΕ, με υπεύθυνο τον Γιώργο Λαμπρινό. Παρά τις διώξεις κατά των συνεργατών του κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου, η έκδοσή του συνεχίστηκε μέχρι το 1951.

Με τα «Ε.Γ.» συνεργάστηκε πλήθος λογοτεχνών, καλλιτεχνών και διανοουμένων της εποχής, όπως οι Άρης Αλεξάνδρου, Έλλη Αλεξίου, Φοίβος Ανωγειανάκης, Μέλπω Αξιώτη, Μάρκος Αυγέρης, Κώστας Βάρναλης, Γιάννης Βεάκης, Τάσος Βουρνάς, Γιάννης Δάλλας, Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Ρόζα Ιμβριώτη, Θράσος Καστανάκης, Νίκος Κατηφόρης, Βάσω Κατράκη, Γιάννης Κορδάτος, Θέμος Κορνάρος, Γιώργος Κοτζιούλας, Τάσος Λειβαδίτης, Μενέλαος Λουντέμης, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Ρίτα Μπούμη-Παπά, Γιάννης Ρίτσος κ.ά. Ανάμεσά τους, τουλάχιστον μέχρι και το 1946, και πρόσωπα που δεν συνδέονταν άμεσα ή έμμεσα με το ΚΚΕ, όπως οι Νίκος Καζαντζάκης, Άγγελος Σικελιανός, Άγγελος Τερζάκης, Μανώλης Τριανταφυλλίδης κ.ά.

 

Ελεύθερα Συνδικάτα. Εφημερίδα που εκδόθηκε το 1951, ως όργανο του σοσιαλιστικού Κινήματος Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ). Μετά την ενοποίηση του ΚΕΣ με το ΕΣΚΕ της ΕΔΑ, το 1955, αποτέλεσε όργανο του ενιαίου Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ). Η έκδοσή της σταμάτησε με την επιβολή της δικτατορίας, το 1967.

 

Ελεύθερη Ελλάδα. 1. Οι περιοχές που απελευθέρωσε ο ΕΛΑΣ κατά την περίοδο της Κατοχής. Επρόκειτο, κυρίως, για εκτεταμένο τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας, με επίκεντρο τον ορεινό όγκο της Πίνδου, όπου αναπτύχθηκαν θεσμοί λαϊκής εξουσίας, όπως η Λαϊκή Αυτοδιοίκηση, η Λαϊκή Εκπαίδευση, η Λαϊκή Δικαιοσύνη κ.λπ. Ο σχηματισμός της κυβέρνησης των βουνών, της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), και η εκλογή του Εθνικού Συμβουλίου τον Μάρτιο-Απρίλιο 1944, σηματοδότησαν τη δημιουργία ενός παράλληλου ελεύθερου κράτους στην κατεχόμενη Ελλάδα, με τους δικούς του θεσμούς, στηριγμένου στην ένοπλη δύναμη του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής κ.λπ.

Παρά τη διάλυση της ΠΕΕΑ, με τη συμμετοχή του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου, τον Σεπτέμβριο-Νοέμβριο 1944, οι θεσμοί της Ε.Ε. εξακολούθησαν να λειτουργούν, έχοντας επεκταθεί στο σύνολο, σχεδόν, της χώρας. Το παράλληλο «εαμικό κράτος» διαλύθηκε μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο 1945.

Ε.Ε. ονομάστηκαν και οι περιοχές της δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου, όπου δρούσε ο κύριος όγκος του ΔΣΕ, στα 1947-49. Επιχειρήθηκε και τότε η λειτουργία θεσμών λαϊκής εξουσίας ανάλογων μ’ αυτούς της κατοχικής Ε.Ε., αν και το έδαφος ήταν περιορισμένο, ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού μεταφέρθηκε βίαια από τον κυβερνητικό στρατό στις πόλεις που έλεγχε. 

2. Εφημερίδα του ΕΑΜ, όργανο της Κ.Ε. Εκδιδόταν παράνομα στην Αθήνα από τον Απρίλιο 1942 και αργότερα η έδρα της μεταφέρθηκε στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας. Συνέχισε την έκδοσή της ως καθημερινή στην Αθήνα μετά την Απελευθέρωση, μέχρι την απαγόρευσή της, το 1947. Από τα Δεκεμβριανά μέχρι τον Φεβρουάριο 1945 τυπωνόταν στα Τρίκαλα. Στη σύνταξή της συμμετείχαν οι Κώστας Βιδάλης, Βάσος Γεωργίου, Νίκος Καρβούνης, Μπάμπης Κλάρας, Μιχάλης Κύρκος, Δημήτρης Χατζής κ.ά.

3. Ραδιοσταθμός του ΚΚΕ. Άρχισε να εκπέμπει ως ραδιοσταθμός του ΔΣΕ από το Βελιγράδι τον Απρίλιο 1947 και τον Μάρτιο 1949 μεταφέρθηκε στο Βουκουρέστι, απ’ όπου εξέπεμπε και μετά τη λήξη του Εμφυλίου. Την πολιτική καθοδήγηση του ραδιοσταθμού την είχε ο ίδιος ο γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, διευθυντής του ήταν ο Λευτέρης Ελευθερίου και αρχισυντάκτης ο Δημήτρης Χατζής. Σε συνθήκες παρανομίας του κόμματος, τόσο κατά την περίοδο του Εμφυλίου όσο και στη συνέχεια, η «Ε.Ε.» αποτελούσε την κύρια, αν όχι και την αποκλειστική πηγή ενημέρωσης του κόσμου της Αριστεράς -ιδιαίτερα στην επαρχία, όπου συνήθως δεν κυκλοφορούσαν αριστερές εφημερίδες- για τις κομματικές θέσεις, αλλά και μέσο αντιπληροφόρησης απέναντι την προπαγάνδα των κρατικών και των άλλων αστικών μέσων ενημέρωσης. Το 1956, λίγο πριν την καθαίρεση της καθοδήγησης Ζαχαριάδη, ο σταθμός σταμάτησε να λειτουργεί και ανασυστάθηκε το 1958, με τον τίτλο «Φωνή της Αλήθειας». Η αλλαγή της ονομασίας του σχετίζεται με την εγκατάλειψη από το ΚΚΕ των αναφορών στην προοπτική επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας και στον περιορισμό των αναφορών στον Εμφύλιο.

4. Εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδιδόταν στη Ρώμη, στα 1970-74, μετά τη διακοπή έκδοσης του περιοδικού «Ελεύθερη Πατρίδα». Εξέφραζε τις θέσεις του ΚΚΕ εσωτερικού.

 

Ελεύθερη Ζωή. Εφημερίδα που εξέδιδε παράνομα στα 1943-44 το Κόμμα Εργασίας, του Γεωργίου Γεωργιάδη. Συνέχισε να εκδίδεται νόμιμα μετά την Απελευθέρωση από διευρυμένη Σ.Ε., με τη συμμετοχή των Κώστα Καλατζόπουλου, Τέρπου Πειλήδη, Νίκου Πουλιόπουλου, Άγγελου Προκοπίου κ.ά. Πολλοί απ’ αυτούς συμμετείχαν στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης.

 

Ελεύθερη Πατρίδα. 1.  Περιοδικό που εκδιδόταν στη Ρώμη στα 1967-70 και κατόπιν μετεξελίχθηκε στην εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα». Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ εξέφρασε τις θέσεις του ΚΚΕ εσωτερικού.

2.  Προσκείμενη στο ΚΚΕ εφημερίδα, που εκδιδόταν στα 1969-74 στο Λονδίνο, με διευθυντή τον Τάκη Αδάμο.

 

Ελευθερία. 1. Παράνομη εφημερίδα που εξέδιδε το 1937 το Αντιδικτατορικό Μέτωπο Νέων.

2. Παράνομη οργάνωση που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία κομμουνιστών στη Θεσσαλονίκη, τον Μάιο 1941, με σκοπό την οργάνωση της Αντίστασης ενάντια στη φασιστική κατοχή. Στην ίδρυσή της συμμετείχαν και δημοκρατικοί στρατιωτικοί, με επικεφαλής τον Δημήτρη Ψαρρό, που σύντομα αποχώρησαν. Γραμματέας της ήταν ο Παρασκευάς Μπάρμπας, από το ΚΚΕ, και στην ηγεσία της συμμετείχαν ο Γιάννης Πασαλίδης, από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, ο Γιάννης Ευθυμιάδης, από τη Δημοκρατική Ένωση, και ο Θανάσης Φείδας, από το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας. Εξέδιδε ομώνυμη εφημερίδα και συνέβαλε στη συγκρότηση των πρώτων ένοπλων αντιστασιακών ομάδων στη Μακεδονία. Με την ίδρυση του ΕΑΜ, τον Σεπτέμβριο 1941, εντάχθηκε στις γραμμές του και αυτοδιαλύθηκε.

3. Παράνομη εφημερίδα που κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη από τον πρώτο καιρό της Κατοχής το 1941, ως όργανο της ομώνυμης οργάνωσης. Μετά την ένταξή της στο ΕΑΜ συνέχισε να εκδίδεται ως όργανο του ΕΑΜ Μακεδονίας. Κυκλοφόρησε και ως νόμιμη στα 1944-47.

4. Εφημερίδα που εκδιδόταν στα 1943-44 από την Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας, που δρούσε στις γραμμές του ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής.

 

Ελευθεριακή Συνδικαλιστική Ένωση (ΕΣΕ). Αναρχοσυνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 2003. Εξέδιδε την εφημερίδα «Επί τα Πρόσω» και συνδέεται με το διεθνές ρεύμα των αναρχοσυνδικαλιστικών κινήσεων.

 

Ελευθερίου Λευτέρης (1916-1997). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Κάσο και μεγάλωσε στον Πειραιά. Ως φοιτητής του Πολυτεχνείου στη Θεσσαλονίκη εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και κατόπιν στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ. Συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ και το 1949 εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση του ραδιοσταθμού του ΚΚΕ «Ελεύθερη Ελλάδα». Αν και τοποθετήθηκε κατά της πολιτικής του Ζαχαριάδη, αντιτάχθηκε στην παράτυπη καθαίρεσή του, με αποτέλεσμα την εκτόπισή του στη ρουμανική πόλη Χουνιτσοάρα. Tο 1968 εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσωτερικού, επέστρεψε στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση και συνέχισε τη δράση του ως μέλος της Κ.Ε. του κόμματος, διευθυντής της «Κομμουνιστικής Θεωρίας και Πολιτικής» και του Κέντρου Μαρξιστικών Σπουδών. Αντιτάχθηκε στη διάλυση του ΚΚΕ εσ., αλλά το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΑΡ, από την οποία αποχώρησε το 1989, διαφωνώντας με τη συγκυβέρνηση του Συνασπισμού της Αριστεράς με τη Δεξιά. Εκτός των άλλων, έγραψε και το βιβλίο «Συνομιλίες με τον Νίκο Ζαχαριάδη».

 

Ελεύθερος Άνθρωπος. Εφημερίδα που εξέδιδε στα 1920-22 στην Κωνσταντινούπολη η πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση Διεθνής Πανεργατική Ένωση.

 

Ελεφάντης Άγγελος (1936-2008). Κοινωνιολόγος και ιστορικός, στέλεχος της ανανεωτικής κομμουνιστικής Αριστεράς και συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Νεοχώρι Ευρυτανίας  και από το 1948 έζησε στην Αθήνα, όπου σπούδασε στη Νομική Σχολή, έχοντας ενταχθεί στη Νεολαία ΕΔΑ. Στα 1962-74 ζούσε στο Παρίσι, όπου σπούδασε ιστορία και κοινωνιολογία, συμμετέχοντας στη Δ.Ν. Λαμπράκη και το ΚΚΕ. Μετά τη διάσπαση του 1968 εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσωτερικού, από το οποίο αποχώρησε το 1973. Συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού «Αγώνας» και από το 1976 εξέδιδε το περιοδικό «Ο Πολίτης». Το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση του ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά και από το 1991 τάχθηκε υπέρ του Συνασπισμού. Έγραψε τα βιβλία «Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. ΚΚΕ και αστισμός στο Μεσοπόλεμο», «Ο ανεύρετος σοσιαλισμός», «Στον αστερισμό του λαϊκισμού», «Μας πήραν την Αθήνα» κ.ά.

 

Ελιγιά Γιοσέφ (1901-1931). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του ποιητή και μεταφραστή Ιωσήφ Καπούλια. Ισραηλίτικης καταγωγής, γεννήθηκε στα Γιάννενα και εργάστηκε ως καθηγητής γαλλικών στην Αθήνα και το Κιλκίς. Συνδέθηκε με το κομμουνιστικό κίνημα.

 

Έλλην. Εφημερίδα που εξέδιδε από το 1942 στο Κάιρο ο Άγγελος Κασιγόνης. Από τον επόμενο χρόνο έγινε όργανο του Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου και αρχισυντάκτης ανέλαβε ο Θεοδόσης Πιερίδης. Η έκδοσή της σταμάτησε το 1944.

 

Ελληνίδες. Περιοδικό που εξέδιδε στα 1946-47 η Πανελλαδική Ομοσπονδία Γυναικών.

 

Ελληνική Ανεξαρτησία. Όργανο του Σοσιαλιστικού Κόμματος - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Απελευθέρωσης (ΣΚ-ΕΛΚΑ), στα 1961-63.

 

Ελληνική Αριστερά. 1. Μηνιαίο πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό της ΕΔΑ. Εκδιδόταν στα 1963-67, υπό την έμμεση εποπτεία του Γραφείου Εσωτερικού της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Διευθυντής της «Ε.Α.» ήταν ο πανεπιστημιακός και στέλεχος της ΕΔΑ, Νίκος Κιτσίκης, και κύριοι συνεργάτες τόσο τα βασικά στελέχη του ΚΚΕ που βρίσκονταν στην Ελλάδα (Μανώλης Γλέζος, Μπάμπης Δρακόπουλος, Ηλίας Ηλιού, Νίκος Καρράς, Λεωνίδας Κύρκος, Αντώνης Μπριλλάκης κ.ά.) όσο και τα μέλη της ηγεσίας του κόμματος που ζούσαν στο Βουκουρέστι (Κώστας Κολιγιάννης, Απόστολος Γκρόζος, Γρηγόρης Φαράκος κ.ά.).

2. (ΕΑΡ). Κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς που ιδρύθηκε το 1987 από την πλειοψηφία του ΚΚΕ εσωτερικού, μετά την αυτοδιάλυσή του, με το 4ο Συνέδριο του 1986. Η ΕΑΡ συγκροτήθηκε από το τμήμα εκείνο του ΚΚΕ εσ. που, με επικεφαλής τον Λεωνίδα Κύρκο, τάχθηκε υπέρ της μετεξέλιξης σε ευρύτερο μη κομμουνιστικό κόμμα, θεωρώντας ότι είχε εξαντληθεί η ιστορική δυναμική του κομμουνιστικού κινήματος. Στην ίδρυσή της συμμετείχε και η τάση της «υπέρβασης», με επικεφαλής τον Κώστα Φιλίνη, καθώς και μέρος όσων είχαν αντιταχθεί στη μετεξέλιξη του κόμματος, αλλά δεν συμμετείχαν στο ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, που συγκροτήθηκε από τη μειοψηφία, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Γιάννης Μπανιάς. Ανάμεσά τους οι Μπάμπης Δρακόπουλος, Λευτέρης Ελευθερίου κ.ά. Συμμετείχε, επίσης, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ εσ., Αντώνης Μπριλλάκης, αλλά και ανένταχτοι αριστεροί, όπως ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης, ο Λουκάς Αξελός κ.ά. Την ΕΑΡ στήριξε και η εφημερίδα του ΚΚΕ εσ. «Η Αυγή». Η ίδρυσή της αποτέλεσε, σε διεθνές επίπεδο, την πρώτη διαδικασία αποκομμουνιστικοποίησης κομμουνιστικού κόμματος, λίγο πριν την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Βασικές πολιτικές θέσεις της ΕΑΡ ήταν η υποστήριξη του ευρωπαϊκού προσανατολισμού στο πλαίσιο της ΕΟΚ και η επιδίωξη της συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων, κυρίως των προοδευτικών, για τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Ουσιαστικά, οι θέσεις της συνιστούσαν απομάκρυνση από τον ευρωκομμουνισμό, στην κατεύθυνση μιας ευρύτερης ευρωαριστεράς. Οι απόψεις της, εκτός από την «Αυγή», προβάλλονταν και από το περιοδικό «Επιχειρήματα».  Παρέμβαινε στο συνδικαλιστικό κίνημα, έχοντας εξασφαλίσει την πλειοψηφία στο ΑΕΜ, και στο νεολαιίστικο κίνημα με τη Ριζοσπαστική Αριστερή Νεολαία.

Η ΕΑΡ συμμετείχε το 1989 στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, με το ΚΚΕ και άλλες μικρότερες αριστερές και κεντροαριστερές κινήσεις και πολιτικούς παράγοντες. Υποστήριξε τη συμμετοχή στη συγκυβέρνηση με τη Δεξιά και στην Οικουμενική Κυβέρνηση του Ζολώτα, υπουργοί των οποίων έγιναν τα στελέχη της, Γρηγόρης Γιάνναρος και Φώτης Κουβέλης. Στην πολιτική αυτή αντιτάχθηκαν οι Μπριλλάκης, Ελευθερίου, Γιάννης Ρέγκας κ.ά., που αποχώρησαν από το κόμμα. Το 1991 αυτοδιαλύθηκε και οι δυνάμεις της εντάχθηκαν στο ενιαίο κόμμα του Συνασπισμού.

 

Ελληνική Δημοκρατία. Η εφημερίδα του Δημοκρατικού Συνδέσμου του Λαού, που εκδόθηκε στην Πάτρα, τον Μάιο 1877. Κυκλοφόρησε μόνο ένα φύλλο, με τον υπότιτλο «Η επανάστασις είναι ο νόμος της προόδου», και μεταξύ άλλων δημοσίευε άρθρο για τη διεθνιστική λύση του Ανατολικού Ζητήματος και μετάφραση άρθρου του κομμουνάρου Άρνολντ, για την Κομμούνα του Παρισιού. Κατασχέθηκε ως στρεφόμενη κατά του θεσμού της βασιλείας, με συνέπεια την προφυλάκιση των στελεχών του Δημοκρατικού Συνδέσμου, Δημήτρη Αμπελικόπουλου, Κωνσταντίνου Γριμάνη, Αλέξανδρου Ευμορφόπουλου και Κωνσταντίνου Μπομποτή, που αποφυλακίστηκαν μετά από δύο μήνες, με τη μεσολάβηση του ριζοσπάστη βουλευτή Ρόκκου Χοϊδά.

 

Ελληνική Ένωση υπέρ των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Κίνηση που ιδρύθηκε το 1953, ως ανασύσταση της Ένωσης υπέρ των Ελευθεριών του 1936, και έγινε μέλος της αντίστοιχης Διεθνούς Ένωσης. Πρώτος πρόεδρος ανέλαβε ο Δημήτρης Καλλιτσουνάκις, αντιπρόεδροι οι Εμμανουήλ Κοθρής και Ηλίας Τσιριμώκος, και γενικός γραμματέας ο Νίκος Ευαγγελόπουλος. Βασικά της στελέχη ήταν οι Θάλεια Κολυβά, Τάκης Κύρκος, Ασημάκης Πανσέληνος, Ηλίας Παρασκευάς, Στρατής Σωμερίτης (τελευταίος πρόεδρος πριν την επιβολή της δικτατορίας) κ.ά. Συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στον αγώνα ενάντια στο αστυνομικό μετεμφυλιακό καθεστώς. Διαλύθηκε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών και ανασυστάθηκε κατά τη Μεταπολίτευση, με πρόεδρο τον καθηγητή Φαίδωνα Βεγλερή. Συνεχίζει τη λειτουργία της μέχρι και σήμερα.

 

Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και την Ειρήνη (ΕΕΔΥΕ). Κίνηση που ιδρύθηκε το 1956, με πρωτοβουλία της ΕΔΑ και με τη συμμετοχή προσωπικοτήτων από την  ευρύτερη Αριστερά. Μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν οι Ανδρέας Ζάκκας, Γρηγόρης Λαμπράκης κ.ά. Τασσόταν υπέρ της πολιτικής της ειρηνικής συνύπαρξης που προωθούσε η ΕΣΣΔ και αντιτάχθηκε στην εγκατάσταση αμερικανονατοϊκών στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα. Οι θέσεις της προβάλλονταν από το περιοδικό «Δρόμοι της Ειρήνης». Σε συνεργασία με τον Ελληνικό Σύνδεσμο Νέων Μπέρτραντ Ράσελ, διοργάνωσε τις Μαραθώνιες Πορείες Ειρήνης στα 1963-66, έχοντας γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη.

Διαλύθηκε από τη στρατιωτική δικτατορία και ανασυστάθηκε το 1974 με πρωτοβουλία του ΚΚΕ. Και κατά τη νέα περίοδο της λειτουργίας, με πρόεδρο επί σειρά χρόνων τον Ευάγγελο Μαχαίρα, διοργάνωσε πορείες ειρήνης στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ το 1998 επανεκδόθηκαν οι «Δρόμοι της Ειρήνης».

 

Ελληνική Εργατική Ένωση. Πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1907 στην Πάτρα, με πρωτοβουλία του δικηγόρου Γεωργίου Μουρίκη. Είχε ρεφορμιστικό προσανατολισμό και ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση των εργατών της πόλης, ενώ προωθούσε τα αιτήματά τους, καταθέτοντας υπομνήματα στους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες. Συνεργαζόταν με τον Εργατικό Σύνδεσμο και συνέβαλε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Πάτρας. Επιδίωξε την ένταξή της στη Σοσιαλιστική Διεθνή και το 1910 αυτοδιαλύθηκε, ανακοινώνοντας την ίδρυση, σε συνεργασία με τον Πανεργατικό Σύνδεσμο του Βόλου,  Ελληνικού Εργατικού Κόμματος, που παρέμεινε σκιώδες.

 

Ελληνικό Εργατικό Κόμμα. Σκιώδης πολιτική κίνηση που την ίδρυσή της ανακοίνωσε, το 1910, ο ηγέτης της Ελληνικής Εργατικής Ένωσης της Πάτρας Γεώργιος Μουρίκης. Αποτέλεσε απόπειρα ενιαίας κομματικής έκφρασης των σοσιαλιστών της Πάτρας και του Πανεργατικού Συνδέσμου Βόλου στη βάση ρεφορμιστικών αρχών, αλλά δεν είχε συνέχεια.

 

Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ. Κίνηση κατά της «παγκοσμιοποίησης». Ιδρύθηκε το 2002, με τη συμμετοχή του Συνασπισμού, οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, συνδικαλιστικών οργανώσεων, τοπικών και οικολογικών κινήσεων κ.λπ., και συνδέθηκε με το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο Κ.Φ. Το 2003 συνέβαλε στη διοργάνωση κινητοποιήσεων κατά του πολέμου στο Ιράκ, καθώς και στη διοργάνωση μαζικών διαδηλώσεων κατά τη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας στην Ε.Ε., με αποκορύφωμα τις κινητοποιήσεις στη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική. Το 2006 διοργάνωσε στην Αθήνα την 4η συνάντηση του Ευρωπαϊκού Κ.Φ.

Το ΕΚΦ θεωρείται πως συνέβαλε στη διαμόρφωση των όρων που επέτρεψαν το 2004 τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, με τη συμμετοχή των περισσότερων από τους πολιτικούς φορείς που το στήριζαν. Η δραστηριότητά του ατόνησε και ουσιαστικά έπαψε να λειτουργεί μετά το 2008.

 

Ελληνικό Λαϊκό Κόμμα. Πολιτικός σχηματισμός μεταρρυθμιστικών σοσιαλιστικών τάσεων που ίδρυσε η Εταιρία Κοινωνιολόγων το 1910, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Συμμετείχε στις εκλογές του Αυγούστου, εκλέγοντας δύο βουλευτές. Στις επόμενες εκλογές, τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, εξέλεξε επτά βουλευτές, συνεργαζόμενο με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, ενώ δύο βουλευτές εκλέχτηκαν το 1912. Το 1915 ενσωματώθηκε στο Κόμμα των Φιλελευθέρων, αποτελώντας την αριστερή του πτέρυγα.

 

Ελληνικό Λενινιστικό Επαναστατικό Κίνημα (ΕΛΕΚ). Βραχύβια οργάνωση στον χώρο της άκρας Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 1975, με την ενοποίηση της οργάνωσης Μπολσεβίκοι και της Οργάνωσης Ελλήνων Επαναστατών Κομμουνιστών (ΟΕΕΚ), και με τη συμμετοχή πρώην μελών της Σοσιαλιστικής Επαναστατικής Πάλης (ΣΕΠ). Αναφερόταν στον δυτικό μαοϊσμό του ρεύματος Αλτουσέρ-Μπετελέμ. Μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν οι Γιώργος Γλυνός, Περικλής Κοροβέσης, Νίκος Νικολίτσης, Νίκος Σιδέρης κ.ά., και εξέδιδε το περιοδικό «Τετράδια Μαρξισμού-Λενινισμού». Διαλύθηκε το 1977 και τμήμα των μελών του συγκρότησε την Πολιτική Ένωση Ελλήνων Κομμουνιστών (ΠΕΕΚ).

 

Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚ). 1. Τίτλος που χρησιμοποιούσε ο Πλάτων Δρακούλης για την οργάνωσή του, τον Σύνδεσμο των Εργατικών Τάξεων, από το 1911 έως το 1918. Γραμματέας του κόμματος ήταν ο Βασίλειος Δουδούμης. Αν και είχε κάποια δραστηριότητα μέχρι το 1915, στη συνέχεια η δράση του περιορίστηκε στην έκδοση της εφημερίδας «Έρευνα». Οι σχέσεις του με τις περισσότερες άλλες σοσιαλιστικές κινήσεις είχαν αντιπαραθετικό χαρακτήρα, λόγω της θέσης του υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

2. Κίνηση που ιδρύθηκε το 1964, ως μετεξέλιξη της Ενιαίας Σοσιαλιστικής Παράταξης,  που είχε ιδρυθεί το 1963 από τη Σοσιαλιστική Ένωση και το ΣΚ-ΕΛΚΑ. Μεταξύ των στελεχών της ήταν οι Δημήτρης Γιωτόπουλος, Αντώνης Δροσόπουλος, Γιάννης Κοκορέλης, Έλλη Λαμπρίδη, Νίκος Πουλιόπουλος, Χαράλαμπος Πρωτοπαπάς, Στρατής Σωμερίτης, Σωτήρης Τσιγαρίδης κ.ά., και εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Φωνή». Αμέσως μετά την ίδρυσή της ανέλαβε την πρωτοβουλία ενοποίησης των σοσιαλιστικών οργανώσεων, που κατέληξε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ), όπου δεν συμμετείχαν οι δύο παλιοί αρχειομαρξιστές (Γιωτόπουλος και Τσιγαρίδης) και όσοι προέρχονταν από το ΣΚ-ΕΛΚΑ, το οποίο ανασυστάθηκε.

3. Κόμμα αριστερού σοσιαλιστικού προσανατολισμού που ιδρύθηκε το 1988, με επικεφαλής τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ, Γεράσιμο Αρσένη. Στην ίδρυσή του συμμετείχαν και συνδικαλιστικά στελέχη που είχαν αποχωρήσει από το ΠΑΣΟΚ το 1985, έχοντας συμμετάσχει κατόπιν στη Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Εργατοϋπαλληλική Κίνηση (ΣΣΕΚ), όπως οι Άννα Καραμάνου, Χρήστος Κοκκινοβασίλης, Δημήτρης Πιπεργιάς κ.ά. Μετά από αποτυχημένες προσπάθειες για συνεργασία με μικρές αριστερές δυνάμεις (ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, ΣΣΕΚ κ.ά.), κατέβηκε αυτόνομα στις εκλογές του Ιουνίου 1989 και πήρε 14.000 ψήφους (0,21%). Κατόπιν αυτοδιαλύθηκε και τα μέλη του επανεντάχθηκαν στο ΠΑΣΟΚ.

 

Ελληνικός Αντιαποικιακός Σύνδεσμος. Μικρή κίνηση στον σοσιαλιστικό χώρο που ιδρύθηκε το 1957, με επικεφαλής τον Νίκο Πουλιόπουλο (ανιψιό του Παντελή Πουλιόπουλου) και βασικά στελέχη τους Αχιλλέα Βαγενά, Έλλη Λαμπρίδη κ.ά., κυρίως για την υποστήριξη του αγώνα ενάντια στην αγγλική κυριαρχία στην Κύπρο. Το 1960 μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ).

 

Ελληνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος (ΕΑΣ). Οργάνωση που ιδρύθηκε το 1943 από την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση και αριστερούς της ελληνικής παροικίας της Αιγύπτου.  Ο ρόλος της ήταν σημαντικός στο κίνημα του Απριλίου 1944, στις γραμμές των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Μετά την Απελευθέρωση μετονομάστηκε σε Αντιφασιστική Πρωτοπορία, με υπεύθυνο τον Κύπριο κομμουνιστή ποιητή Θεοδόση Πιερίδη και κατόπιν τον Στρατή Τσίρκα.

 

Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ). Ο στρατός του ΕΑΜ στα χρόνια της φασιστικής Κατοχής. Ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο 1942, με απόφαση της Κ.Ε. του ΕΑΜ, ενώ είχε προηγηθεί και σχετική απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ.

Ο προσανατολισμός στη διεξαγωγή ένοπλου αγώνα κατά της φασιστικής κατοχής αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης στο ΚΚΕ ήδη από τον Μάιο 1941 και έγινε σαφέστερος μετά τη γερμανική εισβολή στην ΕΣΣΔ τον επόμενο μήνα. Το καλοκαίρι του ’41 αναρτοομάδες συγκροτήθηκαν και έδρασαν στην κεντρική και ανατολική Μακεδονία, με πρωτοβουλία της οργάνωσης Ελευθερία της Θεσσαλονίκης και του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ. Η δραστηριότητα αυτή αποκορυφώθηκε με την αποτυχημένη ένοπλη εξέγερση της Δράμας τις αρχές Σεπτεμβρίου, η οποία ήταν αποτέλεσμα προβοκάτσιας των βουλγαρικών  δυνάμεων κατοχής.

Τον Οκτώβριο, αμέσως μετά την ίδρυση του ΕΑΜ, συγκροτήθηκε Στρατιωτικό Κέντρο Αντίστασης και τον Δεκέμβριο Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή, με επικεφαλής τον στρατηγό Εμμανουήλ Μάντακα και μέλη τους Νίκο Παπασταματιάδη και Θεόδωρο Μακρίδη, καθώς και Στρατιωτικό Οργανωτικό Γραφείο του ΕΑΜ, από τους στρατιωτικούς Φοίβο Γρηγοριάδη, του ΚΚΕ, Γιώργο Καλλιανέση, της ΕΛΔ, και Μάρκο Κλαδάκη, του ΣΚΕ. Καθοδηγητές εκ μέρους του ΚΚΕ ανέλαβαν αντίστοιχα οι Πολύδωρος Δανιηλίδης και Θανάσης Χατζής. Μετά από διερευνητικές προσπάθειες προσέγγισης αξιωματικών και συνυπολογίζοντας τη θετική κατάληξη της αποστολής του Θανάση Κλάρα για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων ανάπτυξης αντάρτικου κινήματος στη Στερεά Ελλάδα, η 8η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, τον Ιανουάριο 1942, αποφάσισε τη συγκρότησή του. Ανάλογη απόφαση πήρε και η ηγεσία του ΕΑΜ.

Η ίδρυση του ΕΛΑΣ έγινε στις 2 Φεβρουαρίου, σε σύσκεψη των στελεχών του ΚΚΕ Δανιηλίδη, Χατζή, Αντρέα Τζήμα και Σπύρου Κωτσάκη, η Ιδρυτική Διακήρυξη κυκλοφόρησε στις 16 του ίδιου μήνα και ακολούθησε, τον Μάιο, η συγκρότηση ανταρτοομάδας από τον Θανάση Κλάρα, που πήρε το ψευδώνυμο Άρης Βελουχιώτης. Τον ίδιο καιρό συγκροτήθηκαν ανταρτοομάδες στην ανατολική Θεσσαλία και τη Μακεδονία.

Η δραστηριότητα των πρώτων αντάρτικων ομάδων του ΕΛΑΣ, οι οποίες τροφοδοτούνταν με μέλη και υλική βοήθεια από τις τοπικές οργανώσεις του ΚΚΕ, απέβλεπε στην επιβολή της τάξης στις περιοχές όπου δρούσαν, με την πάταξη της ληστείας και την τιμωρία των συνεργατών των κατακτητών και όσων έκαναν μαύρη αγορά, συμβάλλοντας καθοριστικά στην εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας στον πληθυσμό. Από το φθινόπωρο άρχισαν και οι ένοπλες επιθέσεις ενάντια σε δυνάμεις της Χωροφυλακής και των στρατευμάτων κατοχής.

Η δράση του ΕΛΑΣ αναγνωρίστηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις και στις 25-26 Νοεμβρίου τμήμα του συμμετείχε, μαζί με τμήμα του ΕΔΕΣ και Βρετανούς σαμποτέρ, στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου στη Φθιώτιδα, κόβοντας τη σιδηροδρομική σύνδεση της νότιας Ελλάδας -και κατ’ επέκταση της βόρειας Αφρικής, όπου μάχονταν  γερμανικά στρατεύματα-  με τη βόρεια Ελλάδα και τη Γερμανία.

Η δημιουργία της Ελεύθερης Ελλάδας. Την επιχείρηση του Γοργοπόταμου ακολούθησαν και άλλες πολεμικές επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ, που στα τέλη του 1942 είχε 6.000 μαχητές, από τους οποίους οι 3.500 ήταν μόνιμοι και 2.500 εφεδρικοί. Ανάμεσα στις μεγάλες μάχες αυτής της περιόδου ξεχωρίζει αυτή του Φαρδύκαμπου στη δυτική Μακεδονία, τον Μάρτιο 1943, κατά την οποία ο ΕΛΑΣ αιχμαλώτισε ολόκληρο ιταλικό τάγμα και απελευθέρωσε την περιοχή των Γρεβενών. Ήδη από τον Φεβρουάριο είχε απελευθερωθεί η Καρδίτσα, ενώ στον ορεινό όγκο της Πίνδου και γύρω απ’ αυτόν δημιουργούνταν ο πυρήνας της Ελεύθερης Ελλάδας, όπου άρχιζαν να δοκιμάζονται και να λειτουργούν νέοι θεσμοί λαϊκής εξουσίας.

Τον Μάιο 1943 συγκροτήθηκε το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, από τον Άρη Βελουχιώτη, το μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Ανδρέα Τζήμα (Βασίλη Σαμαρινιώτη), και τον δημοκρατικό στρατιωτικό, Στέφανο Σαράφη. Τον Ιούνιο υπογράφηκε Σύμφωνο Συνεργασίας με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα της Γιουγκοσλαβίας και της Αλβανίας, που καθοδηγούνταν από τα αντίστοιχα Κ.Κ., το οποίο δεν εφαρμόστηκε. Κύρια αιτία της αποτυχίας του ήταν η αξίωση των Γιουγκοσλάβων για ιδιαίτερο ρόλο στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας, στην κατεύθυνση ίδρυσης ενιαίου μακεδονικού κράτους, ενταγμένου στη μεταπολεμική γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία. Μετά από την αποτυχία αυτής της προσπάθειας αποφασίστηκε η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, το οποίο ελεγχόταν από τους Βρετανούς.

Την περίοδο αυτή -άνοιξη και καλοκαίρι του 1943- ο ΕΛΑΣ απέκρουσε επανειλημμένες εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών κατά του αντάρτικου στη Στερεά, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη δυτική Μακεδονία, και κατόπιν πέρασε στην αντεπίθεση, πραγματοποιώντας κυρίως σαμποτάζ, ανατινάζοντας γέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές, τεχνικά έργα κ.λπ., με σημαντικότερη την ανατίναξη της σιδηροδρομικής σήραγγας στο Κούρνοβο, όπου έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 500 Ιταλοί στρατιώτες που επέβαιναν σε διερχόμενο τρένο.

Καθώς οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ αυξάνονταν με γρήγορους ρυθμούς και αναλάμβαναν όλο και μεγαλύτερης έκτασης και σημασίας στρατιωτικές επιχειρήσεις, τον Σεπτέμβριο ανασυγκροτήθηκαν στο πρότυπο του τακτικού στρατού, με λόχους, τάγματα, συντάγματα και μεραρχίες, χωρίς, εντούτοις, να εγκαταλειφθεί και η αντάρτικη τακτική των αιφνίδιων επιθέσεων από μικρές ομάδες. Σημαντική ήταν η ενίσχυση του ΕΛΑΣ με πολεμικό υλικό, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας και τη διάλυση του ιταλικού στρατού κατοχής.

Έχοντας επεκτείνει τη δράση του σε ολόκληρη, σχεδόν, την ηπειρωτική χώρα, με εξαίρεση μικρές περιοχές της Ηπείρου και της ανατολικής Μακεδονίας, όπου δρούσαν άλλες αντάρτικες δυνάμεις, καθώς και στην Εύβοια, την Κρήτη, τη Νάξο, τη Σάμο, την Ικαρία, τη Χίο, τη Λέσβο, την Κεφαλονιά, τη Λευκάδα και την Κέρκυρα, ισχυρή είναι η παρουσία του ακόμη και στις μεγάλες πόλεις. Στα τέλη του 1943 σε 18.000 ανέρχονταν οι ελασίτες της Αθήνας και του Πειραιά, οι οποίοι το 1944 έδωσαν σκληρές μάχες με τους κατακτητές και του συνεργάτες τους στη Νίκαια, την Καισαριανή, τον Βύρωνα, τον Υμηττό, την Καλλιθέα, το Δουργούτι (Νέο Κόσμο), το Κατσιπόδι (Δάφνη) κ.λπ.

Τον Φεβρουάριο 1944 ο ΕΛΑΣ ανατίναξε τρένο στα Τέμπη, προκαλώντας τον θάνατο σε 450 Γερμανούς. Νέες μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών στην Πελοπόννησο, τη Στερεά και την Ήπειρο, τον Μάρτιο και Απρίλιο του 1944, απέτυχαν και πάλι, ενώ το επόμενο τρίμηνο ο ΕΛΑΣ διεξήγαγε με επιτυχία τη «Μάχη της Σοδειάς» στη Θεσσαλία και τη δυτική Μακεδονία, προστατεύοντας την αγροτική παραγωγή από τη λεηλασία των κατακτητών, δίνοντας μάχες εναντίον τους. Την ίδια περίοδο μεγάλες νικηφόρες μάχες διεξήχθησαν στη Στυμφαλία, την Άμφισσα και την Αμφιλοχία.

Από τα τέλη του 1943 δρούσε και η Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ), τον Ιανουάριο 1944 ιδρύθηκε το Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό (ΕΛΑΝ) και τους επόμενους μήνες η Εθνική Πολιτοφυλακή.

Από το 1943 σοβαρά προβλήματα δημιουργήθηκαν στις σχέσεις του ΕΛΑΣ με τις μη εαμικές ένοπλες οργανώσεις. Αν και κάποιες απ’ αυτές, όπως ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, συμμετείχαν στον αγώνα κατά των κατακτητών, σύντομα άρχισαν να αναπτύσσουν αντιεαμική δραστηριότητα, καθώς οι Βρετανοί και η αυτοεξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου ανησυχούσαν από την ανάπτυξη του εαμικού κινήματος και την ευρύτητα της επιρροής του. Οι αντιπαραθέσεις μεταξύ του ΕΛΑΣ και αυτών των οργανώσεων, όπως και με οργανώσεις που απροκάλυπτα συνεργάζονταν με τους κατακτητές (ΠΑΟ στη Μακεδονία, ΕΑΣΑΔ στη Θεσσαλία, «Ελληνικός Στρατός» στην Πελοπόννησο κ.λπ.), διαμόρφωσαν συνθήκες εμφυλίου πολέμου, που εντάθηκε μετά την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας από την κυβέρνηση των συνεργατών των κατακτητών. Η Συμφωνία Μυρόφυλλου - Πλάκας, τον Φεβρουάριο 1944, που καθόριζε τις περιοχές στις οποίες θα δρούσε ο ΕΛΑΣ και ο ΕΔΕΣ, παραβιάστηκε επανειλημμένα και από τις δύο πλευρές, ενώ τον Απρίλιο η διάλυση από τον ΕΛΑΣ του στρατιωτικού σώματος της ΕΚΚΑ -στην οποία είχαν κυριαρχήσει ακραία αντιεαμικά στοιχεία-  συνοδεύτηκε από την αδικαιολόγητη εκτέλεση του επικεφαλής της, δημοκρατικού συνταγματάρχη, Δημήτρη Ψαρρού.

Με την ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) και τη σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου, τον Μάρτιο - Απρίλιο 1944, δημιουργήθηκαν νέοι όροι που προδιέγραφαν πρωταγωνιστικό ρόλο του ΕΛΑΣ στην απελευθέρωση της χώρας, τα 3/5 της οποίας ελέγχονταν από τις δυνάμεις του.  Εντούτοις, η προοπτική αυτή υπονομεύτηκε  με το Σύμφωνο του Λιβάνου, τον Μάιο, και με τη Συμφωνία της Καζέρτας, τον Σεπτέμβριο. Σύμφωνα με το πρώτο, το ΕΑΜ θα συμμετείχε στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ με τη δεύτερη αναγνωριζόταν ως επικεφαλής των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων (των υπολειμμάτων του στρατού της Μέσης Ανατολής -μετά την εκκαθάρισή τους από τους φιλοεαμικούς στρατιώτες και αξιωματικούς- και των αντάρτικων δυνάμεων) ο Βρετανός στρατηγός, Ρόναλντ Σκόμπι. Οι συμφωνίες προκάλεσαν την αντίθεση της μεγάλης πλειονότητας των αγωνιστών του ΕΛΑΣ, αλλά οι αντιδράσεις κάμφθηκαν μετά από επίμονες προσπάθειες της ηγεσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. 

Στα τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε την ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, και τον Σεπτέμβριο απελευθέρωσε την Πελοπόννησο, όπου αντιμετώπισε την αντίσταση των Ταγμάτων Ασφαλείας, δίνοντας νικηφόρες μάχες, με σπουδαιότερη αυτή του Μελιγαλά. Ο ΕΛΑΣ κατηγορήθηκε γιατί μετά τη μάχη εκτέλεσε τους αιχμαλώτους, ανάμεσα στους οποίους υποστηρίζεται πως υπήρχαν και άμαχοι.

Στις 12 Οκτωβρίου απελευθερώθηκε η Αθήνα, η οποία, μέχρι την εγκατάσταση της κυβέρνησης Παπανδρέου, στις 18 του μήνα, βρισκόταν υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ. Κατά την απελευθέρωσή της δόθηκαν μάχες για την προστασία εγκαταστάσεων, όπως αυτή της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Κερατσίνι. Στις 30 Οκτωβρίου ο ΕΛΑΣ έμπαινε απελευθερωτής στη Θεσσαλονίκη και στις αρχές Νοεμβρίου διέλυσε τις δυνάμεις των συνεργατών των κατακτητών στη Μάχη του Κιλκίς.

Τον τελευταίο μήνα πριν την Απελευθέρωση στον ΕΛΑΣ εντάσσονταν 77.500  μαχητές και μαχήτριες, ενώ άλλοι 50.000 αποτελούσαν τα εφεδρικά του τμήματα. Περισσότεροι από 1.000 ήταν οι μαχητές του ΕΛΑΝ και 6.000 οι αγωνιστές της Εθνικής Πολιτοφυλακής, ενώ είναι αδιευκρίνιστος ο αριθμός των μαχητών της ΟΠΛΑ.

Από τα Δεκεμβριανά στη Βάρκιζα. Η απόφαση του Σκόμπι και της κυβέρνησης Παπανδρέου για αποστράτευση των δυνάμεων της Αντίστασης και συγκρότηση εθνικού στρατού, με όρους που δεν εξασφάλιζαν την ισότιμη συμμετοχή της Αριστεράς στη σύνθεση και τη διοίκησή του, οδήγησε στα τέλη του Νοεμβρίου σε ρήξη με την κυβέρνηση, από την οποία αποχώρησαν οι υπουργοί του ΕΑΜ. Η βίαιη διάλυση της εαμικής συγκέντρωσης στην πλατεία Συντάγματος, με τη δολοφονία διαδηλωτών από αστυνομικά πυρά στις 3 Δεκεμβρίου, προκάλεσε τη σύγκρουση των Δεκεμβριανών.

Με εξαίρεση τις επιχειρήσεις κατά των δυνάμεων του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, που διεξήγαγαν με επιτυχία τμήματα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τους Σαράφη και Βελουχιώτη, το κύριο βάρος της ένοπλης αντιπαράθεσης το σήκωσε ο ΕΛΑΣ της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς το ΚΚΕ επιδίωκε τον περιορισμό της σύγκρουσης, σε μια προσπάθεια συνδιαλλαγής με τους Βρετανούς και τις αστικές πολιτικές δυνάμεις. Η Μάχη της Αθήνας δόθηκε με άνισους όρους. Οι σχετικά μικρές δυνάμεις του ΕΛΑΣ αντιμετώπιζαν τον αυξανόμενο όγκο των βρετανικών δυνάμεων που έρχονταν από το ιταλικό μέτωπο, συνεπικουρούμενων από τις δυνάμεις της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής, των ταγματασφαλιτών, των χιτών και των τμημάτων του στρατού της Μέσης Ανατολής. Επιπλέον, ο ΕΛΑΣ αντιμετώπιζε την τεράστια υπεροπλία των Βρετανών.

Παρά την ηρωική αντίσταση των δυνάμεών του και τη στήριξη από τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού των εργατικών και λαϊκών συνοικιών, ο ΕΛΑΣ υποχρεώθηκε να εκκενώσει την πρωτεύουσα στις αρχές Ιανουαρίου και στις 11 του μήνα υπογράφηκε ανακωχή. Ένα μήνα αργότερα, στις 12 Φεβρουαρίου, υπογράφηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας, με την οποία αποφασιζόταν η διάλυσή του. Στις 28 Φεβρουαρίου έγινε η αποστράτευση των μαχητών του ΕΛΑΣ και η παράδοση των όπλων τους.

Η συμβολή του ΕΛΑΣ στην ανάπτυξη του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης ήταν αναμφίβολα καθοριστική, όπως καθοριστική ήταν και η συμβολή του στην αριστερή ιδεολογικοπολιτική μετατόπιση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στις περιοχές όπου δρούσε. Ο ΕΛΑΣ απέδειξε ότι ένας λαός που θέλει να ζήσει ελεύθερος είναι σε θέση να αγωνίζεται και να υπερασπίζεται τα δικαιώματά του, ακόμα και όταν η άρχουσα τάξη και η  στρατιωτική ηγεσία συνθηκολογεί με τον εχθρό. 

Σημαντική ήταν, επίσης, η συμβολή του ΕΛΑΣ στον διεθνή αγώνα ενάντια στις δυνάμεις του φασιστικού Άξονα, κυρίως γιατί καθήλωσε στην Ελλάδα 12 γερμανικές μεραρχίες, οι οποίες σε άλλη περίπτωση θα αξιοποιούνταν στα κύρια μέτωπα του πολέμου. Μεγάλες ήταν και οι απώλειες που προκάλεσε στις εχθρικές δυνάμεις. Σε 34.500 (25.000 Γερμανοί, 6.000 Ιταλοί και 3.500 Βούλγαροι) ανέρχονταν οι νεκροί  στρατιώτες από τις 600 μικρές και μεγάλες μάχες με τον ΕΛΑΣ, ενώ άλλοι 8.000 αιχμαλωτίστηκαν.

Ο ΕΛΑΣ -και κατ’ επέκταση το ΕΑΜ και το ΚΚΕ- έχει επικριθεί για παραβίαση των διεθνών κανόνων που ορίζουν τη στάση απέναντι στους αιχμαλώτους, εξαιτίας των εκτελέσεων των Γερμανών που αιχμαλωτίζονταν. Η πρακτική αυτή αποτελούσε απάντηση στη γερμανική τακτική των μαζικών αντιποίνων για τη δράση του ΕΛΑΣ που στρέφονταν κατά του άμαχου πληθυσμού. Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο δεν επεκτάθηκε και στους Ιταλούς αιχμαλώτους, πολλοί από τους οποίους, μάλιστα, εντάχθηκαν και στον ΕΛΑΣ. Το ίδιο συνέβη και με Γερμανούς αντιφασίστες που λιποτάκτησαν. Έτσι, το καλοκαίρι του 1944 στην έδρα του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ ιδρύθηκε Αντιφασιστική Επιτροπή Γερμανών Στρατιωτών, που εξέδιδε το δελτίο «Ελεύθερη Γερμανία».

Ο ΕΛΑΣ πλήρωσε βαρύ τίμημα για την απελευθερωτική του δραστηριότητα, έχοντας περισσότερους από 4.000 νεκρούς μαχητές. Συνάμα, ανέδειξε χιλιάδες αγωνιστές που επέδειξαν στρατιωτικές ικανότητες, χωρίς να έχουν ανάλογη εκπαίδευση. Ιδιαίτερη σημασία είχε η συμβολική και πολλές φορές και ουσιαστική συμμετοχή στον ΕΛΑΣ και εκατοντάδων γυναικών, που  η ένταξή τους στον ένοπλο αγώνα αποτέλεσε τομή για τη συνολικότερη αντιμετώπιση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία.

Μεταξύ των στελεχών του ΕΛΑΣ ήταν και εκατοντάδες αξιωματικοί του τακτικού στρατού, κάποιοι από τους οποίου αναδείχτηκαν και στην ηγεσία του. Ανάμεσά τους ήταν οι Γεράσιμος Αυγερόπουλος, Νεόκοσμος και Φοίβος Γρηγοριάδης, Θεόδωρος Μακρίδης, Εμμανουήλ Μάντακας, Ευριπίδης Μπακιρτζής, Παναγιώτης Νάσης, Στέφανος Παπαγιάννης, Νίκος Παπασταματιάδης, Πτολεμαίος Σαρηγιάννης κ.ά. Σε ηγετικές θέσεις του ΕΛΑΣ διακρίθηκαν και στελέχη του ΚΚΕ, όπως οι Γιάννης Αλεξάνδρου (Διαμαντής), Μάρκος Βαφειάδης, Κώστας Καραγιώργης,  Νίκανδρος Κεπέσης,  Σπύρος Κωτσάκης (Νέστορας), Γιάννης Μιχαλόπουλος (Ωρίων), Νίκος Μπελογιάννης,  Γιάννης Ποδιάς, Δημήτρης Τάσος (Μπουκουβάλας) κ.ά. 

Οι αγωνιστές του ΕΛΑΣ αντιμετώπισαν μεγάλες και άγριες διώξεις μετά την κατάθεση των όπλων. Εκατοντάδες δολοφονήθηκαν από παρακρατικές συμμορίες ή εκτελέστηκαν, δεκάδες χιλιάδες εξορίστηκαν και φυλακίστηκαν. Πολλοί ήταν αυτοί που κατέφυγαν και πάλι στα βουνά, όπου συγκρότησαν τον κύριο όγκο των δυνάμεων του ΔΣΕ κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο στα 1946-49. Απ’ αυτούς, άλλοι έπεσαν στις μάχες και άλλοι υποχρεώθηκαν να ζήσουν, επί δεκαετίες κατόπιν, ως πολιτικοί πρόσφυγες.

Η συμμετοχή στον ΕΛΑΣ αποτέλεσε τίτλο τιμής στη συνείδηση της μεγάλης πλειονότητας του λαού, αλλά επέφερε και την κατάταξη στην κατηγορία των «αντεθνικών στοιχείων» από το μετεμφυλιακό κράτος, μέχρι τουλάχιστον το 1974. Η επίσημη αναγνώριση της συμβολής του ΕΛΑΣ στην Εθνική Αντίσταση έγινε μόλις το 1982, από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

 

Ελληνοσοβιετικός Σύνδεσμος. Κίνηση για την ανάπτυξη των σχέσεων Ελλάδας - ΕΣΣΔ που ιδρύθηκε το 1945, με πρόεδρο τον Νίκο Κιτσίκη και όργανο το περιοδικό «Σοβιετικά Νέα». Αποτέλεσε ανασύσταση της κίνησης Φίλοι της ΕΣΣΔ, που λειτούργησε την περίοδο 1931-36. Ανάμεσα στα βασικά στελέχη του συγκαταλέγονταν οι Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, πρόεδρος του Ε.Σ. Νέων, Χρυσός Ευελπίδης, Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Νίκος Καζαντζάκης, Έλλη Λαμπρίδη κ.ά. Η δραστηριότητά του περιορίστηκε κατά τον Εμφύλιο και την αμέσως επόμενη περίοδο. Συνέχισε τη δράση του από το 1955 με προέδρους τους Κώστα Τζώνη, Γιώργο Σπηλιόπουλο κ.ά., μέχρι τη διάλυσή του με το πραξικόπημα του 1967, και ανασυστάθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας, με πρόεδρο τον Σταύρο Ηλιόπουλο.

 

Εμπρός. Εφημερίδα πολιτικών-οικονομικών αναλύσεων και προβολής συνδικαλιστικών ζητημάτων. Εκδόθηκε το 2000 και κυκλοφορούσε έως το 2013, σε αραιά διαστήματα. Στην έκδοσή της συμμετέχουν οι Δημήτρης και Ελένη Αστερίου, Στέργιος Βασιλείου, Αλέκος Βερναδάκης, Δημήτρης Κούμας  κ.ά., ενώ έως το 2010 συμμετείχε και ο Δημήτρης Καζάκης.

 

Εμφύλιος πόλεμος. Βλ. Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας.

 

Ένα, Δύο. Αριστερό περιοδικό που κυκλοφόρησε τον Μάιο και Ιούλιο 1973, με τίτλο την αρίθμηση των τευχών του. Εκδότης του ήταν ο Αντρέας Λεντάκης, ένας από τους βασικούς εκπροσώπους της τάσης του «Χάους».

 

Εναλλακτική Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση (ΕΑΣ). Πολιτική κίνηση συνεργασίας της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Τη συγκρότησαν οι οργανώσεις Ομάδα Συντρόφων Άκρας Αριστεράς, ΟΚΔΕ/Σπάρτακος και Μαχητής, και ανένταχτοι αγωνιστές. Ιδρύθηκε το 1989, λίγο πριν τις εκλογές του Ιουνίου, στις οποίες πήρε 6.000 ψήφους (0,09%). Στις επόμενες εκλογές, του Νοεμβρίου του ίδιου έτους, συμμετείχε με το σχήμα της Αριστερής Πρωτοβουλίας, που συγκροτήθηκε σε συνεργασία με το ΚΚΕ Εσ./Α.Α. και το ΕΚΚΕ, και πήρε 13.500 ψήφους (0,2%). Το 1990 η ΕΑΣ διαλύθηκε. Εξέδιδε το περιοδικό «Ακυβέρνητες Πολιτείες».

 

Έναυσμα. Περιοδικό που εκδίδεται από τις Αγωνιστικές Κινήσεις, φοιτητική παράταξη που πρόσκειται στο ΚΚΕ (μ-λ).

 

Ενέδρα. Περιοδικό που εκδιδόταν ανά δίμηνο από τη Νεολαία του Συνασπισμού.

 

Ενεργοί Πολίτες. Αριστερή πολιτική κίνηση, με επικεφαλής τον Μανώλη Γλέζο. Ιδρύθηκε το 2002, παίρνοντας τον τίτλο της παράταξης που στήριξε την υποψηφιότητα του Γλέζου στην Υπερνομαρχία Αθήνας-Πειραιά και το 2004 αποτέλεσε συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ. Εξέδιδε το περιοδικό «Πολίτες» και μεταξύ των στελεχών της ήταν και ο αγωνιστής του Πολυτεχνείου, Δημήτρης Παπαχρήστος. Μετά τη μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης Τσίπρα, το καλοκαίρι του 2015, ο Γλέζος, ο Παπαχρήστος και η πλειονότητα των μελών της αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Ενιαία Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση (ΕΑΑΚ). Κίνηση συντονισμού φοιτητικών και σπουδαστικών σχημάτων που συγκροτήθηκε το 1991, με τη συμμετοχή της ΚΝΕ/ΝΑΡ, των Αριστερών Συσπειρώσεων Φοιτητών, της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και ανένταχτων αριστερών φοιτητών. Τα σχήματα της ΕΑΑΚ (που αναφέρεται και ως «τα ΕΑΑΚ») αποτελούσαν έκτοτε την κύρια έκφραση του χώρου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στο φοιτητικό κίνημα. Η εκλογική τους δύναμη κινούνταν γύρω από το 10% στα ΑΕΙ και γύρω στο 2% στα ΤΕΙ, και η επιρροή τους σε περιόδους ανάπτυξης φοιτητικών αγώνων αυξανόταν κατακόρυφα. Τα τελευταία χρόνια ένα μέρος των σχημάτων των ΕΑΑΚ συνεργάζεται με την Αριστερή Ενότητα που συγκροτήθηκε από τους φοιτητές του ΣΥΡΙΖΑ και μετά τη μνημονιακή στροφή του 2015 διέκοψαν, στη μεγάλη τους πλειονότητα, τις σχέσεις τους μαζί του.

 

Eνιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ). 1. Η νόμιμη κομματική έκφραση της κομμουνιστικής και εαμογενούς Αριστεράς στη μετεμφυλιακή και προδικτατορική περίοδο. Ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1951, ως συνασπισμός των κομμάτων Δημοκρατικός Συναγερμός, που εξέφραζε τις δυνάμεις του παράνομου ΚΚΕ, Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, του Γιάννη Πασαλίδη, Κόμμα Αριστερών Φιλελευθέρων, των Νεόκοσμου Γρηγοριάδη και Σταμάτη Χατζήμπεη, Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα Ελλάδας, του Μιχάλη Κύρκου (που συμμετείχε και στον Δημοκρατικό Συναγερμό), και τμήμα της Ένωσης Δημοκρατικών Αριστερών, με επικεφαλής τους Ευάγγελο Παπαχρήστο και Γιάννη Κοκορέλη. Εντάχθηκε, επίσης, το μικρό κόμμα Δημοκρατική Ένωση, του Στέλιου Κρητικά, καθώς και οι δυνάμεις του εκτός νόμου Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας, του Κώστα Γαβριηλίδη. Πρόεδρός της, μέχρι τη διάλυσή της, το 1967, ήταν ο Πασαλίδης.

Στις γραμμές της ΕΔΑ εντάχθηκαν κυρίως κομμουνιστές και αποτέλεσε το όχημα με το οποίο το παράνομο ΚΚΕ -η ηγεσία του οποίου βρισκόταν στο Βουκουρέστι- επιδίωκε την άσκηση πολιτικής στο εσωτερικό της χώρας. Στην ηγεσία της συμμετείχαν στελέχη του ΚΚΕ, αλλά και σοσιαλιστές και αριστεροί δημοκράτες. Η σχέση αυτή μεταξύ ΚΚΕ και ΕΔΑ αποτελούσε το πρόσχημα για τις δυνάμεις της αντίδρασης, ώστε να υποστηρίζουν πως η ΕΔΑ ήταν το νόμιμο υποκατάστατο του ΚΚΕ, παρεμβάλλοντας σοβαρά εμπόδια στη λειτουργία και τη δράση της.

Με την ίδρυσή της η ΕΔΑ πρόβαλε το τρίπτυχο «Ειρήνη - Δημοκρατία - Αμνηστία», τασσόμενη ενάντια στην πρόσδεση της Ελλάδας στο δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, στη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και αργότερα στην εγκατάσταση αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων, υποστηρίζοντας την κατάργηση του καθεστώτος έκτακτων μέτρων περιορισμού των δημοκρατικών δικαιωμάτων που επιβλήθηκε κατά τον Εμφύλιο, και πρώτα απ’ όλα την κατάργηση του νόμου 509/1947 και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, καθώς και την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων. Ταυτόχρονα, πρόβαλλε τα ζητήματα που απασχολούσαν την εργατική τάξη και τα άλλα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα.

Στις πρώτες εκλογές που συμμετείχε αμέσως μετά την ίδρυσή της, τον Σεπτέμβριο 1951, πήρε ποσοστό 10,57% (180.500 ψήφους) και εξέλεξε 10 βουλευτές, η εκλογή των οποίων δεν αναγνωρίστηκε, καθώς ήταν εξόριστοι ή φυλακισμένοι, και αντικαταστάθηκαν από άλλους. Στις επόμενες εκλογές, τον Νοέμβριο 1952, πήρε 152.000 ψήφους (9,55%), παρά την ισχυρή πίεση που δεχόταν ο κόσμος της Αριστεράς από τις δυνάμεις του Κέντρου για υπερψήφισή τους, ώστε να εμποδιστεί η άνοδος της Δεξιάς στην εξουσία. Αν συνυπολογιστούν και οι ψήφοι στις περιφέρειες της Λέσβου, των Χανίων και της Κέρκυρας, όπου κατέβηκαν ανεξάρτητοι συνδυασμοί στηριζόμενοι από την ΕΔΑ, η δύναμή της ήταν ανάλογη με αυτή των προηγούμενων εκλογών. Λόγω του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος, δεν εκπροσωπήθηκε στη Βουλή.

Προβλήματα στη λειτουργία της αντιμετώπισε από τον πρώτο καιρό της συγκρότησής της, που συνέπεσε με τη μεγάλη δίκη και την εκτέλεση, τον Μάρτιο 1952, ομάδας κομμουνιστών, ανάμεσά τους και του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Νίκου Μπελογιάννη. Απαγορεύτηκε η συνέχιση έκδοσης της εφημερίδας της «Δημοκρατική» και της εφημερίδας της νεολαίας της, «Φρουροί της Ειρήνης», και αργότερα, τον ίδιο χρόνο, απαγορεύτηκε και η λειτουργία της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ). Παράλληλα, οι σχέσεις της ΕΔΑ με το ΚΚΕ υπήρξαν αιτία αποχώρησης μέρους των συνεργαζόμενων κομμάτων (εκτός από τον Δημοκρατικό Συναγερμό και το ΣΚΕ, του Πασαλίδη), ήδη από τα τέλη του 1951. Έτσι, στην ΕΔΑ παρέμειναν ο Δημοκρατικός Συναγερμός, το ΣΚΕ, του Πασαλίδη, και κάποια στελέχη από τα άλλα κόμματα.

Επιδιώκοντας μια ευρύτερη ενότητα δημοκρατικών δυνάμεων, προσανατολίστηκε από το 1954 στη συνεργασία με κόμματα της Κεντροαριστεράς (όπως το Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού, των Αλέξανδρου Σβώλου και Γεωργίου Καρτάλη), αλλά και του Κέντρου. Το 1956 ιδρύθηκε η Κίνηση Εθνικής Αλλαγής με τη συμμετοχή ευρύτερων αριστερών και κεντροαριστερών δυνάμεων, και στις εκλογές του Φεβρουαρίου η ΕΔΑ συμμετείχε στην εκλογική συμμαχία της αντιπολίτευσης, τη Δημοκρατική Ένωση, και εξέλεξε 18 βουλευτές. Η συνεργασία της με τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης έσπασε την πολιτική της απομόνωση.

Η κρίση και η πολυδιάσπαση του χώρου του Κέντρου και η απήχηση της πολιτικής της ΕΔΑ είχαν ως αποτέλεσμα την ανάδειξή της σε αξιωματική αντιπολίτευση, τον Μάιο 1958, με ποσοστό 24,42% (940.000 ψήφοι) και την εκλογή 79 βουλευτών. Επρόκειτο για μια μεγάλη εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ, μόλις οχτώ χρόνια μετά την πολιτικοστρατιωτική ήττα των δυνάμεων της Αριστεράς και τη λήξη του Εμφυλίου. Ανάμεσα στους εκλεγέντες ήταν και αυτοί που ίδρυσαν το κόμμα Δημοκρατική Ένωση, με επικεφαλής τον επίσης εκλεγμένο με την ΕΔΑ, σοσιαλιστή Ηλία Τσιριμώκο, και η ομάδα βουλευτών που ίδρυσε τη Νέα Αγροτική Κίνηση.

Ήδη από το 1956 η 1η Πανελλαδική Διάσκεψη της ΕΔΑ είχε αποφασίσει τον μετασχηματισμό της σε ενιαίο κόμμα, ενώ μετά τη διάλυση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ, το 1958, το σύνολο του δυναμικού του στην Ελλάδα εντάχθηκε στις νόμιμες οργανώσεις της. Την απόφαση για μετασχηματισμό σε ενιαίο κόμμα επικύρωσε, το 1959, το 1ο Συνέδριο της ΕΔΑ.

H συγκρότηση της Ένωσης Κέντρου και η διεξαγωγή των εκλογών του Οκτωβρίου 1961 σε συνθήκες τρομοκρατίας (με αποκορύφωμα τη δολοφονία των στελεχών της Νεολαίας ΕΔΑ, Στέφανου Βελδεμίρη και Διονύση Κερπινιώτη) και νοθείας, οδήγησαν σε υποχώρηση της εκλογικής δύναμης της ΕΔΑ στο 14,62% (676.000 ψήφοι). Στις εκλογές αυτές είχε συμμετάσχει με το Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδας (ΠΑΜΕ), σε συνεργασία με το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα, το οποίο πήρε τις 2 από τις 24 βουλευτικές έδρες.

Μετά τη δολοφονία του συνεργαζόμενου βουλευτή της, Γρηγόρη Λαμπράκη, τον Μάιο 1963, δρομολογήθηκε η πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή και στις εκλογές του Νοεμβρίου, στις οποίες πρώτο κόμμα αναδείχτηκε η Ένωση Κέντρου, η ΕΔΑ πήρε 14,34% (669.000 ψήφοι), εκλέγοντας 28 βουλευτές. Στις αμέσως επόμενες εκλογές, του Φεβρουαρίου 1964, παρά την αντίθετη άποψη του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ, η ΕΔΑ στήριξε την Ένωση Κέντρου, με τη μη κάθοδο στις περισσότερες μονοεδρικές και δυεδρικές περιφέρειες (σε 24 από τις συνολικά 55), και με ποσοστό 11,8% (541.000 ψήφους) εξέλεξε 22 βουλευτές.

Παρά τον περιορισμό της εκλογικής της δύναμης, συνέχισε να αναπτύσσεται οργανωτικά σε συνθήκες φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος, φτάνοντας τα 93.000 μέλη, ενώ πολύ σημαντική ανάπτυξη είχε και η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, στην οποία είχε ενταχθεί η Νεολαία ΕΔΑ. Δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, απέβλεπε στην οριστική απομάκρυνση της Δεξιάς από την εξουσία και σε μια μελλοντική συμμετοχή της Αριστεράς σε κυβερνήσεις συνεργασίας με το Κέντρο.

Μετά την πραξικοπηματική ανατροπή της κυβέρνησης Παπανδρέου, τον Ιούλιο 1965, η ΕΔΑ κατήγγειλε το βασιλικό πραξικόπημα και πρότεινε πολιτική διέξοδο από την κρίση, με προσφυγή στις εκλογές. Αν και προειδοποιούσε για τον κίνδυνο που αντιπροσώπευαν στρατιωτικοί κύκλοι, υποστήριζε πως ενδεχόμενο στρατιωτικό πραξικόπημα δεν θα μπορούσε να πετύχει, λόγω της ύπαρξης ισχυρού λαϊκού δημοκρατικού κινήματος. Έτσι, το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 βρήκε την ΕΔΑ απροετοίμαστη να το αντιμετωπίσει, σε μια περίοδο που το σύνολο των δυνάμεών της είχε προσανατολιστεί στη διεξαγωγή του προεκλογικού αγώνα, ενόψει των εκλογών που ματαίωσε η επιβολή της δικτατορίας.

Στα δεκαέξι χρόνια της λειτουργίας της η ΕΔΑ συνέβαλε στην ανάπτυξη της δημοκρατικής αντίστασης ενάντια στο μετεμφυλιακό καθεστώς, αλλά και μαζικών διεκδικητικών αγώνων των εργαζομένων και της νεολαίας.

Σημαντικός ήταν ο ρόλος της «Δημοκρατικής» (1951-52), της «Αυγής» (1952-67) και της «Δημοκρατικής Αλλαγής» (1964-67), καθημερινών εφημερίδων που εξέφραζαν την πολιτική της, ενώ στο πλαίσιο της εκδοτικής της δραστηριότητας εντάσσονται η έκδοση του ημιεπίσημου λογοτεχνικού-πολιτιστικού περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης» (1955-67) και του θεωρητικού-πολιτικού περιοδικού «Ελληνική Αριστερά» (1963-67), καθώς και η ίδρυση, το 1963, των εκδόσεων «Θεμέλιο» και του Κέντρου Μαρξιστικών Μελετών και Ερευνών, το 1966.

Ιδιαίτερη υπήρξε η συμβολή της στην ανάπτυξη του κινήματος ειρήνης, που από το 1963 προσέλαβε διαστάσεις μεγάλου μαζικού κινήματος, με τη διοργάνωση των ετήσιων Μαραθώνιων Πορειών. Στο συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων οι δυνάμεις της ΕΔΑ παρέμβαιναν με το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΔΣΚ), που ιδρύθηκε το 1955 με τη συγχώνευση της αριστερής συνδικαλιστικής παράταξης Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ) και του σοσιαλιστικού Κινήματος Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ).

Σημαντική ήταν επίσης και η συνεισφορά της ΕΔΑ στο γυναικείο κίνημα. Γυναίκες συμμετείχαν σταθερά στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος μετά το 1956, στηρίχτηκε η ίδρυση και δράση της Πανελλαδικής Ένωσης Γυναικών, στα 1964-67, ενώ το 1965 οι γυναίκες-μέλη του κόμματος αποτελούσαν το 14%, ποσοστό αδιανόητο τότε για τα άλλα πολιτικά κόμματα.

H ΕΔΑ επικρίνεται για την αδυναμία της να αποτρέψει το πραξικόπημα του 1967, αλλά και γιατί είχε ήδη απολέσει την ηγεμονία στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα μετά την ίδρυση της Ένωσης Κέντρου, απέναντι στην οποία θεωρείται πως κράτησε στάση υποχωρητική, πόσο μάλλον που ο Γεώργιος Παπανδρέου διακήρυττε πως διεξάγει «διμέτωπο αγώνα ενάντια στη Δεξιά και την άκρα Αριστερά».

Σοβαρά προβλήματα αντιμετώπισε στο εσωτερικό της όταν τέθηκε το ζήτημα των σχέσεων με το ΚΚΕ στην προοπτική της νομιμοποίησής του, ιδιαίτερα μετά το 1964. Στην ηγεσία της ΕΔΑ συμμετείχε το σύνολο του ευρισκόμενου στην Ελλάδα στελεχικού δυναμικού του ΚΚΕ, υπό την καθοδήγηση του Γραφείου του Κλιμακίου Εσωτερικού της Κ.Ε. Οι αντιθέσεις που είχαν αρχίσει να αναφαίνονται στις γραμμές της ηγεσίας του ΚΚΕ και κατέληξαν στη διάσπασή του, το 1968, μεταφέρονταν και στην ηγεσία της ΕΔΑ. Το κύριο ζήτημα ήταν η αντίθεση ανάμεσα στην άποψη της πλειοψηφίας του Π.Γ. του ΚΚΕ (Κώστας Κολιγιάννης κ.ά.), που επέμενε στη de jure ή de facto νομιμοποίηση, και στην άποψη του Γραφείου Εσωτερικού, που προσανατολιζόταν περισσότερο στη μετατροπή της ΕΔΑ σε κόμμα με χαρακτηριστικά ανάλογα με αυτά ενός κομμουνιστικού κόμματος. Οι αντιθέσεις αυτές, που συμπληρώνονταν με την αντίθεση του Π.Γ. του ΚΚΕ σε σημαντικές πλευρές της πολιτικής στήριξης της Ένωσης Κέντρου, δεν γίνονταν αντικείμενο ευρύτερης συζήτησης μεταξύ των κομμουνιστών και γενικότερα των μελών της ΕΔΑ.

Προβλήματα δημιουργήθηκαν και από τις τάσεις που είχαν αποσπαστεί από το ΚΚΕ, τη Νεολαία ΕΔΑ και τη Δ.Ν. Λαμπράκη, και δρούσαν ως μειοψηφικές μέσα στο κίνημα, με σημαντικότερη αυτή που συγκροτήθηκε γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση» και αποτέλεσε έκφραση του ελληνικού μ-λ κινήματος. Ωστόσο,  η ΕΔΑ διατήρησε μέχρι τέλους την αναμφισβήτητη κυριαρχία στον χώρο της Αριστεράς.

Μετά τη διάλυσή της και τις μαζικές συλλήψεις χιλιάδων στελεχών της, η ΕΔΑ έπαψε να λειτουργεί και οι κομμουνιστές που δρούσαν στην παρανομία εντάσσονταν στις παράνομες οργανώσεις του ΚΚΕ. Τον τίτλο της διεκδίκησαν μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, και τα δύο Κ.Κ., εμφανίζοντας στελέχη τους ως εκπροσώπους της. Στη διαμάχη αυτή υπερτερούσε σαφώς το ΚΚΕ εσωτερικού, καθώς η μεγάλη πλειονότητα των κομμουνιστών, στελεχών της ΕΔΑ, κυρίως σε επίπεδο ηγεσίας, είχε ενταχθεί στις γραμμές του και γενικότερα στον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.

Ανάμεσα στα ηγετικά στελέχη της ΕΔΑ συγκαταλέγονται οι σοσιαλιστές Γιάννης Πασαλίδης και Σταύρος Ηλιόπουλος, ο Ηλίας Ηλιού, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, ο Μανώλης Γλέζος, σύμβολο της αντιφασιστικής Αντίστασης, οι βουλευτές Βασίλης Εφραιμίδης, Λεωνίδας Κύρκος και Αντώνης Μπριλλάκης, γραμματέας του Γραφείου Εσωτερικού της Κ.Ε. του ΚΚΕ στα 1963-65, ο Μπάμπης Δρακόπουλος, γραμματέας της ΕΔΑ και του Γραφείου Εσωτερικού της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1965, ο Νίκος Καρράς, βασικό οργανωτικό στέλεχος του κόμματος, οι Μίκης Θεοδωράκης και Τάκης Μπενάς, πρόεδρος και γραμματέας, αντίστοιχα, της Δ.Ν. Λαμπράκη, ο Βασίλης Νεφελούδης, ιστορικό στέλεχος του ΚΚΕ και υπεύθυνος για τη συνδικαλιστική πολιτική της ΕΔΑ, ο πανεπιστημιακός Νίκος Κιτσίκης κ.ά. Ανάμεσα στις γυναίκες, στελέχη της ΕΔΑ, ήταν οι Έλλη Αλεξίου, Μίνα Γιάννου, Καίτη Ζεύγου, Βάσω Θανασέκου, Μαρία Καραγιώργη, Μαρία Καρρά, Ελένη Μπενά, Μαρία Σβώλου κ.ά.

2. Το κόμμα που εμφανίστηκε ως συνέχεια της προδικτατορικής ΕΔΑ αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, το καλοκαίρι του 1974, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ εσωτερικού και ομάδας στελεχών που δεν είχαν ενταχθεί σε κανένα από τα δύο ΚΚΕ μετά τη διάσπαση του 1968. Πρόεδρός της ήταν ο Ηλίας Ηλιού και γραμματέας ο Μανώλης Γλέζος. Ως κομματικός σχηματισμός, στον οποίο ταυτόχρονα συμμετείχε και το ΚΚΕ εσ., πήρε μέρος στις εκλογές του 1974 σε συνεργασία με το ΚΚΕ, στο πλαίσιο της Ενωμένης Αριστεράς, εκλέγοντας τρεις βουλευτές, τους Μπάμπη Δρακόπουλο και Λεωνίδα Κύρκο του ΚΚΕ εσ., και τον Ηλιού. Το 1975 η ιδιόμορφη αυτή σχέση με το ΚΚΕ εσ. διακόπηκε και η ΕΔΑ εμφανίστηκε ως διακριτό κόμμα, με βασικά στελέχη, εκτός από τον Ηλιού και τον Γλέζο, τους Μίκη Θεοδωράκη, Έλλη Παππά και Μάκη Τρικούκη (που αποχώρησαν μετά τις εκλογές του 1977 και προσέγγισαν το ΚΚΕ), Γιώργο Γιωτόπουλο, Μαρία Καραγιώργη, Μαρία Καρρά, Παναγιώτη Κατερίνη,  Θεόδωρο Κατριβάνο, Ανδρέα Λεντάκη, Σπύρο Λιναρδάτο, Ανδρέα Μπαρτζώκα κ.ά.

Η ΕΔΑ εντασσόταν στην ανανεωτική Αριστερά, εμφανιζόμενη ως κόμμα που στις γραμμές του υλοποιούνταν η ενότητα κομμουνιστών, σοσιαλιστών και αριστερών δημοκρατών, αλλά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα όρια του ιδεολογικοπολιτικού ομίλου. Στις εκλογές τον 1977 συμμετείχε στη Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων, σε συνεργασία με το ΚΚΕ εσ. και μικρά κεντροαριστερά κόμματα, και επανεξέλεξε βουλευτή τον Ηλιού, και στα 1981 και 1985 συνεργάστηκε με το ΠΑΣΟΚ και ανέδειξε στη Βουλή τον Γλέζο. Το 1989 ένα τμήμα της, ως Νέα ΕΔΑ, συνέχισε τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, στο οποίο ενσωματώθηκε. Ένα άλλο, με πρόεδρο έως το 1993 τον Λεντάκη και κατόπιν τον Κατριβάνο, συμμετείχε στα 1989-91 στον Συνασπισμό της Αριστεράς και έχοντας απομείνει μικρή ομάδα, κατά τη δεκαετία του 2000 έπαψε να λειτουργεί και τυπικά.

 

Ενιαία Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας (ΕΔΝΕ). Η πρώτη νόμιμη οργάνωση της νεολαίας της Αριστεράς μετά τον Εμφύλιο. Ιδρύθηκε τον Αύγουστο τον 1951, με τη συγχώνευση των νεολαιίστικων οργανώσεων των κομμάτων που συγκρότησαν την ΕΔΑ: της Νεολαίας του Δημοκρατικού Συναγερμού, της Δημοκρατικής Αριστερής Νεολαίας,  της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, της Φιλελεύθερης Αριστερής Νεολαίας και της Δημοκρατικής Ριζοσπαστικής Νεολαίας. Στην ίδρυσή της ήταν καθοριστική η συμβολή των μελών της παράνομης ΕΠΟΝ και ιδιαίτερα των νέων κομμουνιστών που μόλις είχαν βγει από τη Μακρόνησο και συμμετείχαν στο παράνομο ΚΚΕ. Επίτιμος πρόεδρος της ΕΔΝΕ αναδείχτηκε ο Γιάννης Ιμβριώτης και γραμματείς της κατά σειρά ήταν οι Χρήστος Τεγόπουλος και Πότης Παρασκευόπουλος. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1951 εκλέχτηκαν βουλευτές της ΕΔΑ και τα στελέχη της ΕΔΝΕ, Παναγιώτης Κατερίνης και Αντώνης Μπριλλάκης.

Η ΕΔΝΕ εξέδιδε την εφημερίδα «Φρουροί της Ειρήνης» έως τον Ιανουάριο του 1952, οπότε η έκδοσή της απαγορεύτηκε. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου απαγορεύτηκε και η λειτουργία της οργάνωσης, που χαρακτηρίστηκε όργανο του ΚΚΕ, και πολλά από τα στελέχη της εξορίστηκαν. Μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν και οι Γιώργος Γιωτόπουλος, Τάκης Κακόγιαννος, Λένα Μακρή, Ζωή Μπουρλέσκου, Βασίλης Μπρακατσούλας, Γιάννης Φιλίνης κ.ά.

 

Ενιαία Εθνικοαπελευθερωτική Εργατοϋπαλληλική Νεολαία. Η νεολαία του Εργατικού ΕΑΜ. Ιδρύθηκε στις αρχές του 1942 και τον Φεβρουάριο 1943 αυτοδιαλύθηκε, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΕΠΟΝ. Βασικά της στελέχη ήταν οι Πέτρος Διβέρης και Γιώργος Τρικαλινός, και όργανό της η παράνομη εφημερίδα «Μάχη».

 

Ενιαία Μαθητική Νεολαία. Οργάνωση που λειτουργούσε στις γραμμές του ΕΑΜ Νέων, στα 1942-43. Ιδρύθηκε από μέλη της ΟΚΝΕ και εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα «Μαθητική Φωνή». Βασικά στελέχη της ήταν οι Μπάμπης Δρακόπουλος και Κώστας Φιλίνης. Μαζικοποιήθηκε ταχύτατα και συνέβαλε στην ένταξη της μαθητικής νεολαίας στο αντιστασιακό εαμικό κίνημα. Τον Φεβρουάριο του 1943 αυτοδιαλύθηκε, συμμετέχοντας στην ίδρυση της ΕΠΟΝ.

 

Ενιαία Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΕΟΚΔΕ). Τροτσκιστική οργάνωση που συγκροτήθηκε σε συνθήκες παρανομίας, το καλοκαίρι του 1937, με την ενοποίηση της ΟΚΔΕ και της ομάδας του Νέου Δρόμου. Γραμματέας της ήταν ο Παντελής Πουλιόπουλος και βασικά της στελέχη οι Χρήστος και Κώστας Αναστασιάδης, Νώντας Γιαννακός, Γιάννης Θεοδωράτος,  Κώστας Καστρίτης,  Μιχάλης Λίλλης, Γιάννης Ξυπόλητος,  Κώστας Πανταζής, Μιχάλης Ράπτης, Αλέκος Σάκκος, Λάζαρος Τουρνόπουλος κ.ά. Μέλη της ήταν και οι Δημοσθένης Βουρσούκης και Γιάννης Ταμτάκος, που προσχώρησαν κατόπιν στην ΚΔΕΕ, καθώς και οι μαθητές Ανδρέας Παπανδρέου, Κορνήλιος Καστοριάδης  κ.ά. Στα 1937-39 εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα «Προλετάριος». Το 1938 ο Ράπτης εκπροσώπησε την ΕΟΚΔΕ στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης Διεθνούς, στο οποίο αποφασίστηκε η ενοποίηση της οργάνωσης με την ΚΔΕΕ, που όμως δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί.

Έχοντας δεχτεί ισχυρά πλήγματα από τις διώξεις της δικτατορίας Μεταξά, ανασυστάθηκε το φθινόπωρο του 1942 και εξέδιδε τα παράνομα έντυπα «Προλετάριος» και «Διεθνιστής». Υποστήριξε την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ απέναντι στη γερμανική εισβολή, αλλά τάχθηκε ενάντια στην εαμική Αντίσταση, καταγγέλλοντάς την σαν εθνικιστική.

Τον Μάιο 1943 η πλειοψηφία των μελών της, με επικεφαλής τον Χρήστο Αναστασιάδη, ίδρυσε το Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΚΚΔΕ). Η μειοψηφία, με επικεφαλής τους Καστρίτη και Θεοδωράτο, συμμετείχε, λίγους μήνες μετά, στην ίδρυση του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΔΚΚΕ). Τον ίδιο χρόνο εκτελέστηκε στο Κούρνοβο ο Πουλιόπουλος, έχοντας μείνει κρατούμενος από το 1938.

 

Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ). Η οργάνωση νεολαίας του ΕΑΜ. Ιδρύθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1943, με πρωτοβουλία της Κ.Ε. του ΕΑΜ Νέων. Στην ίδρυσή της συμμετείχαν η Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας, η Λαϊκή Επαναστατική Νεολαία, η Αγροτική Νεολαία Ελλάδας, η Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδας, η Λεύτερη Νέα, η Ενιαία Εθνικοαπελευθερωτική Εργατοϋπαλληλική Νεολαία, η φοιτητική οργάνωση Μαχητής, η Ενιαία Μαθητική Νεολαία, η Φιλική Εταιρεία Νέων, η Ένωση Νέων Αγωνιστών Ρούμελης και ο Θεσσαλικός Ιερός Λόχος.

Η ΕΠΟΝ ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα για την ένταξη των νέων στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, την οργάνωση και ανάπτυξη μαζικών αγώνων στους χώρους όπου ζούσε, εργαζόταν και σπούδαζε η νεολαία, και για την ενίσχυση του ένοπλου αγώνα, καθώς 32.000 μέλη της συμμετείχαν στον ΕΛΑΣ. Ανάμεσα στις δραστηριότητές της ήταν η ίδρυση σχολείων για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, η λειτουργία πολιτιστικών λεσχών, η διοργάνωση συσσιτίων, η οργάνωση της εθελοντικής βοήθειας σε αγροτικές εργασίες και κοινωφελή έργα κ.λπ.

Όργανο της ΕΠΟΝ ήταν η εφημερίδα «Νέα Γενιά», πρόεδρός της ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Γεώργιος Γεωργαλάς και βασικά της στελέχη οι κομμουνιστές Δημήτρης Βλαντάς (γραμματέας στα 1943-44), Φώκος Βέττας (γραμματέας στα 1944-46), Πέτρος Ανταίος (Σταύρος Γιαννακόπουλος), Μαρία Αγριγιαννάκη (Καραγιώργη), Μπάμπης Δρακόπουλος κ.ά.

H ανάπτυξη της οργάνωσης ήταν ταχύτατη και στις παραμονές της Απελευθέρωσης, το 1944, είχε στις γραμμές της 640.000 μέλη. Με την EΠON συνδέονταν και τα Αετόπουλα, στα οποία εντάσσονταν παιδιά ηλικίας δέκα έως δεκαπέντε χρόνων. H ΕΠΟΝ της Αθήνας συμμετείχε ενεργά στις μάχες των Δεκεμβριανών, κατά τις οποίες διακρίθηκε ιδιαίτερα ο φοιτητικός Λόχος «Λόρδος Μπάιρον». Τον Ιανουάριο 1946 πραγματοποιήθηκε το 1ο Συνέδριο, στο οποίο αποφασίστηκε και η ένταξή της στην Παγκόσμια Ομοσπονδία Δημοκρατικής Νεολαίας (ΠΟΔΝ).

Η ΕΠΟΝ κηρύχτηκε παράνομη τον Φεβρουάριο 1947, με δικαστική απόφαση που επικυρώθηκε τον Δεκέμβριο, με τον νόμο 509, που έθετε εκτός νόμου το ΚΚΕ και τις οργανώσεις του εαμικού κινήματος. Εντούτοις, συνέχισε να λειτουργεί στην παρανομία, με περιοριορισμένη κατά πολύ την οργανωτική της δύναμη, και ανέπτυξε ιδιαίτερη δραστηριότητα στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας, όπου παράλληλα λειτουργούσε και η Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας. Χιλιάδες ήταν οι επονίτες και επονίτισσες που έδωσαν τη ζωή τους στους αγώνες της Κατοχής και του Εμφυλίου και πολλοί εκτελέστηκαν από το μετεμφυλιακό καθεστώς.

Πυρήνες της ΕΠΟΝ, ως οργάνωσης συνδεδεμένης άμεσα με το παράνομο ΚΚΕ, συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι το 1958, ενώ πολλά μέλη της συμμετείχαν παράλληλα και σε νόμιμες αριστερές νεολαιίστικες οργανώσεις. Κατά καιρούς κυκλοφορούσαν παράνομα η εφημερίδα «Νέα Γενιά» και άλλα έντυπα, όπως η «Λεβεντιά», της ΕΠΟΝ Αθήνας, το μαθητικό «Κρυφό Σχολιό», η φοιτητική «Φλόγα» κ.ά. Μετά τη διάλυση της ΕΠΟΝ, το σύνολο των μελών της εντάχθηκε στη Νεολαία της ΕΔΑ.

Η ΕΠΟΝ αποτέλεσε την πρώτη μαζική αριστερή νεολαιίστικη οργάνωση με πλατιά απεύθυνση και πέρα από τους νέους που αυτοαναγνωρίζονταν ως κομμουνιστές. Απόφαση για ανάλογη πλατιά οργάνωση νεολαίας είχε παρθεί από το ΚΚΕ, ήδη το 1935. Στην ίδια κατεύθυνση συγκροτήθηκε αργότερα, το 1964, η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη. Ουσιαστικά, από το 1943, με την αυτοδιάλυση της ΟΚΝΕ και την ένταξη των μελών της στην ΕΠΟΝ, δεν υπήρξε στην Ελλάδα κομμουνιστική οργάνωση νεολαίας, παρά μόνο μετά το 1968, οπότε ιδρύθηκε από το ΚΚΕ η ΚΝΕ, ενώ το 1976 μετεξελίχθηκε σε κομμουνιστική οργάνωση και ο Ρήγας Φεραίος, νεολαία του ΚΚΕ εσωτερικού.

 

Ενιαία Σοσιαλιστική Παράταξη. Η κίνηση που συγκρότησαν, το 1963, η Σοσιαλιστική Ένωση και το ΣΚ-ΕΛΚΑ και κατέληξε, το 1964, στην ίδρυση του Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1963 στήριξε στην Αθήνα και τη Μαγνησία, το Κίνημα της Δημοκρατίας και του Σοσιαλισμού. Μεταξύ των στελεχών της ήταν οι Δημήτρης Γιωτόπουλος, Αντώνης Δροσόπουλος, Γιάννης Κοκορέλης, Έλλη Λαμπρίδη, Νίκος Πουλιόπουλος, Χαράλαμπος Πρωτοπαπάς, Στρατής Σωμερίτης, Σωτήρης Τσιγαρίδης κ.ά. 

 

Ενιαία Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Παράταξη. Ιδρύθηκε το 1945 από το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ), του Γιάννη Καλομοίρη, με επικεφαλής τον ίδιο και βασικά στελέχη τους Νίκο Γαβαλά και Σταμάτη Μαστρογιαννάκο (που σύντομα αποχώρησαν και προσχώρησαν στην συνδικαλιστική παράταξη του ΕΑΜ), Μάνθο Πετρουλή, Θεόδωρο Σισμανίδη κ.ά. Κράτησε ενδιάμεση στάση μεταξύ των ακραίων αντικομμουνιστικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος και του αριστερού ΕΡΓΑΣ, συμμετείχε στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ από το οποίο απείχαν οι δεξιές παρατάξεις, αλλά στη συνέχεια συμμετείχε και στις διορισμένες διοικήσεις που αντικατέστησαν την εκλεγμένη Διοίκηση. Τον τίτλο της παράταξης χρησιμοποίησαν στα 1949-50 οι Γαβαλάς και Μαστρογιαννάκος που συμμετείχαν στην ίδρυση του Κινήματος Ελεύθερων Συνδικάτων (ΚΕΣ) και κατόπιν στο Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ).

 

Ενιαία Συνδικαλιστική Αντιδικτατορική Κίνηση (ΕΣΑΚ). Συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΕ. Ιδρύθηκε στη Ρώμη τον Απρίλιο 1968, από συνδικαλιστές του ΚΚΕ, μετά τη διάσπαση του κόμματος. Στην ίδρυσή της συμμετείχαν και συνδικαλιστές της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης και της Ένωσης Κέντρου, οι οποίοι αργότερα αποχώρησαν. Ανέπτυξε δραστηριότητα κυρίως μεταξύ των Ελλήνων μεταναστών στη δυτική Ευρώπη, αλλά σύντομα απέκτησε προσβάσεις και στην Ελλάδα.

Η δράση της ΕΣΑΚ παρέμεινε περιορισμένη, καθώς υποχρεωνόταν να λειτουργεί παράνομα  και με τις μεγάλες μαζικές συνδικαλιστικές οργανώσεις που έλεγχε προδικτατορικά η Αριστερά να έχουν διαλυθεί από τη Χούντα. Επιπλέον, βρισκόταν σε ανταγωνισμό με το ΑΕΜ, που συνδεόταν με το ΚΚΕ εσωτερικού. Το φθινόπωρο του 1973 κυκλοφόρησαν νόμιμα δύο φύλλα της εφημερίδας «Φωνή των Εργαζομένων», αλλά η έκδοσή της σταμάτησε μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Από το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας, άρχισε να αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς, αποκτώντας σημαντική επιρροή σε μια σειρά κλάδους, όπως οι οικοδόμοι, οι μεταλλεργάτες, οι εργάτριες της κλωστοϋφαντουργίας και του ιματισμού, οι λογιστές, οι ναυτεργάτες κ.λπ. Από το 1975 δρούσε ως ΕΣΑΚ – Συνεργαζόμενοι και αργότερα ο όρος «Αντιδικτατορική» αντικαταστάθηκε με το «Αγωνιστική».

Προβάλλοντας τη θέση της συγκρότησης κλαδικών συνδικάτων, αντιτάχθηκε στην ίδρυση σωματείων κατά χώρο δουλειάς ή κατά επιχείρηση, θεωρώντας πως εύκολα θα μπορούσαν να τεθούν υπό τον έλεγχο της εργοδοσίας. Η θέση της αυτή, αν και αναθεωρήθηκε το 1978, είχε αρνητικές συνέπειες στη σύνδεσή της με τμήματα του βιομηχανικού προλεταριάτου.

Το 1977 συμμετείχε στην ίδρυση των Συνεργαζόμενων Αγωνιστικών Δημοκρατικών Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων (ΣΑΔΕΟ), σε συνεργασία με το ΑΕΜ και την ΠΑΣΚΕ (συνδικαλιστική παράταξη του ΠΑΣΟΚ), επιδιώκοντας την ανάπτυξη εργατικών διεκδικητικών αγώνων και τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος. Μετά την απομάκρυνση των συντηρητικών συνδικαλιστών από την ηγεσία της ΓΣΕΕ και τον εκδημοκρατισμό του κινήματος, το 1982, η ΕΣΑΚ-Σ αναδείχτηκε σε δεύτερη συνδικαλιστική δύναμη. Στα 1985-88 συμμετείχε στη Διοίκηση της ΓΣΕΕ που δρούσε παράλληλα με τη διορισμένη φιλοκυβερνητική Διοίκηση.

Η αυτόνομη δράση της ΕΣΑΚ-Σ ατόνησε στα 1989-91, όταν το ΚΚΕ εντάχθηκε στον Συνασπισμό της Αριστεράς. Ανασυγκροτήθηκε κατόπιν και από το  1999 συνέχισε να δρα στο πλαίσιο του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου (ΠΑΜΕ).

Βασικά στελέχη της υπήρξαν κατά καιρούς οι Κώστας Βασάλος, Γιάννης Επιτρόπου, Γιάννης Θεωνάς, Δημήτρης Κολιαράκης, Μήτσος Κωστόπουλος, Κώστας Μαραγκουδάκης, Γιώργος Μαυρίκος, Διαμαντής Μαυροδόγλου, Γιάννης Πλαπούτας, Μανώλης Πυθαρούλης, Μήτσος Σαχίνης, Κώστας Τερζάκης, Κώστας Τζανιδάκης κ.ά. 

 

Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο. Βασική θέση του κομμουνιστικού κινήματος σχετικά με την πολιτική συμμαχιών, κατά την περίοδο που ακολούθησε τη σταθεροποίηση της σοβιετικής εξουσίας και την υποχώρηση του επαναστατικού κύματος στις χώρες της Ευρώπης. Απέβλεπε στη συμμαχία με τις δυνάμεις του ρεφορμισμού, κυρίως με τη σοσιαλδημοκρατία, τόσο στο μαζικό εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα όσο και κεντρικά πολιτικά, για την ενότητα των ταξικών αγώνων, την εξασφάλιση δυνατοτήτων επηρεασμού των εργατών που ακολουθούσαν τα ρεφορμιστικά κόμματα και την άσκηση πίεσης για την αριστερή μετατόπιση της πολιτικής αυτών των κομμάτων.

Στα 1928-34 αντικαταστάθηκε από την πολιτική της «Τρίτης Περιόδου» όταν, στη βάση της εκτίμησης πως ο καπιταλισμός εισερχόταν σε μια νέα περίοδο γενικευμένης κρίσης, θεωρήθηκε πως διαμορφώνονται όροι επαναστατικής κατάστασης. Στις συνθήκες αυτές, εκτιμήθηκε πως οι ρεφορμιστές, που χαρακτηρίζονταν «σοσιαλφασίστες», αποτελούν βασικό αντίπαλο, καθώς παρεμβάλλονται ως εμπόδιο στην επαναστατικοποίηση της εργατικής τάξης και των αγώνων της. Την πολιτική της «Τρίτης Περιόδου» ακολούθησε, το 1935, η πολιτική των Λαϊκών Μετώπων, κατά την οποία η ανάγκη απόκρουσης τον φασιστικού κινδύνου απαιτεί την ευρύτερη δυνατή ενότητα αντιφασιστικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανόμενων και των αστικών δημοκρατικών. Στην εγκατάλειψη της πολιτικής του ΕΕΜ αντιτάχθηκε, κυρίως, το τροτσκιστικό ρεύμα, το οποίο εξακολουθεί, στο μεγαλύτερο μέρος του, να την προβάλλει ως βασικό στοιχείο της πολιτικής του.

Στην Ελλάδα υπήρξε ευθυγράμμιση του ΚΚΕ με τις εκάστοτε αλλαγές στην πολιτική συμμαχιών της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που προσλάμβανε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Καθώς στα 1923-24 το ΣΕΚΕ(Κ) αντιμετώπιζε πρόβλημα με τις αποχωρήσεις στελεχών του που εντάσσονταν στη σοσιαλδημοκρατία, η πολιτική του ΕΕΜ δεν υιοθετήθηκε παρά το 1925. Εντούτοις, δεν μπόρεσε να προωθηθεί, τόσο γιατί δεν υπήρχε μαζικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα όσο και γιατί οι σοσιαλδημοκράτες συνεργάζονταν στο συνδικαλιστικό κίνημα με τους συντηρητικούς συνδικαλιστές σε σαφή αντικομμουνιστική κατεύθυνση.  

H πολιτική του ΕΕΜ αντικαταστάθηκε και εδώ, στα 1928-34, από την πολιτική της «Τρίτης Περιόδου» και κατόπιν υιοθετήθηκε η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου. Όπως και διεθνώς, το ΕΕΜ συνέχισε να το υπερασπίζεται το τροτσκιστικό ρεύμα, τόσο κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου όσο και αργότερα, ιδιαίτερα στα 1944-47. Στην κατεύθυνση του ΕΕΜ κινούνται τροτσκιστικές και άλλες οργανώσεις της ριζοσπαστικής και επαναστατικής Αριστεράς.

 

Ενιαίο Μέτωπο. Έκδοση του ΚΚΕ στα 1934-36, που αντικατέστησε το «Κόκκινο Μέτωπο». Κυκλοφορούσε συνήθως πριν από βουλευτικές εκλογές, ως όργανο του Ενιαίου Μετώπου Εργατών - Αγροτών και Προσφύγων, και το 1936 του Παλλαϊκού Μετώπου, και πρόβαλε τις θέσεις του κόμματος για συγκρότηση αντιφασιστικού μετώπου.

 

Ενιαίο Μέτωπο Εργατών - Αγροτών και Προσφύγων. Εκλογικό σχήμα με το οποίο συμμετείχε το ΚΚΕ στις εκλογές του 1926, ’28, ’32, ’33 και ’35. Η επιδίωξη συγκρότησής του διακηρύχθηκε ήδη το 1924. Ουσιαστικά, δεν επρόκειτο για μέτωπο, καθώς μόνο το ΚΚΕ εντασσόταν σ’ αυτό, αλλά για τίτλο που λειτουργούσε προπαγανδιστικά ως προς την κοινωνική απεύθυνση του κόμματος. Εξέδιδε το «Κόκκινο Μέτωπο» και κατόπιν το «Ενιαίο Μέτωπο».

 

Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Μετεξέλιξη της Ενιαίας Σοσιαλιστικής Παράταξης, το 1964. Τον ίδιο χρόνο αυτοδιαλύθηκε και συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης (ΣΔΕ). Μεταξύ των στελεχών του ήταν οι Δημήτρης Γιωτόπουλος, Αντώνης Δροσόπουλος, Γιάννης Κοκορέλης, Έλλη Λαμπρίδη, Χαράλαμπος Πρωτοπαπάς, Στρατής Σωμερίτης, Σωτήρης Τσιγαρίδης κ.ά. 

 

Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ). Μετονομασία του Εργατικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδας, του Γιάννη Καλομοίρη, μετά την προσχώρηση ομάδας με επικεφαλής τον καθηγητή Γεώργιο Γεωργαλά, το 1944. Το 1945 αποχώρησε από το ΕΑΜ, έχοντας διαφωνήσει με την εμπλοκή στα Δεκεμβριανά και συμμετείχε στην Επιτροπή Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων. Εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστικός Αγώνας» και κύρια δραστηριότητά του ήταν η παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα, μέσω της Ενιαίας Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης. Σύντομα διασπάστηκε και μέρος των στελεχών του (Γεωργαλάς, Νίκος Γαβαλάς, Σταμάτης Μαστρογιαννάκος κ.ά.) συνέχισε τη συνεργασία με την Αριστερά, ενώ άλλη ομάδα  (Καλομοίρης, Μάνθος Πετρουλής κ.ά.)  διατήρησε τον τίτλο του κόμματος και το 1946 εντάχθηκε στην αντικομμουνιστική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία.

 

Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ). Συνδικαλιστική παράταξη της Αριστεράς που ιδρύθηκε τον Μάιο 1950, με τη συνένωση των κινήσεων Συνδικαλιστική Προοδευτική Παράταξη, Ενιαία Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Παράταξη, Δημοκρατική Αριστερή Συνδικαλιστική Παράταξη Ελλάδας και Συνδικαλιστική Κίνηση Αριστερών Φιλελευθέρων, και ανεξάρτητων συνδικαλιστών. Αποτέλεσε την πρώτη προσπάθεια συγκροτημένης παρέμβασης των κομμουνιστών στο συνδικαλιστικό κίνημα, μετά την ήττα του Εμφυλίου.

Τα πρώτα χρόνια ακολούθησε πολιτική αντιπαλότητας προς το σύνολο των άλλων συνδικαλιστικών κινήσεων, ακόμη και αυτών που αντιπολιτεύονταν τον κυρίαρχο καθεστωτικό συνδικαλισμό. Από το 1954 άλλαξε προσανατολισμό, επιδιώκοντας την ευρύτερη ενότητα των δημοκρατικών δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Το 1955 ενοποιήθηκε με το Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ), συγκροτώντας το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΔΣΚ).

Όργανο του ΕΣΚΕ ήταν η εφημερίδα «Εργατική Εξόρμηση», γραμματέας ο Μαρίνος Ξαγοράρης και βασικά στελέχη οι Δημήτρης Μαργιόλης, Σταμάτης Μαστρογιαννάκος, Μήτσος Παπαγιάννης κ.ά.

 

Ενιαίος Λαϊκός Αγώνας (ΕΛΑ). Σκιώδες πολιτικό κόμμα, που εμφανίστηκε με την υποστήριξη τμήματος του παράνομου μηχανισμού και φυλακισμένων στελεχών του ΚΚΕ (Μανώλης Γλέζος, Νίκανδρος Κεπέσης κ.ά.), αμέσως μετά την ίδρυση της ΕΔΑ, τον Αύγουστο 1951. Η ανακοίνωση της ίδρυσής του, με επικεφαλής τους Γιώργο Δαμασκηνό, Σταύρο Κούκουρα και Τριάδη Σωτηράκο,  απέβλεπε στην άσκηση πίεσης για να μπουν στα ψηφοδέλτια της ΕΔΑ το στέλεχος του ΚΚΕ, Νίκος Μπελογιάννης, που είχε συλληφθεί, και ο υπεύθυνος του παράνομου μηχανισμού, Νίκος Πλουμπίδης. Τελικά, η κίνηση διαλύθηκε, με απόφαση του ΚΚΕ, για να μη διαταραχτεί η ενότητα της ΕΔΑ.

 

Ενότητα. 1. Περιοδικό που εξέδιδε στο Βουκουρέστι η Ενωτική Κ.Ε. του ΚΚΕ, όπως αυτοτιτλοφορήθηκε η ομάδα των μελών της Κ.Ε. του κόμματος που διαφώνησε με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, του Φεβρουαρίου 1968. Αν και η Ενωτική Κ.Ε. διαλύθηκε τον Σεπτέμβριο αναγνωρίζοντας ως καθοδήγηση το Γραφείο Εσωτερικού, το περιοδικό συνέχισε να εκδίδεται μέχρι τη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού, το 1969.  

2. Όργανο του Πολιτικού Συνδέσμου 3ης Σεπτέμβρη που ίδρυσαν οι Γιώργος Δαλαβάγκας, Δημήτρης Λιβιεράτος κ.ά., μετά τη διαγραφή τους από το ΠΑΣΟΚ. Τροτσκιστικού προσανατολισμού, άρχισε να εκδίδεται το 1977. Συνέχισε να κυκλοφορεί επί δεκαετίες μετά από τον Λιβιεράτο, ως δελτίο πολιτικών και οικονομικών αναλύσεων, εκδίδοντας και αυτοτελή τεύχη με θέματα από την ιστορία του εργατικού κινήματος.

3. Εφημερίδα-περιοδικό που εξέδιδε στα 1977-79 η Πολιτική Ένωση Ελλήνων Κομμουνιστών (ΠΕΕΚ). Ο πλήρης τίτλος της ήταν «Ε. ενάντια στη Δεξιά».

 

Ενότητα Μαρξιστών Σοσιαλιστών (ΕΜΑΣ). Κίνηση που ιδρύθηκε το 1983, από μέλη του ΠΑΣΟΚ που είχαν διαγραφεί ή αποχωρήσει μετά το 1980, έχοντας διαφωνήσει με τη δεξιά μετατόπιση της πολιτικής του γραμμής. Επικεφαλής της ήταν οι Δημήτρης Τζουβάνος και Λευτέρης Τζιόλας, και όργανό της το περιοδικό «Φυλλάδιο». Από το 1987 επιδίωξε τη συνεργασία με άλλες μικρές αριστερές οργανώσεις (ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, ΣΣΕΚ κ.λπ.), χωρίς επιτυχία. Αυτοδιαλύθηκε το 1991 και πολλά από τα μέλη της, μεταξύ των οποίων και οι δύο ηγέτες της, επαναπροσχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ.

 

Ενωμένη Αντιπολίτευση του ΚΚΕ. Κίνηση που συγκρότησαν το 1928 οι ομάδες Αριστερή Αντιπολίτευση και «κεντριστές», που διαγράφηκαν ή αποχώρησαν από το ΚΚΕ, με επικεφαλής τους Παντελή Πουλιόπουλο και Σεραφείμ Μάξιμο. Εξέδιδε το περιοδικό «Σπάρτακος» και επιδίωξε τη σύνδεση με το διεθνές τροτσκιστικό ρεύμα, που μορφοποιήθηκε το 1930 στη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση. Το 1929 μετονομάστηκε σε Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ / Σπάρτακος.

 

Ενωμένη Αριστερά. Σχήμα συνεργασίας στις πρώτες μεταδικτατορικές εκλογές του Νοεμβρίου 1974. Συγκροτήθηκε από το ΚΚΕ και την ΕΔΑ, στην οποία συμμετείχε και το ΚΚΕ εσωτερικού. Επρόκειτο για εφήμερη συνεργασία, στην οποία αναγκαστικά προχώρησαν και οι δύο πλευρές, καθώς κρίθηκε πως η χωριστή κάθοδος θα ήταν απογοητευτική για τον κόσμο της Αριστεράς, ο οποίος στην πλειονότητά του αγνοούσε τους λόγους της διάσπασης του 1968. Το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν αρνητικό, καθώς το ποσοστό 9,47% (465.000 ψήφοι) ήταν πολύ πιο κάτω από τα προδικτατορικά ποσοστά της Αριστεράς. Εκλέχτηκαν οχτώ βουλευτές (πέντε του ΚΚΕ, δύο του ΚΚΕ εσ. και ο Ηλίας Ηλιού, της ΕΔΑ, που ήταν και πρόεδρος της Ε.Α.) και την επαύριο των εκλογών το σχήμα διαλύθηκε.

 

Ενωμένοι Καλλιτέχνες. Πολιτιστική κίνηση που συγκρότησαν αριστεροί καλλιτέχνες στο πλαίσιο του ΕΑΜ το 1944. Από τις σημαντικότερες δραστηριότητές της ήταν η ίδρυση θιάσου που ανέβασε σειρά θεατρικών έργων, παρουσιάζοντάς τα στο ευρύ λαϊκό κοινό. Διαλύθηκε, εξαιτίας της κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας, το 1947.

 

Ένωση. Εφημερίδα που εξέδιδε η τροτσκιστική Ενωτική Ομάδα, στα 1944-45. Η έκδοσή της σταμάτησε με την προσχώρηση της ομάδας στο Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ).

 

Ένωση Αριστερών Νέων (ΕΑΝ). Νεολαία του Συνασπισμού από τη συγκρότησή του σε ενιαίο κόμμα, το 1991. Δεν κατόρθωσε να μαζικοποιηθεί και το 1999 μετονομάστηκε σε Νεολαία ΣΥΝ (ΕΑΝ).

 

Ένωση για την Επαναστατική Ανατροπή. Οργάνωση της άκρας Αριστεράς, μετεξέλιξη της Συνεπούς Αριστερής Κίνησης Ελλάδας (ΣΑΚΕ). Ιδρύθηκε το 1996 με όργανο την εφημερίδα «Κόντρα», με τον τίτλο της οποίας έγινε περισσότερο γνωστή. Λειτουργώντας ως συσπείρωση γύρω από την εφημερίδα, που από το 2020 εκδίδεται ως ηλεκτρονική, αναφέρεται στη σταλινική και ζαχαριαδική παράδοση του κομμουνιστικού κινήματος. Βασικά της στελέχη είναι οι Πέτρος Γιώτης, Γεράσιμος Λιόντος κ.ά

 

Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών. Κόμμα της μη κομμουνιστικής Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 1945 από τον αγροτιστή του Μεσοπολέμου, Ιωάννη Σοφιανόπουλο. Τοποθετημένος στον χώρο της Κεντροαριστεράς, ο Σοφιανόπουλος συμμετείχε στις συνομιλίες της Βάρκιζας ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης, αλλά στη συνέχεια αντιτάχθηκε στις διώξεις κατά των κομμουνιστών.

Το κόμμα απείχε από τις εκλογές του 1946 και στις εκλογές του 1950 συμμετείχε με τον αριστερό συνασπισμό της Δημοκρατικής Παράταξης, εκλέγοντας τρεις βουλευτές. Στα 1950-51 εξέδιδε την εφημερίδα «Δημοκρατικός Τύπος», ενώ λειτουργούσε η Δημοκρατική Αριστερή Συνδικαλιστική Παράταξη, που συμμετείχε στην ίδρυση του Ενιαίου Συνδικαλιστικού Κινήματος Ελλάδας, και η Δημοκρατική Αριστερή Νεολαία, που εντάχθηκε στην Ενιαία Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας.

Το 1951, μετά τον θάνατο του Σοφιανόπουλου, τμήμα του, με επικεφαλής τους Γιάννη Κοκορέλη και Ευάγγελο Παπαχρήστο, συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΔΑ, από την οποία αποχώρησε μετά από μερικούς μήνες. Τυπικά, το κόμμα λειτούργησε έως το 1956, οπότε συμμετείχε στη συγκρότηση της Εθνικής Κίνησης Αλλαγής, σε συνεργασία με την ΕΔΑ και άλλες δυνάμεις. Στελέχη του υπήρξαν, επίσης, οι Ιωάννης Γιαννηκώστας, Χαρίλαος Θυμογιάννης, Νίκος Κατηφόρης,  Νίκος Ρίτσης, Γιάννης Σιμιτζής, Ευτύχιος Φικιώρης κ.ά.

 

Ένωση Διανοουμένων Σοσιαλιστών. Κίνηση που ιδρύθηκε το 1918, με βασικά στελέχη τους Γεώργιο Γεωργιάδη,  Κώστα Καραμούζη-Αθάνατο, Αλμπέρτο Κουριέλ, Δημήτρη Πουρνάρα, Αριστοτέλη Σίδερη κ.ά. Διαλύθηκε τον ίδιο χρόνο, μετά την ίδρυση του ΣΕΚΕ, στο οποίο προσχώρησαν τα περισσότερα από τα μέλη της.

 

Ένωση Διεθνιστών Κομμουνιστών. Τίτλος της κίνησης των αρχειομαρξιστών το 1929, στην κατεύθυνση μετατροπής της σε οργάνωση λενινιστικού τύπου, σύμφωνα με τις υποδείξεις του Τρότσκι, ώστε να αποτελέσει το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ). Μετά την A΄ Συνδιάσκεψη του επόμενου χρόνου μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ), που έγινε μέλος της ΔΑΑ.

 

Ένωση Ελλήνων Σοσιαλιστών. Κίνηση που ιδρύθηκε το 1960, με πρωτοβουλία του Στρατή Σωμερίτη και βασικά στελέχη τους Αντώνη Δροσόπουλο, Έλλη Λαμπρίδη, Χαράλαμπο Πρωτοπαπά κ.ά. Εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Φωνή». Η ΕΕΣ με τη Σοσιαλιστική Δημοκρατική Κίνηση και το Σοσιαλιστικό Ελληνικό Κίνημα ίδρυσαν, το 1961, τη Σοσιαλιστική Ένωση.

 

Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ). Κόμμα σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης. Ιδρύθηκε τον Μάιο του 1941 από πρώην βουλευτές και πολιτευτές του Κόμματος των Φιλελευθέρων, και πρώην στελέχη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας. Πρόεδρός της ήταν ο Ηλίας Τσιριμώκος και βασικά της στελέχη οι Σόλων Αλεξανδρής, Παναγιώτης Γυιόκας, Στέλιος Δημόπουλος, Γιώργος Καλλιανέσης, Σταύρος Κανελλόπουλος, Γιάννης Κοκορέλης, Γιάννης Μηλιάδης, Ντόρα Νικοτσάρα,  Γιάννης Παπαθεοδώρου, Σάββας Παπαπολίτης, Παντελής Ραπτάρχης, Γιάννης Τσιριμώκος, Στρατής Σωμερίτης κ.ά. Τον Σεπτέμβριο συμμετείχε στην ίδρυση του ΕΑΜ.

Η ΕΛΔ συσπείρωνε, κυρίως, κύκλους διανοουμένων και ήταν το πιο μαζικό από τα πέραν του ΚΚΕ εαμικά κόμματα. Εξέδιδε παράνομα την εφημερίδα «Μάχη». Αναφερόταν θεωρητικά στον μαρξισμό και το πρόγραμμά της εμφανιζόταν σαν πιο προωθημένο απ’ αυτό του ΚΚΕ, καθώς ταύτιζε τη λαϊκή δημοκρατία με τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Εντούτοις, η πολιτική της ήταν σαφώς μετριοπαθής και συμβιβαστική. Αποδέχτηκε τη Συμφωνία του Λιβάνου και άσκησε πίεση στο ΚΚΕ για την έγκρισή της. Με την έκρηξη των Δεκεμβριανών διαφοροποιήθηκε από την πολιτική του ΚΚΕ, καλώντας το σε συμβιβασμό.

Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, την οποία υπέγραψε και ο Τσιριμώκος, ως μέλος της εαμικής αντιπροσωπείας, η ΕΛΔ αποχώρησε από το ΕΑΜ και τον Απρίλιο 1945 συγχωνεύτηκε με το ΣΚΕ, που επίσης είχε αποχωρήσει από το ΕΑΜ, συγκροτώντας την Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας - Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΛΔ-ΣΚΕ).

 

Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας - Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΛΔ-ΣΚΕ). Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που ιδρύθηκε τον Απρίλιο 1945, με τη συνένωση της ΕΛΔ και του ΣΚΕ, μετά την αποχώρησή τους από το ΕΑΜ. Πρόεδρός της ήταν o Αλέξανδρος Σβώλος, γραμματέας ο Ηλίας Τσιριμώκος και μέλη της Κ.Ε. οι Νίκος Ασκούτσης, Στέλιος Δημόπουλος, Δημήτρης Στρατής και Γιάννης Πασαλίδης, ο οποίος πολύ σύντομα αποχώρησε και ίδρυσε νέο ΣΚΕ, το οποίο εντάχθηκε στον Συνασπισμό Κομμάτων του ΕΑΜ.

Τον Αύγουστο 1945 η ΕΛΔ-ΣΚΕ συμμετείχε στη συγκρότηση της Επιτροπής Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων, με τη Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση, το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας και το Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα. Όργανά της ήταν η εβδομαδιαία εφημερίδα «Μάχη», που κυκλοφόρησε από τον Οκτώβριο 1945 ως καθημερινή, και το θεωρητικό περιοδικό «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση». Κατά το 1ο Συνέδριο, τον Ιανουάριο 1946, μετά την προσχώρηση και άλλων σοσιαλιστών, μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΣΚ-ΕΛΔ).

 

Ένωση Μαρξιστικών Μορφωτικών Ομίλων (ΕΜΜΟ). Κίνηση που ιδρύθηκε το 1920 από στελέχη του ΣΕΚΕ (Νίκος Δημητράτος, Φραγκίσκος Τζουλάτης κ.ά.), τα οποία είχαν αποχωρήσει τον προηγούμενο χρόνο από το κόμμα, υποστηρίζοντας την ένταξή του στην Κομμουνιστική Διεθνή. Τον Σεπτέμβριο εξέδωσαν το περιοδικό «Κομμουνισμός» και τον Φεβρουάριο 1921 ίδρυσαν την Κομμουνιστική Ένωση, αλλά κατόπιν επαναπροσχώρησαν στο κόμμα.

 

Ένωση Σοσιαλιστών Συνδικαλιστών - Χαρτιστών. Μικρή συνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1958 με πρωτοβουλία του σοσιαλιστή συνδικαλιστή Δημήτρη Γκούτα, ο οποίος είχε αποχωρήσει από το αριστερό Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΔΣΚ). Συνδεόταν με μικρές σοσιαλιστικές κινήσεις και είχε αντικομμουνιστικό προσανατολισμό. Διαλύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

 

Ένωση Σοσιαλιστών Φοιτητών και Σπουδαστών. Ιδρύθηκε το 1920 από φοιτητές μέλη του ΣΕΚΕ και συχνά χρησιμοποιούσε στον τίτλο της και τον όρο «κομμουνιστών». Το 1922 αυτοδιαλύθηκε και εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ.

 

Ένωση Φίλων Νέας Κίνας. Κίνηση που ιδρύθηκε το 1956. Εξέδιδε το περιοδικό «Ελληνοκινεζικά Χρονικά» και πρόεδρός της, στα περισσότερα χρόνια της λειτουργίας της, μέχρι το 1967, ήταν η Μπεάτα Κιτσίκη. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 στηρίχτηκε, κυρίως, από τους κομμουνιστές που τάχθηκαν υπέρ της Λαϊκής Κίνας στη διαμάχη της με την ΕΣΣΔ και συγκρότησαν την κίνηση Φίλοι Νέων Χωρών και τη συσπείρωση γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση».

 

Ένωση Φίλων της Ειρήνης στην Ελλάδα. Κίνηση που συγκροτήθηκε το 1954, με τη στήριξη της ΕΔΑ. Την πρωτοβουλία πήραν οι αριστεροί διανοούμενοι Μάρκος Αυγέρης, Κώστας Βάρναλης, Νίκος Βέης, Κώστας Σωτηρίου και Ευτύχιος Φικιώρης. Το 1956 ενσωματώθηκε στην Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη.

 

Ενωτική Αντικαπιταλιστική Αριστερά (ΕΝΑΝΤΙΑ). Κίνηση συνεργασίας οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 2007 από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ), την Αριστερή Ανασύνθεση (ΑΡΑΝ), την Αριστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση (ΑΡΑΣ), την ΟΚΔΕ/Σπάρτακος και ανένταχτους αγωνιστές, επιδιώκοντας τη συνεργασία του συνόλου των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 πήρε 10.500 ψήφους (0,15%). Το 2009 διαλύθηκε και οι οργανώσεις που τη συγκροτούσαν συμμετείχαν στην ίδρυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

 

Ενωτική ΓΣΕΕ. Τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση που συγκροτήθηκε με απόφαση του ΚΚΕ. Το Ιδρυτικό Συνέδριο πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο 1929 και διοργανώθηκε από το Πενταμελές Γραφείο των συνδικαλιστικών οργανώσεων οι οποίες είχαν αποκλειστεί από το 4ο Συνέδριο του 1928, μετά από πραξικοπηματική μεθόδευση του συνασπισμού συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατών συνδικαλιστών.

Η ίδρυση της ΕΓΣΕΕ καθορίστηκε, έτσι, από την ανάγκη ενιαίας έκφρασης των συνδικαλιστικών δυνάμεων που έλεγχε το ΚΚΕ, σε μια περίοδο κατά την οποία οι περισσότερες απ’ αυτές είχαν αποκλειστεί τόσο από τη ΓΣΕΕ όσο και από εκείνα τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες που έλεγχε ο αντικομμουνιστικός συνασπισμός. Ενώ αποβάλλονταν οι υπό αριστερό έλεγχο οργανώσεις, αναγνωρίζονταν διασπαστικά σωματεία, τα περισσότερα από τα οποία αποτελούσαν άμαζα σωματεία-σφραγίδες. Ταυτόχρονα, η ίδρυση της ΕΓΣΕΕ εντασσόταν στο πλαίσιο της νέας κατεύθυνσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς για συγκρότηση επαναστατικών συνδικάτων, ικανών να ανταποκριθούν στην επαναστατική κατάσταση που εκτιμούσε πως θα διαμορφωνόταν, ως συνέπεια της επερχόμενης κρίσης του καπιταλισμού.

Στο Ιδρυτικό Συνέδριο αντιπροσωπεύτηκαν 150 οργανώσεις με 35.000 μέλη. Στην πρώτη Εκτελεστική Επιτροπή εκλέχτηκαν οι Κώστας Θέος, καπνεργάτης και μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ, ως γραμματέας, Ευάγγελος Ευαγγέλου, τυπογράφος, που λίγο μετά αποχώρησε, διορίστηκε γερουσιαστής και εξελίχτηκε σε αντικομμουνιστή, Βασίλης Ασίκης, καπνεργάτης, Στέλιος Σκλάβαινας και Ιωακείμ Τσατσάκος, τυπογράφοι, Μήτσος Παπαρήγας, μηχανουργός κ.ά. Ως δημοσιογραφικά όργανα της ΕΓΣΕΕ εκδόθηκαν οι εφημερίδες «Εργάτης» και «Εργάτρια».

Η ίδρυση της ΕΓΣΕΕ συνέπεσε με την ένταση της κρατικής καταστολής κατά του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος, την οποία σηματοδότησε η ψήφιση του Ιδιώνυμου. Το 1930 η οργάνωση τέθηκε εκτός νόμου, αλλά επέβαλε τη de facto λειτουργία και δράση της.

Αν και στα 1929-31 η εσωκομματική κρίση του ΚΚΕ δυσκόλευε την παρέμβασή της στο μαζικό κίνημα, η συμβολή της στην ανάπτυξη των εργατικών αγώνων ήταν εξαιρετικά σημαντική στα 1932-36. Το 1934, μετά την υιοθέτηση από το ΚΚΕ της κατεύθυνσης για συγκρότηση αντιφασιστικού μετώπου, η ΕΓΣΕΕ συμμετείχε ενεργά στην προσπάθεια οικοδόμησής του. Το 1935-36 στις γραμμές της εντάσσονταν οι μισοί από τους συνδικαλισμένους εργάτες και δρομολογήθηκαν διαδικασίες ενοποίησης με τη ΓΣΕΕ, τις οποίες ανέκοψε η επιβολή της δικτατορίας Μεταξά.

Η δικτατορία καταδίωξε τα στελέχη της ΕΓΣΕΕ, χιλιάδες από τα οποία συνελήφθησαν και βασανίστηκαν, ενώ εκατοντάδες ήταν αυτά που εξορίστηκαν και φυλακίστηκαν. Ανασυστάθηκε τυπικά τον πρώτο καιρό της Κατοχής, με γραμματέα τον Κώστα Λαζαρίδη, ο οποίος, τον Ιούλιο 1941, υπέγραψε το Ιδρυτικό του Εργατικού ΕΑΜ,  στο πλαίσιο του οποίου αυτοδιαλύθηκε και η ΕΓΣΕΕ.  

 

Ενωτική Ομάδα. Μικρή τροτσκιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1943 με την ενοποίηση της ομάδας Επίθεση (που αποτελούνταν από πρώην αρχειομαρξιστές) και της Ομάδας Καλλιθέας (από παλιά μέλη της ΟΚΔΕ). Η Ε.Ο. τασσόταν υπέρ της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ στον πόλεμο κατά της ναζιστικής εισβολής, αλλά κατά του ΕΑΜ, το οποίο θεωρούσε σοσιαλσοβινιστικό. Γραμματέας ήταν ο Γιώργος Δόξας, που εκτελέστηκε από την ΟΠΛΑ κατά τα Δεκεμβριανά του 1944. Στα 1944-45 εξέδιδε την εφημερίδα «Ένωση». Το 1945 διαλύθηκε και τα μέλη της προσχώρησαν στο Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ). 

 

Ενωτική Πορεία. Μηνιαία εφημερίδα που εξέδιδε στις αρχές του 1985 ομάδα διαγραμμένων στελεχών του ΚΚΕ, που αντιτάσσονταν στην πολιτική του κόμματος, υποστηρίζοντας πως συνιστά στήριξη στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ανάμεσά τους ήταν οι Κώστας Γριμάνης, Βαγγέλης Κουρής, Νίκος Στεφανάτος κ.ά., και μαζί τους συνδεόταν και ο Μανώλης Πυθαρούλης, συνδικαλιστικό στέλεχος του ΚΚΕ.

 

Ενωτικό Εργατικό Κόμμα. Σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού κίνηση, που ιδρύθηκε από τον Γεώργιο Γεωργιάδη και τον βασικό συνεργάτη του Μανώλη Κόρακα, το 1931. Εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατική Σημαία». Διαλύθηκε το 1934 και το 1941 ανασυστάθηκε με τον τίτλο Κόμμα Εργασίας.

 

Εξάντας. Πολιτιστικό περιοδικό που εξέδιδε στη Θεσσαλονίκη, το 1972, ο Μάκης Τρικούκης, αξιοποιώντας τη χαλάρωση της λογοκρισίας από το στρατιωτικό καθεστώς.

 

Εξάρχεια. Η αθηναϊκή συνοικία που έχει αποτελέσει χώρο πολιτικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων της Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού κινήματος, και επίκεντρο συγκρούσεων με τις δυνάμεις κρατικής καταστολής. Χτισμένη ανάμεσα σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (Πανεπιστήμιο, Πολυτεχνείο και ΑΣΟΕΕ),  κατοικήθηκαν κυρίως από φοιτητές, διανοούμενους, καλλιτέχνες, υπαλλήλους και μικροεπαγγελματίες, φιλοξενώντας εκδοτικούς οίκους, βιβλιοπωλεία και χώρους διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Αποτέλεσαν, έτσι, χώρο ιδεολογικών ζυμώσεων.

Τον Δεκέμβριο του 1944 στους δρόμους των Ε. διεξήχθησαν σφοδρές μάχες μεταξύ των βρετανικών δυνάμεων και του λόχου «Λόρδος Μπάιρον» του ΕΛΑΣ, που συγκροτούσαν επονίτες φοιτητές. Κατά την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας (1967-74) η συνοικία αποτέλεσε χώρο ιδεολογικών διεργασιών που συνέβαλαν στην ανάπτυξη του μαζικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος.

Από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης στα Ε. ανέπτυξαν δραστηριότητα οργανώσεις του χώρου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και πολύ σύντομα αποτέλεσαν κέντρο ανάπτυξης του αναρχικού κινήματος. Η συνοικία τέθηκε στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής και από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 διεξήχθησαν επανειλημμένα μεγάλες αστυνομικές επιχειρήσεις που προκάλεσαν επεισόδια και συγκρούσεις. Σε μία από αυτές, τον Νοέμβριο 1985, δολοφονήθηκε από αστυνομικό ο 15χρονος αναρχικός Μιχάλης Καλτεζάς. Αποκορύφωμα της αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις καταστολής αποτέλεσε η νεολαιίστικη εξέγερση του Δεκεμβρίου 2008, που προκλήθηκε από τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από αστυνομικό, και από τα Ε. εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη χώρα.  

 

Εξέγερσις. 1. Ριζοσπαστική εφημερίδα που εξέδιδε στην Κεφαλονιά στα 1874-75 ο Παναγιώτης Πανάς. Συνέβαλε στην εκλογή του Ρόκκου Χοϊδά ως βουλευτή.

2. (-η). Εφημερίδα που εξέδιδε η συνδεόμενη με τη Συσπείρωση Αναρχικών, Αναρχική Αρχειοθήκη. Από το 2002 αντικαταστάθηκε από τη «Διαδρομή Ελευθερίας».

 

Εξόρμηση. Εφημερίδα που εκδιδόταν από το 1947 στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας, ως όργανο του ΔΣΕ. Το 1949 αντικαταστάθηκε από την «Προς τη νίκη».

 

Επανάσταση. 1. Η διαδικασία ανατροπής μιας κυρίαρχης πολιτικής ή κοινωνικής κατάστασης. H ε. μπορεί να στοχεύει στην απελευθέρωση ενός καταπιεζόμενου έθνους (εθνικοαπελευθερωτική ε.), στην ανατροπή ενός πολιτικού καθεστώτος (πολιτική ε.) ή στην αντικατάσταση ενός κοινωνικού καθεστώτος από ένα άλλο (κοινωνική ε.).

Το εργατικό κίνημα τάχθηκε από την πρώτη περίοδο της εμφάνισής του αλληλέγγυο στις ε. για την απελευθέρωση καταπιεζόμενων εθνών, στις αντιαποικιακές και αντιιμπεριαλιστικές ε. αργότερα, καθώς και στις ε. για την ανατροπή καταπιεστικών μοναρχικών, δικτατορικών και -κατά τον 20ό αιώνα- φασιστικών καθεστώτων. Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις και στον βαθμό που αναπτυσσόταν το ίδιο, διεκδικούσε την ηγεμονία σ’ αυτές τις ε. ή, ακόμη περισσότερο, τις συνέδεε με την προοπτική της σοσιαλιστικής ε. Έτσι, από τις αρχές του 20ού αιώνα πολλές εθνικοαπελευθερωτικές ή αντιδικτατορικές ε. προσέλαβαν χαρακτήρα κοινωνικής ε.

H σχέση ανάμεσα στις ε. με εθνικό ή αντιδικτατορικό χαρακτήρα και στη σοσιαλιστική ε. αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαραθέσεων μέσα στο εργατικό κίνημα. H προσέγγισή της  γίνεται, ιστορικά, μέσα από τρεις, κυρίως, διαφορετικές οπτικές. Σύμφωνα με την πρώτη, κυρίαρχη στη σοσιαλδημοκρατία, αλλά που υιοθετήθηκε και από κομμουνιστικά κόμματα, οι εθνικές ή οι αντιδικτατορικές ε. διεξάγονται από ένα ευρύ μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, συχνά υπό την ηγεμονία της αστικής τάξης ή τμημάτων της, η οποία δεν αμφισβητείται. Σύμφωνα μ’ αυτή την άποψη, το εργατικό κίνημα υποτάσσει τους μακροπρόθεσμους στόχους του στους άμεσους, καθώς θεωρείται πως η επίτευξη των τελευταίων αποτελεί προϋπόθεση για την προοπτική των πρώτων. Κύριο σ’ αυτή την άποψη είναι η επιδίωξη συγκρότησης και η διατήρηση του ευρύτερου δυνατού μετώπου, που θεωρείται πως θα έθετε σε κίνδυνο η προβολή ανεξάρτητων στόχων του εργατικού κινήματος.

Στον αντίποδα αυτής της άποψης βρίσκεται η στρατηγική της διαρκούς ε., που ανέδειξε το τροτσκιστικό ρεύμα, σύμφωνα με την οποία το εργατικό κίνημα συνεργάζεται με αστικές δυνάμεις για τον κοινό στόχο, αλλά παράλληλα δρα ανεξάρτητα. H δυναμική της ε. θέτει ζητήματα που ξεπερνούν τον κοινό στόχο, μετατρέποντάς την σε κοινωνική και το εργατικό κίνημα πρέπει να είναι έτοιμο να ανταποκριθεί, ερχόμενο σε αντιπαράθεση και με δυνάμεις που αντιτάσσονται στη μετεξέλιξη της ε. σε κοινωνική.

Μια τρίτη άποψη, την οποία υιοθέτησαν πολλά κομμουνιστικά κόμματα ή που την εφάρμοσαν ανεξάρτητα από τη θεωρητική αποδοχή και επεξεργασία της, αντιμετωπίζει τη σχέση αυτή μέσα από τη στρατηγική της ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας (ενιαίο επαναστατικό προτσές). Στην περίπτωση αυτή, στην εθνική ή την αντιδικτατορική ε. το εργατικό κίνημα διεκδικεί την ηγεμονία στο πλαίσιο ενός ευρύτερου μετώπου δυνάμεων και στη διαδικασία ανάπτυξης του επαναστατικού κινήματος προβάλλει τους ιδιαίτερους στόχους του, επιδιώκοντας τη διατήρηση της ευρύτερης δυνατής ενότητας. Το πέρασμα από την εθνική ή αντιδικτατορική στη σοσιαλιστική ε. συντελείται είτε πριν είτε μετά την ολοκλήρωση της πρώτης κι αυτό εξαρτάται από τον εκάστοτε συσχετισμό δυνάμεων.

Οι όροι διεξαγωγής της ε. μελετήθηκαν ιδιαίτερα από τον Λένιν, που επισήμανε ως βασική προϋπόθεση την άρνηση των κυριαρχούμενων να συνεχίσουν να κυριαρχούνται και την ταυτόχρονη αδυναμία των κυρίαρχων να συνεχίσουν να κυριαρχούν «όπως πριν». Σε τέτοιες συνθήκες διαμορφώνεται κατάσταση επαναστατική, που η μετατροπή της σε επαναστατική κρίση, με τους κυριαρχούμενους να επιδιώκουν την ανατροπή της κυρίαρχης κατάστασης, προϋποθέτει την ύπαρξη συγκροτημένου πολιτικού υποκειμένου (επαναστατικού κόμματος), που να θέτει ως στόχο την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

H ε. δεν νοείται οπωσδήποτε ως διαδικασία βίαιης ανατροπής. Το αν θα είναι βίαιη ή μη εξαρτάται από τον συνολικό συσχετισμό δυνάμεων, από τον βαθμό και τις μορφές αντίστασης των κυρίαρχων τάξεων κ.λπ. Ωστόσο, η ε. ως διαδικασία ειρηνικού σταδιακού μετασχηματισμού αποτέλεσε βασική θέση ρεφορμιστικών ρευμάτων μέσα στο εργατικό κίνημα.

Με μια ευρύτερη έννοια, ως ε. μπορεί να χαρακτηριστεί και όλη η περίοδος από τη διαδικασία ανατροπής της αστικής κυριαρχίας μέχρι την οικοδόμηση νέων κομμουνιστικών κοινωνικών σχέσεων. Επιμένοντας ιδιαίτερα σ’ αυτή την αντίληψη για την ε., o Μάο Τσετούνγκ αναφερόταν και στην ανάγκη αλλεπάλληλων επαναστατικών κυμάτων, στρεφόμενων ενάντια σε νέα κοινωνικά στρώματα (κυρίως τους ειδικούς της πολιτικής και οικονομικής διαχείρισης) που ενδέχεται να συγκροτούν νέα αστική τάξη στο πλαίσιο της μεταβατικής κοινωνίας.

H ε. και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Ο προσανατολισμός στην προοπτική της ε. αποτέλεσε διακηρυκτικό στόχο του ΣΕΚΕ από την ίδρυσή του, το 1918. Εντούτοις, καθώς στις γραμμές του συνυπήρχαν σοσιαλδημοκρατικές και επαναστατικές τάσεις, και παρά τη σύνδεσή του με την Κομμουνιστική Διεθνή από το 1920, το 1922 διακηρύχτηκε πως η ε. θα ήταν μελλοντική υπόθεση. Βάση αυτής της απόφασης ήταν η εκτίμηση πως η κοινωνική συγκρότηση στην Ελλάδα, με το μεγάλο ποσοστό που αντιπροσώπευαν τα αγροτικά και μικροαστικά στρώματα και το μικρό ποσοστό που αντιπροσώπευε η εργατική τάξη, δεν ήταν ευνοϊκή για μια επαναστατική στρατηγική. Στην κατεύθυνση αυτή, εκτιμήθηκε πως το κόμμα έχει ανάγκη «μακράς νομίμου υπάρξεως», κατά συνέπεια θα έπρεπε να αποφεύγει οτιδήποτε θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη νόμιμη λειτουργία και δράση του. Η θέση αυτή ανατράπηκε τον επόμενο χρόνο και οι υποστηρικτές της (Αλμπέρτο Αρδίττι, Γεώργιος Γεωργιάδης, Νίκος και Παναγής Δημητράτος, Αβραάμ Μπεναρόγια,  Αριστοτέλης Σίδερης κ.ά.) αποχώρησαν από το ΣΕΚΕ(Κ), συγκροτώντας ανεξάρτητες σοσιαλδημοκρατικές κινήσεις.

Έκτοτε, το κόμμα, που από το 1924 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, είχε σταθερή αναφορά στην επαναστατική προοπτική. Εντούτοις, ο επαναστατικός του προσανατολισμός αμφισβητήθηκε από τις τάσεις που συγκροτήθηκαν στ’ αριστερά του (τροτσκιστές, μ-λ ρεύμα κ.λπ.), ενώ παράλληλα αμφισβητήθηκε και η πολιτική του σε κρίσιμες στιγμές της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, κατά τις οποίες υπήρξε από διάφορες πλευρές η εκτίμηση πως είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση.

Αν και από πολλούς αριστερούς ιστορικούς και από διάφορες τάσεις μέσα στο κίνημα απορρίπτεται η εκτίμηση πως υπήρξαν επαναστατικές καταστάσεις ή τουλάχιστον δεν τις δέχονται όλες ως τέτοιες, από άλλους θεωρείται πως χαρακτηριστικά επαναστατικής κατάστασης είχαν εμφανιστεί κατά τον Μάιο - Ιούνιο 1936, επαναστατική κατάσταση υπήρξε στα 1943-44, μέχρι την είσοδο του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», σαφώς κατά τα Δεκεμβριανά, όπως και στα 1945-46. Ο Εμφύλιος (η επαναστατική κρίση) επεκτάθηκε όταν είχε υποχωρήσει το μεγάλο μαζικό κίνημα, που προσέδιδε τα βασικά χαρακτηριστικά στην επαναστατική κατάσταση. Θεωρείται πως όροι επαναστατικής κατάστασης είχαν υπάρξει και κατά τα Ιουλιανά του 1965, ενώ υπό συζήτηση τίθεται το κατά πόσο τέτοιοι όροι υπήρχαν και κατά την εξέγερση του Νοέμβρη του 1973.

2. Περιοδικό που εξέδιδαν ανά τρίμηνο, στα 1969-71, οι Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες, που αποτέλεσαν τον πυρήνα για την ίδρυση της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ). Τυπωνόταν στη Δυτική Γερμανία, την Ολλανδία και την Αγγλία.

3. Περιοδικό που εκδιδόταν ανά δίμηνο στη Νέα Υόρκη, στα 1973-74, από τις Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες και το Διεθνές Συμβούλιο Εργατικών Επιτροπών.

4. Εφημερίδα που εξέδιδε από την ίδρυσή της, το 1982, η σταλινική-ζαχαριαδική Οργάνωση Κομμουνιστών Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας  (ΟΚΜΛΕ). Η έκδοσή της σταμάτησε το 1992, όταν δρομολογήθηκε η ανασυγκρότηση της οργάνωσης, που κατέληξε τον επόμενο χρόνο στην ίδρυση της Κίνησης για Ενιαίο ΚΚΕ και στην έκδοση της εφημερίδας «Φωνή της Αλήθειας».

5. Εφημερίδα που εκδίδεται από το 2013, από την Κομμουνιστική Τάση.

 

Επαναστάτης. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 1968-74 στη Ρουμανία από το ΚΚΕ (μ-λ) και κατόπιν από τη Μαρξιστική Λενινιστική Οργάνωση, που συνδεόταν με την Οργάνωση Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ). Υπεύθυνος της έκδοσης ήταν ο Πολύδωρος Δανιηλίδης. Απευθυνόμενο, κυρίως, στους πολιτικούς πρόσφυγες, κυκλοφορούσε ημιπαράνομα στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης.

 

Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες. Συσπειρώσεις ακροαριστερών, που συγκροτήθηκαν μετά το 1969 κυρίως στο Λονδίνο, καθώς και σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές πόλεις, γύρω από τα περιοδικά «Η Μαμή» και «Επανάσταση». Απορρίπτοντας τη στρατηγική των σταδίων των δύο ΚΚΕ, διακήρυτταν τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα. Αντίστοιχες ήταν και οι Ομάδες Επαναστατών Νέων Εργατών και Φοιτητών. Μεταξύ των βασικών τους στελεχών ήταν οι Γιώργος Βότσης, Πάνος Γκαργκάνας, Περικλής Κοροβέσης, Μαρία Στύλλου κ.ά. Το 1971 συγκρότησαν την Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ).

 

Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες Φοιτητών - Σπουδαστών (ΕΣΟΦ-Σ). Φοιτητική συσπείρωση συνδεδεμένη με την Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ) και κατόπιν με το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Ιδρύθηκε το 1991, μετά την αποχώρηση των προσκείμενων στην ΟΣΕ από τις Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών. Το 2001 διαλύθηκαν και συγκρότησαν την παράταξη Πρωτοβουλία Γένοβα Φοιτητών.

 

Επαναστατική Αριστερά. Σε αντιδιαστολή με τη ρεφορμιστική (μεταρρυθμιστική) Αριστερά, με τον όρο ε.Α. αναφέρονται οι δυνάμεις που επιδιώκουν τον επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Ιστορικά, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό της αριστερής πτέρυγας της σοσιαλδημοκρατίας, από την οποία προέκυψαν τα κομμουνιστικά κόμματα.

Η ε.Α. στην Ελλάδα ταυτίστηκε με το ΚΚΕ και τα αριστερά ρεύματα που προήλθαν από τις διασπάσεις του. Από τη δεκαετία τον 1960 και κυρίως από την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας, ο όρος χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του χώρου της άκρας Αριστεράς, αν και η χρήση του αυτή αμφισβητείται από το ΚΚΕ.

 

Επαναστατική Γραμμή. Περιοδικό του τροτσκιστικού Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας ΚΔΚΕ), που εκδιδόταν στην Κολωνία της Γερμανίας στα 1967-71, με υπεύθυνο τον Μάνο Μαρκάκη.

 

Επαναστατική Διεθνιστική Παράταξη της ΕΛΔ. Μετεξέλιξη του Επαναστατικού Σοσιαλιστικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος Ελλάδας [ΕΣ(Κ)ΚΕ] που συγκροτήθηκε ως τάση της ΕΛΔ-ΣΚΕ, το 1945. Εξέδιδε την «Κόκκινη Σημαία», που υπήρξε όργανο και του ΕΣ(Κ)ΚΕ. Σύντομα διασπάστηκε και η πλειοψηφία, με επικεφαλής τον Αχιλλέα Γρηγορογιάννη, παρέμεινε στην ΕΛΔ-ΣΚΕ, το μετέπειτα ΣΚ-ΕΛΔ, αποτελώντας την αριστερή του πτέρυγα, με αναφορές στον Τρότσκι και τη Λούξεμπουργκ. Η μειοψηφία, αποτελούμενη από τη νεολαία (Γιώργος Δαλαβάγκας, Δημήτρης Λιβιεράτος κ.ά.) και στελέχη όπως ο Κώστας Αναστασιάδης, πήρε μέρος το 1946, ως τάση Κόκκινη Σημαία, στο ενοποιητικό συνέδριο των τροτσκιστών και στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΔΚΕ).

 

Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση. Πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό που εκδόθηκε το 1975 από την τροτσκιστική Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ). Μετά την ίδρυση του Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος (ΕΕΚ), το 1985, παρέμεινε όργανό του και συνεχίζει να εκδίδεται και μετά τη διάσπαση του 1989, από το τμήμα που διατήρησε τον τίτλο του κόμματος.

 

Επαναστατική Παράταξη του ΚΚΕ. Οργάνωση που συγκροτήθηκε το καλοκαίρι του 1942, με όργανο την παράνομη εφημερίδα «Νέα Εποχή». Ως ομάδα με τον τίτλο της εφημερίδας συμμετείχε στην ΕΛΔ, από την οποία διαγράφηκε, κατόπιν πίεσης του ΚΚΕ προς την ηγεσία του κόμματος. Υποστήριζε ότι το ΕΑΜ έπρεπε να αποκτήσει σαφή ταξικά χαρακτηριστικά, με προσανατολισμό τη σοσιαλιστική επανάσταση. Το 1943 διασπάστηκε και μια ομάδα, με επικεφαλής τον Κορνήλιο Καστοριάδη, εντάχθηκε στο τροτσκιστικό Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΚΚΕ), ενώ η πλειοψηφία, με επικεφαλής τον Κώστα Αναστασιάδη, συγκρότησε το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ).

 

Επαναστατική Πρό(σ)κληση. Βραχύβια μικρή οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1978, εκδίδοντας ομώνυμο περιοδικό. Αναφερόταν στο τροτσκιστικής προέλευσης ρεύμα των Διεθνών Σοσιαλιστών του Τόνι Κλιφ. Αυτοδιαλύθηκε το 1981, όταν τα περισσότερα μέλη της προσχώρησαν στην Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), από την οποία προέρχονταν. Εξέδιδε ομώνυμο περιοδικό.

 

Επαναστατική Πτέρυγα του ΕΚΚΕ. Βραχύβια κίνηση που συγκρότησαν μέλη του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κινήματος Ελλάδας (ΕΚΚΕ), μετά την αποχώρησή τους στα τέλη του 1979. Επικεφαλής ήταν οι Πέτρος Στάγκος, Άννα Μιχαλιτσιάνου κ.ά.

 

Επαναστατική Φωνή. Περιοδικό που εξέδιδε στη δυτική Ευρώπη, στα 1971-74, το Λαϊκό Δημοκρατικό Μέτωπο Ελλάδας (ΛΔΜΕ), που συνδεόταν με τη Μαρξιστική Λενινιστική Κίνηση Ελλάδας (ΜΛΚΕ).

 

Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΚΚΕ). Μία από τις ιστορικά μεγαλύτερες οργανώσεις του μ-λ ρεύματος. Ιδρύθηκε το 1970 από Έλληνες της δυτικής Ευρώπης, κάποιοι από τους οποίους προέρχονταν από το Κίνημα 29 Μάη. Θεωρώντας συντηρητικές και άτολμες τις πολιτικές θέσεις και την πρακτική των υφιστάμενων μ-λ οργανώσεων (ΟΜΛΕ κ.λπ.), πρόβαλλε ως άμεσο στρατηγικό στόχο τη «Λαοκρατία», προσδίδοντάς της σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά. Από το 1971 παρέμβαινε στο ελληνικό φοιτητικό κίνημα της δυτικής Ευρώπης με την Αντιφασιστική Αντιιμπεριαλιστική Σπουδαστική Παράταξη (ΑΑΣΠ) και εξέδιδε στο Μιλάνο και το Βερολίνο τα έντυπα «Κομμουνιστής» (1972-74) και «Εργατική Ταξική Αλληλεγγύη» (1973-74). Με τη συγκρότηση και τη δράση της Αντιφασιστικής Αντιιμπεριαλιστικής Σπουδαστικής Παράταξης Ελλάδας (ΑΑΣΠΕ), το 1972, το ΕΚΚΕ απέκτησε πρόσβαση στο φοιτητικό κίνημα της χώρας και συνέβαλε στην ανάπτυξη του μαζικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Πολλά από τα μέλη του πιάστηκαν την άνοιξη του 1974, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.

Μετά την πτώση της δικτατορίας δραστηριοποιήθηκε στον φοιτητικό χώρο, υποστήριξε το κίνημα του εργοστασιακού συνδικαλισμού, ενώ σημαντική δραστηριότητα ανέπτυξε και η Λαϊκή Αλληλεγγύη, στην οργάνωση της συμπαράστασης σε απεργούς, σε συνοικίες που αντιμετώπιζαν έκτακτα προβλήματα κ.λπ. Από το 1975 εξέδιδε την εβδομαδιαία εφημερίδα «Λαϊκοί Αγώνες». Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 συμμετείχε με συνδυασμούς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, παίρνοντας 1.500 ψήφους (0,03%), ενώ τον Νοέμβριο 1977 συμμετείχε με συνδυασμούς σε ολόκληρη τη χώρα και πήρε 12.000 ψήφους (0,23%), ξεπερνώντας τα άλλα σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Υπολογίζεται πως τα μέλη του ΕΚΚΕ και της ΑΑΣΠΕ έφτασαν τα 6.000,  στη μεγάλη τους πλειονότητα φοιτητές.

Το ΕΚΚΕ υιοθέτησε, το 1976, την κινέζικη «θεωρία των τριών κόσμων», σύμφωνα με την οποία οι χώρες και οι λαοί όλου του κόσμου απειλούνταν από τις δύο υπερδυνάμεις (ΗΠΑ και ΕΣΣΔ) από την οποίες η πλέον επικίνδυνη ήταν η σοβιετική «σοσιαλιμπεριαλιστική υπερδύναμη». Στη βάση αυτής της θεωρίας, το ΕΚΚΕ χαρακτήριζε ως κύριο εχθρό του κινήματος στην Ελλάδα το σοβιετόφιλο ΚΚΕ. Η πολιτική του αυτή, η υποστήριξη στη νέα ηγεσία της Κίνας μετά τον θάνατο του Μάο και τη δίωξη των συνεργατών του στην Πολιτιστική Επανάσταση, η εμμονή στην προβολή του κινδύνου έκρηξης ελληνοτουρκικού πολέμου και μάλιστα με υποκίνηση από την ΕΣΣΔ, αλλά και η κόπωση μεγάλου μέρους του δυναμικού του από τον εντατικό ακτιβισμό, σε μια περίοδο συνολικής κρίσης του ελληνικού και διεθνούς μ-λ ρεύματος, δημιούργησε προβλήματα στις γραμμές του.

Ενώ από το 1978 προγραμματιζόταν η αναβάθμισή του σε κόμμα, με τη συμμετοχή και της Επιτροπής Παλαιών Κομμουνιστών, που αποτελούνταν από διαφωνούντες της στροφής του 1956 (Γιώργος Γούσιας κ.ά.), σημειώθηκαν δύο απανωτές αποχωρήσεις μελών, στα 1979 και 1980, με αποτέλεσμα να χάσει την πλειονότητα του δυναμικού του. Έχοντας δρομολογηθεί διαδικασίες ενοποίησης με το Μ-Λ ΚΚΕ, οι δύο οργανώσεις συνεργάστηκαν στις εκλογές του 1981, παίρνοντας το 0,08% (4.850 ψήφους). Το 1982 η συνεργασία σταμάτησε, μετά την μονομερή ενοποίηση του Μ-Λ ΚΚΕ και της οργάνωσης Πειραιά του ΕΚΚΕ. Το ΕΚΚΕ συνέχισε την έκδοση της εφημερίδας «Λαϊκή», που είχε εκδοθεί ως κοινό όργανο των δύο οργανώσεων.

Μετά από μια προσπάθεια ανασυγκρότησης και ενώ η βασική μαζική του στήριξη, η ΑΑΣΠΕ, είχε διαλυθεί, το ΕΚΚΕ συνέχισε την πολιτική πλατιών συνεργασιών (με το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ εσωτερικού κ.λπ.) στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, και στις ευρωεκλογές του 1984 πήρε 17.800 ψήφους (0,3%), ενώ στις βουλευτικές εκλογές του 1985 πήρε 7.000 (0,11%).

Από το 1985 πρότεινε τη συγκρότηση συνασπισμού της «δημοκρατικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς», απευθυνόμενο στις πέραν του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ αριστερές δυνάμεις, αλλά δεν βρήκε ανταπόκριση. Το 1988 μία ακόμη ομάδα αποσπάστηκε από το ΕΚΚΕ.

Στις εκλογές του Ιουνίου 1989 πήρε 2.800 ψήφους (0,02%) και στις επόμενες εκλογές, τον Νοέμβριο, συμμετείχε στο βραχύβιο σχήμα της Αριστερής Πρωτοβουλίας, με το ΚΚΕ Εσ./ΑΑ και την ΕΑΣ.

Το ΕΚΚΕ, ως μικρή πλέον οργάνωση, συμμετείχε κατά τη δεκαετία του 1990 στην εκλογική συνεργασία της Μαχόμενης Αριστεράς, με το NAP, το ΚΚΕ (μ-λ) κ.λπ., και μετά τη διάλυσή της, το 1999, στο ΜΕΡΑ. Συμμετείχε, επίσης, στην Πρωτοβουλία Αγώνα και στις διεργασίες για τη συγκρότηση του πόλου της αντικαπιταλιστικής και αντιιμπεριαλιστικής Αριστεράς. Από το 2009 συμμετέχει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και από το 1998 εκδίδει το «Κόκκινο Δελτίο», ενώ η νεολαία του εκδίδει την «Κόκκινη Σφήνα».

Επικεφαλής του ΕΚΚΕ, σε όλη του τη διαδρομή, ήταν ο Χρήστος Μπίστης, μέχρι τον θάνατό του το 2016. Στην ηγεσία του, κατά τη δεκαετία του 1970, συμμετείχαν μεταξύ άλλων οι Ανδρέας Αποστολίδης, Στέλιος Ελληνιάδης, Στέλιος Κούλογλου, Δημήτρης Κουμάνταρος, Νίκος Λιβέριος, Γιάννης Μήλιος, Άννα Μιχαλιτσιάνου, Ανδρέας Μπίστης (που παρέμεινε στο ΕΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2006),  Πέτρος Στάγκος, Θεόδωρος Τσουκάτος, Άννα Φιλίνη κ.ά., ενώ είχαν ενταχθεί ή συνδέονταν μαζί του στα πρώτα μεταδικτατορικά χρόνια πολλοί γνωστοί καλλιτέχνες, όπως οι Μαρία Δημητριάδη, Ανδρέας Καφετζόπουλος, Γιώργος Κοτανίδης, Γιάννης Λεκός, Αφροδίτη Μάνου,  Θόδωρος Μαραγκός, Θάνος και Ανδρέας Μικρούτσικος, Χρόνης Μπότσογλου κ.ά.

 

Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας (Α΄ Συνδιάσκεψη). Βραχύβια οργάνωση που προήλθε από διάσπαση του ΕΚΚΕ, το 1980. Βασικά της στελέχη ήταν οι Στέλιος Κούλογλου, Δημήτρης Κουμάνταρος, Νίκος Λιβέριος κ.ά., και εξέδωσε δύο τεύχη του περιοδικού «Κομμουνιστική Αναγέννηση».

 

Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας - Μαρξιστικό Λενινιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΚΚΕ-ΜΛΚΚΕ). Οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1982, με την ενοποίηση του Μ-Λ ΚΚΕ με την Οργάνωση Πειραιά του ΕΚΚΕ. Είχαν προηγηθεί διαδικασίες ενοποίησης του Μ-Λ ΚΚΕ και του ΕΚΚΕ, καθώς και κοινή κάθοδος στις εκλογές του 1981. Το 1984 οι προερχόμενοι από την Οργάνωση Πειραιά του ΕΚΚΕ αυτονομήθηκαν και τον επόμενο χρόνο ίδρυσαν την Οργάνωση για την Ανασυγκρότηση του ΚΚΕ (ΟΑΚΚΕ). Το Μ-Λ ΚΚΕ συνέχισε να λειτουργεί με τον τίτλο του.

 

Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΕΚΚ). Ολιγομελής οργάνωση που ιδρύθηκε στα τέλη του 2008 από πρώην μέλη τροτσκιστικών οργανώσεων. Εκδίδει σε αραιά χρονικά διαστήματα την εφημερίδα «Σύντροφος» και στις εκλογές στηρίζει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

 

Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα (Τροτσκιστικό). Ολιγομελής οργάνωση που λειτουργεί από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Είναι μέλος της Ποσαδικής 4ης Διεθνούς και εκδίδει το περιοδικό «Κομμουνιστική Ενότητα», με υπεύθυνο τον Μιχάλη Μπούμη.

 

Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ). Οργάνωση που ιδρύθηκε το 1943 από την πλειοψηφία της Επαναστατικής Παράταξης του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον τροτσκιστή Κώστα Αναστασιάδη. Εξέδιδε το παράνομο έντυπο «Σοσιαλιστική Ιδέα». Λίγο αργότερα μετονομάστηκε σε Επαναστατικό Σοσιαλιστικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα Ελλάδας.

 

Επαναστατικό Σοσιαλιστικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα Ελλάδας [ΕΣ(Κ)ΚΕ]. Μετονομασία του Επαναστατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΣΚΕ) το φθινόπωρο του 1943. Γραμματέας του ήταν ο παλιός ηγέτης του ΚΚΕ Θωμάς Αποστολίδης και όργανό του η «Κόκκινη Σημαία». Υποστήριζε τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και κάποια από τα μέλη του συμμετείχαν στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ. Μεταξύ των στελεχών του ήταν οι Κώστας Αναστασιάδης, Αχιλλέας Γρηγορογιάννης και Ηλίας Παρασκευάς, οι νέοι  Γιώργος Δαλαβάγκας και Δημήτρης Λιβιεράτος κ.ά. Την άνοιξη του 1945 αυτοδιαλύθηκε και τα μέλη του προσχώρησαν στην ΕΛΔ-ΣΚΕ, ως τάση, με τον τίτλο Επαναστατική Διεθνιστική Παράταξη της ΕΛΔ.

 

Επαναστατικός Αγώνας. Αντιεξουσιαστική οργάνωση ένοπλης δράσης, που άρχισε να δρα το 2003. Μέλος της ήταν ο Λάμπρος Φούντας, που σκοτώθηκε από αστυνομικούς το 2010. Μεταξύ των ενεργειών της ήταν και επίθεση με ρουκέτα κατά της Αμερικανικής Πρεσβείας.

 

Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας (ΕΛΑ). Ακροαριστερή οργάνωση ένοπλης δράσης, που δραστηριοποιήθηκε κατά την περίοδο 1977-94. Με τον ΕΛΑ συνδεόταν το περιοδικό «Αντιπληροφόρηση» που κυκλοφορούσε εκτός εμπορικού δικτύου στα 1975-82. Το 2003 πραγματοποιήθηκαν συλλήψεις και ακολούθησαν δίκες, κατά τις οποίες δεν αποδείχθηκε η συμμετοχή των συλληφθέντων στην οργάνωση, με εξαίρεση τον Χρήστο Τσιγαρίδα, που αποδέχτηκε τη συμμετοχή του.

 

Επί τα Πρόσω. 1. Εφημερίδα που εκδιδόταν στην Πάτρα από το 1882, με εκδότη το παλιό στέλεχος του Δημοκρατικού Συνδέσμου Αλέξανδρο Ευμορφόπουλο. Μέχρι το 1895 είχε δημοκρατικό προσανατολισμό και στη συνέχεια την αγόρασε ο αναρχικός δημοσιογράφος Γιάννης Μαγκανάρας. Στα 1895-96 και 1897-98 κυκλοφόρησε ως όργανο της Σοσιαλιστικής Αδελφότητας, αλλά γύρω της συγκροτούνταν ομάδα περίπου σαράντα αναρχικών, με βασικά στελέχη τους Δημήτρη Καραμπίλια, Παναγιώτη Κοτζιά και Κωνσταντίνο Σταυρόπουλο. Η διακοπή της έκδοσής της και το 1896 και το ’98 υπήρξε αποτέλεσμα αστυνομικών διώξεων κατά του αναρχικού κινήματος της Πάτρας. Βασικοί συνεργάτες της εφημερίδας ήταν οι  Δημήτρης Αρνέλλος, Βασίλειος Θεοδωρίδης, Βασίλης Καλλιοντζής, Καραμπίλιας, Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος, Πάνος Μαχαιράς, Δημήτρης Μπατούνας, Παναγιώτης Τσεκούρας κ.ά.

2. Εφημερίδα της αναρχοσυνδικαλιστικής Ελευθεριακής Συσπείρωσης Εργαζομένων, που εκδίδεται από το 2003.

 

Επίθεση. 1. Μικρή τροτσκιστική ομάδα που συγκροτήθηκε το 1941 και εμφανίστηκε μ’ αυτόν τον τίτλο από τον επόμενο χρόνο. Βασικά της στελέχη ήταν οι παλιοί αρχειομαρξιστές Γιώργος Δόξας, Σπύρος και Χαράλαμπος Πυλίτσης κ.ά., οι περισσότεροι από τη Θήβα. Το 1943 ενοποιήθηκε με μικρό κύκλο πρώην μελών της ΟΚΔΕ, που δρούσε στην Καλλιθέα, και συγκρότησαν την Ενωτική Ομάδα.

2. Εφημερίδα που εκδιδόταν στην Τεργέστη στα 1971-74, ως όργανο του Εργατικού Δημοκρατικού Επαναστατικού Κινήματος της Ανεξάρτητης Αριστεράς, με πρωτοβουλία του Γιάννη Γαλανόπουλου.

 

Επιθεώρηση Νέας Αριστεράς. Πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό, όργανο της Κίνησης Νέοι Σοσιαλιστές και κατόπιν του Κινήματος Νέας Αριστεράς Ελλάδας. Εκδιδόταν στα 1975-77 με υπεύθυνο τον Κώστα Σεφέρη.

 

Επιθεώρηση Τέχνης. Αριστερό λογοτεχνικό-πολιτιστικό περιοδικό που εκδιδόταν στα 1955-67. Αν και η έκδοση δεν είχε αποφασιστεί από την ΕΔΑ ή το παράνομο ΚΚΕ, η «Ε.Π.» έγινε σύντομα ημιεπίσημη πολιτιστική έκφραση της Αριστεράς, και τα δύο κόμματα επιδίωκαν να έχουν παρέμβαση στα ζητήματα πολιτικής γραμμής και ιδεολογικής κατεύθυνσης.

Η αρχική Σ.Ε. του περιοδικού αποτελέστηκε από τους  Κώστα Κουλουφάκο, Τάσο Λειβαδίτη, Γιώργο Παπαλεονάρδο, Τίτο Πατρίκιο, Δημήτρη Ραυτόπουλο, Νίκο Σιαπκίδη (που εμφανιζόταν ως εκδότης) και Γιάννη Χαΐνη. Κατά καιρούς συμμετείχαν και οι Τάσος Βουρνάς, Μίμης Δεσποτίδης, Κώστας Κοτζιάς, Κώστας Πορφύρης, Μανώλης Φουρτούνης κ.ά., και μετά το 1964 και οι Μέλπω Αξιώτη, Αντώνης Βογιάζος, Άλκη Ζέη, Γιώργος Σεβαστίκογλου και Δημήτρης Σπάθης,  πολιτικοί πρόσφυγες που επέστρεψαν στην Ελλάδα.

Το πλήθος των συνεργατών του περιοδικού αποτελούνταν από λογοτέχνες, καλλιτέχνες και διανοούμενους από την κομμουνιστική και την ευρύτερη Αριστερά, αλλά υπήρχαν και πολλοί άλλοι που δεν εντάσσονταν σ’ αυτήν, καθώς η «Ε.Τ.» αναδείχτηκε σε σημαντικό εκδοτικό εγχείρημα στον χώρο του πολιτισμού.

Σε μια περίοδο αστυνομοκρατίας, διώξεων κατά της Αριστεράς και ασφυκτικού ελέγχου της πολιτιστικής και εκδοτικής δραστηριότητας, η «Ε.Τ.» συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στον αγώνα για την ελευθερία στην πολιτιστική έκφραση. Ταυτόχρονα, υπό την επίδραση των εξελίξεων στο διεθνές και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα μετά το 1956, στο πλαίσιο της εκδοτικής ομάδας και του κύκλου συνεργατών του περιοδικού, διαμορφώθηκε ισχυρή τάση αμφισβήτησης του κυρίαρχου στην κομμουνιστική Αριστερά καλλιτεχνικού ρεύματος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Η αμφισβήτηση της κομματικής καθοδήγησης σε ζητήματα τέχνης έφτασε και στην ανοιχτή διαμαρτυρία για διώξεις αντιφρονούντων λογοτεχνών στην ΕΣΣΔ. Αυτές οι αμφισβητησιακές τάσεις προκάλεσαν συχνά την παρέμβαση της κομματικής καθοδήγησης της ΕΔΑ και μέσω αυτής του ΚΚΕ, που εκφραζόταν με προσπάθειες ελέγχου, στις οποίες συμμετείχαν και στελέχη που βρέθηκαν, λίγα χρόνια μετά, στον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.

Χαρακτηριστικές αυτών των αντιπαραθέσεων, αλλά και ένδειξη της έναρξης μιας διαδικασίας δημόσιου διαλόγου στις γραμμές της αριστερής διανόησης, αποτέλεσαν οι περιπτώσεις των αντικρουόμενων κριτικών για την τριλογία του Στρατή Τσίρκα «Ακυβέρνητες Πολιτείες» και για τον «Επιτάφιο» του Μίκη Θεοδωράκη, που πυροδότησε συζήτηση σχετικά με το λαϊκό τραγούδι.

Η έκδοση της «Ε.Τ.» απαγορεύτηκε με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας. Μεγάλο μέρος των συντελεστών του περιοδικού βρέθηκε μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, στον χώρο του ΚΚΕ εσωτερικού και γενικότερα της ανανεωτικής Αριστεράς.

 

Επίκαιρα Διεθνή Θέματα. 1. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 1964-67, σε αραιά χρονικά διαστήματα. Μεγάλο μέρος της ύλης του προερχόταν από μεταφράσεις κειμένων του περιοδικού «Προβλήματα της ειρήνης και του σοσιαλισμού», που εκδιδόταν στην Πράγα και εξέφραζε τις θέσεις του ΚΚΣΕ και των Κ.Κ. που συνδέονταν μαζί του. Ταυτόχρονα, με ύλη από τα «Προβλήματα της ειρήνης και του σοσιαλισμού», κυκλοφορούσαν κατά καιρούς και τα περιοδικά "Σύγχρονα Παγκόσμια Προβλήματα" (1962-64) και "Διεθνής Επιθεώρηση" (1965). 

2. Περιοδικό που εξέδιδε στη Φρανκφούρτη το Γραφείο της Κ.Ε. του ΚΚΕ εσωτερικού, στα 1970-74. Αναφερόταν σε θέματα διεθνούς επικαιρότητας και ζητήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. 

 

Επιστήμη-Ανασυγκρότηση (ΕΠ-ΑΝ). Κίνηση αριστερών επιστημόνων και διανοουμένων συνδεδεμένων με το ΕΑΜ, που ιδρύθηκε το 1945. Ο επίσημος τίτλος της ήταν Επιστημονική Εταιρεία για τη Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων. Πρόπλασμα της κίνησης υπήρξε η Οργάνωση Μελετών Σχεδιοποιημένης Ανοικοδόμησης, που λειτουργούσε το 1944, ως συμβουλευτική της κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας (ΠΕΕΑ). Η ΕΠ-ΑΝ συγκροτήθηκε γύρω από τον κύκλο πανεπιστημιακών και άλλων διανοουμένων (Άγγελος Αγγελόπουλος, Ανδρέας Ζάκκας, Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Πέτρος Κόκκαλης, Νίκος Κιτσίκης, Σεραφείμ Μάξιμος, Δημήτρης Μπάτσης κ.ά.), που εξέδιδε από τον Μάιο 1945 το περιοδικό «Ανταίος». Πρόεδρός της ήταν ο Κόκκαλης και γενικός γραμματέας ο Κιτσίκης.

Στόχος της ήταν η μελέτη ζητημάτων που αφορούσαν στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της χώρας και η διερεύνηση των δυνατοτήτων οικονομικής ανάπτυξης, στηριγμένης στην αξιοποίηση των εγχώριων πλουτοπαραγωγικών πηγών. Πεποίθηση των στελεχών της ήταν πως η Ελλάδα είχε δυνατότητες αυτοδύναμης βιομηχανικής ανάπτυξης, σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη αστική αντίληψη που θεωρούσε πως οι δυνατότητες αυτές ήταν περιορισμένες. Οι θέσεις της ΕΠ-ΑΝ συνδέονταν με την προοπτική κατάκτησης και διασφάλισης της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, που θεωρούνταν από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ οικονομικά και πολιτικά εξαρτημένη από τον δυτικό, κυρίως τον αγγλικό, ιμπεριαλισμό.

Η δράση της κίνησης ατόνησε με την επέκταση του Εμφυλίου και τελικά διαλύθηκε το 1950, ως φιλοκομμουνιστική. Παρ’ όλα αυτά, ο «Ανταίος» συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1951.

 

Επιστημονική Σκέψη. Περιοδικό με τον υπότιτλο «Δίμηνη επιθεώρηση κοινωνικών επιστημών», που εξέδιδε κύκλος διανοουμένων του ΚΚΕ από το 1981, με διευθυντή τον Παναγιώτη Τριγάζη. Η έκδοσή του σταμάτησε το 1990, μετά την αποχώρηση από το κόμμα βασικών στελεχών του περιοδικού, όπως ο Ευτύχης Μπιτσάκης, ο Δημήτρης Γρηγορόπουλος κ.ά.

 

Επιτροπή για το στρατό. Κίνηση που συγκροτήθηκε το 1981 από μέλη οργανώσεων και ανένταχτους αγωνιστές της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, με σκοπό την ανάπτυξη κινήματος για την προώθηση των αιτημάτων των στρατιωτών, ενάντια στην αυθαιρεσία των αξιωματικών, για το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης κ.λπ. Η πρώτη εμφάνισή της έγινε με τη συμμετοχή ένστολων στρατιωτών στην πορεία για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο 1981. Λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ανάλογες κινήσεις συγκροτήθηκαν και από την ΚΝΕ και την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος.

 

Επιτροπή Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων (ΕΣΣΑΚ). Κίνηση για τη συνεργασία και την ενότητα των κομμάτων και οργανώσεων της μη κομμουνιστικής Αριστεράς. Ιδρύθηκε τον Αύγουστο 1945, με τη συμμετοχή της ΕΛΔ-ΣΚΕ, της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης (ΣΕΕ), του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΣΚΕ) και του Ανεξάρτητου Αγροτικού Κόμματος (ΑΑΚ), συσπειρώνοντας την πλειονότητα των δυνάμεων που είχαν αποχωρήσει από το ΕΑΜ.

Έπαψε να λειτουργεί μετά το Συνέδριο της ΕΛΔ-ΣΚΕ τον Ιανουάριο 1946, κατά το οποίο η πλειοψηφία της ΕΛΔ-ΣΚΕ και η μειοψηφία της ΣΕΕ και του ΑΑΚ συμμετείχαν στην ίδρυση του ΣΚ-ΕΛΔ. Η μειοψηφία της  ΕΛΔ-ΣΚΕ, που συγκρότησε την Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Ομάδα, η πλειοψηφία της ΣΕΕ και του ΑΑΚ και το ΕΣΚΕ συγκρότησαν την αντικομμουνιστικού προσανατολισμού Σοσιαλιστική Ομοσπονδία.

 

Επιχειρήματα. Πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό που εξέδιδε η Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ), στα 1987-90.

 

Εποχή (Η). Εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδόθηκε το 1988 ως ανεπίσημη έκφραση του ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά και η έκδοσή της συνεχίστηκε με τη στήριξη της ΑΚΟΑ. Στην αρθρογραφία της συμμετέχει ένα ευρύ δυναμικό που εντάσσεται στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ανένταχτοι αριστεροί. Ανάμεσά τους οι  Μπάμπης Γεωργούλας, Χάρης Γολέμης, Παύλος Κλαυδιανός, Μπάμπης Κοβάνης, Πάνος Λάμπρου, Μάκης Μπαλαούρας, Στρατής Μπουρνάζος, Θεόδωρος Παρασκευόπουλος κ.ά.

 

Εργάται (Οι). Τίτλος εφημερίδων σοσιαλιστικού προσανατολισμού που εκδίδονταν στην Κέρκυρα, στα 1881-82, και στα Τρίκαλα, στα 1883-88.

 

Εργάτης. Τίτλος εφημερίδων που συνόδευσαν τα πρώτα βήματα του ελληνικού εργατικού κινήματος. Η πρώτη απ’ αυτές ήταν ο «Ε.» που εξέδωσε ο Παναγιώτης Πανάς στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς το καλοκαίρι του 1875. Είχε ριζοσπαστικό προσανατολισμό και συνέχισε την έκδοσή του στην Αθήνα, μέχρι τον Σεπτέμβριο 1876. Με τον ίδιο τίτλο εκδόθηκαν εφημερίδες στην Τρίπολη, το 1882, στην Πάτρα, στα 1882-84, με εκδότη τον Βασίλειο Τσέλιο, και στον Βόλο από τον αναρχικό Δημήτρη Καλαντζόπουλο, το 1899.

Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η έκδοση της εφημερίδας «Ε.» στον Βόλο, από το 1907. Εκδιδόταν από τον Κωνσταντίνο Ζάχο και συνδέθηκε με τον Πανεργατικό Σύνδεσμο και κατόπιν με το Εργατικό Κέντρο Βόλου. Το 1911 κυκλοφορούσε με τίτλο «Εργάτης - Γεωργός», απευθυνόμενη και στον αγροτικό πληθυσμό της Θεσσαλίας, που τον προηγούμενο χρόνο είχε πραγματοποιήσει την εξέγερση του Κιλελέρ.

Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφορούσαν εφημερίδες στο Κάιρο, το 1907, από τον Νίκο Δούμα, με βασικό αρθρογράφο τον Σταύρο Κουχτσόγλου, και στη Σμύρνη, στα 1908-09, από τους Γιώργο Αναστασιάδη, Λέανδρο Κoκκινίδη, Δημήτρη Κοτζαμάνη, Μεχμέτ Μετζδέτ κ.ά.

Η σημαντικότερη από τις εκτός Ελλάδας ελληνόφωνη σοσιαλιστική εφημερίδα εκείνης της περιόδου ήταν ο «Ε.» της Κωνσταντινούπολης, που κυκλοφορούσε από τον Ιούλιο 1910 και τυπωνόταν και στα τουρκικά («Ιστιράκ») και σε άλλες γλώσσες. Ανάμεσα στους πρωτεργάτες της έκδοσής της ήταν οι Ηλίας Βεζεστένης, Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού, Νίκος Γιαννιός, Εύα Θεοδωρίδου, Ιορδάνης Ιορδανίδης, Στέφανος Παπαδόπουλος κ.ά.  Τον Σεπτέμβριο 1910 έγινε όργανο του Σοσιαλιστικού Κέντρου της Πόλης, αλλά τον Δεκέμβριο η έκδοσή του απαγορεύτηκε.

«Ε.» ονομαζόταν και το όργανο του Εργατικού Συνδέσμου της Κέρκυρας, που εκδιδόταν το 1912 με υπεύθυνο τον Νικόλαο Μαζαράκη,  καθώς και το όργανο του Εργατικού Κέντρου Κυκλάδων, που εξέδιδε το 1918 ο Μορφωτικός Εργατικός Όμιλος Σύρου, με υπεύθυνους τους Κωστή Μπαστιά (Μπαστουνόπουλο) και Κώστα Σπέρα.

«Ε.» τιτλοφορούνταν και η εφημερίδα που εξέδιδε η Ενωτική ΓΣΕΕ στα 1929-36. Παράλληλα, κυκλοφορούσε και η «Εργάτρια» απευθυνόμενη στις εργαζόμενες γυναίκες, ενώ η ΟΚΝΕ εξέδιδε το «Εργατόπουλο», για τους ανήλικους εργαζόμενους. Τον τίτλο χρησιμοποίησαν για τα έντυπά τους και πολλά σωματεία και συνδικαλιστικές κινήσεις.

 

Εργατικά Κέντρα. Δευτεροβάθμιες οργανώσεις του συνδικαλιστικού κινήματος, συγκροτημένες ανά πόλη ή νομό. Αντιπροσωπεύονται στα Συνέδρια της ΓΣΕΕ, στην οποία εντάσσονται οργανωτικά, και μέλη τους αποτελούν τα πρωτοβάθμια σωματεία της περιοχής που καλύπτουν.

Πρόδρομοι των Ε.Κ. ήταν οι εργατικές ενώσεις που είχαν ιδρυθεί στην Κέρκυρα (Εργατική Αδελφότης, το 1887, και αργότερα ο Εργατικός Σύνδεσμος), στην Πάτρα (Εργατικός Σύνδεσμος, το 1900, και Ελληνική Εργατική Ένωση, το 1906), στον Βόλο (Πανεργατικός Σύνδεσμος, το 1907), στην Κεφαλονιά (Εργατικοί Σύνδεσμοι στο Αργοστόλι και το Ληξούρι, κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα) κ.ά. Μέχρι το 1918 είχαν ιδρυθεί Ε.Κ. στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Σύρο, την Πάτρα, τη Λευκάδα, την Κέρκυρα, τον Βόλο, τη Λάρισα και τη Θεσσαλονίκη, που αντιπροσωπεύτηκαν στο Ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’20 είχαν ιδρυθεί Ε.Κ. σε όλες, σχεδόν, τις πρωτεύουσες νομών και σε άλλες μεγάλες πόλεις.

Μετά την ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, το 1929, πολλά Ε.Κ. εντάχθηκαν σ’ αυτήν, ενώ όπου ελέγχονταν από τις δυνάμεις της ΓΣΕΕ συγκροτήθηκαν Ενωτικά Ε.Κ. Αντιστοίχως, δικά της Ε.Κ. συγκροτούσε η ΓΣΕΕ στις πόλεις όπου κυριάρχησε η ΕΓΣΕΕ. Το Ε.Κ. Αθήνας της ΓΣΕΕ ακολούθησε αυτόνομη πορεία από το 1930, υπό την ηγεσία του συντηρητικού συνδικαλιστή, Νίκου Καλύβα.

Τόσο στην περίοδο της δικτατορίας Μεταξά όσο και στην Κατοχή, τα Ε.Κ. τέθηκαν υπό κυβερνητικό έλεγχο με διοικήσεις διορισμένες. Εντούτοις, το 1944 το σύνολο, σχεδόν, των Ε.Κ. της χώρας ελεγχόταν από τις δυνάμεις του Εργατικού ΕΑΜ, το οποίο είχε κατορθώσει να κερδίσει τις διοικήσεις των περισσότερων πρωτοβάθμιων οργανώσεων. Υπό αριστερό έλεγχο παρέμειναν τα περισσότερα Ε.Κ. και στα 1945-46. Μετά την πραξικοπηματική ανατροπή των αριστερών διοικήσεων το 1946, τα Ε.Κ. τέθηκαν υπό τον έλεγχο των συντηρητικών συνδικαλιστών, οι οποίοι τον διατήρησαν επί δεκαετίες με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις (διαγραφή σωματείων που έλεγχε η Αριστερά, καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα κ.λπ.). Η πραγματικά δημοκρατική λειτουργία των Ε.Κ. άρχισε το 1982. 

 

Εργατικά Νέα. Εφημερίδα για την προβολή συνδικαλιστικών ζητημάτων που εξέδιδε το τροτσκιστικό Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ), το 1945.

 

Εργατική. 1. Εφημερίδα του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος που ίδρυσαν το 1922 οι Κώστας Σπέρας, Γιάννης Φανουράκης κ.ά. Εκδιδόταν το 1923, με υπεύθυνο τον Σταύρο Γιαννουλάτο.

2. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα που εξέδιδε ο Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓΑΣ), στα 1945-47.

 

Εργατική Αλληλεγγύη. 1. Κίνηση για τη βοήθεια προς διωκόμενους αγωνιστές, που ίδρυσαν το 1932 οι αρχειομαρξιστές, οι οποίοι μέχρι τότε συμμετείχαν στην Εργατική Βοήθεια Ελλάδας, του ΚΚΕ. Τέθηκε εκτός νόμου από τη δικτατορία Μεταξά και διαλύθηκε κατά τη διάρκειά της.

2. Εφημερίδα που εξέδωσε ως δελτίο απεργιακών αγώνων, το 1985, η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ). Από το 1986 εκδιδόταν ως μηνιαία και στα 1991-92 ως δεκαπενθήμερη. Έκτοτε κυκλοφορεί ανά βδομάδα. Από το 1997 είναι όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ).

 

Εργατική Αριστερά. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα που εκδίδεται από τη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ), από την ίδρυσή της, το 2001.

 

Εργατική Βοήθεια Ελλάδας (ΕΒΕ). Οργάνωση με πανελλαδική διάρθρωση, που ιδρύθηκε το 1924, με πρώτο γραμματέα τον Πέτρο Πικρό, και ήταν μέλος της Κόκκινης Διεθνούς Βοήθειας, που είχε συγκροτήσει η Κομμουνιστική Διεθνής. Σκοπός της ήταν η νομική, υλική και κάθε άλλου είδους υποστήριξη προς τους διωκόμενους αγωνιστές και τις οικογένειές τους. Διέθετε οργανώσεις σχεδόν παντού όπου υπήρχαν αντίστοιχες του ΚΚΕ, ενώ λειτουργούσαν και ειδικά τμήματα (Νομικό, Ιατρικό κ.λπ.). Στην ΕΒΕ εντάχθηκαν και πολλοί δικηγόροι, γιατροί και άλλοι επιστήμονες και διανοούμενοι, που δεν ανήκαν στο ΚΚΕ. Από το 1928 εξέδιδε το 15ήμερο «Δελτίο Εργατικής Βοήθειας», υπεύθυνη του οποίου αργότερα ήταν η Γαλάτεια Καζαντζάκη. Το 1931 τέθηκε εκτός νόμου, αλλά συνέχισε τη λειτουργία της σε συνθήκες ημιπαρανομίας. Μέχρι το 1932 στην ΕΒΕ συμμετείχαν και οι αρχειομαρξιστές, οι οποίοι κατόπιν ίδρυσαν την Εργατική Αλληλεγγύη, ενώ στα 1935-36 συμμετείχαν και το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας. Διαλύθηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά.

H ΕΒΕ αποτέλεσε το πρότυπο για την ίδρυση και λειτουργία κατά την περίοδο της Κατοχής της Εθνικής Αλληλεγγύης, μιας από τις πλέον μαζικές και με σημαντική προσφορά, εαμικές οργανώσεις. Παράλληλα με την ΕΒΕ λειτούργησε, εκτός από την Εργατική Αλληλεγγύη των αρχειομαρξιστών, και η Ταξική Αλληλεγγύη, που ιδρύθηκε το 1937 από την τροτσκιστική ΕΟΚΔΕ.

 

Εργατική Δημοκρατία. 1. Τροτσκιστική οργάνωση που αποσπάστηκε το 1964 από το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ), με τίτλο Κίνηση Ε.Δ., και λειτούργησε μέχρι το 1967 ως Συνδικαλιστική Κίνηση της Ε.Δ. Ιδρυτικά στελέχη ήταν οι Παναγιώτης Δούμας, Θεοδόσης Θωμαδάκης, Ηλίας Κοσμίδης, Μιχάλης Λίλλης  κ.ά. Από τον Μάιο 1967 έως τον Σεπτέμβριο 1968, οπότε συνελήφθησαν τα μέλη της, η κίνηση λειτουργούσε στην παρανομία με τον τίτλο Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας   και όργανο τον «Σπάρτακο». Μετά την πτώση της δικτατορίας συνενώθηκε με την Ομάδα Εργατών και συμμετείχε στη συγκρότηση της οργάνωσης του Ξεκινήματος, που επιδίωκε εισοδιστική δραστηριότητα στο ΠΑΣΟΚ. Μετά τη διαγραφή από το ΠΑΣΟΚ, ανασυγκροτήθηκε το 1978 ως Επιτροπή Διαγραμμένων Μελών και Στελεχών του ΠΑΣΟΚ, και στα επόμενα χρόνια εξέδιδε τα έντυπα «Σοσιαλιστική Συμμαχία» και «Σοσιαλιστικός Αγώνας». Από το 1989 δρα ως Κίνηση Ε.Δ., επανεκδίδοντας την εφημερίδα «Ε.Δ.», που κυκλοφορούσε και προδικτατορικά. Στις εκλογές του 2023 κάλεσε σε κριτική στήριξη του ΚΚΕ.

2. Εκδοτικός οργανισμός που ιδρύθηκε από την Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), το 1992. Από το 1997 λειτούργησε ως εκδοτικό του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ), με υπεύθυνο τον Κώστα Πίττα, ενώ αργότερα αντικαταστάθηκε από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.

 

Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ). Τροτσκιστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1963, με επικεφαλής τους Κώστα Καστρίτη και Γιάννη Θεοδωράτο, οι οποίοι είχαν αποχωρήσει το 1958 από το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ). Συνδέθηκε με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς του Τζέρι Χίλι, επικρίνοντας τον «παμπλισμό» της Ενιαίας Γραμματείας των Μαντέλ-Φρανκ και τις πρακτικές του εισοδισμού. Εμφανιζόταν δημοσίως με τον τίτλο Εργατική Πρωτοπορία Ελλάδας, που εξέδιδε το περιοδικό «Διεθνιστής». Το 1967 διασπάστηκε, με την αποχώρηση ομάδας με επικεφαλής τον Καστρίτη, που κράτησε τον τίτλο της Εργατικής Πρωτοπορίας, και νέα ηγετικά στελέχη αναδείχτηκαν οι Θεοδόσης Θωμαδάκης (προερχόμενος από την Εργατική Δημοκρατία), Σάββας Μιχαήλ, Δημήτρης Τούμπανης κ.ά. Κατά τη δικτατορία εξέδιδε στο Λονδίνο το περιοδικό «Κομμουνιστής» και την εφημερίδα «Ώρα της Αλλαγής», και στην Ελλάδα την παράνομη εφημερίδα «Η Πρωτοπορία». Ανέπτυξε αντιδικτατορική δραστηριότητα και μέλη της συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.

Μετά την πτώση της δικτατορίας αναδείχτηκε στη μαζικότερη τροτσκιστική οργάνωση. Η εφημερίδα της «Σοσιαλιστική Αλλαγή» εκδιδόταν ως εβδομαδιαία και αργότερα δισεβδομαδιαία, ενώ παράλληλα κυκλοφορούσε και το θεωρητικό περιοδικό «Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση». Σχετική ανάπτυξη γνώρισε και η νεολαία της οργάνωσης, οι Νέοι Σοσιαλιστές. Το 1975 ομάδα μελών της, με επικεφαλής τον μέχρι τότε γραμματέα Τούμπανη, αποχώρησε και ίδρυσε την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ). Νέος γραμματέας αναδείχθηκε ο Μιχαήλ.

Η ΕΔΕ παρέμβαινε στα μαζικά κινήματα μέσω των κινήσεων Σοσιαλιστική Πανσυνδικαλιστική Ένωση, Σοσιαλιστική Φοιτητική Παράταξη και Σοσιαλιστική Μαθητική Παράταξη, και συμμετείχε στις εκλογές του 1977, 1981 και 1985, με πολύ περιορισμένα αποτελέσματα (1.000 - 3.800 ψήφους). Το 1985 μετεξελίχθηκε στο Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ).

 

Εργατική Δράση. Εφημερίδα του εξέδιδε η τροτσκιστική Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ) από την ίδρυσή της, το 1975, μέχρι τη διάλυσή της, το 2005.

 

Εργατική Ενότητα. Εφημερίδα του Αντιδικτατορικού Εργατικού Μετώπου (ΑΕΜ), συνδικαλιστικής παράταξης της ανανεωτικής Αριστεράς. Κυκλοφόρησε το 1975 και συνέχισε να εκδίδεται μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, με βασικό συντελεστή τον Μπάμπη Κοβάνη.

 

Εργατική Εξόρμηση. Εφημερίδα που εξέδιδε η συνδικαλιστική παράταξη της Αριστεράς Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ), στα 1950-55.

 

Εργατική Εξουσία. Εφημερίδα που εξέδιδε η τροτσκιστική οργάνωση Κομμουνιστικός Σύνδεσμος από την ίδρυσή της, το 1996, έως τη διάλυσή της, το 2008. Η οργάνωση αναφερόταν, συνήθως, με τον τίτλο της εφημερίδας.

 

Εργατική Πάλη. Ιστορική εφημερίδα του τροτσκιστικού χώρου. Εκδόθηκε το 1945 ως όργανο του Εργατικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΔΚΕ) και από το 1946 έγινε όργανο του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΔΚΕ). Κυκλοφορούσε ανά βδομάδα με υπεύθυνο τον Χρήστο Αναστασιάδη. Η έκδοσή της απαγορεύτηκε τον Οκτώβριο 1947 και εκδιδόταν παράνομα κατά καιρούς, τη δεκαετία του 1950. Στα 1967-71 κυκλοφόρησε ως περιοδικό στη δυτική Ευρώπη. Μετά τη μετονομασία του ΚΔΚΕ σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ), το 1974, επανεκδόθηκε ως νόμιμη εφημερίδα, και συνεχίζει να εκδίδεται ως μηνιαίο όργανο της οργάνωσης.

 

Εργατική Πολιτική. 1. Οργάνωση που ιδρύθηκε το 2006 από πρώην μέλη του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ), εκδίδοντας ομώνυμη εφημερίδα. Το 2007 ενοποιήθηκε με την Αριστερή Ανασύνταξη και ιδρύθηκε η Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη.

2. Εφημερίδα που εξέδωσε το 2006 η ομώνυμη οργάνωση. Από το 2007 είναι όργανο της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Ανασύνταξη.

 

Εργατική Πρωτοπορία. 1. Εφημερίδα που εξέδιδε η τροτσκιστική Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ), στα 1934-37. Από το 1936, με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, εκδιδόταν παράνομα.  Υπεύθυνος της έκδοσης ήταν ο Χρήστος Σούλας και βασικός αρθρογράφος ο Παντελής Πουλιόπουλος.

2. Μηνιαία εφημερίδα που εξέδιδε η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), από το 1975 έως το 1981.

 

Εργατική Πρωτοπορία Ελλάδας (ΕΠΕ). Τίτλος με τον οποίο εμφανιζόταν η παράνομη τροτσκιστική οργάνωση Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ), που ιδρύθηκε το 1963 και συνδέθηκε με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς, του Τζέρι Χίλι. Όργανό της ήταν το περιοδικό «Διεθνιστής». Από τον Μάρτιο του 1967, μετά την αποχώρηση των Κώστα Καστρίτη και Γιάννη Θεοδωράτου από την ΕΔΕ, η ΕΠΕ ήταν ο τίτλος της νέας οργάνωσης που συγκρότησαν και ανέπτυξε δραστηριότητα κατά την περίοδο της δικτατορίας, οπότε εξέδιδε παράνομα τον «Διεθνιστή» και την «4η Διεθνή». Μέλη της συμμετείχαν στα 1967-69 στην παράνομη οργάνωση Λαϊκή Πάλη της Θεσσαλονίκης. Ως μικρή ομάδα συνέχισε να λειτουργεί και μετά την πτώση της δικτατορίας, με όργανο και πάλι τον «Διεθνιστή».

 

Εργατική Σημαία. Εφημερίδα που εξέδιδε το Ενωτικό Εργατικό Κόμμα, του Γεωργίου Γεωργιάδη, στα 1931-34.

 

Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας (ΕΣΕΕ). Οργάνωση σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού που ίδρυσαν το 1923 πρώην ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ(Κ), με επικεφαλής τον Γεώργιο Γεωργιάδη. Η ΕΣΕΕ υποστήριζε τη ρεφορμιστική κατεύθυνση που είχε υιοθετήσει η Συνδιάσκεψη του κόμματος τον Φεβρουάριο 1922 και η οποία ανατράπηκε στη συνέχεια. Εξέδιδε την εφημερίδα «Φωνή του Λαού». Για λίγους μήνες, το 1924, στην οργάνωση προσχώρησε και η Συγκεντρωτική Ομάδα του ΣΕΚΕ (Αβραάμ Μπεναρόγια, Νίκος Δημητράτος κ.ά.) και όργανό της έγινε η «Νέα Εποχή». Η λειτουργία της ατόνησε στη συνέχεια και διαλύθηκε το 1926. Ανάμεσα στα στελέχη της ήταν οι  Μανώλης Κόρακας, Αριστοτέλης Σίδερης και Μιχάλης Σιδέρης.

 

Εργατική Σοσιαλιστική Παράταξη. Σοσιαλδημοκρατική συνδικαλιστική κίνηση που ίδρυσε το 1928 ο Δημήτρης Στρατής. Λειτούργησε μέχρι το 1930. Όργανό της ήταν η εφημερίδα «Σοσιαλιστής».

 

Εργατική τάξη. Μία από τις δύο βασικές κοινωνικές τάξεις των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών, που η συγκρότηση και ανάπτυξή της συμβαδίζει με τους ρυθμούς διαμόρφωσης και ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων. Ως προς τα προσδιοριστικά της χαρακτηριστικά έχουν διατυπωθεί διαφωνίες, ακόμη και μεταξύ των μαρξιστών και των μαρξιστικών ρευμάτων. Οι σημαντικότερες αφορούν στο αν στην ε.τ. εντάσσονται και κατηγορίες μισθωτών που δεν συμβάλλουν άμεσα στην παραγωγή υπεραξίας, αλλά και σε ζητήματα που σχετίζονται με συνολικότερες διαφορές προσεγγίσεων, σε σχέση με τη συγκρότηση της εργατικής τάξης (αν η διαμόρφωσή της είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ή καθορίζεται από τη διαδικασία της ταξικής πάλης), σε σχέση με το αν η διεξαγωγή της πάλης των τάξεων προϋποθέτει ή όχι την οργανωτική και πολιτική της συγκρότηση κ.λπ. Έχουν προβληθεί, επίσης, απόψεις που αναφέρονται σε τάσεις συρρίκνωσης ή και εξαφάνισης της ε.τ.

H ε.τ. αποτελεί εκείνη την κοινωνική δύναμη που τα άμεσα και τα ιστορικά της συμφέροντα την τοποθετούν στην πρωτοπορία του αντικαπιταλιστικού κινήματος. Ως τέτοια, αποτελεί τη βασική κοινωνική του δύναμη και η σύνδεση των σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών ρευμάτων μαζί της συνιστά πρωταρχικό όρο για την ανάδειξή τους σε πολιτικές δυνάμεις με μαζική απεύθυνση.

H εγκατάλειψη της αναφοράς στην εργατική τάξη αποτέλεσε, σε όλη την ιστορική διαδρομή του εργατικού κινήματος, σαφή εκδήλωση εγκατάλειψης και των στρατηγικών στόχων του σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκε τόσο το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, όσο και τα πρώην Κ.Κ., μετά την εγκατάλειψη και της αναφοράς στο κομμουνιστικό κίνημα, κατά την τελευταία δεκαετία του αιώνα.

Η ε.τ. στην Ελλάδα. Η ε.τ. συγκροτήθηκε στο ελληνικό κράτος και στις περιοχές που τμηματικά εντάχθηκαν σ’ αυτό, παράλληλα με την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων και τον περιορισμό των μορφών απλής εμπορευματικής παραγωγής, που επέφερε την προλεταριοποίηση πρώην ανεξάρτητων παραγωγών της πόλης και της υπαίθρου. Καθώς το ελληνικό κεφάλαιο ανέπτυσσε σημαντική δραστηριότητα σε έναν ευρύτερο χώρο, από την Αίγυπτο μέχρι τη Ρωσία, η στροφή του προς την Ελλάδα πραγματοποιείται κατά περιόδους και ολοκληρώνεται κατά τον Μεσοπόλεμο. Η προλεταριοποίηση ανεξάρτητων παραγωγών αποτελεί μια μακρόχρονη διαδικασία, που χαρακτηρίζεται από την αντίσταση που προβάλλουν, επιδιώκοντας τη διατήρηση της μικροϊδιοκτησίας και της εργασιακής ανεξαρτησίας.

Η ε.τ. παραμένει, μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, αριθμητικά περιορισμένη και το μεγαλύτερο τμήμα της απασχολείται σε βιοτεχνικές και μικρές εμπορικές επιχειρήσεις. Η κατακόρυφη αύξηση με την προλεταριοποίηση μεγάλου μέρους των προσφυγικών πληθυσμών του 1922-23, συντελείται σε συνθήκες εξαθλίωσης, που τις επιτείνει η οικονομική κρίση μετά το 1930. Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου μαζικοί κλάδοι εξακολουθούν να είναι ο κλάδος των μεταφορών (κυρίως ο ναυτεργατικός) και ο καπνεργατικός, ενώ σημαντικό τμήμα της ε.τ. απασχολείται στις κατασκευές και στην αναπτυσσόμενη βιομηχανία.

Νέο κύμα μαζικής προλεταριοποίησης συντελείται κατά τη δεκαετία του 1940, με την Κατοχή και τον Εμφύλιο, καθώς και τις επόμενες δεκαετίες, που χαρακτηρίζονται από τη μαζική ένταξη στην ε.τ. αγροτικών πληθυσμών που συρρέουν στα αστικά κέντρα, όταν δεν παίρνουν τον δρόμο της εξωτερικής μετανάστευσης. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, όταν η παραγωγή του δευτερογενούς τομέα ξεπερνάει για πρώτη φορά αυτήν του πρωτογενούς, η ε.τ. αποτελεί, ήδη, την πλειονότητα μέσα στα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα. Αυτή την περίοδο μαζικοποιείται ταχύτατα το οικοδομικό και το βιομηχανικό προλεταριάτο, ενώ παραμένει μαζικός και ο ναυτεργατικός κλάδος και οι απασχολούμενοι στο εμπόριο.

Σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση της ε.τ. συντελούνται τις τελευταίες δεκαετίες, μετά το 1990. Ενώ περιορίζεται το βιομηχανικό προλεταριάτο, που εξακολουθεί, εντούτοις, ν’ αποτελεί σημαντικό τμήμα της ε.τ., αυξάνεται κατακόρυφα η απασχόληση στον τομέα των υπηρεσιών, κυρίως στην τουριστική βιομηχανία, και μεγάλο τμήμα της ε.τ. αποτελείται, πλέον, από αλλοδαπούς μετανάστες. Παράλληλα, εντείνονται οι τάσεις προλεταριοποίησης μέρους της διανοητικής εργασίας. Η κυριαρχία μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων στο εμπόριο ειδών μαζικής λαϊκής κατανάλωσης οδηγεί σε κατακόρυφη αύξηση του προλεταριάτου και σ’ αυτόν τον κλάδο. Ο κλάδος των κατασκευών εξακολουθούσε να παραμένει μαζικός μέχρι και τη δεκαετία του 2000, ενώ η αύξηση της απασχόλησης στις χερσαίες και θαλάσσιες μεταφορές συντελείται με τη μαζική παρουσία αλλοδαπών στο εμπορικό ναυτικό.

Η ε.τ. και η Αριστερά. Τμήματα της ε.τ. στην Ελλάδα συνδέθηκαν με το κομμουνιστικό κίνημα από το πρώτο ξεκίνημά του, αν και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930 η μεγάλη πλειονότητα των εργατών παρέμενε προσκολλημένη στα αστικά κόμματα. Ιδιαίτερα το προσφυγικό προλεταριάτο, που συνδεόταν μαζικά με τη βενιζελική παράταξη. Το ΚΚΕ κατόρθωσε να αποκτήσει δεσμούς με ευρύτερα τμήματα της ε.τ. μέσα από τους αγώνες της περιόδου 1931-36, ενώ στα χρόνια της Κατοχής και της εαμικής Αντίστασης η μεγάλη πλειονότητα της ε.τ. αποτέλεσε μαζική κοινωνική βάση της Αριστεράς. Αν και στις μεταπολεμικές συνθήκες αντικομμουνιστικών διώξεων, μεγάλο τμήμα της ε.τ. στήριζε εκλογικά κόμματα του Κέντρου, η επιρροή της κομμουνιστικής Αριστεράς παρέμενε ισχυρή και εκφραζόταν τόσο με την υπερψήφιση της ΕΔΑ, με ποσοστά υπερπολλαπλάσια του εθνικού μέσου όρου, όσο και με την κυριαρχία της Αριστεράς στους δήμους με εργατική κοινωνική σύνθεση και στα μαζικά εργατικά συνδικάτα. Παρ’ όλο που η ε.τ., σε μεγάλο ποσοστό, αποτελούνταν από εργάτες πρώτης γενιάς με άμεση αγροτική προέλευση, η μεγάλη πλειονότητά της τοποθετούνταν στην Αριστερά.

Χαρακτηριστικό της μακρόχρονης περιόδου από τη δεκαετία του 1920 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ήταν η αδυναμία συγκρότησης μαζικού ρεφορμιστικού πολιτικού φορέα και η περιορισμένη επιρροή της σοσιαλδημοκρατίας στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Μετά τη Μεταπολίτευση του 1974 διαμορφώθηκε μια νέα κατάσταση και στην πολιτική συμπεριφορά της ε.τ. Οι αλλεπάλληλες ήττες του κομμουνιστικού κινήματος, η κρίση και η πολυδιάσπασή του, σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση όρων που επέτρεπαν μια πολιτική κοινωνικών παροχών, οδήγησαν στη μετατόπιση μεγάλων τμημάτων της ε.τ. προς το ΠΑΣΟΚ, που αναδείχτηκε στο πρώτο μαζικό σοσιαλιστικό κόμμα στην Ελλάδα. Κατά τις δεκαετίες 1980, ’90 και 2000, η ε.τ. στήριζε πλειοψηφικά το κόμμα αυτό, ενώ από το 1990 η επιρροή της κομμουνιστικής και κομμουνιστογενούς Αριστεράς στην ε.τ.  περιοριζόταν, σε σχέση με την πρώτη μεταδικτατορική δεκαπενταετία.

Στις νέες συνθήκες που διαμόρφωσε η καπιταλιστική αναδιάρθρωση, μεγάλο μέρος της ε.τ. και ιδιαίτερα τα ηλικιακά νεότερα τμήματά της, εκδήλωναν έντονες τάσεις αποπολιτικοποίησης, που εντεινόταν με την παρουσία εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών, οι οποίοι, στο σύνολό τους σχεδόν, παρέμεναν έξω από την πολιτική ζωή και τη συνδικαλιστική δράση.

Αν και η στήριξη του ΚΚΕ από τις συνοικίες με εργατική σύνθεση ξεπερνάει, σταθερά, κατά πολύ τον μέσο εθνικό όρο της εκλογικής του επιρροής, κάτι που δεν ίσχυε για τον Συνασπισμό κατά τις δεκαετίες 1990 και 2000, μεγάλες ανατροπές συντελέστηκαν από το 2012, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε σε πρώτη πολιτική δύναμη στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες, διαδικασία και ενισχύθηκε στις εκλογές του 2015. Εντούτοις, η επιρροή αυτή μειώθηκε κατά πολύ στις εκλογές του 2023, ενώ, παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε απέκτησε σημαντική επιρροή στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

 

Εργατική Ταξική Αλληλεγγύη. Έκδοση του ΕΚΚΕ. Τυπωνόταν στο Βερολίνο στα 1973-74 και αναφερόταν στην παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα.

 

Εργατική Φωνή. Εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδόθηκε στις αρχές του 1925 για την προβολή των εργατικών συνδικαλιστικών ζητημάτων από το ΚΚΕ. Η έκδοσή της σταμάτησε λίγο μετά, με την επιβολή της δικτατορίας του Πάγκαλου.

 

Εργατικό Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο (ΕΑΜ). Οργάνωση που ιδρύθηκε το 1985 από μέλη και στελέχη του ΚΚΕ που διαγράφηκαν ή αποχώρησαν από την Κ.Ο. Πάτρας, με επικεφαλής τον Μιχάλη Βασιλάκη. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 εξέδιδε την εφημερίδα «Δημοκράτης Λαός». Διακήρυξε την ανάγκη ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος πάνω στις βάσεις του μαρξισμού-λενινισμού και του ταξικού προσανατολισμού, και συμμετείχε στις εκλογές του 1989, παίρνοντας 1.500 και 1.400 ψήφους (0,02%). Στέλεχος του ΕΑΜ ήταν ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας, που δολοφονήθηκε τον Ιανουάριο του 1991, κατά τη διάρκεια των μαθητικών καταλήψεων. Η οργάνωση, στελεχωμένη κατά πλειοψηφία από βιομηχανικούς εργάτες της Πάτρας, απομαζικοποιήθηκε μετά τον περιορισμό της βιομηχανικής δραστηριότητας στην πόλη. Συνεχίζει τη δράση της, εκδίδοντας σε αραιά διαστήματα, από το 2006, το περιοδικό «Η Άλλη Πλευρά», ενώ από το 2012 έχει αναπτύξει σχέσεις στενής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Εργατικό Βήμα. 1. Εργατική συνδικαλιστική εφημερίδα που εξέδιδε, το 1932, η Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ).

2. Όργανο της Κ.Ε. του Εργατικού ΕΑΜ, κατά την περίοδο της φασιστικής Κατοχής. Κυκλοφορούσε παράνομα στις κατεχόμενες πόλεις. Τον Αύγουστο 1944, όταν η Κ.Ε. του ΕΕΑΜ ανακηρύχθηκε Διοίκηση της ΓΣΕΕ, έγινε κεντρικό όργανο της Συνομοσπονδίας.

 

Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ). Τροτσκιστική οργάνωση που ιδρύθηκε τον Μάρτιο 1945, από το Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (Χρήστος Αναστασιάδης, Σωτήρης και Γιάννης Γουδέλης κ.ά.),  πρώην στελέχη του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (Κώστας Καστρίτης, Γιάννης Θεοδωράτος κ.ά.), την Ενωτική Ομάδα, που είχε ιδρύσει ο Γιώργος Δόξας, και ομάδα πρώην αρχειομαρξιστών. Εξέδιδε τις εφημερίδες «Εργατικά Νέα» και «Εργατική Πάλη». Έχοντας σκοπό την ενοποίηση των διάσπαρτων δυνάμεων του ελληνικού τροτσκισμού, τον Σεπτέμβριο 1945 συμμετείχε στη συγκρότηση της Οργανωτικής Επιτροπής για το Ενοποιητικό Συνέδριο. Διαφωνώντας με την ενοποίηση, αποχώρησε μικρή ομάδα προερχόμενη από το ΚΚΔΕ, που συγκρότησε τη Διεθνιστική Επαναστατική Πρωτοπορία (ΔΕΠ). Το 1946 πραγματοποιήθηκε το Ενοποιητικό Συνέδριο, που αποφάσισε την ίδρυση του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΔΚΕ), στο οποίο συσπειρώθηκε το σύνολο, σχεδόν, των Ελλήνων τροτσκιστών.

 

Εργατικό Επαναστατικό Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ). Οργάνωση του μ-λ χώρου. Ιδρύθηκε το 1973 από το πρώην ηγετικό στέλεχος της ΟΜΛΕ, Κώστα Μπακιρτζή. Μετά τη δικτατορία εξέδιδε την εφημερίδα «Νέοι Αγώνες» και δραστηριοποιήθηκε κυρίως στο κίνημα του εργοστασιακού συνδικαλισμού, ενώ παρέμβαινε και στο φοιτητικό κίνημα, μέσω της Ένωσης Πάλης Αριστερών Σπουδαστών (ΕΠΑΣ). Αυτοδιαλύθηκε το 1978 και ένα μέρος των μελών της, μεταξύ των οποίων και ο  Μπακιρτζής, προσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ.

 

Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ). Τροτσκιστική οργάνωση, μετεξέλιξη της Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ) από το 1985, μέλος της Διεθνούς Επιτροπής της 4ης Διεθνούς έως το 1989.

Το ΕΕΚ τάχθηκε υπέρ της Περεστρόικα στη Σοβιετική Ένωση, θεωρώντας ότι πραγματοποιεί την επαγγελλόμενη από το τροτσκιστικό κίνημα πολιτική αντιγραφειοκρατική επανάσταση. Υποστήριξε, επίσης, τις διαδικασίες συμπαράταξης της Αριστεράς, που είχε δρομολογήσει στα 1987-89 το ΚΚΕ και κατέληξαν στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς. Συμμετείχε στον Συνασπισμό, αλλά προέκυψαν διαφωνίες, τόσο για τη συγκυβέρνηση με τη Δεξιά, το καλοκαίρι του 1989, όσο και με την άκριτη υποστήριξη της Περεστρόικα, με αποτέλεσμα τη διάσπαση.

Το ένα τμήμα, με επικεφαλής τους Τριαντάφυλλο Μηταφίδη, Τερέζα Μπούκη, Βασίλη Σακελλαρίου κ.ά., ενσωματώθηκε, το 1991, στον Συνασπισμό. Το άλλο, με επικεφαλής τους Σάββα Μιχαήλ, Γρηγόρη Δαφνή, Θεόδωρο Κουτσουμπό, Αγγελική Κουτσουμπού, Κατερίνα Μάτσα, Γιώργο Μητροβγένη κ.ά., συνέχισε την αυτόνομη παρουσία του, συνεργαζόμενο στις εκλογές του 1990 με το Νέο Αριστερό Ρεύμα, στο πλαίσιο της Λαϊκής Αντιπολίτευσης, τα επόμενα χρόνια στη Μαχόμενη Αριστερά και στη συνέχεια στο ΜΕΡΑ, μέχρι τη διάλυσή του, το 2009. Στα 2002-05 συμμετείχε στην Πρωτοβουλία Αγώνα .

Συμμετείχε αυτόνομα στις εκλογές του Οκτωβρίου 2009, παίρνοντας 4.500 ψήφους (0,07%) και του Μαΐου 2012, οπότε πήρε 6.000 ψήφους (0,1%). Στις εκλογές του Ιουνίου 2012 στήριξε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τον Ιανουάριο 2015 πήρε 2.500 ψήφους (0,04%). Από τον Σεπτέμβριο 2015 συνεργάζεται εκλογικά με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εκτός από το 2019 που συμμετείχε αυτόνομα και πήρε 1.700 ψήφους (0,03%).

Το ΕΕΚ εκδίδει την εφημερίδα «Νέα Προοπτική» και το θεωρητικό περιοδικό «Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση», ενώ η νεολαία του (Οργάνωση Επαναστατικής Νεολαίας) εκδίδει την εφημερίδα «Κονσερβοκούτι». Συνδέεται με τη Συντονιστική Επιτροπή για την Επανίδρυση της 4ης Διεθνούς.

 

Εργατικό Κόμμα Ελλάδας. Μικρή πολιτική κίνηση που ιδρύθηκε το 1923 από συντηρητικούς συνδικαλιστές, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Γιάννης Καλομοίρης, ο οποίος σύντομα το μετέτρεψε σε προσωποπαγές. Επί σειρά χρόνων γραμματέας του κόμματος ήταν ο προερχόμενος από το σοσιαλιστικό κίνημα, Άριστος Αρβανίτης. Με το ΕΚΕ συνδεόταν το Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Πειραιώς. Το 1928 συμμετείχε στην ίδρυση του σκιώδους Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ), διαλύθηκε το 1931 με την προσχώρηση του Καλομοίρη στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ) και ανασυστάθηκε το 1932 με τον τίτλο Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ). 

 

Εργατικό Μέτωπο. 1. Εφημερίδα που εκδόθηκε σε διάφορες περιόδους από οργανώσεις στις οποίες συμμετείχε ο Άγις Στίνας. Υπήρξε όργανο ολιγομελούς ομώνυμης ομάδας, το 1935, της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ένωσης Ελλάδας (ΚΔΕΕ), κατά την περίοδο 1935-37, του Διεθνιστικού Επαναστατικού Κόμματος Ελλάδας (ΔΕΚΕ), στα 1945-46, και της ομώνυμης ομάδας Ε.Μ., που συγκροτήθηκε μετά την αποχώρησή της από το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ), το 1947.

2.Ομάδα που συγκροτήθηκε το 1935 από τον Άγι Στίνα, εκδίδοντας ομώνυμο έντυπο και συμμετείχε στην ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ένωσης Ελλάδας (ΚΔΕΕ). Ανασυστάθηκε τον Φεβρουάριο 1947 με επικεφαλής και πάλι τον Στίνα, μετά την αποχώρησή της από το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ).

Το Ε.Μ. ασκούσε κριτική για σοσιαλπατριωτισμό στην 4η Διεθνή, λόγω της θέσης υπέρ της αντιφασιστικής Αντίστασης στις κατεχόμενες χώρες κατά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Απορρίπτοντας τη θέση της για τον εργατικό (αν και γραφειοκρατικά παραμορφωμένο) χαρακτήρα του σοβιετικού καθεστώτος, τη χαρακτήριζε «πρακτορείο της σταλινικής αντίδρασης».

Συνεργάστηκε με σοσιαλδημοκρατικές κινήσεις, συμμετείχε στη Σοσιαλιστική Κίνηση για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης και κράτησε ουδέτερη στάση στον Εμφύλιο Πόλεμο. Το 1948, στο 2ο Συνέδριο της 4ης Διεθνούς, εκπροσωπήθηκε από τον Κορνήλιο Καστοριάδη και αμέσως μετά αποχώρησε από τη Διεθνή, υιοθετώντας τις απόψεις της ομάδας Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, που δρούσε στη Γαλλία, με επικεφαλής τον Καστοριάδη. Διαλύθηκε το 1950 και ανασυστάθηκε το 1959. Συνέχισε να λειτουργεί ως χαλαρός ιδεολογικός κύκλος μέχρι και την περίοδο της δικτατορίας και το 1966 εξέδιδε το «Νέο Ξεκίνημα». Μέλη του Ε.Μ. υπήρξαν οι λογοτέχνες και διανοούμενοι, Μανώλης Λαμπρίδης, Αντώνης Λαυραντώνης, Σταμάτης Στανίτσας, Στέφανος Χατζημιχελάκης κ.ά.

 

Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ). Ολιγομελής πολιτική κίνηση που ίδρυσε ο Γιάννης Καλομοίρης το 1932, μετά τη διαγραφή του από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ). Ήταν μετεξέλιξη του Εργατικού Κόμματος Ελλάδας, που είχε ιδρυθεί το 1923 και είχε προσωποπαγή χαρακτήρα, εξυπηρετώντας την πρόθεση του ιδρυτή του να εμφανίζεται ως ηγέτης σοσιαλιστικού κόμματος στις διεθνείς συνδικαλιστικές επαφές. Γραμματέας του ήταν ο Ιωάννης Ηλιάδης. Στις εκλογές του 1932 συνεργάστηκε με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Διαλύθηκε το 1934 και τα μέλη του επαναπροσχώρησαν στο ΣΚΕ, από το οποίο αποχώρησαν και πάλι το 1935. Το 1936 το ΕΣΚΕ διαλύθηκε και ανασυστάθηκε το 1941, με γραμματέα τον Γιώργο Πυρπασόπουλο, εντασσόμενο στο ΕΑΜ. Το 1944 μετεξελίχθηκε στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας.

 

Εργατικό Σπορ. Εφημερίδα του εργατικού αθλητισμού που κυκλοφόρησε στα 1928-29 χωρίς να εξασφαλίσει σταθερή έκδοση. Επανεκδόθηκε το 1930 ως 15ήμερο περιοδικό και συνέχισε να κυκλοφορεί κατά περιόδους και τα επόμενα χρόνια. Το 1933 κυκλοφόρησε ως «Κόκκινος Αθλητής» και στα 1934-35 εκδιδόταν με τον τίτλο «Σπορ».

 

Εργατικός Αγών. 1. Σοσιαλιστική εφημερίδα που εκδόθηκε τον Ιούλιο 1917, ως όργανο εικονικού σοσιαλιστικού κόμματος, στο πλαίσιο της συνεργασίας της Σοσιαλιστικής Ένωσης, του Παναγή Δημητράτου, με το Σοσιαλιστικό Κέντρο, του Νίκου Γιαννιού, και της συγκρότησης του Σοσιαλιστικού Τμήματος Αθηνών. Την ευθύνη της έκδοσης είχε αναλάβει η Σοσιαλιστική Οργάνωση Νεολαίας της Αθήνας και διευθυντής της ήταν ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος. Τον επόμενο χρόνο, με την ίδρυση του ΣΕΚΕ, έγινε δημοσιογραφικό όργανό του. Προγραμματιζόταν η αλλαγή του τίτλου της σε «Σοσιαλιστικό Αγώνα», αλλά η έκδοσή της σταμάτησε το 1921, όταν όργανο του κόμματος έγινε ο «Ριζοσπάστης».

2. Κίνηση Κομμουνιστών - Εργατικός Αγώνας. Ιδρύθηκε το 2012 από πρώην μέλη του ΚΚΕ, εκτιμώντας πως απομακρύνθηκε από βασικές ιδεολογικοπολιτικές θέσεις που το προσδιόριζαν ως μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα. Συνεχίζει τη δράση της, με βασικά στελέχη τους Γεράσιμο Αραβανή και Βασίλη Καλαματιανό.

 

Εργατικός Αθλητισμός. Το κίνημα στον χώρο του αθλητισμού, που συγκροτήθηκε στα 1926-36, με πρωτοβουλία της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ. Περιλάμβανε δεκάδες αθλητικά σωματεία, κυρίως ποδοσφαιρικά, και αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στην περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά, στην ανατολική Στερεά και Εύβοια, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τη Θράκη και τη Λέσβο. Στο πλαίσιο του κινήματος του ε.α. εκδόθηκαν κατά σειρά οι εφημερίδες «Εργατικό Σπορ», «Κόκκινος Αθλητής» και «Σπορ», ενώ συγκροτούνταν τοπικές Αθλητικές Ενώσεις και Ομοσπονδία Εργατικού Αθλητισμού Ελλάδας, που μετά το 1ο Συνέδριο του 1930 εντάχθηκε στην Κόκκινη Διεθνή των Σπορ. Αναφερόταν και ως εργατοαγροτικός αθλητισμός. Αντιμετώπισε πολλές διώξεις, ενώ συνέβαλε και στην ανάπτυξη του αντιφασιστικού κινήματος.

Το κίνημα του ε.α. συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, με την παρέμβαση, κυρίως, σε ποδοσφαιρικά σωματεία, με ιδιαίτερη επιτυχία, κυρίως στην περιοχή Αθήνας - Πειραιά. Σε ανάλογη κατεύθυνση δραστηριοποιήθηκε και το ΕΑΜ Νέων και η ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή, ενώ με πρωτοβουλία του Γρηγόρη Λαμπράκη και άλλων αγωνιστών του στίβου, ιδρύθηκε η Ένωση Ελλήνων Αθλητών. Η επιρροή της Αριστεράς ήταν τόσο μεγάλη ώστε το 1945 έθεσε υπό τον έλεγχό της τον ΣΕΓΑΣ, για να αντιμετωπίσει από το 1946 άγρια καταστολή, με καθαίρεση διοικήσεων, διάλυση αθλητικών σωματείων και φυλακίσεις στελεχών.

 

Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓΑΣ). Συνδικαλιστική παράταξη της εαμικής Αριστεράς που ιδρύθηκε τον Μάρτιο 1945, με γραμματέα τον Κώστα Θέο. Στην ηγεσία του συμμετείχαν, επίσης, οι κομμουνιστές Βαγγέλης Βασβανάς, Απόστολος Γκρόζος, Βασίλης Νεφελούδης, Μήτσος Παπαρήγας κ.ά., οι προερχόμενοι από την παράταξη του Γιάννη Καλομοίρη, Νίκος Γαβαλάς και Σταμάτης Μαστρογιαννάκος, και ο ανεξάρτητος Δημοσθένης Αποστολίδης. Εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατική».

O ΕΡΓΑΣ αποτέλεσε μαζικό πόλο συσπείρωσης των εργαζομένων, καθοδηγώντας μεγάλους διεκδικητικούς αγώνες στα 1945-46. Παράλληλα, αγωνίστηκε για τη διενέργεια δημοκρατικών αρχαιρεσιών στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, τον Μάρτιο του 1946, κατέκτησε τη μεγάλη πλειοψηφία (παίρνοντας το 71%, στις αρχαιρεσίες για εκλογή αντιπροσώπων) και ανέλαβε τη Διοίκηση της Συνομοσπονδίας, με γραμματέα τον  Παπαρήγα. Μετά την καθαίρεση της νόμιμης Διοίκησης, τον Ιούνιο 1946, συνέχισε να δρα σε συνθήκες τρομοκρατίας, διώξεων, συλλήψεων, φυλακίσεων και δολοφονιών των στελεχών του, και υποχώρησης του μαζικού εργατικού κινήματος. Τέθηκε εκτός νόμου και διαλύθηκε τον Δεκέμβριο του 1947.

 

Εργατικός Σύνδεσμος. Συνδικαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε στην Πάτρα, το 1900. Στην ίδρυσή της πρωτοστάτησε ο δικηγόρος Γεώργιος Μουρίκης και είχε τη συμπαράσταση του βουλευτή Δημητρίου Γούναρη, ο οποίος εισηγήθηκε στη Βουλή τα πρώτα μέτρα εργατικής νομοθεσίας. Από το 1907 συνεργαζόταν με την Ελληνική Εργατική Ένωση και συνέβαλε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Πάτρας, το 1910.

 

Εργατικός Τύπος. Έντυπο που εξέδωσε το 1936 ολιγομελής τροτσκιστική ομάδα, με επικεφαλής τον Γιώργο Δόξα.

 

Εργατισμός. Η τάση ταύτισης του εργατικού κινήματος με την εργατική τάξη. Εκφράζεται με την επιφυλακτικότητα απέναντι σε στελέχη του κινήματος που δεν προέρχονται από την εργατική τάξη, καθώς και απέναντι στη συμμαχία με άλλες κοινωνικές τάξεις.

Ο ε. εμφανίστηκε ιστορικά στο εσωτερικό ρευμάτων του εργατικού κινήματος, όπως το αναρχοσυνδικαλιστικό και το τρεϊντγιουνιονιστικό. Και στα δύο αυτά ρεύματα η απόρριψη της πολιτικής δράσης συνδέθηκε με την επιδίωξη «καθαρότητας» των εργατικών οργανώσεων. Εκδηλώθηκε και ως τάση, τόσο στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατίας όσο και του κομμουνιστικού κινήματος.

Ως εργατισμός καταγράφηκε και το ρεύμα που συγκροτήθηκε στην Ιταλία κατά τη δεκαετία του 1960 και τις αρχές της δεκαετίας του ’70, με κύριους εκπροσώπους τους Ρενιέρο Παντσιέρι, Τόνι Νέγκρι και Μάριο Τρόντι. Σύμφωνα μ’ αυτό, οι τεχνολογικές εξελίξεις και αναδιαρθρώσεις του καπιταλισμού είναι απόρροια της ταξικής πάλης, και αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του εργατικού κινήματος. Το οποίο θα πρέπει να συγκροτηθεί σε κατεύθυνση ρήξης με το κεφάλαιο, αρνούμενο τις όποιες κοινωνικές συμμαχίες.

Στην Ελλάδα χαρακτηριστική περίπτωση ε. αποτέλεσε η μικρή κίνηση που συγκρότησαν το 1922 οι συνδικαλιστές Κώστας Σπέρας και Γιάννης Φανουράκης, με τον τίτλο Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα. Για ε. επικρίθηκε κατά καιρούς το ΚΚΕ, λόγω της επιφυλακτικότητας που εκδήλωνε απέναντι σε στελέχη προερχόμενα από τον χώρο της διανόησης και της εμμονής του στην ανάδειξη στελεχών προερχόμενων από την εργατική τάξη. Για υποτίμηση του ρόλου των διανοουμένων έχουν δεχτεί κατά καιρούς επικρίσεις και διάφορες οργανώσεις της άκρας Αριστεράς.

Ο ιταλικός εργατισμός επηρέασε μικρές ελληνικές ομάδες που έδρασαν στην Ιταλία στα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας και αργότερα τις ομάδες γύρω από τα περιοδικά «Ρήξη» και «Κομβόι»

 

Εργατόπουλο. Εφημερίδα που εκδόθηκε το 1929 με πρωτοβουλία της ΟΚΝΕ, για τα εργαζόμενα παιδιά εφηβικής ηλικίας. Επρόκειτο για σημαντική προσπάθεια, καθώς ο αριθμός των ανήλικων που εργάζονταν ήταν εξαιρετικά μεγάλος στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

 

Εργατοϋπαλληλική Αγωνιστική Συσπείρωση (ΕΡΓΑΣ). Συνδικαλιστική κίνηση του Μ-Λ ΚΚΕ. Λειτουργεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και έχει παρέμβαση κυρίως στους εκπαιδευτικούς και σε άλλους υπαλληλικούς κλάδους. 

 

Εργοστασιακός συνδικαλισμός. Το κίνημα που αναπτύχθηκε τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης για την αναγνώριση του δικαιώματος συνδικαλιστικής οργάνωσης στους χώρους δουλειάς και την προώθηση των αιτημάτων της βιομηχανικής εργατικής τάξης. Πρώτη εκδήλωσή του υπήρξε η απεργία στη Νάσιοναλ Καν, στα τέλη του 1974. Ακολούθησε, στα 1975-76, μεγάλο κύμα απεργιών στις εταιρίες Εσκιμό, Πίτσος, Ζήμενς, ΙΤΤ, ΜΕΛ, Ιζόλα, Λάρκο, Πετζετάκης κ.ά.

Το κίνημα του ε.σ. υποστηρίχτηκε από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ (ΠΑΣΚΕ), του ΚΚΕ εσωτερικού (ΑΕΜ) και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, όχι όμως και από το ΚΚΕ, το οποίο, μέχρι το 1978, υποστήριζε την οργάνωση σε κλαδικά συνδικάτα. Για την αντιμετώπιση του κινήματος ψηφίστηκε το 1976 ο αντισυνδικαλιστικός νόμος 330 και ακολούθησε άγρια καταστολή, με συνέπεια 15.000 απολύσεις συνδικαλισμένων εργατών. Εντούτοις, το κίνημα συνέχισε να εκδηλώνεται μέχρι το καλοκαίρι του 1979, οπότε ηττήθηκαν οι μεγάλοι απεργιακοί αγώνες  στη Μαντέμ-Λάκκο, τη Ντόιτς και την Πίτσος. Τον ίδιο χρόνο ιδρύθηκε η Ομοσπονδία Βιομηχανικών Επιχειρησιακών Σωματείων (ΟΒΕΣ), τον έλεγχο της οποίας εξασφάλισε η ΠΑΣΚΕ.

Η δράση της ΟΒΕΣ εντάθηκε μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 και ιδιαίτερα μετά την ψήφιση  του νόμου 1294 το 1982, που νομιμοποιούσε τον ε.σ. Το 1983 είχε στη δύναμή της 150 σωματεία, και οι μόνες μεγάλες βιομηχανίες που δεν συμμετείχαν ήταν οι  κλωστοϋφαντουργίες Πειραϊκή-Πατραϊκή, Αιγαίο και Βέλκα, στις οποίες συνδικαλιστική επιρροή είχε το ΚΚΕ.

Το κίνημα υποχώρησε από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και η συνδικαλιστική δραστηριότητα στη βιομηχανία περιορίστηκε τις επόμενες δεκαετίες, ως συνέπεια της συρρίκνωσης κλάδων, της διακοπής της λειτουργίας πολλών εργοστασίων, αλλά και της μετατροπής πολλών σωματείων σε όργανα της εργοδοσίας. 

 

Έρευνα. Σοσιαλιστικό περιοδικό που εξέδιδε από το 1901 στην Οξφόρδη ο Πλάτων Δρακούλης. Από το 1908 εκδιδόταν στην Αθήνα, ως όργανο του Συνδέσμου των Εργατικών Τάξεων. Για λίγους μήνες, στα 1910-11, αρχισυντάκτης της ήταν ο Νίκος Γιαννιός και στα 1911-14 κυκλοφορούσε ως δεκαπενθήμερη εφημερίδα του σκιώδους Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με διευθυντή τον Βασίλειο Δουδούμη. Επανακυκλοφόρησε και κατά την περίοδο 1918-20.

 

Ερυθριάδης Γιώργος (1910-1963). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Νάουσα και ως καπνεργάτης συμμετείχε στο συνδικαλιστικό κινήματος και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά στη Φολέγανδρο, απ’ όπου απέδρασε το 1941, και το 1942 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και γραμματέας της Κ.Ο. Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ και από το 1949 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας. Επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, πιάστηκε το 1954 και πέθανε στη φυλακή του Ιτζεδίν στην Κρήτη.

 

Ευρωκομμουνισμός. Ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα του κομμουνιστικού κινήματος που διαμορφώθηκε κατά τη δεκαετία του 1970, με την καθοριστική συμβολή Κ.Κ. της δυτικής Ευρώπης, όπως το ιταλικό, το ισπανικό, το γαλλικό κ.ά.

Ο ε. συγκροτήθηκε επαγγελλόμενος την ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος, ορίζοντάς την ως τη διεκδίκηση της αυτονομίας κάθε Κ.Κ., την επεξεργασία της στρατηγικής του δημοκρατικού δρόμου για τον σοσιαλισμό, με την επιδίωξη πλατιών πολιτικοκοινωνικών συμμαχιών και την αξιοποίηση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, και την οικοδόμηση ενός σοσιαλισμού δημοκρατικού, θεμελιωμένου στην ιδιαίτερη πραγματικότητα κάθε χώρας και στη διατήρηση και επέκταση των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Κατά συνέπεια, ο ε. δεν αναγνώριζε το ΚΚΣΕ ως κόμμα-οδηγό του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, και απέρριπτε την προοπτική βίαιης κατάληψης της εξουσίας, καθώς και τη δικτατορία του προλεταριάτου, την οποία ταύτιζε με τα μονοκομματικά καθεστώτα που επικρατούσαν στις χώρες του τότε υπαρκτού σοσιαλισμού.

Οι ευρωκομμουνιστικές θέσεις χαρακτηρίστηκαν οπορτουνιστικές και αναθεωρητικές από το ΚΚΣΕ και τα φιλοσοβιετικά Κ.Κ., καθώς και από το μ-λ ρεύμα και άλλες τάσεις της επαναστατικής Αριστεράς.

Στις γραμμές των ευρωκομμουνιστικών κομμάτων διαμορφώθηκαν τάσεις του αριστερού ε., οι οποίες επέκτειναν την κριτική στον υπαρκτό σοσιαλισμό μέχρι την άρνηση του σοσιαλιστικού του χαρακτήρα, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για καθεστώς ταξικής εκμετάλλευσης. Αποδεχόμενες τον δημοκρατικό δρόμο για τον σοσιαλισμό, τον όριζαν ως διαδικασία ανάπτυξης μαζικών κινημάτων σε μια προοπτική αντικαπιταλιστικής ρήξης, ενώ κάποιες υπερασπίζονταν και τη δικτατορία του προλεταριάτου, ως την πολιτική κυριαρχία της εργατικής τάξης, με ευρύ δημοκρατικό περιεχόμενο.

Στην Ελλάδα ο ε. αποτέλεσε ιδεολογικοπολιτική αναφορά του ΚΚΕ εσωτερικού και της μεταδικτατορικής ΕΔΑ. Έκφραση του αριστερού ε. αποτέλεσε η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (Β΄ Πανελλαδική), ενώ στο ρεύμα αυτό αναφερόταν και η ομάδα γύρω από το περιοδικό «Ο Πολίτης». Ένας από τους σημαντικούς θεωρητικούς του αριστερού ε. σε διεθνές επίπεδο ήταν ο Νίκος Πουλαντζάς.

Στη θεωρητική κληρονομιά του ε. αναφερόταν αργότερα, ως ένα βαθμό, ο Συνασπισμός, ενώ στον αριστερό ε. αναφέρονταν η ΑΚΟΑ και η Κομμουνιστική Ανανέωση και ως ένα βαθμό εξακολουθούν να αναφέρονται η ΑΡΑΝ, η ΑΡΑΣ και η ΑΡΙΣ.  

 

Ευτυχιάδης Κώστας (1898-1938). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, γνωστός και ως Καρακόζοφ και Ηλιάδης. Πόντιος γεννημένος σε χωριό του Καρς, εγκατέλειψε τις ιερατικές σπουδές του, εντάχθηκε στο Κόμμα των Μπολσεβίκων και πολέμησε στον ρωσικό Εμφύλιο, ως αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού. Το 1923, μετά την αποφοίτησή του από το ΚΟΥΤΒ, ήρθε στην Ελλάδα και ανέλαβε καθοδηγητικές ευθύνες στο ΣΕΚΕ(Κ). Μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ στα 1927-31, ήταν από τους πρωταγωνιστές της εσωκομματικής κρίσης, επικεφαλής, μαζί με τους Ανδρόνικο Χαϊτά και Γιώργη Κολοζώφ, της μιας από τις δύο αντιμαχόμενες ομάδες. Το 1930 φυλακίστηκε και μετά την απόδρασή του, το 1931, επέστρεψε στην ΕΣΣΔ. Εκτελέστηκε κατά τις σταλινικές εκκαθαρίσεις και η μνήμη του αποκαταστάθηκε αργότερα από το ΚΚΣΕ και το ΚΚΕ. 

 

Εφραιμίδης Βασίλης (1915-2000). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε  στον Πόντο και εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ, και κατά τον Εμφύλιο φυλακίστηκε. Εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ το 1951 και το 1952 ανέλαβε διευθυντής της «Αυγής». Υπήρξε βουλευτής και στα 1956-67, ενώ στα χρόνια της δικτατορίας διέφυγε στη δυτική Ευρώπη. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1973, στα 1981-99 ήταν ευρωβουλευτής.

 

 

 

 

 

Ζ

 

Ζαβιτζιάνος Μάρκος (1884-1923). Χαράκτης και ζωγράφος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στην Ελβετία, και το 1909 συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης. Έχοντας εγκατασταθεί στην Κέρκυρα, απ’ όπου καταγόταν, συμμετείχε το 1911 στην ίδρυση του τοπικού Σοσιαλιστικού Ομίλου.

 

Ζαμπαθά-Παγουλάτου Φαίδρα (1939-2021). Συγγραφέας και ποιήτρια, κόρη του λογοτέχνη Κούλη Ζ. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε γαλλική και ιταλική φιλολογία. Συνδεδεμένη με το ΚΚΕ, δραστηριοποιήθηκε στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, στην Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας και στο κίνημα ειρήνης. Έγραψε μυθιστορήματα («Τότε που…» κ.ά.) και ποιήματα («Ρωγμές», «Πικρό Μέλι» κ.ά.).

 

Ζαμπαθάς Κούλης (1905-1975). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε ως δημόσιος υπάλληλος. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, και παρά τη δήλωση που υπέγραψε κατά τον Εμφύλιο συνέχισε να προσφέρει καταφύγιο στο σπίτι του σε διωκόμενους κομμουνιστές, όπως ο Μπελογιάννης και ο Πλουμπίδης. Έγραψε τα βιβλία «Ο Μενέλαος Λουντέμης και το Πορτρέτο μιας εποχής», «Ν. Μπελογιάννης, Ν. Πλουμπίδης. Στο σπίτι των ηρώων» κ.ά.  

 

Ζάρκος Γιώργης (1902-1967). Διηγηματογράφος. Γεννήθηκε στην Αμαλιάδα, εργάστηκε ως ναυτεργάτης, εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα και διώχτηκε για τη δράση του. Πέρασε χρόνια εγκλεισμού σε ψυχιατρείο και εξόριστος. Χρησιμοποιούσε τη φωνητική γραφή και έγραψε τα βιβλία «Η τρέλα σ’ όλα τα στάδια», «Ζωντανά πτώματα», «Γιατί άλλαξα ιδέες» κ.ά.

 

Ζαχαριάδης Νίκος. 1. (1903-1973). Ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη και λόγω των μετακινήσεων της οικογένειάς του έζησε στα Σκόπια και τη Νικομήδεια, και τελείωσε το γυμνάσιο στη γενέτειρά του. Εργάστηκε ως λιμενεργάτης στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνδέθηκε με τη Διεθνή Πανεργατική Ένωση, που συγκροτούσαν Έλληνες σοσιαλιστές, και στα 1919-21 ταξίδεψε πολλές φορές στη Σοβιετική Ρωσία, όπου εγκαταστάθηκε το 1921, έγινε μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας (Κομσομόλ) και του Κόμματος των Μπολσεβίκων, και στα 1923-24 σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ.

Το 1924 ήρθε στην Ελλάδα και ανέλαβε την καθοδήγηση των οργανώσεων Αθήνας και Θεσσαλονίκης της ΟΚΝΕ και των Κ.Ο. Πειραιά και Βόλου. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1927, διώχτηκε για τη δράση του, συνελήφθη και απέδρασε πολλές φορές. Καταδιωκόμενος, έφυγε και πάλι για την ΕΣΣΔ το 1929, όπου φοίτησε σε ανώτερη σχολή κατάρτισης στελεχών. Το 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα, αναλαμβάνοντας, με απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.), την ηγεσία του κόμματος, με άμεσο καθήκον την απεμπλοκή από την εσωκομματική κρίση και την ανασυγκρότησή του. Το 1934 εκλέχτηκε γραμματέας της Κ.Ε και το 1935 γενικός γραμματέας του ΚΚΕ.

Η αντιμετώπιση της εσωκομματικής κρίσης, η κομματική ανασυγκρότηση και η ανάδειξη του ΚΚΕ σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη, με την ανάπτυξη ισχυρών δεσμών με σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων, συνδυάστηκε με τον αναπροσανατολισμό της στρατηγικής του κόμματος (υιοθέτηση της στρατηγικής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, ως πρώτου σταδίου πριν τη σοσιαλιστική) και την πολιτική του αντιφασιστικού μετώπου και των ευρύτερων πολιτικών συνεργασιών. 

Mετά την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά ο Z. πιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 1936 και κλείστηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Το 1940 μεταφέρθηκε στα κρατητήρια της Ασφάλειας στην Αθήνα και με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, τον Οκτώβριο, έγραψε το ιστορικό γράμμα, με το οποίο καλούσε σε παλλαϊκό αγώνα για την απόκρουση της επίθεσης της φασιστικής Ιταλίας. Ακολούθησαν άλλα δύο γράμματα, με τα οποία κατήγγειλε τη συνέχιση του πολέμου, εκτιμώντας πως μετά την εκδίωξη των εισβολέων προσλάμβανε κατακτητικό χαρακτήρα, εξυπηρετώντας τα βρετανικά συμφέροντα. Μετά τη γερμανική εισβολή μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου παρέμεινε κρατούμενος μέχρι τον Μάιο του 1945.

Μετά την απελευθέρωσή του ανέλαβε και πάλι την ηγεσία του ΚΚΕ. Αδιαμφισβήτητος ηγέτης του κόμματος, προσανατολίστηκε στην επιδίωξη ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης, σε συνδυασμό με τη μαζική λαϊκή αντίσταση στις προκλήσεις και την τρομοκρατία που εξαπέλυσε η αντίδραση. Υποστήριξε την αποχή από τις εκλογές του Μαρτίου 1946 και μετά τη γενίκευση του Εμφυλίου και την απαγόρευση της νόμιμης λειτουργίας του ΚΚΕ, κατέφυγε στα βουνά όπου δρούσε ο ΔΣΕ. Η απόφαση για τη συγκρότηση τακτικού στρατού, ικανού να απελευθερώσει συγκεκριμένο έδαφος άσκησης της εξουσίας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, οδήγησε σε ρήξη με τον αρχιστράτηγο του ΔΣΕ Μάρκο Βαφειάδη, ο οποίος, με επιστολή του προς το ΚΚΣΕ, κατήγγειλε τον Z. σαν προβοκάτορα, αλλά η καταγγελία δεν έγινε αποδεκτή.

Με τον τερματισμό του Εμφυλίου και την ήττα του ΔΣΕ, το 1949, ο Ζ. εγκαταστάθηκε στη Σοβιετική Ένωση και κατόπιν στο Βουκουρέστι, όπου μεταφέρθηκε η έδρα της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Οι εκτιμήσεις για τα αίτια της ήττας προκάλεσαν τη διαφωνία ηγετικών και άλλων στελεχών του κόμματος, στην οποία απάντησε με την καθαίρεση των διαφωνούντων από την Κ.Ε. και με διαγραφές. Η προσφυγή στην πρακτορολογία, που ενισχυόταν και από τα χτυπήματα που δεχόταν ο παράνομος μηχανισμός του κόμματος στην Ελλάδα, καθώς και οι καθαιρέσεις και διαγραφές στελεχών, συνέβαλαν στη δημιουργία σοβαρών προβλημάτων στην εσωκομματική ζωή.

Αν και ο Ζ. εκτιμούσε πως η διεθνής και εσωτερική κατάσταση μπορεί να δημιουργήσει νέες δυνατότητες επαναστατικής έκρηξης, παράλληλα με την προσπάθεια ανασυγκρότησης των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ στην Ελλάδα, προωθούσε και μορφές νόμιμης δράσης, κυρίως με τη συγκρότηση της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) το 1951. Μέχρι το 1954 απέρριπτε τη συνεργασία με τις δυνάμεις του Κέντρου, στην πολιτική των οποίων, άλλωστε, κυριαρχούσε ο αντικομμουνισμός, αλλά στη συνέχεια προώθησε την πολιτική της συνεργασίας ενάντια στη Δεξιά.

Το 1955 ξέσπασε κρίση στις γραμμές του ΚΚΕ, ως αποτέλεσμα των αντιθέσεων που είχαν συσσωρευτεί από τα χρόνια του Εμφυλίου και κυρίως μετά την ήττα του 1949, την οποία ενίσχυσε η μετασταλινική σοβιετική ηγεσία. Τον Μάρτιο 1956 η 6η Ολομέλεια της ΚΕ, την οποία συγκάλεσε, παράτυπα, επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους ανατολικοευρωπαϊκών Κ.Κ., καθαίρεσε τον Z. και τους βασικούς συνεργάτες του από την ηγεσία του κόμματος και καταδίκασε την πολιτική του. Καταγγέλθηκε για αντισοβιετισμό, παραβίαση των αρχών του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και καλλιέργεια κλίματος προσωπολατρίας. Η άρνησή του να αποδεχτεί τη νομιμότητα της διαδικασίας καθαίρεσής  του οδήγησε στη διαγραφή του από το κόμμα, στην 7η Ολομέλεια του 1957. Τα επόμενα χρόνια αντιτάχθηκε στον νέο προσανατολισμό του ΚΚΕ για ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ενώ υπερασπίστηκε πλευρές της πολιτικής που είχε ακολουθήσει στα 1945-56, αναγνωρίζοντας και αναλαμβάνοντας την ευθύνη και για σημαντικά πολιτικά λάθη, ανάμεσα στα οποία και την αποκήρυξη από το ΚΚΕ του Άρη Βελουχιώτη, το 1945, και την αποχή του 1946.

Μετά τη διαγραφή του εκτοπίστηκε στο Μποροβιτσί του Νόβγκοροντ, όπου εργάστηκε σε δασική επιχείρηση, και το 1962 στο Σουργκούτ της Σιβηρίας, όπου έζησε απομονωμένος από τους Έλληνες κομμουνιστές. Επί χρόνια επιδόθηκε στην προσπάθεια να παρθεί επίσημα απόφαση από το ΚΚΕ, σχετικά με την κατηγορία του προβοκάτορα, αλλά και να σταματήσει η εκτόπισή του. Ως ύστατη διαμαρτυρία αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 1973. Η αιτία του θανάτου του αποκρύφτηκε επί χρόνια και αποκαλύφτηκε την περίοδο κατάρρευσης του σοβιετικού καθεστώτος, το 1990. Τον Δεκέμβριο 1991 τα οστά του μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν στην Αθήνα, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ.

Ο Ζ., που υπήρξε και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κ.Δ., αναγνωρίζεται ως ιστορική φυσιογνωμία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, αν και οι εκτιμήσεις για την προσωπικότητα και τη συνεισφορά του είναι εξαιρετικά αντιφατικές. Θεωρείται τυπική περίπτωση κομμουνιστή ηγέτη της σταλινικής περιόδου, με αποδοχή όλων εκείνων των θέσεων και πρακτικών που χαρακτήρισαν τη σταλινική εκδοχή του μαρξισμού-λενινισμού. Η δράση του συνδέεται με την επιτυχή προσπάθεια ανασυγκρότησης του ΚΚΕ και την ανάδειξή του σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη μετά το 1931, αλλά ταυτόχρονα και με τον περιορισμό της εσωκομματικής δημοκρατίας. Ενώ από κάποιους θεωρείται συγκροτημένος μαρξιστής, που συνέβαλε στη μελέτη της ελληνικής πραγματικότητας, κατ’ άλλους η θεωρητική του συνεισφορά θεωρείται μηδαμινή και ουσιαστικά επικρίνεται για άκριτη μεταφορά σταλινικών θέσεων. Υποστηρίζεται πως διαφωνούσε με την υιοθέτηση από το ΚΚΕ της στρατηγικής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης το 1934, αλλά πειθάρχησε στην απόφαση της Κ.Δ., για να την ανατρέψει το 1949.

Η κριτική στην πολιτική του εντοπίζεται κυρίως στους χειρισμούς της περιόδου 1945-49. Είτε γιατί δεν φρόντισε για το έγκαιρο πέρασμα στην ένοπλη πάλη και τελικά στη νικηφόρα διεξαγωγή της, είτε γιατί δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να αποτρέψει τον Εμφύλιο. Οι επικρίσεις για τη μετεμφυλιακή περίοδο (1949-56) αφορούν στη συντήρηση του κλίματος του Εμφυλίου («το όπλο παρά πόδα») και την άρνηση συνεργασίας με το Κέντρο («τι Παπάγος, τι Πλαστήρας»). Καθώς οι επικρίσεις είναι αντιφατικές, αντανακλούν τις διαφορετικές θέσεις των ρευμάτων και τάσεων της κομμουνιστικής Αριστεράς, όχι μόνο για το πρόσωπο του Ζ., αλλά και για συνολικότερα ζητήματα στρατηγικής και τακτικής του κομμουνιστικού κινήματος.

Ο Ζ. έγραψε τα βιβλία «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», «Ο αληθινός Παλαμάς», «Ο κομμουνιστής, λαϊκός αγωνιστής, μέλος του ΚΚΕ», «Τα προβλήματα της καθοδήγησης στο ΚΚΕ», «Προβλήματα της κρίσης του ΚΚΕ» κ.ά.

2. Ο Λόχος των Ελλήνων αντιφασιστών, στο σύνολό τους μελών και οπαδών του ΚΚΕ, κατά τον ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Επικεφαλής του ήταν ο Δημήτρης Σακαρέλος και εντασσόταν στο βαλκανικό Τάγμα «Γκεόργκι Ντιμιτρόφ» των Διεθνών Ταξιαρχιών. Ο Λόχος «Ν.Ζ.» συμμετείχε σε πολλές και σημαντικές μάχες, έχοντας διακριθεί για τον ηρωισμό του στη μάχη του ποταμού Χαράμα, έξω από τη Μαδρίτη. Το 1937 πήρε το όνομα «Ρήγας Φεραίος». Πολλοί άλλοι  Ελλαδίτες και Κύπριοι, μετανάστες στις ΗΠΑ και ναυτεργάτες, πολέμησαν  από τις γραμμές του αμερικανικού Συντάγματος «Αβραάμ Λίνκολν».

 

Ζαχαρίας Μάνος (1922-). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε χημεία και θέατρο. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και συμμετείχε στις μάχες των Δεκεμβριανών. Το 1945 κατέφυγε στη Γαλλία, όπου συνέχισε τις θεατρικές σπουδές, και κατόπιν συμμετείχε στο κινηματογραφικό συνεργείο του ΔΣΕ. Μετά το 1949 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην ΕΣΣΔ, όπου σπούδασε κινηματογράφο. Το 1960 προβλήθηκε η ταινία του «Σφουγγαράδες». Διευθυντής στούντιο της «Μοσφίλμ» από το 1971, επέστρεψε το 1979 στην Ελλάδα και από το 1982 ανέλαβε διάφορες αρμοδιότητες στο υπουργείο Πολιτισμού.

 

Ζάχος Κωνσταντίνος (1881-1966). Από τους πρωτεργάτες του εργατικού κινήματος του Βόλου. Σπούδασε νομικά και στα 1907-08 συνέβαλε στην ίδρυση της εφημερίδας «Εργάτης» και του Εργατικού Κέντρου Βόλου, και συνδέθηκε με την κίνηση των Κοινωνιολόγων. Διώχτηκε με τα γεγονότα των «Αθεϊκών» (1911-14) και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος.

 

Ζέβγος Γιάννης (1897-1947). Ψευδώνυμο του Γιάννη Ταλαγάνη, στελέχους του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Δόριζα Αρκαδίας. Μέλος του ΣΕΚΕ από το 1919, εργάστηκε ως δάσκαλος μέχρι τη δικτατορία του Πάγκαλου, οπότε εξορίστηκε. Ήταν υπεύθυνος του «Σοσιαλιστικού Βιβλιοπωλείου», στα 1926-28, και  κατόπιν σπούδασε σε ανώτατη κομματική σχολή στη Μόσχα. Επιστρέφοντας το 1933 ανέλαβε υπεύθυνος της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» και το 1934 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Κατά τη δικτατορία Μεταξά πέρασε στην παρανομία και το 1937 έγινε μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. Πιάστηκε το 1938 και φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία. Δραπετεύοντας από τις φυλακές το 1943, συμμετείχε και πάλι στο Π.Γ. και στην τριμελή Γραμματεία της Κ.Ε. του κόμματος. Ανέλαβε υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου και δολοφονήθηκε από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη. Ήταν σύζυγος της Καίτης Νισυρίου-Ζ.

Ο Z. υπήρξε ο κύριος θεωρητικός της στρατηγικής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης που υιοθέτησε το ΚΚΕ από το 1934, καθώς και μεταξύ των κύριων απολογητών της πολιτικής του ΚΚΕ στα 1944-45, μολονότι είχε εκφράσει τη διαφωνία του για τη Συνθήκη του Λιβάνου. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με ζητήματα της νεοελληνικής ιστορικής πραγματικότητας και αντικρούοντας τις απόψεις του Γιάννη Κορδάτου, υποστήριξε πως η Επανάσταση του 1821 είχε εθνικό-λαϊκό χαρακτήρα. Στην ιδεολογική διαμάχη με τον Κορδάτο, πρόβαλε τη θέση πως η ιστορική εξέλιξη είναι, μεν, αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά σ’ αυτές εντάσσεται, εκτός από τα υλικά μέσα, και η εργασία. Έγραψε τα βιβλία «Γιατί η επανάσταση στην Ελλάδα θ’ αρχίσει σαν αστικοδημοκρατική», «Η αντίσταση του Δεκέμβρη και το νεοελληνικό πρόβλημα», «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας» κ.ά.

 

Ζέη Άλκη (1925-2020). Πεζογράφος και μεταφράστρια. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε φιλολογία και θέατρο, και συμμετείχε στο εαμικό κίνημα. Στα 1954-64 έζησε στη Μόσχα, όπου σπούδασε κινηματογράφο. Επέστρεψε στην Ελλάδα και κατά την περίοδο της δικτατορίας αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι. Ήταν σύζυγος του Γιώργου Σεβαστίκογλου. Έγραψε τα βιβλία «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου», «Αρβυλάκια και γόβες», «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», «Ο ψεύτης παππούς» κ.ά.

 

Ζερβός Ιωάννης (1875-1943). Δοκιμιογράφος, συγγραφέας και ποιητής. Προερχόμενος από κεφαλονίτικη οικογένεια ριζοσπαστών, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε νομικά και εντάχθηκε στο σοσιαλιστικό κίνημα, συμμετέχοντας τα τελευταία χρόνια της ζωής του και στο ΕΑΜ. Έγραψε τα βιβλία «Τρίπτυχο αγάπης», «Απολογία του ανθρώπου», «Υλιστικαί θεωρίαι» κ.ά., ενώ εξέδωσε και ποιητικές συλλογές και μεταφράσεις.

 

Ζεύγου Καίτη (1904-1980). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στους Επιβάτες ανατολικής Θράκης και το πατρικό της επώνυμο ήταν Νισυρίου. Σπούδασε παιδαγωγική και το 1925 εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και κατόπιν στο ΚΚΕ. Κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά εξορίστηκε στη Φολέγανδρο, απ’ όπου απέδρασε το 1941 και συμμετείχε στην ανασυγκρότηση του κόμματος. Ανέλαβε κεντρικές καθοδηγητικές ευθύνες, μεταξύ των οποίων και την καθοδήγηση της οργάνωσης Λεύτερη Νέα, και το 1944 εκλέχτηκε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου των Κορυσχάδων. Φυλακίστηκε από τα χρόνια του Εμφυλίου και μετά την απελευθέρωσή της  συμμετείχε στην ηγεσία της ΕΔΑ, ενώ από το 1961 ήταν μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Το 1967 πέρασε στην παρανομία και μετά τη διάσπαση του κόμματος έγινε μέλος του Γραφείου Εσωτερικού της Κ.Ε., συμμετέχοντας στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού. Ήταν σύζυγος του Γιάννη Ζ.

 

Ζιούτος Γιώργος (1903-1967). Μαρξιστής θεωρητικός. Γεννήθηκε στη Μακρυνίτσα Πηλίου και το πραγματικό του επώνυμο ήταν Ζωιτόπουλος, Σπούδασε νομικά και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Συμμετείχε στο ΚΚΕ και στο ΕΑΜ και στα 1945-47 διηύθυνε τις κομματικές εκδόσεις «Νέα Βιβλία». Κατόπιν εγκαταστάθηκε στο Παρίσι,  όπου παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του, έχοντας αποχωρήσει από το ΚΚΕ. Έγραψε τα βιβλία «Το διεθνές εργατικό κίνημα», «Ο Τύπος στη λαϊκή δημοκρατία», «Άνθιμος Γαζής», «Εισαγωγή στην ιστορία του Τύπου» κ.ά.

 

Ζορμπαλάς Σταύρος (1918-1999). Ιστορικός και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Μικρό Χωριό Ευρυτανίας, εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ, στο ΚΚΕ και στην ΕΠΟΝ, και έζησε επί δεκαετίες ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη. Επέστρεψε στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση του 1974 και συμμετείχε στο Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών. Έγραψε τα βιβλία «Τέχνη και κοινωνία», «Ο νεοφασισμός στην Ελλάδα (1967-1974)», «Σημαία του λαού. Σελίδες από την ιστορία του “Ριζοσπάστη’’ 1917-1936» κ.ά.

 

Ζυρίνης Κώστας (1943-). Στέλεχος του μ-λ κινήματος, σκηνοθέτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε ως μηχανουργός. Δούλεψε ως εργάτης στη Ρώμη και σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. Το 1971 συμμετείχε στην ίδρυση της Μαρξιστικής Λενινιστικής Οργάνωσης Λαϊκή Εξουσία, της οποίας αναδείχτηκε ηγέτης. Επέστρεψε στην Αθήνα και κινηματογράφησε αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Φυλακίστηκε το 1980, για σύσταση «τρομοκρατικής οργάνωσης», μετά από σκευωρία της Ασφάλειας η οποία κατέρρευσε. Μετά τη διάλυση της Λαϊκής Εξουσίας, το 1983, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Έχει γράψει τα βιβλία «Μάγκνουμ και μπιρίμπα», «Τα χαμένα γράμματα» κ.ά.

 

Ζωγράφος Γιώργος (1936-2005). Ηθοποιός και τραγουδιστής. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στο Θέατρο Τέχνης του Κουν. Συμμετείχε στους μετεμφυλιακούς δημοκρατικούς αγώνες.

 

Ζωγράφος Ζήσης (;-1970). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία και κατά την Κατοχή, μετά την απόδρασή του, εντάχθηκε στον καθοδηγητικό μηχανισμό του ΚΚΕ. Έγινε μέλος της Κ.Ε. του κόμματος, συμμετείχε στον ΔΣΕ και μετά το 1949 έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στο Βουκουρέστι. Το 1952 καθαιρέθηκε από την Κ.Ε. και επανήλθε το 1956, ενώ το 1961 εκλέχτηκε μέλος του Π.Γ. Ήταν μεταξύ των μελών του Π.Γ. που καθαιρέθηκαν στη 12η Ολομέλεια της Κ.Ε., το 1968, και συμμετείχε κατόπιν στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού. Πνίγηκε σε λίμνη της Ρουμανίας.

 

Ζωγράφου Λιλή (1922-1998). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, σπούδασε φιλολογία και εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1950. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και φυλακίστηκε κατά την Κατοχή, ενώ συμμετείχε και στους μετεμφυλιακούς δημοκρατικούς αγώνες. Στα 1953-55 έζησε στο Παρίσι. Στα πρώτα μεταδικτατορικά χρόνια συνεργάστηκε με το ΚΚΕ στο πολιτιστικό κίνημα και υπήρξε πρόεδρος του ΠΑΠΟΚ. Έγραψε τα βιβλία «Και το χρυσάφι των κορμιών τους», «Αντιγνώση. Τα δεκανίκια του καπιταλισμού», «Επάγγελμα: πόρνη», «Η Συβαρίτισσα», «Η αγάπη άργησε μια μέρα» κ.ά. Ήταν μητέρα της ποιήτριας Ρένας Χατζηδάκη.

 

 

 

 

 

 

 

 

Η

 

Ήλιντεν. Οργάνωση των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων, ο πλήρης τίτλος της οποίας ήταν Εθνική Απελευθερωτική Σλαβομακεδονική Οργάνωση «Η.». Η ονομασία της αναφέρεται στη Μακεδονική Επανάσταση του 1903. Ιδρύθηκε το 1952 με πρόεδρο τον Παντελή Βαϊνά και κατόπιν τον Μιχάλη Μάλλιο, και εξέδιδε ομώνυμο περιοδικό και το παιδικό περιοδικό «Μακεντόντσε». Διαλύθηκε το 1956.

 

Ηλιόπουλος Σταύρος (1904-1982). Στέλεχος του σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Καστανοχώρι Αρκαδίας, σπούδασε νομικά και ανέπτυξε δραστηριότητα ως μέλος του ΕΑΜ και του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ). Στενός συνεργάτης του Γιάννη Πασαλίδη στο νέο ΣΚΕ που ιδρύθηκε το 1945, συμμετείχε το 1951 στην ίδρυση της ΕΔΑ, από την οποία αποχώρησε το 1952, αλλά επανεντάχθηκε αργότερα και ήταν βουλευτής από το 1958 έως το 1967. Εξορίστηκε από τη δικτατορία και μετά τη Μεταπολίτευση υπήρξε πρόεδρος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα.

 

Ηλιού Ηλίας (1904-1985). Ηγετικό στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στη Μύρινα της Λήμνου, σπούδασε νομικά και εντάχθηκε στη νεολαία και κατόπιν στο κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Συμμετείχε στο ΕΑΜ, εντάχθηκε στο ΚΚΕ το 1945 και εξορίστηκε το 1947. Το 1951 εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ, απελευθερώθηκε, αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε. Από το 1952 ήταν μέλος της ηγεσίας της ΕΔΑ, βουλευτής από το 1956 έως το 1967 και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος. Εξορίστηκε και πάλι από τη δικτατορία, στα 1967-70.

Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, τάχθηκε με την ανανεωτική Αριστερά και το 1974 συμμετείχε στην ανασύσταση της ΕΔΑ και έγινε πρόεδρός της. Εκλέχτηκε βουλευτής το 1974 με την Ενωμένη Αριστερά και το 1977 με τη Συμμαχία. Στις εκλογές του 1981 στήριξε το ΠΑΣΟΚ.

Ήδη από την περίοδο της δικτατορίας υποστήριξε την πολιτική της συνεργασίας με τις αστικές δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, τάχθηκε υπέρ της συμμετοχής στις εκλογές που δρομολογούσε η Χούντα με τη «φιλελευθεροποίηση» του 1973, και μετά τη δικτατορία υποστήριξε την πολιτική της ενότητας των αντιδικτατορικών δυνάμεων, που περιλάμβανε και το κυβερνητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Έγραψε τα βιβλία «Η αλήθεια για την Κοινή Αγορά», «Η κρίση εξουσίας», « Το Σύνταγμα και η αναθεώρησή του» κ.ά., ενώ ασχολήθηκε και με μεταφράσεις και σχολιασμό αρχαίων Ελλήνων  συγγραφέων.

Ηλιού Φίλιππος (1931-2004). Ιστορικός, γιός του Ηλία Η. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και γνώρισε ποικίλες διώξεις. Υπήρξε μέλος της ΕΔΑ και του παράνομου ΚΚΕ. Σπούδασε ιστορία στο Παρίσι και από το 1983 συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού «Ιστορικά». Ήταν πρωτεργάτης της ίδρυσης και πρόεδρος των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, και επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έγραψε τα βιβλία «Ελληνική βιβλιογραφία του 19ου αιώνα», «Οι ασέβειες του ιστορικού», «Ιδεολογικές χρήσεις του Κοραϊσμού στον 20ό αιώνα», «Ψηφίδες ιστορίας και πολιτισμού του εικοστού αιώνα» κ.ά.

 

Ημεροδουλεία. Μικρή ομάδα πρώην μελών του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη, που έδρασε στην Αθήνα στα 1897-99.

 

Ηριδανός. Περιοδικό των ομώνυμων εκδόσεων του Αλέκου Παπακώστα. Κυκλοφορούσε στα 1972-73 και 1975-77, με διευθυντή τον Δημήτρη Ραυτόπουλο. Η ύλη του περιλάμβανε, κυρίως, μεταφράσεις μαρξιστικών κειμένων.

 

 

 

 

 

Θ

 

Θανασέκου Βάσω (1917-2015). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, εντάχθηκε στην Αριστερά και διώχτηκε από τη δικτατορία Μεταξά. Συμμετείχε στο εαμικό κίνημα, εξορίστηκε κατά τον Εμφύλιο και στα 1956-61 ήταν βουλεύτρια της ΕΔΑ. Το 1961 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, ενώ συμμετείχε και στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στην ανανεωτική Αριστερά. Ήταν σύζυγος του στελέχους της Αριστεράς Γιώργου Θ. και το πατρικό της επώνυμο ήταν Σαραβάνου.

 

Θεμέλιο. Εκδοτικός οργανισμός που ιδρύθηκε το 1963 με πρωτοβουλία των στελεχών της ΕΔΑ Δημήτρη Δεσποτίδη και Θόδωρου Μαλικιώση. Έγινε ο ανεπίσημος εκδοτικός οργανισμός του κόμματος και εξέδωσε μεγάλο αριθμό έργων Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών, καθώς και έργα των κλασικών του μαρξισμού στη σειρά «Μικρή Μαρξιστική Βιβλιοθήκη». Με πρωτοβουλία του οργανώθηκε το 1965 η Α΄ Εβδομάδα Σύγχρονης Σκέψης. Η λειτουργία του απαγορεύτηκε με την επιβολή της δικτατορίας το 1967 και τα βιβλία του κατασχέθηκαν. Ανασυστάθηκε το 1974 με διευθυντή τον Δεσποτίδη και συνδέθηκε με το ΚΚΕ εσωτερικού. Συνεχίζει να λειτουργεί, έχοντας μεγάλη προσφορά στην ιστορία των εκδόσεων στην Ελλάδα.

 

Θεοδωράκης Μίκης (1925-2021). Κορυφαίος μουσικοσυνθέτης, στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Καταγόταν από την Κρήτη, γεννήθηκε στη Χίο και έζησε σε διάφορες πόλεις, λόγω των μεταθέσεων του πατέρα του που ήταν δημόσιος υπάλληλος. Πήρε μέρος στην αντιφασιστική Εθνική Αντίσταση ως μέλος της ΕΠΟΝ, συνελήφθη και βασανίστηκε από τους Ιταλούς, και συμμετείχε στις μάχες των Δεκεμβριανών. Εξορίστηκε στα 1947-49 στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τη Γυάρο, και το 1954 έφυγε για συνέχιση των μουσικών σπουδών του στη Γαλλία.

Μετά από επιτυχημένη παρουσία στον χώρο της συμφωνικής μουσικής, επέστρεψε προσωρινά στην Αθήνα το 1959 και μόνιμα από το 1961, και στράφηκε προς τη λαϊκή μουσική, μελοποιώντας, το 1960, το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Επιτάφιος», συγκρουόμενος με κατεστημένες αντιλήψεις μέσα στην Αριστερά, που υποτιμούσαν τον πλούτο του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού. Ακολούθησε σειρά έργων που συντέλεσαν στην πολιτιστική έκρηξη της περιόδου 1960-67, μεταξύ των οποίων τα «Πολιτεία», «Αρχιπέλαγος», «Άξιον Εστί», «Μαουτχάουζεν», «Ρωμιοσύνη» κ.ά. Ο Θ. συνέβαλε καθοριστικά στην ποιοτική αναβάθμιση του λαϊκού τραγουδιού, καθώς και του πολιτικού τραγουδιού, με μαζική λαϊκή απεύθυνση και αποδοχή.

Το 1963, μετά τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, ίδρυσε τη Δημοκρατική Κίνηση Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης, που τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκε με τη Νεολαία ΕΔΑ και συγκροτήθηκε η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, της οποίας ανέλαβε πρόεδρος. Παράλληλα, το 1964 εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ.

Με την επιβολή της δικτατορίας, τον Απρίλιο 1967, πέρασε στην παρανομία και τον Μάιο συμμετείχε στην ίδρυση του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου. Πιάστηκε τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, φυλακίστηκε και στη συνέχεια εκτοπίστηκε. H μουσική του απαγορεύτηκε και τα τραγούδια του έγιναν σύμβολα του αντιδικτατορικού αγώνα. Στα χρόνια της δικτατορίας έγραψε «Τα τραγούδια του αγώνα», το «Κάντο Χενεράλ» κ.ά.

Μετά από διεθνή κατακραυγή απελευθερώθηκε το 1970 και έφυγε στο εξωτερικό, όπου έγινε μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ εσωτερικού, από το οποίο πολύ σύντομα αποχώρησε, ίδρυσε την κίνηση Νέα Ελληνική Αριστερά και εξέδωσε το περιοδικό «Τετράδια της Δημοκρατίας». Υποστήριζε πως το ξεπέρασμα της κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος θα συντελούνταν μέσα από την ευρύτερη ενότητα της Αριστεράς. Έχοντας ταχθεί υπέρ της συνεργασίας όλων των αντιδικτατορικών δυνάμεων, αποδέχτηκε και λύσεις διεξόδου σε συντηρητική κατεύθυνση.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά την πτώση της δικτατορίας, συμμετείχε στην ΕΔΑ και τάχθηκε υπέρ της στήριξης της κυβέρνησης Καραμανλή για την αποτροπή κινδύνου νέας εκτροπής. Μετά την εκλογική ήττα της ανανεωτικής Αριστεράς το 1977, υποστήριξε τη συσπείρωση γύρω από το ΚΚΕ και ανέλαβε επικεφαλής της Κίνησης για την Ενότητα της Αριστεράς. Το 1978 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας με τη στήριξη του ΚΚΕ και το 1981 εκλέχτηκε και πάλι βουλευτής. Επανεκλέχτηκε το 1985, για να παραιτηθεί τον επόμενο χρόνο. Στα 1989-92 ήταν βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και έγινε υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Χωρίς ποτέ να πάψει να αυτοεντάσσεται στην Αριστερά, είχε αλλεπάλληλες πολιτικές μετατοπίσεις, και από το 2010 τάχθηκε υπέρ της αντίστασης στην πολιτική των μνημονίων, συγκροτώντας την κίνηση «Σπίθα». Πριν τον θάνατό του ζήτησε να ταφεί με ευθύνη του ΚΚΕ, αναγνωρίζοντάς το ως το κόμμα με το οποίο συνέδεσε τις πιο μεγάλες στιγμές της ζωής του.

Έγραψε τα βιβλία «Μουσική για τις μάζες», «Το χρέος», «Στοιχεία για μια νέα πολιτική», «Αντιμανιφέστο», «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου» κ.ά.

Θεοδωράτος Γιάννης (1896-1983). Συνδικαλιστής, στέλεχος του αρχειομαρξιστικού και του τροτσκιστικού κινήματος, γνωστός με το προσωνύμιο Μαστρογιάννης. Γεννήθηκε στην Κεφαλονιά και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δραστηριοποιήθηκε στο συνδικαλιστικό κίνημα των οικοδόμων και εντάχθηκε στην οργάνωση των αρχειομαρξιστών. Το 1934 συμμετείχε στην ομάδα του «Μπολσεβίκου» και έκτοτε πήρε μέρος ως ηγετικό στέλεχος σε διάφορες τροτσκιστικές οργανώσεις («Νέος Δρόμος», ΕΟΚΔΕ, ΔΚΚΕ, ΕΔΚΕ, ΚΔΚΕ, ΕΔΕ και Εργατική Πρωτοπορία), πάντα σε στενή συνεργασία με τον Κώστα Καστρίτη. Διώχτηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε επανειλημμένα.

Θεοδωρίδης Βασίλειος (;-;). Από τους πρωτεργάτες του αναρχικού κινήματος στον Πύργο κατά τη δεκαετία του 1890, συμμετείχε στην ομάδα που εξέδιδε την εφημερίδα «Φως». Στα 1903-04 εξέδιδε στην Πάτρα την εφημερίδα «Εσπέρα». Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, έχοντας αποσυρθεί από την ενεργό δράση.

 

Θεοδωρίδης Μπάμπης (1936-2005). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στην Αθήνα, εντάχθηκε στην παράνομη ΕΠΟΝ και κατόπιν στη Νεολαία ΕΔΑ, και ήταν μέλος της ηγεσίας της Δ.Ν. Λαμπράκη. Το 1967 πέρασε στην παρανομία και συμμετείχε στην ηγεσία του Ρήγα Φεραίου. Μετά τη διάσπαση του 1968 εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσωτερικού. Φυλακίστηκε στα 1970-73 και κατόπιν έγινε μέλος της Κ.Ε. και του Ε.Γ. του ΚΚΕ εσ., τοποθετημένος στην αριστερή του πτέρυγα. Το 1987, παρά την αντίθεσή του στη διάλυση του ΚΚΕ εσ., εντάχθηκε στην ΕΑΡ και αργότερα στον Συνασπισμό.

Θεοδωρίδης Χαράλαμπος (1883-1957). Μαρξιστής ιστορικός της φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στη Καισάρεια της Μικράς Ασίας και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη Γερμανία. Το 1926 έγινε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης. Έχοντας προσεγγίσει την κομμουνιστική Αριστερά ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’30, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και λόγω της αριστερής του τοποθέτησης απολύθηκε, το 1946, από το Πανεπιστήμιο. Δραστηριοποιήθηκε στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο, στον «Ανταίο», στον νέο Εκπαιδευτικό Όμιλο και στο κίνημα ειρήνης. Έγραψε τα βιβλία «Το συναισθηματικό στη διανόηση του Καντ», «Εισαγωγή στη φιλοσοφία», «Επίκουρος. Η άλλη όψη του αρχαίου κόσμου» κ.ά.

Θεοδωρόπουλος Σπύρος (1876-1961). Σοσιαλιστής νομικός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αλαγονία Μεσσηνίας. Συμμετείχε στην Εταιρία Κοινωνιολόγων και στα 1910-11 συνέβαλε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Αθήνας και της Πανελλήνιας Εργατικής Ομοσπονδίας. Εκλέχτηκε βουλευτής το 1912, συνεργαζόμενος με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Κατά τον Μεσοπόλεμο συνεργάστηκε με το κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου και το 1923 επανεκλέχτηκε βουλευτής. Κατά τη δεκαετία του 1950 συνεργάστηκε με την Αριστερά στο κίνημα ειρήνης. Έγραψε ποιήματα και κριτικά άρθρα με το ψευδώνυμο Άγης Θέρος, και εξέδωσε συλλογή δημοτικών τραγουδιών. Ήταν σύζυγος της Αύρας Θ. Εκδόθηκαν οι ποιητικές του συλλογές «Τα ανθρώπινα», «Λυρική πορεία», «Εκ βαθέων» κ.ά., καθώς και μελέτες («Σολωμού βίος και έργον», «Η εργατική νομοθεσία της Ελλάδος» κ.ά.).

Θεοδωροπούλου Αύρα (1880-1963). Στέλεχος του γυναικείου και του σοσιαλιστικού κινήματος, καθηγήτρια πιάνου, μουσικολόγος και μουσικοκριτικός. Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη και ήταν σύζυγος του Σπύρου Θ. Οπαδός του Πλάτωνα Δρακούλη και του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, το 1920 πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και υπήρξε πρόεδρός του επί δεκαετίες. Συνεργάστηκε με το ΕΑΜ και το 1946 εκλέχτηκε πρόεδρος της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Γυναικών. Συνέχισε τη δράση της στο γυναικείο κίνημα μέχρι τον θάνατό της. Έγραψε τα βιβλία «Η μουσική δια των αιώνων», «Ιστορία της μουσικής» κ.ά.

 

Θεοδώρου Βικτωρία (1926-2019). Ποιήτρια και αγωνίστρια της Αριστεράς. Γεννήθηκε στα Χανιά, σπούδασε φιλολογία, υπήρξε στέλεχος της ΕΠΟΝ και στα 1948-52 εξορίστηκε. Ενταγμένη στο ρεύμα των «ποιητών της ήττας», συνεργάστηκε με διάφορα έντυπα, μεταξύ των οποίων και η «Επιθεώρηση Τέχνης». Εκτός από ποιήματα, έγραψε και πεζά, όπως τα «Στρατόπεδο γυναικών», «Γαμήλιο δώρο», «Δραπέτις» κ.ά.

 

Θέος Κώστας (1896-1958). Στέλεχος του συνδικαλιστικού και του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε το 1896 στο Κατηχώρι Μαγνησίας, εργάστηκε ως καπνεργάτης και αναδείχτηκε συνδικαλιστικό στέλεχος. Υπήρξε μέλος της Σοσιαλιστικής Νεολαίας Βόλου και του ΣΕΚΕ, από την ίδρυσή του. Αναδείχτηκε στη Διοίκηση του Εργατικού Κέντρου Βόλου και της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, και το 1926 εκλέχτηκε βουλευτής του ΚΚΕ. Μέλος της Κ.Ε. του κόμματος και του Π.Γ. από το 1927, ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές της εσωκομματικής κρίσης στα 1929-31. Με την ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ το 1929 ανέλαβε γενικός γραμματέας και το 1936 επανεκλέχτηκε βουλευτής. Με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά εξορίστηκε στην Ανάφη, δραπέτευσε, ξαναπιάστηκε και στάλθηκε στην Ακροναυπλία, και το 1941 απέδρασε από σανατόριο του Ολύμπου.

Υπήρξε γραμματέας του Εργατικού ΕΑΜ, στα 1943-44, και της ΓΣΕΕ στα 1944-45. Επικεφαλής του Εργατικού Αντιφασιστικού Συνασπισμού (ΕΡΓΑΣ), ήταν μέλος της εκλεγμένης Διοίκησης μετά το 8ο Συνέδριο του Μαρτίου 1946, μέχρι και την καθαίρεσή της, τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου. Το 1947 εγκαταστάθηκε στην ανατολική Ευρώπη και συμμετείχε στη Διοίκηση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας. Με την καθαίρεση του Ζαχαριάδη το 1956, εξέφρασε τη νέα γραμμή του ΚΚΕ στον συνδικαλισμό, καταγγέλλοντας τη μέχρι τότε συνδικαλιστική πολιτική του κόμματος σαν «αριστερίστικη και τυχοδιωκτική» και υποστηρίζοντας πλατιές συνεργασίες, ακόμη και με τμήματα του εργατοπατερισμού. Πέθανε στο Βουκουρέστι. Έγραψε το βιβλίο «Εργατικά συνδικάτα. Η πάλη ενάντια στο φασισμό και για την ανεξαρτησία τους».

 

Θεοτόκης Κωνσταντίνος (1872-1923). Λογοτέχνης, εισηγητής της κοινωνικής πεζογραφίας στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα, ταξίδεψε σε διάφορες χώρες και συμμετείχε στους εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους στη Θεσσαλία και την Ήπειρο. Υπήρξε στέλεχος του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας στα 1911-16. Έγραψε τα βιβλία «Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα», «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», «Η τιμή και το χρήμα» κ.ά.

 

Θέσεις. Μαρξιστικό θεωρητικό περιοδικό που εκδίδεται από το 1982. Την πρωτοβουλία έκδοσής του ανέλαβε ομάδα που προερχόταν από την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (Β΄ Πανελλαδική) με επικεφαλής τον Γιάννη Μηλιό, που παραμένει διευθυντής. Ο θεωρητικός του προσανατολισμός εντάσσεται στην κατεύθυνση της σχολής Αλτουσέρ. Μεταξύ των κατά καιρούς συνεργατών των «Θ.» ήταν οι Χρήστος Βαλλιάνος, Χριστόφορος Βερναρδάκης, Δημήτρης Δημούλης, Ηλίας Ιωακείμογλου, Τάσος Κυπριανίδης, Γιάννης Μαυρής, Γιώργος Οικονομάκης, Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Γιώργος Σταμάτης, Παναγιώτης Σωτήρης, Ανέστης Ταρπάγκος, Θανάσης Τσεκούρας κ.ά.

 

Θεωνάς Γιάννης (1940-2021). Στέλεχος του συνδικαλιστικού κινήματος και της Αριστεράς. Γεννήθηκε στο Φιλότι Νάξου, σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ και από το 1964 εργαζόταν ως υπάλληλος στον ΟΤΕ. Εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ το 1987 και του Π.Γ. στα 1990-94. Υπήρξε γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ στα 1992-94 και ευρωβουλευτής στα 1994-2000. Το 2000 συμμετείχε στην ίδρυση της Κίνησης για την Ενότητα Δράσης της Αριστεράς (ΚΕΔΑ) και από το 2004 συμμετείχε στον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου ήταν βουλευτής στα 2015-19.

 

Θούριος. Εφημερίδα που εξέδιδε παράνομα, στα 1968-70 και στα 1973-74, η αντιδικτατορική σπουδαστική οργάνωση Ρήγας Φεραίος. Συνέχισε την έκδοσή της νόμιμα και μετά το 1974, ως εφημερίδα και αργότερα ως περιοδικό, όργανο του Ρήγα Φεραίου, που ήταν πλέον νεολαία του ΚΚΕ εσωτερικού και κατόπιν του ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά και της ΑΚΟΑ.  Η έκδοσή του διακόπηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και σταμάτησε οριστικά το 1996.

 

 

 

 

 

 

Ι

 

Ιατρίδης Σταύρος (1900-1974). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στη Μανσούρα της Αιγύπτου και εμφανίστηκε στο θέατρο το 1919. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ και συμμετείχε στο εαμικό κίνημα.

 

Ιδεοδρόμιο. Αντιεξουσιαστικό περιοδικό πολιτικής και κυρίως πολιτιστικής κριτικής, που εξέδιδε από το 1978 έως το 2002 ο Λεωνίδας Χρηστάκης. Συνέβαλε στη γνωριμία του ελληνικού κοινού με διεθνή ρεύματα αντιεξουσιαστικής και πολιτιστικής αμφισβήτησης.

 

Ιδιώνυμο – Α.Ν. 509. Νόμοι με τους οποίους επιβλήθηκαν έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινήματος.

Ως Ι. αναφέρεται ο νόμος 4229 «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης Βενιζέλου το 1929. Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν, διαπράττει αδίκημα με «ίδιον χαρακτήρα» (ιδιώνυμο), «όστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν...».

H αντιδημοκρατικότητα του Ι., που καταψηφίστηκε ακόμη και από αστούς πολιτικούς (Αλέξανδρος Παπαναστασίου κ.ά.), ξεσήκωσε κύμα διαμαρτυριών διανοουμένων, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Γρηγόρης Ξενόπουλος, ο Δημήτρης Γληνός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Μιλτιάδης Μαλακάσης κ.ά. Μεταξύ των διεθνών προσωπικοτήτων που κατήγγειλαν τον νόμο ήταν και ο Άλμπερτ Αϊνστάιν.

Στη βάση του Ι. εξαπολύθηκαν μεγάλες διώξεις σε βάρος των κομμουνιστών. Στοιχεία της Εργατικής Βοήθειας Ελλάδας, που και η ίδια τέθηκε εκτός νόμου, ανέφεραν ότι από την ψήφισή του, τον Ιούλιο 1929, έως τον Δεκέμβριο 1932, δολοφονήθηκαν 18 διαδηλωτές (8 εργάτες, 8 αγρότες, 2 επαγγελματίες), έγιναν 12.000 συλλήψεις και εκδόθηκαν 2.200 δικαστικές αποφάσεις για φυλακίσεις και εξορίες. Απαγορεύτηκε η λειτουργία δεκάδων συνδικαλιστικών οργανώσεων, που συνέχισαν τη δράση τους με άλλο τίτλο, ενώ στα 1931-34 απαγορεύτηκε και η έκδοση του «Ριζοσπάστη», που συνέχισε να κυκλοφορεί με τον τίτλο «Νέος Ριζοσπάστης».

Στη λογική του Ι. νομοθετήθηκαν έκτακτα μέτρα το 1946, με την έναρξη του Εμφυλίου (Γ΄ Ψήφισμα κ.λπ.) και τελικά ο Αναγκαστικός Νόμος 509/1947, σύμφωνα με τον οποίο αποφασίστηκε η διάλυση κομμάτων και οργανώσεων που επιδίωκαν «αμέσως ή εμμέσως την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του πολιτεύματος [...]και του κρατούντος κοινωνικού συστήματος». Με τον 509 τέθηκαν εκτός νόμου το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, η Εθνική Αλληλεγγύη, το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας, αλλά και το τροτσκιστικό ΚΔΚΕ κ.λπ.  Βασισμένο στον 509, το μετεμφυλιακό καθεστώς παρεμπόδιζε τη λειτουργία πολιτικών, συνδικαλιστικών, πολιτιστικών κ.ά. οργανώσεων, και με τον ίδιο νόμο διώκονταν οι αριστεροί αγωνιστές της αντιδικτατορικής Αντίστασης στα 1967-74. Ο 509 καταργήθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας, τον Σεπτέμβριο 1974.

 

Ικαρία. Το νησί του ανατολικού Αιγαίου, του οποίου η ιστορία συνδέεται με την ιστορία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, τόσο ως τόπος εξορίας αγωνιστών όσο και λόγω της επιρροής της Αριστεράς σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού του. Υπήρξε τόπος εκτόπισης αγωνιστών ήδη από τη δεκαετία του 1920 και ιδιαίτερα στα χρόνια του Εμφυλίου.

Ο αριστερός προσανατολισμός των Ικαριωτών ενισχύθηκε με την παρουσία των εξόριστων, αλλά συνδέεται και με τις ιστορικές παραδοσιακές σχέσεις συλλογικότητας που είχαν αναπτυχθεί επί αιώνες στο νησί, καθώς και με τη μετάδοση των επαναστατικών ιδεών από Ικαριώτες που επέστρεφαν από τις ΗΠΑ, όπου είχαν συμμετάσχει στο εργατικό κίνημα, κατά την πρώτη τριακονταετία του 20ού αιώνα.

Η επιρροή της Αριστεράς  εκφραζόταν με τα ποσοστά της προδικτατορικής ΕΔΑ, τα οποία σταθερά ξεπερνούσαν το 50%, φτάνοντας μέχρι και τα δύο τρίτα των ψήφων, καθώς και στη μεταδικτατορική περίοδο, κατά την οποία το ΚΚΕ αναδεικνυόταν σταθερά πρώτο κόμμα, ενώ σημαντική επιρροή διέθετε και το ΚΚΕ εσωτερικού. Αν και μετά το 1990 σημειώθηκε υποχώρηση αυτών των ποσοστών, οι δυνάμεις της Αριστεράς εξακολούθησαν να επηρεάζουν μεγάλο μέρος των Ικαριωτών.

Ανάμεσα στα στελέχη του κινήματος που ανέδειξε η Ικαρία είναι ο Αντώνης Καλαμπόγιας,  επικεφαλής των δυνάμεων του ΔΣΕ που παρέμειναν στο νησί επί χρόνια μετά την ήττα στο Γράμμο,  ο Στέφανος Παπαγιάννης, επιτελάρχης του ΔΣΕ, o Λευτέρης Σεφέρης, ο Στέφανος Παπαγεωργάκης, ο Στέφανος Τσερμέγκας, που  συμμετείχε και στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, ο Στρατής Τσαμπής, στέλεχος του ναυτεργατικού κινήματος, κ.ά.

 

Ιμβριώτη Ρόζα (1898-1977). Αριστερή παιδαγωγός και συγγραφέας. Ήταν σύζυγος του Γιάννη Ι. και το πατρικό της επώνυμο ήταν Ιωάννου. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε, συμπληρώνοντας τις σπουδές της  στο Παρίσι και το Βερολίνο. Δίδαξε σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης, συμμετέχοντας στο κίνημα για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Συνδέθηκε με το ΚΚΕ, αλλά από  το 1927 ήταν ανένταχτη, διατηρώντας στενές σχέσεις με το κόμμα.  Συμμετείχε στο ΕΑΜ, έχοντας επανενταχθεί στο ΚΚΕ, και συνέβαλε στην οργάνωση της εκπαίδευσης στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας. Μετά την Απελευθέρωση συμμετείχε στην κίνηση Νέα Αγωγή και στα 1948-51 εξορίστηκε στο Τρίκερι και σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Ήταν μέλος της Ε.Ε.  της ΕΔΑ και στέλεχος του γυναικείου κινήματος. Έγραψε βιβλία παιδαγωγικά, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης, όπως «Η ιστορική επιστήμη εις τα σχολεία της μέσης εκπαιδεύσεως», «Μορφώνουμε δούλους», «Ανθρωπιστική παιδεία», «Το κατηγορώ της νεολαίας» κ.ά.

 

Ιμβριώτης Γιάννης (1898-1979). Μαρξιστής μελετητής της φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, σπούδασε στην Αθήνα, το Παρίσι και το Βερολίνο, και από το 1933 έγινε υφηγητής και κατόπιν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και μετά την Απελευθέρωση διώχτηκε από το Πανεπιστήμιο και εξορίστηκε στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη. Το 1951 εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ, έγινε πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ) και αργότερα μέλος της ηγεσίας της ΕΔΑ. Στα 1967-74 εξορίστηκε στη Λέρο και μετά τη δικτατορία έγινε πρόεδρος του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών του ΚΚΕ. Ήταν σύζυγος της Ρόζας Ι. Έγραψε τα βιβλία «Η ιδεολογία του πολέμου», «Η κοινωνική σημασία της ιδεολογίας του δημοτικισμού», «Ο σοσιαλιστικός ανθρωπισμός», «Η φιλοσοφία του Καντ από μαρξιστική θεώρηση» κ.ά.

 

Ιορδανίδης Ισαάκ (1928-2015). Ηγετικό στέλεχος του μ-λ κινήματος. Γεννήθηκε στη Ρωσία και έχοντας εγκατασταθεί στον Πειραιά, εντάχθηκε στην κομμουνιστική Αριστερά και εξορίστηκε την περίοδο του Εμφυλίου και τα επόμενα χρόνια. Το 1964 συμμετείχε στην ομάδα που εξέδωσε το περιοδικό «Αναγέννηση», ως ένα από τα βασικά στελέχη της. Εξορίστηκε και πάλι από τη δικτατορία των συνταγματαρχών και συμμετείχε στην ηγεσία της Οργάνωσης Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ). Το 1976, με τη διάσπαση της ΟΜΛΕ, πήρε μέρος στην ίδρυση του Μ-Λ ΚΚΕ. Το 1979 διαφώνησε με τις διαδικασίες ενοποίησης με το ΕΚΚΕ και συμμετείχε στην ίδρυση του Μ-Λ ΚΚΕ (ανασυγκροτημένο), το οποίο το 1987 μετεξελίχθηκε σε Κίνηση για την Ενότητα του Μαρξιστικού - Λενινιστικού Κινήματος. Τον ίδιο χρόνο επανεντάχθηκε στο Μ-Λ ΚΚΕ, στην ηγεσία του οποίου εξακολούθησε να συμμετέχει μέχρι τον θάνατό του.

 

Ιορδανίδου Μαρία (1897-1989). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και έζησε κατά περιόδους στην Αθήνα, τη Ρωσία και την Αίγυπτο, όπου παντρεύτηκε τον κομμουνιστή παιδαγωγό Ιορδάνη Ι. και εντάχθηκε στο Κ.Κ. Αιγύπτου. Από το 1923 έζησε μόνιμα στην Αθήνα και έγινε μέλος του ΚΚΕ. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1963 με το έργο «Λωξάντρα». Ακολούθησαν τα «Διακοπές στον Καύκασο», «Σαν τα τρελά πουλιά» κ.ά. Το πατρικό της επώνυμο ήταν Κριεζή.

 

Ιουλιανά. Οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις του Ιουλίου-Αυγούστου 1965, ενάντια στο βασιλικό πραξικόπημα και τις κυβερνήσεις των αποστατών. Άρχισαν στις 15 Ιουλίου, την πρώτη μέρα του βασιλικού πραξικοπήματος, του εξαναγκασμού σε παραίτηση του εκλεγμένου, πριν από ενάμισι χρόνο, με το 53% πρωθυπουργού, Γεωργίου Παπανδρέου, και της αντικατάστασής του από τον μέχρι τότε πρόεδρο της Βουλής και επιφανές στέλεχος της Ένωσης Κέντρου, Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα. Η κυβέρνηση Νόβα στελεχώθηκε με υπουργούς προερχόμενους, επίσης, από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ένωσης Κέντρου, με πιο σημαντικό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, που συνέβαλε αποφασιστικά στην αποστασία.

Οι λαϊκές κινητοποιήσεις που εκδηλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, έφτασαν στο αποκορύφωμά τους με τη γενική πανελλαδική απεργία της 27ης Ιουλίου, την πρώτη πολιτική απεργία μετά το 1946. Σε μία απ’ αυτές, στις 21 Ιουλίου, είχε δολοφονηθεί από την αστυνομία ο 23χρονος φοιτητής και στέλεχος του αριστερού νεολαιίστικου κινήματος, Σωτήρης Πέτρουλας.

Στις κινητοποιήσεις πρωτοστατούσαν οι φοιτητές και οι νέοι εργάτες, κυρίως οικοδόμοι, όπως και η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη (ΔΝΛ), της Αριστεράς, και η Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (ΕΔΗΝ), του Κέντρου. Εντούτοις και ενώ τόσο η ΕΔΑ όσο και η Ένωση Κέντρου επιδίωκαν τον περιορισμό των κινητοποιήσεων σε ειρηνικό πλαίσιο και απέφευγαν συνθήματα που να θέτουν καθεστωτικό ζήτημα, συχνά οι διαδηλώσεις εκτρέπονταν σε βίαιη αναμέτρηση με την αστυνομία, ενώ κυριαρχούσαν τα αντιμοναρχικά συνθήματα. Παράλληλα με τα αντινατοϊκά και αντιαμερικάνικα.

Έχοντας αποτύχει να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό αποστατών βουλευτών της Ένωσης Κέντρου ώστε να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή (όπου βέβαια την αποστασία στήριζε και η Δεξιά, η ΕΡΕ και το Κόμμα των Προοδευτικών), ο Νόβας παραιτήθηκε, και στις 19 Αυγούστου ο βασιλιάς διόρισε πρωθυπουργό το ιστορικό μέλος της ηγεσίας του ΕΑΜ και κορυφαίο σοσιαλιστή, Ηλία Τσιριμώκο. Οι διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης Τσιριμώκου ήταν οι τελευταίες μεγάλες κινητοποιήσεις των Ιουλιανών.

Περίπου ένα μήνα αργότερα (στις 17 Σεπτεμβρίου) και ενώ ούτε και ο Τσιριμώκος συγκέντρωσε τον απαραίτητο αριθμό αποστατών για τη στήριξή του, σχηματίστηκε κυβέρνηση πλασματικής πλειοψηφίας από τον Στέφανο Στεφανόπουλο.

Τα Ιουλιανά, εκτός από λαϊκή αντίσταση στο βασιλικό πραξικόπημα, ήταν και έκφραση της αντίθεσης προς το μετεμφυλιακό καθεστώς της αμερικανοκρατίας, του παρασυντάγματος, των έκτακτων αντικομμουνιστικών μέτρων και της αστυνομοκρατίας. Συνάμα, έδειξαν και τα όρια της πολιτικής βούλησης της ηγεσίας της Αριστεράς (ΕΔΑ και παράνομο ΚΚΕ) για αντιπαράθεση με το καθεστώς.  

 

 

Ισότης. Εφημερίδα σοσιαλιστικών τάσεων που έδινε ιδιαίτερη έμφαση στο αγροτικό ζήτημα. Εκδιδόταν στον Βόλο το 1883.

 

Ιστορικές Εκδόσεις. Εκδοτικός οργανισμός που συστάθηκε το 1963, από την ομάδα που εξέδωσε τον επόμενο χρόνο το περιοδικό «Αναγέννηση» (Ισαάκ Ιορδανίδης, Αριστείδης Τσαμπάζης, Γιάννης Χοντζέας κ.ά.). Εξέδιδε κυρίως έργα του Μάο Τσετούνγκ και ντοκουμέντα του Κ.Κ. Κίνας, αλλά και του ελληνικού μ-λ ρεύματος. Η λειτουργία του διακόπηκε στην περίοδο της δικτατορίας και ανασυστάθηκε κατόπιν, ως εκδοτικό της ΟΜΛΕ και από το 1976 του ΚΚΕ (μ-λ). Από το 1982 παρέμεινε ως εκδοτικό του ΚΚΕ (μ-λ) που εξέδιδε την «Αριστερή Πολιτική» και έπαψε να λειτουργεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.

 

Ιωακείμ. 1. (1880-1950). Μητροπολίτης, αγωνιστής της εαμικής Αντίστασης. Γεννήθηκε στα Θυμιανά Χίου και το κοσμικό του όνομα ήταν Χριστόφορος Στρουμπής. Έγινε κληρικός το 1903, σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, το 1924 έγινε μητροπολίτης Καρδαμύλων και το 1927 μητροπολίτης Χίου. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, αναπτύσσοντας έντονη αντιστασιακή δραστηριότητα, και το 1945 κηρύχθηκε έκπτωτος από την Εκκλησία.

2. (1883-1962). Μητροπολίτης, αγωνιστής της εαμικής Αντίστασης. Γεννήθηκε στο Ορτάκιοϊ Βιθυνίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Ιαωκείμ Αποστολίδης. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι, και το 1914 έγινε επίσκοπος. Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης από το 1923, εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά και το 1942 εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Το 1944 εκλέχτηκε μέλος της Εθνοσυνέλευσης των Κορυσχάδων και τον επόμενο χρόνο κηρύχτηκε έκπτωτος από την Εκκλησία, ως φιλοκομμουνιστής.

 

Ιωαννίδης Γιάννης (1902-1977). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας και εγκαταστάθηκε στον Βόλο, όπου εργάστηκε ως κουρέας. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ και το 1928 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. Μέλος του Π.Γ. από το 1931, το 1932 και το 1936 εκλέχτηκε βουλευτής. Φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία από τη δικτατορία Μεταξά και ήταν ένα από τα βασικά καθοδηγητικά στελέχη των εκεί κρατούμενων κομμουνιστών. Το 1942 δραπέτευσε από νοσοκομείο όπου κρατούνταν νοσηλευόμενος και συμμετείχε στο Π.Γ. και στην τριμελή Γραμματεία της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Παραμένοντας στην ηγετική ομάδα του κόμματος και μετά το 7ο Συνέδριο του 1945, κατά τον Εμφύλιο έγινε αντιπρόεδρος της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών.

Το 1949 κατέφυγε ως πολιτικός πρόσφυγας στην ανατολική Ευρώπη και το 1952 καθαιρέθηκε από  το Π.Γ, ενώ μετά το 1956 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Ο Ι. έχει θεωρηθεί ένας από τους βασικούς υπεύθυνους για την ήττα του εαμικού κινήματος. Μακροσκελής συνέντευξή του κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Αναμνήσεις. Προβλήματα της πολιτικής του ΚΚΕ στην Εθνική Αντίσταση 1940-1945».

 

 

 

 

 

 

Κ

 

Καββαδίας Νίκος (1910-1975). Ποιητής. Καταγόταν από την Κεφαλονιά, γεννήθηκε στο Χαρμπίν της Μαντζουρίας και έζησε από τα παιδικά του χρόνια στον Πειραιά.  Εργάστηκε ως ασυρματιστής σε πλοία και στα 1943-45 συνδέθηκε με το ΚΚΕ και υπήρξε γραμματέας του ΕΑΜ Λογοτεχνών. Έγραψε τις ποιητικές συλλογές «Μαραμπού», «Πούσι», «Τραβέρσο» κ.ά., καθώς και πεζά, όπως τη «Βάρδια» κ.λπ. Τα περισσότερα από τα ποιήματά του  έχουν μελοποιηθεί.

Καζάκος Κώστας (1935-2022). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Κουν. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1957 και πρωταγωνίστησε και στον κινηματογράφο. Συνδέθηκε με την Αριστερά και μετά τη δικτατορία συμμετείχε σε δραστηριότητες του κινήματος ειρήνης. Το 2007 εκλέχτηκε βουλευτής επικρατείας του ΚΚΕ. Ήταν σύζυγος της ηθοποιού Τζένης Καρέζη.

Καζάν Βαγγέλης (1938-2008). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και το πραγματικό του επώνυμο ήταν Καζαντζόγλου. Διακρίθηκε ως αθλητής και εμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1953 και στο θέατρο το 1960. Τοποθετημένος στην Αριστερά, συμμετείχε σε πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες.

Καζαντζάκη Γαλάτεια (1886-1962). Λογοτέχνης, αδελφή της Έλλης Αλεξίου και σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη και κατόπιν του Μάρκου Αυγέρη. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Έχοντας συνδεθεί με το κομμουνιστικό κίνημα, ήταν υπεύθυνη έκδοσης του «Δελτίου της Εργατικής Βοήθειας» και το 1931 ανέλαβε αρχισυντάκτης του αριστερού λογοτεχνικού περιοδικού «Νέοι Πρωτοπόροι». Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος του ΕΑΜ και στους μετέπειτα δημοκρατικούς αγώνες. Έγραψε τα βιβλία «Ridi, palliaccio» («Γέλα, παλιάτσο»), «Λίγο πριν δύσει ο ήλιος», «Άνθρωποι και υπεράνθρωποι», «Η άρρωστη πολιτεία» κ.ά.

 

Καζαντζάκης Νίκος (1883-1957). Ένας από τους σημαντικότερους Νεοέλληνες συγγραφείς και στοχαστές. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης και σπούδασε στην Αθήνα και το Παρίσι. Επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Νίτσε, αναζητούσε διεξόδους ελεύθερης έκφρασης και ανύψωσης του ανθρώπου. Στους ιδεολογικούς του προσανατολισμούς συνέβαλε η νίκη της Ρωσικής Επανάστασης. Μεταξύ πολλών άλλων χωρών, επισκέφτηκε τη Σοβιετική Ρωσία, καθώς και την Ισπανία κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Πήρε μέρος σε κινήσεις υποστήριξης της ΕΣΣΔ και σε εκδηλώσεις συμπαράστασης στους διωκόμενους κομμουνιστές, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του Ιδιώνυμου.

Αδρανής στα χρόνια της Κατοχής, στα1944-45 συμμετείχε στον σοσιαλιστικό κύκλο που εξέδιδε την «Ελεύθερη Ζωή» και στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης, της οποίας ανέλαβε πρόεδρος. Το 1946 εντάχθηκε στο ΣΚ-ΕΛΔ και για μικρό χρονικό διάστημα έγινε υπουργός της κυβέρνησης Σοφούλη, αλλά παραιτήθηκε λόγω της έντασης της κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας. Εγκαταλείποντας κάθε πολιτική δραστηριότητα, εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, όπου έζησε τα τελευταία του χρόνια, έχοντας αφοριστεί από την ελληνική Εκκλησία εξαιτίας του βιβλίου του «Ο τελευταίος πειρασμός». Υπήρξε σύζυγος της Γαλάτειας Κ. Έγραψε τα βιβλία «Ασκητική», «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», «Ο καπετάν Μιχάλης», «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», «Ο φτωχούλης του Θεού», «Αναφορά στον Γκρέκο», την ποιητική σύνθεση «Οδύσσεια», τη σειρά «Ταξιδεύοντας» κ.ά.

 

Καζαντζίδης Στέλιος (1931-1971). Κορυφαίος λαϊκός τραγουδιστής, ο κυριότερος εκπρόσωπος του μεταπολεμικού κοινωνικού λαϊκού τραγουδιού. Προσφυγικής καταγωγής, γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία της Αθήνας. Εργάστηκε ως μικροπωλητής, οικοδόμος και βιομηχανικός εργάτης, και έγινε τραγουδιστής το 1952. Γιος οικοδόμου κομμουνιστή που δολοφονήθηκε από τους ταγματασφαλίτες, είχε αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση και στα τραγούδια του κυριαρχούσαν  οι ταξικές αναφορές και η καταγγελία της κοινωνικής αδικίας. Ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των καλλιτεχνών απέναντι στις δισκογραφικές εταιρίες.

 

Καζέρτας Συμφωνία. Ιστορική Σ. που πήρε το όνομά της από την ιταλική πόλη όπου υπογράφηκε, μεταξύ των Βρετανών, της ελληνικής κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» και των πολιτικών και αντιστασιακών οργανώσεων, στις 26 Σεπτεμβρίου 1944. Σύμφωνα μ’ αυτήν, όλες οι ένοπλες ελληνικές δυνάμεις (τα τμήματα του στρατού της Μέσης Ανατολής και οι αντιστασιακές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και ο ΕΛΑΣ, το ΕΛΑΝ και η Εθνική Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ) υπάγονταν, με την Απελευθέρωση της χώρας, στις διαταγές του Βρετανού στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι, ως εκπροσώπου του συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. Η Σ. πρόβλεπε τη σύντομη διάλυση όλων αυτών των ένοπλων δυνάμεων και τη συγκρότηση εθνικού στρατού.

H υπογραφή της από το ΕΑΜ ήταν απόρροια της αποδοχής της Συμφωνίας του Λιβάνου και της συμμετοχής στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Αν και προκάλεσε αντιδράσεις στις γραμμές του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, εφαρμόστηκε μέχρι τα τέλη του Νοεμβρίου 1944. H απόφαση του Σκόμπι και της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου για διάλυση των αντάρτικων οργανώσεων και τη συγκρότηση στρατού με όρους που δεν ικανοποιούσαν το ΕΑΜ, οδήγησε στη σύγκρουση των Δεκεμβριανών.

Το ΚΚΕ αναγνώρισε αργότερα πως η Σ. της K. ήταν απαράδεκτος συμβιβασμός και ένα από τα σοβαρά λάθη που οδήγησαν στην ήττα του εαμικού κινήματος. Ακριβώς γιατί αναγνώριζε στους Βρετανούς το δικαίωμα να παρέμβουν στρατιωτικά στην Ελλάδα, όταν μάλιστα οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ απελευθέρωναν το σύνολο της χώρας χωρίς ξένη παρέμβαση, ανοίγοντας άλλη προοπτική για το μεταπελευθερωτικό καθεστώς.

 

Καζές Μιχάλης (1905-1942). Ισραηλίτης, στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, αναφερόμενος και ως Μισέλ Γκαζές. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, εργάστηκε ως τυπογράφος και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Το 1932 εκλέχτηκε βουλευτής και στα 1933-34 σπούδασε σε σχολή της Κομμουνιστικής Διεθνούς στη Μόσχα. Επιστρέφοντας, εξορίστηκε στην Ανάφη. Με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά ανέλαβε τον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό του κόμματος, μέχρι τη σύλληψή του, το 1939. Έχοντας κατηγορηθεί για χαφιεδισμό από την Παλιά Κ.Ε., υπέγραψε δήλωση και αποφυλακίστηκε, προκειμένου να ανατρέψει την κατηγορία. Αποτυγχάνοντας, παρέμεινε απομονωμένος από το κόμμα. Πιάστηκε από τους Γερμανούς στα τέλη του 1941 και ένα χρόνο μετά εκτελέστηκε.

 

Καισαριανή. Η προσφυγική εργατούπολη στους πρόποδες του Υμηττού, όπου το ΚΚΕ απέκτησε ισχυρές προσβάσεις ήδη από τη δεκαετία του 1930 Το 1933 το ΚΚΕ πήρε το 12% των ψήφων και το 1934 εκλέχτηκαν οχτώ κομμουνιστές δημοτικοί σύμβουλοι.

Κατά την περίοδο της Κατοχής έγινε ένα από τα «κάστρα της Αντίστασης». Στην K. δόθηκαν σκληρές μάχες του ΕΛΑΣ, τόσο με τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους όσο και με τους Βρετανούς κατά τα Δεκεμβριανά, που της προσέδωσαν το προσωνύμιο «ελληνικό Στάλινγκραντ». Στο Σκοπευτήριο της K. εκτελέστηκαν εκατοντάδες αγωνιστές κατά τη δεκαετία του 1940. Μεταξύ άλλων και 200 κομμουνιστές, μέλη του ΚΚΕ, αρχειομαρξιστές και τροτσκιστές, πρώην εξόριστοι στην Ακροναυπλία και κρατούμενοι στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου, την Πρωτομαγιά του 1944.

Η Κ. κατά τις επόμενες δεκαετίες μέχρι και σήμερα παραμένει μία από τις πόλεις όπου η Αριστερά κερδίζει τα μεγαλύτερα εκλογικά ποσοστά.

 

Κακναβάτος Έκτωρ (1920-2010). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του ποιητή Γιώργου Κοντογιώργη. Γεννήθηκε στον Πειραιά, σπούδασε μαθηματικά και εντάχθηκε στο εαμικό φοιτητικό κίνημα. Εμφανίστηκε στην ποίηση το 1943. Κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε και κατόπιν εργάστηκε ως καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης, αν και δεν διορίστηκε λόγω κοινωνικών φρονημάτων. Κατά τη δεκαετία του 1980 ήταν εκπαιδευτικός σύμβουλος του Υπουργείου Παιδείας. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του περιλαμβάνεται στην συλλογή «Ποιήματα 1943-1987».

 

Καλαβρούζος Χρήστος (1938-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Καλαβρούζα Αιτωλοακαρνανίας και το πραγματικό του επώνυμο είναι Καλαβρουζιώτης. Έχει εμφανιστεί με επιτυχία στο θέατρο και τον κινηματογράφο και συμμετείχε σε αγώνες της κομμουνιστικής Αριστεράς.

 

Καλαϊτζής Γιάννης (1945-2016). Σκιτσογράφος. Γεννήθηκε στην Κοκκινιά και εμφανίστηκε με σκίτσα σε αριστερά έντυπα πριν τη δικτατορία του 1967-74. Συμμετείχε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και στο ΚΚΕ εσωτερικού, και μεταδικτατορικά αναδείχθηκε σε έναν από τους κορυφαίους αριστερούς σκιτσογράφους. Στα 2006-09 εξέδιδε το περιοδικό «Γαλέρα στις ακυβέρνητες πολιτείες».

 

Καλαμάρης Νικόλαος (1907-1988). Ποιητής και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε στη Λωζάνη το 1907, έζησε στην Αθήνα μέχρι το 1934 και κατόπιν κυρίως στη δυτική Ευρώπη. Από το 1940 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Κατά καιρούς χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα Νικήτας Ράντος, M. Σπιέρος και Nικόλας Κάλας. Προσέγγισε το κομμουνιστικό κίνημα και το έργο του επηρεάστηκε από τον ρώσικο φουτουρισμό. Συνεργάστηκε με αριστερά λογοτεχνικά περιοδικά, όπως o «Νουμάς» και οι «Νέοι Πρωτοπόροι». Διακόπτοντας τη συνεργασία του με το ΚΚΕ το 1933, προσανατολίστηκε σε θέσεις τροτσκιστικές, ενώ παράλληλα διατύπωσε απόψεις για τον συγκερασμό του έργου των Μαρξ και Φρόυντ. Έγραψε τα βιβλία «Εστίες Πυρκαγιάς», «Οδός Νικήτα Ράντου», «Τετράδιο» (Α-Δ), «Κείμενα ποιητικής και αισθητικής» κ.ά.

 

Καλατζόπουλος Γιάννης (1949-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εμφανίστηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο από παιδική ηλικία. Σπούδασε στην Πάντειο και στη Νομική, και στην Εθνική Δραματική Ακαδημία στη Ρώμη. Ενταγμένος στο κομμουνιστικό κίνημα, συμμετείχε σε κοινωνικούς αγώνες και ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα. Είναι αδελφός της Μίρκας Κ. 

 

Καλατζοπούλου Μίρκα (1945-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και εμφανίστηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο από παιδική ηλικία. Ενταγμένη στο κομμουνιστικό κίνημα, συμμετείχε σε κοινωνικούς αγώνες, ενώ στα 1967-78 έζησε στις ΗΠΑ, όπου εμφανιζόταν στην τηλεόραση και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας. Είναι αδελφή του Γιάννη Κ.

 

Καλλέργης Λυκούργος (1914-2011). Ηθοποιός, γιος του πρωτοπόρου σοσιαλιστή Σταύρου Κ. Γεννήθηκε στο Χουμέρι Ρεθύμνου. Μετά από σπουδές στις σχολές του Κουν και του Δεβάρη, εμφανίστηκε το 1934 στο θέατρο. Εμφανίστηκε και στον κινηματογράφο, μετέφρασε θεατρικά έργα και δίδαξε σε δραματικές σχολές. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και εντάχθηκε στο ΚΚΕ και αργότερα στην ΕΔΑ. Το 1977 εκλέχτηκε βουλευτής του ΚΚΕ, από το οποίο απομακρύνθηκε μετά το 1991.

 

Καλλέργης Σταύρος (1865-1926). Από τους πρωτοπόρους του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Χουμέρι Ρεθύμνου. Ως φοιτητής του Πολυτεχνείου το 1884 αποδέχτηκε τις σοσιαλιστικές ιδέες και το 1890 ίδρυσε τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο και εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστής». H οργάνωση του Κ. αναδείχθηκε στη μεγαλύτερη σοσιαλιστική οργάνωση της εποχής.

Το 1893 ομάδα μελών τον διέγραψε από τον Σύλλογο και ο Κ., μετά από σύντομη φυλάκιση λόγω της δράσης του, εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλισμός» και κατόπιν έφυγε στη Γαλλία, όπου συνδέθηκε με κύκλους του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος. Επέστρεψε στην Αθήνα το 1895 και τον επόμενο χρόνο επανεξέδωσε τον «Σοσιαλιστή». Το 1897 συμμετείχε στην Επανάσταση της Κρήτης και επιστρέφοντας στην Αθήνα συνέχισε τη σοσιαλιστική του δραστηριότητα, έχοντας ήδη προσεγγίσει τις μαρξιστικές ιδέες. Εξέδωσε για τρίτη φορά την εφημερίδα, στα 1899-1902.

Από το 1904 ζούσε στην Κρήτη και συμμετείχε στους αγώνες για την Ένωση με την Ελλάδα. Κατά τη δεκαετία του 1910 υποστήριξε την πρόταξη των ζητημάτων εθνικής ολοκλήρωσης και προσανατολίστηκε σε απόψεις μεταρρυθμιστικές. Έγραψε τα βιβλία «Οδηγός παντός ανθρώπου», «Εγκόλπιον Εργάτου», «Πραγματεία περί σοσιαλισμού, μηδενισμού, αναρχίας» κ.ά.

 

Καλλίνος Θεόδωρος (1914-2014). Αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, με το ψευδώνυμο Αμάρμπεης. Γεννήθηκε στην Τσαριτσάνη της Λάρισας, σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και κατά τη γερμανική εισβολή, το 1941, πολέμησε στη Μακεδονία και στη Μάχη της Κρήτης. Καπετάνιος του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας και διοικητής Ταξιαρχίας του ΔΣΕ αργότερα, έζησε στα 1949-82 ως πολιτικός πρόσφυγας στην ΕΣΣΔ και τη Γιουγκοσλαβία.

 

Καλιότσος Παντελής (1925-2016). Πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και τελείωσε νυχτερινό γυμνάσιο, εργαζόμενος από μικρός. Μεγάλο μέρος του έργου του αποτελείται από παιδικά μυθιστορήματα. Εντάχθηκε στην Αριστερά και συμμετείχε σε δημοκρατικούς και κοινωνικούς αγώνες. Έγραψε τα βιβλία «Ο μεσαίος τοίχος», «Τα ξύλινα σπαθιά», «Η τριλογία της λεωφόρου», «Η σφεντόνα του Δαβίδ» κ.ά.

 

Καλλιτέχνης (Ο). Παράνομη εφημερίδα του ΕΑΜ Καλλιτεχνών. Κυκλοφόρησε το 1943 και σύντομα αντικαταστάθηκε από το περιοδικό «Καλλιτεχνικά Νέα».

 

Καλλιτεχνικά Νέα. Περιοδικό που εκδιδόταν παράνομα το 1943 από το ΕΑΜ Καλλιτεχνών. Κυκλοφόρησε και πάλι ως εβδομαδιαίο περιοδικό στα 1944-45, με διευθυντή τον Γιώργο Βασιλόπουλο και αρχισυντάκτη τον Κωστή Μεραναίο. Ανάμεσα στους συνεργάτες του ήταν οι Άρης Αλεξάνδρου, Μάρκος Αυγέρης, Γιώργος Βαλέτας, Βάσος Βαρίκας, Κώστας Βάρναλης, Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, Στρατής Δούκας, Νίκος Κατηφόρης, Γιάννης Κορδάτος, Βασίλης Ρώτας κ.ά.

 

Καλογιάννης Αντώνης (1940-2021). Λαϊκός τραγουδιστής. Γεννήθηκε στην Καισαριανή και εργάστηκε από μικρός ως υποδηματεργάτης. Εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και στο τραγούδι εμφανίστηκε το 1966. Στην περίοδο της δικτατορίας διέφυγε στο εξωτερικό, συμμετέχοντας σε αντιδικτατορικές συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη.  Επέστρεψε στην Αθήνα το 1974 και συνέχισε να ερμηνεύει κυρίως πολιτικά και «έντεχνα» τραγούδια.

 

Καλοδίκης Σπύρος (1900-1947). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στους Παξούς, εργάστηκε ως λιμενεργάτης στον Πειραιά και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Η δικτατορία Μεταξά τον εκτόπισε στον Αϊ-Στράτη, απ’ όπου δραπέτευσε το 1940 και πρωτοστάτησε στη συγκρότηση της Ανεξάρτητης Κομμουνιστικής Οργάνωσης Αθήνας. Γραμματέας της Κ.Ο. Αθήνας του ΚΚΕ κατόπιν, το 1942 έγινε μέλος της Κ.Ε. του κόμματος. Δολοφονήθηκε στη Λάρισα, όπου είχε αναλάβει την καθοδήγηση της Κ.Ο. Θεσσαλίας.

 

Καλούδης Νίκος (1917-1998). Στέλεχος του κομμουνιστικού και του συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στα Καρδάμυλα Χίου. Εργαζόμενος ως  ναυτεργάτης από το 1934, δραστηριοποιήθηκε στο ναυτεργατικό κίνημα και έγινε μέλος του ΚΚΕ. Το 1941 ανέλαβε το Γραφείο Νέας Υόρκης της Ναυτεργατικής Ένωσης Ελλάδας και εντάχθηκε στο Κ.Κ. των ΗΠΑ, και το 1947 έγινε γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων. Το 1949 φυλακίστηκε στις ΗΠΑ και το 1952 απελάθηκε και εγκαταστάθηκε στην Πολωνία, και στη συνέχεια στο Βουκουρέστι.

Το 1961 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. του κόμματος και το 1968 μέλος του Π.Γ. Το 1970 επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, πιάστηκε και φυλακίστηκε έως το 1973. Φυλακίστηκε και πάλι το 1974. Υπήρξε βουλευτής του ΚΚΕ στα 1977-90 και παρέμεινε μέλος του Π.Γ. έως το 1989.

 

Καμίνι (Το). Περιοδικό που εξέδιδε στα 1974-76 η Κίνηση Νέοι Σοσιαλιστές. Στα 1976-77 έβγαινε ως όργανο της Ένωσης για την Ποιότητα της Ζωής. Υπεύθυνος της έκδοσης ήταν ο Γιώργος Βοϊκλής.

 

Καμπανέλλης Ιάκωβος (1922-2011). Θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στη Νάξο και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου  εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Στα 1943-45 κρατήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν. Εντασσόταν στην ευρύτερη Αριστερά και έγραψε μεγάλο αριθμό θεατρικών έργων, κινηματογραφικών σεναρίων και πεζογραφημάτων («Η αυλή των θαυμάτων», «Παραμύθι χωρίς όνομα», «Το μεγάλο μας τσίρκο», «Στέλλα», «Ο δράκος», «Το κανόνι και τ’ αηδόνι» κ.ά.), ενώ πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν.

 

Κανάκης Χρήστος (1897-1964). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, εργάστηκε ως σιδηροδρομικός και υπήρξε συνδικαλιστικό στέλεχος, υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ και πρόεδρος της κοινότητας Αμπελοκήπων. Με τη δικτατορία Μεταξά πέρασε στην παρανομία και στα 1939-41 ήταν μέλος της «Παλιάς Κ.Ε.» του ΚΚΕ.  Συμμετείχε στους συνδικαλιστικούς αγώνες της Κατοχής και των πρώτων μεταπελευθερωτικών χρόνων, και κατόπιν εξορίστηκε μέχρι το 1956. Απελευθερώθηκε, έχοντας εκλεγεί δήμαρχος Αμπελοκήπων. Σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα.

 

Κάπα. Δεκαπενθήμερο περιοδικό που εκδόθηκε το 1987 από την πτέρυγα του ΚΚΕ εσωτερικού (την τάση της «αναβάθμισης») που αντιτάχθηκε στη διάλυσή του. Μετά την ίδρυση του ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά εξέφραζε τις θέσεις του. Το 1988 αντικαταστάθηκε από την εφημερίδα «Η Εποχή».

 

Καπέτα-Σκύφτη (Φελούς) Αλέγρα (1916-2011). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Ισραηλίτικης καταγωγής, γεννήθηκε στα Τρίκαλα, εγκαταστάθηκε στον Βόλο και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Εκτοπίστηκε επί δικτατορίας Μεταξά, από το 1941 συμμετείχε στο ΕΑΜ και το 1945 εκλέχτηκε αναπληρωματικό μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Κατά τον Εμφύλιο συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ και έγινε τακτικό μέλος της Κ.Ε. Κατέφυγε ως πολιτική πρόσφυγας στη Γερμανική Λ.Δ. και το 1956 ανέλαβε, επί μήνες, παράνομη δουλειά στην Ελλάδα. Μετά τη διάσπαση του 1968 συμμετείχε στο ΚΚΕ εσωτερικού και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974. Το 1987 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΑΡ και από το 1991 ήταν μέλος του Συνασπισμού.

 

Καπνεργατικό κίνημα.  Το πιο σημαντικό κλαδικό κίνημα κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, στην πρωτοπορία των τότε εργατικών αγώνων. Η ανάπτυξή του ήταν αποτέλεσμα της μαζικοποίησης του κλάδου που ασχολούνταν με την επεξεργασία του καπνού, σημαντικού εξαγωγικού προϊόντος της χώρας εκείνη την περίοδο. Συνέβαλε, επίσης, η εποχικότητα της εργασίας, από τον Φεβρουάριο-Μάρτιο έως τον Νοέμβριο, που επέτρεπε κάθε χρόνο την αναδιαπραγμάτευση μεταξύ εργοδοτών και εργατών, ενώ παράλληλα δεν διαμόρφωνε σταθερές σχέσεις εξάρτησης με συγκεκριμένο εργοδότη.

Οι αγώνες του κλάδου απέβλεπαν στη βελτίωση του ημερομισθίου, ώστε να καλύπτονται και οι ανάγκες της περιόδου ανεργίας, και στην εξασφάλιση περίθαλψης και σύνταξης, καθώς οι καπνεργάτες/τριες μαστίζονταν από τη φυματίωση. Επί δεκαετίες στρέφονταν και κατά της εξαγωγής ανεπεξέργαστων καπνών, όπως και για να μην εισαχθούν απλές μέθοδοι επεξεργασίας που θα απαξίωναν την τεχνική ειδίκευση.

Οι πρώτοι απεργιακοί αγώνες έγιναν ήδη από την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα στην Πάτρα και την τουρκοκρατούμενη Καβάλα, και αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα μετά το 1913, κυρίως στην κεντρική και ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, όπου εργαζόταν η μεγάλη πλειονότητα του κλάδου. Η επιτυχία των αγώνων του κ.κ. αποτελούσε παράδειγμα και για τους άλλους εργατικούς κλάδους, ενθαρρύνοντας και τους δικούς τους αγώνες. Οι μεγαλύτερες καπνεργατικές κινητοποιήσεις έγιναν το 1914 στη βόρεια Ελλάδα, το 1926 στο Αγρίνιο, που πήρε τη μορφή πανεργατικής εξέγερσης στην πόλη, και τον Μάιο του 1936, που εξελίχθηκε σε παλλαϊκή εξέγερση στη Θεσσαλονίκη. Ιδιαίτερη σημασία είχε η συμμετοχή των γυναικών, οι οποίες αποτελούσαν το 40-50% του κλάδου, εντάσσονταν στα συνδικάτα και συνέβαλαν στην αλλαγή των κοινωνικών αντιλήψεων σχετικά με τη θέση της γυναίκας στην εργασία και συνολικότερα στην κοινωνική ζωή.

Το κ.κ. καθοδηγήθηκε επί δεκαετίες από το ΚΚΕ, με το οποίο -ως ΣΕΚΕ- είχε συνδεθεί η Καπνεργατική Ομοσπονδία Ελλάδας από την ίδρυσή της, το 1919, και οι πόλεις όπου αναπτύχθηκε έγιναν κατά τον Μεσοπόλεμο κέντρα ανάπτυξης και του κομμουνιστικού κινήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1934 στην Καβάλα και τις Σέρρες εκλέχτηκαν οι πρώτοι κομμουνιστές δήμαρχοι. Τα ποσοστά του ΚΚΕ στις πόλεις όπου ζούσαν καπνεργάτες/τριες ήταν υπερπολλαπλάσια του εθνικού μέσου όρου, ενώ από το κ.κ. αναδείχτηκαν πολλά από τα στελέχη του κόμματος, όπως οι Στέργιος Αναστασιάδης, Νίκος Αραμπατζής, Βασίλης Ασίκης, Μάρκος Βαφειάδης, Βασίλης Βερβέρης, Απόστολος Γκρόζος, Γιώργος Ερυθριάδης, Κώστας Θέος, Κώστας Λαζαρίδης, Μήτσος Παρτσαλίδης, Γιώργος Σιάντος κ.ά.

Το κ.κ. αντιμετωπίστηκε με σκληρές διώξεις από τη δικτατορία Μεταξά και ο κλάδος αποδιαρθρώθηκε μετά το 1953, όταν η κυβέρνηση Παπάγου πήρε συγκεκριμένα μέτρα για τη συρρίκνωσή του.

 

Κάππος Κώστας (1937-2005). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Κεφαλόβρυσο Αργολίδας, σπούδασε στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά και εργάστηκε ως λογιστής. Μέλος της Ν. ΕΔΑ από το 1955 και αργότερα της Δ.Ν. Λαμπράκη, κατά την περίοδο της δικτατορίας υπήρξε στέλεχος της παράνομης  ΚΝΕ, βασανίστηκε και φυλακίστηκε. Από το 1974 εκλεγόταν βουλευτής του ΚΚΕ. Το 1989 διαφώνησε με τη συμμετοχή του Συνασπισμού της Αριστεράς στην κυβέρνηση Τζανετάκη, παραιτήθηκε από το βουλευτικό αξίωμα και αποχώρησε από το ΚΚΕ. Το 1990 συμμετείχε στην ίδρυση του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ) και το 1992 της Αριστερής Ανασύνταξης. Αργότερα προσέγγισε και πάλι το ΚΚΕ και έγινε μέλος της Διοίκησης του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών. Έγραψε τα βιβλία «Ταξική διάρθρωση της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας», «Κοινωνικοπολιτικά ζητήματα του εργατικού κινήματος», «Η επανάσταση που έρχεται», «Κριτική του σοβιετικού σχηματισμού» κ.ά.

 

Καπράλος Χρήστος (1909-1993). Ζωγράφος. Γεννήθηκε στο Παναιτώλιο Αγρινίου και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και στο  Παρίσι. Το 1940 επέστρεψε στο Παναιτώλιο και συμμετείχε στο ΕΑΜ.  Στα 1946-63 έζησε στην Αθήνα και κατόπιν στην Αίγινα.

 

Καραγιάννης Νίκος (1904-1969). Στέλεχος του ναυτεργατικού και του κομμουνιστικού  κινήματος. Γεννήθηκε στον Πειραιά, εργάστηκε ως ασυρματιστής και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Ηγετικό στέλεχος της Ναυτεργατικής Ένωσης Ελλάδας, τη δεκαετία του 1930, πολέμησε στον ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Κατά την Κατοχή ήταν ηγέτης της Ομοσπονδίας Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων (ΟΕΝΟ) και συμμετείχε στον Ελληνικό Απελευθερωτικό Σύνδεσμο στην Αίγυπτο. Κατά την περίοδο του Εμφυλίου εντάχθηκε στον ΔΣΕ και μετά το 1949 εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία.

 

Καράγιωργας Σάκης (1930-1985). Σοσιαλιστής οικονομολόγος και αγωνιστής της αντιδικτατορικής Αντίστασης. Γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας και σπούδασε στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή, στην ΑΣΟΕΕ και στο Λονδίνο. Υπήρξε μέλος οικονομικών οργανισμών, οικονομικός σύμβουλος της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου στα 1964-65 και καθηγητής της Παντείου. Το 1965 συμμετείχε στην ίδρυση του Ομίλου Αλέξανδρος Παπαναστασίου και το 1966 στην έκδοση του περιοδικού  «Νέα Οικονομία». Με την επιβολή της δικτατορίας συμμετείχε στην ίδρυση της Δημοκρατικής Άμυνας.  Το 1969 έχασε το χέρι του από έκρηξη βόμβας που ετοίμαζε, συνελήφθη και φυλακίστηκε έως το 1973. Στέλεχος του ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του, διαγράφηκε το 1975 και συμμετείχε στη Σοσιαλιστική Πορεία, μέχρι τη διάλυσή της, το 1981. Μεταξύ άλλων, έγραψε το βιβλίο «Οι διαστάσεις της φτώχειας στην Ελλάδα», ενώ κείμενά του δημοσιεύτηκαν στη συλλογή «Μελέτες - Άρθρα - Ομιλίες».

 

Καραγιώργη Μαρία (1918-2012). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στις Μηλιές Μαγνησίας και το πατρικό της επώμυμο ήταν Αγριγιαννάκη. Ως φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ. Το 1939 φυλακίστηκε και κατόπιν εξορίστηκε στην Κίμωλο, απ’ όπου απέδρασε το 1941.  Υπήρξε ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης Λεύτερη Νέα και της ΕΠΟΝ. Εξορίστηκε κατά τον Εμφύλιο και μετά την απελευθέρωσή της, το 1951, τέθηκε εκτός ΚΚΕ, γιατί αρνήθηκε να αναγνωρίσει την απόφαση διαγραφής του συζύγου της Κώστα Καραγιώργη (Γυφτοδήμου) από το κόμμα και τις κατηγορίες που του είχαν προσαφθεί. Tο 1958 εντάχθηκε στην ΕΔΑ και στα 1963 και ’64 εκλέχτηκε βουλευτής Μαγνησίας. Εξορίστηκε και πάλι κατά την περίοδο της Χούντας και μετά την πτώση της συμμετείχε στη μεταδικτατορική ΕΔΑ. Έγραψε το βιβλίο «Το όνειρο δεν έσβησε…».

 

Καραγιώργης Κώστας (1938-1989). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στη Νέα Σμύρνη και από μικρός εργάστηκε σε εργοστάσια και οικοδομές. Σπούδασε στην Πάντειο και σε δραματική σχολή και εμφανίστηκε στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Ήταν μέλος του ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του.

 

Καραγιώργης Κώστας (Γυφτοδήμος) (1905-1954). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Λίμνη της Εύβοιας και εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ ως φοιτητής της ιατρικής, το 1923. Από το 1926 εργαζόταν στον «Ριζοσπάστη» και έγινε αρχισυντάκτης και πολιτικός αρθρογράφος. Εξόριστος από το 1937 στην Κίμωλο, δραπέτευσε μετά την εισβολή των Γερμανών και το 1942 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και γραμματέας της Οργάνωσης Θεσσαλίας, αναλαμβάνοντας και την καθοδήγηση του ΕΛΑΣ της περιοχής. Στα 1944-47 ήταν διευθυντής του «Ριζοσπάστη» και κατά τον Εμφύλιο ανέλαβε τη διοίκηση των δυνάμεων Νότιας Ελλάδας του ΔΣΕ. Το 1949 εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία. Το 1950 ήρθε σε ρήξη με την κομματική ηγεσία, συνελήφθη από τη ρουμανική Ασφάλεια ως ύποπτος για αντικαθεστωτική δραστηριότητα και πέθανε στη φυλακή. Ήταν σύζυγος της Μαρίας Αγριγιαννάκη-Κ.

 

Καραγκίτσης-Σίμος Παντελής (1901-1973). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, γνωστός και με το ψευδώνυμο Ορφέας Βλαχόπουλος. Γεννήθηκε στην Κομοτηνή και δούλεψε ως εργάτης στη Θεσσαλονίκη. Εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ το 1922, εξορίστηκε το 1927 και στα 1929-31 σπούδασε σε κομματική σχολή στη Μόσχα. Μέλος της Κ.Ε. του κόμματος από το 1935, εκτοπίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά στη Φολέγανδρο, απ’ όπου δραπέτευσε το 1941 και πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Εθνικής Αλληλεγγύης, της οποίας ανέλαβε υπεύθυνος. Το 1942 έγινε μέλος του Π.Γ. και τον επόμενο χρόνο ανέλαβε καθοδηγητής της Οργάνωσης Ηπείρου. Φυλακίστηκε από τα χρόνια του Εμφυλίου και από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, μετά την απελευθέρωσή του από τον Αϊ-Στράτη, συμμετείχε στην ΕΔΑ.

 

Καραΐνδρου Ελένη (1939-). Μουσικοσυνθέτης. Γεννήθηκε στο Τείχιο Φωκίδας και σπούδασε πιάνο στην Αθήνα, όπου ως φοιτήτρια της Φιλοσοφικής εντάχθηκε στο νεολαιίστικο κίνημα. Κατά την περίοδο της δικτατορίας κατέφυγε στο Παρίσι, όπου συνέχισε τις μουσικές σπουδές της. Έχει γράψει μουσική για τον κινηματογράφο και ιδιαίτερα για ταινίες του Θεόδωρου Αγγελόπουλου.

 

Καραμπελιάς Γιώργος (1946-). Στέλεχος της άκρας Αριστεράς και κατόπιν του εναλλακτικού χώρου, και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κάτω Αχαγιά. Το 1964 εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και ανέπτυξε δραστηριότητα ως φοιτητής της ιατρικής. Το 1966 προσανατολίστηκε στον μαοϊσμό και με την επιβολή της δικτατορίας εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου σπούδασε οικονομικά και συνέχισε τη δράση του ως στέλεχος του Αντιφασιστικού Κινήματος Ελλάδας και ως επικεφαλής της ομάδας του περιοδικού «Αντιφασίστας». Επιστρέφοντας στην Αθήνα το 1974, συγκρότησε την Ομάδα για μια Προλεταριακή Αριστερά (ΟΠΑ), η οποία από το 1979 μετασχηματίστηκε σε συσπείρωση γύρω από το περιοδικό «Ρήξη». Προβάλλοντας στα 1980-85 θέσεις της ιταλικής Εργατικής Αυτονομίας, προσανατολίστηκε κατόπιν στο οικολογικό-εναλλακτικό κίνημα. Ίδρυσε τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις» και από το 1996 εκδίδει το περιοδικό «Άρδην», ενώ το 2006 επανεκδόθηκε ως εφημερίδα η «Ρήξη». Επικρίνεται για υιοθέτηση εθνικιστικών θέσεων. Έχει γράψει τα βιβλία «Το τέλος του παλιού κόσμου», «Μικρομεσαία δημοκρατία», «Πέρα από το σοσιαλισμό. Μια νέα ουτοπία», «Κράτος και κοινωνία στη μεταπολίτευση», «Το 1204 και η διαμόρφωση του νεώτερου ελληνισμού» κ.ά.

 

Καραμπίλιας Δημήτρης (1872-1954). Αναρχοσυνδικαλιστής, στέλεχος του εργατικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Μιντιλόγλι Αχαΐας, εργάστηκε ως τυπογράφος και συμμετείχε στα 1893-96 στη Σοσιαλιστική Αδελφότητα της Πάτρας. Συνεργάστηκε με την εφημερίδα «Επί τα Πρόσω» και με την εξαπόλυση διώξεων κατά του αναρχικού κινήματος της πόλης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου στα 1898-1901 συμμετείχε στον Αναρχικό Εργατικό Σύνδεσμο. Έζησε επί χρόνια στην Αίγυπτο και τη Γαλλία, και το 1914 εγκαταστάθηκε στο χωριό του. Έχοντας μετατοπιστεί στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας,  στα 1923-24 συμμετείχε στην Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας (ΕΣΕΕ) και στα 1945-53 ήταν μέλος της ΕΛΔ-ΣΚΕ και του ΣΚ-ΕΛΔ.

 

Καρβούνης Νίκος (1880-1947). Αριστερός διανοούμενος. Γεννήθηκε στην Ιθάκη. Ήταν μοναρχικός, ελευθεροτέκτονας και θεοσοφιστής, αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 δραστηριοποιήθηκε στο αντιφασιστικό κίνημα και προσέγγισε την κομμουνιστική Αριστερά. Υπήρξε στέλεχος της Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εντάχθηκε στο ΚΚΕ και το 1941 συνέβαλε στην ίδρυση της νεολαιίστικης αντιφασιστικής οργάνωσης Αλήθεια. Ανέλαβε αρχισυντάκτης της εφημερίδας του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» και το 1944 εκλέχτηκε στο Εθνικό Συμβούλιο. Μεταξύ άλλων έγραψε και τον «Ύμνο του ΕΛΑΣ».

 

Καρέζη Τζένη (1932-1992). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και το πραγματικό της όνομα ήταν Ευγενία Καρπούζη. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 εμφανίστηκε με επιτυχία στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Σύζυγος του συναδέλφου της Κώστα Καζάκου, προσανατολίστηκε στα χρόνια της δικτατορίας στην Αριστερά και μετά τη Μεταπολίτευση συμμετείχε σε αγώνες για τη δημοκρατία και την ειρήνη.

 

Καρκαγιάννης Αντώνης (1932-2010). Δημοσιογράφος, αγωνιστής της Αριστεράς. Γεννήθηκε στα Αμπελάκια της Λάρισας και ως φοιτητής της Νομικής εντάχθηκε στην παράνομη ΕΠΟΝ. Φυλακίστηκε επανειλημμένα, δραστηριοποιήθηκε στις γραμμές της ΕΔΑ και εξορίστηκε από τη στρατιωτική δικτατορία. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, ήταν ένα από τα κεντρικά στελέχη του «Χάους». Συμμετείχε στη έκδοση διάφορων αριστερών περιοδικών και επί χρόνια εργάστηκε ως δημοσιογραφικό στέλεχος στην εφημερίδα «Καθημερινή».

 

Καρούζος Νίκος (1926-1990). Ποιητής. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του, ασχολήθηκε με την ποίηση και εντάχθηκε στην Αριστερά. Υπήρξε μέλος της ΕΠΟΝ και κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε στην Ικαρία και τη Μακρόνησο.

 

Καρούσος Τζαβαλάς (1904-1969). Ένας από τους κορυφαίους ηθοποιούς του θεάτρου. Γεννήθηκε στη Λευκάδα. Συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση, εντάχθηκε στο ΚΚΕ και στα 1948-51 εξορίστηκε. Πήρε μέρος στους μετεμφυλιακούς αγώνες δημοκρατικής αντίστασης, μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ. Με την επιβολή της δικτατορίας το 1967 εξορίστηκε, αλλά απελευθερώθηκε για λόγους υγείας και διέφυγε στο Παρίσι.

 

Καρράς Νίκος (1922-2008). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς, αδελφός του Σταύρου Κ. Γεννήθηκε στον Πόρο και έχοντας εγκατασταθεί στον Πειραιά εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ, στην ΕΠΟΝ και ως καπετάνιος στον ΕΛΑΣ. Από το 1948 έως το 1962 ήταν φυλακισμένος και εξόριστος. Το 1961 εκλέχτηκε στην Κ.Ε. του ΚΚΕ και μετά την απελευθέρωσή του από την εξορία συμμετείχε στην ηγεσία της ΕΔΑ, ως οργανωτικός υπεύθυνος. Το 1963 έγινε μέλος του Γραφείου Εσωτερικού της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Απέφυγε τη σύλληψη το 1967, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ συμμετείχε στην ηγεσία του ΚΚΕ εσωτερικού και στα 1971-73 αναπλήρωνε τον συλληφθέντα γραμματέα του κόμματος Μπάμπη Δρακόπουλο. Τοποθετημένος στην αριστερή πτέρυγα του ΚΚΕ εσ., αποσύρθηκε μετά την αλλαγή της πολιτικής του το 1973 και παρέμεινε ανένταχτος μέχρι τον θάνατό του. Έγραψε το βιβλίο «Το πραγματικό κίνημα ή για ποια επανάσταση μιλάμε».

 

Καρράς Σταύρος (1925-1978). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς, αδελφός του Νίκου Κ. Συμμετείχε στην εαμική Αντίσταση ως μαθητής και κατόπιν, ως φοιτητής του Πολυτεχνείου, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ, και συμμετείχε στον αγώνα του ΔΣΕ. Πολιτικός πρόσφυγας από το 1949, επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, συνελήφθη το 1954 και τον επόμενο χρόνο ήταν μεταξύ των κομμουνιστών που απέδρασαν από τις φυλακές των Βούρλων. Διέφυγε στη Ρουμανία και το 1961 εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Μετά τη διάσπαση του 1968 συμμετείχε στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού. Διαφωνώντας με την κυρίαρχη πολιτική του κόμματος, ήταν ένας από τους βασικούς εκπροσώπους της εσωκομματικής αριστερής αντιπολίτευσης. Έγραψε τα βιβλία «Πολιτικοί προβληματισμοί» και «Ιδεολογία και πολιτική στο ΚΚΕ εσωτερικού».  

 

Καρυστιάνη Ιωάννα (1952-). Λογοτέχνης. Γεννήθηκε στα Χανιά και ως φοιτήτρια της Νομικής, κατά την περίοδο της δικτατορίας, εντάχθηκε στην Αντι-ΕΦΕΕ και την ΚΝΕ, συμμετείχε στο αντιδικτατορικό κίνημα και φυλακίστηκε. Λίγα χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας αποχώρησε από το ΚΚΕ. Έχει γράψει διηγήματα, μυθιστορήματα και κινηματογραφικά σενάρια και έχει ασχοληθεί και με τη σκιτσογραφία. Είναι σύζυγος του σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη. Μεταξύ των έργων της είναι η «Μικρά Αγγλία», «Τα σακιά», «Ο άγιος της μοναξιάς» κ.ά.

 

Κάσδαγλης Νίκος (1928-2009). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κω και εντάχθηκε στην Αριστερά μετά τον Εμφύλιο. Εργάστηκε ως τραπεζοϋπάλληλος στη Ρόδο και την περίοδο της δικτατορίας απολύθηκε. Έγραψε τα βιβλία «Τα δόντια της μυλόπετρας», «Οι κεκαρμένοι», «Ο Σεφέρης και η δωρική κρήνη» κ.ά.

 

Κασιγόνης Άγγελος (1892-1975). Ποιητής, δημοσιογράφος και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη και σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στη Νομική της Αθήνας. Από το 1920 εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια, όπου εξέδωσε διάφορα έντυπα, μεταξύ των οποίων και την εφημερίδα «Έλλην» που έγινε όργανο του Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου, του οποίου υπήρξε στέλεχος στα 1942-44. Εκτοπίστηκε από τους Βρετανούς σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και φυλακίστηκε αργότερα στην Ελλάδα.

 

Κασόλας Μήτσος (1936-). Συγγραφέας και ποιητής. Γεννήθηκε στη Δερβέκιτσα Αιτωλίας και εργάστηκε ως φωτογράφος και δημοσιογράφος στην «Αυγή» και άλλες εφημερίδες. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1964. Έχει γράψει μυθιστορήματα («Ο πρίγκιπας», «Ο άρχοντας του κόσμου», «Αγγελίνα» κ.ά.), ποιήματα και δοκίμια, μεταξύ των οποίων και μελέτες για το έργο του Νίκου Καββαδία.

 

Καστανάκης Λουκάς (1890-1956). Δημοσιογράφος και μεταφραστής, αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης και ήταν αδελφός του Θράσου Κ. Εργάστηκε στο Μπατούμ της Γεωργίας και σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι. Το 1931 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έχοντας συνδεθεί με το ΚΚΕ εξορίστηκε το 1935 και κατά την Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Υπήρξε συντάκτης του «Ριζοσπάστη» και της «Ελεύθερης Ελλάδας» και στα 1947-51 εξορίστηκε και πάλι.

 

Καστανάκης Θράσος (1901-1967). Μυθιστοριογράφος και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης και ήταν αδελφός του Λουκά Κ. Σπούδασε στο Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα και έγινε καθηγητής βυζαντινής και νεοελληνικής λογοτεχνίας στη Σορβόνη. Την περίοδο της Κατοχής έζησε στην Αθήνα, όπου εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ. Επιστρέφοντας στη Γαλλία πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Δημοκρατικής Ένωσης Ελλήνων Γαλλίας. Έγραψε τα βιβλία «Οι πρίγκιπες», «Ελληνικά χώματα» (3 τόμοι), «Ο Χατζη Μανουήλ», «Η παγίδα» κ.ά.

 

Καστοριάδης Κορνήλιος (1922-1997). Ένας από τους διεθνώς αναγνωρισμένους μεγάλους φιλόσοφους του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ως μαθητής στην Αθήνα συνδέθηκε με την ΟΚΝΕ, αλλά σύντομα προσχώρησε στην τροτσκιστική ΕΟΚΔΕ. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και στα 1942-43 συμμετείχε στην Επαναστατική Παράταξη του ΚΚΕ, ενώ το 1943 έγινε μέλος του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΔΚΚΕ).  Από τότε άρχισε η συνεργασία του με τον Άγι Στίνα, τον οποίο ακολούθησε το 1944 και στο Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΕΚΕ).

Το 1945 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, όπου συνέχισε τις σπουδές του και από το 1948 εργάστηκε στην Υπηρεσία Στατιστικής Εθνικών Λογαριασμών και αργότερα στον ΟΟΣΑ. Εντάχθηκε στο γαλλικό τροτσκιστικό Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά ήρθε σε ρήξη με τον τροτσκισμό και συγκρότησε την ομάδα που εξέδιδε από το 1948 το περιοδικό «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα», που συνέχισε την έκδοσή του μέχρι και τη δεκαετία του 1960. H κριτική της γραφειοκρατικοποίησης του εργατικού κινήματος και των καθεστώτων των χωρών όπου κυβερνούσαν τα Κ.Κ., επεκτάθηκε στην απόρριψη του λενινισμού και τελικά, από τη δεκαετία του 1970, και του μαρξισμού.

Στη συνέχεια ο Κ. προσανατολίστηκε στην υποστήριξη ενός σχεδίου αυτόνομης κοινωνίας, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 η αντίθεσή του προς την ΕΣΣΔ και τα Κ.Κ. τον οδήγησε σε θέσεις υποστήριξης του δυτικού συνασπισμού. Κατόπιν επικέντρωσε, κυρίως, σε ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας. Εκτός των άλλων, ασχολήθηκε συστηματικά και με την ψυχανάλυση και από το 1974 ήταν κι ο ίδιος ψυχαναλυτής.

Έγραψε τα βιβλία «Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα», «Η πείρα του εργατικού κινήματος», «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας», «Τα σταυροδρόμια του λαβύρινθου», «Ο θρυματισμένος κόσμος» κ.ά.

 

Καστρίτης Κώστας (1905-2003). Στέλεχος του αρχειομαρξιστικού και του τροτσκιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Καστράκι της Άμφισσας και το πραγματικό του όνομα ήταν Λουκάς Καρλιάφτης. Μέλος της Νεολαίας του ΣΕΚΕ(Κ) από το 1921, συμμετείχε στην ομάδα που εξέδωσε το 1923 το «Αρχείο Μαρξισμού» και ήταν μεταξύ των ηγετικών στελεχών του αρχειομαρξιστικού κινήματος, δραστηριοποιούμενος και στο συνδικαλιστικό κίνημα των εμποροϋπαλλήλων. Υπήρξε στέλεχος της ΚΟΜΛΕΑ, του «Μπολσεβίκου», του «Νέου Δρόμου» και της ΕΟΚΔΕ. Κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά εξορίστηκε, δραπέτευσε το 1942 και το 1943 έγινε μέλος της ηγεσίας του ΔΚΚΕ, από το οποίο αποχώρησε το 1944. Τον 1945 συμμετείχε στην ίδρυση του ΕΔΚΕ και τον επόμενο χρόνο στην ίδρυση του ΚΔΚΕ, του οποίου υπήρξε γραμματέας στα 1947-57.

Το 1958 αποχώρησε από το ΚΔΚΕ, διαφωνώντας με την παμπλική πολιτική, και ίδρυσε μαζί με τον Γιάννη Θεοδωράτο την Κοινωνική Πρωτοπορία, εκδίδοντας τον «Φάρο» και το 1960 τον «Παρατηρητή». Το 1963 συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΔΕ, που συνδέθηκε με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς του Τζέρι Χίλι και εμφανίστηκε με τον τίτλο Εργατική Πρωτοπορία Ελλάδας. Λίγο πριν το πραξικόπημα του 1967 η οργάνωση διασπάστηκε και η ομάδα του Κ. συνέχισε να δρα ως Εργατική Πρωτοπορία, τόσο κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στην παρανομία όσο και μετά την πτώση της. Ο Κ. συνέχισε τη δράση του μέχρι τα βαθιά γεράματα.

Έγραψε τα βιβλία «Ιστορία του μπολσεβικισμού - τροτσκισμού στην Ελλάδα» (5 τόμοι), «Τροτσκιστές και πόλεμος» κ.ά.

 

Κατακόμβη. Μικρή αναρχοσοσιαλιστική ομάδα που ίδρυσαν πρώην μέλη του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη στην Αθήνα, στα 1896-1901.

 

Κατερίνης-Αδάμης Παναγιώτης (1920-2013). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της ανανεωτικής Αριστεράς. Γεννήθηκε στον Κακκόβατο Ηλείας, εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στο ΚΚΕ, και υπήρξε γραμματέας της ΕΠΟΝ Πελοποννήσου. Κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε στη Μακρόνησο και το 1951 συμμετείχε στην ίδρυση και την ηγεσία της ΕΔΝΕ, ενώ εκλέχτηκε και βουλευτής της ΕΔΑ. Επανεκλέχτηκε βουλευτής το 1963. Εξορίστηκε και πάλι από τη στρατιωτική δικτατορία και το 1974 συμμετείχε στην ανασύσταση της ΕΔΑ.

 

Κατηφόρης Νίκος (1903-1967). Πεζογράφος. Γεννήθηκε στον Άγιο Πέτρο της Λευκάδας, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και εργάστηκε ως δικηγόρος και αργότερα ως δημοσιογράφος. Έχοντας προσανατολιστεί στην Αριστερά, συνεργάστηκε με το ΚΚΕ, εντάχθηκε στο ΕΑΜ, συμμετείχε στην Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών του Γιάννη Σοφιανόπουλου και από το 1951 υποστήριζε την ΕΔΑ. Συνεργάστηκε με αριστερά λογοτεχνικά περιοδικά και υπήρξε χρονογράφος του «Ριζοσπάστη». Έγραψε διηγήματα, μυθιστορήματα και θεατρικά έργα. Εκδόθηκαν τα βιβλία του «Η πιάτσα», «Ο Άρχοντας κι άλλα διηγήματα», «Όταν σκάβαμε τον ουρανό», «Απόψε θα γελάσουμε» κ.ά.

 

Κατράκη Βάσω (1914-1988). Χαράκτρια και ζωγράφος. Γεννήθηκε στο Αιτωλικό και  σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, στην Ιταλία και τη Γερμανία. Έργα της παρουσίασε από το 1950 στην Ελλάδα και το εξωτερικό, και έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις. Το 1965 ανακηρύχτηκε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας. Έχοντας συμμετάσχει στο ΕΑΜ, συνεργάστηκε με αριστερά λογοτεχνικά περιοδικά και υπήρξε δραστήριο στέλεχος του γυναικείου κινήματος και του κινήματος ειρήνης. Πολλά από τα έργα της είναι εμπνευσμένα από τους λαϊκούς αγώνες.

 

Κατράκης Μάνος (1908-1984). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στον Κίσσαμο της Κρήτης, πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1927 και στα 1932-34 εργαζόταν στο Εθνικό Θέατρο. Πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο και στη συνέχεια εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, και συμμετείχε στην κίνηση των Ενωμένων Καλλιτεχνών. Κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε και απελευθερώθηκε το 1952. Το 1955 ίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο, ενώ εμφανίστηκε και σε δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες. Επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο στα 1973-77 και στη συνέχεια επανίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο και συνεργάστηκε με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές σημαντικών ρόλων και παρέμεινε στο πλευρό του ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν σύζυγος της Λίντας Άλμα.

 

Κατριβάνος Θεόδωρος (1919-2004). Στέλεχος της Αριστεράς και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Γεννήθηκε στο Λεοντάρι Αρκαδίας, συμμετείχε στο ΕΑΜ και κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε. Εντάχθηκε στην ΕΔΑ και δραστηριοποιήθηκε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Εξορίστηκε ξανά στα 1967-70 και φυλακίστηκε στα 1973-74. Μετά τη δικτατορία συμμετείχε στην ανασύσταση της ΕΔΑ, της οποίας έγινε γραμματέας το 1986 και πρόεδρος το 1993. Στα 1989-90, ως στέλεχος του Συνασπισμού της Αριστεράς, ήταν υπουργός Εσωτερικών και αργότερα συνεργάστηκε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση με τη Νέα Δημοκρατία.

 

Κατσαρός Μιχάλης (1919-1998). Ποιητής. Γεννήθηκε στην Κυπαρισσία, συμμετείχε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο ως έφεδρος αξιωματικός και κατόπιν στον ΕΛΑΣ. Με την πρώτη του ποιητική συλλογή «Μεσολόγγι», το 1949, εκφράζει την απογοήτευση από την ήττα του κινήματος. Μέλος του ΚΚΕ από το 1945, ήρθε σε ρήξη με την πολιτική της Αριστεράς και το 1953 δημοσίευσε την ποιητική συλλογή «Κατά Σαδδουκαίων», στην οποία εκφράστηκε η κριτική του τοποθέτηση. Προσανατολίστηκε στην κριτική της γραφειοκρατικοποίησης και της εγκατάλειψης των επαναστατικών θέσεων από την επίσημη Αριστερά. Μεταξύ των ποιητικών του έργων είναι και τα «Οροπέδιο» και «Πρόβα και ωδές», ενώ έγραψε και το μυθιστόρημα «Οι συλλέκται της Μονόχρα», καθώς και δοκίμια.

 

Κατσέλη Αλέκα (1917-1994). Ηθοποιός, σύζυγος του Πέλου Κ. Το πατρικό της επώνυμο ήταν Μαζαράκη. Γεννήθηκε στην Αθήνα και στα 1942-47 εμφανιζόταν στο Θέατρο Τέχνης, από το οποίο απολύθηκε λόγω της αριστερής της τοποθέτησης. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και στους μετέπειτα δημοκρατικούς αγώνες.

 

Κατσέλης Πέλος (1907-1981). Ηθοποιός, σύζυγος της Αλέκας Κ. Γεννήθηκε στο Ναζλί της Μικράς Ασίας και σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στη Νομική της Αθήνας, κάνοντας και θεατρικές σπουδές στην Αθήνα, τη Γερμανία και την Αυστρία. Το 1939 εμφανίστηκε στο Άρμα Θέσπιδος. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ Καλλιτεχνών και το 1947 απολύθηκε από το Εθνικό Θέατρο, λόγω των φρονημάτων του.

 

Κατσικογιάννης Δημήτρης (1915-1991). Ζωγράφος και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε  στην Καρυά Ελασσόνας και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και στο Παρίσι. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και τον ΔΣΕ, ως μέλος του ΚΚΕ, και φυλακίστηκε στα  1949-61.

 

Κατσουρίδης Ντίνος (1927-2011). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στη Λευκωσία και ως φοιτητής στην Αθήνα διώχτηκε για τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις. Από το 1960 ασχολήθηκε με επιτυχία με τη σκηνοθεσία ταινιών, ενώ ανέπτυξε και σημαντική συνδικαλιστική δραστηριότητα.

 

Κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού. Περιοδικό που εξέδιδε στα 1971-72 στο Παρίσι κύκλος συνδεδεμένος με τον Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο).

 

Καφαντάρη Λίλα (1960-). Ηθοποιός και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα στον κλάδο της, υπήρξε βουλεύτρια του ΚΚΕ στα 2007-09 και περιφερειακή σύμβουλος Νότιου Αιγαίου. Ως ηθοποιός έχει εμφανιστεί με επιτυχία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.

 

Καφταντζής Γιώργος (1920-1998). Συγγραφέας, ποιητής και αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Ηράκλεια Σερρών, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ, και συμμετείχε στους μετέπειτα δημοκρατικούς αγώνες. Έγραψε ποιήματα, ιστορικές μελέτες, κυρίως για την περιοχή Σερρών, το μυθιστόρημα «Δώδεκα μέρες» κ.ά.

 

Κεδράκας Νάσος (1915-1981). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, και συμμετείχε στην κίνηση Ενωμένοι Καλλιτέχνες. Ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα στο πολιτιστικό κίνηνα και κατά τις επόμενες δεκαετίες.

 

Κέδρος Ανδρέας (1917-1999). Ιστορικός και λογοτέχνης. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα και σπούδασε στο Βουκουρέστι και την Πράγα. Κατά την περίοδο της Κατοχής έζησε στην Ελλάδα και εντάχθηκε στο ΕΑΜ, και από το 1947 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία. Έβαλε ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Έγραψε το δίτομο έργο «Η ελληνική αντίσταση 1940-1945», καθώς και τα λογοτεχνικά «Η παγίδα», «Μεταδεκεμβριανά διηγήματα», «Ωδείο» κ.ά.

 

Κελί (Το). Εφημερίδα που εκδιδόταν στα 2007-14 από την Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων.

 

Κεντρική Επιτροπή (Κ.Ε.). Το ανώτερο καθοδηγητικό όργανο των κομμουνιστικών και άλλων εργατικών και αριστερών κομμάτων. Εκλέγεται από τακτικό ή έκτακτο Συνέδριο και έχει την ευθύνη της καθοδήγησης μέχρι το επόμενο αντίστοιχο κομματικό σώμα. Εκτός από τα τακτικά μέλη της, η Κ.Ε. μπορεί να έχει και αναπληρωματικά, ενώ σε ιδιαίτερες συνθήκες μπορεί να αποφασίζει την πρόσληψη νέων μελών («κοπτάτσια»). Οι Ολομέλειες της Κ.Ε. συγκαλούνται ανάλογα με τις συνθήκες, ανά δίμηνο, τρίμηνο ή και σε πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, κυρίως σε συνθήκες παρανομίας. Μεταξύ δύο Ολομελειών την ευθύνη της καθοδήγησης αναλαμβάνει το Πολιτικό ή Εκτελεστικό Γραφείο, αποτελούμενο από μέλη της Κ.Ε. Επικεφαλής της βρίσκεται ο γραμματέας, που είναι, συνήθως, ο ηγέτης του κόμματος.

 

Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή (ΚΠΕ). Συντονιστικό καθοδηγητικό όργανο του δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλιστικού κινήματος. Ιδρύθηκε το 1932, μετά την απαγόρευση της συνδικαλιστικής δράσης στον χώρο του δημοσίου και τη διάλυση της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Την πρωτοβουλία ίδρυσής της είχε το ΚΚΕ, στέλεχος του οποίου ήταν ο επικεφαλής της Παντελής Δαμασκόπουλος, αλλά συμμετείχαν και σοσιαλιστές (Στρατής Σωμερίτης, Παναγής Δημητράτος κ.ά.). Εξέδιδε την εφημερίδα «Υπαλληλική» και μετά την απαγόρευσή της, το 1934, την «Υπαλληλική Φωνή». Διαλύθηκε με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά και ανασυστάθηκε παράνομα το 1941, με επικεφαλής τον κομμουνιστή Κώστα Νικολακόπουλο. 

Τον Απρίλιο 1942 καθοδήγησε την απεργία που νέκρωσε τις δημόσιες υπηρεσίες στην Αθήνα και θεωρείται η πρώτη μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση στην κατεχόμενη Ευρώπη, και συνέβαλε στην ανάπτυξη μεγάλων αγώνων μέχρι το τέλος της Κατοχής. Διαλύθηκε το 1945.

 

Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος. Η πρώτη προσπάθεια ενιαίας οργανωτικής συγκρότησης των Ελλήνων σοσιαλιστών. Ιδρύθηκε το 1890 στην Αθήνα με πρωτοβουλία του Σταύρου Καλλέργη και η δραστηριότητά του επεκτάθηκε και σε άλλες πόλεις, όπου ιδρύθηκαν Σοσιαλιστικές Λέσχες (Πάτρα, Πύργος, Λαύριο κ.λπ.). Όργανό του ήταν η εφημερίδα «Σοσιαλιστής» και βασικά στελέχη οι Σάββας Αντωνιάδης, Γιώργος Δημόπουλος, Αναστάσιος Ζωγράφος, Αναστάσιος Λογοθέτης, Διονύσιος Μάργαρης, Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος, Αλέξανδρος Ματιάτος, Σπύρος Νάγος, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Ιπποκράτης Παπαδημητρόπουλος, Χαρίλαος Πουλόπουλος, Ιωάννης Ρετιτάγκος, Στέφανος Ταγωνίδης κ.ά.

Ο ΚΣΣ δεν είχε σαφή ιδεολογική κατεύθυνση και ομοιογένεια, και στις γραμμές του συσπειρώθηκαν σοσιαλιστές διαφόρων τάσεων, από ρεφορμιστές μέχρι αναρχικούς, αλλά και οπαδοί του μαρξισμού. Το 1891 εμφανίστηκε ως Κοινωνικός Σύνδεσμος, με γραμματέα τον Βασίλειο Δουδούμη και όργανο την εφημερίδα «Κοινωνία», την οποία διηύθυνε ο Γεώργιος Χαιρέτης. Συνέχισε τη λειτουργία του ως ΚΣΣ και το 1893 διοργάνωσε τον πρώτο εορτασμό της Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα. Τον ίδιο χρόνο μπήκε σε κρίση και διασπάστηκε, μετά την απόπειρα του Καλλέργη να καθαιρέσει τον γραμματέα Δημόπουλο, που κατέληξε σε διαγραφή του ίδιου του Καλλέργη από ομάδα στελεχών.

Οι αντικαλλεργικοί, που είχαν ρεφορμιστικές απόψεις και συνδέονταν με τον Πλάτωνα Δρακούλη, εξέδωσαν τις εφημερίδες «Μεταρρυθμιστής» και «Σοσιαλιστικός Σύλλογος» και τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκαν, εκδίδοντας τη «Σοσιαλιστική Εφημερίδα». Από τον ΚΣΣ προήλθαν και οι χριστιανοσοσιαλιστικές και αναρχικές ομάδες Αλήθεια, Κόσμος, Κατακόμβη, Ημεροδουλεία κ.ά.

 

Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών (ΚΜΕ). Ιδρύθηκε από το ΚΚΕ το 1975. Ανασυγκροτήθηκε μετά την κρίση του ΚΚΕ το 1991 και συνεχίζει τη δραστηριότητά του. Επικεφαλής του ήταν κατά καιρούς οι Γιάννης Ιμβριώτης, Σταύρος Ζορμπαλάς, Κωστής Μοσκώφ, Γιώργος Μανιάτης, Τηλέμαχος Λουγγής κ.ά.

 

Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών και Ερευνών (ΚΜΜΕ). Ιδρύθηκε το 1966 με πρωτοβουλία της ΕΔΑ, μετά την επιτυχημένη διοργάνωση από τις εκδόσεις «Θεμέλιο» της Εβδομάδας Σύγχρονης Σκέψης, τον προηγούμενο χρόνο. Πρόεδρός του ήταν ο Νίκος Κιτσίκης και βασικό του στέλεχος ο Φίλιππος Ηλιού. Σημαντικότερη δραστηριότητά του ήταν η διοργάνωση της B΄ Εβδομάδας Σύγχρονης Σκέψης. Το 1967, με την επιβολή της δικτατορίας, απαγορεύτηκε η λειτουργία του.

 

Κέντρο Μαρξιστικών Σπουδών (ΚΜΑΣ). Ιδρύθηκε από το ΚΚΕ εσωτερικού το 1979 και λειτούργησε κατά τη δεκαετία του 1980. Υπεύθυνοι για τη λειτουργία του υπήρξαν οι Θανάσης Βακαλιός και Λευτέρης Ελευθερίου.

 

Κέντρο Μελετών και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΕΤΕ). Κέντρο θεωρητικών ερευνών που ιδρύθηκε από στελέχη του Συνασπισμού και λειτούργησε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Σταμάτησε τη λειτουργία του το 1997, μετά την ίδρυση του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.

 

Κεπέσης Νίκανδρος (1914-2009). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Λεβίσι της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στην Αθήνα, όπου το 1930 έγινε μέλος της ΟΚΝΕ και το 1936 του ΚΚΕ. Πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940-41 και το 1943 έγινε καπετάνιος του ΕΛΑΣ στον Πειραιά. Φυλακίστηκε από το 1945 έως το 1963, καθώς και στα 1967-71. Υπήρξε επί δεκαετίες μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και βουλευτής στα 1978-81. Προς το τέλος της ζωής του ήρθε σε ρήξη με το ΚΚΕ, υποστηρίζοντας ότι είχε απομακρυνθεί από τη σταλινική-ζαχαριαδική παράδοση. 

 

Κέρκυρας φυλακές. Τόπος κράτησης αγωνιστών του εργατικού κινήματος. Οι φ. της K. στεγάζονταν στο παλιό ενετικό κάστρο και οι συνθήκες κράτησης ήταν άθλιες. Εκεί φυλακίστηκαν κατά τη δικτατορία Μεταξά εκατοντάδες στελέχη και μέλη του ΚΚΕ, όπως ο ηγέτης του κόμματος Νίκος Ζαχαριάδης, οι Μήτσος Παρτσαλίδης, Βασίλης Νεφελούδης κ.ά. Ανάμεσά τους και ο γραμματέας της ΟΚΝΕ Χρήστος Μαλτέζος που πέθανε από τα βασανιστήρια. Αποτέλεσαν τόπο φυλάκισης κομμουνιστών και κατά τη μεταπολεμική περίοδο, καθώς και κατά τη δικτατορία του 1967-74, όταν κρατήθηκαν εκεί δεκάδες αγωνιστές της αντιδικτατορικής Αντίστασης.

 

Κερπινιώτης Διονύσης (1937-1961). Στέλεχος της Νεολαίας ΕΔΑ Πάτρας, δολοφονήθηκε σε εκλογικό τμήμα της Αρκαδίας, όπου βρισκόταν ως στρατιώτης, συμμετέχοντας στη στρατιωτική φρουρά, τη μέρα των εκλογών βίας και νοθείας του Οκτωβρίου 1961.

 

Κέτσης Μάνθος (1915-1982). Ζωγράφος, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Άνδρο και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, συμμετείχε στο κίνημα της Μέσης Ανατολής και κλείστηκε από τους Βρετανούς σε  στρατόπεδο συγκέντρωσης. Κατά την περίοδο του Εμφυλίου εξορίστηκε. Ιδιαίτερη επιτυχία είχαν τα σενάριά του «Μια νύχτα στον παράδεισο» και «Το τραγούδι του πόνου».

 

Κεφαλληνός Γιάννης (1894-1957). Χαράκτης. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια και σπούδασε στο Παρίσι. Υπήρξε καθηγητής και διευθυντής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και στους μεταπολεμικούς δημοκρατικούς αγώνες.

 

Κηλαηδόνης Λουκιανός (1943-2017). Μουσικοσυνθέτης και ερμηνευτής. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε αρχιτεκτονική. Από το 1970 στράφηκε στη μουσική και μεταξύ των τραγουδιών του είναι και πολλά με πολιτικό περιεχόμενο. Τα έργα του περιλαμβάνονται στους δίσκους «Η κόκκινη κλωστή», «Μικροαστικά», «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ», «Μ’ αγιόκλημα και γιασεμιά» κ.ά.

 

Κιλελέρ. Χωριό της Λάρισας, το οποίο, στις 6 Μαρτίου 1910, αποτέλεσε κέντρο της αγροτικής εξέγερσης, μετά τη δολοφονία από τον στρατό αγροτών που ήθελαν να συμμετάσχουν σε συλλαλητήριο στη Λάρισα. Η εξέγερση, στην ιδεολογική προετοιμασία της οποίας είχε συμβάλει ο σοσιαλιστής Μαρίνος Αντύπας, που δολοφονήθηκε το 1907, και καθοδηγήθηκε από την Πανθεσσαλική Επιτροπή με επικεφαλής τον Δημήτριο Μπούσδρα, επεκτάθηκε και το Κ. έγινε σύμβολο του αγώνα για την κατάργηση της μεγάλης γαιοκτησίας και τη διανομή της καλλιεργήσιμης γης στους αγρότες, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλία το 1917.

 

Κίμωλος. Το μικρό νησί των Κυκλάδων που αποτέλεσε κατά τη δικτατορία Μεταξά τόπο εξορίας αγωνιστών του κομμουνιστικού κινήματος. Μεταξύ άλλων, στην Κ. εξορίστηκαν τα στελέχη του ΚΚΕ Αύρα Βλάση (Παρτσαλίδου), Κώστας Γυφτοδήμος (Καραγιώργης), Μιλτιάδης Πορφυρογένης,  Πέτρος Ρούσος, Χρύσα Χατζηβασιλείου  κ.ά. Οι εξόριστοι της Κ. απέδρασαν τον Μάιο 1941.

 

Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ). Συνδικαλιστική παράταξη στον χώρο της σοσιαλιστικής Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 1950, με πρωτοβουλία στελεχών της Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης, την οποία συγκροτούσαν συνδικαλιστές προσκείμενοι στο ΣΚ-ΕΛΔ, και με συμμετοχή στελεχών της Ενιαίας Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Παράταξης, καθώς και τροτσκιστών. Μεταξύ των βασικών της στελεχών ήταν οι Δημήτρης Στρατής, Σταμάτης Μαστρογιαννάκος, που αποχώρησε και συμμετείχε στο Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ), που ίδρυσαν οι συνδικαλιστές της ΕΔΑ, Στέργιος Χασαπίδης, συνδικαλιστής στη Θεσσαλονίκη κ.ά. Όργανό της, από το 1951, ήταν η εφημερίδα «Ελεύθερα Συνδικάτα». Από το 1953 συνδεόταν με το Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού και τον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο. Το 1955 συνενώθηκε με το ΕΣΚΕ και ιδρύθηκε το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΔΣΚ).

 

Κίνημα Νέας Αριστεράς Ελλάδας. Μετονομασία της Κίνησης Νέοι Σοσιαλιστές το 1976. Επικεφαλής του ήταν ο Παναγιώτης Γουλιέλμος και βασικά στελέχη  οι Γιώργος Βοϊκλής, Νίκος Καλαποθαράκος, Κώστας Σεφέρης κ.ά. Εξέδιδε την «Επιθεώρηση Νέας Αριστεράς» και συνέβαλε στην ανάπτυξη κινήματος οικολογίας και καταναλωτών, ιδρύοντας την Ένωση για την Ποιότητα της Ζωής (ΕΠΟΙΖΩ). Διαλύθηκε τυπικά το 1977 και ουσιαστικά το 1980, μετά την αποχώρηση μεγάλου αριθμού μελών της, ενώ τα μέλη που απέμειναν συνέχισαν τη δραστηριότητά τους μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΙΖΩ.

 

Κίνηση Ανεξάρτητων Κομμουνιστών - Αριστερών.  Πιο γνωστή ως «Κίνηση των 77». Συγκροτήθηκε στις αρχές του 1975, από κομματικά ανένταχτους του χώρου της ανανεωτικής Αριστεράς, πρώην μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, της ΕΔΑ και της Δ.Ν. Λαμπράκη. Ανάμεσά τους ήταν οι Άγγελος Ελεφάντης, Χρόνης Μίσσιος, Γιάννης Μπανιάς κ.ά. Η κίνηση σύντομα διαλύθηκε και τα περισσότερα μέλη της εντάχθηκαν στο ΚΚΕ εσωτερικού.

 

Κίνηση για Ενιαίο ΚΚΕ. Οργάνωση του μ-λ ρεύματος, μετεξέλιξη της σταλινικής-ζαχαριαδικής Οργάνωσης Κομμουνιστών Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας (ΟΚΜΛΕ). Ιδρύθηκε το 1993 και εξέδιδε τις εφημερίδες «Φωνή της Αλήθειας» και «Μετασοβιετική Εποχή». Το 1996 μετασχηματίστηκε στην Κίνηση για την Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-1955.

 

Κίνηση για μια Επαναστατική Αριστερά. Σχήμα συνεργασίας οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Συγκροτήθηκε πριν τις εκλογές του 1981 από το ΚΚΕ (μ-λ), την Κομμουνιστική Οργάνωση Μαχητής και τη Λαϊκή Εξουσία. Στις εκλογές πήρε 6.500 ψήφους (0,12%). Διαλύθηκε το 1983, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ (μ-λ) και τη διάλυση της Λαϊκής Εξουσίας.

 

Κίνηση για τη Δημοκρατία και τον Σοσιαλισμό. Εκλογικό σχήμα με το οποίο συμμετείχε στις εκλογές του 1963 στην Αθήνα και τη Μαγνησία, η Ενιαία Σοσιαλιστική Παράταξη (Σοσιαλιστική Ένωση και ΣΚ-ΕΛΚΑ), συνεργαζόμενη με την Ηλία Μπρεδήμα. Πήρε  1.300 ψήφους.

 

Κίνηση για την Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-1955. Οργάνωση που υπερασπίζεται την παράδοση του διεθνούς και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος της σταλινικής και ζαχαριαδικής περιόδου. Ιδρύθηκε το 1996, ως μετεξέλιξη της Κίνησης για Ενιαίο ΚΚΕ, και εκδίδει την εφημερίδα «Ανασύνταξη». Διατηρεί σχέσεις με οργανώσεις του μ-λ ρεύματος σε διάφορες χώρες, που αναφέρονται στον σταλινισμό. Γραμματέας της μέχρι τον θάνατό του ήταν ο Χρήστος Μπάκος, τον οποίο διαδέχτηκε ο Τάσος Μπάλλος. Το 2003 ιδρύθηκε και η Αντιφασιστική Αντιιμπεριαλιστική Νεολαία.

 

Κίνηση για την Ενότητα Δράσης της Αριστεράς (ΚΕΔΑ). Πολιτική κίνηση που ιδρύθηκε το 2000 από πρώην στελέχη του ΚΚΕ, με επικεφαλής τους Γιάννη Θεωνά και Μήτσο Κωστόπουλο, που αποχώρησε το 2007. Συμμετείχε στον Χώρο Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς και στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, και από το 2004 αποτέλεσε ιδρυτική συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ. Στα 2004-10 εξέδιδε το δελτίο «Ενότητα», ενώ κατόπιν συμμετείχε στην ίδρυση του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, απ’ όπου αποχώρησε το 2012, και στη στήριξη της εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς». Το 2013 αυτοδιαλύθηκε και ενσωματώθηκε στο ενιαίο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Κίνηση για την Ενότητα της Αριστεράς (ΚΕΑ). Συγκροτήθηκε το 1978 με σκοπό τη συσπείρωση των αριστερών δυνάμεων γύρω από το ΚΚΕ, το οποίο κυριάρχησε στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς στις εκλογές του 1977. Επικεφαλής της ΚΕΑ ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης, ηγετικό στέλεχος, μέχρι τότε, της ΕΔΑ. Η ΚΕΑ δεν μπόρεσε να διευρυνθεί και διαλύθηκε μετά τις εκλογές του 1981. Λίγο πριν τη διάλυσή της εξέδωσε ένα φύλλο της εφημερίδας «Δημοκρατική».

 

Κίνηση για την Ενότητα του Μαρξιστικού Λενινιστικού Κινήματος. Μετεξέλιξη του Μ-Λ ΚΚΕ (ανασυγκροτημένου) το 1988, λίγο πριν την επαναπροσχώρηση των μελών του στο Μ-Λ ΚΚΕ. Βασικά της στελέχη ήταν οι Ισαάκ Ιορδανίδης και Πέτρος Κουφοβασίλης.

 

Κίνηση Ελλήνων Mαρξιστών Λενινιστών (ΚΕΜΛ). Οργάνωση του μ-λ ρεύματος. Ιδρύθηκε το 1974 και ανέπτυξε δραστηριότητα στα Γιάννενα και τη Θεσσαλονίκη, κυρίως μέσα από τη φοιτητική παράταξη Συνεπής Αριστερή Κίνηση. Επικεφαλής της ήταν ο Γιάννης Μακρυγιάννης, προερχόμενος από την προδικτατορική «Αναγέννηση», και μεταξύ των βασικών στελεχών της ήταν οι Πόπη Βουτσινά, Γεράσιμος Λιόντος και Νίκος Ράπτης. Το 1975 τμήμα της, με επικεφαλής τον Λιόντο, αποχώρησε και συμμετείχε στην ίδρυση της Συνεπούς Αριστερής Κίνησης Ελλάδας (ΣΑΚΕ), ενώ μια άλλη ομάδα, με επικεφαλής τον Θανάση Τσιριγώτη,  εντάχθηκε το 1977 στο Μ-Λ ΚΚΕ.

 

Κίνηση Ενωτικής Μαχόμενης Αριστεράς (ΚΕΜΑ). Αποτελούμενη από πρώην μέλη του Αριστερού Ρεύματος, συγκροτήθηκε το 2023, διαφωνώντας με την εκλογική συνεργασία της ΛΑΕ με το ΜέΡΑ 25. Μεταξύ των βασικών στελεχών της είναι οι Γρηγόρης Καλομοίρης, Κώστας Γεωργόπουλος, Χρήστος Παπαδόπουλος, Μαρία Παπαμιχαλοπούλου κ.ά. 

 

Κίνηση Επαναστατικής Αριστεράς. Βραχύβια συσπείρωση κυρίως πρώην μελών του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ), που είχαν αποχωρήσει μετά την ίδρυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το 2009. Λειτούργησε για λίγους μήνες το 2010. Βασικά της στελέχη ήταν οι Βασίλης Ζέρβας, Γιώργος Οικονομάκης κ.ά.

 

Κίνηση Νέοι Σοσιαλιστές. Οργάνωση που συγκροτήθηκε την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας από μέλη της προδικτατορικής ΠΑΝΔΗΚ Σωτήρης Πέτρουλας και εμφανίστηκε ως ΚΝΣ μετά τη Μεταπολίτευση. Βασικά στελέχη της ήταν οι Παναγιώτης Γουλιέλμος, Γιώργος Βοϊκλής, Νίκος Καλαποθαράκος, Κώστας Σεφέρης κ.ά. Εξέδιδε από το 1974 το περιοδικό «Το Καμίνι» και από το 1975 την «Επιθεώρηση Νέας Αριστεράς». Υποστήριζε τον προσανατολισμό στην κριτική της αλλοτρίωσης στην καθημερινή ζωή και την ανάδειξη εναλλακτικών τρόπων κοινωνικής ανασυγκρότησης. Το 1976 μετονομάστηκε σε Κίνημα Νέας Αριστεράς Ελλάδας.

 

Κίσσαβος. Βλ. Μπλάνας Γιώργος.

 

Κιτσίκη Μπεάτα (1907-1986). Αγωνίστρια του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μετά τον γάμο της με τον Νίκο Κ. Το πατρικό της επώνυμο ήταν Πετυχάκη. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ, και υπήρξε μαχήτρια της ΟΠΛΑ. Καταδικάστηκε σε θάνατο, στα 1947-51 φυλακίστηκε και αργότερα υπήρξε πρόεδρος της Ένωσης Φίλων Νέας Κίνας. Κατά την περίοδο της δικτατορίας διέφυγε στη δυτική Ευρώπη. Έγραψε τα βιβλία «Ματιές στην Κίνα», «Γνώρισα τους Κόκκινους Φρουρούς» κ.ά.

 

Κιτσίκης Νίκος (1887-1968). Μαρξιστής διανοούμενος. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο, σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Αθήνας και συνέχισε με πολυτεχνικές και φιλοσοφικές σπουδές στο Βερολίνο και το Παρίσι. Από το 1916 ήταν καθηγητής του Πολυτεχνείου, στο οποίο αναδείχτηκε πρύτανης στα 1937-45. Έχοντας συμμετάσχει στην κίνηση των Κοινωνιολόγων, προσχώρησε στον βενιζελισμό και το 1929 εκλέχτηκε γερουσιαστής. Τον επόμενο χρόνο εκλέχτηκε πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου. Κατά την περίοδο της Κατοχής συμμετείχε στο εαμικό κίνημα και φυλακίστηκε. Μετά την Απελευθέρωση ήταν από τους πρωτεργάτες της κίνησης Επιστήμη - Ανασυγκρότηση (ΕΠ-ΑΝ) και του περιοδικού «Ανταίος», και αργότερα εξέδιδε το περιοδικό «Τεχνικά Χρονικά». Διετέλεσε πρόεδρος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου και του Κέντρου Μαρξιστικών Μελετών και Ερευνών, από το 1956 έως το 1967 ήταν βουλευτής της ΕΔΑ και το 1964 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Αθηνών.  Το 1967 εξορίστηκε στη Γυάρο. Έγραψε τα βιβλία «Οικονομική έρευνα των μεγάλων τεχνικών ζητημάτων», «Η φιλοσοφία της νεώτερης φυσικής» κ.ά. Ήταν σύζυγος της Μπεάτας Κ.

 

Κοινωνία. 1. Σοσιαλιστική εφημερίδα που εξέδιδε ο Κοινωνικός Σύνδεσμος το 1891. Διευθυντής της ήταν ο Γεώργιος Χαιρέτης και τυπωνόταν στα ελληνικά και τα γαλλικά. Ο πλήρης τίτλος της ήταν «Η Κοινωνία δύναται και πρέπει να αλλάξει άρδην».

2. Ημερήσια εφημερίδα που εξέδιδε στα 1919-20 ο Νίκος Γιαννιός. Αποτελούσε όργανο του ολιγομελούς Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας.

 

Κοινωνική Αλληλεγγύη. Κίνηση που ίδρυσε το ΚΚΕ το 1933, ως μετεξέλιξη της κίνησης Παιδική Βοήθεια που είχε ιδρυθεί τον προηγούμενο χρόνο, με σκοπό τη βοήθεια σε τμήματα του εργαζόμενου πληθυσμού και σε άνεργους που πλήττονταν από την οικονομική κρίση. Επικεφαλής της ήταν οι Δημήτρης Γληνός και Νίκος Καρβούνης, και συνδεόταν με τη Διεθνή Εργατική Αλληλεγγύη. Είχε πανελλαδική διακλάδωση και εξέδιδε την «Αλληλεγγύη» και κατόπιν το περιοδικό «Η Πορεία μας». Συνέχισε τη δράση της και στην παρανομία, στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας Μεταξά. Μαζί με την Εργατική Βοήθεια Ελλάδας, αποτέλεσε πρότυπο για την ίδρυση το 1941 της Εθνικής Αλληλεγγύης, που αναδείχτηκε σε μια από τις μαζικότερες εαμικές οργανώσεις.

 

Κοινωνική Έρευνα. Περιοδικό αγροτοσοσιαλιστικού προσανατολισμού. Κυκλοφόρησε στα 1932-33, με εκδότη και διευθυντή τον Δημήτρη Πουρνάρα.

 

Κοινωνική Πρωτοπορία. Τροτσκιστική οργάνωση που ιδρύθηκε από τους Κώστα Καστρίτη και Γιάννη Θεοδωράτο το 1958, μετά την αποχώρησή τους από το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ).  Εξέδιδε τις εφημερίδες «Φάρος» (1958) και «Παρατηρητής» (από το 1960). Τασσόταν κατά των απόψεων του Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο) και της γραμμής του εισοδισμού, και υπέρ της αυτόνομης δράσης και ανάπτυξης τροτσκιστικού επαναστατικού κόμματος. Το 1963 η Κοινωνική Πρωτοπορία αποτέλεσε τον πυρήνα συγκρότησης της Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ), που δρούσε με τη νόμιμη κάλυψη της Εργατικής Πρωτοπορίας Ελλάδας.

 

Κοινωνικό λαϊκό τραγούδι. Το είδος του λαϊκού τραγουδιού που διαμορφώθηκε κατά τις δεκαετίες 1940, ’50 και ’60, ως μετεξέλιξη του ρεμπέτικου. Απέκτησε ευρύτατο κοινό, κυρίως μεταξύ της εργατικής τάξης και άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, και η θεματολογία του, σε μεγάλο βαθμό, αναφερόταν σε ζητήματα κοινωνικής αδικίας και εκμετάλλευσης. Στη διαμόρφωσή του καθοριστική ήταν η συμβολή του Βασίλη Τσιτσάνη και σημαντικότερος ερμηνευτής του αναδείχτηκε ο Στέλιος Καζαντζίδης.

Το κ.λ.τ. επικρίθηκε από την επίσημη Αριστερά και μεγάλο μέρος της διανόησης, ως τραγούδι μοιρολατρικό. Εντούτοις, εξέφρασε την αντίθεση του λαϊκού κόσμου στη μετεμφυλιακή πραγματικότητα και αποτέλεσε τη βάση για την εμφάνιση του πολιτικού λαϊκού τραγουδιού, με την παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη.

 

Κοινωνικός Σύνδεσμος. Σοσιαλιστική κίνηση που ιδρύθηκε το 1891, με τη συμμετοχή οπαδών του Πλάτωνα Δρακούλη, του Σταύρου Καλλέργη κ.ά. Επικεφαλής ήταν ο Βασίλειος Δουδούμης και εξέδιδε την εφημερίδα «Κοινωνία». Μετά τη διάλυσή της, τα περισσότερα από τα μέλη της ανασυγκρότησαν τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο.

 

Κοινωνιολόγοι. Συσπείρωση διανοουμένων που ίδρυσαν το 1908 την κίνηση πολιτικοϊδεολογικής παρέμβασης Κοινωνιολογική Εταιρία. Επικεφαλής ήταν ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου και βασικά στελέχη οι Παναγιώτης Αραβαντινός, Αλέξανδρος Δελμούζος, Νικόλαος Εξαρχόπουλος, Κωνσταντίνος Ζάχος,   Διονύσης Κόκκινος, Θαλής Κουτούπης, Σπύρος Μελάς, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Λουκάς Νάκος,  Θρασύβουλος Πετιμεζάς,  Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος κ.ά.

Έχοντας σπουδάσει, σχεδόν στο σύνολό τους, στη Γερμανία, οι Κ. ήταν επηρεασμένοι από τη δεξιά πτέρυγα της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και τον γερμανικό «από καθέδρας σοσιαλισμό». Εξέδιδαν την «Επιθεώρηση των Κοινωνικών και Νομικών Σπουδών» και τις θέσεις τους για μια μεταρρυθμιστική πολιτική σε σοσιαλιστική κατεύθυνση πρόβαλλαν και οι εφημερίδες «Μέλλον» και «Κοινωνισμός».

Υποστήριξαν το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί το 1909 και το 1910 ίδρυσαν το Ελληνικό Λαϊκό Κόμμα, πήραν μέρος στις εκλογές και κέρδισαν δυο κοινοβουλευτικές έδρες. Στις επόμενες εκλογές που έγιναν τον ίδιο χρόνο το Ελληνικό Λαϊκό Κόμμα συνεργάστηκε με το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου και εξέλεξε επτά βουλευτές, ενώ δύο έδρες κερδήθηκαν στις εκλογές του 1912. Μετά το 1915 οι K. προσχώρησαν στο Κόμμα των Φιλελευθέρων και αποτέλεσαν την αριστερή του πτέρυγα.

Το 1916 η κίνηση ανασυστάθηκε ως Εταιρία Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, με όργανο την «Επιθεώρηση Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών», και τα μέλη της παρέμειναν στο Κόμμα των Φιλελευθέρων. Υποστήριξαν τη βενιζελική πολιτική κατά τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στα 1917-20 ανέλαβαν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό.

Το 1922 βασικά στελέχη των K. συγκρότησαν την πολιτική κίνηση Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι, με στόχο την κατάργηση της βασιλείας, και το 1923 ίδρυσαν το κόμμα Δημοκρατική Ένωση, το οποίο το 1926 μετονομάστηκε σε Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα. Επικεφαλής του παρέμενε ο Παπαναστασίου και εντασσόταν στην αριστερή πτέρυγα του βενιζελισμού, προβάλλοντας θέσεις που προσέγγιζαν τις απόψεις της μετριοπαθούς σοσιαλδημοκρατίας, και μαζί του συνεργάστηκαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας του Νίκου Γιαννιού, το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα των Κώστα Σπέρα και Γιάννη Φανουράκη κ.ά. Ως κυβέρνηση, το 1924, ανακήρυξε την αβασίλευτη Δημοκρατία. Συμμετείχε στην Οικουμενική Κυβέρνηση στα 1926-28 και σχημάτισε και πάλι κυβέρνηση το 1932. Διαλύθηκε από τη δικτατορία Μεταξά και ανασυστάθηκε ως μικρή κίνηση κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής με τον τίτλο Δημοκρατική Ένωση, που συμμετείχε στο ΕΑΜ και αργότερα στην ΕΔΑ.

Συνέχεια της θεωρητικής παρέμβασης των Κ. αποτέλεσε, από το 1920 και για πολλές δεκαετίες κατόπιν, το «Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών» που εξέδιδε ο Δημήτρης Καλιτσουνάκις.

 

Κοινωνισμός. Μεταρρυθμιστικών σοσιαλιστικών τάσεων εφημερίδα που εκδιδόταν στα 1910-11, από τους Πύρρο Γιαννόπουλο-Ηπειρώτη και Ανδρέα Μαρκέλλα. Συνδεόταν με την Εταιρία Κοινωνιολόγων και δημοσίευσε το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» των Μαρξ-Ένγκελς, που είχε μεταφράσει ο Κώστας Χατζόπουλος.

 

Κόκκαλης Πέτρος (1896-1962). Γιατρός, πανεπιστημιακός και στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στη Λιβαδειά και σπούδασε στην Αθήνα και στην Ελβετία. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και υπήρξε υπουργός τόσο της ΠΕΕΑ όσο και της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης κατά τον Εμφύλιο. Το 1949 εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ανατολική Γερμανία και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τα παιδιά που ζούσαν ως πολιτικοί πρόσφυγες στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης.

 

Κόκκινη Γραμμή - Ομάδα για την Εργατική Αντεπίθεση. Κίνηση με ταξικό αντικαπιταλιστικό, αντιιμπεριαλιστικό και αντιφασιστικό προσανατολισμό. Ιδρύθηκε το 2010 και συχνά πραγματοποιεί δυναμικές παρεμβάσεις, συνεργαζόμενη με άλλες επαναστατικές κομμουνιστικές και αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες. Από το 2022 συμμετέχει στην αντιιμπεριαλιστική κίνηση Πλατφόρμα Ανεξαρτησίας.

 

Κόκκινη Σημαία. 1. Εφημερίδα που εξέδωσε το 1921, μετά την αποχώρησή της από το ΣΕΚΕ(Κ), η ομάδα Σπέρα – Φανουράκη, με την οποία συνδεόταν η Ανεξάρτητη Κομμουνιστική Νεολαία Αθηνών, που σύντομα επαναπροσχώρησε στη νεολαία του κόμματος. Η «Κ.Σ.» αντικαταστάθηκε τον ίδιο χρόνο από τη «Νέα Ζωή».

2. Εφημερίδα που εκδόθηκε το 1932 για την προβολή των θέσεων του αντιμιλιταριστικού κινήματος που συγκροτούσε το ΚΚΕ.

3. Όργανο του Επαναστατικού Σοσιαλιστικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος Ελλάδας. Εκδιδόταν παράνομα στα 1943-44. Το 1945 υπήρξε όργανο της Επαναστατικής Διεθνιστικής Παράταξης της ΕΛΔ.

4. Ομάδα αποτελούμενη από τη νεολαία της Επαναστατικής Διεθνιστικής Παράταξης της  ΕΛΔ. Με επικεφαλής τους Γιώργο Δαλαβάγκα και Δημήτρη Λιβιεράτο συμμετείχε το 1946  στο Ιδρυτικό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας, έχοντας αποχωρήσει από το ΣΚ-ΕΛΔ.

5. Έντυπο που εξέδιδε παράνομα στα 1974 και νόμιμα στα 1974-75, η οργάνωση Μπολσεβίκοι. Η έκδοσή του σταμάτησε μετά τη διάλυση της οργάνωσης και την ίδρυση του Ελληνικού Λενινιστικού Επαναστατικού Κινήματος (ΕΛΕΚ).

6. Όργανο του ΚΚΕ (Μαρξιστών-Λενινιστών) στα 1974-75. Στη 1975-76 εκδιδόταν ως όργανο της μιας από τις δύο οργανώσεις στις οποίες διασπάστηκε το ΚΚΕ (Μ-Λ).

 

Κοκκινιά (Νίκαια). Η εργατούπολη του Πειραιά, που η ιστορία της συνδέθηκε με την ιστορία του εργατικού κινήματος. Κατοικήθηκε από πρόσφυγες μετά το 1922 και τη δεκαετία του 1930 αναδείχτηκε σε μια από τις συνοικίες με ισχυρή επιρροή του ΚΚΕ, το οποίο το 1932 πήρε το 11,2% των ψήφων. Κατά την περίοδο της Κατοχής αποτέλεσε ένα από τα κάστρα του εαμικού κινήματος. Το 1944 έγιναν εκεί μάχες μεταξύ του ΕΛΑΣ και των Γερμανών και των συνεργατών τους, οι οποίοι πραγματοποίησαν στις 17 Αυγούστου ένα από τα πλέον πολύνεκρα μπλόκα. Η επιρροή της Αριστεράς παρέμεινε ισχυρή και μετά την ήττα του κινήματος και η Κ. εξακολουθεί να είναι μια συνοικία με σημαντική παρουσία της Αριστεράς.

 

Κόκκινο. 1. Ομάδα τροτσκιστικού προσανατολισμού που εξέδιδε ομώνυμο περιοδικό. Ιδρύθηκε το 2004, μετά από διάσπαση της Διεθνιστικής Εργατικής Αριστεράς (ΔΕΑ). Συμμετείχε στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ και εντάχθηκε από την ίδρυσή της στον ΣΥΡΙΖΑ. Μέλη της που αποχώρησαν το 2010 ίδρυσαν την Αντικαπιταλιστική Πολιτική Ομάδα. Επικεφαλής του Κ. ήταν ο Πάνος Κοσμάς. Το 2014 προσχώρησε και πάλι στη ΔΕΑ.

2. Έντυπο που εκδιδόταν στα 2004-14 από την ομώνυμη ομάδα τροτσκιστικού προσανατολισμού. Από το 2014 εκδίδεται ως θεωρητικό-πολιτικό όργανο της ΔΕΑ.

 

Κόκκινο Αστέρι. Όργανο της μιας από τις δύο οργανώσεις που προήλθαν από τη διάσπαση του ΚΚΕ (Μαρξιστών-Λενινιστών). Εκδιδόταν στα 1975-76. Η οργάνωση που το εξέδιδε συμμετείχε σε διαδικασίες ενοποίησης με τη Λαϊκή Εξουσία, τη ΜΛΚΕ και τη ΣΑΚΕ, που δεν απέδωσαν.

 

Κόκκινο Μέτωπο. Όργανο του Ενιαίου Μετώπου Εργατών-Αγροτών και Προσφύγων, του εκλογικού σχήματος του ΚΚΕ. Εκδιδόταν στα 1932-33 και κατόπιν αντικαταστάθηκε από το «Ενιαίο Μέτωπο».

 

Κόκκινο Νήμα. Οργάνωση τροτσκιστικού προσανατολισμού που προήλθε από διάσπαση της Διεθνιστικής Εργατικής Αριστεράς (ΔΕΑ), το 2018, με κύρια αιτία τη διαφωνία με τη συνέχιση της συμμετοχή στη ΛΑΕ. Στις εκλογές του 2023 στήριξε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εκδίδει ομώνυμο περιοδικό και βασικά της στελέχη είναι οι Χρήστος Βαγενάς, Πάνος Κοσμάς, Θανάσης Κούρκουλας, Αθηνά Σκαμπά κ.ά.

 

Κόκκινο Φόντο. Περιοδικό που εξέδιδε η Ομάδα Συντρόφων Άκρας Αριστεράς στα 1986-88. Βασικοί συντάκτες του ήταν οι Νίκος Γιαννόπουλος, Γιώργος Κουβίδης, Μάκης Σέρβος κ.ά.

 

Κόκκινος Αστυφύλακας. Εφημερίδα που εξέδιδε το 1930 ο πυρήνας αστυφυλάκων του ΚΚΕ, που λειτουργούσε επί χρόνια παράνομα στην Αθήνα. Ανάλογη ήταν και η παράνομη εφημερίδα «Αστυνομικό Βήμα» που εξέδιδε το 1943 το ΕΑΜ αστυνομικών, το οποίο πραγματοποίησε και τη μοναδική σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη απεργία σε σώμα ασφαλείας.

 

Κολιαράκης Δημήτρης (1914-2009). Στέλεχος του κομμουνιστικού και του ναυτεργατικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Λαύριο και εργαζόμενος ως μηχανικός του εμπορικού ναυτικού, από το 1934, ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα και εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Το 1948 καταδικάστηκε σε θάνατο ως μέλος της ηγεσίας της ΟΕΝΟ και έμεινε συνολικά 16 χρόνια φυλακισμένος και εξόριστος. Υπήρξε ηγετικό στέλεχος της ΕΣΑΚ.

 

Κολιγιάννης Κώστας (1909-1979). Ηγετικό στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Ελλοπία της Θήβας, σπούδασε στη Νομική Σχολή στην Αθήνα και έγινε μέλος της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ. Κατά τη δικτατορία Μεταξά φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία. Δραπέτευσε κατά την περίοδο της Κατοχής, ανέλαβε την καθοδήγηση των Κ.Ο. στη Στερεά Ελλάδα και την Ήπειρο, και έγινε στέλεχος του ΕΛΑΣ, με το ψευδώνυμο Παύλος Αρβανίτης. Το 1945 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και κατά τον Εμφύλιο ανέλαβε πολιτικός επίτροπος του ΔΣΕ Ηπείρου και κατόπιν του ΔΣΕ Νότιας Ελλάδας.

Μετά το 1949 κατέφυγε στο Βουκουρέστι και αναδείχτηκε στο Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Υπήρξε μεταξύ των βασικών στελεχών της ομάδας που αντικατέστησε την καθοδήγηση Ζαχαριάδη και έγινε μέλος του Προσωρινού Γραφείου της Κ.Ε. το 1956. Στην 7η Ολομέλεια της Κ.Ε., το 1957, εκλέχτηκε γραμματέας και επανεκλέχτηκε μετά το 8ο Συνέδριο το 1961. Στη 12η Ολομέλεια της Κ.Ε., τον Φεβρουάριο 1968, εισηγήθηκε την καθαίρεση των διαφωνούντων μελών του Π.Γ., που αποτέλεσε αφορμή για τη διάσπαση τον ΚΚΕ.

Επικρίθηκε για δεξιόστροφα λάθη κατά την περίοδο 1961-67, που θεωρήθηκε πως συνέβαλαν στην ανάπτυξη της πτέρυγας που αποχώρησε το 1968, και στη 17η Ολομέλεια, τον Δεκέμβριο του 1972, αντικαταστάθηκε στην ηγεσία του κόμματος από τον Χαρίλαο Φλωράκη. Πέθανε στη Βουδαπέστη.

 

Κολοβός Βασίλης (1945-). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στο Πετρωτό Φθιώτιδας, τελείωσε νυχτερινό Γυμνάσιο δουλεύοντας ως εργάτης και έχοντας αποφοιτήσει από Δραματική Σχολή εμφανίστηκε ως ηθοποιός το 1971. Ενταγμένος στο ΚΚΕ μετά τη Μεταπολίτευση, υπήρξε πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος και Ακροάματος.

 

Κολοζώφ Γιώργης (1903-1938). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη, έζησε στη Δράμα και ως φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα συμμετείχε, το 1922, στην ίδρυση της ΟΚΝΕ. Το 1927 έγινε γραμματέας της ΟΚΝΕ και το 1928 μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Στην εσωκομματική κρίση του 1929-31 συμμετείχε στην ομάδα Χαϊτά-Ευτυχιάδη. Το 1930 φυλακίστηκε και τον επόμενο χρόνο διέφυγε στην ΕΣΣΔ, όπου αργότερα χάθηκαν τα ίχνη του. Θεωρείται πως έπεσε θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων, ως οπαδός του Μπουχάριν.

 

Κομβόι. Περιοδικό που κυκλοφορούσε στα 1985-95. Εξέφραζε θέσεις επηρεασμένες από το ιταλικό ρεύμα της Εργατικής Αυτονομίας. Ανάμεσα στα βασικά στελέχη της έκδοσης ήταν οι Γιάννης Γαλανόπουλος, Γιώργος Κώτσου και Χρήστος Νάσιος.

 

Κόμμα Αριστερών Φιλελευθέρων. Βλ. Αριστεροί Φιλελεύθεροι.

 

Κόμμα Εργασίας. Μικρή κίνηση σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού που ίδρυσε ο Γεώργιος Γεωργιάδης το 1941, ως μετεξέλιξη του προπολεμικού Ενωτικού Εργατικού Κόμματος. Υιοθέτησε το πρόγραμμα του ΣΕΚΕ(Κ) του 1922 και το 1942 εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Στην ηγεσία του συμμετείχαν και οι Μανώλης Κόρακας, Κώστας Σκλάβος κ.ά. Διαφώνησε με την πολιτική του ΚΚΕ κατά τα Δεκεμβριανά και αποχώρησε από το ΕΑΜ. Στα 1944-45 εξέδιδε την εφημερίδα «Ελεύθερη Ζωή» και το 1946 τον «Νέο Λαό». Το ίδιο χρόνο εντάχθηκε στη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία, την οποία αποτελούσαν σοσιαλδημοκρατικές οργανώσεις αντικομμουνιστικού προσανατολισμού.

 

Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΚΚΔΕ). Τροτσκιστική οργάνωση που ιδρύθηκε τον Μάιο 1943, ως μετεξέλιξη της Ενιαίας Οργάνωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΕΟΚΔΕ). Εξέδιδε παράνομα τις εφημερίδες «Διεθνιστής» και «Προλετάριος», και το θεωρητικό περιοδικό «4η Διεθνής». Γραμματέας ήταν ο Χρήστος Αναστασιάδης και βασικά της στελέχη οι Σωτήρης Γουδέλης, Γιάννης Ευρυχωρόπουλος, Λάζαρος Τουρνόπουλος κ.ά. Υποστήριζε πως ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές που εμπλέκονταν σ’ αυτόν, υποστηρίζοντας, όμως, την  υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ενάντια στη γερμανική εισβολή. Επέκρινε το ΚΚΕ και το ΕΑΜ για εθνικιστική παρέκκλιση, αν και αναγνώριζε τη δυναμική που προσλάμβανε το εαμικό κίνημα μέσα από τη συμμετοχή του εργαζόμενου λαϊκού κόσμου. Τον Μάρτιο 1945 συμμετείχε στην ίδρυση του Εργατικού Διεθνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΕΔΚΕ).

 

Κόμμα νέου τύπου. Χαρακτηρισμός του εργατικού επαναστατικού κόμματος που στηρίζεται στις λενινιστικές αρχές λειτουργίας, στη βάση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Λένιν, για τη διάκριση από το μοντέλο συγκρότησης του ρωσικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, που η χαλαρή οργανωτική του διάρθρωση και λειτουργία κρινόταν πως δεν του επέτρεπε να επιτελέσει τους επαναστατικούς του στόχους. Με τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ως κ.ν.τ. επιδιώχτηκε να συγκροτηθούν τα νέα κομμουνιστικά κόμματα που την αποτελούσαν.

H διαμάχη για τη μετατροπή του ΣΕΚΕ σε κ.ν.τ. χαρακτήρισε την ιστορία του από το 1918, μέχρι τη μετονομασία του σε ΚΚΕ, το 1924. Στη συγκρότησή του ως κ.ν.τ. εξακολουθεί να αναφέρεται το ΚΚΕ, ενώ στην ίδια κατεύθυνση προσανατολίζονται και οργανώσεις της άκρας Αριστεράς.

 

Κομματική Οργάνωση Βάσης (ΚΟΒ ή Κόβα). Η βασική βαθμίδα οργανωτικής συγκρότησης του κομμουνιστικού κόμματος. Στο ΚΚΕ θεσμοθετήθηκε το 1943, λόγω της μεγάλης οργανωτικής ανάπτυξής του, για να αντικαταστήσει τους μέχρι τότε πυρήνες, όρος που χρησιμοποιούνταν, πλέον, για τμήματα των ΚΟΒ. 

Για τη συγκρότηση μιας ΚΟΒ απαιτούνται τρία τουλάχιστον μέλη. Ανάλογα με το μέγεθός της, η ΚΟΒ εκλέγει γραμματέα ή Γραφείο και καθοδηγείται από το αμέσως επόμενο ανώτερο όργανο, το οποίο συνήθως είναι η Αχτιδική ή Τομεακή Επιτροπή ή η Επιτροπή Πόλης.

 

Κομμουνισμός. 1. Το κίνημα που αποβλέπει στην ανατροπή του καπιταλισμού και την αντικατάστασή του από τον σοσιαλισμό, στην προοπτική της οικοδόμησης μιας κοινωνίας αταξικής. Επίσης, το κίνημα που συγκροτήθηκε το 1919 με την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Κ. είναι και η κοινωνική συγκρότηση μετά την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την εξάλειψη των τάξεων και όλων των άλλων κοινωνικών διαχωρισμών που συνεπάγονται ανισότητα, καταπίεση και εκμετάλλευση.

Ο κ. αποτελεί μακροπρόθεσμο τελικό στόχο του κομμουνιστικού κινήματος. Σύμφωνα με τον μαρξισμό, η οικοδόμησή του προϋποθέτει τη μεσολάβηση μιας μακρόχρονης περιόδου σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού, μετά την άνοδο της εργατικής τάξης στην εξουσία. Η βασική διάκριση μεταξύ σοσιαλισμού και κ. έγκειται στις διαφορετικές αρχές που καθορίζουν τη συμμετοχή στην εργασία και τη διανομή των παραγόμενων αγαθών. Στη σοσιαλιστική περίοδο μετάβασης προς τον κομμουνισμό ισχύει η αρχή «από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνάμεις του, στον καθένα σύμφωνα με την εργασία του». Στον κ. η αρχή αυτή μεταβάλλεται: «από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνάμεις του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».

Το πέρασμα στον κ., ο οποίος δεν νοείται παρά ως παγκοσμίως κυρίαρχος τρόπος παραγωγής, συνεπάγεται τον μαρασμό της κρατικής εξουσίας, την κατάργηση του κράτους, ως μηχανισμού διαχωρισμένου από την κοινωνία, και τη διάχυση των κρατικών λειτουργιών στο ίδιο το κοινωνικό σώμα. Με την έννοια αυτή, ταυτίζεται με  την κοινωνική συγκρότηση που οραματίζονται και οι αναρχικοί.

2. Περιοδικό που κυκλοφόρησε στα 1920-21 από στελέχη που είχαν αποχωρήσει από το ΣΕΚΕ. Διευθυντής του ήταν ο Γρηγόρης Σαραντίδης και στη Συντακτική Επιτροπή συμμετείχαν οι Νίκος Δημητράτος, Φραγκίσκος Τζουλάτης κ.ά. Λίγο πριν τη διακοπή της έκδοσής του και την επαναπροσχώρηση των εκδοτών του στο ΣΕΚΕ(Κ), το 1921, ήταν όργανο του βραχύβιας Κομμουνιστικής Ένωσης.

3. Ομάδα τροτσκιστικού-μεντελικού προσανατολισμού, που ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1974 και κατόπιν έδρασε στην Αθήνα, με βασικά στελέχη τους Ελένη Βαρίκα, Πέτρο Λινάρδο-Ρυλμόν, Αντώνη Πλούτη κ.ά. Εξέδιδε ομώνυμο περιοδικό. Το 1975, σε συνεργασία με πρώην μέλη της Σοσιαλιστικής Επαναστατικής Ένωσης, συγκρότησε το Κομμουνιστικό Επαναστατικό Μέτωπο (ΚΕΜ).

 

Κομμουνιστής. 1. Περιοδικό που εξέδιδε στο Λονδίνο, στα 1970-73, η τροτσκιστική Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ).

2. Περιοδικό που εξέδιδε στο Μιλάνο, στα 1972-74, το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΚΚΕ).

 

Κομμουνιστική Αναγέννηση. Περιοδικό που εκδόθηκε το 1980 από ομάδα στελεχών και μελών του ΕΚΚΕ, που είχαν συγκροτήσει το βραχύβιο ΕΚΚΕ (Α΄ Συνδιάσκεψη). Κυκλοφόρησαν μόνο δύο τεύχη.

 

Κομμουνιστική Ανανέωση. Πολιτική κίνηση που ιδρύθηκε το 2000, κυρίως από αποχωρήσαντα στελέχη και μέλη της ΑΚΟΑ. Συνεργάστηκε εκλογικά με το ΚΚΕ το 2000 και στις δημοτικές εκλογές του 2002 και του 2006, και συμμετείχε στο ΠΑΜΕ. Από την Κ.Α. αποχώρησε ομάδα μελών που συνέχισε τη στενή συνεργασία με το ΚΚΕ, ως Πρωτοβουλία Αριστερών Πολιτών, ενώ άλλοι αποχωρήσαντες είτε παρέμειναν ανένταχτοι είτε εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Το 2009 η Κ.Α. εντάχθηκε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την οποία αποχώρησε το 2013, στα 2012-15 συμμετείχε στην Πρωτοβουλία των 1.000, στα 2015-19 εντασσόταν στη Λαϊκή Ενότητα και στη συνέχεια αυτοδιαλύθηκε. Τις θέσεις της πρόβαλλε έως το 2009 το περιοδικό «Στίγμα» και κατά καιρούς βασικά της στελέχη ήταν οι Χαρίλαος Αρχοντής, Αλέκος Βερναδάκης, Αντώνης Βούλγαρης, Αλέκα και Τίνα Ζορμπαλά, Μαρία Ζευγώλη, Τάκης Μαστρογιαννόπουλος κ.ά.

 

Κομμουνιστική Αριστερά. Σχήμα με το οποίο συμμετείχαν στις εκλογές του Ιουνίου 1985 το ΚΚΕ (μ-λ) και το Μ-Λ ΚΚΕ. Πήρε 5.500 ψήφους (0,08%).

 

Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ). Τροτσκιστική οργάνωση που προήλθε από διάσπαση της Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης (ΕΔΕ) το 1975. Επικεφαλής ήταν ο Δημήτρης Τούμπανης και εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατική Δράση». Διαλύθηκε το 2005.

 

Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση Ελλάδας (ΚΔΕΕ). Τροτσκιστική οργάνωση, ελληνικό τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ένωσης, όπως ονομάστηκε η Διεθνής Αριστερή Αντιπολίτευση μετά την απόφαση συγκρότησης νέας, 4ης Διεθνούς. Ιδρύθηκε το 1935, ως  μετεξέλιξη της Οργάνωσης Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας (γνωστής με τον τίτλο της εφημερίδας «Μπολσεβίκος») και εξέδιδε τη «Νέα Εποχή». Πολύ γρήγορα διασπάστηκε σε δύο οργανώσεις που διατήρησαν τον ίδιο τίτλο, αν και μ’ αυτόν έγινε γνωστή κυρίως η πλειοψηφούσα, με επικεφαλής τον Γιώργο Βιτσώρη, στην οποία προσχώρησε και η ομάδα Εργατικό Μέτωπο του Άγι Στίνα. Αιτία της διάσπασης ήταν η εκτίμηση της πλειοψηφίας ότι στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση. Η οργάνωση της μειοψηφίας, με επικεφαλής τον Κώστα Καστρίτη, έγινε γνωστή ως Νέος Δρόμος, από τον τίτλο της εφημερίδας που εξέδιδε.

Η ΚΔΕΕ των Βιτσώρη - Στίνα εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατικό Μέτωπο» και το περιοδικό «Διαρκής Επανάσταση». Συνέχισε τη δράση της παράνομα κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, μέχρι το 1937, οπότε εξαρθρώθηκε πλήρως. Διατήρησε δυνάμεις στις φυλακές, κυρίως στην Ακροναυπλία, και στις γραμμές της προσχώρησαν και οι Δημοσθένης Βουρσούκης και Γιάννης Ταμτάκος, προερχόμενοι από την ΕΟΚΔΕ. Ο Βιτσώρης, που διέφυγε στη Γαλλία, την εκπροσώπησε το 1938 στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης Διεθνούς.

Η ΚΔΕΕ, ηγέτης της οποίας είχε αναδειχτεί ο Στίνας, τάχθηκε κατά της υποστήριξης της ΕΣΣΔ στον πόλεμο και χαρακτήρισε εθνικιστικό το εαμικό κίνημα, σε αντίθεση με τον Βιτσώρη που συμμετείχε στο γαλλικό αντιστασιακό κίνημα. Το 1942 ο βασικός πυρήνας της οργάνωσης ανασυγκροτήθηκε και με τη συμμετοχή και άλλων αγωνιστών ιδρύθηκε το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ).

 

Κομμουνιστική Ενότητα. Εφημερίδα που εκδίδει η οργάνωση Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα (τροτσκιστικό), η οποία εντάσσεται στην Ποσαδική 4η Διεθνή.

 

Κομμουνιστική Ένωση. Οργάνωση που συγκρότησαν το 1921 στελέχη της Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Νεολαίας Αθήνας, που είχαν αποχωρήσει το 1919 από το ΣΕΚΕ, με επικεφαλής τον Φραγκίσκο Τζουλάτη και με τη συμμετοχή και του πρώην γραμματέα του κόμματος, Νίκου Δημητράτου. H Κ.Ε. εξέδιδε το περιοδικό «Κομμουνισμός». Λίγους μήνες μετά την ίδρυσή της  διαλύθηκε και τα μέλη της επαναπροσχώρησαν στο κόμμα. Κάποιοι απ’ αυτούς θα σχηματίσουν το 1923 τον αρχικό πυρήνα του αρχειομαρξιστικού ρεύματος.

 

Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας (ΚΕΕ). Οργάνωση που προήλθε από διάσπαση της Κ.Ο. Πειραιά του ΣΕΚΕ(Κ) το 1924, με επικεφαλής τον Ευάγγελο Παπαναστασίου και όργανο το «Κομμουνιστικό Βήμα». Βασικά της στελέχη ήταν οι Στέλιος Αρβανιτάκης, Κώστας Βαφειάδης, Χρύσανθος Καραμούζης, Νίκος Μαράκης κ.ά.  Αντιτασσόταν στη συμμετοχή στις εκλογές και στο αστικό κοινοβούλιο, και αφορμή της ρήξης με το κόμμα ήταν η διαφωνία με την απόφασή του να συμμετάσχει στο δημοψήφισμα για την υπερψήφιση της αβασίλευτης δημοκρατίας. Το 1925, μετά από παρέμβαση της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, τα μέλη της οργάνωσης, με εξαίρεση μικρό αριθμό στελεχών της, επανεντάχθηκαν στο ΚΚΕ.

Τμήμα της οργάνωσης, με επικεφαλής τον Χαρίδημο Σεϊτανίδη, ανασυγκροτήθηκε μετά τη δικτατορία Πάγκαλου και στα 1927-30 εξέδιδε το περιοδικό «Μπολσεβίκικη Επιθεώρηση». Το 1930 τα μέλη της εντάθηκαν στο ΚΚΕ -με εξαίρεση τον Σεϊτανίδη που δεν έγινε δεκτός- όπου λειτούργησαν ως φράξια με τον τίτλο Ομάδα Μπολσεβικοποίησης του ΚΚΕ (Κομμουνιστική Ένωση).  Διαγράφηκαν στις αρχές του 1932 και ανασυγκροτήθηκαν ως  Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας (Τάση Μπολσεβικοποίησης), με όργανο την εφημερίδα «Προς τις μάζες». Η οργάνωση διαλύθηκε το 1936, με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά.

 

Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα (ΚΕΟ). Οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1930 από μέλη της κίνησης των αρχειομαρξιστών, τα οποία είχαν χαρακτηριστεί «φραξιονιστές» από τον προηγούμενο χρόνο, έχοντας τοποθετηθεί κατά της αυταρχικής καθοδήγησης της οργάνωσης και επικρίνοντας την «μπλανκιστική» αντίληψή της. Η ΚΕΟ υποστήριζε την επιδίωξη συνεργασίας με το ΚΚΕ και την ομάδα του Σπάρτακου. Το 1932 μέρος των μελών της εντάχθηκε στον Σπάρτακο, ένα μικρό τμήμα προσχώρησε στο ΚΚΕ ή επέστρεψε στον αρχειομαρξισμό, και ένα άλλο, με επικεφαλής τους Μιχάλη Ράπτη και Μήτσο Σούλα, συνεργάστηκε με τον Άγι Στίνα, ιδρύοντας τη Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ).

 

Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση. Οργάνωση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 2013 με βασικό κορμό τα μέλη της Κόκκινης Ορχήστρας Αθήνας, η οποία είχε συγκροτηθεί το 2008 από μέλη του Κομμουνιστικού Συνδέσμου (Εργατική Εξουσία) που διαφώνησαν με την ένταξή του στον ΣΥΡΙΖΑ. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ και στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις στηρίζει σχήματα της Αριστεράς, στην οποία δεν συμπεριλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αναπτύσσει έντονη αντιιμπεριαλιστική δραστηριότητα και εκδίδει το περιοδικό «Avantgarde». Βασικά της στελέχη είναι οι Κυριάκος Μαραγκός, Παναγιώτης Καρυστινός κ.ά.

 

Κομμουνιστική Επιθεώρηση (ΚΟΜΕΠ). Πολιτικό-θεωρητικό όργανο του ΚΚΕ, που εκδόθηκε ως μηνιαίο το 1921 από το ΣΕΚΕ(Κ). Η έκδοσή του συνεχίστηκε μέχρι το 1925, οπότε διακόπηκε με την επιβολή της δικτατορίας Πάγκαλου. Στην πρώτη αυτή περίοδο τη διεύθυνση του περιοδικού ανέλαβαν οι Ελευθέριος Σταυρίδης, Παντελής Πουλιόπουλος, Κώστας Σκλάβος κ.ά. Κυκλοφόρησε και πάλι σε αραιά διαστήματα στα 1928-29 και η έκδοσή του συνεχίστηκε από το 1931 μέχρι τη δικτατορία Μεταξά το 1936. Στα 1933-36 κυκλοφορούσε ανά δεκαπενθήμερο, με διευθυντή τον Γιάννη Ζέβγο.

Επανεκδόθηκε κατά την περίοδο της Κατοχής, από τον Οκτώβριο 1941 (στην αρχή ως «Λαϊκή Επιθεώρηση» και από τον Μάιο 1942 με τον ιστορικό της τίτλο) και τυπωνόταν παράνομα στην Αθήνα και αργότερα στα κομματικά τυπογραφεία της Ελεύθερης Ελλάδας. Κυκλοφόρησε νόμιμα μετά την Απελευθέρωση και απαγορεύτηκε το 1947.

Στα 1948-49 ως όργανο θεωρητικής και πολιτικής έκφρασης του ΚΚΕ λειτουργούσε το περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» και κατόπιν εκδόθηκε ο «Νέος Κόσμος» στο Βουκουρέστι, όπου είχε εγκατασταθεί η έδρα της Κ.Ε. του κόμματος. Από το 1969 έως το 1974 η «ΚΟΜΕΠ» εκδιδόταν στη Φρανκφούρτη και κατόπιν στη Ρώμη, από το ΚΚΕ εσωτερικού. Το 1974 επανεκδόθηκε νόμιμα από το ΚΚΕ, ως μηνιαίο όργανο της Κ.Ε., και από το 1993 κυκλοφορεί ανά δίμηνο.

 

Κομμουνιστική Θεωρία και Πολιτική (ΚΟΜΘΕΠ). Θεωρητικό-πολιτικό περιοδικό του ΚΚΕ εσωτερικού. Εκδιδόταν από το 1975 έως το 1982, με διευθυντές τους Γρηγόρη Γιάνναρο και Λευτέρη Ελευθερίου.  Μετά τη διακοπή της έκδοσής της αντικαταστάθηκε από το περιοδικό «Η Αριστερά Σήμερα».

 

Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας (ΚΝΕ). 1. Η νεολαία του ΚΚΕ που ιδρύθηκε μετά τη διάσπαση του 1968 σε δύσκολες συνθήκες, καθώς η πλειονότητα των στελεχών της νεολαίας της Αριστεράς που δρούσαν στο αντιδικτατορικό κίνημα είχε ταχθεί με την πτέρυγα που συγκρότησε το ΚΚΕ εσωτερικού.

Η ΚΝΕ εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα «Οδηγητής» και απέκτησε προσβάσεις κυρίως στους φοιτητικούς χώρους, όπου το 1971 συγκρότησε την κίνηση Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ και συνέβαλε ενεργά στην ανάπτυξη του μαζικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος. Προτάσσοντας τον στόχο των μαζικών αγώνων για τη διαμόρφωση προϋποθέσεων ανατροπής της δικτατορίας με όρους μαζικού λαϊκού κινήματος, αντιτάχθηκε σε προωθημένες μορφές πάλης, όπως ήταν και η κατάληψη του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο 1973, αλλά συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση. Πολλά μέλη της πιάστηκαν τον Φεβρουάριο 1974, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.

Κατά τη Μεταπολίτευση γνώρισε ταχύτατη ανάπτυξη και σύντομα έγινε η μαζικότερη πολιτική οργάνωση νεολαίας. Η δράση της επεκτάθηκε στις συνοικίες των μεγάλων πόλεων, μέσα από τις Δημοκρατικές Κινήσεις Νέων που λειτούργησαν στα 1974-77, στην επαρχία, στους χώρους της εργαζόμενης νεολαίας και στους μαθητές, όπου ήδη από το 1973 δρούσε η Μαθητική Οργάνωση Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΜΟΔΝΕ). Στο φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα έδρασε μέσα από την Πανσπουδαστική συνδικαλιστική κίνηση, η οποία, μαζί με την ΠΑΣΠ του ΠΑΣΟΚ, ήταν η ισχυρότερη συνδικαλιστική παράταξη μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. H ΚΝΕ, από το 1975, εισήγαγε στην Ελλάδα τον θεσμό των ετήσιων πολιτικών-πολιτιστικών Φεστιβάλ Νεολαίας.

Μέλος της ήταν η 21χρονη φοιτήτρια Σωτηρία Βασιλακοπούλου, που δολοφονήθηκε κατά τη διανομή προκηρύξεων έξω από εργοστάσιο στην Αθήνα, το 1980. 

Στα 1989 και 1991 πέρασε δύο αλλεπάλληλες κρίσεις. Κατά την πρώτη, το φθινόπωρο του 1989, η πλειοψηφία του Κ.Σ. της ΚΝΕ, με επικεφαλής τον γραμματέα Γιώργο Γράψα, διαγράφηκε από το ΚΚΕ, λόγω της διαφωνίας με την κυβερνητική συνεργασία με τη Δεξιά. Κατά τη διάσπαση αυτή αποχώρησε και η μεγάλη πλειοψηφία της Σπουδάζουσας, που συγκέντρωνε και τον κύριο όγκο των μελών της οργάνωσης. Στα 1991 νέα διάσπαση, με την αποχώρηση όσων προσχώρησαν στο ενιαίο κόμμα του Συνασπισμού, περιόρισε στο ελάχιστο το δυναμικό της οργάνωσης.

Μετά από μια μακρόχρονη διαδικασία ανασυγκρότησης, η ΚΝΕ ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 έχει μαζικοποιηθεί εκ νέου, απέχοντας, εντούτοις, κατά πολύ από τη μαζικότητα και την επιρροή που είχε μέχρι το 1989.

Στην ηγεσία της, ως γραμματείς του Κ.Σ., ήταν οι Μήτσος Τσιάρας, Δημήτρης Γόντικας, Σπύρος Χαλβατζής, Γιώργος Γράψας, Σήφης Κωτσαντής, Τάκης Θεοδωρικάκος, Νίκος Σοφιανός, Γιάννης Πρωτούλης, Θοδωρής Χιώνης και Νίκος Αμπατιέλος. Σημερινός γραμματέας είναι ο Θοδωρής Κωτσαντής.  Μεταξύ των στελεχών της Αριστεράς που προήλθαν από την ΚΝΕ είναι και οι μετέπειτα πρόεδροι του Συνασπισμού, Μαρία Δαμανάκη, Αλέκος Αλαβάνος και Αλέξης Τσίπρας, καθώς και ο γραμματέας του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας.

2. Η οργάνωση που συγκροτήθηκε μετά τη διάσπαση του 1989, από την πλειοψηφία των μελών της ΚΝΕ. Συνέχισε τη δράση της με τον ίδιο τίτλο, έχοντας συμμετάσχει το 1990 στην ίδρυση του Νέου Αριστερού Ρεύματος (ΝΑΡ) και εκδίδοντας τον «Οδηγητή της Νεολαίας». Το 1995 μετεξελίχθηκε στη  Νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση. Γραμματείς της, κατά σειρά, ήταν οι Γιώργος Γράψας, Παναγιώτης Μαυροειδής και Αντώνης Δραγανίγος.

 

Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη. Οργάνωση της επαναστατικής Αριστεράς που ιδρύθηκε το 2007 με τη συνένωση της Αριστερής Ανασύνταξης και της Εργατικής Πολιτικής. Εκδίδει την εφημερίδα «Εργατική Πολιτική» και το περιοδικό «Αριστερή Ανασύνταξη». Επικεφαλής της, μέχρι τον θάνατό του το 2009, ήταν ο Κώστας Μπατίκας, και βασικά της στελέχη οι Βασίλης Θεοφανόπουλος, Δημήτρης Κάβουρας κ.ά. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αύγουστο συμμετείχε στην ίδρυση της Λαϊκής Ενότητας, από την οποία αποχώρησε το 2017. Στις εκλογές του 2019 και του 2023 κάλεσε για ψήφο στα κόμματα της Αριστεράς, στα οποία δεν συμπεριλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας (ΚΟΕ). Οργάνωση που προήλθε από το μ-λ ρεύμα. Ιδρύθηκε το 2003, ως μετεξέλιξη της πολιτικής ομάδας Α/Συνέχεια, και μέχρι το 2010 εξέδιδε τη δεκαπενθήμερη εφημερίδα «Αριστερά!». Από το 2010 στηρίζει την έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς». Συμμετείχε στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, το 2007 εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ και στα 2010-12 συμμετείχε στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής. Μέρος των μελών της αποχώρησε το 2012 και ίδρυσε την Παρέμβαση για την ανασυγκρότηση της κομμουνιστικής Αριστεράς. Στις εκλογές του Ιουνίου 2012 η ΚΟΕ εξέλεξε πέντε βουλευτές, με τους συνδυασμούς του ΣΥΡΙΖΑ. Το 2013, με τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, ανέστειλε τη δημόσια λειτουργία της. Ανασυγκροτήθηκε το 2015 μετά από τη μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης Τσίπρα και την αποχώρησή της από τον ΣΥΡΙΖΑ. Βασικά της στελέχη είναι οι Γιώργος Θεοδωρόπουλος, Άβα Μπουλούμπαση, Σπύρος Παναγιώτου, Γιώργος Παπαϊωάννου, Ρούντι Ρινάλντι, Βάσω Τουλούμη, Ερρίκος Φινάλης κ.ά.

 

Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών (ΚΟΕΕ). Μετονομασία της τροτσκιστικής Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Εργαζομένων το 1996, μετά την αποχώρηση της τάσης που ίδρυσε τον Κομμουνιστικό Σύνδεσμο. Εξέδιδε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Προοπτική» και το 2001 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση. Επικεφαλής της ήταν ο Γιάννης Βερούχης.

 

Κομμουνιστική Οργάνωση Μαχητής. Βλ. Μαχητής.

 

Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ). Ιδρύθηκε το 1930 μετά τη Συνδιάσκεψη της Ένωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών, όπως είχε ονομαστεί τον προηγούμενο χρόνο η οργάνωση των αρχειομαρξιστών. H ίδρυση οργάνωσης με λενινιστικές δομές λειτουργίας ήταν όρος της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ) που είχε ιδρύσει ο Τρότσκι, για την αποδοχή του αρχειομαρξισμού ως τμήματός της στην Ελλάδα.

Η ΚΟΜΛΕΑ ήταν σχετικά μαζική οργάνωση, με κατεξοχήν εργατική σύνθεση. Εξέδιδε την εφημερίδα «Πάλη των Τάξεων», το θεωρητικό περιοδικό «Δαυλός» (και στα 1933-34 τον «Αρχειομαρξιστή»), καθώς και έντυπα για το συνδικαλιστικό κίνημα («Εργατικό Βήμα», «Υπάλληλος», «Αρτεργάτης» κ.ά.), για το γυναικείο («Αγωνίστρια»), για το φοιτητικό («Φοιτητής»), τον «Προλετάριο» στη Θεσσαλονίκη κ.ά. Κατά τα δύο πρώτα χρόνια από την ίδρυσή της συνέχισε να αναπτύσσεται, αλλά η ανάπτυξή της ανακόπηκε μετά την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ και το ξεπέρασμα της εσωκομματικής του κρίσης. Συμμετέχοντας στις εκλογές του 1933 πήρε 1.400 ψήφους (0,12%). Υποστήριζε ότι εκείνο τον χρόνο είχε φτάσει τα 900 μέλη και 1.400 δόκιμα, αλλά τον επόμενο αυτοί που συμμετείχαν στις εσωτερικές της διαδικασίες ήταν λιγότεροι από 150.

Το 1933, όταν τέθηκε από τη ΔΑΑ η ανάγκη συγκρότησης νέας, 4ης Διεθνούς, μετά την εκτίμηση πως η Κομμουνιστική Διεθνής έχει χρεοκοπήσει πολιτικά (κυρίως λόγω της αδυναμίας της να ανακόψει την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία), η ΚΟΜΛΕΑ μπήκε σε κρίση και τον επόμενο χρόνο διασπάστηκε. Ένα τμήμα της, με επικεφαλής τον Δημήτρη Γιωτόπουλο, που μέχρι τότε συμμετείχε στην ηγεσία της ΔΑΑ, αντιτάχθηκε στη νέα κατεύθυνση και ίδρυσε το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ), ενώ όσοι συμφώνησαν με τον νέο προσανατολισμό της ΔΑΑ συσπειρώθηκαν γύρω από την εφημερίδα «Μπολσεβίκος», με επικεφαλής τον Γιώργο Βιτσώρη, και ξέκοψαν από το αρχειομαρξιστικό ρεύμα, εντασσόμενοι σταθερά στον τροτσκισμό.

Εκτός από τους Γιωτόπουλο και Βιτσώρη, βασικά στελέχη της ΚΟΜΛΕΑ ήταν και οι Κώστας και Χρήστος Αναστασιάδης, Πέτρος Ανδρώνης,  Παναγιώτης Καββαδάς, Κώστας Καστρίτης, Ανρί Περαχιά, Σωτήρης Τσιγαρίδης κ.ά.

 

Κομμουνιστική Τάση. Συγκροτήθηκε το 2013 στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ από την τροτσκιστική οργάνωση Μαρξιστική Τάση. Το 2015 συμμετείχε στην ίδρυση της Λαϊκής Ενότητας, από την οποία αποχώρησε τον επόμενο χρόνο. Στις εκλογές του 2023 στήριξε το ΚΚΕ. Εκδίδει την εφημερίδα «Επανάσταση».

 

Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση. Μετονομασία, από το 2001, της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Επαναστατών Εργατών. Εκδίδει την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Προοπτική». Οι θέσεις της για το ζήτημα των μεταναστών εργατών επικρίνονται σαν εθνικιστικές. Επικεφαλής της, μέχρι τον θάνατό του το 2010, ήταν ο Γιάννης Βερούχης.

 

Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ). Η οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1934 από το τμήμα της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ), που ήρθε σε ρήξη με τη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση του Τρότσκι, διαφωνώντας με τον προσανατολισμό της για ίδρυση νέας, 4ης Διεθνούς. Επικεφαλής του ΚΑΚΕ ήταν ο Δημήτρης Γιωτόπουλος και δημοσιογραφικό όργανο η «Πάλη των Τάξεων» και στα 1934-35 η «Φωνή των Εργατών και των Αγροτών».

Το ΚΑΚΕ, αποτελώντας τμήμα του παλιού αρχειομαρξιστικού ρεύματος σε μια περίοδο μεγάλης οργανωτικής και πολιτικής ανάπτυξης του ΚΚΕ, δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί και παρέμεινε μια σχετικά μικρή οργάνωση. Είναι χαρακτηριστικό πως στις εκλογές του 1936 δεν πήρε παρά 1.150 ψήφους (0,09%).

Με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, το 1936, πέρασε στην παρανομία και πολλά στελέχη του κλείστηκαν στις φυλακές ή εξορίστηκαν. Κάποια άλλα υπέγραψαν δηλώσεις νομιμοφροσύνης, ενώ ο Παναγιώτης Καββαδάς (Σφυρής), ηγετικό στέλεχος του κόμματος, μπήκε στην υπηρεσία του καθεστώτος. Ο ηγέτης του, Γιωτόπουλος, κατόρθωσε να διαφύγει στο εξωτερικό και το 1939 συνέδεσε το ΚΑΚΕ με το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο, το οποίο αποτελούσαν οργανώσεις της αριστερής αντιπολίτευσης που δεν είχαν συμμετάσχει στην ίδρυση της 4ης Διεθνούς. Μετά την αναχώρηση του Γιωτόπουλου, ο οποίος συνέχισε να αναγνωρίζεται ως ηγέτης του κόμματος, την καθοδήγηση ανέλαβε ο Σωτήρης Τσιγαρίδης (Ποντίκης).

Κατά την περίοδο της Κατοχής το ΚΑΚΕ τάχθηκε υπέρ της συμμετοχής στο εαμικό κίνημα, αν και το κατήγγειλε σαν εθνικιστικό, επιδιώκοντας τη σύνδεσή του με τον κόσμο που συσπείρωνε, με σκοπό τη μετατροπή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σε εμφύλιο - ταξικό. Οι θέσεις αυτές, καθώς και η αντίθεση του ΚΑΚΕ στην πολιτική του ΚΚΕ και του ΕΑΜ (συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας, συμμετοχή στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου), προκάλεσαν την αντίδραση του ΚΚΕ και πολλοί αρχειομαρξιστές εκτελέστηκαν κατά την Κατοχή και την περίοδο των Δεκεμβριανών.

Το 1945 αποσπάστηκε η Ομάδα Κομμουνιστών, πρώην εξόριστων στην Ακροναυπλία, η οποία αργότερα εντάχθηκε στο ΚΚΕ, καταγγέλλοντας το ΚΑΚΕ για εγκατάλειψη των λενινιστικών θέσεων και προσχώρηση στον «λουξεμπουργκισμό». Τον επόμενο χρόνο το ΚΑΚΕ αναπροσανατολίστηκε στην κατεύθυνση της εγκατάλειψης των αναφορών στο κομμουνιστικό κίνημα, εκτιμώντας πως το τελευταίο είχε μεταβληθεί σε όργανο της ιμπεριαλιστικής εξωτερικής πολιτικής της ΕΣΣΔ, το καθεστώς της οποίας θεωρούνταν πως είχε μετατραπεί σε καθεστώς εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από τη νέα κυρίαρχη τάξη των γραφειοκρατών. Τον ίδιο χρόνο άρχισε να συνεργάζεται με αντικομμουνιστικές σοσιαλιστικές ομάδες και το 1947 μετονομάστηκε σε Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας.

 

Κομμουνιστικό Βήμα. Περιοδικό που εξέδιδε στα 1924-25 η οργάνωση Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας, που ασκούσε κριτική από τ’ αριστερά στο ΣΕΚΕ(Κ)-ΚΚΕ.

 

Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ). 1. Μετεξέλιξη της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ένωσης Ελλάδας (ΚΔΕΕ) το 1942, με επικεφαλής τον Άγι Στίνα. Αντιτάχθηκε τόσο στην υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ενάντια στη γερμανική εισβολή όσο και στο εαμικό κίνημα Αντίστασης που το χαρακτήριζε εθνικιστικό. Στα τέλη του 1943, μετά την προσχώρηση και ομάδας προερχόμενης από την ΕΟΚΔΕ (Κώστας Καστρίτης, Γιάννης Θεοδωράτος κ.ά.), μετονομάστηκε σε Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΚΚΕ).

2. Τροτσκιστικό κόμμα που ιδρύθηκε τον Ιούνιο 1946, με το ενοποιητικό Συνέδριο των τεταρτοδιεθνιστικών οργανώσεων. Στο Συνέδριο συμμετείχαν το Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ), το Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΕΚΕ), η πρώην Περιφερειακή Επιτροπή του ΔΚΚΕ της Θεσσαλονίκης (με όργανο τη «Σπίθα») και η ομάδα Κόκκινη Σημαία, προερχόμενη από την Επαναστατική Διεθνιστική Παράταξη της ΕΛΔ. Η απόφαση σύγκλησής του για την ενοποίηση των ελληνικών τροτσκιστικών οργανώσεων πάρθηκε μετά από υπόδειξη και της 4ης Διεθνούς, που ανασυγκροτήθηκε τον ίδιο χρόνο, και στην κατεύθυνση αυτή ιδρύθηκε η Επιτροπή για το Ενοποιητικό Συνέδριο.

Ήδη στην Ελλάδα είχε αναπτυχθεί ένα γιγάντιο εργατικό κίνημα, στο πλαίσιο της εαμικής Αντίστασης, που βρέθηκε υπό την επιρροή και τον έλεγχο του ΚΚΕ, και θεωρούνταν πως η αδυναμία των τροτσκιστών να παρέμβουν αποτελεσματικά σ’ αυτό οφειλόταν και στην πολυδιάσπασή τους. Επιπλέον, το 1946 εκτιμήθηκε πως είχαν φανεί ήδη τα αδιέξοδα της πολιτικής του ΚΚΕ, που καθιστούσαν αναγκαία, δυνατή και εν δυνάμει αποτελεσματική, την ενιαία τροτσκιστική παρέμβαση. Τέλος, η ανασυγκρότηση του διεθνούς τροτσκιστικού κέντρου επέτρεπε την παραπέρα ομογενοποίηση της πολιτικής του τροτσκιστικού κινήματος στην Ελλάδα, το οποίο κατά τα χρόνια της δικτατορίας Μεταξά και της Κατοχής είχε περιέλθει σε απομόνωση από τις διεθνείς αναφορές του. Η συγκρότηση, εντούτοις, του ΚΔΚΕ έγινε σε μια περίοδο που οργίαζε η κρατική και παρακρατική τρομοκρατία και το εργατικό κίνημα αντιμετώπιζε ποικίλες διώξεις και περιορισμούς, που εντείνονταν στη συνέχεια, και τον Δεκέμβριο του 1947 κατέληξαν στην ψήφιση του Α.Ν. 509, με τον οποίο απαγορευόταν η δράση της κομμουνιστικής Αριστεράς.

Λίγους μήνες μετά την ίδρυσή του, τον Φεβρουάριο 1947, το ΚΔΚΕ πέρασε κρίση, με την αποχώρηση του γραμματέα του Άγι Στίνα και της ομάδας του που προερχόταν από το ΔΕΚΕ, η οποία συγκρότησε το Εργατικό Μέτωπο, ερχόμενη τελικά σε ρήξη με τον τροτσκισμό. Η αποχώρηση αυτή συνέβαλε στην ομογενοποίηση των γραμμών του κόμματος, που συνέχισε να δρα νόμιμα έως τα τέλη του χρόνου, εκδίδοντας την εφημερίδα «Εργατική Πάλη» και το περιοδικό «4η Διεθνής». Η τοποθέτησή του υπέρ του ένοπλου αγώνα του ΔΣΕ είχε ως συνέπεια συλλήψεις, φυλακίσεις και εκτοπίσεις μελών του.

Μετά την απαγόρευση της δράσης του το ΚΔΚΕ συνέχισε να λειτουργεί σε δύσκολες συνθήκες παρανομίας, καθώς τα περιθώρια παρέμβασης στο μαζικό εργατικό κίνημα είχαν περιοριστεί στο ελάχιστο και το ίδιο το κίνημα είχε υποστεί σκληρά χτυπήματα και βρισκόταν σε κατάσταση διάλυσης.

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου πρόβαλλε ως κεντρική γραμμή την ενότητα των δυνάμεων της Αριστεράς και το 1950 στήριξε εκλογικά τη Δημοκρατική Παράταξη. Μέλη του εντάχθηκαν σε νόμιμες οργανώσεις της μη κομμουνιστικής Αριστεράς, κυρίως στο ΣΚ-ΕΛΔ και αργότερα στον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο, σε μια προσπάθεια εφαρμογής της τακτικής του εισοδισμού. Μετά την ίδρυση της ΕΔΑ το 1951 και μέχρι και τις εκλογές που ματαίωσε το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967, κατεύθυνση του ΚΔΚΕ ήταν η υπερψήφισή της, ενώ από το 1958 επιδιωκόταν και εισοδισμός στις γραμμές της.

Τα συνδικαλιστικά στελέχη του ΚΔΚΕ συμμετείχαν στη σοσιαλιστική παράταξη Κίνημα Ελεύθερου Συνδικαλισμού (ΚΕΣ) μέχρι το 1955 και μετά την ενοποίησή της με την παράταξη που έλεγχε η ΕΔΑ και τη συγκρότηση του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ) εντάχθηκαν σ’ αυτό, αν και αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα, λόγω της εχθρικής στάσης που κρατούσαν απέναντί τους οι συνδικαλιστές της ΕΔΑ.

Η κριτική που ασκούσαν οι τροτσκιστές στο ΚΚΕ, κυρίως για τους χειρισμούς που οδήγησαν στην ήττα το κίνημα κατά τη δεκαετία του 1940, αντικρουόταν ως πρακτική διασπαστική, η κριτική στον «γραφειοκρατικό εκφυλισμό» της ΕΣΣΔ αντιμετωπιζόταν με την κατηγορία του αντισοβιετισμού, ενώ ιδιαίτερο βάρος δινόταν στην απουσία των τροτσκιστών από το αντιστασιακό κίνημα του ΕΑΜ, καθώς και στην ευνοϊκή στάση της 4ης Διεθνούς απέναντι στο γιουγκοσλαβικό καθεστώς του Τίτο, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αντίληψη πως στην ήττα του Εμφυλίου ήταν καθοριστικός ο ρόλος του τιτοϊκού «πισώπλατου χτυπήματος». Επιπλέον, σοβαρά προβλήματα δημιουργούσαν στο ΚΔΚΕ οι φιλικές σχέσεις που ανέπτυσσε η Γιουγκοσλαβία με το ελληνικό καθεστώς και η ένταξή της στο αντισοβιετικό Βαλκανικό Σύμφωνο, από κοινού με την Ελλάδα και την Τουρκία.

Το 1958 αποχώρησε από το ΚΔΚΕ ομάδα με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα του κόμματος Κώστα Καστρίτη, που ίδρυσε την Κοινωνική Πρωτοπορία, ενώ το 1964 άλλη ομάδα ίδρυσε την Εργατική Δημοκρατία.

Η εκδοτική δραστηριότητα του ΚΔΚΕ σε συνθήκες παρανομίας ήταν έντονη. Στα 1950-54 εκδιδόταν το περιοδικό «4η Διεθνής». Από το 1959 εξέδιδε παράνομα το πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό «Μαρξιστικό Δελτίο», ενώ συνεχιζόταν κατά καιρούς και η παράνομη έκδοση της «Εργατικής Πάλης». Το 1962 ιδρύθηκε το «Νέον Βιβλιοπωλείον» και εκδόθηκε το λογοτεχνικό περιοδικό «Διανοούμενος», και από το 1965 κυκλοφορούσε και το περιοδικό «Ο Λόγος μας».

Με την επιβολή της δικτατορίας, το 1967, το ΚΔΚΕ πήρε την πρωτοβουλία ίδρυσης των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης (ΔΕΑ) και τα επόμενα χρόνια εξέδιδε τα έντυπα «Αγωνιστής», «4η Διεθνής», «Επαναστατική Γραμμή», «Εργατική Πάλη», «Πολιτική Επιθεώρηση» κ.ά.

Με την πτώση της δικτατορίας και τη νομιμοποίησή του, το ΚΔΚΕ, εκτιμώντας ότι λόγω μεγέθους και δυνατοτήτων πολιτικής παρέμβασης δεν μπορεί να φέρει τον τίτλο κόμματος, μετονομάστηκε σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ), παίρνοντας τον τίτλο της ιστορικής οργάνωσης που ίδρυσε το 1934 ο Παντελής Πουλιόπουλος.

Στις γραμμές του ΚΔΚΕ συμμετείχε το σύνολο των ηγετικών στελεχών του τροτσκιστικού κινήματος της εποχής, όπως οι Κώστας Αναστασιάδης (για λίγο μετά την ίδρυσή του), Χρήστος Αναστασιάδης, Σωτήρης Γουδέλης, Γιώργος Δαλαβάγκας (γραμματέας στα 1964-69, αποχώρησε κατόπιν), Κλεάνθης Δεπαπής, Παναγιώτης Δούμας (έως το 1964), Γιάννης Θεοδωράτος (έως το 1958), Θεοδόσης Θωμαδάκης (έως το 1964), Καστρίτης (γραμματέας στα 1947-57, αποχώρησε το 1958), Δημήτρης Λιβιεράτος (αποχώρησε κατά την περίοδο της δικτατορίας), Σωφρόνης Παπαδόπουλος, Λάζαρος Τουρνόπουλος, Γιάννης Φελέκης κ.ά.

 

Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Μέτωπο. Σχήμα συνεργασίας της Οργάνωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ) και της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ένωσης Ελλάδας  (ΚΔΕΕ) στις εκλογές του Ιανουαρίου 1936. Συμμετείχε στις εκλογικές περιφέρειες Αθήνας και Θεσσαλονίκης, με υποψήφιους τον Γιώργο Βιτσώρη και τον Παντελή Πουλιόπουλο, και πήρε 300 ψήφους (0,02%).

 

Κομμουνιστικό Επαναστατικό Μέτωπο (ΚΕΜ).Τροτσκιστική οργάνωση μαντελικού προσανατολισμού. Ιδρύθηκε το 1975, με την ενοποίηση της Ομάδας Κομμουνισμός που συγκροτούνταν από στελέχη που έδρασαν στη δυτική Ευρώπη κατά την περίοδο της δικτατορίας (Ελένη Βαρίκα, Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν, Γιώργος Μητραλιάς, Αντώνης Πλούτης κ.ά.) και τμήματος της Σοσιαλιστικής Επαναστατικής Ένωσης (ΣΕΕ). Εξέδιδε την εφημερίδα «Οδόφραγμα». Το 1977 ενοποιήθηκε με την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ).

 

Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ). Το ιστορικό κόμμα της εργατικής τάξης στην Ελλάδα. Το ΚΚΕ αποτελεί τυπικό κόμμα «κομμουνιστικής ορθοδοξίας», καθώς συνέδεσε τις ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις του με αυτές του κυρίαρχου ρεύματος μέσα στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 μέχρι τις καταρρεύσεις στα 1989-91. Ιδρύθηκε τον Νοέμβριο 1918 ως Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ), ως αποτέλεσμα κυρίως τριών παραγόντων: της σύνδεσης των μικρών σοσιαλιστικών δυνάμεων της «Παλιάς Ελλάδας» με το σχετικά ισχυρό σοσιαλιστικό κίνημα της Θεσσαλονίκης που συσπειρωνόταν στη Φεντερασιόν, της σχετικής ωρίμανσης του εργατικού κινήματος, που εκφράστηκε και με την ίδρυση, τον Οκτώβριο 1918, της ΓΣΕΕ, και του προωθητικού ρόλου της νίκης της Ρωσικής Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917.

Από το ΣΕΚΕ στο τυπικό τριτοδιεθνιστικό Κ.Κ. (1918-31). Η προσπάθεια διαμόρφωσης των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του ΣΕΚΕ και επεξεργασίας μιας πολιτικής που να αντιστοιχεί στις ανάγκες του κινήματος στην ελληνική πραγματικότητα, χαρακτηρίζει την πρώτη περίοδο της λειτουργίας του. Με την πίεση της αριστερής τάσης (Νίκος Δημητράτος, Δημήτρης Λιγδόπουλος, Φραγκίσκος Τζουλάτης κ.ά.), το κόμμα συνδέεται το 1920 με τη Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία και την Κομμουνιστική Διεθνή (Κ.Δ.), προσθέτοντας στον τίτλο του και τον όρο «Κομμουνιστικό». Εντούτοις, στην ηγεσία του επικρατούν τάσεις που χωρίς να αντιτίθενται στη σύνδεση με την Κ.Δ. δεν έχουν έρθει σε πλήρη ρήξη με την παραδοσιακή αντίληψη της  Β΄ Διεθνούς (Γεώργιος Γεωργιάδης, Παναγής Δημητράτος, Γιάννης Κορδάτος, Αβραάμ Μπεναρόγια,  Αριστοτέλης Σίδερης κ.ά.).

Αυτή την περίοδο η μεν τριτοδιεθνιστική τάση επιδιώκει τη «μπολσεβικοποίηση» του κόμματος, τείνοντας να υποτιμήσει την ανάγκη μελέτης και ανάλυσης της ελληνικής πραγματικότητας, άρα την επεξεργασία αντίστοιχης πολιτικής, οι δε αντίπαλοί της τείνουν να υποτιμούν τη διαμόρφωση του κόμματος ως επαναστατικού πολιτικού φορέα, υπερεκτιμώντας τις δυσκολίες που θέτει η συγκεκριμένη ταξική σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας, με το μικρό ποσοστό που αντιπροσωπεύει η εργατική τάξη, και η κυριαρχούμενη από τον ανταγωνισμό των αστικών δυνάμεων πολιτική κατάσταση. Στη βάση αυτής της λογικής υιοθετείται τον Φεβρουάριο 1922 μια χαλαρή σχέση με τις αποφάσεις της Κ.Δ. (που εκλαμβάνονται απλώς ως σημαντικά ντοκουμέντα, χωρίς τη δέσμευση υλοποίησής τους), καθώς και η γραμμή της «μακράς νομίμου υπάρξεως», σύμφωνα με την οποία το κόμμα πρέπει να αποφύγει δραστηριότητες που θα έθεταν σε κίνδυνο τη νόμιμη λειτουργία του. Εφαρμόζοντας αυτή την πολιτική, το ΣΕΚΕ(Κ) αδυνατεί να παρέμβει πολιτικά στη συνθήκη γενικευμένης εθνικής κρίσης που προκάλεσε η Μικρασιατική Καταστροφή.

Το ΣΕΚΕ, που είχε αντιταχθεί στην Ουκρανική Εκστρατεία ενάντια στη Ρωσική Επανάσταση το 1919 και στη Μικρασιατική Εκστρατεία κατόπιν, είχε συμμετάσχει στις εκλογές του 1920, εξασφαλίζοντας περίπου 50.000 ψήφους, καθώς η αντιπολεμική του τοποθέτηση εξέφρασε τις λαϊκές διαθέσεις, αλλά στις εκλογές του 1923 πήρε μόλις 18.000 ψήφους.  Η παρέμβασή του στο μαζικό εργατικό κίνημα γινόταν μέσα από τη ΓΣΕΕ, η Διοίκηση της οποίας από το 1919 αποτελούνταν από μέλη του κόμματος. Οι σχέσεις του ΣΕΚΕ με τη ΓΣΕΕ διαμορφώθηκαν με τη μορφή της οργανικής σύνδεσης, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών αντιπολιτευτικών και διασπαστικών τάσεων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τα πρώτα αυτά χρόνια γραμματείς του κόμματος ήταν οι Ν. και Π. Δημητράτος, Κορδάτος και Νίκος Σαργολόγος, που αποδείχτηκε κατόπιν πράκτορας της αστυνομίας.

H περίοδος 1923-24, κατά την οποία την ηγεσία του κόμματος είχαν αναλάβει οι Θωμάς Αποστολίδης, Κορδάτος και Σεραφείμ Μάξιμος, χαρακτηρίζεται από την εκδήλωση έντονης κρίσης, που κατέληξε στην ανατροπή της μέχρι τότε γραμμής, στην αποχώρηση της σοσιαλδημοκρατικής πτέρυγας από το κόμμα και την ανάδειξη στην ηγεσία του Παντελή Πουλιόπουλου, που εκπροσωπούσε τους νέους κομμουνιστές, οι οποίοι είχαν δράσει ως φαντάροι στο αντιπολεμικό κίνημα του μετώπου της Μικράς Ασίας.

Το 3ο Έκτακτο Συνέδριο (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1924), που ανέδειξε τη νέα ηγεσία, μετονόμασε και το κόμμα σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας - Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΚΕ-ΕΤΚΔ). Άρχιζε η περίοδος «μπολσεβικοποίησης» του κόμματος, συγκρότησής του ως λενινιστικού «κόμματος νέου τύπου», με βάση τις αρχές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και τον σαφή προσανατολισμό στην προετοιμασία των όρων για τη σοσιαλιστική επανάσταση και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου σε μια σοβιετική Ελλάδα. Η περίοδος αυτή σημαδεύεται από την ένταση της καταστολής κατά της κομμουνιστικής δραστηριότητας και ενάντια συνολικά στο εργατικό κίνημα, ιδιαίτερα το 1925-26, με την επιβολή της δικτατορίας του Πάγκαλου.

Οι διώξεις των κομμουνιστών, εκτός των άλλων, επιδιώκεται να στηριχτούν και στην κατηγορία για αντεθνική δράση, καθώς το κόμμα έχει υιοθετήσει τη θέση της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας για «Ενιαία ανεξάρτητη Μακεδονία - Θράκη», που σήμαινε την απόσπαση των βόρειων επαρχιών της Ελλάδας, για τη δημιουργία ανεξάρτητου μακεδονικού και θρακικού κράτους. Η θέση αυτή επικρίθηκε και μέσα στις γραμμές του κόμματος, αλλά και από τους αρχειομαρξιστές, που είχαν διαγραφεί από το 1924, γιατί δεν έπαιρνε υπόψη τις πληθυσμιακές αλλαγές που είχαν συντελεστεί στις περιοχές αυτές, όπου, μετά τις ανταλλαγές πληθυσμών, η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων τους είχε ελληνική εθνική συνείδηση. Με αφορμή το Μακεδονικό φυλακίστηκε, μεταξύ άλλων, και ο γραμματέας του κόμματος Πουλιόπουλος που αντικαταστάθηκε προσωρινά από τον Ελευθέριο Σταυρίδη, o οποίος λίγα χρόνια αργότερα πέρασε στο εχθρικό στρατόπεδο, εξελισσόμενος σε φανατικό αντικομμουνιστή. Την ίδια περίοδο το κόμμα εγκαταλείπει την πολιτική της οργανικής σύνδεσης με τη ΓΣΕΕ, αλλά στο 3ο Συνέδριο της Συνομοσπονδίας, τον Μάρτιο του 1926, χάνει τον έλεγχό της, μετά από συλλήψεις κομμουνιστών αντιπροσώπων και αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων.

Στις εκλογές του 1926 το ΚΚΕ κέρδισε το 4,38% (42.000 ψήφοι), εκλέγοντας 10 βουλευτές. Την εκλογική επιτυχία ακολουθεί νέα εσωκομματική κρίση που απηχεί και την κρίση στις γραμμές του Κόμματος των Μπολσεβίκων και της Κ.Δ., μετά τη ρήξη Στάλιν - Τρότσκι. Η κρίση, που οξύνεται το 1927, οδηγεί στη διαγραφή ομάδας στελεχών (Πουλιόπουλος, Παστίας Γιατσόπουλος κ.ά.), που ακολουθείται από διαγραφές και αποχωρήσεις και άλλων στελεχών, μεταξύ των οποίων και ο Μάξιμος. Οι αποχωρήσαντες συγκροτούν αριστερή αντιπολιτευτική κίνηση που, όπως και οι αρχειομαρξιστές, συμπαρατάσσεται  με το ρεύμα της τροτσκιστικής Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης.

Στην ηγεσία του κόμματος ανέρχεται μια νέα γενιά στελεχών, που στην πλειονότητά της αποτελείται από αφοσιωμένους στις κατευθύνσεις της Κ.Δ., απόφοιτους της σχολής ΚΟΥΤΒ της Μόσχας. Ανάμεσά τους είναι και ο νέος ηγέτης του ΚΚΕ Ανδρόνικος Χαϊτάς. Η εσωκομματική κρίση έχει ως συνέπεια και την αποτυχία στις εκλογές του 1928, όταν το ποσοστό του κόμματος (που συμμετείχε στις εκλογικές μάχες με τον τίτλο Ενιαίο Μέτωπο Εργατών-Αγροτών και Προσφύγων) μειώνεται στο 1,41% (14.300 ψήφοι) και στερείται την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Ανάλογο αριθμό ψήφων και ποσοστό 1,7% πήρε και στις εκλογές για τη Γερουσία, το 1929.

Τον ίδιο χρόνο, 1929, ξεσπάει νέα εσωκομματική κρίση, με δύο τάσεις στην ηγεσία του ΚΚΕ να συμμετέχουν σ’ αυτό που αργότερα χαρακτηρίστηκε «φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές» και εξέφραζε διαφορετικές αντιλήψεις για την εφαρμογή των κατευθύνσεων της Κ.Δ., η οποία, εκτιμώντας ότι ο διεθνής καπιταλισμός έχει περάσει σε μια περίοδο οξυμένης κρίσης, θεωρούσε πως η ανοιχτή ταξική αντιπαράθεση είναι προ των πυλών και γι’ αυτό τα Κ.Κ. πρέπει να προσανατολιστούν σε επαναστατικές πρακτικές. Σε μια τέτοια περίοδο επέρχεται πόλωση των πολιτικών δυνάμεων, έτσι ώστε όσες δεν είναι επαναστατικές, δηλαδή, όλες εκτός των Κ.Κ., είναι φιλοφασιστικές. Κατά συνέπεια, η σοσιαλδημοκρατία χαρακτηρίζεται «σοσιαλφασιστική», οι αγροτιστές «αγροτοφασίστες» κ.λπ.

Ενώ η μία τάση, με επικεφαλής τους Α. Χαϊτά, Κώστα Ευτυχιάδη, Γιώργη Κολοζώφ κ.ά., υποστηρίζει μια προσεκτική εφαρμογή της νέας γραμμής, εκτιμώντας ότι προέχει η κομματική οικοδόμηση, η άλλη, με επικεφαλής κυρίως συνδικαλιστικά στελέχη του κόμματος (Κώστας Θέος, Γιώργος Σιάντος κ.ά.), αλλά και τον Διονύση Πυλιώτη κ.ά., επιδιώκει την υλοποίησή της, προσανατολιζόμενη σε μαζικές μαχητικές κινητοποιήσεις, που εκτιμούσε πως θα οδηγούσαν στη διαμόρφωση επαναστατικών συνθηκών. Η νέα κρίση αποδιοργανώνει το κόμμα και επιδρά αποδιαρθρωτικά στις σχέσεις του με το μαζικό εργατικό κίνημα.

H ολοκλήρωση του αντικομμουνιστικού πραξικοπήματος στη ΓΣΕΕ με το 4ο Συνέδριο του 1928, από το οποίο αποκλείστηκαν μαζικές υπό κομμουνιστική επιρροή οργανώσεις, οδηγεί το ΚΚΕ στη συγκρότηση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, τον Φεβρουάριο 1929. Τον ίδιο χρόνο, για την αντιμετώπιση της κομμουνιστικής δραστηριότητας, ψηφίζεται το «Ιδιώνυμο», που θέτει σοβαρά εμπόδια στην πολιτική δράση που στοχεύει στην καθεστωτική αλλαγή. Εντείνεται, έτσι, η κρατική καταστολή ενάντια στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και ενάντια στους αγώνες της αγροτιάς και των μικροϊδιοκτητικών στρωμάτων των πόλεων, των φοιτητών κ.λπ. Σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, η παρατεταμένη κρίση του κόμματος εμπόδιζε την αποτελεσματική παρέμβαση για την οργάνωση των εργατικών και λαϊκών αγώνων, που υπολείπονταν σε σχέση με τα τεράστια προβλήματα ανεργίας και φτώχειας που προκάλεσε η μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση.

Από την ανασυγκρότηση στη δικτατορία Μεταξά (1931-40). Για την έξοδο του κόμματος από την κρίση αποφασίστηκε η παρέμβαση της Κ.Δ., η οποία τον Νοέμβριο του 1931 διόρισε νέα ηγεσία, με επικεφαλής τον Νίκο Ζαχαριάδη. Με τη νέα ηγεσία το κόμμα μπήκε σε μια περίοδο ανασυγκρότησης των δυνάμεών του και οργάνωσης της αποτελεσματικής παρέμβασής του στο μαζικό εργατικό και τα άλλα λαϊκά κινήματα, που του επέτρεψε να καθοδηγήσει μεγάλους αγώνες τα επόμενα χρόνια, κατά τα οποία υπήρξε ορμητική ανάπτυξη των εργατικών και λαϊκών αντιστάσεων.

Παράλληλα, το ΚΚΕ διαμορφωνόταν σε τυπικά σταλινικό τριτοδιεθνιστικό κόμμα, σε όλα τα επίπεδα. Ιδεολογικά, αποδεχόμενο τη σταλινική ανάγνωση του μαρξισμού-λενινισμού που επικρίθηκε και τότε και πολύ περισσότερο αργότερα, ως δογματική κωδικοποίηση της θεωρίας του επιστημονικού σοσιαλισμού, με κύριο χαρακτηριστικό τον οικονομισμό και τη γραμμική αντίληψη των ιστορικών διεργασιών. Οργανωτικά, με την αυστηρή συγκεντρωτική κομματική διάρθρωση που το καθιστούσε αποτελεσματικό στη λήψη και υλοποίηση αποφάσεων και στη συνοχή των γραμμών του, αλλά επικρίθηκε ως περιοριστική της εσωκομματικής δημοκρατικής ζωής. Πολιτικά, με την προσπάθεια συγκεκριμένης ανάλυσης της ελληνικής πραγματικότητας για τη χάραξη τακτικής και στρατηγικής προσαρμοσμένης στις συγκεκριμένες ελληνικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Καθώς, όμως, η ανάλυση αυτή εκπορευόταν από τις βασικές κατευθύνσεις της Κ.Δ., θεωρήθηκε από τους αριστερούς επικριτές της πολιτικής του ΚΚΕ ως ευθυγράμμιση με τις προτεραιότητες που έθετε η εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ.

Στην 6η Ολομέλεια της Κ.Ε., τον Μάρτιο 1934, εγκρίθηκε το νέο Πρόγραμμα του κόμματος, σύμφωνα με το οποίο η επανάσταση στην Ελλάδα θα είχε αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα, με τάσεις γρήγορης μετεξέλιξης σε σοσιαλιστική επανάσταση. Ο νέος αυτός προγραμματικός προσανατολισμός θεμελιώθηκε στην εκτίμηση της Κ.Δ. πως η Ελλάδα είναι χώρα με μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και με σοβαρά άλυτα προβλήματα αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα. Οι θέσεις αυτές επικρίθηκαν από άλλες αριστερές τάσεις και κυρίως από τον ηγέτη του τροτσκιστικού ρεύματος Παντελή Πουλιόπουλο, που επισήμανε τον καπιταλιστικό χαρακτήρα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και τις πολιτικές συνέπειες από την εγκατάλειψη της σοσιαλιστικής επανάστασης ως άμεσου στρατηγικού στόχου.

Το ΚΚΕ σημείωσε σημαντικές επιτυχίες κατά την περίοδο αυτή, ενισχύοντας τις γραμμές του με χιλιάδες νέα μέλη και πρωτοστατώντας σε μεγάλους κοινωνικούς ταξικούς αγώνες. Η αύξηση της επιρροής του και η διαμόρφωση στενών σχέσεων πολιτικής εκπροσώπησης με εργατικά και λαϊκά στρώματα, εκφράστηκε και στα εκλογικά αποτελέσματα, που κυμάνθηκαν στο 4,97% (58.000 ψήφοι και 10 έδρες) τον Σεπτέμβριο 1932, 4,64% (53.000 ψήφοι) τον Μάρτιο 1933, 9,59% (99.000 ψήφοι) τον Ιούνιο 1935, όταν απείχαν τα βενιζελικά κόμματα και πολλοί ψηφοφόροι τους ψήφισαν το ΚΚΕ, και στο 5,76% (73.500 ψήφοι και 15 έδρες) τον Ιανουάριο 1936. Παράλληλα, μεγάλες επιτυχίες σημειώνονται στις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του 1934 και εκλέγονται οι πρώτοι «κόκκινοι δήμαρχοι» στις εργατουπόλεις της Καβάλας (Δημήτρης Παρτσαλίδης) και των Σερρών (Διονύσης Μενύχτας).

Το ΚΚΕ ριζώνει στις εργατουπόλεις όπου αναπτύσσεται ισχυρό εργατικό κίνημα, ενώ διαμορφώνει δεσμούς και με το προσφυγικό προλεταριάτο, στον βαθμό που αυτό αποσπάται από την επιρροή του βενιζελισμού, όταν η οικονομική κρίση και η παραγραφή των αποζημιώσεων για τις χαμένες περιουσίες των προσφύγων, τους κάνει να εγκαταλείψουν τις αυταπάτες μικροαστικής αποκατάστασης. Την ίδια περίοδο αναπτύσσεται και η επιρροή του σε τμήματα της φτωχών αγροτικών πληθυσμών, αλλά και της φοιτητικής νεολαίας και της προοδευτικής διανόησης.

Στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου δεν υπήρχαν αντικειμενικές δυνατότητες άσκησης μιας πολιτικής που θα έκανε εφικτή την ανάπτυξη μαζικού ρεφορμιστικού ρεύματος. Αποτυγχάνουν, έτσι, οι προσπάθειες των σοσιαλδημοκρατικών κύκλων για συγκρότηση κόμματος με μαζική επιρροή στην εργατική τάξη. Παράλληλα, η απήχηση της Οκτωβριανής Επανάστασης και οι σχέσεις του ΚΚΕ με την Κ.Δ. και την ΕΣΣΔ, που αποτελούσε για τον κόσμο της Αριστεράς το προπύργιο του σοσιαλισμού, αποτελεί και τον κύριο λόγο για την περιορισμένη απήχηση του τροτσκιστικού και του αρχειομαρξιστικού ρεύματος. Έτσι, το ΚΚΕ καταγράφεται ως το κόμμα της εργατικής τάξης, το κόμμα της προλεταριακής επανάστασης.

Με την αλλαγή προσανατολισμού της Κ.Δ., την εγκατάλειψη της πολιτικής «τάξη εναντίον τάξης» και την κατεύθυνση συγκρότησης αντιφασιστικών μετώπων, που το 1935 πήραν τη μορφή του Λαϊκού Μετώπου, το ΚΚΕ κατεβαίνει στις εκλογές του Ιανουαρίου 1936 ως Παλλαϊκό Μέτωπο και αναδεικνύεται σε ρυθμιστική δύναμη στη Βουλή. Στο πλαίσιο της νέας αυτής κατεύθυνσης, υπογράφεται συμφωνία με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, το Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα, που πρόβλεπε τη στήριξη του ηγέτη των φιλελευθέρων για τη θέση του προέδρου της Βουλής, με αντάλλαγμα την κατάργηση των αντιδημοκρατικών νόμων και την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων. Τη συμφωνία παραβίασαν οι φιλελεύθεροι, που ψήφισαν υπέρ της κυβέρνησης Μεταξά.

Η ανάδειξη του ΚΚΕ σε ρυθμιστικό παράγοντα, η γενικευμένη κρίση του αστισμού και η ανάπτυξη μεγάλων εργατικών και λαϊκών αγώνων, με αποκορύφωμα την εργατική και παλλαϊκή εξέγερση τον Μάιο του 1936 στη Θεσσαλονίκη, διαμορφώνουν έκρυθμες συνθήκες, τις οποίες το καθεστώς επιχειρεί να αντιμετωπίσει με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά-Γλύξμπουργκ.

Η επιβολή της δικτατορίας στις 4 Αυγούστου 1936, με τα φασιστικά μέτρα άγριας καταστολής που υιοθετεί, οδηγεί στην αποδιάρθρωση του κομματικού μηχανισμού. Δεκάδες χιλιάδες μέλη και οπαδοί του ΚΚΕ υποχρεώνονται, με βασανισμούς, φυλακίσεις και εκτοπίσεις, να υπογράψουν δηλώσεις αποκήρυξης του κομμουνισμού. Χιλιάδες άλλοι παραμένουν φυλακισμένοι και εξόριστοι, ενώ δεν λείπουν και οι δολοφονίες κρατούμενων αγωνιστών.

Οι δυνάμεις του ΚΚΕ, που δρουν σε βαθιά παρανομία, επιδιώκουν τη συγκρότηση αντιδικτατορικού μετώπου και κινήματος χωρίς επιτυχία, κυρίως λόγω της διστακτικότητας ή και της ανοιχτής απόρριψης συνεργασίας μαζί του από τα αστικοδημοκρατικά κόμματα.

Η αποδιοργάνωση του κόμματος φτάνει μέχρι και στο στήσιμο «Προσωρινής Διοίκησης», από στελέχη που είχαν περάσει στην υπηρεσία του υφυπουργού Ασφάλειας Kωνσταντίνου Μανιαδάκη. Μικρός αριθμός στελεχών του κόμματος που είχαν διαφύγει τη σύλληψη συγκρότησε την «Παλιά Κ.Ε.», την οποία, εντούτοις, δεν αναγνώρισε το σύνολο των παράνομων οργανώσεων, που σε μεγάλο βαθμό δρούσαν ασύνδετες μεταξύ τους, εξαιτίας του φόβου της διάβρωσης από όργανα της Ασφάλειας.

Η Μεγάλη Δεκαετία του 1940. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, φτάνει το κόμμα στις παραμονές του πολέμου και μέχρι την ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου 1940 υιοθετεί στο σύνολό του τη γραμμή της Κ.Δ., που χαρακτηρίζει τον πόλεμο ιμπεριαλιστικό και καλεί σε αντιπολεμική δράση. Στη βάση αυτής της κατεύθυνσης, η «Παλιά Κ.Ε.» αντιτάσσεται στην άμυνα απέναντι στην ιταλική επίθεση, χαρακτηρίζοντας την ελληνική πλευρά εξίσου υπεύθυνη για τον πόλεμο, ως όργανο του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Αντίθετα, υπέρ της άμυνας και της απόκρουσης της ιταλικής εισβολής τάσσεται ο κρατούμενος ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, με ανοιχτή επιστολή που δημοσιεύεται στον Τύπο, με την οποία ο πόλεμος χαρακτηρίζεται εθνικοαπελευθερωτικός και καλούνται οι κομμουνιστές, η εργατική τάξη και o λαός «να δώσουν όλες τους τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη» για την απόκρουση της φασιστικής επίθεσης. Το γράμμα του Ζαχαριάδη -που η «Παλιά Κ.Ε.» χαρακτήρισε πλαστό, αλλά υιοθετήθηκε από το σύνολο των φυλακισμένων και εξόριστων στελεχών του κόμματος- δίνει την κατεύθυνση αντίστασης στους κομμουνιστές, ενώ δύο επόμενα γράμματα, που δεν δημοσιοποιούνται από το καθεστώς, θέτουν το ζήτημα της ειρήνευσης, καθώς -όπως υποστήριζε ο ηγέτης του ΚΚΕ- μετά την εκδίωξη των εισβολέων ο πόλεμος διεξαγόταν για τα συμφέροντα της Βρετανίας.

Μετά την κατάρρευση του μετώπου, με τη γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1941, και τις μαζικές αποδράσεις φυλακισμένων και εξόριστων στελεχών, το ΚΚΕ αρχίζει να ανασυγκροτείται, έχοντας κύρια κατεύθυνση την ανάπτυξη κινήματος Αντίστασης ενάντια στους κατακτητές. Αυτόν τον προσανατολισμό του ΚΚΕ τον ενισχύει ακόμη περισσότερο η γερμανική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης τον Ιούνιο 1941.

Το ΚΚΕ πρωτοστατεί στη συγκρότηση μαζικών αντιστασιακών οργανώσεων, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή ενότητα και συμμετοχή σ’ αυτές και άλλων δυνάμεων, ανεξαρτήτως ιδεολογικοπολιτικής τοποθέτησης. Μετά την ίδρυση της Εθνικής Αλληλεγγύης και του Εθνικού Εργατικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΕΑΜ), προχωράει τον Σεπτέμβριο 1941 στην ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ), με τη συμμετοχή μικρών κομμάτων της μη κομμουνιστικής Αριστεράς. Αποτυγχάνει, δηλαδή, η προσπάθεια συγκρότησης ενιαίου αντιστασιακού κινήματος από το σύνολο των αντικατοχικών πολιτικών δυνάμεων. Έτσι, το ΕΑΜ περιορίζεται στον χώρο της Αριστεράς, όπου κυριαρχεί αναμφίβολα το ΚΚΕ.

Οι εκπρόσωποι των αστικών πολιτικών δυνάμεων -που ήταν αποδιαρθρωμένες από το 1936- είτε διστάζουν να ενταχθούν στην Αντίσταση είτε ακολουθούν την κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή, ενώ κάποιοι συνεργάζονται ανοιχτά ή καλυμμένα με τις δυνάμεις κατοχής. Οι εκτός ΕΑΜ αντιστασιακές οργανώσεις δεν κατάφεραν να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά το εαμικό κίνημα, λειτουργώντας, σε μεγάλο βαθμό, ως όργανα της βρετανικής πολιτικής ή και συνεργαζόμενες πολλές απ’ αυτές, λιγότερο ή περισσότερο, με τους κατακτητές, ιδιαίτερα μετά τη γιγάντια ανάπτυξη της εαμικής Αντίστασης.

Ανεξαρτήτως των προθέσεων του ΚΚΕ, που επιδίωκε τον περιορισμό της Αντίστασης σε εθνικοαπελευθερωτικό πλαίσιο, θεωρώντας ότι τα ζητήματα του πολιτικοκοινωνικού καθεστώτος θα έπρεπε να λυθούν μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες μετά την Απελευθέρωση, το ΕΑΜ συγκροτείται και αναπτύσσεται ως ένας συνασπισμός λαϊκών κοινωνικών δυνάμεων και πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς, υπό την ηγεμονία του ίδιου του ΚΚΕ και της εργατικής τάξης την οποία εκφράζει και η οποία πρωτοστατεί σε μοναδικούς για όλη την κατεχόμενη Ευρώπη ταξικούς διεκδικητικούς και πολιτικούς αγώνες. Το ΕΕΑΜ αναδεικνύεται ως η ισχυρότερη συνδικαλιστική δύναμη που έχει υπάρξει στην Ελλάδα, με ισχυρούς δεσμούς με τη μεγάλη πλειονότητα της εργατικής τάξης. Παράλληλα, αναπτύσσεται η ένοπλη πάλη από τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ), ο οποίος στα 1943-44 έχει απελευθερώσει το σύνολο, σχεδόν, των ορεινών περιοχών της χώρας που συγκροτούν την Ελεύθερη Ελλάδα, όπου εγκαθιδρύονται πρωτόγνωροι θεσμοί λαϊκής δημοκρατικής εξουσίας.

Διαμορφώνεται, υπό την επιρροή των κομμουνιστικών και μαρξιστικών ιδεών, η εαμική λαϊκοδημοκρατική ιδεολογία, που συνίσταται στον αντιιμπεριαλιστικό και διεθνιστικής κατεύθυνσης πατριωτισμό, με πρόταγμα την εθνική απελευθέρωση και τη θεμελίωση της εθνικής ανεξαρτησίας, χωρίς ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και επιρροές, τη φιλία με τους γειτονικούς λαούς και την κατοχύρωση της ειρήνης. Τον δημοκρατισμό, με πρόταγμα την εγκαθίδρυση της «Λαοκρατίας», απορρίπτοντας την επαναφορά του καθεστώτος της τυπικής αστικής δημοκρατίας και του θεσμού της βασιλείας. Τον αντιπλουτοκρατισμό, που αναφέρεται σε μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης, έως και στην κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την αντικατάστασή της από σοσιαλιστικές κοινωνικές σχέσεις.

Το ΚΚΕ βρίσκεται πολύ σύντομα επικεφαλής ενός γιγάντιου λαϊκού κινήματος που ξεπερνά τον στόχο της εθνικής απελευθέρωσης. Η πραγματικότητα αυτή αντανακλάται αντιφατικά στην ίδια του την πολιτική. Έτσι, ενώ συνεχίζει να αναφέρεται στα οράματα και τους στρατηγικούς στόχους που το συγκροτούν ως κόμμα του επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού, ενσωματώνοντας στο Πρόγραμμά του και στο Πρόγραμμα του ΕΑΜ το αίτημα της Λαοκρατίας, επιμένει στην επιδίωξη συνεργασίας με τις αστικές δυνάμεις και με τους Βρετανούς, για την εξυπηρέτηση των συνολικότερων στόχων της διεθνούς συμμαχίας κατά του Άξονα, στην οποία συμμετέχει η ΕΣΣΔ.

H αντιφατικότητα αυτής της πολιτικής εκδηλώνεται όλο και πιο έντονα το 1944, καθώς προδιαγράφεται η ήττα του φασισμού και η απελευθέρωση της Ελλάδας. Τη  συγκρότηση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), ως κυβέρνησης της Αντίστασης, και τη σύγκληση Εθνικού Συμβουλίου, ως κοινοβουλίου της Ελεύθερης Ελλάδας, ακολουθεί η υπογραφή της Συμφωνίας του Λιβάνου και η συμμετοχή του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Γεωργίου Παπανδρέου, παρά τις επιφυλάξεις και τις εσωκομματικές αντιδράσεις, που γρήγορα υποχωρούν. Επιπλέον, με την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας, οι ένοπλες δυνάμεις της Αντίστασης τίθενται υπό τη διοίκηση των Βρετανών, στρατεύματα των οποίων συνοδεύουν την κυβέρνηση Παπανδρέου κατά την επάνοδο στην Ελλάδα με την Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944.

Το ΚΚΕ βγαίνει από την Κατοχή, έχοντας αναδειχτεί στη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας. Τα μέλη του, από λίγο περισσότερα των 2.000 (μαζί με τους κρατούμενους) την άνοιξη του 1941 , έφτασαν τα 60.000 το 1943, τα 200.000 στις αρχές του 1944 και μετά την Απελευθέρωση ξεπέρασαν τα 400.000. Η επιρροή του στη μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων είναι αναμφισβήτητη. Επηρεάζει άμεσα τη μεγάλη πλειονότητα από τα 1.500.000 μέλη των αντιστασιακών οργανώσεων και διαθέτει τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής και της ΟΠΛΑ, που φτάνουν τους 135.000 ένοπλους. 640.000 νέοι και νέες συμμετέχουν στην Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ) και στη μεγάλη πλειονότητά τους είναι κομμουνιστές ή επηρεάζονται από το ΚΚΕ.

H προσπάθεια του ΚΚΕ να δρομολογηθούν διαδικασίες ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης αποτυγχάνουν, καθώς η βρετανική στρατιωτική διοίκηση και η κυβέρνηση Παπανδρέου απαιτούν τον άνευ όρων αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και τη διάλυσή του, στην προοπτική συγκρότησης εθνικού στρατού με κριτήρια που εξασφαλίζουν τον πλήρη έλεγχό του από τις αστικές δυνάμεις. Η εμμονή της αντίδρασης στη διάλυση του λαϊκού στρατού οδηγεί στην παραίτηση των υπουργών του ΕΑΜ και μετά τη δολοφονική επίθεση κατά των διαδηλωτών του εαμικού συλλαλητηρίου της 3ης Δεκεμβρίου 1944, στην ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, από τη μια, και των Βρετανών και των δυνάμεων της ελληνικής αντίδρασης, από την άλλη. Η απόφαση για ένοπλη αντιπαράθεση πάρθηκε από το ΚΚΕ, με αντίθετη γνώμη των βασικών συνεργατών του στο ΕΑΜ.

Αν και τα Δεκεμβριανά αποτελούν κορυφαία στιγμή της ταξικής αντιπαράθεσης, το ΚΚΕ επιδιώκει μια ελεγχόμενη σύγκρουση. Εξακολουθεί να μη θέτει ζήτημα εξουσίας, στοχεύοντας στην άσκηση πίεσης προς τις δυνάμεις της αντίδρασης και τους Βρετανούς προστάτες τους, για την επίτευξη του στόχου της ομαλής δημοκρατικής διεξόδου. Σ’ αυτή του την επιλογή βαραίνει και η απροθυμία των Σοβιετικών να υποστηρίξουν με δημόσια τοποθέτηση το κίνημα στην ένοπλη αντιπαράθεσή του με τους Βρετανούς, καθώς συνεχίζεται o συμμαχικός πόλεμος κατά της ναζιστικής Γερμανίας. Οι χειρισμοί του κόμματος κατά τη δεκεμβριανή σύγκρουση καταλήγουν στην ήττα του ΕΛΑΣ της Αθήνας, που σήκωσε το κύριο βάρος της ένοπλης πάλης, αντιμέτωπος όχι μόνο με τις δυνάμεις της αστικής αντίδρασης, αλλά κυρίως με τα βρετανικά αποβατικά στρατεύματα. Ο κύριος όγκος των ένοπλων δυνάμεων της Αντίστασης, ακόμη και οι κορυφαίοι ηγέτες τους, o στρατηγός Στέφανος Σαράφης κι ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης, παραμένουν εκτός Αθήνας και την ένοπλη αντιπαράθεση καθοδηγεί άμεσα ο γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Γιώργος Σιάντος, που αναπληρώνει τον έγκλειστο στο Νταχάου Ζαχαριάδη.

Την αποχώρηση του ΕΛΑΣ από την πρωτεύουσα ακολουθεί ο μεγάλος συμβιβασμός, με την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας ανάμεσα στο ΕΑΜ και την κυβέρνηση, τον Φεβρουάριο 1945, που συνίσταται στον αφοπλισμό και τη διάλυση των ένοπλων οργανώσεων, αφήνοντας περιθώρια για την εξαπόλυση νομότυπων διώξεων ενάντια στους αγωνιστές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

Από τον Μάιο 1945 την καθοδήγηση του κόμματος ανέλαβε και πάλι ο Ζαχαριάδης, που απελευθερώθηκε από το Νταχάου, και τον Νοέμβριο συνέρχεται το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στο οποίο ψηφίζεται το πρόγραμμα της Λαϊκής Δημοκρατίας και επιβεβαιώνεται ο προσανατολισμός στην επιδίωξη ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης.

Η ανάπτυξη μεγάλων μαζικών αγώνων, η επιβεβαίωση της κυριαρχίας του ΚΚΕ στο εργατικό και στα άλλα μαζικά λαϊκά κινήματα, συνοδεύονται από την αυξανόμενη ένταση της κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Η προσπάθεια του Άρη Βελουχιώτη να συγκροτήσει νέο ένοπλο αντιστασιακό κίνημα καταλήγει στην αποκήρυξή του από το ΚΚΕ και στον θάνατό του μετά από μάχη με αντιδραστικό απόσπασμα, τον Ιούνιο 1945. Χιλιάδες αγωνιστές για να αποφύγουν τις διώξεις καταφεύγουν στα βουνά, όπου συγκροτούν  ένοπλες ομάδες, μετά από τον μονομερή εμφύλιο που έχει εξαπολύσει η αντίδραση. Στις συνθήκες αυτές και καθώς δεν υπάρχουν οι εγγυήσεις δημοκρατικής διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών του Μαρτίου 1946, το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός Κομμάτων του ΕΑΜ (από το οποίο έχει αποχωρήσει το μεγαλύτερο μέρος των σοσιαλιστών), αποφασίζουν αποχή, όπως κάνουν και οι άλλες μικρότερες δυνάμεις της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς.

Τη μέρα των εκλογών η ένοπλη επίθεση ανταρτοομάδας στο Λιτόχωρο Πιερίας σηματοδοτεί την έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου, που εντείνεται τους επόμενους μήνες και κυρίως μετά τη συγκρότηση Γενικού Αρχηγείου των ανταρτών, τον Οκτώβριο 1946, και την ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας (ΔΣΕ), τον Δεκέμβριο. Ο Εμφύλιος γενικεύεται κατά το 1947, ενώ δεκάδες χιλιάδες μέλη του ΚΚΕ έχουν φυλακιστεί ή εξοριστεί, όσες από τις οργανώσεις του δεν έχουν διαλυθεί λειτουργούν ημιπαράνομα, έχουν εκδιωχθεί, με πραξικοπηματικές κυβερνητικές παρεμβάσεις, οι εκλεγμένες αριστερές διοικήσεις από τις οργανώσεις του μαζικού κινήματος (ΓΣΕΕ, ΠΑΣΕΓΕΣ κ.λπ.) και έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο οι μαζικοί εργατικοί και λαϊκοί αγώνες, ως συνέπεια της τρομοκρατίας. Επιπλέον, έχει ανασυγκροτηθεί ο κυβερνητικός στρατός και την προστασία του αστικού καθεστώτος στην Ελλάδα έχουν αναλάβει οι ΗΠΑ, με το Δόγμα Τρούμαν, στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου που μόλις έχει ξεσπάσει μεταξύ Δύσης και Ανατολής.

Με τη γενίκευση του Εμφυλίου, σχηματίζεται τον Δεκέμβριο 1947 στις απελευθερωμένες περιοχές της ορεινής Ελλάδας η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση (ΠΔΚ), με πρωθυπουργό τον επικεφαλής του ΔΣΕ Μάρκο Βαφειάδη και τον ίδιο μήνα το ΚΚΕ τίθεται εκτός νόμου, όπως και το ΕΑΜ και το σύνολο των εαμικών οργανώσεων.

Ο σχηματισμός της κυβέρνησης των βουνών αποβλέπει στη δημιουργία όρων για την αναγνώριση από την ΕΣΣΔ και τις Λαϊκές Δημοκρατίες, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η παροχή πολιτικής στήριξης και υλικής βοήθειας. Στην ίδια κατεύθυνση αποβλέπει και η επιδίωξη κατάληψης κάποιας πόλης που θα αποτελούσε την έδρα της κυβέρνησης και για τον σκοπό αυτό ο ΔΣΕ μετασχηματίζεται σε τακτικό στρατό, έτσι ώστε να μπορεί να δίνει μεγάλης έκτασης μάχες. Η αλλαγή προσανατολισμού στη στρατιωτική τακτική βρήκε αντίθετο τον  Βαφειάδη, που αντικαθίσταται στην αρχηγία του ΔΣΕ, ενώ πρωθυπουργός της ΠΔΚ αναλαμβάνει ο  Παρτσαλίδης.

Το 1949 επέρχεται σημαντική αλλαγή και στο Πρόγραμμα του κόμματος. Καθώς εκτιμάται πως η κατάσταση στη χώρα έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό από το 1934, κυρίως γιατί είχε αναπτυχθεί ένα ισχυρό εργατικό και λαϊκό κίνημα που μπορεί να θέσει προωθημένους στόχους, διακηρύσσεται  ως επιδίωξη του ΔΣΕ η εγκαθίδρυση λαϊκοδημοκρατικού καθεστώτος με  σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά.

Παρά τον ηρωισμό του και την επίτευξη σημαντικών επιτυχιών, ο ΔΣΕ πολεμάει σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, με τον συσχετισμό δυνάμεων να γίνεται όλο και δυσμενέστερος. Δεν αντιμετωπίζει μόνο την ασύγκριτη υπεροπλία του αντιπάλου που ενισχύεται πλουσιοπάροχα από τους Αμερικανούς, αλλά και την έλλειψη εφεδρειών, καθώς ο κυβερνητικός στρατός εκκενώνει από τους πληθυσμούς τους τις περιοχές όπου διεξάγεται ο αγώνας του ΔΣΕ, ενώ το 1949 οι κρατούμενοι φτάνουν τους 100.000. Η τρομοκρατία έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις και τα στρατοδικεία στέλνουν καθημερινά αγωνιστές της Αντίστασης και της Αριστεράς στα εκτελεστικά αποσπάσματα.

Έχοντας αποτύχει στις προσπάθειες κατάληψης πόλης για την εγκατάσταση της ΠΔΚ, ο ΔΣΕ στερείται τη δυνατότητα ουσιαστικής ενίσχυσης από τις σοσιαλιστικές χώρες. Επιπλέον, το καλοκαίρι του 1949 διακόπτεται και η βοήθεια που προσέφερε η γειτονική Γιουγκοσλαβία, ως αποτέλεσμα της ρήξης των σχέσεών της με την ΕΣΣΔ.

Στα τέλη του Αυγούστου 1949, μετά από σκληρές μάχες στο Βίτσι και τον Γράμμο, οι εναπομείνασες δυνάμεις του ΔΣΕ υποχωρούν στην Αλβανία και λήγει, έτσι, με βαριά στρατιωτική και πολιτική ήττα μια περίοδος μεγάλων αγώνων του ελληνικού εργατικού και λαϊκού κινήματος και του ΚΚΕ. Οι δεκάδες χιλιάδες των μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ και  μέλη αριστερών οικογενειών από τις περιοχές όπου κυρίως διεξαγόταν o ένοπλος αγώνας, εγκαθίστανται ως πολιτικοί πρόσφυγες στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και στην ΕΣΣΔ, ενώ η Κ.Ε. του ΚΚΕ εγκαθιστά την έδρα της στο Βουκουρέστι.

Από την ήττα στη στροφή του 1956. Το 1950 ήταν λιγότερα από 500 τα μέλη του ΚΚΕ που δρούσαν παράνομα στην Ελλάδα, περισσότεροι από 15.000 οι πολιτικοί κρατούμενοι και περισσότεροι από 50.000 οι πολιτικοί πρόσφυγες.

Οι αιτίες που οδήγησαν στην ήττα του κινήματος αποτελούν το κύριο ζήτημα για το ΚΚΕ, μαζί  και με την αναζήτηση των όρων ανασυγκρότησης των δυνάμεών του και παρέμβασής του στην ελληνική πολιτική ζωή και στα μαζικά κινήματα. Ηγετικά στελέχη του κόμματος (Μάρκος Βαφειάδης, Μήτσος Παρτσαλίδης, Κώστας Καραγιώργης, Χρύσα Χατζηβασιλείου κ.ά.) ασκούν κριτική στους χειρισμούς της καθοδήγησης Ζαχαριάδη. Χωρίς οι απόψεις των διαφωνούντων να ταυτίζονται, η κριτική επικεντρώνεται στην απόφαση για αποχή από τις εκλογές του 1946, στην αλλαγή της στρατιωτικής τακτικής με το πέρασμα από την αντάρτικη δράση στην κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον εχθρό κ.λπ. H ηγεσία Ζαχαριάδη απαντάει με την εκτίμηση πως το πέρασμα στον ένοπλο αγώνα ήταν υποχρεωτικό, μετά τον μονομερή εμφύλιο που είχε εξαπολύσει η αντίδραση, αλλά μια σειρά αρνητικών παραγόντων οδήγησαν στην ήττα. Ανάμεσά τους, ως κύριο, εκτιμούσε το λεγόμενο «πισώπλατο χτύπημα» από τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, που όχι μόνο διέκοψε τη ζωτικής σημασίας βοήθεια που παρείχε στον ΔΣΕ, στερώντας του και τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί το γιουγκοσλαβικό έδαφος ως ενδοχώρα, αλλά κατηγορήθηκε πως επέτρεψε στις εχθρικές δυνάμεις να υπερφαλαγγίσουν μέσα από το έδαφος αυτό τις δυνάμεις του ΔΣΕ. Σε μια προσπάθεια συνολικής αποτίμησης της πολιτικής του κόμματος κατά τη Μεγάλη Δεκαετία του 1940, επικρίθηκαν ως απαράδεκτοι και οι συμβιβασμοί με την αντίδραση στα 1944-45 (Λίβανος, Καζέρτα, Βάρκιζα). Ως αιτία αυτών των χειρισμών θεωρήθηκε η συνειδητή προβοκατόρικη δράση στελεχών του κόμματος, όπως ο τότε γραμματέας του Σιάντος κ.ά.

Ουσιαστικά, στην ερμηνεία των πολιτικών λαθών του κινήματος κυριάρχησε η λογική της πρακτορολογίας, που παρεμπόδισε την ουσιαστική μελέτη των πραγματικών αιτίων. Με αποκορύφωμα τις αποφάσεις της 3ης Συνδιάσκεψης του κόμματος, τον Σεπτέμβριο 1950, η αντιμετώπιση της διαφωνίας γίνεται με καθαιρέσεις ηγετικών στελεχών και διαγραφές των διαφωνούντων. Σε συνθήκη άγριων διώξεων κατά του κινήματος στην Ελλάδα και απομόνωσης από την ελληνική πραγματικότητα μεγάλου μέρους του κομματικού δυναμικού που είχε περάσει στην πολιτική προσφυγιά, οι χειρισμοί αυτοί διαμόρφωναν μια αρνητική κατάσταση στην εσωτερική ζωή του κόμματος. Το κλίμα καχυποψίας και πρακτορολογίας έφτασε στο αποκορύφωμά του με την καταγγελία σαν προβοκάτορα του ηγετικού στελέχους του κόμματος Νίκου Πλουμπίδη, ακόμη και όταν αυτός εκτελέστηκε από το καθεστώς.

Εκτιμώντας πως παρά την ήττα και υποχώρηση του ΔΣΕ η κατάσταση στην Ελλάδα παραμένει επαναστατική, ρίχτηκε από τον Ζαχαριάδη το σύνθημα «το όπλο παρά πόδα». Ταυτόχρονα, όσες δυνάμεις της Αριστεράς αρνούνταν τη συνεργασία με την κομμουνιστική Αριστερά επικρίνονταν σαν συμπλέουσες με την αντίδραση. Εντούτοις, παράλληλα με την ανασυγκρότηση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ στην Ελλάδα, επιδιώχτηκε και η συγκρότηση νόμιμου πολιτικού φορέα, με αποτέλεσμα την ίδρυση της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) τον Αύγουστο 1951, στην οποία, εκτός από τις δυνάμεις του παράνομου ΚΚΕ, συμμετείχαν και μικρότερες εαμογενείς πολιτικές κινήσεις. H ίδρυση της ΕΔΑ έδωσε στους κομμουνιστές τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν στην πολιτική ζωή, σε μια περίοδο κατά την οποία χιλιάδες ήταν οι κρατούμενοι στις φυλακές και οι εξόριστοι, ενώ οι παράνομες δραστηριότητες του ΚΚΕ αντιμετωπίζονταν με άγρια καταστολή, όπως φάνηκε και με την εκτέλεση του ηγετικού στελέχους του κόμματος Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του, τον Μάρτιο 1952.

Η ΕΔΑ σημείωσε επιτυχία αμέσως μετά την ίδρυσή της, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1951, παίρνοντας το 10,57% των ψήφων και εκλέγοντας 10 βουλευτές. Στις επόμενες εκλογές του Νοεμβρίου 1952, που έγιναν με πλειοψηφικό σύστημα, η δύναμή της τυπικά υποχώρησε στο 9,55%, αν και με τις ψήφους ανεξάρτητων συνδυασμών που στήριξε έφτανε το ποσοστό του 1951, χωρίς να εκπροσωπηθεί στη Βουλή. H κάθοδός της στις εκλογές, παρά τις εκβιαστικές πιέσεις από το Κέντρο, που ασκούνταν με την προβολή του διλήμματος να μην ανέβει στην εξουσία η Δεξιά, έγινε στη βάση του συνθήματος «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας», που εξίσωνε τα δύο αστικά μπλοκ, κυρίως λόγω της πολιτικής που άσκησαν οι κυβερνήσεις του Κέντρου στα 1950-52 (ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, συμμετοχή στον πόλεμο της Κορέας, εκτέλεση Μπελογιάννη κ.λπ.).

Το 1953 το ΚΚΕ δημοσιεύει το Σχέδιο Προγράμματός του, με το οποίο επιμένει στη θέση του 1949 για επιδίωξη κατάκτησης της εξουσίας και εγκαθίδρυσης της Λαϊκής Δημοκρατίας, που θα επιτελεί καθήκοντα δικτατορίας του προλεταριάτου και θα επιλύει τα όποια αστικοδημοκρατικά προβλήματα στο πλαίσιο του σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Το Σχέδιο Προγράμματος αποσύρεται σιωπηρά τον επόμενο χρόνο, μετά από παρέμβαση της νέας, μετασταλινικής, σοβιετικής ηγεσίας.

Καθώς η άνοδος της Δεξιάς στην εξουσία προκαλεί μετατοπίσεις σε κεντροαριστερές δυνάμεις, από το 1954 επιδιώκεται η διεύρυνση των συμμαχιών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ. Μετά από συμφωνία συνεργασίας με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού, η πολιτική συμμαχιών οδηγεί και σε ανάλογες πρακτικές στο μαζικό εργατικό κίνημα, με την ενοποίηση της συνδικαλιστικής παράταξης της ΕΔΑ με τη σοσιαλιστική παράταξη και την ίδρυση του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΔΣΚ) το 1955.

Τη χρονιά αυτή ξεσπάει κρίση στο ΚΚΕ, ως απόρροια των συσσωρευμένων εσωκομματικών προβλημάτων, της δυσαρέσκειας μεγάλου μέρους του κομματικού δυναμικού απέναντι στην καθοδήγηση Ζαχαριάδη, αλλά και των εξελίξεων στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα μετά τον θάνατο του Στάλιν. Η ανατροπή της ηγεσίας του ΚΚΕ συντελείται τον Μάρτιο 1956, κατά την 6η Ολομέλεια που συγκάλεσε παράτυπα επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους ανατολικοευρωπαϊκών Κ.Κ. Η 6η Ολομέλεια κατήγγειλε το «ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς» που εκτιμούσε πως είχε επιβάλλει ο  Ζαχαριάδης και επέκρινε τις βασικές πλευρές της πολιτικής του, ακόμη και από το 1940, χαρακτηρίζοντάς την αντισοβιετική, αριστερίστικη και τυχοδιωκτική.

Από τη στροφή του 1956 στη διάσπαση του ’68. Το 1957 ο Ζαχαριάδης και οι βασικοί του συνεργάτες διαγράφηκαν από το ΚΚΕ. Μαζί τους θα αποχωρήσουν, θα διαγραφούν ή και θα αντιμετωπίσουν ποικίλες διώξεις, χιλιάδες αγωνιστές, πολιτικοί πρόσφυγες, που επίσης αντιτάχθηκαν στην ξένη επέμβαση στα εσωτερικά του κόμματος. Την αντίθεσή τους στη νέα κατεύθυνση του κόμματος μετά το 1956 θα εκφράσουν και αγωνιστές στην Ελλάδα, πολλοί από τους οποίους θα αποχωρήσουν ή θα διαγραφούν  από την ΕΔΑ στα 1963-64 και θα συγκροτήσουν το μ-λ ρεύμα.

Μετά την 6η Ολομέλεια του 1956 αναδείχτηκε νέα ηγεσία με επικεφαλής το Κώστα Κολιγιάννη και το ΚΚΕ ευθυγραμμίστηκε με τις νέες κατευθύνσεις που χαρακτήριζαν τη σοβιετική πολιτική, αλλά και την πολιτική της πλειονότητας των Κ.Κ. σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Πρόκειται για την αποδοχή του «ειρηνικού δρόμου» για τον σοσιαλισμό, στο πλαίσιο της «ειρηνικής συνύπαρξης» του σοσιαλιστικού κόσμου με τον κόσμο του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού.

Στη βάση του νέου αυτού προσανατολισμού, το ΚΚΕ επεξεργάζεται το πρόγραμμα της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής, η πραγματοποίηση της οποίας θα είναι υπόθεση ευρύτατων πατριωτικών και δημοκρατικών δυνάμεων, ακόμη και τμήματος της μεγαλοαστικής τάξης, που χαρακτηρίζεται «εθνική αστική τάξη». Στις πολιτικές δυνάμεις της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής συμπεριλαμβάνεται και το Κέντρο και επιδιώκεται η συνεργασία μαζί του. Σύμφωνα με τη νέα προγραμματική κατεύθυνση, ο χαρακτήρας της επανάστασης στην Ελλάδα θα είναι αντιιμπεριαλιστικός-αντιμονοπωλιακός και η Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή  θ’ ανοίξει τον δρόμο για μετασχηματισμούς στην προοπτική της εξόδου από το ΝΑΤΟ, την κατάργηση της εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό και τα ιμπεριαλιστικά μονοπώλια, και τον έλεγχο του μονοπωλιακού κεφαλαίου. H ολοκλήρωση αυτών των μετασχηματισμών θα δημιουργήσει τους όρους για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Όλη αυτή η πορεία προς τον σοσιαλισμό επιδιώκεται να είναι και εκτιμάται πως μπορεί να είναι, ειρηνική.

Παράλληλα με την αλλαγή των προγραμματικών του κατευθύνσεων, το ΚΚΕ προχωράει το 1958 και στη διάλυση των παράνομων κομματικών οργανώσεων στην Ελλάδα και την ένταξη των μελών τους στις νόμιμες οργανώσεις της ΕΔΑ, η οποία μετατρέπεται από συνασπισμός κομμάτων σε ενιαίο κόμμα. Τη νέα κατεύθυνση και την ανάδειξη νέας ηγεσίας επικυρώνει το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ που συνέρχεται το 1961 στο Βουκουρέστι. Το 1963 συγκροτείται και το Γραφείο Εσωτερικού, από τα μέλη της Κ.Ε. του ΚΚΕ που συμμετέχουν στην ηγεσία της ΕΔΑ.

Ήδη, το 1956, η ΕΔΑ κατόρθωσε να σπάσει την πολιτική απομόνωσή της, συμμετέχοντας στις εκλογές με τον συνασπισμό της Δημοκρατικής Ένωσης, που αποτελούνταν από το σύνολο, σχεδόν, των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ως απάντηση στις αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις της Δεξιάς. Δύο χρόνια αργότερα, το 1958, αναδεικνύεται αξιωματική αντιπολίτευση, κερδίζοντας το 24,42% των ψήφων και εκλέγοντας 79 βουλευτές. Πρόκειται για τεράστιας σημασίας επιτυχία ενός κινήματος που μόλις πριν εννιά χρόνια είχε συντριβεί πολιτικά και στρατιωτικά.

Στις εκλογές του 1961, λόγω της εκτεταμένης βίας και νοθείας που τις χαρακτήρισε, αλλά και εξαιτίας της μετακίνησης αριστερών ψηφοφόρων προς την Ένωση Κέντρου (Ε.Κ.), το ποσοστό της Αριστεράς περιορίστηκε στο 14,62%. Ως απάντηση στις αντιδημοκρατικές διαδικασίες διενέργειας των εκλογών, η Ε.Κ. κηρύσσει «ανένδοτο αγώνα» κατά της κυβέρνησης, αναλαμβάνοντας έτσι την πρωτοβουλία κινήσεων έναντι της Αριστεράς. Ταυτόχρονα, αναπτύσσεται ισχυρό εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα, σε μεγάλο βαθμό υπό την επιρροή των αριστερών δυνάμεων.

Το ΚΚΕ επιδιώκει τη συνεργασία της Αριστεράς με την Ε.Κ. και την πολιτική αυτή ακολουθεί η ΕΔΑ. Καθώς μετά τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη και την κατάρρευση της κυβέρνησης της Δεξιάς, η Ε.Κ. αναδεικνύεται πρώτο κόμμα στις εκλογές του Νοεμβρίου 1963, σχηματίζει κυβέρνηση χωρίς αυτοδυναμία και αρνούμενη να στηριχτεί στις ψήφους της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΕΔΑ (που πήρε 14,34%), προκηρύσσει νέες εκλογές, η ΕΔΑ αποφασίζει την εκλογική στήριξη του Κέντρου, με τη μη κάθοδό της σε όλες, σχεδόν, τις μονοεδρικές και δυεδρικές εκλογικές περιφέρειες. Η απόφαση αυτή συναντάει την αντίθεση της πλειοψηφίας του Π.Γ. του ΚΚΕ, αλλά τελικά υλοποιείται, υποστηριζόμενη από το Γραφείο Εσωτερικού της Κ.Ε. Η Ε.Κ. κερδίζει τις εκλογές του Φεβρουαρίου 1964 με πλειοψηφία 52,7%, ενώ η εκλογική δύναμη της ΕΔΑ συρρικνώνεται στο 11,8%. Εντούτοις, ακολούθησε η μεγάλη επιτυχία της Αριστεράς στις δημοτικές εκλογές, τον Ιούλιο 1964.

Η άνοδος της Ε.Κ. στην κυβερνητική εξουσία συνοδεύεται από την εκρηκτική ανάπτυξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων, που στο μεγαλύτερο μέρος τους καθοδηγούνται από την Αριστερά. Το βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1965, με την αποστασία και την ανατροπή της κυβέρνησης της Ε.Κ., προκάλεσε το τεραστίων διαστάσεων δημοκρατικό κίνημα των Ιουλιανών, το οποίο η ηγεσία της Αριστεράς επιδίωξε να κρατήσει σε ελεγχόμενο ειρηνικό πλαίσιο, ερχόμενη σε αντίθεση με τις διαθέσεις μεγάλου μέρους του κόσμου που κινητοποιούνταν, αλλά και με μεγάλο τμήμα του οργανωμένου κόσμου της ΕΔΑ και κυρίως της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης, το ΚΚΕ και η ΕΔΑ επιδίωκαν λύσεις ομαλής δημοκρατικής διεξόδου, στοχεύοντας στη διεξαγωγή εκλογών και ελπίζοντας στη διαμόρφωση όρων για μια στενότερη συνεργασία, ακόμη και σε κυβερνητικό επίπεδο, με την Ε.Κ.

Την περίοδο αυτή τέθηκε και το ζήτημα της νομιμοποίησης του ΚΚΕ και μεταξύ των απόψεων που εκφράστηκαν ήταν και η διάλυσή του και η μετατροπή της ΕΔΑ σε μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα ή η συγκρότηση νόμιμου κόμματος με άλλο τίτλο. Το ζήτημα αυτό αποτέλεσε μια ακόμα αιτία αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο τάσεις που διαμορφώνονταν στο κόμμα. Η πλειοψηφία του Π.Γ. υποστήριζε τη de facto ή de jure νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ενώ η πλειοψηφία του Γραφείου Εσωτερικού προέκρινε τον μετασχηματισμό της ΕΔΑ σε κόμμα με κομμουνιστικά χαρακτηριστικά.

Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 βρήκε την Αριστερά εντελώς απροετοίμαστη. Χιλιάδες στελέχη της εξορίστηκαν και πάλι, οι οργανώσεις της διαλύθηκαν, ενώ αγωνιστές που πέρασαν στην παρανομία συγκρότησαν το Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ) και άλλες παράνομες οργανώσεις, με στόχο τη διεξαγωγή της αντιδικτατορικής πάλης.

H επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας όξυνε τις αντιθέσεις που είχαν προκύψει στις γραμμές της ηγεσίας του ΚΚΕ και που έπαιρναν, πλέον, τη μορφή της αντιπαράθεσης σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν το κίνημα στη νέα ήττα. Οι αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας της Κ.Ε. τον Φεβρουάριο 1968, η διεξαγωγή της με τη συμμετοχή μόνο του τμήματος εξωτερικού της Κ.Ε. και η καθαίρεση τριών μελών του Π.Γ. (Μήτσου Παρτσαλίδη, Πάνου Δημητρίου και Ζήση Ζωγράφου), προκάλεσαν τη διάσπαση του κόμματος. Οι διαφωνούντες με τη 12η Ολομέλεια αναγνώρισαν ως καθοδηγητικό όργανο το Γραφείο Εσωτερικού.

Για πρώτη φορά στην ιστορία του το ΚΚΕ διασπάστηκε σε τέτοια έκταση, στο σύνολο του κομματικού οργανισμού. Τα δύο τμήματά του διεκδίκησαν τον τίτλο του, αλλά πολύ σύντομα το ένα τμήμα επέλεξε τον διαφοροποιητικό τίτλο ΚΚΕ (εσωτερικού). Ενώ, λόγω των συνθηκών παρανομίας, η μεγάλη πλειονότητα των κομμουνιστών ελάχιστα αντιλήφθηκε τους λόγους της διάσπασης, συγκροτήθηκαν δύο διαφορετικά κόμματα, που μέσα από την έντονη διαμάχη τους οι αντιθέσεις τους αποσαφηνίστηκαν και οξύνθηκαν περισσότερο. Το κόμμα που διατήρησε τον τίτλο ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Κολιγιάννη, και μετέφερε την έδρα του από το Βουκουρέστι στη Βουδαπέστη, συνέχισε να υπερασπίζεται την πολιτική του ΚΚΣΕ και να εντάσσεται στο φιλοσοβιετικό ρεύμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Το ΚΚΕ εσ., διακηρύσσοντας τον στόχο της ανανέωσης του κομμουνιστικού κινήματος, μετατοπίστηκε σε θέσεις που το ενέταξαν στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα, το οποίο διαμορφώθηκε κατά την επόμενη δεκαετία.

Από τη διάσπαση στη νομιμοποίηση (1968-74). Καθώς η πλειοψηφία των στελεχών που δρούσαν παράνομα στην Ελλάδα είχε ταχθεί με το ΚΚΕ εσ., το ΚΚΕ αποδύθηκε στην προσπάθεια κομματικής ανασυγκρότησης, που έγινε, κυρίως, μετά τη σταδιακή απελευθέρωση εξόριστων στελεχών του κόμματος, ενώ, παράλληλα, από το 1972 αναπτύχθηκαν οι κομματικές προσβάσεις στον χώρο της φοιτητικής νεολαίας, χάρη στη δράση της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας (ΚΝΕ), που ιδρύθηκε μετά τη διάσπαση, το 1968. Στην πορεία προς το 9ο Συνέδριο το ΚΚΕ επανεξέτασε την πολιτική του κατά την περίοδο μετά το 8ο Συνέδριο του 1961, εντοπίζοντας στοιχεία δεξιάς παρέκκλισης, που εκτίμησε ότι αποτέλεσαν και τη βάση διαμόρφωσης της τάσης που αποχώρησε. Χρεώνοντας ευθύνες στον  Κολιγιάννη, η Κ.Ε. τον αντικαθιστά το 1972 και στη θέση του γραμματέα αναδεικνύεται ο Χαρίλαος Φλωράκης.

H περίοδος 1972-73, με την ανάπτυξη του μαζικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και τη δρομολόγηση διαδικασιών φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος στην κατεύθυνση μιας ελεγχόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, σηματοδοτείται και από την αντικατάσταση της ηγεσίας και την αλλαγή της πολιτικής γραμμής του ΚΚΕ εσ., το οποίο υιοθετεί πολιτική σύμπλευσης με τις αστικές δημοκρατικές δυνάμεις, προσανατολιζόμενο στην αποδοχή των διαδικασιών που δρομολογεί η δικτατορία. Η αντίθεση του ΚΚΕ σε μια τέτοια κατεύθυνση το εμφανίζει πιο μαχητικό και συνεπές σε έναν αριστερό προσανατολισμό και συμβάλλει στην ενίσχυση της επιρροής του. Εντούτοις, θα αντιταχθεί στην εξέγερση του Νοέμβρη 1973, θεωρώντας πως είναι πρόωρη και δεν στηρίζεται σε αναπτυγμένο μαζικό λαϊκό κίνημα, αν και συμμετέχει ενεργά, κυρίως με τις δυνάμεις της ΚΝΕ.

Το 9ο Συνέδριο, που θα πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο 1973, εισάγει στο Πρόγραμμα του κόμματος τη στρατηγική του ενιαίου επαναστατικού προτσές. Ως άμεσος στόχος επιδιώκεται η «Νέα Δημοκρατία», με την ανατροπή της δικτατορίας και την άνοδο στην εξουσία της συμμαχίας των αντιμονοπωλιακών και αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που θα αποτελέσει την πρώτη φάση της αντιμονοπωλιακής-αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης, η ολοκλήρωση της οποίας συνδέεται με την προοπτική του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Αν και εγκαταλείφθηκαν οι αναφορές σε «εθνική αστική τάξη», το μη μονοπωλιακό κεφάλαιο εξακολουθεί να θεωρείται ως εν δυνάμει σύμμαχος. Ταυτόχρονα, και ενώ το ΚΚΕ εσ. έχει αποκηρύξει την προοπτική της δικτατορίας του προλεταριάτου, το ΚΚΕ επιμένει στην προοπτική εγκαθίδρυσής της. Παράλληλα, διακηρύσσει την αφοσίωσή του στον «προλεταριακό διεθνισμό», ερμηνεύοντάς τον ως υπεράσπιση της ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, στο οποίο ιδιαίτερος ρόλος αναγνωρίζεται στο ΚΚΣΕ. Έτσι, το ΚΚΕ ανασυγκροτείται ως τυπικό «ορθόδοξο» φιλοσοβιετικό κόμμα, σε αντίθεση τόσο με τις αποκλίσεις που παρουσιάζουν μια σειρά Κ.Κ. της Δύσης, που αποστασιοποιούνται σταδιακά από το ΚΚΣΕ και σύντομα θα διαμορφώσουν το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού, όσο και με τον μαοϊσμό και τα άλλα ρεύματα της άκρας Αριστεράς.

Από τη νομιμοποίηση στην κρίση του 1989-91. Λίγο μετά την πτώση της δικτατορίας η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, τον Σεπτέμβριο 1974, θα σημάνει το πέρασμα σε μια νέα περίοδο, κατά την οποία, για πρώτη φορά στην ιστορία του, θα δράσει σε συνθήκες μακρόχρονης σταθερής νομιμότητας.

Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης κύριοι στόχοι του ΚΚΕ είναι η ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων, η σύνδεσή τους με τον κόσμο της Αριστεράς και των μαζικών κινημάτων, και η κυριαρχία του στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς. Κατά συνέπεια, η αντιμετώπιση των αντιπάλων του στον χώρο αυτό, πρώτα και κύρια του ΚΚΕ εσ. Ταυτόχρονα, έχει ν’ αντιμετωπίσει τη νέα πραγματικότητα που διαμόρφωσε η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, του οποίου οι ιδεολογικές αναφορές και ο πολιτικός λόγος απευθύνονται και στον κόσμο της ευρύτερης εαμογενούς Αριστεράς.

Το ΚΚΕ ανασυγκροτείται ως το κόμμα της «μαρξιστικής-λενινιστικής ορθοδοξίας», ενάντια στον «δεξιό οπορτουνισμό της Αναθεωρητικής Ομάδας»  (όπως χαρακτηρίζεται το ΚΚΕ εσ.) και τον «αριστερισμό» των οργανώσεων της άκρας Αριστεράς. Επιδιώκει να εμφανιστεί ως η μόνη πραγματική συνέχεια του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα και στην κατεύθυνση αυτή αξιοποιεί τον ίδιο του τον ιστορικό τίτλο, τις σχέσεις του με τη Σοβιετική Ένωση και την αναγνώρισή του από το μεγαλύτερο μέρος του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αλλά ακόμη και την επανέκδοση των ιστορικά καταξιωμένων εντύπων, όπως ο «Ριζοσπάστης» και η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση». Στον ανταγωνισμό του με το ΚΚΕ εσ., αξιοποιεί την ίδια την πολιτική του τελευταίου, που συνίσταται στην επιδίωξη της «Εθνικής Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Ενότητας» (ΕΑΔΕ), στην οποία περιλαμβάνεται και η κυβερνητική παράταξη της Δεξιάς, του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αντίθετα, το ΚΚΕ προβάλλει την πολιτική της ενότητας των «δημοκρατικών δυνάμεων» ενάντια στην κυβέρνηση της Δεξιάς, στην προοπτική συγκρότησης του αντιμονοπωλιακού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου. Στην κατεύθυνση αυτή, υποστηρίζει την κατάργηση των αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων και την έξοδο από το ΝΑΤΟ, και επιμένει στις προδικτατορικές θέσεις της Αριστεράς, αντιτασσόμενο στην ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ.

Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 το ΚΚΕ συμμετέχει με την εφήμερη Ενωμένη Αριστερά (μαζί με την ΕΔΑ, απ’ την οποία, πλέον, έχουν αποχωρήσει οι δυνάμεις του και στην οποία εντάσσεται και το ΚΚΕ εσ.) και εξασφαλίζει τις πέντε από τις οχτώ έδρες που κερδήθηκαν. Την αμέσως επόμενη περίοδο η κομματική ανασυγκρότηση προχωράει με πολύ γρήγορους ρυθμούς, η ΚΝΕ αναδεικνύεται σε μαζική οργάνωση με ιδιαίτερη επιρροή στους χώρους της σπουδάζουσας νεολαίας και επιτυγχάνεται αποτελεσματική παρέμβαση στα μαζικά κινήματα των εργαζομένων, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση κ.λπ. Στις εκλογές του 1977 το ΚΚΕ αναδεικνύεται κυρίαρχη δύναμη στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς, κερδίζοντας το 9,36% (480.000 ψήφους και 11 έδρες), έναντι 2,72% που πήρε η Συμμαχία, την οποία συγκροτούσαν αριστερά και κεντροαριστερά κόμματα, μεταξύ των οποίων και το ΚΚΕ εσ. και η ΕΔΑ. Αυτή την εκλογική επιτυχία ακολουθεί και νέα, στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 1978, με την κατάκτηση μεγάλου αριθμού δήμων και κοινοτήτων, και κυρίως των παραδοσιακά «κόκκινων δήμων» στα μεγάλα αστικά συγκροτήματα της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Εντούτοις, η επιδίωξη της συσπείρωσης γύρω του ευρύτερων εαμογενών αριστερών δυνάμεων, με την Κίνηση για την Ενότητα της Αριστεράς (ΚΕΑ), αποτυγχάνει. Το 10ο Συνέδριο του 1978 επιβεβαιώνει τις κατευθύνσεις που χαράχτηκαν στο 9ο Συνέδριο και στις εκλογές του 1981 το ΚΚΕ αύξησε την εκλογική του δύναμη στο 10,93% (620.000 ψήφοι και 13 έδρες), ενώ πήρε 729.000 ψήφους για την Ευρωβουλή (12,84% και 3 έδρες). Σημαντική ήταν και η οργανωτική ανάπτυξη του κόμματος, το οποίο στα 1977-78 είχε ήδη 25.000 μέλη, το 1981 έφτασε τα 46.000 και το 1987 τα 62.000.

H πολιτική του, κατά την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, χαρακτηρίστηκε από τη στήριξη πλευρών της κυβερνητικής πολιτικής που θεωρούνταν προοδευτικές και την αντίθεση σε άλλες πλευρές που εμπόδιζαν το προχώρημα της «Αλλαγής». Καθώς σειρά μέτρων που πήρε η κυβέρνηση (αναγνώριση της εαμικής Αντίστασης, κατάργηση των υπολειμμάτων του μετεμφυλιακού καθεστώτος στους θεσμούς και τη νομοθεσία, εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, μέτρα κοινωνικής πολιτικής κ.λπ.) συσπείρωσαν την εκλογική βάση του κυβερνητικού κόμματος, η εκλογική δύναμη του ΚΚΕ υποχώρησε στις εκλογές του 1985 στο 9,89% (626.500 ψήφοι και 12 έδρες). Ανάλογη υποχώρηση είχε εκδηλωθεί και στις ευρωεκλογές του 1984, όταν πήρε 693.000 ψήφους (11,64% και 3 έδρες). Η αντιπολιτευτική πολιτική του εντείνεται την επόμενη περίοδο, κατά την οποία η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ακολουθεί συντηρητική οικονομική πολιτική.

Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις από τις εξελίξεις στην ΕΣΣΔ, όπου η νέα ηγεσία, με επικεφαλής τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, προχωράει σε μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση φιλελευθεροποίησης της πολιτικής ζωής, αλλά και της οικονομίας, ενώ παράλληλα ακολουθεί πολιτική συνδιαλλαγής με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, για τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου. Οι εξελίξεις αυτές επιδρούν άμεσα στο ΚΚΕ, το οποίο υποστηρίζει τις νέες κατευθύνσεις της σοβιετικής πολιτικής.

Το 1986, στο 12ο Συνέδριο, προτείνεται η «συμπαράταξη της Αριστεράς», που υλοποιείται εν μέρει στις δημοτικές εκλογές, με την από κοινού κάθοδο με τις δυνάμεις του ΚΚΕ εσ., για να καταλήξει στις αρχές του 1989 στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, από το ΚΚΕ, την ΕΑΡ -που την αποτελούσε η πλειοψηφία του πρώην ΚΚΕ εσ.- και άλλες μικρότερες κινήσεις, καθώς και παράγοντες της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. Η ίδρυση του Συνασπισμού σηματοδοτεί σημαντική αλλαγή στον πολιτικό προσανατολισμό του ΚΚΕ, καθώς συνοδεύεται από την εγκατάλειψη βασικών θέσεών του, όπως η αποδέσμευση από την ΕΟΚ κ.ά. Στις εκλογές του Ιουνίου 1989 ο Συνασπισμός κερδίζει το 13,1%, ποσοστό που ξεπερνάει το άθροισμα των ποσοστών του ΚΚΕ και του ΚΚΕ εσ.  κατά τις προηγούμενες εκλογές του 1985. Η εκλογική αυτή επιτυχία καθορίστηκε από τη διάθεση του κόσμου της Αριστεράς για ενότητα, αλλά και από την κρίση του ΠΑΣΟΚ, μετά την αποκάλυψη σοβαρών οικονομικών σκανδάλων, στα οποία εμφανιζόταν να εμπλέκεται κι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρέου.

Προβάλλοντας ως λόγο τη μη παραγραφή αυτών των σκανδάλων, όπως θα συνέβαινε αν διαλυόταν η Βουλή, καθώς δεν μπορούσε να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση, ο Συνασπισμός συμμετέχει σε συγκυβέρνηση με τη Δεξιά, με πρωθυπουργό τον Τζανή Τζανετάκη. H εξέλιξη αυτή προκαλεί κρίση στις γραμμές του ΚΚΕ και κυρίως στην ΚΝΕ, η πλειοψηφία της οποίας εκφράζει τη διαφωνία της. Η κρίση αποκορυφώνεται με την αποχώρηση των διαφωνούντων, που επεκτείνουν τη διαφωνία τους και ως προς τη συγκρότηση τον Συνασπισμού, την αλλαγή της πολιτικής κατεύθυνσης του κόμματος κ.λπ. και το 1990 ιδρύουν το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ). Μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου 1989, στις οποίες η δύναμη του Συνασπισμού υποχωρεί στο 10,97%, ακολουθεί η συμμετοχή και στην Οικουμενική Κυβέρνηση του Ξενοφώντα Ζολώτα. Οι διαθέσεις του κόσμου της Αριστεράς απέναντι στην πολιτική της συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις εκφράζονται με ακόμη μεγαλύτερη εκλογική συρρίκνωση του Συνασπισμού (10,28%) τον Απρίλιο 1990.

Οι ραγδαίες εξελίξεις στις ανατολικές χώρες, όπου καταρρέουν το ένα μετά το άλλο τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού, η κρίση στην ΕΣΣΔ, που θα οδηγήσει σε λίγο στη διάλυσή της, καθώς και οι εκλογικές αποτυχίες του Συνασπισμού και η κρίση της ΚΝΕ, οξύνουν την αντιπαράθεση στις γραμμές του κόμματος, ανάμεσα σε δύο τάσεις που διαμορφώνονται. Η αντιπαράθεση παίρνει τον χαρακτήρα ανοιχτής κρίσης στα 1990-91 και καταλήγει στην αποχώρηση μεγάλου τμήματος του κομματικού δυναμικού, σε μια νέα διάσπαση που διαπερνάει κάθετα και οριζόντια το κομματικό σώμα τον Ιούνιο 1991. Το τμήμα που αποχωρεί, επικεφαλής του οποίου βρίσκονται νέας γενιάς ηγετικά στελέχη που είχαν αναδειχθεί κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, παραμένει στον Συνασπισμό, ο οποίος, πλέον, αποτελεί ενιαίο κόμμα, από τον οποίο αποχωρεί το τμήμα του ΚΚΕ που με οριακή πλειοψηφία στην Κ.Ε. (58 έναντι 53) κατορθώνει να διατηρήσει τον τίτλο του κόμματος. Με τους αποχωρήσαντες συντάσσεται και ο γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΕ στα 1989-91 Γρηγόρης Φαράκος, ενώ στο κόμμα, επικεφαλής του οποίου έχει αναδειχτεί η Αλέκα Παπαρήγα, παραμένει ο ιστορικός ηγέτης του, Χαρίλαος Φλωράκης.

Εκτός από τον Φλωράκη και τον Φαράκο, στην ηγετική ομάδα του ΚΚΕ, με πολύχρονη συμμετοχή στο Π.Γ., από τη Μεταπολίτευση μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ήταν και οι Νίκος Καλούδης, Κώστας Λουλές, Κώστας Τσολάκης, Αντώνης Αμπατιέλος, Δημήτρης Γόντικας, καθώς και οι Ρούλα Κουκούλου, Μίνα Γιάννου και Λούλα Λογαρά. Επρόκειτο για το μοναδικό ελληνικό πολιτικό κόμμα με τόσες γυναίκες στην ηγεσία του.  

Η νέα ανασυγκρότηση. Ενώ ο Συνασπισμός συγκροτείται ως ενιαίο κόμμα στη βάση της κριτικής αποτίμησης της ιστορίας του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος και στην απόρριψη της αναφοράς στον μαρξισμό-λενινισμό, το ΚΚΕ επιβεβαιώνει τον μαρξιστικό-λενινιστικό χαρακτήρα του, όπως αυτός εκφράστηκε ιστορικά από το κυρίαρχο ρεύμα του σοβιετικού μαρξισμού, υπερασπίζεται τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα των καθεστώτων που κατέρρευσαν στην Ανατολή και μπαίνει σε μια νέα περίοδο κομματικής ανασυγκρότησης. Αν και δεν ασκεί αυτοκριτική για τους χειρισμούς της περιόδου της συμμετοχής του στον Συνασπισμό, εγκαταλείπει την πολιτική της συνεργασίας με αστικές πολιτικές δυνάμεις και την επεκτείνει στην απόρριψη της συνεργασίας και με δυνάμεις της Αριστεράς, κυρίως με τον Συνασπισμό. Επανέρχεται η θέση για αποδέσμευση από την ΕΟΚ και κατόπιν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και καταψηφίζεται η Συνθήκη του Μάαστριχτ, την οποία ο Συνασπισμός υπερψήφισε.

Στις εκλογές του 1993 το ΚΚΕ, με 313.000 ψήφοι και 9 έδρες, καταγράφει ποσοστό 4,54%, το μικρότερο μετά από το 1928, αλλά ταυτόχρονα σημειώνεται επιτυχία στον ανταγωνισμό με τον Συνασπισμό, ο οποίος δεν κατορθώνει να εξασφαλίσει το 3%, που αποτελεί προϋπόθεση για την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Στις ευρωεκλογές του 1994 το ΚΚΕ πήρε 411.000 ψήφους (6,29% και 2 έδρες).

Η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ προχωράει με αργά αλλά σταθερά βήματα. Βασισμένο στις αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου του 1996, επανέρχεται στη στρατηγική της αντιιμπεριαλιστικής-αντιμονοπωλιακής επανάστασης, με σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Ως άμεσο στρατηγικό στόχο θέτει τη συγκρότηση Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου για την εγκαθίδρυση της λαϊκής εξουσίας. Την πολιτική της απόρριψης συνεργασιών με άλλα κόμματα την επεκτείνει και στο μαζικό κίνημα των εργαζομένων, όπου συγκροτεί το 1999 το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο (ΠΑΜΕ), ως συντονιστικό συνδικαλιστικών οργανώσεων, που πραγματοποιεί ακόμη και χωριστές από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις. Ιδιαίτερη υπήρξε η συμβολή του ΚΚΕ στο αγροτικό κίνημα της περιόδου 1996-2000, καθώς και στο αντιπολεμικό κίνημα του 1999, κατά τη νατοϊκή επίθεση στη Γιουγκοσλαβία. Στις εκλογές του 1996 πήρε 380.000 ψήφους (5,61% και 11 έδρες) και το 2000, όταν συνεργάστηκε με τη μικρή κίνηση της Κομμουνιστικής Ανανέωσης,  379.500 ψήφους (5,52% και τον ίδιο αριθμό εδρών). Στις εκλογές του 2004 πήρε 436.500 ψήφους (5,9% και 12 έδρες), το 2007 584.000 ψήφους (8,15% και 22 έδρες) και το 2009 517.000 ψήφους (7,54% και 21 έδρες). Στις ευρωεκλογές του 1999 πήρε 557.000 ψήφους (8,67% και 3 έδρες), το 2004 580.500 (9,48% και 3 έδρες) και το 2009 428.000 (8,35% και 2 έδρες).

Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 το ΚΚΕ προσανατολίστηκε σε μια κατεύθυνση εγκατάλειψης της στρατηγικής της αντιμονοπωλιακής-αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης ως μεταβατικού σταδίου στην πορεία προς τον σοσιαλισμό. Η αναφορά του στη λαϊκή εξουσία γίνεται με την ταύτιση των αντιμονοπωλιακών-αντιιμπεριαλιστικών και των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Ταυτόχρονα, αποκλείει κάθε συνεργασία με οποιαδήποτε άλλη πολιτική δύναμη. Οι προσανατολισμοί του αυτοί συνδέονται με την άσκηση κριτικής προς τις κατευθύνσεις της σοβιετικής πολιτικής μετά τον θάνατο του Στάλιν, καθώς και με την αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη και την αναθεώρηση της κριτικής που του ασκήθηκε από το ΚΚΕ μετά το 1956.

Στις εκλογές του Μαΐου 2012 το ΚΚΕ κέρδισε το 8,48% (536.000 ψήφοι και 26 έδρες). Εντούτοις, στις εκλογές του επόμενου μήνα η επιρροή του περιορίστηκε στο 4,5% (277.000 ψήφοι και 12 έδρες), ως συνέπεια της μεγάλης πίεσης που δέχτηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναδείχτηκε αξιωματική αντιπολίτευση, με 26,89%. Μετά από το 19ο Συνέδριο του 2013 γενικός γραμματέας του κόμματος εκλέχτηκε ο Δημήτρης Κουτσούμπας. Στις ευρωεκλογές του 2014 το ΚΚΕ πήρε 347.500 ψήφους (6,07%) και 2 έδρες. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 πήρε 338.000 ψήφους (5,47%) και 15 έδρες, και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου 301.500 ψήφους (5,55%) και επίσης 15 έδρες. Στις βουλευτικές εκλογές του 2019 πήρε 300.000 ψήφους (5,3%) και 15 έδρες, και στις ευρωεκλογές 302.500 ψήφους (5,35%) και 2 έδρες. Στις εκλογές του Μαΐου και Ιουλίου 2023 η άνοδος των ψήφων και των ποσοστών του (427.000, 7,23% και 26 έδρες, 401.000, 7,7% και 21 έδρες, αντιστοίχως) θεωρήθηκε σημαντική επιτυχία. 

Σε όλη την περίοδο μετά το 1991, το ΚΚΕ δίνει ιδιαίτερο βάρος στη συνεργασία μεταξύ των Κ.Κ. σε διεθνές επίπεδο, διοργανώνοντας διεθνείς συναντήσεις και συσκέψεις, ενώ παράλληλα αρνείται τη συμμετοχή του στο Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς (που συγκροτούν κομμουνιστικά και πρώην κομμουνιστικά κόμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο οποίο συμμετέχει ο ΣΥΡΙΖΑ), που το θεωρεί ρεφορμιστικό. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το ΚΚΕ είναι ένα από τα ελάχιστα μαζικά κόμματα που επιμένουν στην «ορθοδοξία» του σοβιετικού μαρξισμού-λενινισμού.

Την περίοδο αυτή, στην ηγεσία του ΚΚΕ, εκτός από τον Φλωράκη (επίτιμο πρόεδρο του κόμματος, έως τον θάνατό του, το 2005), την Παπαρήγα και τον Κουτσούμπα, συμμετείχαν και οι Δημήτρης Γόντικας, Σπύρος Χαλβατζής, Ελένη Μπέλλου και Θανάσης Παφίλης, οι Γιάννης Θεωνάς και Μήτσος Κωστόπουλος (που αποχώρησαν από το κόμμα, το 2000), ο Ορέστης Κολοζώφ (έως τον θάνατό του, το 2014), ο Μάκης Μαΐλης (έως τον θάνατό του, το 2021) κ.ά.   

Κόμμα αγώνων, προσφοράς και μεγάλων αντιφάσεων. Το ΚΚΕ, στον έναν αιώνα από την ίδρυσή του ως ΣΕΚΕ το 1918, έχει διανύσει έναν μακρύ δρόμο εσωτερικών κρίσεων και ανασυγκροτήσεων, περιορισμού και ανόδου της επιρροής του, παρανομίας, ημιπαρανομίας και νομιμότητας. Από αυτά τα χρόνια, τα τριάντα έξι (1925-26, 1936-44 και 1947-74) η λειτουργία και η δράση του είχαν τεθεί εκτός νόμου.

Συγκροτήθηκε και αναπτύχθηκε ως το κόμμα της εργατικής τάξης, σε μια χώρα χωρίς παράδοση εργατικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, και ήδη από τη δεκαετία του 1930 συνδέθηκε με σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Βρέθηκε επικεφαλής ενός γιγάντιου λαϊκού κινήματος ενάντια στην ξένη κατοχή, τον φασισμό και τη ντόπια αντίδραση, διεξάγοντας τρεις ένοπλους αγώνες κατά τη δεκαετία του 1940. Μετά τη συντριπτική πολιτικοστρατιωτική ήττα του 1949, τέθηκε επικεφαλής του κινήματος δημοκρατικής αντίστασης, αξιοποιώντας τις νόμιμες δυνατότητες που πρόσφερε η δράση του μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ. Συνέβαλε στον αντιδικτατορικό αγώνα του 1967-74 και στην ανάπτυξη δημοκρατικών, αντιιμπεριαλιστικών και διεκδικητικών κοινωνικών αγώνων μετά την ανατροπή της δικτατορίας και την κατάκτηση της νομιμότητάς του. Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, και ενώ δεκάδες Κ.Κ. άλλαξαν προσανατολισμό, επιμένει στην υπεράσπιση της ιστορικής παράδοσης του κομμουνιστικού κινήματος.

Ιδιαίτερη υπήρξε η συμβολή του ΚΚΕ στην ταξική αντιπαράθεση στο ιδεολογικό επίπεδο. Η συγκρότηση και η δράση του συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης των εργαζόμενων. Συμμετείχε στους αγώνες για την αναγνώριση και τελικά την επικράτηση της γλώσσας του λαού (της δημοτικής γλώσσας), ως επίσημης. Συμμετείχε στους αγώνες για την παιδεία και τον πολιτισμό, καθώς και στους αγώνες για τα δικαιώματα των γυναικών. Όλα αυτά αναγνωρίζονται ως θετική συνεισφορά, που μάλιστα πληρώθηκε από τα μέλη, τα στελέχη και τους οπαδούς του με διώξεις και με αίμα.

Ταυτόχρονα και σε όλη την ιστορική του διαδρομή, το ΚΚΕ δέχεται και μέσα από τον χώρο της κομμουνιστικής και της ευρύτερης Αριστεράς, επικρίσεις για πλευρές της φυσιογνωμίας και της πολιτικής του, αλλά και κριτικές που φτάνουν μέχρι και στην πλήρη απόρριψή του. Οι κριτικές εξαρτώνται από την ιδεολογική τοποθέτηση των επικριτών του, από διαφορετικές σκοπιές και εκτιμήσεις. Από κάποιες πλευρές, αμφισβητείται ακόμα και η αναγκαιότητα της ίδρυσής του και θεωρείται πως υπήρξε δημιούργημα μιας ευνοϊκής συγκυρίας που καθορίστηκε από τη νίκη της Ρωσικής Οκτωβριανής Επανάστασης. Μια τέτοια εκτίμηση δεν απαντάει, φυσικά, στο πώς κατόρθωσε, όχι μόνο να επιβιώσει στη συνέχεια, αλλά και να συνδεθεί με εργατικές και λαϊκές μάζες και να αναδειχτεί σε κύρια πολιτική δύναμη ένα τέταρτο του αιώνα μετά, κατά τη δεκαετία του 1940.

Κατά το κυρίαρχο ρεύμα στην ανανεωτική Αριστερά (πλειοψηφία του ΚΚΕ εσ., Συνασπισμός αργότερα κ.λπ.), το ΚΚΕ, αν και κατόρθωσε να διαδραματίσει σημαντικό ιστορικό ρόλο, αδυνατούσε να οδηγήσει το εργατικό και λαϊκό κίνημα σε νικηφόρα πορεία, κυρίως λόγω βασικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν την ιστορική του φυσιογνωμία: της εξάρτησής του από την ΕΣΣΔ, που στο όνομα του προλεταριακού διεθνισμού εκφραζόταν με τον περιορισμό της αυτονομίας του, της δογματικής αντίληψης για τον μαρξισμό, που εκδηλωνόταν με την προσήλωση σε πάγιες θεωρητικές αρχές, τις οποίες θεωρείται πως διέψευδε η πραγματικότητα, και τη γραφειοκρατική συγκρότηση και λειτουργία του, τη γραφειοκρατική σχέση του με τα μαζικά κινήματα και την αδυναμία του σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές να επιλέγει πολιτική τακτικών υποχωρήσεων και συμβιβασμών. Κριτική για εξάρτηση από την ΕΣΣΔ, για μεγάλες ιστορικές περιόδους, ασκείται και από άλλα ρεύματα του κομμουνιστικού κινήματος.

Εντούτοις, στον χώρο της άκρας Αριστεράς κυρίαρχη είναι η άποψη πως το βασικό χαρακτηριστικό της σχέσης του ΚΚΕ με τον μαρξισμό δεν είναι τόσο ο δογματισμός, όσο η αναθεώρηση βασικών μαρξιστικών θέσεων. Από την πλευρά αυτή, το ΚΚΕ επικρίνεται για πολιτική συμβιβασμού με τον αστισμό, για απαράδεκτες υποχωρήσεις σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, για ρεφορμιστική πολιτική, που καλύπτεται πίσω από επαναστατικές διακηρύξεις. Στον χώρο της άκρας Αριστεράς σοβαρές διαφωνίες προκύπτουν σχετικά με τη διάκριση ανάμεσα στην περίοδο κατά την οποία το ΚΚΕ παρέμενε κόμμα επαναστατικό και στην περίοδο μετασχηματισμού του σε ρεφορμιστικό κόμμα. Έτσι, κατά το τροτσκιστικό ρεύμα, η κρίσιμη περίοδος μετασχηματισμού του κόμματος ήταν τα χρόνια 1926-34, με την κυριαρχία του «σταλινισμού» στην ΕΣΣΔ και στην Κ.Δ. Κατά το μ-λ ρεύμα, καθοριστική στον μετασχηματισμό του ΚΚΕ ήταν η ευθυγράμμισή του με τον «χρουστσοφικό ρεβιζιονισμό», μετά το 1956.

Άλλες τάσεις εκτιμούν πως το ΚΚΕ εμπεριείχε από την ίδρυσή του τόσο την επαναστατική όσο και τη ρεφορμιστική κατεύθυνση, που κυριαρχούσαν συγκυριακά ή σταθερότερα κατά περιόδους, μέχρις ότου κυριάρχησε πλήρως η ρεφορμιστική κατεύθυνση, κατ’ αντιστοιχία με την κυριαρχία της στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. H έναρξη της περιόδου πλήρους κυριαρχίας της ρεφορμιστικής κατεύθυνσης, σύμφωνα μ’ αυτή την άποψη, εντοπίζεται στην υιοθέτηση της στρατηγικής του ειρηνικού δρόμου για τον σοσιαλισμό και κυρίως στην περίοδο που το ΚΚΕ πέρασε στη νομιμότητα, αποδεχόμενο πλήρως το αστικό πλαίσιο λειτουργίας και δράσης.

Το ΚΚΕ, στις εννιά δεκαετίες της ύπαρξής του, ανέπτυξε πλούσια εκδοτική δραστηριότητα. Στα 1918-20 όργανο του ΣΕΚΕ ήταν ο «Εργατικός Αγών» και κατόπιν ο «Ριζοσπάστης», που η ιστορία του συνδέεται με την πολύχρονη περιπετειώδη ιστορία του κόμματος. Κατά καιρούς, η ύλη του λογοκρινόταν, κυκλοφορούσε παράνομα ή με παραλλαγμένο τίτλο (όπως «Νέος Ριζοσπάστης», στα 1931-34). Το θεωρητικό-πολιτικό όργανο του κόμματος, η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» («ΚΟΜΕΠ»), εκδιδόταν από το 1921 μέχρι το 1936 με μεγάλα διαστήματα διακοπής και από το 1941 έως το 1947. Κατά την περίοδο που η έδρα της Κ.Ε. του ΚΚΕ ήταν στην Ανατολική Ευρώπη, από το 1949 έως το 1974, την «ΚΟΜΕΠ» αντικατέστησε ο «Νέος Κόσμος». H «ΚΟΜΕΠ» (που στα 1969-74 εκδιδόταν από το ΚΚΕ εσ.) επανεκδόθηκε από το ΚΚΕ το 1974 και συνεχίζει να εκδίδεται σταθερά από τότε.

Πολλά είναι τα επιστημονικά, πολιτιστικά και λογοτεχνικά περιοδικά που εκδόθηκαν με τη στήριξη του ΚΚΕ και οι εκδοτικοί οργανισμοί που συγκρότησε, όπως το μεσοπολεμικό «Σοσιαλιστικό Βιβλιοπωλείο» (μετέπειτα «Λαϊκό Βιβλιοπωλείο»), τα «Νέα Βιβλία» στα 1945-47, η «Νέα Ελλάδα» στα 1950-54, οι «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις» στα 1954-68, και η «Σύγχρονη Εποχή», που συνεχίζει να λειτουργεί από το 1972. Στο πεδίο της μαρξιστικής θεωρητικής έρευνας λειτούργησαν κατά καιρούς διάφορες κομματικές σχολές και από το 1975 λειτουργεί το Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών (ΚΜΕ).

 

Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας εσωτερικού (ΚΚΕ εσ.). Κόμμα ευρωκομμουνιστικού προσανατολισμού που προήλθε από τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, διακηρύσσοντας ως στόχο την ανανέωση του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Με τον τίτλο ΚΚΕ (εσωτερικού) εμφανίστηκε τον Απρίλιο του 1969, μετά την Έκτακτη Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, που συγκάλεσε το Γραφείο Εσωτερικού και στην οποία συμμετείχαν μέλη της Κ.Ε. που είχαν εκλεγεί στο 8ο Συνέδριο του 1961 και δεν αναγνώρισαν τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας του Φεβρουαρίου 1968.

H σύγκληση της 12ης Ολομέλειας είχε θεωρηθεί παράνομη και αντικαταστατική, γιατί στις εργασίες της δεν κλήθηκαν να συμμετάσχουν τα μέλη της Κ.Ε. που δρούσαν παράνομα στην Ελλάδα, και η απόφαση που πήρε για την καθαίρεση από το Π.Γ. των Δημήτρη Παρτσαλίδη, Πάνου Δημητρίου και Ζήση Ζωγράφου, δεν εγκρίθηκε από μεγάλο αριθμό μελών της Κ.Ε. και από την πλειοψηφία αυτών που ήταν κρατούμενοι ή δρούσαν παράνομα στην Ελλάδα.

H διάσπαση του 1968 αποτέλεσε συνέπεια διαπάλης στους κόλπους της ηγεσίας του ΚΚΕ και της διαμόρφωσης δύο διαφορετικών αντιλήψεων, σε σχέση με καίρια ζητήματα της περιόδου που ακολούθησε το 8ο Συνέδριο. Επρόκειτο, κυρίως, για ζητήματα πολιτικών συμμαχιών, οικοδόμησης του κινήματος και σχέσεων μεταξύ της ηγεσίας του κόμματος, του Π.Γ. της Κ.Ε., που βρισκόταν στην πολιτική προσφυγιά, και του τμήματός της στην Ελλάδα, του Κλιμακίου Εσωτερικού της Κ.Ε. και του Γραφείου του, που συμμετείχε στον καθοδηγητικό μηχανισμό της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ). Αν και δεν υπήρχε διαφωνία ως προς τη συνεργασία με τις δυνάμεις του Κέντρου, για το Π.Γ. προείχε η αυτονομία της Αριστεράς, ενώ για το Γραφείο Εσωτερικού προείχε η στήριξη των διαδικασιών εκδημοκρατισμού που είχαν δρομολογηθεί από το 1963, έστω κι αν σ’ αυτές ηγεμόνευε συγκυριακά το Κέντρο.

Άλλο στοιχείο αντιπαράθεσης αποτέλεσε το ζήτημα της νομιμοποίησης του ΚΚΕ. Στην κατεύθυνση αυτή, αποφασίστηκε η συγκρότηση «κομματικών στηριγμάτων» στο πλαίσιο της ΕΔΑ, που όταν κρινόταν κατάλληλη η συγκυρία θα προχωρούσαν στη de facto λειτουργία κομματικών οργανώσεων. Στην απόφαση αυτή αντιτάχθηκε το Γραφείο Εσωτερικού, εκτιμώντας ότι η λειτουργία αυτών των πυρήνων έθετε σε κίνδυνο τη νομιμότητα της ΕΔΑ και παράλληλα παραβίαζε την αυτόνομη λειτουργία της. Κυρίαρχος στο εσωτερικό ήταν ο προσανατολισμός για μετασχηματισμό της ΕΔΑ σε κόμμα με φυσιογνωμία κομμουνιστική και στην έμμεση, έτσι, νομιμοποίηση του κομμουνιστικού κινήματος. Με τις απόψεις αυτές είχε συνταχθεί και μέρος των μελών της Κ.Ε. που βρίσκονταν στην ανατολική Ευρώπη, μεταξύ των οποίων και η μειοψηφία του Π.Γ. (Παρτσαλίδης, Δημητρίου και Ζωγράφος).

Μετά τη 12η Ολομέλεια, τα μέλη της Κ.Ε. που βρίσκονταν στο εξωτερικό και αρνήθηκαν τη νομιμοποίησή της, συγκρότησαν «Ενωτική Κ.Ε.», με στόχο τη σύγκληση νέας καταστατικά νόμιμης Ολομέλειας. Τη 12η Ολομέλεια κατήγγειλε και η πλειοψηφία των μελών της Κ.Ε. που βρίσκονταν στην Ελλάδα, στην παρανομία ή κρατούμενοι. Το Γραφείο Εσωτερικού, που αποτελούνταν από τους Μπάμπη Δρακόπουλο, γραμματέα, Νίκο Καρρά, Αντώνη Μπριλλάκη και Φώκο Βέττα, που είχαν περάσει στην παρανομία (τρία άλλα μέλη του, οι Μανώλης Γλέζος, Μίνα Γιάννου και Χαρίλαος Φλωράκης ήταν εξόριστοι και δεν συμμετείχαν), αναγνωρίστηκε τον Σεπτέμβριο 1968 ως νόμιμη καθοδήγηση του κόμματος και από την Ενωτική Κ.Ε., που αυτοδιαλύθηκε.

Η συγκρότηση του ΚΚΕ εσ. Με την Έκτακτη Ολομέλεια, που συγκλήθηκε τον Απρίλιο 1969 με τη συμμετοχή των μελών της Κ.Ε. που είχαν αναγνωρίσει ως καθοδήγηση το Γραφείο Εσωτερικού, τέθηκαν συνολικότερα ζητήματα διαφοροποίησης από την «ομάδα Κολιγιάννη» ή «δογματική ομάδα», όπως αναφερόταν το άλλο τμήμα του κόμματος, που αργότερα αναφερόταν ως «ΚΚΕ εξωτερικού».

Διακηρύχθηκε η ανάγκη ενότητας του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος στη βάση της ανανέωσής του, με την ανάπτυξη της εσωκομματικής δημοκρατίας, την εφαρμογή των αρχών του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και την εξάλειψη γραφειοκρατικών και αντιδημοκρατικών παρεκκλίσεων, την αυτονομία του κόμματος στο πλαίσιο του προλεταριακού διεθνισμού και την απόρριψη της εξάρτησης από ξένα καθοδηγητικά κέντρα. Ήδη, το Γραφείο Εσωτερικού είχε καταδικάσει τη σοβιετική επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία. Τη χάραξη μιας στρατηγικής ενότητας των αντιδικτατορικών δυνάμεων για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και το άνοιγμα του δρόμου για συνολικότερες αλλαγές, στην προοπτική του δημοκρατικού μετασχηματισμού σε αντιμονοπωλιακή-αντιιμπεριαλιστική και τελικά σοσιαλιστική κατεύθυνση, για έναν σοσιαλισμό προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα, με κατοχύρωση των δημοκρατικών θεσμών και ελευθεριών.

Οι θέσεις αυτές του τμήματος του ΚΚΕ που είχε πλέον συγκροτηθεί σε ιδιαίτερο κομματικό οργανισμό, με τον τίτλο ΚΚΕ (εσωτερικού), χαρακτηρίστηκαν «αναθεωρητικές» από το τμήμα που κράτησε τον ιστορικό τίτλο του κόμματος. Ως άρνηση βασικών αρχών του μαρξισμού-λενινισμού και συγκεκριμένα ως άρνηση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και του κόμματος νέου τύπου, του προλεταριακού διεθνισμού και της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το ΚΚΕ εσ. χαρακτηρίστηκε διασπαστική «Αναθεωρητική Ομάδα».

Το ΚΚΕ εσ. κατόρθωσε να ελέγξει τις αντιστασιακές οργανώσεις που είχαν ήδη συγκροτηθεί μετά το πραξικόπημα, το Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ), το Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο (ΑΕΜ) και τη φοιτητική οργάνωση Ρήγας Φεραίος. Η μειοψηφία των αγωνιστών που συμμετείχαν σ’ αυτές και αναγνώρισαν τη 12η Ολομέλεια, συγκρότησε νέες οργανώσεις, αν και διεκδικήθηκε μέχρι την πτώση της δικτατορίας ο τίτλος του ΠΑΜ.

Με εξαίρεση μερικά Κ.Κ. (ιταλικό, ισπανικό, σουηδικό, γιουγκοσλάβικο, ρουμάνικο, κορεάτικο κ.λπ.), το ΚΚΕ εσ. δεν αναγνωρίστηκε από τη μεγάλη πλειονότητα των Κ.Κ. και κυρίως από το ΚΚΣΕ. Η στάση αυτή του ΚΚΣΕ και των κομμάτων που ευθυγραμμίζονταν με την πολιτική του επικρίθηκε ως παρέμβαση στα εσωτερικά του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος και συνέβαλε στην περαιτέρω όξυνση της αντιπαράθεσης.

Το 1972-73 το κόμμα διέρχεται κρίση, καθώς μεγάλο μέρος του στελεχικού του δυναμικού, με κύριο εκπρόσωπο τον Λεωνίδα Κύρκο, αντιτίθεται στην πολιτική του Γραφείου της Κ.Ε. (που έδρευε στη Ρώμη και μετά τη σύλληψη του Δρακόπουλου, το 1971, είχε επικεφαλής τον Νίκο Καρρά), προβάλλοντας την προοπτική ανατροπής της δικτατορίας μέσω της αξιοποίησης διαδικασιών φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος. Στην κατεύθυνση αυτή συναινούν και οι κρατούμενοι Δρακόπουλος και Παρτσαλίδης. Η κρίση οδηγεί στην παραίτηση του Γραφείου της Κ.Ε. και στην αλλαγή της πολιτικής του κόμματος, το οποίο προσανατολίζεται σε συμμετοχή στις εκλογές που προγραμματίζει η Χούντα με τη φιλελευθεροποίηση Μαρκεζίνη. Στο πλαίσιο αυτής της γραμμής, το ΚΚΕ εσ. αντιτάσσεται στην κατάληψη του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973, παρά τη μαζική και μαχητική συμμετοχή των μελών του και των μελών του Ρήγα Φεραίου στην εξέγερση.

Από τη νομιμοποίηση στη διάλυση. Με την πτώση της δικτατορίας, το κόμμα προσανατολίζεται στην ανασύσταση της ΕΔΑ, σε συνεργασία και με ανένταχτους αριστερούς, και επανεκδίδει την «Αυγή», ενώ ο Ρήγας Φεραίος, που ήδη λειτουργεί ως νεολαία του ΚΚΕ εσ., εμφανίζεται μέχρι το 1976 ως πλατιά αριστερή και όχι κομμουνιστική οργάνωση. Με Διακήρυξη της Κ.Ε., τον Σεπτέμβριο 1974, το ΚΚΕ εσ. προβάλλει τη γραμμή της «Εθνικής Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Ενότητας» (ΕΑΔΕ). Εκτιμώντας ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι νέας αντιδημοκρατικής εκτροπής, αλλά και ελληνοτουρκικού πολέμου, καλεί σε ενότητα όλων των δυνάμεων που αντιτάχθηκαν στη δικτατορία, από την Αριστερά έως την αντιδικτατορική Δεξιά, όπως εκφραζόταν από τον Καραμανλή, με στόχο τη στερέωση και τη διεύρυνση της δημοκρατίας.

Νομιμοποιείται με την κατάργηση του Α.Ν. 509 και συμμετέχει στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974, με τον συνασπισμό της Ενωμένης Αριστεράς, όχι ως ΚΚΕ εσ. -κάτι που αρνούνταν να δεχτεί το ΚΚΕ- αλλά μέσω της ΕΔΑ. Ήδη, σ’ αυτές τις εκλογές φάνηκε η σχετική υπερίσχυση του ΚΚΕ, που εξέλεξε 5 βουλευτές, έναντι 2 του ΚΚΕ εσ. (Δρακόπουλος και Κύρκος) και του Ηλία Ηλιού (ως εκπροσώπου της ΕΔΑ). Το ΚΚΕ εσ., στην προσπάθειά του να καλύψει τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, έχανε στον ζωτικό χώρο των οπαδών του κομμουνιστικού κινήματος. Παράλληλα, ο ευρύτερος αριστερός χώρος καλυπτόταν, όλο και περισσότερο, από το ΠΑΣΟΚ, που, μάλιστα, σε καίρια ζητήματα εμφανιζόταν να τοποθετείται με πιο ριζοσπαστικές θέσεις. Απέρριπτε την όποια συνεργασία με τη Ν.Δ., τασσόταν ενάντια στην ένταξη στην ΕΟΚ κ.λπ.

Το ΚΚΕ εσ. διαμορφωνόταν ως κόμμα ευρωκομμουνιστικού προσανατολισμού. H πολιτική της ΕΑΔΕ προβάλλεται ως μια μορφή ιστορικού συμβιβασμού αλά ελληνικά, υποστηρίζεται ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός (ένταξη στην ΕΟΚ), διαμορφώνεται η στρατηγική του δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό και απορρίπτεται η δικτατορία του προλεταριάτου, όχι μόνο η παραποιημένη μορφή της στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά και ως θεωρητική έννοια. Προβάλλεται η αντίληψη ότι το κράτος, στο πλαίσιο του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, μπορεί να μετεξελιχθεί σε σοσιαλιστικό, με τη διεύρυνση των δημοκρατικών θεσμών και τον κρατικό δημοκρατικό έλεγχο των βασικών τομέων της οικονομίας.

Οι προσανατολισμοί αυτοί, που επικυρώνονται στο 1ο (9ο) Συνέδριο του κόμματος το 1976, αντιμετωπίζονται από το ΚΚΕ σαν επιβεβαίωση του σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα της «Αναθεωρητικής Ομάδας». Αντιδράσεις υπάρχουν και στο εσωτερικό του κόμματος και κυρίως στις γραμμές του Ρήγα Φεραίου, αλλά και σε κύκλους ανένταχτων αγωνιστών της ανανεωτικής κομμουνιστικής Αριστεράς. Στην κυρίαρχη εκδοχή της κομμουνιστικής ανανέωσης, όπως εκφράζεται από το ΚΚΕ εσ., οι διαφωνούντες αντιπαραθέτουν μια «αριστερόστροφη» κατεύθυνση για έναν δημοκρατικό δρόμο για τον σοσιαλισμό βασισμένο στην ανάπτυξη μαζικών κινημάτων και σε προοπτική ρήξης με τον καπιταλισμό. Θέτουν, επίσης, ζητήματα εσωκομματικής δημοκρατίας, αλλά και σχέσεων με τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού», των οποίων τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα αμφισβητούν.

Η κριτική υποστήριξη της κυβέρνησης της Ν.Δ. και πρακτικές όπως η συνεργασία στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας με δυνάμεις της Δεξιάς (με την Ανανεωτική Συνδικαλιστική Δημοκρατική Συνεργασία -ΑΣΔΗΣ- το 1975), λειτουργούν αρνητικά και ενισχύουν το ΚΚΕ στην πάλη ενάντια στο ΚΚΕ εσ. Επιπλέον, το ΚΚΕ προβάλλει ως ο νόμιμος κληρονόμος του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, με τον τίτλο του ιστορικού ΚΚΕ, με όργανα τον «Ριζοσπάστη» και την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» (την οποία κατά τη δικτατορία εξέδιδε το ΚΚΕ εσ., αλλά δεν τη διεκδίκησε κατόπιν), με τις παραδοσιακές σχέσεις με το ΚΚΣΕ, που συνέχιζε να αποτελεί το κέντρο του διεθνούς κινήματος για την πλειονότητα των Ελλήνων κομμουνιστών. Το αίτημα της ανανέωσης, αποδεκτό από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου της Αριστεράς μετά τη νέα ήττα του 1967, ταυτίστηκε στη συνέχεια με μια πολιτική που στην πλειονότητα των κομμουνιστών φαινόταν «δεξιόστροφη». Αυτό φάνηκε στις εκλογές του 1977, στις οποίες το ΚΚΕ εσ. κατέβηκε με τη Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων, που αποτελούνταν από μικρές πολιτικές κινήσεις της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. H Συμμαχία πήρε το 2,72% και το ΚΚΕ εσ. περιορίστηκε σε μια έδρα στη Βουλή. Στις ίδιες εκλογές το ΚΚΕ επιβεβαίωνε την κυριαρχία του στην κομμουνιστική Αριστερά, με το 9,36%. Την εκλογική ήττα ακολούθησε κρίση στις γραμμές της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, με αποτέλεσμα τη διάσπασή της τον Μάρτιο 1978 και τη συγκρότηση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (Β΄ Πανελλαδική).

Στο 2ο Συνέδριο του κόμματος, τον Μάιο του 1978, αν και επικράτησε και πάλι η ίδια ηγετική ομάδα (Δρακόπουλος, Κύρκος κ.ά.),  επισημάνθηκαν πλευρές λαθών της πολιτικής του, χωρίς όμως να αμφισβητηθεί ο γενικός προσανατολισμός. Εντούτοις, εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια η ΕΑΔΕ και το κόμμα προσανατολίστηκε στη γραμμή της «ενότητας των δημοκρατικών δυνάμεων» για την πτώση της Δεξιάς. Στις εκλογές του 1981 το ποσοστό του ΚΚΕ εσ. περιορίστηκε στο 1,37% (76.000 ψήφοι) και έχασε την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Στις ταυτόχρονες εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο πήρε, όμως, 5,4% και μια έδρα. Φάνηκε ότι μπορούσε να επηρεάζει ευρύτερο κόσμο, πέραν της κομμουνιστικής Αριστεράς, ο οποίος στις εθνικές εκλογές ψήφιζε με άλλα κριτήρια.

Το ΚΚΕ εσ. δυσκολευόταν και στην οργανωτική του ανάπτυξη. Το 1977 είχε περίπου 6.000 μέλη, έναντι 25.000 του ΚΚΕ, και το 1981 7.000, όταν το ΚΚΕ είχε 46.000 μέλη.

Το 1982, στο 3ο Συνέδριο, γραμματέας της Κ.Ε. εκλέχτηκε ο Γιάννης Μπανιάς. Η αλλαγή αυτή εκτιμήθηκε ως εκδήλωση «αριστερής στροφής» του κόμματος. Το ΚΚΕ εσ. στήριξε κριτικά την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αλλά ταυτόχρονα πρόβαλλε ριζοσπαστικές θέσεις για την επιτάχυνση των ρυθμών της «Αλλαγής», για την ανάπτυξη των μαζικών κινημάτων, για την προώθηση των κοινωνικών κινημάτων (γυναικείου, οικολογικού κ.λπ.). Στις ευρωεκλογές του 1984 σημείωσε νέα επιτυχία με το 3,4% και στις βουλευτικές του 1985 κέρδισε και πάλι τη βουλευτική έδρα, με το 1,84% (117.000 ψήφοι).

Παρά τις επιτυχίες αυτές, τέθηκε ζήτημα αναπροσανατολισμού, σε μια κατεύθυνση μετεξέλιξής του σε ευρύτερο κομματικό σχηματισμό, πέραν της κομμουνιστικής Αριστεράς. Κύριος φορέας της άποψης αυτής ήταν ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του κόμματος Κύρκος, που συγκρότησε την τάση της «μετεξέλιξης». Στην κατεύθυνση αυτή αντιτάχθηκε η τάση της «αναβάθμισης», με επικεφαλής τον γραμματέα Μπανιά, η οποία υποστηρίχτηκε και από τον Δρακόπουλο. Στο 4ο Συνέδριο, το 1986, η τάση της «μετεξέλιξης» υπερίσχυσε, με τη συνεργασία και της τάσης της «υπέρβασης», του Κώστα Φιλίνη.

H απόφαση του Συνεδρίου για εγκατάλειψη του κομμουνιστικού τίτλου και της κομμουνιστικής φυσιογνωμίας του κόμματος, οδήγησε στην αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους της τάσης της «αναβάθμισης», με επικεφαλής τον Μπανιά, που το 1987 συγκρότησε το ΚΚΕ Εσωτερικού / Ανανεωτική Αριστερά. Η πλειοψηφία του κόμματος, με τη συμμετοχή και στελεχών της τάσης της «αναβάθμισης» (Δρακόπουλος, Λευτέρης Ελευθερίου κ.ά.), προχώρησε τον ίδιο χρόνο στη διάλυση του ΚΚΕ εσ. και στην ίδρυση νέου κόμματος, με τον τίτλο Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ) και επικεφαλής τον Κύρκο.

Η προσφορά και οι αντιφάσεις του κόμματος της κομμουνιστικής ανανέωσης. Το ΚΚΕ εσ., στις δύο δεκαετίες της ύπαρξής του, καταγράφηκε ως η δύναμη εκείνη που έθεσε ζητήματα ζωτικής σημασίας για το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα, πρώτα απ’ όλα το ζήτημα της κρίσης του και την ανάγκη ανανέωσής του, μετά από αλλεπάλληλες ήττες και αδιέξοδα (1945, ’49, ’67). Έθεσε το ζήτημα της λειτουργίας της εσωκομματικής δημοκρατίας, της αυτονομίας του στο πλαίσιο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, των δημοκρατικών σχέσεων του κομμουνιστικού κόμματος με τα μαζικά κινήματα, ζητήματα που αφορούν στην πολιτική των συμμαχιών, τη στρατηγική για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση με διατήρηση και ανάπτυξη των δημοκρατικών δικαιωμάτων, για την αποφυγή των αρνητικών φαινομένων των χωρών του τότε υπαρκτού σοσιαλισμού. Θέτοντας τα ζητήματα αυτά, συνέβαλε στην ανάπτυξη του διαλόγου και του προβληματισμού. Δεν είναι τυχαία η συμμετοχή στο ΚΚΕ εσ. σημαντικών διανοουμένων, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει o Νίκος Πουλαντζάς, παρά τις διαφωνίες του σε καίρια σημεία της πολιτικής του γραμμής, ούτε το ότι ήταν το πρώτο μαζικό αριστερό κόμμα στην Ελλάδα που πρόβαλε ζητήματα αυτονομίας των μαζικών κινημάτων, επεξεργασίες για τα νέα κοινωνικά κινήματα κ.λπ.

Η βασική κριτική που ασκήθηκε στο ΚΚΕ εσ. αναφέρεται στην ατολμία του να δώσει ριζοσπαστικές απαντήσεις στα ζητήματα που έθετε, όντας εγκλωβισμένο σε μια γραμμή που απέρρεε από την ηττοπαθή αντίληψη της κυρίαρχης τάσης μέσα στις γραμμές του. Από τη σκοπιά αυτή, θεωρείται ότι το κύριο δυναμικό που συγκρότησε το κόμμα, προερχόμενο από τις γενιές της ήττας, διαμόρφωσε την πολιτική του αντίληψη στη βάση της αποφυγής ρήξεων που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τις δυνάμεις της αντίδρασης. Για τον κόσμο αυτόν, η βασική αιτία της ήττας του μεγαλειώδους κινήματος της δεκαετίας του ’40 ήταν η έλλειψη μιας ευέλικτης πολιτικής συμβιβασμών, που θα εξασφάλιζε ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις. Αντιστοίχως, η ήττα του 1967 χρεωνόταν στην αδυναμία της Αριστεράς να προωθήσει σταθερές συμμαχίες με τις αστικές δημοκρατικές δυνάμεις, για την απομόνωση των κύκλων της εκτροπής

H αντίληψη αυτή συναντήθηκε με τις επεξεργασίες δυτικών Κ.Κ., όπως το ιταλικό, το ισπανικό κ.λπ., που διαμόρφωσαν το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού. Με τους προσανατολισμούς αυτούς, το ΚΚΕ εσ. επιδίωκε να συσπειρώσει έναν ευρύτερο αριστερό κόσμο, που είχε ήδη κρατήσει αποστάσεις από την κομμουνιστική «ορθοδοξία», καθώς μάλιστα στην Ελλάδα δεν υπήρχε μαζικό κόμμα στον χώρο της μη κομμουνιστικής Αριστεράς. H προοπτική αυτή διαψεύστηκε με την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, ενώ, παράλληλα, ο κύριος όγκος των Ελλήνων κομμουνιστών έβρισκε έκφραση στο ΚΚΕ, που εμφανιζόταν ως αυθεντικός κληρονόμος της κομμουνιστικής παράδοσης.

Καθώς στα χρόνια της δικτατορίας, την πρώτη περίοδο μετά τη διάσπαση του 1968, ήταν δύσκολη έως ανέφικτη η δημόσια αντιπαράθεση των δύο ΚΚΕ, το ΚΚΕ εσ. εμφανίστηκε αμέσως μετά την πτώση της Χούντας και τη νομιμοποίηση ως ένα κόμμα δεξιόστροφο, σε αντίθεση με τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, που χαρακτήριζε την πρώτη μεταδικτατορική περίοδο, τότε ακριβώς που έμπαιναν οι βάσεις οικοδόμησης των πολιτικών κομμάτων και των σχέσεών τους με τον λαό. H κοινωνική σύνθεση του ΚΚΕ εσ., η συγκρότησή του κατά πλειονότητα από μέλη που ανήκαν στα νέα μικροαστικά στρώματα, στην εργαζόμενη διανόηση και τη φοιτητική νεολαία, ήταν χαρακτηριστική αντανάκλαση της αδυναμίας του να οικοδομήσει σχέσεις με φτωχά εργαζόμενα λαϊκά στρώματα και κυρίως με την εργατική τάξη. Θεωρείται πως καθοριστική στην περαιτέρω πορεία του κόμματος υπήρξε η ήττα της αριστερής του πτέρυγας στα 1972-73.

H υπερίσχυση της τάσης μετεξέλιξης το 1986-87 και η διάλυση του ΚΚΕ εσ. κρίθηκε, επίσης, ως αρνητική εξέλιξη, καθώς λίγα χρόνια μετά ξέσπασε η μεγάλη κρίση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, με τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, που επιβεβαίωνε βασικές θέσεις του κόμματος και δημιουργούσε τους όρους για νέους συσχετισμούς στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Οι υποστηρικτές της μετεξέλιξης, από την πλευρά τους, υποστήριξαν πως έδρασαν πρωτοποριακά σε διεθνές επίπεδο, καθώς το παράδειγμά τους ακολούθησαν μετά από λίγα χρόνια μια σειρά Κ.Κ., που εγκατέλειψαν τον τίτλο και τις αναφορές στο κομμουνιστικό κίνημα.

Το ΚΚΕ εσ., εκτός από την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» που εξέδιδε κατά τη δικτατορία, εξέδωσε μετά τη Μεταπολίτευση την «Κομμουνιστική Θεωρία και Πολιτική» και στα 1983-86 το περιοδικό «Η Αριστερά Σήμερα». Κατά την περίοδο της δικτατορίας εξέδιδε, επίσης, τον παράνομο «Ριζοσπάστη-Μαχητή» και μετά την πτώση της δικτατορίας την «Αυγή», που έβγαινε προδικτατορικά ως εφημερίδα της ΕΔΑ. Με πρωτοβουλία του ιδρύθηκε το 1979 το Κέντρο Μαρξιστικών Σπουδών (ΚΜΑΣ).

 

Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας Εσωτερικού / Ανανεωτική Αριστερά (ΚΚΕ Εσ./Α.Α.). Ιδρύθηκε το 1987 από τη μειοψηφία του ΚΚΕ εσωτερικού που αντιτάχθηκε στη διάλυσή του, με επικεφαλής τον τότε γραμματέα του κόμματος Γιάννη Μπανιά. Με το νέο κόμμα -που συσπείρωσε το μεγαλύτερο μέρος της τάσης της «αναβάθμισης» που είχε συγκροτηθεί στο ΚΚΕ εσ.- τάχθηκε και η πλειοψηφία της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Εξέδιδε στα 1987-88 το περιοδικό «Κάπα» και κατόπιν στήριζε την εφημερίδα «Η Εποχή». Το ΚΚΕ Εσ./Α.Α. διακήρυξε την αναγκαιότητα συνέχισης του αγώνα για την ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος, ασκώντας κριτική στο ιστορικό ΚΚΕ εσ. για δεξιόστροφη κατεύθυνση. Στις εκλογές του Ιουνίου 1989 πήρε 18.000 ψήφους (0,28%) για τη Βουλή και 42.000 (0,63%) για το Ευρωκοινοβούλιο. Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989 συνεργάστηκε με την ΕΑΣ και το ΕΚΚΕ στο σχήμα της Αριστερής Πρωτοβουλίας, που πήρε 0,2%, ενώ στις εκλογές του Απριλίου 1990 συμμετείχε και πάλι αυτόνομα, παίρνοντας 9.000 ψήφους (0,13%). Ως αποτέλεσμα των εκλογικών αποτυχιών και κυρίως μετά τη συγκρότηση του Συνασπισμού σε ενιαίο κόμμα, το ΚΚΕ Εσ./Α.Α. μπήκε σε περίοδο κρίσης. Το 1991 μετονομάστηκε σε Ανανεωτική Κομμουνιστική Οικολογική Αριστερά (ΑΚΟΑ). Βασικά του στελέχη ήταν οι Νίκος Βούτσης, Άγγελος Ελεφάντης, Νίκος Καϊμάκης, Παύλος Κλαυδιανός, Βασίλης Κωτούλας, Αριστείδης Μπαλτάς, Μάκης Μπαλαούρας, Νίκος Μπίστης, Στέλιος Παππάς, Ελένη Πορτάλιου, Άλκης Ρήγος, Νίκος Φίλης κ.ά.

 

Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (μαρξιστικό - λενινιστικό) [ΚΚΕ (μ-λ)]. 1. Οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1963 στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Την αποτέλεσε μέρος των μελών του ΚΚΕ που είχαν διαφωνήσει με την 6η Ολομέλεια του 1956 και στη συνέχεια με τη στροφή στην πολιτική του κόμματος. Κρατώντας αποστάσεις από τον ιστορικό ηγέτη του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη, αναγνώρισαν ταυτότητα απόψεων με το Κ.Κ. Κίνας και το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας. Η οργάνωση προσπάθησε να έρθει σε επαφή με το αντίστοιχο ρεύμα που συγκροτούνταν στην Ελλάδα γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση». Επικεφαλής του ήταν Προσωρινή Κ.Ε., με βασικά στελέχη τους Πολύδωρο Δανιηλίδη, Πασχάλη Βάσκο, Γαβρήλο Παπαδόπουλο κ.ά., και δυνάμεις του βρίσκονταν στην Τασκένδη, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία. Από το 1969 άρχισε να λειτουργεί με τη μορφή Μαρξιστικών Λενινιστικών Οργανώσεων κατά χώρα, που συνδέονταν με την Οργάνωση Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ).

2. Κόμμα του μ-λ ρεύματος που ιδρύθηκε τον Νοέμβριο 1976. H απόφαση «ανασύστασης του κόμματος της εργατικής τάξης», που θεωρούνταν ότι είχε διαλύσει ο «χρουστσοφικός ρεβιζιονισμός» το 1956, πάρθηκε από την Οργάνωση Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ), σε μια περίοδο σχετικής ανάπτυξης των οργανωτικών της δυνάμεων και της παρέμβασής της στο μαζικό κίνημα (κυρίως στο φοιτητικό και δευτερευόντως στο εργατικό).

Ο χρόνος σύγκλησης του Συνεδρίου συνέπεσε με σημαντικές εξελίξεις στο διεθνές μ-λ κίνημα. Τον θάνατο του Μάο Τσετούνγκ ακολούθησαν αλλαγές στην ηγεσία και την πολιτική του Κ.Κ. Κίνας και είχε αρχίσει να διαφαίνεται διάσταση μεταξύ Κίνας και Αλβανίας, που εκφραζόταν με την αντίθεση του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας στην κινέζικη πολιτική συνεργασίας με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.

Η αντιπαράθεση μεταξύ των υποστηρικτών της κινέζικης πολιτικής και των επικριτών της αποτέλεσε και το κύριο ζήτημα που οδήγησε τελικά στη διάσπαση μέσα στο Συνέδριο. H μειοψηφική πτέρυγα, που υποστήριζε την κινέζικη πολιτική (που εκφραζόταν με τη «θεωρία των τριών κόσμων») συγκρότησε το Μαρξιστικό-Λενινιστικό ΚΚΕ, ενώ η πλειοψηφία ίδρυσε το ΚΚΕ (μ-λ), με ηγέτη τον Πολύδωρο Δανιηλίδη. Καθώς η εφημερίδα της ΟΜΛΕ «Λαϊκός Δρόμος» πέρασε στο Μ-Λ ΚΚΕ, το ΚΚΕ (μ-λ) επανεξέδωσε ως εβδομαδιαία την «Προλεταριακή Σημαία» που εξέδιδε παράνομα η ΟΜΛΕ κατά τη δικτατορία. Με το ΚΚΕ (μ-λ) τάχθηκε και η πλειοψηφία των μελών των παρατάξεων της ΟΜΛΕ στο μαζικό κίνημα (ΠΠΣΠ, ΠΕΣΠ και ΠΜΣΠ).

Έχοντας ιδρυθεί σε μια περίοδο ήττας του μαοϊσμού στην ίδια την Κίνα, ρήξης των σχέσεων Κίνας - Αλβανίας και κρίσης στο διεθνές μ-λ κίνημα, ενώ παράλληλα στην Ελλάδα εδραιωνόταν η κυριαρχία του ΚΚΕ μέσα στην κομμουνιστική Αριστερά, και έχοντας βγει μέσα από μια διάσπαση, το ΚΚΕ (μ-λ) είχε μικρά περιθώρια ανάπτυξης. Υπολογίζεται ότι τα μέλη του έφτασαν τις 3.000. H ΠΠΣΠ εξακολούθησε να είναι η μεγαλύτερη από τις παρατάξεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στο φοιτητικό κίνημα, όπως συνεχίστηκε, αν και περιορισμένη, και η παρέμβαση της ΠΕΣΠ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Στις βουλευτικές εκλογές του 1977, στις οποίες συμμετείχε ως Λαϊκή Δημοκρατική Ενότητα (ΛΔΕ), πήρε 9.000 ψήφους (0,17%), λιγότερες απ’ αυτές του ΕΚΚΕ, που επίσης διεκδικούσε την έκφραση του μ-λ χώρου.

Τοποθετημένο διακριτικά υπέρ της Αλβανίας, στη διαμάχη της με την Κίνα, απομακρύνθηκε και από το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, όταν το 1978 ο Εμβέρ Χότζα χαρακτήρισε και τον μαοϊσμό ρεβιζιονιστική θεωρία. Με τις αλβανικές θέσεις συντάχθηκε ομάδα μελών (Τάκης Τασσόπουλος κ.ά.), που αποχώρησε από το ΚΚΕ (μ-λ).

Σε μια προσπάθεια αναπροσανατολισμού και αναζήτησης, εκδίδεται το 1980, στη θέση της «Προλεταριακής Σημαίας», η εφημερίδα «Αριστερή Πολιτική» και προγραμματίζεται Συνέδριο, αλλά ήδη έχουν διαμορφωθεί τάσεις που αποκλίνουν μεταξύ τους. Το 1981 το ΚΚΕ (μ-λ) συμμετέχει στις εκλογές με το σχήμα της Κίνησης για μια Επαναστατική Αριστερά, μαζί με τις οργανώσεις Μαχητής και Λαϊκή Εξουσία. Το σχήμα πήρε 6.500 ψήφους (0,12%).

Τον επόμενο χρόνο ξέσπασε ανοιχτά η κρίση στις γραμμές του ΚΚΕ (μ-λ), που διασπάστηκε σε τρεις διαφορετικές οργανώσεις: Το ΚΚΕ (μ-λ), που με επικεφαλής τους Βασίλη Σαμαρά, Στέλιο Αγκούτογλου, Ανδρέα Βογιατζόγλου, Γρηγόρη Κωνσταντόπουλο κ.ά. και κέντρο τη Θεσσαλονίκη, επανεξέδωσε την «Προλεταριακή Σημαία», το ΚΚΕ (μ-λ), που με επικεφαλής τους Δανιηλίδη, Σπύρο Γάκη, Κώστα Μαλαφέκα κ.ά. και κέντρο την Αθήνα, εκφραζόταν από την «Αριστερή Πολιτική», και μια ομάδα στελεχών και μελών, μεταξύ των οποίων και το ιστορικό στέλεχος του μ-λ ρεύματος, Γιάννης Χοντζέας, ο Ρούντι Ρινάλντι κ.ά., που αργότερα συγκρότησε την Α/Συνέχεια.

3. H οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1982, με βασικά στελέχη τους Πολύδωρο Δανιηλίδη, Σπύρο Γάκη, Κώστα Μαλαφέκα, Μήτσο Καρακώστα κ.ά., με κέντρο την Αθήνα και όργανο έκφρασης την εφημερίδα «Αριστερή Πολιτική». Χαρακτηριζόταν από την προσπάθεια κριτικής αποτίμησης της ιστορικής διαδρομής και των ιδεολογικοπολιτικών θέσεων του μ-λ κινήματος. Με τον καιρό, οι οργανωτικές λειτουργίες της ατόνησαν και η δραστηριότητα των μελών της στράφηκε σε κινηματικές διαδικασίες του ευρύτερου χώρου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Από το 1986 έπαψε η χρησιμοποίηση του τίτλου του ΚΚΕ (μ-λ), που αντικαταστάθηκε με τον τίτλο Αριστερή Πολιτική.

4. Η οργάνωση που συγκροτήθηκε το 1982, με βασικά στελέχη τους Στέλιο Αγκούτογλου, Ανδρέα Βογιατζόγλου, Γρηγόρη Κωνσταντόπουλο, Βασίλη Σαμαρά κ.ά. και κέντρο τη Θεσσαλονίκη, και έχει παραμείνει η μόνη που χρησιμοποιεί αυτόν τον τίτλο. Στις εκλογές του 1985 συνεργάστηκε με το Μ-Λ ΚΚΕ στο σχήμα της Κομμουνιστικής Αριστεράς (5.500 ψήφοι, 0,08%), και στις εκλογές  του Ιουνίου και Νοεμβρίου 1989 συμμετείχε αυτόνομα, παίρνοντας 3.500 και 3.200 ψήφους (0,06% και 0,05%). Κατά τη δεκαετία του 1990 συμμετείχε στις εκλογές μέσα από τη Μαχόμενη Αριστερά, σε συνεργασία με το NAP και άλλες μικρότερες οργανώσεις. Κατόπιν συμμετείχε στις εκλογές αυτόνομα, παίρνοντας 7.500 ψήφους (0,11%) το 2000, 11.000 (0,2%) το 2004, 17.500 (0,25%) το 2007 και 10.000 (0,16%) το 2009. Το 2012 συνεργάστηκε με το Μ-Λ ΚΚΕ, παίρνοντας 16.000 ψήφους (0,25%) τον Μάιο και 7.500 (0,12%) τον Ιούνιο, όπως και το 2015, παίρνοντας 8.000 ψήφους (0,13%) τον Ιανουάριο και 9.000 (0,16%) τον Σεπτέμβριο. Στις εκλογές του 2019 και του Μαΐου και Ιουλίου 2023 συμμετείχε αυτόνομα, παίρνοντας αντιστοίχως 8.000 ψήφους (0,14%), 13.000 (0,22%) και 9.500 (0,18%).

Δραστηριοποιείται στο φοιτητικό κίνημα με τις Αγωνιστικές Κινήσεις, στο εργατικό με την Ταξική Πορεία, ενώ σε διάφορες συνοικίες και πόλεις συγκροτεί τις Λαϊκές Αγωνιστικές Κινήσεις. Στα 2013-20 συμμετείχε, μαζί με το Μ-Λ ΚΚΕ, στη Λαϊκή Αντίσταση – Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία (ΛΑ-ΑΑΣ). Όργανό του παραμένει η εφημερίδα «Προλεταριακή Σημαία», ενώ εκδίδει και το θεωρητικό περιοδικό «Αντίθεση».

 

Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (Μαρξιστών Λενινιστών) [ΚΚΕ (M-Λ)]. Μικρή οργάνωση του μ-λ χώρου. Ιδρύθηκε το 1974, ως μετεξέλιξη της Οργάνωσης Ελλήνων Μαρξιστών Λενινιστών (ΟΕΜΛ), με επικεφαλής τον Γιάννη Ζάχο και όργανο την «Κόκκινη Σημαία». Υπερασπιζόταν την πολιτική του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη και έθετε ως στόχο τη λαϊκοδημοκρατική επανάσταση.

Το 1975 η οργάνωση, που δεν κατόρθωσε να αποκτήσει στοιχειώδεις προσβάσεις στα μαζικά κινήματα, διασπάστηκε σε δύο ομώνυμες ολιγομελείς οργανώσεις, που διακρίνονταν από τους τίτλους των οργάνων τους («Κόκκινο Αστέρι», με επικεφαλής τον Γιάννη Ζάχο, και «Κόκκινη Σημαία», με επικεφαλής τη Δέσποινα Μάρκου). Και οι δύο διαλύθηκαν τον επόμενο χρόνο.

 

Κομμουνιστικό Πρόγραμμα. Περιοδικό, όργανο του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κόμματος (ΔΚΚ), που συγκροτήθηκε από οπαδούς του πρώτου ηγέτη του Κ.Κ. Ιταλίας Αμαντέο Μπορτίγκα. Εκδιδόταν και στα ελληνικά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, από μικρή ομάδα μελών του ΔΚΚ, με επικεφαλής τον Μανώλη Μπεραχά.

 

Κομμουνιστικός Επαναστατικός Σύνδεσμος (ΚΕΣ). Τροτσκιστική οργάνωση, προσανατολισμένη στη μαντελική τάση. Ιδρύθηκε στην παρανομία το 1973 από τον Θύμιο Παπανικολάου, μετά την αποχώρησή του από το ΚΔΚΕ, και ανέπτυξε εκδοτική δραστηριότητα μέσα από τον εκδοτικό οίκο «Στόχοι». Το 1975 προσχώρησαν στις γραμμές του και μέλη της Σοσιαλιστικής Επαναστατικής Ένωσης (ΣΕΕ). Διαλύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970.

 

Κομμουνιστικός Σύνδεσμος (Εργατική Εξουσία). Τροτσκιστική οργάνωση που προήλθε από διάσπαση της μορενικής Σοσιαλιστικής Οργάνωσης Εργαζομένων (ΣΟΕ) το 1995. Εξέδιδε την εφημερίδα «Εργατική Εξουσία», με τον τίτλο της οποίας ήταν περισσότερο γνωστή. Διαλύθηκε το 2009 και μέρος των μελών της προσχώρησε στον Συνασπισμό, ενώ ένα άλλο συγκρότησε την ομάδα Κόκκινη Ορχήστρα.

 

Κονδύλης Παναγιώτης (1943-1998). Νεομαρξιστής φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Δρούβα της Ολυμπίας, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή στην Αθήνα και επηρεάστηκε από τις ιδέες του Αντώνη Λαυραντώνη, ο οποίος προερχόταν από την ομάδα του Άγι Στίνα. Σπούδασε, επίσης, φιλοσοφία, νεότερη ιστορία και πολιτικές επιστήμες στη Γερμανία, όπου εργάστηκε κατόπιν ως πανεπιστημιακός. Έγραψε τα βιβλία «Η παρακμή του αστικού πολιτισμού», «Ο νεοελληνικός διαφωτισμός. Οι φιλοσοφικές ιδέες», «Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο», «Κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη» κ.ά.

 

Κονεμένος Νικόλαος (1832-1901). Από τους πρώτους εισηγητές ριζοσπαστικών και σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα. Κεφαλονίτικης καταγωγής, γεννήθηκε στην Πρέβεζα, εργάστηκε ως διπλωμάτης και έζησε κυρίως στην Κέρκυρα και την Πάτρα. Υπήρξε πρωτοπόρος στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών και υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας. Έγραψε τα βιβλία «Το ζήτημα της γλώσσας», «Οικογένεια», «Διαθήκη» κ.ά.

 

Κόντρα. Εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδόθηκε το 1996, εκφράζοντας τις θέσεις της Επαναστατικής Ένωσης για την Ανατροπή. Εξακολουθεί να εκδίδεται ηλεκτρονικά, αποτελώντας έκφραση πολιτικής ομάδας που συνεχίζει τη δράση της οργάνωσης. Βασικά της στελέχη είναι οι Πέτρος Γιώτης και Γεράσιμος Λιόντος.

 

Κόρακας Μανώλης (1905-1985). Στέλεχος και θεωρητικός του σοσιαλιστικού κινήματος. Υπήρξε μέλος του ΣΕΚΕ και από το 1923 συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Γεωργιάδη στην Εργατική Σοσιαλιστική Ένωση Ελλάδας, το Ενωτικό Εργατικό Κόμμα και το Κόμμα Εργασίας, μέσω του οποίου εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Μεταπολεμικά εντάχθηκε στην αντικομμουνιστική πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας, υπήρξε συνεργάτης των Αμερικανών συνδικαλιστικών αντιπροσώπων και σύμβουλος του Γεωργίου Παπανδρέου επί πρωθυπουργίας του, στα 1963-65.

 

Κορδάτος Γιάννης. 1. (1891-1961). Ιστορικός, συγγραφέας και στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου. Σπούδασε στη Σμύρνη, στην Κωνσταντινούπολη και στη Νομική Σχολή στην Αθήνα, όπου συμμετείχε στη Φοιτητική Συντροφιά. Εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ, του οποίου αναδείχτηκε γραμματέας το 1922 και μέλος της τριμελούς Γραμματείας στα 1923-24. Υποστηρίζοντας «κεντρίστικες» θέσεις, απομακρύνθηκε από την ηγεσία του κόμματος μετά τη στροφή προς τη μπολσεβικοποίηση, και το 1927 διαγράφηκε. Παραμένοντας ανένταχτος τα επόμενα χρόνια, ασχολήθηκε κυρίως με τις ιστορικές του μελέτες. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και το 1956 εκλέχτηκε μέλος της Δ.Ε. της ΕΔΑ.

Θεωρείται εισηγητής της μεθόδου του ιστορικού υλισμού στην ιστορική επιστήμη στην Ελλάδα, αν και επικρίθηκε για μηχανιστική, οικονομίστικη και γραμμική αντίληψη, κληρονομημένη από τον μαρξισμό της Β΄ Διεθνούς.

Έγραψε πλήθος βιβλίων, όπως «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», «Αρχαίες θρησκείες και χριστιανισμός», «Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος», «Εισαγωγή εις την ιστορίαν της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας», «Ο Ρήγας Φεραίος και η Βαλκανική Ομοσπονδία», «Ακμή και παρακμή του Βυζαντίου», «Ιστορία του ελληνικού εργατικού ζητήματος», τη 13τομη «Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας» κ.ά.

2. Σύλλογος διάδοσης της μαρξιστικής σκέψης που ιδρύθηκε το 2012 από πρώην μέλη του ΚΚΕ, που αντιτάχθηκαν στην εγκατάλειψη της στρατηγικής της αντιμονοπωλιακής-αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης. Επικεφαλής είναι ο Βασίλης Λιόσης.

 

Κορνάρος Θέμος (1906-1970). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Μεσσαρά Κρήτης. Ήταν αυτοδίδακτος και άρχισε να δημοσιεύει λογοτεχνικά έργα από το 1933. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ, συμμετείχε στο ΕΑΜ, συνεργάστηκε με τα «Ελεύθερα Γράμματα» και κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε. Μεταπολεμικά αγωνίστηκε από τις γραμμές της ΕΔΑ και συνεργάστηκε με την «Επιθεώρηση Τέχνης». Έγραψε τα βιβλία «Άγιο Όρος: Οι άγιοι χωρίς μάσκα», «Σπιναλόγκα», «Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία», «Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου» κ.ά.

 

Κοροβέσης Περικλής (1941-2020). Συγγραφέας και στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στο Αργοστόλι, σπούδασε  θέατρο και φιλολογία, και εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη. Κατά την περίοδο της δικτατορίας συνελήφθη και βασανίστηκε, και μετά τη διαφυγή του στη δυτική Ευρώπη συμμετείχε στις Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες. Το 1972 ίδρυσε την Οργάνωση Ελλήνων Επαναστατών Κομμουνιστών (ΟΕΕΚ), που το 1975 συμμετείχε στην ίδρυση του Ελληνικού Λενινιστικού Επαναστατικού Κινήματος (ΕΛΕΚ). Στα 2007-09 ήταν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ με την υποστήριξη της  ΑΚΟΑ. Έχει γράψει τα βιβλία «Ανθρωποφύλακες», «Επιχείρησις Ιουδίθ», «Γυναίκες ευσεβείς του πάθους» κ.ά.

 

Κοροβίνης Θωμάς (1953-). Συγγραφέας, μουσικοσυνθέτης και στιχουργός. Γεννήθηκε στη Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης, σπούδασε φιλολογία και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Έχει γράψει πλήθος μυθιστορημάτων, δοκιμίων κ.ά. άλλων βιβλίων, όπως «Το χτικιό της Άνω Τούμπας», «Οι ασίκηδες», «Οι ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας», «Ο γύρος του θανάτου» κ.ά. Έχει γράψει, επίσης, τραγούδια, εμπνευσμένος από τη λαϊκή μουσική παράδοση.

 

Κόσμος. Ομάδα με τον τίτλο Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος Κ., αποτελούμενη από αναρχικούς, με επικεφαλής τους Ηρακλή Αναστασίου και Κώστα Συνοδινό, πρώην στελέχη του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη. Ιδρύθηκε το 1895 και συνέβαλε στην οργάνωση των μεταλλεργατών του Λαυρίου, που οδήγησε στη μεγάλη απεργία του 1896. Κάποια από τα μέλη της  (Πάνος Γεροντής, Αλέξανδρος Ματιάτος, Δρόσος Μεϊντάνης, Νίκος Μωραΐτης, Ανδρέας Παπαμαρτυρόπουλος, Λουίζα Σπαρτάλη κ.ά.) συμμετείχαν το 1898 στην ίδρυση του Αναρχικού Εργατικού Συνδέσμου. Διαλύθηκε το 1900.

 

Κόσσυβας Γεώργιος (;-1918). Αναρχικός συνδικαλιστής. Εργάστηκε ως τσιγαροποιός στην Αλεξάνδρεια και το 1906 εγκαταστάθηκε στον Βόλο, όπου συμμετείχε στην έκδοση της εφημερίδας «Εργάτης» και στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου. Έχοντας προσβληθεί από φυματίωση,  έζησε από το 1914 έως τον θάνατό του στη Μακρυνίτσα. Πεθαίνοντας, άφησε τη μικρή περιουσία του στο νεοσύστατο ΣΕΚΕ.

 

Κοταμανίδου Εύα (1935-2020). Ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε στη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης και εμφανίστηκε με επιτυχία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Μεταξύ άλλων, υπήρξε πρωταγωνίστρια σε ταινίες του Θεόδωρου Αγγελόπουλου. Ενταγμένη στην ανανεωτική Αριστερά, στα 1989-90 ήταν βουλεύτρια του Συνασπισμού της Αριστεράς.

 

Κοτανίδης Γιώργος (1945-2020). Ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Δράμα και εγκαταλείποντας τις πανεπιστημιακές του σπουδές στη Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου, από το 1970, εμφανίστηκε στο θέατρο. Έχει εμφανιστεί, επίσης, στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία και υπήρξε στέλεχος του ΕΚΚΕ. Έχει γράψει μυθιστορήματα («Απρόσμενα αισθήματα», «Οι σαλτιμπάγκοι» κ.ά.), το θεατρικό έργο «Ομπίντα. Οι τελευταίες ώρες του Νίκου Ζαχαριάδη» και σενάρια.

 

Κοτζιάς Κώστας (1921-1979). Συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε ιατρική και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ και κατόπιν στην ΕΔΑ, και από το 1967 έζησε στη Μόσχα. Ήταν υποστηρικτής του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Έγραψε τα μυθιστορήματα «Καπνισμένος ουρανός», «Γαλαρία Νο 7», «Ο αλύγιστος» και «Ο παράνομος», καθώς και θεατρικά έργα («Ένας κόσμος ανάποδα» κ.ά.).

 

Κοτζιούλας Γιώργος (1909-1956). Συγγραφέας, ποιητής και κριτικός της λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στην Πλατανούσα Ιωαννίνων και έζησε με στερήσεις που έφθειραν την υγεία του. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, και οργάνωσε περιοδεύοντα θεατρικό θίασο. Διώχτηκε την περίοδο του Εμφυλίου. Εκτός των άλλων, έγραψε και τα βιβλία «Όταν ήμουν με τον Άρη» και «Θέατρο στα βουνά».

 

Κουβέλης Φώτης (1948-). Στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στον Βόλο και ως φοιτητής της Νομικής εντάχθηκε στη Δ.Ν. Λαμπράκη και κατά την περίοδο της δικτατορίας στον παράνομο Ρήγα Φεραίο. Υπήρξε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ εσ., της ΕΑΡ και του Συνασπισμού, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας στα 1987-89, υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Τζανετάκη το 1989 και βουλευτής στα 1989-93 και από το 1996 μέχρι το 2015. Το 2010 συμμετείχε στην ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς, της οποίας υπήρξε πρόεδρος, μέχρι την αποχώρησή του το 2015. Κατόπιν προσέγγισε τον ΣΥΡΙΖΑ και στα 2018-19 έγινε υπουργός στην κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα.

 

Κουκούλας Λέων (1894-1967). Ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός θεάτρου. Γεννήθηκε στη Σύρο και σπούδασε φιλοσοφία και θέατρο στη Γερμανία και τη Γαλλία. Συμμετείχε στο ΕΑΜ, υπήρξε πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και συνεργάστηκε με τον «Νουμά», τα «Ελεύθερα Γράμματα», την «Επιθεώρηση Τέχνης» κ.ά. λογοτεχνικά έντυπα.  

 

Κουκουλές Γιώργος (1939-2020). Ιστορικός του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Παρίσι, και συμμετείχε στο νεολαιίστικο και το αντιδικτατορικό κίνημα. Υπήρξε καθηγητής και αντιπρύτανης του Παντείου και αντιπρόεδρος των ΑΣΚΙ. Έγραψε τα βιβλία, «Για μια ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος: εισαγωγή στην παιδαγωγική της ιστορικής έρευνας», «Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα και οι ξένες επεμβάσεις», «Ελληνικά συνδικάτα: οικονομική αυτοδυναμία και εξάρτηση (1938-1984)» κ.ά.

 

Κουκούλου Ρούλα (1916-1997). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Νάουσα και το 1937 εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Συμμετείχε στο ΕΑΜ και ανέλαβε υπεύθυνη για τις μαχήτριες του ΔΣΕ και πρόεδρος της Πανελλαδικής Δημοκρατικής Ένωσης Γυναικών (ΠΔΕΓ). Από το 1949 εγκαταστάθηκε ως πολιτική πρόσφυγας στο Βουκουρέστι, το 1952 έγινε μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και το 1955 ήρθε παράνομα στην Ελλάδα, συνελήφθη και φυλακίστηκε έως το 1966. Πιάστηκε και πάλι το 1967 και εξορίστηκε. Μετά την απελευθέρωσή της κατέφυγε ξανά στο εξωτερικό, το 1972 έγινε και πάλι μέλος της Κ.Ε. και το 1973 μέλος του Π.Γ. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974 και παρέμεινε στην καθοδήγηση του ΚΚΕ μέχρι το 1990. Υπήρξε σύζυγος του Νίκου Ζαχαριάδη.

 

Κουλαμπάς Τάσος (1897-1964). Στέλεχος του αγροτικού κινήματος. Γεννήθηκε στο Χαροκόπι Μεσσηνίας και κατά τον Μεσοπόλεμο πρωτοστάτησε στους αγώνες των σταφιδοπαραγωγών. Μέλος του ΚΚΕ από το 1925, εξορίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά. Υπήρξε γραμματέας του ΕΑΜ Πελοποννήσου και εντάχθηκε, με απόφαση του ΚΚΕ, στο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας. Κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε και πάλι, και το 1958 εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ στη Μεσσηνία.  

 

Κουλουφάκος Κώστας (1924-1994). Ποιητής, μεταφραστής και κριτικός της λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε χημεία, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και φυλακίστηκε στην Ιταλία, αλλά απέδρασε και συνέχισε τη δράση του στην Αίγυπτο. Εξορίστηκε την περίοδο του Εμφυλίου και από το 1955 ήταν ένας από τους βασικούς συντελεστές της έκδοσης της «Επιθεώρησης Τέχνης». Εξορίστηκε και πάλι στα 1967-69 και μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ εντάχθηκε στο ΚΚΕ εσ.

 

Κουνάδης Αργύρης (1924-2011). Μουσικός. Καταγόταν από την Κεφαλονιά και γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε στην Αθήνα και τη Γερμανία, και έγινε καθηγητής και  διευθυντής ορχήστρας στη Γερμανία με διεθνή αναγνώριση. Εντάχθηκε στην Αριστερά και συμμετείχε στους δημοκρατικούς αγώνες της μεταπολεμικής περιόδου.

 

Κουνάδης Παναγιώτης (1943-). Μουσικολόγος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στα Δειλινάτα της Κεφαλονιάς, και σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Αθήνας και στο Παρίσι. Ασχολείται με τη μελέτη του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Μεταξύ άλλων έχει γράψει το βιβλίο «Γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά».

 

Κούνδουρος Νίκος (1926-2017). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στον Άγιο  Νικόλαο Λασιθίου. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και στα 1948-50 εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Εμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1954 με τη «Μαγική Πόλη» και ακολούθησαν πολλές άλλες ταινίες, όπως «Ο δράκος», «Το κορίτσι με τα μαύρα», «Μικρές Αφροδίτες», «1922» κ.ά.

 

Κούτβηδες. Οι απόφοιτοι του Κομμουνιστικού Πανεπιστημίου Εργαζομένων της Ανατολής (Κομμουνιστιτσέσκαγια Ουνιβερσιτάτ Τραβαγιέρσκι Βαστόκ - ΚΟΥΤΒ) της Μόσχας, που λειτουργούσε με ευθύνη της Κομμουνιστικής Διεθνούς για την κατάρτιση στελεχών των Κ.Κ. της Ασίας και των Βαλκανίων. Ο όρος περιλάμβανε το σύνολο όσων σπούδασαν σε κομματικές σχολές της ΕΣΣΔ κατά τον Μεσοπόλεμο.

Η εκπαίδευση και αποστολή κ. στην Ελλάδα αποσκοπούσε στην κάλυψη σοβαρών κενών στο στελεχικό δυναμικό του ΚΚΕ. Εντούτοις, οι κ. επικρίνονταν σαν άκριτοι φορείς της εκάστοτε πολιτικής του σοβιετικού Κ.Κ. Ανάμεσά τους ήταν οι γραμματείς του κόμματος Ανδρόνικος Χαϊτάς και Νίκος Ζαχαριάδης (ο οποίος χρησιμοποιούσε και το ψευδώνυμο «Κούτβης») οι Στέργιος Αναστασιάδης, Γιάννης Ζέβγος, Πέτρος Ρούσος κ.ά.  Υπήρξαν και κ. που αποχώρησαν από το κόμμα, όπως οι Στέλιος Αρβανιτάκης, Κώστας Σκλάβος κ.ά.

 

Κουτσούκαλης Αλέκος (1919-2005). Ιστορικός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Ελάτη Άρτας, συμμετείχε στο ΕΑΜ και στον ΔΣΕ και ως πολιτικός πρόσφυγας σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης. Έγραψε «Το χρονικό μιας τραγωδίας 1945-1949», «Πορεία στο χρόνο», βιβλία για την ιστορία του ΚΚΕ κ.ά.

 

Κουτσούμπας Δημήτρης (1955-). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στη Λαμία και ως φοιτητής της Νομικής εντάχθηκε στην παράνομη ΚΝΕ και συμμετείχε στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα. Μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ από το 1987 και του Π.Γ. από το 1996, και διευθυντής του «Ριζοσπάστη» στα 1996-2006, το 2013 εκλέχτηκε γενικός γραμματέας του κόμματος και το 2015 βουλευτής.

 

Κουχτσόγλου Σταύρος (1878-1949). Ένας από τους κύριους εκπρόσωπους του αναρχοσυνδικαλισμού στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και σε εφηβική ηλικία κλείστηκε σε αναμορφωτήριο στο Τσοτύλι Κοζάνης. Δούλεψε ως εργάτης στον Πειραιά, ταξίδεψε σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου εργάστηκε ως τσιγαροποιός και ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα. Το 1913 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και κατόπιν στον Βόλο. Το 1920 συντάχθηκε με τη φιλοκυβερνητική διασπαστική Διοίκηση της ΓΣΕΕ του Πειραιά, αρθρογραφώντας κατά του ΣΕΚΕ(Κ) στην εφημερίδα «Άμυνα». Κατόπιν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Έγραψε το βιβλίο «Κάτω η μάσκα» κ.ά.

 

Κρητικάς Στέλιος (1891-1982). Πολιτικός που εντάχθηκε στην Αριστερά. Γεννήθηκε στο Αδραμύττι της Μικράς Ασίας, σπούδασε νομικά και εκλέχτηκε επανειλημμένα βουλευτής κατά τον Μεσοπόλεμο. Υπήρξε στέλεχος της Δημοκρατικής Ένωσης του Αλέξανδρου Παναναστασίου και διώχτηκε από τη δικτατορία Μεταξά. Έχοντας ανασυστήσει τη Δημοκρατική Ένωση, συμμετείχε στο ΕΑΜ, κατά τον Εμφύλιο εξορίστηκε και το 1951 εντάχθηκε, ως ηγέτης της Δημοκρατικής Ένωσης, στην ΕΔΑ.

 

Κριτική. 1. Λογοτεχνικό περιοδικό που εξέδιδε στη Θεσσαλονίκη στα 1959-61 ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης. Από τις σελίδες του τέθηκαν ζητήματα κριτικής στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό.

2. Φοιτητικό περιοδικό που εκδόθηκε στα 1983-86 κυρίως από στελέχη των Αριστερών Συσπειρώσεων Φοιτητών. Εξέφραζε θέσεις της σχολής Αλτουσέρ.

 

Κριτική-Συσπείρωση. Περιοδικό που εκδιδόταν στα 1975-76 με πρωτοβουλία του Μαρξιστικού Λενινιστικού Κινήματος Ελλάδας (ΜΛΚΕ) και υπεύθυνη την Αντωνία Πάνου. Επιδίωκε τον διάλογο και την ενοποίηση των μ-λ οργανώσεων που υπερασπίζονταν την ιστορική παράδοση του Νίκου Ζαχαριάδη. Προώθησε, χωρίς επιτυχία, διαδικασίες διαλόγου μεταξύ των οργανώσεων ΜΛΚΕ, ΣΑΚΕ, Λαϊκή Εξουσία και το ένα από τα δύο ΚΚΕ (Μαρξιστών-Λενινιστών), που εξέδιδε το περιοδικό «Κόκκινη Σημαία».

 

Κτιστάκης Βαγγέλης (1908-1944). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στα Χανιά και σπούδασε νομικά στο Βερολίνο. Στην παρανομία κατά τη δικτατορία Μεταξά, καθοδηγούσε τις οργανώσεις του ΚΚΕ στην Αθήνα. Υπήρξε βασικό στέλεχος της «Παλιάς Κ.Ε.» και η επιφυλακτικότητα του κόμματος απέναντί της είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί εκτός ΚΚΕ στα 1941-43. Επανεντάχθηκε στη συνέχεια και ανέλαβε γραμματέας της Κ.Ο. Κρήτης. Πιάστηκε από την Ασφάλεια και εκτελέστηκε από τους Γερμανούς. Ήταν σύζυγος της Σταματίας Βιτσαρά-Κ.

 

Κύρκος Λεωνίδας (1924-2011). Ηγετικό στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης και ήταν γιος του πολιτικού Μιχάλη Κ. Ως φοιτητής της ιατρικής, εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρία Νέων και την ΕΠΟΝ, και έγινε μέλος του ΚΚΕ. Το 1948 φυλακίστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και μετά την απελευθέρωσή του, το 1953, ανέλαβε καθοδηγητική θέση στην ΕΔΑ. Στα 1958-61 ήταν διευθυντής της «Αυγής» και στα 1958-67 βουλευτής. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, από το 1967 έως το 1972.

Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, συμμετείχε στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού. Στα 1972-73 πρωτοστάτησε στην ανατροπή του μέχρι τότε Γραφείου της Κ.Ε. και στην αλλαγή του πολιτικού προσανατολισμού του κόμματος, υποστηρίζοντας την αξιοποίηση των διαδικασιών «φιλελευθεροποίησης» του καθεστώτος. Μετά τη δικτατορία, ως μέλος του Ε.Γ. της Κ.Ε., υπήρξε ο εμπνευστής της πολιτικής της Εθνικής Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Ενότητας (ΕΑΔΕ). Εκλέχτηκε βουλευτής στα 1974, 1977 και 1985 και ευρωβουλευτής στα 1981 και 1984. Το 1985 εκλέχτηκε πρόεδρος του ΚΚΕ εσ. και έθεσε το ζήτημα της μετεξέλιξής του σε μη κομμουνιστικό κόμμα.

Μετά τη διάλυση του ΚΚΕ εσ. και την ίδρυση της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ), το 1987, έγινε πρόεδρος του νέου κόμματος και το 1989 συνυπέγραψε με τον γραμματέα του ΚΚΕ Χαρίλαο Φλωράκη την ίδρυση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, του οποίου ανέλαβε γραμματέας. Επανεκλέχτηκε βουλευτής στα 1989 και 1990 και υποστήριξε τη συμμετοχή του Συνασπισμού στις κυβερνήσεις Τζανετάκη και Ζολώτα. Μετά τη συγκρότηση του Συνασπισμού σε ενιαίο κόμμα, το 1991, παρέμεινε για μικρό διάστημα στην ηγεσία του και κατόπιν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Το 2010 υποστήριξε την ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς. Έγραψε τα βιβλία «Το ΚΚΕ εσ. και το αύριο της Ελλάδας», «Ποια Αριστερά;», «Στιγμές από την προσωπική μου διαδρομή» κ.ά.

 

Κύρκος Μιχάλης (1893-1967). Πολιτικός του αστικού χώρου που μετατοπίστηκε προς την Αριστερά. Γεννήθηκε στο Σαμάκοβο της ανατολικής Θράκης. Εκλέχτηκε επανειλημμένα βουλευτής και στα 1926-28 ήταν υπουργός στην Οικουμενική Κυβέρνηση. Εκτοπίστηκε από τη δικτατορία Μεταξά και κατόπιν εντάχθηκε στο ΕΑΜ και υπήρξε διευθυντής σύνταξης της «Ελεύθερης Ελλάδας». Το 1945 ίδρυσε το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα Ελλάδας, που συμμετείχε στον Συνασπισμό Κομμάτων του ΕΑΜ, και στα 1949-50 φυλακίστηκε. Το 1951 το κόμμα του αποτέλεσε ιδρυτική συνιστώσα της ΕΔΑ. Εκλέχτηκε ως επιλαχών βουλευτής, αλλά αποχώρησε από την ΕΔΑ και ανεξαρτητοποιήθηκε. Συνεργάστηκε και πάλι με την ΕΔΑ και εκλέχτηκε βουλευτής στα 1958 και 1963. Γιος του ήταν ο Λεωνίδας Κ.

 

Κύρου Άδωνις (1923-1985). Σκηνοθέτης και θεωρητικός του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ως φοιτητής εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ. Διέφυγε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας στο Παρίσι, όπου έμεινε, με μικρά διαλείμματα, μέχρι το τέλος της ζωής του. Μεταξύ των ταινιών που σκηνοθέτησε ήταν και το «Μπλόκο», που αναφέρεται στο Μπλόκο της Κοκκινιάς του 1944.

 

Κωνσταντινίδης Γιώργος (1907-1943). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος, γνωστός και με το ψευδώνυμο Γλαύκος Ασημίδης. Γεννήθηκε στο Παρόρι Φωκίδας, έγινε μέλος της ΟΚΝΕ το 1923, σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Στα 1928-31 σπούδασε σε κομματική σχολή στη Μόσχα και κατόπιν, με την επέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για το ξεπέρασμα της κρίσης του ΚΚΕ, έγινε μέλος της Γραμματείας του Π.Γ. Το 1933 καθαιρέθηκε και το 1934 διαγράφηκε από το κόμμα, λόγω των θέσεών του για στήριξη των βενιζελικών στις επαναληπτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης. Για μια σύντομη περίοδο, στα 1935-36, συγκρότησε την ομάδα Αριστερή Παράταξη του ΚΚΕ, με όργανο το «Μαρξιστικό Βήμα», το οποίο εξέδιδε από το 1934. Διώχτηκε από τη δικτατορία Μεταξά. Το 1943 κλήθηκε στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας, όπου εκτελέστηκε σαν αντικομματικός. Αργότερα η μνήμη του αποκαταστάθηκε από το ΚΚΕ.

 

Κωνσταντόπουλος Νίκος (1942-). Στέλεχος της Αριστεράς. Γεννήθηκε στα Κρέστενα Ηλείας. Ως φοιτητής της Νομικής υπήρξε στέλεχος της Νεολαίας της Ένωσης Κέντρου και του φοιτητικού συνδικαλιστικού κινήματος. Κατά τη δικτατορία συμμετείχε στη Δημοκρατική Άμυνα, πιάστηκε, βασανίστηκε και φυλακίστηκε. Το 1974 συμμετείχε στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, αλλά το 1975 διαγράφηκε και συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Πορείας, της οποίας έγινε πρόεδρος. Μετά το 1981 αποχώρησε από την πολιτική δράση. Συμμετείχε στην ίδρυση του Συνασπισμού της Αριστεράς το 1989 και έγινε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Τζανετάκη. Στα 1993-2004 ήταν πρόεδρος του ΣΥΝ και βουλευτής στα 1989-93 και 1996-2007.

 

Κωστόπουλος Μήτσος (1942-). Στέλεχος του κομμουνιστικού και του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Γεννήθηκε στις Γλαφυρές Βόλου και από το 1960 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως οικοδόμος. Μέλος της Νεολαίας ΕΔΑ και της Δ.Ν. Λαμπράκη, φυλακίστηκε στα 1968-73. Υπήρξε επί σειρά χρόνων μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και στα 1983-92 ήταν γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ και βουλευτής από το 1989 έως το 2000. Κατόπιν διαγράφηκε από το ΚΚΕ, συμμετείχε στη συγκρότηση της Κίνησης για την Ενότητα Δράσης της Αριστεράς (ΚΕΔΑ) και το 2004 στη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το 2007 αποχώρησε από την ενεργό δράση. Έχει γράψει τα βιβλία «Με αφορμή μια συκοφαντία», «Ένας πόλεμος που δεν έληξε ακόμη» κ.ά.

 

Κωτσάκης Σπύρος (1914-1994). Στέλεχος του κομμουνιστικού κινήματος και της Εθνικής Αντίστασης. Γεννήθηκε στη Λογγά Μεσσηνίας και ως φοιτητής της ΑΣΟΕΕ εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Επί δικτατορίας Μεταξά φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία και το 1941 δραπέτευσε από το Σανατόριο Ασβεστοχωρίου. Συμμετείχε στην ίδρυση του ΕΛΑΣ και υπήρξε διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού, που δρούσε στην Αθήνα, με το ψευδώνυμο Νέστορας. Εξορίστηκε επί χρόνια κατόπιν, όπως και κατά τη δικτατορία των συνταγματαρχών, και παρέμεινε στις γραμμές του ΚΚΕ μέχρι τον θάνατό του. Έγραψε τα βιβλία «Εισφορά στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα» και «Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα»