"Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη" Μίλαν Κούντερα

Γιώργος Αλεξάτος



gnalexatos@yahoo.gr

Από την "Πλατεία Μπελογιάννη":

2017-11-02 08:44

"Στο σχολείο δεν ήταν καθόλου εύκολα τα πράγματα. Η πειθαρχία ήταν ανυπόφορη. Κάθε πρωί μας έβαζαν στη σειρά, σε τριάδες, για να κάνουμε προσευχή και έπαρση της σημαίας, τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο. Ακόμα και στην τάξη μπαίναμε σε σχηματισμούς ανά τριάδα.

Κάθε τρεις και λίγο, είχαμε κι από μια εθνική γιορτή και μας κρατούσαν επί ώρα όρθιους, για να μας βγάλουν λόγο. Ό,τι κι αν γιόρταζαν, ο λόγος κατέληγε σε αντικομμουνιστικό κήρυγμα, σε μια γλώσσα που μας προκαλούσε αηδία, καθώς αυτήν μιλούσαν οι πολιτικοί, σ’ αυτήν συντάσσονταν όλα τα επίσημα έγγραφα, σ’ αυτήν μεταδίδονταν οι ειδήσεις, αυτήν διδασκόμασταν απ’ την Τετάρτη Δημοτικού:

«Αγωνιζόμενον το Έθνος των Ελλήνων επί χιλιετηρίδας, προσέφερεν εις την Ανθρωπότητα τα φώτα του πολιτισμού και υπερασπίσθη μόλις προ ολίγων ετών την ελευθερίαν, ήτινα επιβουλεύοντο έμμισθα όργανα του προαιωνίου εχθρού της πατρίδος: Των Σλάβων! (…). Πρόμαχος εις τον ωραίον αυτόν αγώνα είναι η Αυτού Μεγαλειότης, ο Βασιλεύς των Ελλήνων, Παύλος. Ας αναφωνήσωμεν από καρδίας και μετ’ ενθουσιασμού:
- Ζήτω ο Βασιλεύς!
- Ζήτω το Έθνος!
- Ζήτωσαν αι Ένοπλοι Δυνάμεις!»

Βαριόμασταν αφόρητα όλη αυτή τη γελοιότητα, καθώς τα περισσότερα παιδιά ήμασταν από οικογένειες αριστερές και δημοκρατικές. Βαριόνταν όμως και τα παιδιά δεξιών οικογενειών, που κι αυτά έβλεπαν γελοία την όλη ιστορία, με τους λόγους και τα στρατιωτικά παραγγέλματα:

«Ανάπαυσις!»
«Προσοχή!»

Ήμασταν όλα περήφανα για την απόκρουση των Ιταλών φασιστών, το 1940. Όλα τα παιδιά είχαμε πατεράδες και θείους που πολέμησαν στην Αλβανία. Όμως, δεν αντέχαμε τη μονότονη επανάληψη της ίδιας παράστασης, κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου. Τη γιορτή στο σχολείο και την παρέλαση. Όσα προερχόμασταν από αριστερές ή κεντρώες οικογένειες δυσφορούσαμε και με τη γλοιώδη εξύμνηση του δικτάτορα Μεταξά και του τότε βασιλιά Γεωργίου.

Σε μια απ’ αυτές τις γιορτές, θυμάμαι που το διασκεδάζαμε, καθώς ακούγονταν απ’ τα μεγάφωνα τα τραγούδια της Βέμπο. Όταν ακούστηκε το «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του και τη σκούφια την ψηλή του, μ’ όλα τα φτερά», εμείς σιγοτραγουδούσαμε «Βγάζει ο Ντούτσε το βρακί του, για να δούμε την ψωλή του. Βρε, τον ψωλαρά!».

Στην παρέλαση βρίσκαμε την ευκαιρία να εκφράσουμε και τα αισθήματά μας απέναντι στα παιδιά του ιδιωτικού σχολείου της Καλλιθέας, που μας το παίζανε σνομπ. Ανάλογα αισθήματα έτρεφαν κι αυτά για μας, που μας θεωρούσαν πλέμπα. Όταν παρήλαυνε το δικό μας σχολείο, αυτά από το πεζοδρόμιο φώναζαν:
«Περνάει το σχολείο, που ‘ναι τρελοκομείο. Μάζεψε τα παιδάκια και τα ‘κανε αλητάκια».

Εμείς, όταν περνούσαν αυτά, επιβεβαιώναμε την άποψή τους περί πλέμπας:
«Περνάει το σχολείο, που ‘ναι κωλοχανείο. Μάζεψε τ’ αγοράκια και τα ‘κανε πουστράκια».

Αγνοούσαμε πλήρως τον όρο «σεξισμός», άλλωστε δεν είχε διατυπωθεί ακόμα. Για μας, το αντριλίκι ήταν ένα στοιχείο της ταυτότητάς μας, που μας διαφοροποιούσε από τα μαλθακά παιδάκια των «καλών οικογενειών»…"